25 Ανώμαλα Ρήματα
|Verben
irregular|verbs
verbos irregulares|verbos
Irregular|verbos
25 Abnormale Schlaganfälle
25 Abnormal Strokes
25 Golpes anormales
25 AVCs anormais
25 Аномальные инсульты
ανεβαίνