×

Wir verwenden Cookies, um LingQ zu verbessern. Mit dem Besuch der Seite erklärst du dich einverstanden mit unseren Cookie-Richtlinien.

image

Ζέη, Άλκη - Το καπλάνι της βιτρίνας, 6.2 Τα πανιά του Θησέα...

6.2 Τα πανιά του Θησέα...

Αν το παραμύθι του Πινόκκιο ήτανε αληθινό, η μύτη της Άρτεμης θα 'πρεπε να 'χει γίνει τρία μέτρα μακριά. Τόσα πολλά ψέματα είπε. Μα, φαίνεται, πρέπει να υπάρχουνε ψέματα καλά και κακά - κι από τα καλά, η μύτη δεν πρέπει να μακραίνει. Είχανε περάσει τρεις μέρες, που ο Νίκος κρυβότανε στο Μύλο με το Μισό Φτερό. Εμάς είχε αρχίσει η απελπισία μας και τι απελπισία. Εκτός που δεν μπορούσαμε να πάμε στο Νίκο είχε και κάτι νεύρα ο μπαμπάς!...

Αυτή, λέει η Ιστορία, με το καπλάνι, που πάει κι έρχεται στην Ισπανία, μπορεί να 'χει επακόλουθα. Έτσι του είπε ο Αμστραντάμ Πικιπικιράμ. Παρήγγειλε μάλιστα με τον μπαμπά στη θεία Δέσποινα, πως δε θα 'τανε άσχημο ν 'ανοίγανε την κοιλιά του καπλανιού, μήπως κρυβότανε τίποτα μέσα στ' άχυρα, που το είχαν παραγεμισμένο.

Ακούς ν' ανοίξουν την κοιλιά του καπλανιού!

– Φοβάμαι, λέει ο μπαμπάς, πως θα στείλουν μήνυμα στην Αθήνα κι ο Νίκος θα 'χει κακά ξεμπερδέματα.

Και που να 'ξερε!...

Ύστερα, ήρθαν επίσκεψη η Πιπίτσα με τη μαμά της και τον μπαμπά της. Εμάς μας είναι πολύ δύσκολο να μιλούμε με το μεγάλο μπελά, από τότε που πρόδωσε, κι ας λέει ο Νίκος πως δε φταίει αυτή.

Μια στιγμή, εκεί που βαριόμασταν να την ακούμε να λέει για τον μπαμπά της, για το προξενείο και για κάποιον Χίτλερ, πήρε το μάτι μας την Άρτεμη, που πέρασε τρεχάτη κάτω από τη βεράντα. Η Μυρτώ κρεμάστηκε ολόκληρη στο πεζούλι, για να τη φωνάξει, μα κείνη είχε πάει κιόλας μακριά. Σε λίγο, να την πάλι, ξαναγύρισε. Και πάλι ξανάφυγε. Κι έτσι κάμποσες φορές.

– Τι έπαθε; μου ψιθυρίζει η Μυρτώ.

– Να δεις, που κάτι θέλει να μας πει, λέω εγώ.

Πεθαίναμε από περιέργεια. Πως, όμως, να ξεφορτωθούμε το μεγάλο μπελά, που μας είχε κολλήσει σαν στρείδι, όπως έλεγε και η Μυρτώ. Όταν έφυγε η Πιπίτσα με τη μαμά και τον μπαμπά της, ήτανε πιά πολύ αργά και η Άρτεμη είχε, από πολλή ώρα, χαθεί. Πήγαμε να πλύνουμε τα πόδια μας, στην αυλή, στην τρόμπα και, τότε, να 'σου ξεπρόβαλε η Άρτεμη.

– Ξεροστάλιασα πιά να σας περιμένω, λέει. Κι άμα δε σας τα πω, θα σκάσω!

Πριν προλάβουμε να τη ρωτήσουμε, άρχισε κείνη να μας διηγιέται: Πήγε με τον κυρ Αντώνη στη χώρα. Τον καλέσανε στη χωροφυλακή, να τους πει, αν πραγματικά συνόδεψε το Νίκο στο βαπόρι.

– «Ναι, τον πήγα», είπε ο πατέρας, συνεχίζει η Άρτεμη. Μα το είπε έτσι κρύα, που φοβήθηκα μη και δεν τον πιστέψουνε. Πως μου 'ρθε κι άρχισα να λέω, χωρίς να με ρωτήσει κανένας, πως ήμουνα κι εγώ στη βάρκα κι άμα ξεκίναγε το βαπόρι, ο Νίκος είχε βγει στο κατάστρωμα και μας κουνούσε το χέρι.

«Έεεεεε, κυρ Νίκο! Ξέχασες τα γυαλιά σου», φώναξα εγώ. Κι εκείνος είπε: «Δεν πειράζει, σου τα χαρίζω».

– Τι γυαλιά ξέχασε; απορήσαμε εμείς.

– Μέσα στη βάρκα, ντε. Τον πήγε ο πατέρας μια βόλτα, για να νομίζει κανείς, που θα τους έβλεπε, πως τραβούνε κατά το βαπόρι. Ξέχασε τα μαύρα του γυαλιά. Τα φόρεσα σήμερα και πήγα στην πόλη. Όχου, τι αλλιώτικος που φαίνεται ο κόσμος! Μπορείς να κοιτάζεις όποιον θέλεις, χωρίς να σε προσέχει. Λέτε να μου τα χαρίσει ο Νίκος;

– Τι άλλο σε ρώτησαν; ανυπομονούσαμε εμείς.

– «Τι σας έλεγε για το καπλάνι ο κύριος Νίκος;» μου πέταξε άξαφνα ένας χωροφύλακας μ' ένα γαλόνι.

– «Τι θα πει καπλάνι;», κάνω γω την ανήξερη.

– «Ένα ζώο, σαν τίγρη, που έχει η κυρία Δέσποινα στη βιτρίνα».

– «Πρώτη φορά μου ακούω, να βάζουνε τα ζώα στη βιτρίνα», του κάνω εγώ. Ο γαλονάς έσκασε στα γέλια, κι ύστερα σοβάρεψε πολύ πολύ και ρωτάει:

– «Για την Ισπανία δε σας είπε;».

– «Ποια είναι αυτή η κυρία;», απαντάω εγώ. Πάλι έσκασε στα γέλια ο γαλονάς, πάλι ξανασοβάρεψε και πάλι ξαναρωτάει:

– «Εσύ τον βασιλιά μας και τον καινούριο μας κυβερνήτη τους αγαπάς;».

– «Αχ, να 'μουνα βασίλισσα!» κάνω εγώ. Και τότες ένας άλλος χωροφύλακας λέει:

– «Βλαμμένο είναι». Το 'πε σιγά, μα εμένα τ' αυτί μου στητό ήταν. «Λες αλήθεια;» ρωτάει τέλος ο γαλονάς.

«Μάλιστα, συνταγματάρχα μου» του κάνω.

– Μυρτώωωωωωω! Μέλιααααα! Ακόμα αυτά τα πόδια πλένετε;

Μας φώναξε ο μπαμπάς.

– Ερχόμαστε, τσιρίζουμε να μας ακούσει και φεύγουμε μ' άπλυτα τα πόδια.

Δεν είναι, βέβαια, και πολύ βρώμικα τα πόδια μας γιατί όλο το απόγευμα καθόμασταν στη βεράντα.

Μόλις πέσαμε στα κρεβάτια μας, ανέβηκε η μαμά στην κάμαρά μας να μας καληνυχτίσει.

– Μαμά, άρχισα εγώ, μα σταμάτησα.

Αχ, να ήτανε μια μαμά παχουλή παχουλή κι όχι τόσο μικρούλα, με πόδι σχεδόν σαν της Μυρτώς... Πόσα πράγματα, κι εγώ κι η Μυρτώ, θα 'χαμε να τη ρωτήσουμε! Θα μας έλεγε, ίσως τι είναι αυτό το κάτι άλλο, που είπε η Σταματίνα, πως είναι ο Νίκος. Αν έκανε καλά η Άρτεμη, που είπε τόσα ψέματα κι αν δεν πειράζει, να λες ψέματα στους χωροφύλακες· η δε λογαριάζεται ψέμα, σα μας ρωτάνε για το Νίκο και μείς λέμε άλλα αντ' άλλων).

– Τι θέλεις να μου πεις; ρώτησε η μαμά κι έσκυψε να μ' αγκαλιάσει.

– Τι είναι πιο καλά: να 'ναι κανείς παιδί η μεγάλος;

– Δεν ξέρω. Εμένα μ' άρεσε, σαν ήμουνα παιδί.

– Είχες μυστικά από τους μεγάλους;

– Βέβαια και είχα.

Αχ , να μην είναι τώρα παιδί η μαμά. Θα μπορούσε να παίζει μαζί μας και θα 'ξερε για το Μύλο με το Μισό Φτερό!

Κι οι τέσσερις μαζί ήτανε δύσκολο να πηγαίνουμε στο Νίκο. Έπρεπε να μη μας πάρει είδηση η Πιπίτσα και τα δυό μικρά: ο Οδυσσέας και η Αυγή. Έτσι, αποφασίσαμε να πηγαίνουμε δυό δυό. Μια φορά η Άρτεμη με τη Μυρτώ και μια εγώ με το Νώλη. Ήτανε η δική μας σειρά να πάμε. Χαιρόμασταν, γιατί κρατούσαμε ένα γράμμα, που το 'φερε ο κυρ Αντώνης από τη χώρα κι ο Νίκος κάθε φορά που πηγαίναμε, ρωτούσε:

– Μήπως φέρατε κανένα γράμμα;

Είχαμε ανέβει πιά το μικρό βουναλάκι, ήμασταν στην κορυφή κι ετοιμαζόμασταν να πάρουμε την κατηφοριά για να βγούμε στη μικρή λαγκαδιά, όταν ακούσαμε φωνές κι είδαμε, λίγο πιο κάτω δυό χωροφύλακες, που σπρώχνανε μπροστά μας έναν άνθρωπο και τον χτυπούσανε, μια στο κεφάλι και μια στις πλάτες. Εμείς ξαπλώσαμε τρομαγμένοι μέσα στα θάμνα και κοιτάζαμε. Μας φάνηκε πως πηγαίνανε προς το Μύλο με το Μισό Φτερό. Ο άνθρωπος ξεφώνιζε κι οι χωροφύλακες δώστου τον χτυπούσανε πιο πολύ. Μια στιγμή το πρόσωπό του γέμισε αίματα κι εγώ έκλεισα τα μάτια να μη βλέπω. Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα δει να τρέχει τόσο αίμα.

Περιμέναμε αρκετή ώρα, ώσπου σιγουρευτήκαμε πως δεν πάνε προς το Μύλο, κι όταν πιά ακούγονταν πολύ ξέμακρα οι κραυγές, βγήκαμε από την κρυψώνα μας. Καθώς κατηφορίζαμε βιαστικά το βουναλάκι, έσκισα το πόδι μου σ' ένα μυτερό βράχο. Ήθελα να κλάψω, μα ντρεπόμουνα το Νώλη, που θα 'λεγε, πως τα κορίτσια όλο κλάψες είναι. Ο Νίκος, όμως, τρόμαξε άμα με είδε, γιατί εγώ δεν είχα πάρει είδηση πως είχα γεμίσει αίματα και το πόδι μου έτρεχε ασταμάτητα. Θυμήθηκα τον άνθρωπο, που είχαμε δει, που τον χτυπούσαν οι χωροφύλακες, κι άρχισα, χωρίς να το θέλω να τρέμω ολόκληρη. Ο Νίκος καθάρισε την πληγή με οινόπνευμα, που είχε σ' ένα μπουκαλάκι, μου έδεσε με το καθαρό μαντίλι μου το πόδι και με πήρε, σαν μωρό, στην αγκαλιά του. Ο Νώλης του διηγιότανε για τους χωροφύλακες και τον άνθρωπο που δέρνανε. Ο Νίκος είχε ακούσει τις φωνές και τρόμαξε μήπως πάθαμε μείς τίποτε, την ώρα που πηγαίναμε.

– Είστε πολύ μικρά παιδιά· μια σταλιά, μας λέει, κι εγώ το ξέχασα.

– Δεν είμαστε καθόλου μικροί, κάνει ο Νώλης. Κι αν φοβούνται τα κορίτσια, θα 'ρχομαι μόνος μου.

– Όχι, Νώλη, συνεχίζει ο Νίκος. Είστε παιδιά και θα 'πρεπε να παίζετε ξένοιαστα παιχνίδια. Μα να, ήρθαν έτσι τα πράγματα, που εμείς οι μεγάλοι έχουμε την ανάγκη σας.

Εγώ δε μιλούσα, γιατί είδα το μαντίλι, που μού 'δεσε ο Νίκος το πόδι, να 'χει γίνει κόκκινο κόκκινο και «φοβόμουνα πολύ το αίμα!

– Να πας με τη Σταματίνα αμέσως στη χώρα, γύρισε ο Νίκος σε μένα. Πρέπει να σου κάνουνε αντιτετανικό όρο. Εδώ γύρω είναι όλο βρωμιές.

Αλήθεια, παντού μύριζε μούχλα και σαπίλα. Ξαφνικά, όλα μου φάνηκαν τόσο άσχημα. Το μικρό καμαράκι, με το στρώμα κατάχαμα, που έμενε ο Νίκος, το μισό φτερό που σκέπαζε σχεδόν όλο το μικρό παραθυράκι του μύλου, τα κουνούπια, που μπαινόβγαιναν και τσιμπούσανε. Έβαλα τα κλάματα.

– Πήγαινέ με σπίτι, Νίκο! παρακάλεσα. Δεν μπορώ να γυρίσω μόνο με το Νώλη!

– Πονάς πολύ; ανησύχησε κείνος.

– Ναι. λέω εγώ, μα δεν· ήξερα αν πονούσα η αν φοβόμουνα τον αντιτετανικό όρο η, πιότερο, τον άνθρωπο με το σπασμένο κεφάλι, τα αίματα, που τρέχανε και τους χωροφύλακες που τον δέρνανε.

– Πήγαινέ με σπίτι, Νίκο, σε παρακαλώ!... έκλαιγα με λυγμούς.

– Πάμε, λέει τότε ο Νίκος και σηκώνεται.

Σταμάτησα αμέσως τα κλάματα. Εκείνος έπιασε να με βοηθήσει να κατεβούμε τη σκαλίτσα.

– Αν σε δει κανείς;... έκανε να πει ο Νώλης. Οι χωροφύλακες μπορεί να είναι κάπου Εδώ κοντά.

– Είπατε πως πήγανε κατά την άλλη μεριά της λαγκαδιάς. Εμείς θα περάσουμε μέσα από το δασάκι κι ας κάνουμε τόση μεγάλη βόλτα για να φτάσουμε. Άρχισε να σκοτεινιάζει και δε θα μας δει κανείς.

Θα 'θελα να μπορούσα να πω στο Νίκο να μείνει, μα φοβόμουνα. Ξεκινήσαμε.

Ο Νίκος με πήρε στα χεριά γιατί δεν μπορούσα να πατήσω το πόδι μου.

- Να τρως πιο πολύ, αστειεύτηκε. Θαρρώ, πως δε σηκώνω τίποτα. Καλά που δεν είναι η Μυρτώ στη θέση σου, γιατί θα μου κοβότανε η μέση.

Ο Νώλης προχωρούσε βουβός δίπλα μας. Είχε σκοτεινιάσει για καλά, μέσα στο δασάκι. Αν δεν ήτανε ο Νίκος, εγώ θα 'χα πεθάνει από το φόβο μου. Μόνο ν' ακούς τα ξεραμένα πευκοτσίγκανα να τρίζουνε χρίτς χράτς κάτω από τα πόδια, να βλέπεις τα κλαριά, που αργοκουνιούνται σαν χέρια γίγαντα έτοιμα να σ' αρπάξουν! Πως αλλάζουν όλα τη νύχτα! Τότες φορές έχουμε παίξει στο δασάκι και ξέρουμε κάθε του δέντρο και θάμνο, τώρα, μοιάζει σαν ξένο κι άγριο μέρος.

Κοντά, όμως, στο Νίκο ο φόβος μικραίνει και γίνεται τόσος δα, σαν μικρό καρυδάκι, που κάθεται κάπου στην καρδιά και τη σφίγγει.

Ο Νίκος κάνει αστεία, μιλάει για το καπλάνι, μας λέει τρέλες που έκανε, σαν ήτανε μικρός. Για μια στιγμή, νόμισα πως όλα ήτανε σαν πριν. Πως να, τώρα θα γυρίσουμε στο σπίτι μαζί του να φάμε για βραδινό ντοματόσουπα και φουσκωτές φουσκωτές τηγανίτες με τυρί κι εκείνος με τον παππού θα πειράζουν τη θεία Δέσποινα για τον κομήτη και τους βασιλιάδες της.

Σα φτάσαμε στην άκρη του δάσους και φάνηκε από πέρα ο πύργος μας, ο Νίκος μ' άφησε κάτω και είπε του Νώλη να με βοηθήσει. Τότε θυμήθηκα πάλι, πως όλα είχαν αλλάξει. Θα 'πρεπε τώρα να πω χίλια ψέματα στη θεία Δέσποινα, κι ύστερα, άλλα τόσα στη μαμά και τον μπαμπά, για το που ήμασταν, πως χτύπησα...

– Να πεις στη Σταματίνα να σε πάει, απόψε κιόλας, στη χώρα, λέει ο Νίκος πριν φύγει. Είναι επικίνδυνο.

Έκανε δυο βήματα κι υστέρα ξαναγύρισε και με φίλησε:

– Μη φοβάσαι, Μέλισσα, κι όλα θα περάσουνε!

«Άμα μεγαλώσεις, μου έλεγε ο Νίκος, να σε φωνάζουν Μέλισσα. Μέλια δε θα πει τίποτα». Μήπως μεγάλωσα λοιπόν;

Ο Νώλης με βοήθησε να περπατήσω, μα δεν έβγαζε μιλιά.

– Τι θα πούμε, που αργήσαμε; τον ρωτώ. Που θα πούμε πως χτύπησα;

Εκείνος μήτε λέξη.

– Γιατί δε μιλάς, Νώλη;

– Γιατί είσαι φοβητσιάρα. Γιατί μπορεί, στο γυρισμό, να πέσει πάνω στους χωροφύλακες ο Νίκος και να τον χτυπήσουν, όπως εκείνον τον άνθρωπο. Μπορεί και να τον σκοτώσουν.

– Μέλιαααα! Μέλιαααα!

Οι φωνές της Σταματίνας, του παππού, της θείας Δέσποινας.

– Εδώ είμαστε! φωνάζει ο Νώλης.

Πρώτοι τρέξανε η Άρτεμη και η Μυρτώ. Προλάβανε να μας πούνε, πως ανησύχησαν όλοι και κείνες είπανε, πως δε μας είδανε, γιατί η Άρτεμη ήθελε να της διαβάσει η Μυρτώ ένα βιβλίο, που εγώ με το Νώλη το ξέραμε και βαρεθήκαμε να το ξανακούσουμε και φύγαμε. Εγώ έκλαιγα συνέχεια και δεν μπορούσα να μιλήσω. Ο Νώλης όμως τα είπε όλα: Πως είμαι φοβητσιάρα και πως ο Νίκος κινδυνεύει, για το χατίρι μου. Περισσότερα δεν πρόλαβε να πει, γιατί έφτασαν ο παππούς, η θεία Δέσποινα κι η Σταματίνα.

Ο Νώλης δεν μπορεί να πει ψέματα, ούτε σαν είναι για το Νίκο. Εγώ έκλαιγα. Έτσι τις ψευτιές πάλι τις είπε η Άρτεμη. Τάχα, πως πήγαμε στο πέρα λιμανάκι, για πεταλίδες κι εγώ γλίστρησα σ' ένα βράχο και χτύπησα το πόδι μου, μα αργήσαμε, γιατί είναι μακριά και δεν μπορούσα να πατήσω το πόδι μου. Οι μεγάλοι αρχίσανε να μιλάνε όλοι μαζί. Η θεία Δέσποινα έλεγε: «Τις παραφήσαμε να τριγυρνάνε! Μόνο να το μάθει ο πατέρας τους!» Ο παππούς: «Παιδιά είναι και θα πέσουν και θα χτυπήσουν». Η Σταματίνα: «Ώσπου να παντρευτείς, θα σου περάσει».

Με πήρε ο παππούς αγκαλιά να με πάει στο σπίτι.

– Να πεις να σε πάνε στη χώρα, μου ψιθύρισε ο Νώλης.

Εγώ όμως το πήρα απόφαση: Δε θα πω τίποτα. Κι ας είναι να πεθάνω. Για να μη λέει ο Νώλης, πως είμαι φοβητσιάρα.

Μου πλύνανε το πόδι, βάλανε ιώδιο κι έσφιγγα τα δόντια, να μην ξεφωνίσω.

– Καλά, λέει ο παππούς, που χτύπησε η Μέλια στα βράχια, αλλιώς, θα 'πρεπε να της κάνουμε αντιτετανικό όρο.

– Γιατί κάνουν αντιτετανικό όρο; ρώτησα.

– Γιατί, άμα χτυπήσει κανείς σε μέρος βρώμικο, είναι επικίνδυνο.

– Μπορεί και να πεθάνει άμα δεν του κάνουν;

– Μη φοβάσαι, Μέλια, γέλασε ο παππούς. Εσύ χτύπησες στη θάλασσα κι η θάλασσα έχει ιώδιο και το ιώδιο είναι το καλύτερο απολυμαντικό.

Θα πέθαινα λοιπόν! Τώρα πιά ήμουνα σίγουρη. Αφού χτύπησα σε τόσες βρωμιές! Κι ίσως, άμα το μάθει, ο Νίκος να πει: «Ήτανε γενναίο κοριτσάκι η Μέλια, που δε φοβήθηκε να πεθάνει». Για να μάθει ο Νώλης... Μα αν έπαθε ο Νίκος τίποτα στο γυρισμό; Αν τον είδε κανείς από τους χωροφύλακες; Τότε τι ωφελεί που θα πεθάνω; Κι όλα αυτά, γιατί είμαι φοβητσιάρα. Τα παιδιά δε θα μ' αγαπούνε πιά και θα μ' έχουνε σαν την Πιπίτσα. Όχι, καλύτερα να πεθάνω!

Με βάλανε στο κρεβάτι κι όταν είπα στη Μυρτώ: «ΛΥ-ΠΟ», συλλογίστηκα πως δεν θα 'χει πιά κανένα να της λέει ΛΥ-ΠΟ, ΕΥ-ΠΟ και τη λυπήθηκα.

Όλη τη νύχτα είχα πυρετό... Μέσα σε μια χαράδρα περπατούσε ένας άνθρωπος... τον έδερναν οι χωροφύλακες... έτρεχαν αίματα. Ήτανε ο Νίκος! «Η Μέλισσα, η Μέλισσα φταίει» φώναζε... Ύστερα πρόβαλε το καπλάνι μ' ανοιχτό το μαύρο του μάτι κι ερχότανε καταπάνω μου... Ξεφώνισα!

– Μέλια, Μέλια, τι έχεις;

Άνοιξα τα μάτια μου και είδα τη Μυρτώ δίπλα μου. Καιγόμουνα στον πυρετό.

– Μη, της λέω, μη φωνάξεις κανένα! Θα κοιμηθώ. Κοιμήθηκα και ως το πρωί δεν είχα πεθάνει! Έπεσε μάλιστα κι ο πυρετός. Το πόδι μου δεν πονούσε σχεδόν καθόλου, μόνο που δεν μπορούσα να το πατήσω. Ο παππούς στερέωσε την αμάκα κάτω από τα πεύκα.

Η Μυρτώ κουβάλησε τρεις τόμους βιβλία.

– Ούτε εγώ θα πάω για μπάνιο, λέει. Θα σου κάνω συντροφιά.

Δεν προλάβαμε να καλοανοίξουμε τα βιβλία κι είδαμε το Νώλη να πηγαίνει τρεχάτος κατά τον πύργο μας. Τι πάει να κάνει; αναρωτήθηκα. Σε λίγο ξαναβγήκε μαζί με τη Σταματίνα κι ήρθαν κοντά μας. Εκείνη έβαλε το χέρι της στο μέτωπό μου και με ρώτησε ανήσυχα:

– Πως είσαι, πουλάκι μου; Ύστερα αγρίεψε:

– Γιατί δεν είπες να σε πάμε στη χώρα; Ξέρεις πως μπορούσες να πεθάνεις; Αχ , αυτή η βρωμοδικτατορία, που έκανε να μπλέξετε σε τέτοιες ιστορίες, μικρά παιδιά!

– Θα πέθαινε η Μέλια; τρόμαξε η Μυρτώ.

Ο Νώλης τότε είπε πως έφταιγε εκείνος, που με είχε πει φοβητσιάρα. Άνοιξε τη χούφτα του και μας έδειξε μια πολύχρωμη αχιβάδα. Ήτανε ροζωπή, με χρυσές και πράσινες ραβδωτές γραμμές. Τόσο όμορφη αχιβάδα δεν ξανάδα ποτέ!

– Σου τη χαρίζω, λέει ο Νώλης και μου τη δίνει.

Τι καλά που δεν πέθανα! Όλοι με χαϊδεύουνε, μου χαρίζουνε πράματα! Καλό είναι, καμιά φορά, να κοντεύεις να πεθάνεις, μόνο να μην πεθαίνεις στ' αλήθεια... Ξαφνικά πετάχτηκα.

– Ο Νίκος; ρώτησα το Νώλη.

– Είναι καλά, χαμογελάει εκείνος. Και σου εύχεται περαστικά.

Θα πει, πως ο Νώλης γύρισε χτες το βράδυ στο Μύλο με το Μισό Φτερό, να δει μην είχε συμβεί τίποτα στο Νίκο. Και δε φοβήθηκε! Ολομόναχος, μέσα στη νύχτα!

Στο Νίκο δεν ξαναπήγα. Στην αρχή, γιατί πονούσε το πόδι μου κι ύστερα, γιατί σε λίγο εκείνος έφυγε από το Λαμαγάρι. Πήγε «κάπου» στη χώρα, όπως έλεγε η Σταματίνα.

Κάθε μέρα τριγύριζαν στο Λαμαγάρι χωροφύλακες, μια μέρα μάλιστα ήρθαν και στον Πύργο μας κι έψαχναν, ως και στο κουτί που βάζουμε το αλάτι ακόμα. Τον έναν απ' αυτούς τον ήξερε η Σταματίνα. Ήτανε χοντρός χοντρός και τον λέγανε κυρ Παντελή! Σαν βγήκαν οι άλλοι δυο, που ήτανε μαζί του, ο κυρ Παντελής έμεινε λιγάκι στην κουζίνα, να τον κεράσει καφέ η Σταματίνα.

– Δε ντρέπεσαι, μωρέ, του λέει εκείνη, να ψάχνεις τα ξένα σπίτια;

– Σάμπως το θέλω κι εγώ, της απάντησε. Μας υποχρεώνουνε. Αύριο, είπανε να πάρουμε και τα παιδιά από πίσω, να δούμε τι παίζουνε και που πηγαίνουνε.

Ο Νίκος ήτανε να φύγει για τη χώρα σε λίγες μέρες. Εμείς θα φυλάγαμε τσίλιες, ώσπου να τον παραλάβει ο κυρ Αντώνης με τη βάρκα από ένα απόμερο λιμανάκι. Έπρεπε να τον φευγατίσει μέρα, γιατί τη νύχτα, μπορούσε να τους κάνει έλεγχο η μπενζίνα του λιμεναρχείου, μήπως ψαρεύουνε με δυναμίτη.

Σαν έμαθε όμως τα νέα ο κυρ Αντώνης είπε, πως δε σηκώνει αναβολή κι ο Νίκος πρέπει να φύγει αύριο κιόλας για τη Χώρα. Κι η Άρτεμη σκέφτηκε πως να ξεγελάσουμε τους χωροφύλακες: να κάνουμε, τάχατες, πως προσέχουμε μη μας δούνε και να πάμε προς το γκρεμισμένο κάστρο, που ήτανε στην αντίθετη μεριά από κει που θα περνούσε το Νίκο με τη βάρκα ο κυρ Αντώνης.

Στο γκρεμισμένο κάστρο δεν παίζαμε και πολύ συχνά, γιατί είναι μακριά από τη θάλασσα κι ύστερα φοβόμασταν και λιγάκι, γιατί όλοι λέγανε πως έβγαιναν φαντάσματα. Ξεκινήσαμε καταμεσήμερο, ντάλα ο ήλιος, και σαν βεβαιωθήκαμε πως ο κυρ Παντελής κι ένας άλλος χωροφύλακας έρχονταν από πίσω μας, βαδίσαμε κατά το κάστρο. Εξήντα οχτώ πέτρινα σκαλιά πρέπει ν' ανεβεί κανείς, για να φτάσει στο κάστρο.

– Έεεεεε, παιδιά! Για που το βάλατε; φώναξε ο κυρ Παντελής, από τα μισά της σκάλας. Κάθισε ξεφυσώντας σ' ένα σκαλί.

– Και που πάτε την καλαθούναααααα; ξαναφώναξε ο κυρ Παντελής.

Είχαμε πάρει μαζί το καλάθι, που βάζαμε τα τρόφιμα του Νίκου και το σέρναμε έτσι, πάνω στις σκάλες, που να μπορεί όλο το Λαμαγάρι να το βλέπει.

– Πάμε δώρα στο φάντασμα του κάααααστρου! απάντησε ο Νώλης.

Ο κυρ Παντελής κι ο άλλος χωροφύλακας κοιτάχτηκαν κι άρχισαν ξανά ν' ανεβαίνουν ξεφυσώντας. Από το κάστρο είχανε μείνει ψηλοί πέτρινοι τοίχοι και μια σκάλα που έβγαζε σε μια ταράτσα με πυργάκια και πολεμίστρες. Στη μέση της σκάλας ήταν ένα πλατύσκαλο, κι από τη μεριά του τοίχου ένα άνοιγμα, με σκουριασμένο σιδερένιο κιγκλίδωμα. Που έβγαζε, κανείς δεν ήξερε. Δυο βήματα πιο μέσα από το άνοιγμα, ερχότανε ένας κρύος αέρας και ήτανε τόσο σκοτάδι που δεν μπορούσες να δεις τη μύτη σου.

– Εδώ μέσα είναι το φάντασμά μας, λέμε στον Παντελή και του δείχνομε την ολοσκότεινη τρύπα που έχασκε.

Πρώτη έχωσε η Μυρτώ το κεφάλι της στην τρύπα.

– Πες τα ξόρκια! της λέει η Άρτεμη.

Κι η Μυρτώ άρχισε ν' απαγγέλνει:

«ΠΑ ΒΟΥ ΓΑ ΔΕ ΚΕ ΖΩ ΝΗ...»

– Τι λέει, μωρέ, αυτή! φωνάζει του κυρ Παντελή ο άλλος χωροφύλακας. Σταμάτα τη! Δίνει σύνθημα αυτουνού που είναι μέσα να φύγει.

– Αστειεύεσαι, κυρ χωροφύλακα; κάνει η Άρτεμη. Αυτά είναι ξόρκια για καλόπιασμα. Το φάντασμα δε φεύγει ποτέ από τον Πύργο!

– Πάμε να ψάξουμε, λέει πάλι εκείνος στον κυρ Παντελή.

Ο κυρ Παντελής δε φαινότανε να 'χει και μεγάλη όρεξη να χωθεί στην τρύπα. Ο άλλος όμως είχε κιόλας χαθεί μέσα. Ο κυρ Παντελής έκανε ν' ανάψει ένα σπίρτο.

– Άδικα τ' ανάβεις, του λέει ο Νώλης, θα το σβήσει ο αέρας από την τρύπα. Το φάντασμα δεν αγαπάει το φως!

– Παντελήηηηη. Έρχεσαι; ακούστηκε από τα βάθη η φωνή του χωροφύλακα.

– Ακολουθώ, φωνάζει ο κυρ Παντελής.

Έκανε το σταυρό του και χώθηκε κι αυτός μέσα.

Εμείς ανεβήκαμε γρήγορα γρήγορα τη σκάλα και βγήκαμε στην ταράτσα.

Κάτω, πέρα μακριά, απλωνόταν η θάλασσα. Μια βαρκούλα με κάτασπρο πανί αρμένιζε κιόλας. Είχε κι ένα κόκκινο πανί για την «Κρυσταλλία» ο κυρ Αντώνης, μα μείς τα 'χαμε συμφωνήσει, αν όλα πάνε καλά, να σηκώσει το άσπρο. Κι ο κυρ Αντώνης δε λάθεψε σαν το Θησέα. Σε λίγο από κάτω ακούσαμε δυνατά φτερνίσματα.

Ήτανε ο κυρ Παντελής κι ο χωροφύλακας που είχανε βγει από την τρύπα. Ακούσαμε τις αρβύλες τους στο πλακόστρωτο της αυλής να βροντάνε γκράπ γκράπ. Σκύψαμε από μια πολεμίστρα και κρυφοκοιτάζαμε. Ο κυρ Παντελής είχε βγάλει ένα τεράστιο καρό κόκκινο μαντίλι και φύσαγε τη μύτη του.

– Φάντασμα δε βρήκαμε, μα ο Παντελής την άρπαξε την πούντα! τον ακούμε που λέει.

Ωραιότερο παιχνίδι δεν είχαμε παίξει κανένα καλοκαίρι! Αυτό ήτανε και το τελευταίο παιχνίδι μας στο Λαμαγάρι. Ώσπου να φύγουμε για τη χώρα, για να πάμε σχολείο, περάσαμε πολύ βαρετά. Χωρίς το Νίκο, χωρίς το καπλάνι, χωρίς ούτε ένα μυστικό! Κι ως την ώρα που μπήκαμε στην «Κρυσταλλία», για να γυρίσουμε στη χώρα, δεν έγινε τίποτε το σπουδαίο, έκτος που πήρε η θάλασσα το καπέλο με τα κερασάκια της Άρτεμης και τα κύματα το πήγανε τόσο βαθιά, που δεν μπορέσαμε να το πιάσουμε. Το κοιτάζαμε μονάχα από μακριά, που έπλεε σαν μια μεγάλη τσούχτρα.

Το Νώλη και την Άρτεμη θα τους βλέπαμε όλο το χειμώνα, γιατί ο παππούς θα έκανε μέρα παραμέρα μάθημα στο Νώλη, που έτσι θα μπορούσε να δίνει κάθε χρόνο εξετάσεις ως «διδαχθείς κατ' οίκον». Θα 'τανε, βέβαια, δύσκολο να πηγαινοέρχεται με τις βροχές και τα κρύα, μα ο Νώλης δε φοβάται τίποτα κι άμα μεγαλώσει, θα γίνει σαν το Νίκο. Αυτό το ξέρουμε μόνο εγώ κι ο Νώλης. Από τότε που χτύπησα το πόδι μου γίναμε πολύ φίλοι με το Νώλη. Μου λέει όλα του τα μυστικά. Τον κάλεσαν κι αυτόν στη χωροφυλακή μια μέρα και τον ρωτούσανε για το Νίκο. Εκεί του είπαν τι είναι αυτό το «κάτι άλλο», που έλεγε η Σταματίνα πως είναι ο Νίκος.

– Ε, αφού είναι ο Νίκος επαναστάτης, έτσι του είπαν οι χωροφύλακες, θα γίνω κι εγώ το ίδιο, άμα μεγαλώσω, μου είπε ο Νώλης και μ' έβαλε να ορκιστώ, πως δε θα το πω σε κανέναν, ούτε στη Μυρτώ.

Η αλήθεια είναι πως πολύ στεναχωρέθηκα, που δεν μπορούσα να το πω στη Μυρτώ. Ήτανε η πρώτη φορά στη ζωή μου που είχα μυστικά από κείνη.

Είναι πολύ ωραίο να 'χεις μυστικά από τους μεγάλους που να τα ξέρουν μονάχα τα παιδιά. Αλλά να ξέρεις κάτι Εσύ μόνο και να 'χεις δώσει το λόγο σου, πώς δε θα πεις ούτε στην αδελφή σου, δε μ' αρέσει καθόλου αυτό! Όταν πέφταμε στα κρεβάτια μας, πριν μας πάρει o ύπνος και πριν πούμε ΛΥ-ΠΟ, ΕΥ-ΠΟ, φοβόμουνα, πάντα μήπως, χωρίς να το θέλω, μού ξεφύγει και φα νερώσω το μυστικό στη Μυρτώ. Γι' αυτό, για να ξαλαφρώσω λίγο, έκανα σαν τον κουρέα του Μίδα, Έσκαψα ένα λακκουβάκι στην άμμο και φώναξα εκεί μέσα τρεις φορές. «O Νώλης θα γίνει επαναστάτης». Ύστερα, σκέπασα καλά καλά το λακκουβάκι με βρεγμένη άμμο και το πατίκωσα με τα πόδια μου.

Εκείνη τη νύχτα, όμως, δεν μπόρεσα να κοιμηθώ από το φόβο μου. Έλεγα, μη φυτρώσει καμιά καλαμιά και μουρμουρίζουν το μυστικό μου τα καλάμια. Το άλλο πρωί πετάχτηκα άπλυτη ακόμα στην αμμουδιά κι ησύχασα, σαν είδα την άμμο γυμνή, όπως πάντα. Η θεία Δέσποινα με είδε που γύριζα και με κατσάδιασε.

– Δεν ντρέπεσαι να παίρνεις, άνιφτη ακόμα, τα σοκάκια!

– Αλήθεια, που ήσουνα; ρώτησε ύστερα η Μυρτώ.

– Είπα ένα μυστικό, σ' ένα λακκουβάκι στην άμμο κι ήθελα να δω, αν φύτρωσε καλάμια.

– Θα κλείσεις τα οχτώ λέει εκείνη, κι όλο μωρουδίστικα πράγματα κάνεις.

– Γιατί μωρουδίστικα; θύμωσα εγώ. Ο κουρέας του Μίδα έτσι δεν έκανε;

– Αυτά είναι παραμύθια.

– Όχι, δεν είναι!

Ύστερα από μερικές μέρες, με ρώτησε ένα βράδυ η Μυρτώ:

– Τί μυστικό είπες στο λακκουβάκι; Εγώ έκανα την κοιμισμένη, μα ήμουνα ΛΥ-ΠΟ, ΛΥ-ΠΟ, που είχα μυστικά από κείνη.

Έκτος από το Νώλη, θα 'ρχότανε κι η Άρτεμη πότε πότε το χειμώνα στη χώρα, να της μαθαίνει ράψιμο η θεία Δέσποινα. Έτσι έλεγε. Δεν ξέρω αν της άρεσε να ράβει. Θαρρώ, πως ζήλεψε, σαν άκουσε πως θα 'ρχεται ο Νώλης. Έτσι, ο χειμώνας που θα 'ρχότανε δε θα 'τανε καθόλου βαρετός. Θα πηγαίναμε σχολείο, θα 'χαμε καινούριες φιλενάδες, θα βλέπαμε το Νώλη και την Άρτεμη κι ίσως άρχιζε καμιά παράξενη ιστορία με το Νίκο και το καπλάνι.

Παρ' όλα αυτά, ένιωσα την καρδιά μου να σφίγγεται, καθώς ξεμακραίναμε με την «Κρυσταλλία» και το Λαμαγάρι άρχισε να χάνεται από τα μάτια μας. Στάθηκα όρθια κοντά στο κατάρτι και το αποχαιρετούσα, λέγοντας από μέσα μου:

– Γειά σου, γειά σου, καλό μου Λαμαγάρι. Ομορφότερο μέρος του κόσμου! Καλύτερο σ' όλη τη γη!

Σηκώθηκε κι η Μυρτώ και ήρθε δίπλα μου. Πριν χαθεί και η τελευταία μύτη του Λαμαγαριού, κάναμε χωνί τα χέρια και φωνάξαμε μ' όλη μας τη δύναμη:

– Καλή αντάμωση, Λαμαγάρι!

– Λαμαγάριιιιι! απάντησε η ηχώ.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

6.2 Τα πανιά του Θησέα... The|sails|of|Theseus 6.2 The sails of Theseus...

Αν το παραμύθι του Πινόκκιο ήτανε αληθινό, η μύτη της Άρτεμης θα 'πρεπε να 'χει γίνει τρία μέτρα μακριά. If|the|fairy tale|of|Pinocchio|were|true|the|nose|of|Artemis|would|should|to|had|become|three|meters|away If the story of Pinocchio were true, Artemis's nose would have to be three meters long. Τόσα πολλά ψέματα είπε. so many|many|lies|he/she said She told so many lies. Μα, φαίνεται, πρέπει να υπάρχουνε ψέματα καλά και κακά - κι από τα καλά, η μύτη δεν πρέπει να μακραίνει. But|it seems|must|to|exist|lies|good|and|bad|and|from|the|good|the|nose|not|must|to|lengthen But, it seems, there must be good and bad lies - and from the good ones, the nose should not grow. Είχανε περάσει τρεις μέρες, που ο Νίκος κρυβότανε στο Μύλο με το Μισό Φτερό. They had|passed|three|days|since|the|Nikos|was hiding|in the|Mill|with|the|Half|Feather Three days had passed since Nikos was hiding in the Mill with the Half Feather. Εμάς είχε αρχίσει η απελπισία μας και τι απελπισία. us|had|begun|the|despair|our|and|what|despair Umutsuzluğumuz başlamıştı ve ne umutsuzluk. Despair had begun to set in for us, and what despair it was. Εκτός που δεν μπορούσαμε να πάμε στο Νίκο είχε και κάτι νεύρα ο μπαμπάς!... Besides|that|not|we could|to|go|to|Niko|had|and|some|nerves|the|dad Besides not being able to go to Nikos, Dad was also in a bad mood!...

Αυτή, λέει η Ιστορία, με το καπλάνι, που πάει κι έρχεται στην Ισπανία, μπορεί να 'χει επακόλουθα. She|says|the|History|with|the|tiger|who|goes|and|comes|to the|Spain|may|to|have| This, says the Story, with the tiger, which goes back and forth to Spain, may have consequences. Έτσι του είπε ο Αμστραντάμ Πικιπικιράμ. Thus|to him|said|the|Amsterdam|Pikipikiram So said Amsterdam Pikipikiram. Παρήγγειλε μάλιστα με τον μπαμπά στη θεία Δέσποινα, πως δε θα 'τανε άσχημο ν 'ανοίγανε την κοιλιά του καπλανιού, μήπως κρυβότανε τίποτα μέσα στ' άχυρα, που το είχαν παραγεμισμένο. He ordered|indeed|with|the|dad|to|aunt|Despoina|that|not|||bad|||the|belly|of him|of the carpenter|in case|was hiding|anything|inside|in the|straw|which|it|had|overstuffed He even ordered with dad to aunt Despina, that it wouldn't be bad to open the belly of the caplan, in case something was hidden in the straw, which they had stuffed.

Ακούς ν' ανοίξουν την κοιλιά του καπλανιού! You hear|to|open|the|belly|of the|captain You hear them opening the belly of the caplan!

– Φοβάμαι, λέει ο μπαμπάς, πως θα στείλουν μήνυμα στην Αθήνα κι ο Νίκος θα 'χει κακά ξεμπερδέματα. I fear|says|the|dad|that|will|send|message|to|Athens|and|the|Nikos|||bad|entanglements - I'm afraid, says dad, that they will send a message to Athens and Nikos will have bad troubles.

Και που να 'ξερε!... And|where|to|knew Ve kim bilebilirdi ki!... And who would have known!...

Ύστερα, ήρθαν επίσκεψη η Πιπίτσα με τη μαμά της και τον μπαμπά της. Later|they came|visit|the|Pipitsa|with|the|mom|her|and|the|dad|her Then, Pipitsa came to visit with her mom and dad. Εμάς μας είναι πολύ δύσκολο να μιλούμε με το μεγάλο μπελά, από τότε που πρόδωσε, κι ας λέει ο Νίκος πως δε φταίει αυτή. us|us|is|very|difficult|to|speak|with|the|big|trouble|since|then|when|betrayed|and|even if|says|the|Nikos|that|not|is to blame|she It's very difficult for us to talk with the big trouble, ever since she betrayed us, even though Nikos says it's not her fault.

Μια στιγμή, εκεί που βαριόμασταν να την ακούμε να λέει για τον μπαμπά της, για το προξενείο και για κάποιον Χίτλερ, πήρε το μάτι μας την Άρτεμη, που πέρασε τρεχάτη κάτω από τη βεράντα. One|moment|there|where|we were bored|to|her|we hear|to|says|about|the|dad|her|about|the|consulate|and|about|someone|Hitler|caught|the|eye|us|her|Artemis|who|passed|running|under|from|the|veranda For a moment, while we were bored listening to her talk about her dad, the consulate, and some Hitler, we caught sight of Artemis, who rushed by under the veranda. Η Μυρτώ κρεμάστηκε ολόκληρη στο πεζούλι, για να τη φωνάξει, μα κείνη είχε πάει κιόλας μακριά. The|Myrto|hung|completely|on the|balcony|to|(particle for subjunctive)|her|call|but|she|had|gone|already|far Myrto hung completely on the railing to call her, but she had already gone far away. Σε λίγο, να την πάλι, ξαναγύρισε. In|a little while|to|her|again|returned Çok geçmeden yine oradaydı, geri döndü. After a while, there she was again, she returned. Και πάλι ξανάφυγε. And|again|left again And again she left. Κι έτσι κάμποσες φορές. And|so|several|times And so it happened several times.

– Τι έπαθε; μου ψιθυρίζει η Μυρτώ. What|happened|to me|whispers|the|Myrto - What happened? Myrto whispers to me.

– Να δεις, που κάτι θέλει να μας πει, λέω εγώ. (subjunctive particle)|see|that|something|wants|(subjunctive particle)|to us|tell|I say|I - Bak, bize söyleyecek bir şeyi var, diyorum. - You see, she wants to tell us something, I say.

Πεθαίναμε από περιέργεια. We were dying|from|curiosity We were dying of curiosity. Πως, όμως, να ξεφορτωθούμε το μεγάλο μπελά, που μας είχε κολλήσει σαν στρείδι, όπως έλεγε και η Μυρτώ. How|but|to|get rid of|the|big|trouble|that|us|had|stuck|like|oyster|as|said|and|the|Myrto But how to get rid of the big trouble that had stuck to us like an oyster, as Myrto used to say. Όταν έφυγε η Πιπίτσα με τη μαμά και τον μπαμπά της, ήτανε πιά πολύ αργά και η Άρτεμη είχε, από πολλή ώρα, χαθεί. When|left|the|Pipitsa|with|the|mom|and|the|dad|her|it was|already|very|late|and|the|Artemis|had|for|a long|time|disappeared When Pipitsa left with her mom and dad, it was already very late and Artemis had, for a long time, disappeared. Πήγαμε να πλύνουμε τα πόδια μας, στην αυλή, στην τρόμπα και, τότε, να 'σου ξεπρόβαλε η Άρτεμη. We went|to|wash|the|feet|our|in the|yard|in the|pump|and|then|to|you|appeared|the|Artemis We went to wash our feet in the yard, at the pump, and then, there she was, Artemis.

– Ξεροστάλιασα πιά να σας περιμένω, λέει. I stood waiting|anymore|to|you|wait|she says "I've been waiting for you for ages," she says. Κι άμα δε σας τα πω, θα σκάσω! And|if|not|to you|them|tell|will|burst "And if I don't tell you, I'll burst!"

Πριν προλάβουμε να τη ρωτήσουμε, άρχισε κείνη να μας διηγιέται: Πήγε με τον κυρ Αντώνη στη χώρα. Before|we could|to|her|ask|she started|she|to|us|narrate|She went|with|the|Mr|Antonis|to the|countryside Before we could ask her, she started telling us: She went with Mr. Antonis to the town. Τον καλέσανε στη χωροφυλακή, να τους πει, αν πραγματικά συνόδεψε το Νίκο στο βαπόρι. Him|they called|to the|police|to|them|tell|if|really|accompanied|the|Niko|to the|ship They called him to the police station, to tell them if he really accompanied Nikos to the ship.

– «Ναι, τον πήγα», είπε ο πατέρας, συνεχίζει η Άρτεμη. Yes|him|I took|said|the|father|continues|the|Artemis - "Yes, I took him," said the father, Artemis continues. Μα το είπε έτσι κρύα, που φοβήθηκα μη και δεν τον πιστέψουνε. But|it|said|like that|coldly|that|I was afraid|lest|and|not|him|believe But she said it so coldly that I was afraid they might not believe him. Πως μου 'ρθε κι άρχισα να λέω, χωρίς να με ρωτήσει κανένας, πως ήμουνα κι εγώ στη βάρκα κι άμα ξεκίναγε το βαπόρι, ο Νίκος είχε βγει στο κατάστρωμα και μας κουνούσε το χέρι. How|to me|it came|and|I started|to|say|without|to|me|ask|anyone|that|I was|and|I|in the|boat|and|when|started|the|ship|the|Nikos|had|gone out|on the|deck|and|us|waved|the|hand How it came to me and I started to say, without anyone asking me, that I was also on the boat and when the ship was about to leave, Nikos had come out on the deck and was waving his hand at us.

«Έεεεεε, κυρ Νίκο! Eeeeeee|Mr|Niko "Heeeeee, Mr. Nikos!" Ξέχασες τα γυαλιά σου», φώναξα εγώ. You forgot|the|glasses|your|I shouted|I "You forgot your glasses," I shouted. Κι εκείνος είπε: «Δεν πειράζει, σου τα χαρίζω». And|he|said|Not|bothers|to you|them|I give as a gift And he said: "It doesn't matter, I give them to you."

– Τι γυαλιά ξέχασε; απορήσαμε εμείς. What|glasses|did he forget|we wondered|we - What glasses did he forget? we wondered.

– Μέσα στη βάρκα, ντε. Inside|in|boat|of course - Inside the boat, of course. Τον πήγε ο πατέρας μια βόλτα, για να νομίζει κανείς, που θα τους έβλεπε, πως τραβούνε κατά το βαπόρι. Him|took|the|father|a|walk|so that|to|thinks|anyone|who|would|them|saw|that|they were heading|towards|the|steamboat His father took him for a ride, so that anyone who saw them would think they were heading towards the ship. Ξέχασε τα μαύρα του γυαλιά. He forgot|the|black|his|glasses He forgot his black glasses. Τα φόρεσα σήμερα και πήγα στην πόλη. The|I wore|today|and|I went|to the|city I wore them today and went to the city. Όχου, τι αλλιώτικος που φαίνεται ο κόσμος! Oh|how|different|that|seems|the|world Wow, how different the world looks! Μπορείς να κοιτάζεις όποιον θέλεις, χωρίς να σε προσέχει. You can|to|look at|whoever|you want|without|to|you|pays attention You can look at anyone you want, without them noticing you. Λέτε να μου τα χαρίσει ο Νίκος; Do you say|to|to me|them|will give as a gift|the|Nikos Do you think Nikos will give them to me?

– Τι άλλο σε ρώτησαν; ανυπομονούσαμε εμείς. What|else|you|asked|we were looking forward to it|we – What else did they ask you? We were eager.

– «Τι σας έλεγε για το καπλάνι ο κύριος Νίκος;» μου πέταξε άξαφνα ένας χωροφύλακας μ' ένα γαλόνι. What|to you|was saying|about|the|tiger|the|Mr|Nikos|to me|threw|suddenly|a|policeman|to me|a|stripe – "What did Mr. Nikos tell you about the kaplani?" a policeman with a badge suddenly threw at me.

– «Τι θα πει καπλάνι;», κάνω γω την ανήξερη. What|will|say|tiger|I act|I|the|ignorant – "What does kaplani mean?" I pretended to be clueless.

– «Ένα ζώο, σαν τίγρη, που έχει η κυρία Δέσποινα στη βιτρίνα». One|animal|like|tiger|that|has|the|Mrs|Despoina|in the|display case – "It's an animal, like a tiger, that Mrs. Despina has in the display window."

– «Πρώτη φορά μου ακούω, να βάζουνε τα ζώα στη βιτρίνα», του κάνω εγώ. First|time|me|I hear|to|put|the|animals|in the|showcase|to him|I say|I - "Pencereye hayvan koyduklarını ilk kez duyuyorum," diyorum ona. – "It's the first time I've heard of animals being put in the display," I say. Ο γαλονάς έσκασε στα γέλια, κι ύστερα σοβάρεψε πολύ πολύ και ρωτάει: The|policeman|burst|into|laughter|and|then|became serious|very|very|and|asks The soldier burst out laughing, and then became very serious and asked:

– «Για την Ισπανία δε σας είπε;». For|the|Spain|not|to you|he/she/it told – "Didn't he tell you about Spain?".

– «Ποια είναι αυτή η κυρία;», απαντάω εγώ. Who|is|this|the|lady|I answer|I – "Who is this lady?" I reply. Πάλι έσκασε στα γέλια ο γαλονάς, πάλι ξανασοβάρεψε και πάλι ξαναρωτάει: Again|burst|into|laughter|the|soldier|again|became serious again|and|again|asks again The policeman burst out laughing again, then became serious again and asked again:

– «Εσύ τον βασιλιά μας και τον καινούριο μας κυβερνήτη τους αγαπάς;». You|the|king|our|and|the|new|our|governor|them|love – "Do you love our king and our new governor?".

– «Αχ, να 'μουνα βασίλισσα!» κάνω εγώ. Oh|to|were|queen|I say|I – "Oh, if only I were a queen!" I said. Και τότες ένας άλλος χωροφύλακας λέει: And||one|another|policeman|says And then another gendarme said:

– «Βλαμμένο είναι». Stupid|is "It's stupid." Το 'πε σιγά, μα εμένα τ' αυτί μου στητό ήταν. It|said|quietly|but|me|the|ear|my|straight|was He said it quietly, but my ear was alert. «Λες αλήθεια;» ρωτάει τέλος ο γαλονάς. Do you tell|the truth|asks|finally|the|policeman "Are you telling the truth?" the officer finally asks.

«Μάλιστα, συνταγματάρχα μου» του κάνω. Certainly|colonel|my|to him|I say "Evet, albayım," diyorum. "Indeed, my colonel," I reply.

– Μυρτώωωωωωω! Myrtoooooo - Myrtoooooo! Μέλιααααα! Meliaaaaaaa Meliaaaaa! Ακόμα αυτά τα πόδια πλένετε; Still|those|the|feet|do you wash Are you still washing those feet?

Μας φώναξε ο μπαμπάς. Us|called|the|dad Dad called us.

– Ερχόμαστε, τσιρίζουμε να μας ακούσει και φεύγουμε μ' άπλυτα τα πόδια. We come|we scream|to|us|hear|and|we leave|with|unwashed|the|feet - We come, we scream to be heard, and we leave with dirty feet.

Δεν είναι, βέβαια, και πολύ βρώμικα τα πόδια μας γιατί όλο το απόγευμα καθόμασταν στη βεράντα. Not|are|of course|and|very|dirty|the|feet|our|because|all|the|afternoon|we were sitting|on the|veranda Of course, our feet aren't very dirty because we spent the whole afternoon sitting on the veranda.

Μόλις πέσαμε στα κρεβάτια μας, ανέβηκε η μαμά στην κάμαρά μας να μας καληνυχτίσει. As soon as|we fell|in the|beds|our|climbed|the|mom|to the|room|our|to|us|say goodnight As soon as we fell into our beds, mom came up to our room to say goodnight.

– Μαμά, άρχισα εγώ, μα σταμάτησα. Mom|I started|I|but|I stopped - Mom, I started, but I stopped.

Αχ, να ήτανε μια μαμά παχουλή παχουλή κι όχι τόσο μικρούλα, με πόδι σχεδόν σαν της Μυρτώς... Πόσα πράγματα, κι εγώ κι η Μυρτώ, θα 'χαμε να τη ρωτήσουμε! Oh|to|were|a|mom|chubby|chubby|and|not|so|little|with|leg|almost|like|of|Myrto|How many|things|and|I|and|the|Myrto|||to|her|ask Oh, if only there was a chubby, chubby mom and not so small, with a leg almost like Myrto's... How many things, both Myrto and I, would we have to ask her! Θα μας έλεγε, ίσως τι είναι αυτό το κάτι άλλο, που είπε η Σταματίνα, πως είναι ο Νίκος. will|us|would tell|maybe|what|is|this|the|something|else|that|said|the|Stamatina|how|is|the|Nikos She might tell us what that something else is that Stamatina said Nikos is. Αν έκανε καλά η Άρτεμη, που είπε τόσα ψέματα κι αν δεν πειράζει, να λες ψέματα στους χωροφύλακες· η δε λογαριάζεται ψέμα, σα μας ρωτάνε για το Νίκο και μείς λέμε άλλα αντ' άλλων). If|did|well|the|Artemis|who|said|so many|lies|and|if|not|bothers|to|you tell|lies|to the|police officers|the|not|is counted|lie|as|us|they ask|about|the|Niko|and|we|say|other|than|others If Artemis did well by telling so many lies and if it doesn't matter to lie to the police; it's not considered a lie, when they ask us about Nikos and we say something else.

– Τι θέλεις να μου πεις; ρώτησε η μαμά κι έσκυψε να μ' αγκαλιάσει. What|do you want|to|me|tell|asked|the|mom|and|bent|to|me|hug - What do you want to tell me? asked mom as she leaned down to hug me.

– Τι είναι πιο καλά: να 'ναι κανείς παιδί η μεγάλος; What|is|more|good|to|be|anyone|child|or|adult - What is better: to be a child or an adult?

– Δεν ξέρω. I do not|know - I don't know. Εμένα μ' άρεσε, σαν ήμουνα παιδί. Me|(me)|liked|when|I was|child I liked it when I was a child.

– Είχες μυστικά από τους μεγάλους; Did you have|secrets|from|the|adults - Did you have secrets from the adults?

– Βέβαια και είχα. Of course|and|I had - Of course I did.

Αχ , να μην είναι τώρα παιδί η μαμά. Oh|to|not|be|now|child|the|mom Oh, I wish mom wasn't a child now. Θα μπορούσε να παίζει μαζί μας και θα 'ξερε για το Μύλο με το Μισό Φτερό! (It) would|could|to|play|with|us|and|(It) would|know|about|the|Mill|with|the|Half|Wing She could play with us and she would know about the Mill with the Half Wing!

Κι οι τέσσερις μαζί ήτανε δύσκολο να πηγαίνουμε στο Νίκο. And|the|four|together|were|difficult|to|go|to the|Niko And the four of us together found it difficult to go to Niko. Έπρεπε να μη μας πάρει είδηση η Πιπίτσα και τα δυό μικρά: ο Οδυσσέας και η Αυγή. It was necessary|to|not|us|take|notice|the|Pipitsa|and|the|two|little ones||Odysseas|and|the|Avgi We had to make sure that Pipitsa and the two little ones, Odysseas and Avgi, didn't notice us. Έτσι, αποφασίσαμε να πηγαίνουμε δυό δυό. So|we decided|to|go|two|two So, we decided to go in pairs. Μια φορά η Άρτεμη με τη Μυρτώ και μια εγώ με το Νώλη. One|time|the|Artemis|with|the|Myrto|and|one|I|with|the|Noli One time Artemis with Myrto and another time me with Noli. Ήτανε η δική μας σειρά να πάμε. It was|the|own|our|turn|to|go It was our turn to go. Χαιρόμασταν, γιατί κρατούσαμε ένα γράμμα, που το 'φερε ο κυρ Αντώνης από τη χώρα κι ο Νίκος κάθε φορά που πηγαίναμε, ρωτούσε: We were happy|because|we were holding|a|letter|that|it|brought|the|Mr|Antonis|from|the|country|and|the|Nikos|every|time|that|we went|asked We were happy because we were holding a letter that Mr. Antonis brought from the town, and every time we went, Nikos would ask:

– Μήπως φέρατε κανένα γράμμα; Perhaps|you brought|any|letter – Did you bring any letter?

Είχαμε ανέβει πιά το μικρό βουναλάκι, ήμασταν στην κορυφή κι ετοιμαζόμασταν να πάρουμε την κατηφοριά για να βγούμε στη μικρή λαγκαδιά, όταν ακούσαμε φωνές κι είδαμε, λίγο πιο κάτω δυό χωροφύλακες, που σπρώχνανε μπροστά μας έναν άνθρωπο και τον χτυπούσανε, μια στο κεφάλι και μια στις πλάτες. We had|climbed|already|the|small|hill|we were|at the|top|and|we were getting ready|to|take|the|downhill|in order to|to|get out|in the|small|valley|when|we heard|voices|and|we saw|a little|more|down|two|gendarmes|who|were pushing|in front of|us|one|man|and|him|were hitting|once|on the|head|and|once|on the|back We had already climbed the small hill, we were at the top and were preparing to take the downhill path to reach the small valley when we heard voices and saw, a little further down, two gendarmes pushing a man in front of us and hitting him, once on the head and once on the back. Εμείς ξαπλώσαμε τρομαγμένοι μέσα στα θάμνα και κοιτάζαμε. We|lay down|frightened|inside|in the|bushes|and|we were looking We lay down terrified in the bushes and watched. Μας φάνηκε πως πηγαίνανε προς το Μύλο με το Μισό Φτερό. to us|seemed|that|they were going|towards|the|Mill|with|the|Half|Wing It seemed to us that they were going towards the Mill with the Half Wing. Ο άνθρωπος ξεφώνιζε κι οι χωροφύλακες δώστου τον χτυπούσανε πιο πολύ. The|man|was shouting|and|the|police officers|kept on|him|hitting|more|hard The man was shouting and the gendarmes kept hitting him even more. Μια στιγμή το πρόσωπό του γέμισε αίματα κι εγώ έκλεισα τα μάτια να μη βλέπω. One|moment|the|face|his|filled|with blood|and|I|closed|the|eyes|to|not|see For a moment his face was covered in blood and I closed my eyes so I wouldn't see. Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα δει να τρέχει τόσο αίμα. Never|in|life|my|not|I had|seen|to|run|so much|blood I had never seen so much blood in my life.

Περιμέναμε αρκετή ώρα, ώσπου σιγουρευτήκαμε πως δεν πάνε προς το Μύλο, κι όταν πιά ακούγονταν πολύ ξέμακρα οι κραυγές, βγήκαμε από την κρυψώνα μας. We waited|quite a|hour|until|we were sure|that|not|were going|towards|the|Mill|and|when|no longer|were heard|very|far away|the|shouts|we came out|from|the|hiding place|our We waited for quite a while until we were sure they weren't going towards the Mill, and when the screams were finally heard very far away, we came out of our hiding place. Καθώς κατηφορίζαμε βιαστικά το βουναλάκι, έσκισα το πόδι μου σ' ένα μυτερό βράχο. As|we were descending|hastily|the|small hill|I tore|the|leg|my|on|a|sharp|rock As we hurried down the little hill, I tore my leg on a sharp rock. Ήθελα να κλάψω, μα ντρεπόμουνα το Νώλη, που θα 'λεγε, πως τα κορίτσια όλο κλάψες είναι. I wanted|to|cry|but|I was ashamed|the|Noli|who|would|say|that|the|girls|always|crying|are I wanted to cry, but I was embarrassed in front of Noli, who would say that girls are always crying. Ο Νίκος, όμως, τρόμαξε άμα με είδε, γιατί εγώ δεν είχα πάρει είδηση πως είχα γεμίσει αίματα και το πόδι μου έτρεχε ασταμάτητα. The|Nikos|however|was scared|when|me|saw|because|I|not|had|taken|notice|that|I had|filled|with blood|and|the|leg|my|was running|uncontrollably However, Nikos was scared when he saw me, because I hadn't realized that I was covered in blood and my leg was bleeding non-stop. Θυμήθηκα τον άνθρωπο, που είχαμε δει, που τον χτυπούσαν οι χωροφύλακες, κι άρχισα, χωρίς να το θέλω να τρέμω ολόκληρη. I remembered|the|man|who|we had|seen|who|him|were hitting|the|police officers|and|I started|without|to||wanting|to|tremble|all over I remembered the man we had seen, who was being beaten by the police, and I started, without wanting to, to tremble all over. Ο Νίκος καθάρισε την πληγή με οινόπνευμα, που είχε σ' ένα μπουκαλάκι, μου έδεσε με το καθαρό μαντίλι μου το πόδι και με πήρε, σαν μωρό, στην αγκαλιά του. The|Nikos|cleaned|the|wound|with|alcohol|that|had|in|a|bottle|my|tied|with|the|clean|handkerchief|my|the|leg|and|me|took|like|baby|in the|arms|his Nikos cleaned the wound with alcohol that he had in a small bottle, tied my leg with my clean handkerchief, and carried me, like a baby, in his arms. Ο Νώλης του διηγιότανε για τους χωροφύλακες και τον άνθρωπο που δέρνανε. The|Nolis|his|was telling|about|the|gendarmes|and|the|man|who|they were beating Nolis was telling him about the police and the man they were beating. Ο Νίκος είχε ακούσει τις φωνές και τρόμαξε μήπως πάθαμε μείς τίποτε, την ώρα που πηγαίναμε. The|Nikos|had|heard|the|voices|and|got scared|in case|we got hurt|us|anything|the|time|when|we were going Nikos had heard the voices and was scared that something had happened to us while we were going.

– Είστε πολύ μικρά παιδιά· μια σταλιά, μας λέει, κι εγώ το ξέχασα. You are|very|small|children|a|drop|to us|says|and|I|it|forgot - You are very small children; just a drop, he tells us, and I forgot it.

– Δεν είμαστε καθόλου μικροί, κάνει ο Νώλης. Not|we are|at all|small|says|the|Nolis - We are not small at all, says Nolis. Κι αν φοβούνται τα κορίτσια, θα 'ρχομαι μόνος μου. And|if|are afraid|the|girls|will|I come|alone|my And if the girls are scared, I will come alone.

– Όχι, Νώλη, συνεχίζει ο Νίκος. No|Noli|continues|the|Nikos - No, Nolis, Nikos continues. Είστε παιδιά και θα 'πρεπε να παίζετε ξένοιαστα παιχνίδια. You are|children|and|should|ought to|to|play|carefree|games You are children and you should be playing carefree games. Μα να, ήρθαν έτσι τα πράγματα, που εμείς οι μεγάλοι έχουμε την ανάγκη σας. But|look|things came|like this|the|things|that|we|the|adults|have|the|need|your But look, things have turned out in such a way that we adults need you.

Εγώ δε μιλούσα, γιατί είδα το μαντίλι, που μού 'δεσε ο Νίκος το πόδι, να 'χει γίνει κόκκινο κόκκινο και «φοβόμουνα πολύ το αίμα! I|not|was speaking|because|I saw|the|bandage|that|to me|tied|the|Nikos|the|leg|to|had|become|red|red|and|I was afraid|very|the|blood I didn't speak because I saw the handkerchief that Nikos had tied around my leg had turned bright red and I was very afraid of the blood!

– Να πας με τη Σταματίνα αμέσως στη χώρα, γύρισε ο Νίκος σε μένα. to|go|with|the|Stamatina|immediately|to the|country|returned|the|Nikos|to|me - Niko bana dönerek, "Sen ve Stamatina hemen taşraya gitmelisiniz" dedi. - You should go with Stamatina immediately to the town, Nikos turned to me. Πρέπει να σου κάνουνε αντιτετανικό όρο. You must|(particle for subjunctive)|to you|they give|antitetanus|injection You need to get a tetanus shot. Εδώ γύρω είναι όλο βρωμιές. Here|around|is|all|dirt It's all dirt around here.

Αλήθεια, παντού μύριζε μούχλα και σαπίλα. Truly|everywhere|smelled|mold|and|rot Honestly, it smelled like mold and rot everywhere. Ξαφνικά, όλα μου φάνηκαν τόσο άσχημα. Suddenly|everything|to me|seemed|so|bad Suddenly, everything seemed so ugly to me. Το μικρό καμαράκι, με το στρώμα κατάχαμα, που έμενε ο Νίκος, το μισό φτερό που σκέπαζε σχεδόν όλο το μικρό παραθυράκι του μύλου, τα κουνούπια, που μπαινόβγαιναν και τσιμπούσανε. The|small|room|with|the|mattress|on the floor|where|lived|the|Nikos|the|half|wing|that|covered|almost|all|the|small|window|of|mill|the|mosquitoes|that|came in and out|and|bit The small room, with the mattress on the floor, where Nikos stayed, the half feather that covered almost the entire small window of the mill, the mosquitoes that came in and out and bit. Έβαλα τα κλάματα. I started|the|crying I started to cry.

– Πήγαινέ με σπίτι, Νίκο! Take me|home|to|Nikos - Take me home, Nikos! παρακάλεσα. I begged I begged. Δεν μπορώ να γυρίσω μόνο με το Νώλη! I do not|can|to|return|only|with|the|Noli I can't go back just with Noli!

– Πονάς πολύ; ανησύχησε κείνος. Do you hurt|a lot|he worried|that one - Are you in a lot of pain? he worried.

– Ναι. Yes - Yes. λέω εγώ, μα δεν· ήξερα αν πονούσα η αν φοβόμουνα τον αντιτετανικό όρο η, πιότερο, τον άνθρωπο με το σπασμένο κεφάλι, τα αίματα, που τρέχανε και τους χωροφύλακες που τον δέρνανε. I say|I|but|not|I knew|if|I was in pain|or|if|I was afraid|the|anti-tetanus|term|or|more|the|man|with|the|broken|head|the|blood|that|were running|and|the|gendarmes|who|him|were beating I say, but I didn't know if I was in pain or if I was afraid of the anti-titanic term or, more, of the man with the broken head, the blood that was running, and the police officers who were beating him.

– Πήγαινέ με σπίτι, Νίκο, σε παρακαλώ!... Take me|home|to|Nikos|to|please – Take me home, Nikos, please!... έκλαιγα με λυγμούς. I was crying|with|sobs I was crying uncontrollably.

– Πάμε, λέει τότε ο Νίκος και σηκώνεται. Let's go|says|then|the|Nikos|and|stands up – Let's go, says Nikos then and gets up.

Σταμάτησα αμέσως τα κλάματα. I stopped|immediately|the|crying I immediately stopped crying. Εκείνος έπιασε να με βοηθήσει να κατεβούμε τη σκαλίτσα. He|started|to|me|help|to|go down|the|little stairs He started to help me down the little stairs.

– Αν σε δει κανείς;... έκανε να πει ο Νώλης. If|you|sees|anyone|he made|to|say|the|Nolis "What if someone sees you?..." Nolis was about to say. Οι χωροφύλακες μπορεί να είναι κάπου Εδώ κοντά. The|gendarmes|may|to|be|somewhere|Here|nearby The gendarmes might be somewhere nearby.

– Είπατε πως πήγανε κατά την άλλη μεριά της λαγκαδιάς. You said|that|they went|towards|the|other|side|of the|valley "You said they went to the other side of the ravine." Εμείς θα περάσουμε μέσα από το δασάκι κι ας κάνουμε τόση μεγάλη βόλτα για να φτάσουμε. We|will|pass|through|from|the|small forest|and|let's|make|such|long|detour|to|(particle for subjunctive)|arrive We will pass through the little forest even if we have to take such a long detour to get there. Άρχισε να σκοτεινιάζει και δε θα μας δει κανείς. It started|to|get dark|and|not|will|us|see|anyone It started to get dark and no one will see us.

Θα 'θελα να μπορούσα να πω στο Νίκο να μείνει, μα φοβόμουνα. I would|like|to|could|to|tell|to|Niko|to|stay|but|I was afraid I wish I could tell Nikos to stay, but I was afraid. Ξεκινήσαμε. We started We started.

Ο Νίκος με πήρε στα χεριά γιατί δεν μπορούσα να πατήσω το πόδι μου. The|Nikos|me|carried|in his|arms|because|not|could|to|step on|the|foot|my Nikos picked me up because I couldn't put weight on my foot.

- Να τρως πιο πολύ, αστειεύτηκε. You should|eat|more|much|joked - You should eat more, he joked. Θαρρώ, πως δε σηκώνω τίποτα. I think|that|not|I can lift|anything I think I can't lift anything. Καλά που δεν είναι η Μυρτώ στη θέση σου, γιατί θα μου κοβότανε η μέση. Good|that|not|is|the|Myrto|in|position|your|because|would|to me|would be cut|the|waist Good thing Myrto isn't in your place, because my back would have given out.

Ο Νώλης προχωρούσε βουβός δίπλα μας. The|Nolis|walked|silently|next|to us Nolis was walking silently next to us. Είχε σκοτεινιάσει για καλά, μέσα στο δασάκι. It had|darkened|for|good|inside|in the|little forest It had gotten really dark in the little forest. Αν δεν ήτανε ο Νίκος, εγώ θα 'χα πεθάνει από το φόβο μου. If|not|were|the|Nikos|I|||died|from|the|fear|my If it weren't for Nikos, I would have died from fear. Μόνο ν' ακούς τα ξεραμένα πευκοτσίγκανα να τρίζουνε χρίτς χράτς κάτω από τα πόδια, να βλέπεις τα κλαριά, που αργοκουνιούνται σαν χέρια γίγαντα έτοιμα να σ' αρπάξουν! Only|to|hear|the|dried|pine cones|to|creak|crunch|scratch|under|from|the|feet|to|see|the|branches|that|slowly move|like|hands|giant|ready|to|you|grab Just hearing the dried pine needles crunching underfoot, seeing the branches slowly moving like the hands of a giant ready to grab you! Πως αλλάζουν όλα τη νύχτα! How|change|everything|the|night How everything changes at night! Τότες φορές έχουμε παίξει στο δασάκι και ξέρουμε κάθε του δέντρο και θάμνο, τώρα, μοιάζει σαν ξένο κι άγριο μέρος. Then|times|we have|played|in the|little forest|and|we know|every|its|tree|and|bush|now|it seems|like|foreign|and|wild|place In the past, we have played in the little forest and we know every tree and bush there, now it seems like a foreign and wild place.

Κοντά, όμως, στο Νίκο ο φόβος μικραίνει και γίνεται τόσος δα, σαν μικρό καρυδάκι, που κάθεται κάπου στην καρδιά και τη σφίγγει. Close|but|to|Niko|the|fear|shrinks|and|becomes|so|tiny|like|small|walnut|that|sits|somewhere|in the|heart|and|it|tightens However, close to Nikos, fear shrinks and becomes just a little thing, like a small walnut, that sits somewhere in the heart and tightens it.

Ο Νίκος κάνει αστεία, μιλάει για το καπλάνι, μας λέει τρέλες που έκανε, σαν ήτανε μικρός. The|Nikos|makes|jokes|talks|about|the|Kaplani|us|tells|crazy things|that|he did|when|he was|little Nikos makes jokes, talks about the wildcat, tells us crazy things he did when he was little. Για μια στιγμή, νόμισα πως όλα ήτανε σαν πριν. For|a|moment|I thought|that|everything|were|like|before For a moment, I thought everything was like before. Πως να, τώρα θα γυρίσουμε στο σπίτι μαζί του να φάμε για βραδινό ντοματόσουπα και φουσκωτές φουσκωτές τηγανίτες με τυρί κι εκείνος με τον παππού θα πειράζουν τη θεία Δέσποινα για τον κομήτη και τους βασιλιάδες της. How|to|now|will|we return|home|house|together|with him|to|eat|for|dinner|tomato soup|and|fluffy||pancakes|with|cheese|and|he|with|the|grandfather|will|tease|the|aunt|Despina|about|the|comet|and|the|kings|of That now we would go home together to eat tomato soup and fluffy pancakes with cheese for dinner, and he and grandpa would tease aunt Despina about the comet and the kings.

Σα φτάσαμε στην άκρη του δάσους και φάνηκε από πέρα ο πύργος μας, ο Νίκος μ' άφησε κάτω και είπε του Νώλη να με βοηθήσει. When|we arrived|at the|edge|of the|forest|and|appeared|from|afar|the|tower|our|the|Nikos|me|left|down|and|said|to|Noli|to|me|help When we reached the edge of the forest and our tower appeared in the distance, Nikos let me down and told Noli to help me. Τότε θυμήθηκα πάλι, πως όλα είχαν αλλάξει. Then|I remembered|again|that|everything|had|changed Then I remembered again that everything had changed. Θα 'πρεπε τώρα να πω χίλια ψέματα στη θεία Δέσποινα, κι ύστερα, άλλα τόσα στη μαμά και τον μπαμπά, για το που ήμασταν, πως χτύπησα... should|have been|now|to|tell|a thousand|lies|to the|aunt|Despoina|and|later|another|so many|to the|mom|and|the|dad|about|the|where|we were|how|I hit I should now tell a thousand lies to Aunt Despina, and then, just as many to mom and dad, about where we were, how I got hurt...

– Να πεις στη Σταματίνα να σε πάει, απόψε κιόλας, στη χώρα, λέει ο Νίκος πριν φύγει. To|tell|to|Stamatina|to|you|take|tonight|right away|to|village|says|the|Nikos|before|he leaves - Tell Stamatina to take you, tonight even, to the town, says Nikos before he leaves. Είναι επικίνδυνο. It is|dangerous It's dangerous.

Έκανε δυο βήματα κι υστέρα ξαναγύρισε και με φίλησε: He took|two|steps|and|then|he returned|and|me|kissed He took two steps and then turned back and kissed me:

– Μη φοβάσαι, Μέλισσα, κι όλα θα περάσουνε! Don't|be afraid|Bee|and|everything|will|pass - Don't be afraid, Melisa, and everything will pass!

«Άμα μεγαλώσεις, μου έλεγε ο Νίκος, να σε φωνάζουν Μέλισσα. When|you grow up|to me|said|the|Nikos|to|you|call|Melissa "When you grow up, Nikos used to tell me, they will call you Melisa. Μέλια δε θα πει τίποτα». Melia|not|will|say|anything Melia won't mean anything." Μήπως μεγάλωσα λοιπόν; Perhaps|I grew up|then So, have I grown up then?

Ο Νώλης με βοήθησε να περπατήσω, μα δεν έβγαζε μιλιά. The|Nolis|me|helped|to|walk|but|not|would utter|a word Nolis helped me to walk, but he didn't say a word.

– Τι θα πούμε, που αργήσαμε; τον ρωτώ. What|will|||we were late|him|I ask "What will we say, since we are late?" I ask him. Που θα πούμε πως χτύπησα; Where|will|we say|that|I hit What will we say that I got hit?

Εκείνος μήτε λέξη. He|not even|word He didn't say a single word.

– Γιατί δε μιλάς, Νώλη; Why|not|you speak|Noli – Why aren't you talking, Noli?

– Γιατί είσαι φοβητσιάρα. Why|you are|scaredy-cat – Because you are a coward. Γιατί μπορεί, στο γυρισμό, να πέσει πάνω στους χωροφύλακες ο Νίκος και να τον χτυπήσουν, όπως εκείνον τον άνθρωπο. Why|might|on the|way back|to|run into|into|the|police officers|the|Nikos|and|to|him|beat|like|that|the|man Because on the way back, Nikos might run into the police and they might beat him, just like that man. Μπορεί και να τον σκοτώσουν. It may|and|to|him|kill They might even kill him.

– Μέλιαααα! Meliaaaa – Meliaaaaa! Μέλιαααα! Meliaaaaa Meliaaaaa!

Οι φωνές της Σταματίνας, του παππού, της θείας Δέσποινας. The|voices|of|Stamatina|of|grandfather|of|aunt|Despina The voices of Stamatina, the grandfather, Aunt Despina.

– Εδώ είμαστε! Here|we are – Here we are! φωνάζει ο Νώλης. shouts|the|Nolis Nolis is shouting.

Πρώτοι τρέξανε η Άρτεμη και η Μυρτώ. First|ran|the|Artemis|and|the|Myrto Artemis and Myrto were the first to run. Προλάβανε να μας πούνε, πως ανησύχησαν όλοι και κείνες είπανε, πως δε μας είδανε, γιατί η Άρτεμη ήθελε να της διαβάσει η Μυρτώ ένα βιβλίο, που εγώ με το Νώλη το ξέραμε και βαρεθήκαμε να το ξανακούσουμε και φύγαμε. They managed|to|us|tell|that|they all worried|everyone|and|they (feminine)|said|that|not|us|saw|because|the|Artemis|wanted|to|her|read|the|Myrto|a|book|that|I|with|the|Noli|it|knew|and|we got bored|to|it|hear again|and|we left They managed to tell us that everyone was worried and they said that they didn't see us because Artemis wanted Myrto to read her a book that Nolis and I knew and we got bored of hearing it again and left. Εγώ έκλαιγα συνέχεια και δεν μπορούσα να μιλήσω. I|cried|constantly|and|not|could|to|speak I was crying continuously and couldn't speak. Ο Νώλης όμως τα είπε όλα: Πως είμαι φοβητσιάρα και πως ο Νίκος κινδυνεύει, για το χατίρι μου. The|Nolis|but|them|said|everything|that|I am|coward|and|that|the|Nikos|is in danger|for|the|sake|of me But Nolis said it all: That I am a coward and that Nikos is in danger, for my sake. Περισσότερα δεν πρόλαβε να πει, γιατί έφτασαν ο παππούς, η θεία Δέσποινα κι η Σταματίνα. More|not|had time|to|say|because|arrived|the|grandfather|the|aunt|Despoina|and|the|Stamatina He didn't have time to say more, because grandfather, aunt Despina, and Stamatina arrived.

Ο Νώλης δεν μπορεί να πει ψέματα, ούτε σαν είναι για το Νίκο. The|Nolis|not|can|to|tell|lies|nor|when|is|about|the|Niko Nolis cannot lie, not even when it comes to Nikos. Εγώ έκλαιγα. I|was crying I was crying. Έτσι τις ψευτιές πάλι τις είπε η Άρτεμη. So|the|lies|again|the|said|the|Artemis So the lies were told again by Artemis. Τάχα, πως πήγαμε στο πέρα λιμανάκι, για πεταλίδες κι εγώ γλίστρησα σ' ένα βράχο και χτύπησα το πόδι μου, μα αργήσαμε, γιατί είναι μακριά και δεν μπορούσα να πατήσω το πόδι μου. I wonder|how|we went|to the|far|little harbor|for|clams|and|I|slipped|on|a|rock|and|hit|the|leg|my|but|we were late|because|it is|far|and|not|could|to|step on|the|leg|my Supposedly, we went to the little harbor to collect clams, and I slipped on a rock and hurt my foot, but we were late because it's far away and I couldn't put my foot down. Οι μεγάλοι αρχίσανε να μιλάνε όλοι μαζί. The|adults|started|to|speak|everyone|together The adults started to talk all at once. Η θεία Δέσποινα έλεγε: «Τις παραφήσαμε να τριγυρνάνε! The|aunt|Despoina|said|them|we let|to|wander around Despina Teyze şöyle diyordu: "Onları etrafta koşuştururken bıraktık! Aunt Despina said: "We let them wander around!" Μόνο να το μάθει ο πατέρας τους!» Ο παππούς: «Παιδιά είναι και θα πέσουν και θα χτυπήσουν». Only|to|it|learns|the|father|their|The|grandfather|Children|are|and|will|fall|and|will|hurt "Just wait until their father finds out!" The grandfather: "They're kids, and they'll fall and get hurt." Η Σταματίνα: «Ώσπου να παντρευτείς, θα σου περάσει». The|Stamatina|Until|to|marry|will|your|pass Stamatina: "By the time you get married, you'll get over it."

Με πήρε ο παππούς αγκαλιά να με πάει στο σπίτι. Me|picked up|the|grandfather|in his arms|to|me|take|to the|home Grandpa picked me up in his arms to take me home.

– Να πεις να σε πάνε στη χώρα, μου ψιθύρισε ο Νώλης. To|say|to|you|take|to the|country|to me|whispered|the|Nolis - You should tell them to take you to the country, Nolis whispered to me.

Εγώ όμως το πήρα απόφαση: Δε θα πω τίποτα. I|but|it|took|decision|I will not|will|say|anything But I made up my mind: I won't say anything. Κι ας είναι να πεθάνω. And|even if|it is|to|die Even if it means I die. Για να μη λέει ο Νώλης, πως είμαι φοβητσιάρα. To|(subjunctive particle)|not|says|the|Nolis|that|I am|coward So that Nolis won't say that I'm a coward.

Μου πλύνανε το πόδι, βάλανε ιώδιο κι έσφιγγα τα δόντια, να μην ξεφωνίσω. to me|they washed|the|foot|they put|iodine|and|I clenched|the|teeth|so that|not|I scream They washed my foot, put iodine on it, and I gritted my teeth to not scream.

– Καλά, λέει ο παππούς, που χτύπησε η Μέλια στα βράχια, αλλιώς, θα 'πρεπε να της κάνουμε αντιτετανικό όρο. Okay|says|the|grandfather|where|hit|the|Melia|on the|rocks|otherwise|would|have to|to|her|we give|tetanus|shot - Well, says the grandfather, since Melia hit the rocks, otherwise we would have to give her a tetanus shot.

– Γιατί κάνουν αντιτετανικό όρο; ρώτησα. Why|do|tetanus|serum|I asked - Why do they give a tetanus shot? I asked.

– Γιατί, άμα χτυπήσει κανείς σε μέρος βρώμικο, είναι επικίνδυνο. Because|if|hits|anyone|in|place|dirty|it is|dangerous - Because if someone gets hurt in a dirty place, it's dangerous.

– Μπορεί και να πεθάνει άμα δεν του κάνουν; It may|and|to|die|if|not|to him|do - They could die if they don't get it?

– Μη φοβάσαι, Μέλια, γέλασε ο παππούς. Don't|be afraid|Melia|laughed|the|grandfather - Don't be afraid, Melia, the grandfather laughed. Εσύ χτύπησες στη θάλασσα κι η θάλασσα έχει ιώδιο και το ιώδιο είναι το καλύτερο απολυμαντικό. You|hit|in the|sea|and|the|sea|has|iodine|and|the|iodine|is|the|best|disinfectant You hit the sea and the sea has iodine and iodine is the best disinfectant.

Θα πέθαινα λοιπόν! would|die|then So I would die! Τώρα πιά ήμουνα σίγουρη. Now|anymore|I was|sure Now I was sure. Αφού χτύπησα σε τόσες βρωμιές! After|I hit|in|so many|dirt After I hit so many dirt! Κι ίσως, άμα το μάθει, ο Νίκος να πει: «Ήτανε γενναίο κοριτσάκι η Μέλια, που δε φοβήθηκε να πεθάνει». And|maybe|if|it|learns|the|Nikos|to|say|It was|brave|little girl|the|Melia|who|not|was afraid|to|die And maybe, if he finds out, Nikos will say: "Melia was a brave little girl who wasn't afraid to die." Για να μάθει ο Νώλης... Μα αν έπαθε ο Νίκος τίποτα στο γυρισμό; Αν τον είδε κανείς από τους χωροφύλακες; Τότε τι ωφελεί που θα πεθάνω; Κι όλα αυτά, γιατί είμαι φοβητσιάρα. To|(particle for subjunctive)|learn|the|Nolis|But|if|suffered|the|Nikos|anything|on|return|If|him|saw|anyone|from|the|gendarmes|Then|what|benefits|that|(future tense marker)|I die|And|all|these|because|I am|coward So that Nolis can know... But what if something happened to Nikos on the way back? Did any of the gendarmes see him? Then what good does it do that I will die? And all this, because I am a coward. Τα παιδιά δε θα μ' αγαπούνε πιά και θα μ' έχουνε σαν την Πιπίτσα. The|children|not|will|me|love|anymore|and|will|me|have|like|the|Pipitsa The children will no longer love me and will treat me like Pipitsa. Όχι, καλύτερα να πεθάνω! No|better|to|die No, I'd rather die!

Με βάλανε στο κρεβάτι κι όταν είπα στη Μυρτώ: «ΛΥ-ΠΟ», συλλογίστηκα πως δεν θα 'χει πιά κανένα να της λέει ΛΥ-ΠΟ, ΕΥ-ΠΟ και τη λυπήθηκα. They|put|in the|bed|and|when|I said|to|Myrto|||I thought|that|not|will|have|anymore|anyone|to|her|says|||||and|her|I felt sorry for her Beni yatırdılar ve Myrtle'a "LY-PO" dediğimde, artık ona LY-PO, EY-PO diyecek kimsesi olmayacağını düşündüm ve onun için üzüldüm. They put me in bed and when I said to Myrto: "SOR-ROW", I thought that no one would be left to tell her SOR-ROW, GOOD-HEALTH and I felt sorry for her.

Όλη τη νύχτα είχα πυρετό... Μέσα σε μια χαράδρα περπατούσε ένας άνθρωπος... τον έδερναν οι χωροφύλακες... έτρεχαν αίματα. All|the|night|I had|fever|Inside|in|a|ravine|walked|one|man|him|were beating|the|gendarmes|were running|blood I had a fever all night... A man was walking in a ravine... the police were beating him... blood was running. Ήτανε ο Νίκος! It was|the|Nikos It was Nikos! «Η Μέλισσα, η Μέλισσα φταίει» φώναζε... Ύστερα πρόβαλε το καπλάνι μ' ανοιχτό το μαύρο του μάτι κι ερχότανε καταπάνω μου... Ξεφώνισα! The|Bee|the|Bee|is to blame|was shouting|Then|emerged|the|tiger|with|open|the|black|its|eye|and|was coming|straight at|me|I screamed "The Bee, the Bee is to blame" I shouted... Then the tiger cat appeared with its open black eye and was coming towards me... I screamed!

– Μέλια, Μέλια, τι έχεις; Melia||what|do you have - Melia, Melia, what’s wrong?

Άνοιξα τα μάτια μου και είδα τη Μυρτώ δίπλα μου. I opened|the|eyes|my|and|I saw|the|Myrto|next|to me I opened my eyes and saw Myrto next to me. Καιγόμουνα στον πυρετό. I was burning|in the|fever I was burning with fever.

– Μη, της λέω, μη φωνάξεις κανένα! Don't|to her|I say|don't|shout|anyone - No, I tell her, don't call anyone! Θα κοιμηθώ. I will|sleep I will sleep. Κοιμήθηκα και ως το πρωί δεν είχα πεθάνει! I slept|and|until|the|morning|not|I had|died I slept and by morning I hadn't died! Έπεσε μάλιστα κι ο πυρετός. It fell|indeed|and|the|fever The fever even fell. Το πόδι μου δεν πονούσε σχεδόν καθόλου, μόνο που δεν μπορούσα να το πατήσω. The|foot|my|not|hurt|almost|at all|only|that|not|could|to|it|step on My foot hardly hurt at all, only I couldn't step on it. Ο παππούς στερέωσε την αμάκα κάτω από τα πεύκα. The|grandfather|secured|the|cart|under|from|the|pines Büyükbabam çam ağaçlarının altında amakahı tamir etti. Grandpa secured the cart under the pines.

Η Μυρτώ κουβάλησε τρεις τόμους βιβλία. The|Myrto|carried|three|volumes|books Myrto carried three volumes of books.

– Ούτε εγώ θα πάω για μπάνιο, λέει. Neither|I|will|go|for|swimming|he says - I won't go for a swim either, she says. Θα σου κάνω συντροφιά. I will|to you|keep|company I will keep you company.

Δεν προλάβαμε να καλοανοίξουμε τα βιβλία κι είδαμε το Νώλη να πηγαίνει τρεχάτος κατά τον πύργο μας. We didn't|manage|to|open well|the|books|and|we saw|the|Noli|to|go|running|towards|the|tower|our We didn't have time to properly open the books and saw Noli running towards our tower. Τι πάει να κάνει; αναρωτήθηκα. What|is going|to|do|I wondered What is he going to do? I wondered. Σε λίγο ξαναβγήκε μαζί με τη Σταματίνα κι ήρθαν κοντά μας. In|a little|went out again|together|with|the|Stamatina|and|they came|close|to us A little while later, he came out again with Stamatina and they came close to us. Εκείνη έβαλε το χέρι της στο μέτωπό μου και με ρώτησε ανήσυχα: She|put|the|hand|her|on|forehead|my|and|me|asked|anxiously She placed her hand on my forehead and asked me anxiously:

– Πως είσαι, πουλάκι μου; Ύστερα αγρίεψε: How|are you|little bird|my|Then|got angry – How are you, my little bird? Then she became fierce:

– Γιατί δεν είπες να σε πάμε στη χώρα; Ξέρεις πως μπορούσες να πεθάνεις; Αχ , αυτή η βρωμοδικτατορία, που έκανε να μπλέξετε σε τέτοιες ιστορίες, μικρά παιδιά! Why|not|you said|to|you|we take|to the|country|You know|that|you could|to|die|Oh|this|the|filthy dictatorship|that|made|to|get involved|in|such|stories|small|children – Why didn't you say to take you to the country? Do you know that you could have died? Oh, this filthy dictatorship, that got you mixed up in such stories, little children!

– Θα πέθαινε η Μέλια; τρόμαξε η Μυρτώ. would|die|the|Melia|was frightened|the|Myrto – Would Melia have died? Myrto was terrified.

Ο Νώλης τότε είπε πως έφταιγε εκείνος, που με είχε πει φοβητσιάρα. The|Nolis|then|said|that|was to blame|he|who|me|had|called|coward Nolis then said that it was his fault for calling me a coward. Άνοιξε τη χούφτα του και μας έδειξε μια πολύχρωμη αχιβάδα. He opened|the|palm|his|and|us|showed|a|colorful|seashell He opened his palm and showed us a colorful shell. Ήτανε ροζωπή, με χρυσές και πράσινες ραβδωτές γραμμές. It was|pinkish|with|golden|and|green|striped|lines It was pink, with golden and green striped lines. Τόσο όμορφη αχιβάδα δεν ξανάδα ποτέ! Such|beautiful|seashell|not|I have ever seen|never I have never seen such a beautiful shell before!

– Σου τη χαρίζω, λέει ο Νώλης και μου τη δίνει. to you|it|I give as a gift|says|the|Nolis|and|to me|it|gives "I give it to you," says Nolis and hands it to me.

Τι καλά που δεν πέθανα! how|well|that|not|died How nice that I didn't die! Όλοι με χαϊδεύουνε, μου χαρίζουνε πράματα! Everyone|me|pets|me|gives|things Everyone is petting me, giving me things! Καλό είναι, καμιά φορά, να κοντεύεις να πεθάνεις, μόνο να μην πεθαίνεις στ' αλήθεια... Ξαφνικά πετάχτηκα. good|is|any|time|to|you are about|to|die|only|to|not|you die|in the|truth|Suddenly|I jumped up Bazen ölüme yakın olmak iyidir, sadece gerçekten ölmemek... Birden sıçradım. It's good, sometimes, to be close to death, just as long as you don't actually die... Suddenly, I jumped up.

– Ο Νίκος; ρώτησα το Νώλη. The|Nikos|I asked|the|Noli - Nikos? I asked Nolis.

– Είναι καλά, χαμογελάει εκείνος. He is|well|he smiles|he - He is fine, he smiles. Και σου εύχεται περαστικά. And|to you|wishes|speedy recovery And he wishes you a speedy recovery.

Θα πει, πως ο Νώλης γύρισε χτες το βράδυ στο Μύλο με το Μισό Φτερό, να δει μην είχε συμβεί τίποτα στο Νίκο. will|say|that|the|Nolis|returned|yesterday|the|evening|to the|Mylos|with|the|Half|Feather|to|see|if|had|happened|anything|to|Niko He will say that Nolis returned last night to the Mill with the Half Feather, to see if anything had happened to Nikos. Και δε φοβήθηκε! And|not|he/she/it was afraid And he was not afraid! Ολομόναχος, μέσα στη νύχτα! All alone|in||night All alone, in the night!

Στο Νίκο δεν ξαναπήγα. To|Niko|not|I went again I never went back to Niko. Στην αρχή, γιατί πονούσε το πόδι μου κι ύστερα, γιατί σε λίγο εκείνος έφυγε από το Λαμαγάρι. At the|beginning|why|hurt|the|leg|my|and|then|why|in|a little|he|left|from|the|Lamagari At first, because my foot hurt and later, because soon he left Lamagari. Πήγε «κάπου» στη χώρα, όπως έλεγε η Σταματίνα. He/She went|somewhere|in the|country|as|she said|the|Stamatina He went "somewhere" in the country, as Stamatina said.

Κάθε μέρα τριγύριζαν στο Λαμαγάρι χωροφύλακες, μια μέρα μάλιστα ήρθαν και στον Πύργο μας κι έψαχναν, ως και στο κουτί που βάζουμε το αλάτι ακόμα. Every|day|roamed around|in the|Lamagari|gendarmes|one|day|indeed|they came|and|to the|Tower|our|and|they searched|even|and|in the|box|that|we put|the|salt|still Every day, gendarmes roamed around Lamagari, and one day they even came to our Tower and searched, even in the box where we keep the salt. Τον έναν απ' αυτούς τον ήξερε η Σταματίνα. The|one|of|them|him|knew|the|Stamatina Stamatina knew one of them. Ήτανε χοντρός χοντρός και τον λέγανε κυρ Παντελή! He was|fat|fat|and|him|they called|Mr|Pantelis He was very fat and they called him Mr. Pantelis! Σαν βγήκαν οι άλλοι δυο, που ήτανε μαζί του, ο κυρ Παντελής έμεινε λιγάκι στην κουζίνα, να τον κεράσει καφέ η Σταματίνα. When|they came out|the|other|two|who|were|together|him|Mr|Mr|Pantelis|stayed|a little|in the|kitchen|to|him|treat|coffee|the|Stamatina When the other two who were with him came out, Mr. Pantelis stayed a little in the kitchen, so that Stamatina could offer him coffee.

– Δε ντρέπεσαι, μωρέ, του λέει εκείνη, να ψάχνεις τα ξένα σπίτια; not|you are ashamed|hey|to him|she says|she|to|search|the|foreign|houses "Aren't you ashamed, you, to be searching other people's houses?" she said to him.

– Σάμπως το θέλω κι εγώ, της απάντησε. Surely|it|want|also|I|to her|answered "As if I want to do it myself," he replied. Μας υποχρεώνουνε. They|force "They force us to." Αύριο, είπανε να πάρουμε και τα παιδιά από πίσω, να δούμε τι παίζουνε και που πηγαίνουνε. Tomorrow|they said|to|take|and|the|children|from|behind|to|see|what|they play|and|where|they go Tomorrow, they said we should also pick up the kids from behind, to see what they are playing and where they are going.

Ο Νίκος ήτανε να φύγει για τη χώρα σε λίγες μέρες. The|Nikos|was|to|leave|for|the|country|in|few|days Nikos was supposed to leave for the mainland in a few days. Εμείς θα φυλάγαμε τσίλιες, ώσπου να τον παραλάβει ο κυρ Αντώνης με τη βάρκα από ένα απόμερο λιμανάκι. We|would|kept|watch|until|to|him|picks up|Mr|Sir|Antonis|with|the|boat|from|a|secluded|little harbor We would keep watch until Mr. Antonis picked him up with the boat from a secluded little harbor. Έπρεπε να τον φευγατίσει μέρα, γιατί τη νύχτα, μπορούσε να τους κάνει έλεγχο η μπενζίνα του λιμεναρχείου, μήπως ψαρεύουνε με δυναμίτη. He had to|to|him||during the day|because|the|night|could|to|them|do|inspection|the|patrol|of the|port authority|in case|they fish|with|dynamite He had to leave during the day, because at night, the coast guard could check them to see if they were fishing with dynamite.

Σαν έμαθε όμως τα νέα ο κυρ Αντώνης είπε, πως δε σηκώνει αναβολή κι ο Νίκος πρέπει να φύγει αύριο κιόλας για τη Χώρα. When|he learned|but|the|news|Mr|sir|Antonis|said|that|not|allows|postponement|and|the|Nikos|must|to|leave|tomorrow|immediately|to|the|Country When Mr. Antonis learned the news, he said that there could be no delay and Nikos must leave tomorrow for the Country. Κι η Άρτεμη σκέφτηκε πως να ξεγελάσουμε τους χωροφύλακες: να κάνουμε, τάχατες, πως προσέχουμε μη μας δούνε και να πάμε προς το γκρεμισμένο κάστρο, που ήτανε στην αντίθετη μεριά από κει που θα περνούσε το Νίκο με τη βάρκα ο κυρ Αντώνης. And|the|Artemis|thought|how|to|deceive|the|police officers|to|act|as if|that|we are careful|lest|us|see|and|to|go|towards|the|ruined|castle|which|was|in the|opposite|side|from|there|where|would|pass|the|Niko|with|the|boat|the|Mr|Antonis Artemis de jandarmaları nasıl kandıracağını düşündü: Görünmemeye dikkat ediyormuş gibi yapacak ve Bay Antonis'in Niko'yu kayıkla geçireceği yerin karşı tarafında bulunan yıkık kaleye gidecekti. And Artemis thought about how to deceive the gendarmes: to pretend that we were being careful not to be seen and to head towards the ruined castle, which was on the opposite side from where Mr. Antonis would pass with the boat carrying Nikos.

Στο γκρεμισμένο κάστρο δεν παίζαμε και πολύ συχνά, γιατί είναι μακριά από τη θάλασσα κι ύστερα φοβόμασταν και λιγάκι, γιατί όλοι λέγανε πως έβγαιναν φαντάσματα. At the|ruined|castle|not|we played|and|very|often|because|it is|far|from|the|sea|and|then|we were afraid|and|a little|because|everyone|said|that|they came out|ghosts We didn't play at the ruined castle very often, because it is far from the sea and then we were a bit scared, because everyone said that ghosts came out. Ξεκινήσαμε καταμεσήμερο, ντάλα ο ήλιος, και σαν βεβαιωθήκαμε πως ο κυρ Παντελής κι ένας άλλος χωροφύλακας έρχονταν από πίσω μας, βαδίσαμε κατά το κάστρο. We started|at noon|bright|the|sun|and|when|we assured ourselves|that|the|Mr|Pantelis|and|another|other|policeman|were coming|from|behind|us|we walked|towards|the|castle We set off at noon, with the sun blazing, and when we were sure that Mr. Pantelis and another gendarme were coming behind us, we walked towards the castle. Εξήντα οχτώ πέτρινα σκαλιά πρέπει ν' ανεβεί κανείς, για να φτάσει στο κάστρο. Sixty|eight|stone|steps|must|to|climb|one|in order to|to|reach|to the| Sixty-eight stone steps must be climbed to reach the castle.

– Έεεεεε, παιδιά! Hey|kids – Heeeeee, guys! Για που το βάλατε; φώναξε ο κυρ Παντελής, από τα μισά της σκάλας. For|where|it|you put|shouted|the|Mr|Pantelis|from|the|halfway|of the|stairs Where did you put it? shouted Mr. Pantelis from halfway up the stairs. Κάθισε ξεφυσώντας σ' ένα σκαλί. He sat|sighing|on|one|step He sat down, puffing, on a step.

– Και που πάτε την καλαθούναααααα; ξαναφώναξε ο κυρ Παντελής. And|where|are you taking|the|baby carriage|shouted again|the|Mr|Pantelis - Peki sepeti nereye götürüyorsunuz?" diye tekrar bağırdı Bay Pantelis. - And where are you taking the basket? Mr. Pantelis shouted again.

Είχαμε πάρει μαζί το καλάθι, που βάζαμε τα τρόφιμα του Νίκου και το σέρναμε έτσι, πάνω στις σκάλες, που να μπορεί όλο το Λαμαγάρι να το βλέπει. We had|taken|together|the|basket|that|we put|the|groceries|of|Nikos|and|it|we dragged|like this|up|on the|stairs|where|to|could|all|the|Lamagari|to|it|sees We had taken the basket with us, where we put Nikos' food, and we were dragging it up the stairs so that all of Lamagari could see it.

– Πάμε δώρα στο φάντασμα του κάααααστρου! Let's go|gifts|to the|ghost|of the|castle - We're going to give gifts to the ghost of the castle! απάντησε ο Νώλης. answered|the|Nolis Nolis replied.

Ο κυρ Παντελής κι ο άλλος χωροφύλακας κοιτάχτηκαν κι άρχισαν ξανά ν' ανεβαίνουν ξεφυσώντας. The|Mr|Pantelis|and|the|other|policeman|looked at each other|and|began|again|to|climb|panting Mr. Pantelis and the other gendarme looked at each other and started climbing again, puffing. Από το κάστρο είχανε μείνει ψηλοί πέτρινοι τοίχοι και μια σκάλα που έβγαζε σε μια ταράτσα με πυργάκια και πολεμίστρες. From|the||had|remained|tall|stone|walls|and|a|staircase|that|led|to|a|terrace|with|turrets|and|battlements From the castle, there were tall stone walls left and a staircase that led to a terrace with turrets and battlements. Στη μέση της σκάλας ήταν ένα πλατύσκαλο, κι από τη μεριά του τοίχου ένα άνοιγμα, με σκουριασμένο σιδερένιο κιγκλίδωμα. At the|middle|of the|staircase|there was|a|landing|and|from|the|side|of the|wall|an|opening|with|rusty|iron|railing In the middle of the staircase, there was a landing, and on the wall side, an opening with a rusty iron railing. Που έβγαζε, κανείς δεν ήξερε. Where|was taking out|no one|not|knew Where it led, no one knew. Δυο βήματα πιο μέσα από το άνοιγμα, ερχότανε ένας κρύος αέρας και ήτανε τόσο σκοτάδι που δεν μπορούσες να δεις τη μύτη σου. Two|steps|more|inside|from|the|opening|was coming|a|cold|air|and|was|so|darkness|that|not|could|to|see|your|nose| Two steps further inside the opening, a cold breeze was coming in and it was so dark that you couldn't see your nose.

– Εδώ μέσα είναι το φάντασμά μας, λέμε στον Παντελή και του δείχνομε την ολοσκότεινη τρύπα που έχασκε. Here|inside|is|the|ghost|our|we tell|to Panos|Pantelis|and|to him|we show|the|completely dark|hole|that|gaped – Our ghost is in here, we tell Pantelis and show him the pitch-black hole that gaped.

Πρώτη έχωσε η Μυρτώ το κεφάλι της στην τρύπα. First|shoved|the|Myrto|the|head|her|in the|hole First, Myrto stuck her head into the hole.

– Πες τα ξόρκια! Say|the|spells – Say the spells! της λέει η Άρτεμη. to her|says|the|Artemis Artemis says to her.

Κι η Μυρτώ άρχισε ν' απαγγέλνει: And|the|Myrto|began|to|recite And Myrto started to recite:

«ΠΑ ΒΟΥ ΓΑ ΔΕ ΚΕ ΖΩ ΝΗ...» PA|VOU|GA|DE|KE|ZO|NEE "PA VOU GA DE KE ZO NI..."

– Τι λέει, μωρέ, αυτή! What|does she say|hey|she - What is she saying, for goodness' sake! φωνάζει του κυρ Παντελή ο άλλος χωροφύλακας. shouts|to|Mr|Pantelis|the|other|policeman The other policeman is shouting at Mr. Pantelis. Σταμάτα τη! Stop|her Stop it! Δίνει σύνθημα αυτουνού που είναι μέσα να φύγει. He gives|signal|him|who|is|inside|to|leave He gives a signal to the one inside to leave.

– Αστειεύεσαι, κυρ χωροφύλακα; κάνει η Άρτεμη. Are you joking|sir|constable|says|the|Artemis "Are you joking, Mr. Policeman?" Artemis says. Αυτά είναι ξόρκια για καλόπιασμα. These|are|spells|for|appeasement These are spells for persuasion. Το φάντασμα δε φεύγει ποτέ από τον Πύργο! The|ghost|not|leaves|ever|from|the|Tower The ghost never leaves the Tower!

– Πάμε να ψάξουμε, λέει πάλι εκείνος στον κυρ Παντελή. Let's go|to|search|says|again|he|to the|Mr|Pantelis "Let's go search," he says again to Mr. Pantelis.

Ο κυρ Παντελής δε φαινότανε να 'χει και μεγάλη όρεξη να χωθεί στην τρύπα. The|Mr|Pantelis|not|seemed|to|have|and|great|appetite|to|get in|in the|hole Mr. Pantelis didn't seem to have much desire to get into the hole. Ο άλλος όμως είχε κιόλας χαθεί μέσα. The|other|but|had|already|disappeared|inside But the other one had already gotten lost inside. Ο κυρ Παντελής έκανε ν' ανάψει ένα σπίρτο. The|Mr|Pantelis|tried|to|light|a|match Mr. Pantelis tried to light a match.

– Άδικα τ' ανάβεις, του λέει ο Νώλης, θα το σβήσει ο αέρας από την τρύπα. in vain|it|light|to him|says|the|Nolis|will|it|extinguish|the|wind|from|the|hole "You're lighting it in vain," Nolis tells him, "the wind will blow it out from the hole." Το φάντασμα δεν αγαπάει το φως! The|ghost|does not|love|the|light The ghost does not like the light!

– Παντελήηηηη. Pantelis - Pantelis. Έρχεσαι; ακούστηκε από τα βάθη η φωνή του χωροφύλακα. Are you coming|was heard|from|the|depths|the|voice|of the|policeman "Are you coming?" the voice of the constable echoed from the depths.

– Ακολουθώ, φωνάζει ο κυρ Παντελής. I follow|shouts|the|Mr|Pantelis - "I'm coming," shouted Mr. Pantelis.

Έκανε το σταυρό του και χώθηκε κι αυτός μέσα. He made|the|cross|his|and|he burrowed|also|he|inside He made the sign of the cross and went in as well.

Εμείς ανεβήκαμε γρήγορα γρήγορα τη σκάλα και βγήκαμε στην ταράτσα. We|climbed|quickly|quickly|the|stairs|and|came out|onto the|roof We quickly climbed the stairs and went out onto the terrace.

Κάτω, πέρα μακριά, απλωνόταν η θάλασσα. Down|beyond|far|stretched|the|sea Down below, far away, the sea spread out. Μια βαρκούλα με κάτασπρο πανί αρμένιζε κιόλας. A|little boat|with|pure white|sail|was sailing|already A small boat with a pure white sail was already sailing. Είχε κι ένα κόκκινο πανί για την «Κρυσταλλία» ο κυρ Αντώνης, μα μείς τα 'χαμε συμφωνήσει, αν όλα πάνε καλά, να σηκώσει το άσπρο. He had|and|a|red|sail|for|the|Krystallia|Mr|sir|Antonis|but|we|it|had|agreed|if|everything|go|well|to|raise|the|white Mr. Antonis also had a red sail for the "Krystallia", but we had agreed that if all went well, he would raise the white one. Κι ο κυρ Αντώνης δε λάθεψε σαν το Θησέα. And|the|Mr|Antonis|not|erred|like|the|Theseus And Mr. Antonis was not mistaken like Theseus. Σε λίγο από κάτω ακούσαμε δυνατά φτερνίσματα. In|a little|from|below|we heard|loud|sneezes A little further down, we heard loud sneezes.

Ήτανε ο κυρ Παντελής κι ο χωροφύλακας που είχανε βγει από την τρύπα. It was|the|Mr|Pantelis|and|the|policeman|who|had|come out|from|the|hole It was Mr. Pantelis and the gendarme who had come out of the hole. Ακούσαμε τις αρβύλες τους στο πλακόστρωτο της αυλής να βροντάνε γκράπ γκράπ. We heard|the|boots|their|on|pavement|of the|yard|to|thunder|clop|clop We heard their boots thundering on the courtyard's cobblestones, thud thud. Σκύψαμε από μια πολεμίστρα και κρυφοκοιτάζαμε. We bent down|from|a|gunner|and|we were peeking We leaned over a battlement and peeked. Ο κυρ Παντελής είχε βγάλει ένα τεράστιο καρό κόκκινο μαντίλι και φύσαγε τη μύτη του. The|Mr|Pantelis|had|taken out|a|huge|checkered|red|handkerchief|and|was blowing|his|nose| Mr. Pantelis had taken out a huge red checkered handkerchief and was blowing his nose.

– Φάντασμα δε βρήκαμε, μα ο Παντελής την άρπαξε την πούντα! Ghost|not|we found|but|the|Pantelis|the|grabbed|the| - We didn't find a ghost, but Pantelis grabbed the tip! τον ακούμε που λέει. us|we hear|that|he says we hear him say.

Ωραιότερο παιχνίδι δεν είχαμε παίξει κανένα καλοκαίρι! most beautiful|game|not|we had|played|any|summer We hadn't played a more beautiful game any summer! Αυτό ήτανε και το τελευταίο παιχνίδι μας στο Λαμαγάρι. This|was|and|the|last|game|our|in|Lamagari That was also our last game at Lamagari. Ώσπου να φύγουμε για τη χώρα, για να πάμε σχολείο, περάσαμε πολύ βαρετά. Until|to|leave|for|the|country|to|to|go|school|we spent|very|boringly Until we left for the country to go to school, we spent a very boring time. Χωρίς το Νίκο, χωρίς το καπλάνι, χωρίς ούτε ένα μυστικό! Without|the|Niko|without|the|tiger|without|not even|one|secret Without Niko, without the catfish, without even one secret! Κι ως την ώρα που μπήκαμε στην «Κρυσταλλία», για να γυρίσουμε στη χώρα, δεν έγινε τίποτε το σπουδαίο, έκτος που πήρε η θάλασσα το καπέλο με τα κερασάκια της Άρτεμης και τα κύματα το πήγανε τόσο βαθιά, που δεν μπορέσαμε να το πιάσουμε. And|until|the|time|when|we entered|in the|Krystallia|to|(particle for subjunctive)|we return|to the|country|not|happened|anything|the|significant|except|that|took|the|sea|the|hat|with|the|cherries|of|Artemis|and|the|waves|it|took|so|deep|that|not|we could|(particle for subjunctive)|it|catch And by the time we entered the "Crystalia" to return to the country, nothing significant happened, except that the sea took the hat with Artemis's cherries and the waves carried it so deep that we couldn't catch it. Το κοιτάζαμε μονάχα από μακριά, που έπλεε σαν μια μεγάλη τσούχτρα. We|were looking|only|from|afar|as|it swam|like|a|large|jellyfish We only watched it from afar, floating like a large jellyfish.

Το Νώλη και την Άρτεμη θα τους βλέπαμε όλο το χειμώνα, γιατί ο παππούς θα έκανε μέρα παραμέρα μάθημα στο Νώλη, που έτσι θα μπορούσε να δίνει κάθε χρόνο εξετάσεις ως «διδαχθείς κατ' οίκον». The|Noli|and|the|Artemis|would|them|see|all|the|winter|because|the|grandfather|would|do|day|every other day|lesson|to|Noli|who|so|would|could|to|give|every|year|exams|as|taught|at|home We would see Noli and Artemis all winter, because grandpa would teach Noli every other day, so he could take exams every year as "taught at home." Θα 'τανε, βέβαια, δύσκολο να πηγαινοέρχεται με τις βροχές και τα κρύα, μα ο Νώλης δε φοβάται τίποτα κι άμα μεγαλώσει, θα γίνει σαν το Νίκο. would|it would be|of course|difficult|to|commute|with|the|rains|and|the|colds|but|the|Nolis|not|is afraid|anything|and|when|grows up|will|become|like|the|Niko It would be, of course, difficult to go back and forth with the rains and the cold, but Noli is not afraid of anything and when he grows up, he will be like Niko. Αυτό το ξέρουμε μόνο εγώ κι ο Νώλης. This|the|know|only|I|and|the|Nolis Only I and Nolis know this. Από τότε που χτύπησα το πόδι μου γίναμε πολύ φίλοι με το Νώλη. Since|then|when|I hit|the|leg|my|we became|very|friends|with|the|Noli Since I hurt my leg, Nolis and I became very good friends. Μου λέει όλα του τα μυστικά. to me|tells|all|his|the|secrets He tells me all his secrets. Τον κάλεσαν κι αυτόν στη χωροφυλακή μια μέρα και τον ρωτούσανε για το Νίκο. Him|called|and|him|to the|police|one|day|and|him|were asking|about|the|Niko They called him to the police station one day and asked him about Niko. Εκεί του είπαν τι είναι αυτό το «κάτι άλλο», που έλεγε η Σταματίνα πως είναι ο Νίκος. There|to him|they told|what|is|this|the|something|else|that|was saying|the|Stamatina|that|is|the|Nikos There they told him what this "something else" was, that Stamatina said was Nikos.

– Ε, αφού είναι ο Νίκος επαναστάτης, έτσι του είπαν οι χωροφύλακες, θα γίνω κι εγώ το ίδιο, άμα μεγαλώσω, μου είπε ο Νώλης και μ' έβαλε να ορκιστώ, πως δε θα το πω σε κανέναν, ούτε στη Μυρτώ. Well|since|is|the|Nikos|rebel|that's how|to him|they told|the|gendarmes|will|become|also|I|the|same|when|I grow up|to me|said|the|Nolis|and|me|made|to|swear|that|not|will|it||to|anyone|nor|to the|Myrto - Well, since Nikos is a rebel, that's what the gendarmes told him, I will become the same when I grow up, Nolis told me and made me swear that I wouldn't tell anyone, not even Myrto.

Η αλήθεια είναι πως πολύ στεναχωρέθηκα, που δεν μπορούσα να το πω στη Μυρτώ. The|truth|is|that|very|was upset|that|not|could|to|it||to|Myrto The truth is that I was very sad that I couldn't tell Myrto. Ήτανε η πρώτη φορά στη ζωή μου που είχα μυστικά από κείνη. It was|the|first|time|in|life|my|that|I had|secrets|from|her It was the first time in my life that I had secrets from her.

Είναι πολύ ωραίο να 'χεις μυστικά από τους μεγάλους που να τα ξέρουν μονάχα τα παιδιά. It is|very|nice|to|have|secrets|from|the|adults|that|to|them|know|only|the|children It's very nice to have secrets from the adults that only the kids know. Αλλά να ξέρεις κάτι Εσύ μόνο και να 'χεις δώσει το λόγο σου, πώς δε θα πεις ούτε στην αδελφή σου, δε μ' αρέσει καθόλου αυτό! But|to|know|something|You|only|and|||given|the|word|your|how|not|will|say|nor|to the|sister|your|not|me|like|at all|this But knowing something only you and having given your word not to tell even your sister, I don't like that at all! Όταν πέφταμε στα κρεβάτια μας, πριν μας πάρει o ύπνος και πριν πούμε ΛΥ-ΠΟ, ΕΥ-ΠΟ, φοβόμουνα, πάντα μήπως, χωρίς να το θέλω, μού ξεφύγει και φα νερώσω το μυστικό στη Μυρτώ. When|we fell|in the|beds|our|before|us|takes|the|sleep|and|before|we say|||||I was afraid|always|in case|without|to|it|I want|to me|escapes|and|I|reveal|the|secret|to the|Myrto Yataklarımıza girdiğimizde, uykuya dalmadan önce ve LY-PO, EV-PO demeden önce, istemeden de olsa sırrımı Myrtle'a söyleyebileceğimden hep korkmuşumdur. When we fell into our beds, before sleep took us and before we said LYP-PO, EYP-PO, I always feared that, without wanting to, I would let slip and reveal the secret to Myrto. Γι' αυτό, για να ξαλαφρώσω λίγο, έκανα σαν τον κουρέα του Μίδα, Έσκαψα ένα λακκουβάκι στην άμμο και φώναξα εκεί μέσα τρεις φορές. for|this|in order to|to|lighten|a little|I acted|like|the|barber|of|Midas|I dug|a|little hole|in the|sand|and|I shouted|there|inside|three|times That's why, to lighten up a bit, I acted like Midas's barber, I dug a little hole in the sand and shouted in there three times. «O Νώλης θα γίνει επαναστάτης». The|Nolis|will|become|revolutionary "Nolis will become a rebel." Ύστερα, σκέπασα καλά καλά το λακκουβάκι με βρεγμένη άμμο και το πατίκωσα με τα πόδια μου. Then|I covered|well|tightly|the|little hole|with|wet|sand|and|it|I tamped down|with|my|feet|my Then, I covered the little hole well with wet sand and packed it down with my feet.

Εκείνη τη νύχτα, όμως, δεν μπόρεσα να κοιμηθώ από το φόβο μου. That|the|night|but|not|I could|to|sleep|from|the|fear|my That night, however, I couldn't sleep from my fear. Έλεγα, μη φυτρώσει καμιά καλαμιά και μουρμουρίζουν το μυστικό μου τα καλάμια. I was saying|not|grows|any|reed|and|whisper|my|secret|me|the|reeds I kept thinking, what if some reeds sprout and the reeds murmur my secret. Το άλλο πρωί πετάχτηκα άπλυτη ακόμα στην αμμουδιά κι ησύχασα, σαν είδα την άμμο γυμνή, όπως πάντα. The|next|morning|I jumped up|unwashed|still|in the|sand|and|I relaxed|when|I saw|the|sand|bare|as|always The next morning I jumped up still unwashed on the beach and I felt relieved when I saw the sand bare, as always. Η θεία Δέσποινα με είδε που γύριζα και με κατσάδιασε. The|aunt|Despina|me|saw|as|I was returning|and|me|scolded Aunt Despina saw me turning around and scolded me.

– Δεν ντρέπεσαι να παίρνεις, άνιφτη ακόμα, τα σοκάκια! Do not|you are ashamed|to|take|you are still|still|the|alleys – Aren't you ashamed to be taking the alleys, still unwashed!

– Αλήθεια, που ήσουνα; ρώτησε ύστερα η Μυρτώ. Really|where|you were|asked|later|the|Myrto – Really, where have you been? Myrto then asked.

– Είπα ένα μυστικό, σ' ένα λακκουβάκι στην άμμο κι ήθελα να δω, αν φύτρωσε καλάμια. I said|a|secret|in|a|little hole|in the|sand|and|I wanted|to||if|grew|reeds – I told a secret, in a little hole in the sand and I wanted to see if reeds had grown.

– Θα κλείσεις τα οχτώ λέει εκείνη, κι όλο μωρουδίστικα πράγματα κάνεις. You will|close|the|eight|says|she|and|always|childish|things|do – You will turn eight, she says, and you keep doing all these childish things.

– Γιατί μωρουδίστικα; θύμωσα εγώ. Why|did you act childish|I got angry|I – Why childish? I got angry. Ο κουρέας του Μίδα έτσι δεν έκανε; The|barber|of|Midas|like this|not|did Isn't that what Midas's barber did?

– Αυτά είναι παραμύθια. These|are|fairy tales – These are fairy tales.

– Όχι, δεν είναι! No|not|is – No, they are not!

Ύστερα από μερικές μέρες, με ρώτησε ένα βράδυ η Μυρτώ: After|from|a few|days|me|asked|one|evening|the|Myrto A few days later, Myrto asked me one evening:

– Τί μυστικό είπες στο λακκουβάκι; Εγώ έκανα την κοιμισμένη, μα ήμουνα ΛΥ-ΠΟ, ΛΥ-ΠΟ, που είχα μυστικά από κείνη. What|secret|did you tell|to the|little hole|I|acted|the|sleepy|but|I was|||||that|I had|secrets|from|her – What secret did you tell the little hole? I pretended to be asleep, but I was SAD, SAD, because I had secrets from her.

Έκτος από το Νώλη, θα 'ρχότανε κι η Άρτεμη πότε πότε το χειμώνα στη χώρα, να της μαθαίνει ράψιμο η θεία Δέσποινα. Except|from|the|Noli|will|would come|and|the|Artemis|sometimes|sometimes|the|winter|to|country|to|her|teach|sewing|the|aunt|Despoina Besides Nolis, Artemis would come to the country from time to time in the winter, to learn sewing from Aunt Despina. Έτσι έλεγε. Thus|he/she said That's what she said. Δεν ξέρω αν της άρεσε να ράβει. I do not|know|if|to her|liked|to|sew I don't know if she liked to sew. Θαρρώ, πως ζήλεψε, σαν άκουσε πως θα 'ρχεται ο Νώλης. I think|that|got jealous|when|he heard|that|will|come|the|Nolis I think she got jealous when she heard that Nolis would be coming. Έτσι, ο χειμώνας που θα 'ρχότανε δε θα 'τανε καθόλου βαρετός. So|the|winter|that|would|would come|not|would|be|at all|boring So, the winter that was coming wouldn't be boring at all. Θα πηγαίναμε σχολείο, θα 'χαμε καινούριες φιλενάδες, θα βλέπαμε το Νώλη και την Άρτεμη κι ίσως άρχιζε καμιά παράξενη ιστορία με το Νίκο και το καπλάνι. We would|go|to school|we would|have|new|girlfriends|we would|see|the|Noli|and|the|Artemis|and|maybe|would start|some|strange|story|with|the|Niko|and|the|tiger We would go to school, we would have new girlfriends, we would see Nolis and Artemis, and maybe a strange story would start with Niko and the caplan.

Παρ' όλα αυτά, ένιωσα την καρδιά μου να σφίγγεται, καθώς ξεμακραίναμε με την «Κρυσταλλία» και το Λαμαγάρι άρχισε να χάνεται από τα μάτια μας. despite|all|this|I felt|the|heart|my|to|tighten|as|we were moving away|with|the|Krystallia|and|the|Lamagari|began|to|disappear|from|the|eyes|our Nevertheless, I felt my heart tighten as we drifted away with the 'Krystallia' and Lamagari began to disappear from our sight. Στάθηκα όρθια κοντά στο κατάρτι και το αποχαιρετούσα, λέγοντας από μέσα μου: I stood|upright|near|to the|mast|and|it|I was bidding farewell|saying|from|within|me I stood upright near the mast and was saying goodbye, thinking to myself:

– Γειά σου, γειά σου, καλό μου Λαμαγάρι. Hello|to you|||good|my|Lamagari - Hello, hello, my dear Lamagari. Ομορφότερο μέρος του κόσμου! most beautiful|place|of|world The most beautiful place in the world! Καλύτερο σ' όλη τη γη! Better|in|all|the|earth The best on the whole earth!

Σηκώθηκε κι η Μυρτώ και ήρθε δίπλα μου. She got up|and|the|Myrto|and|she came|next to|me Myrto got up and came next to me. Πριν χαθεί και η τελευταία μύτη του Λαμαγαριού, κάναμε χωνί τα χέρια και φωνάξαμε μ' όλη μας τη δύναμη: Before|is lost|and|the|last|nose|of|Lamagariou|we made|funnel|our|hands|and|we shouted|with|all|our|the|strength Before the last nose of the Lamagari was lost, we cupped our hands and shouted with all our might:

– Καλή αντάμωση, Λαμαγάρι! Good|meeting|Lamagari – Goodbye, Lamagari!

– Λαμαγάριιιιι! Lamagarii – Lamagariiiiii! απάντησε η ηχώ. answered|the|echo echoed the reply.

SENT_CWT:AFkKFwvL=6.3 PAR_TRANS:gpt-4o-mini=5.44 en:AFkKFwvL openai.2025-02-07 ai_request(all=445 err=0.00%) translation(all=356 err=0.00%) cwt(all=4036 err=1.09%)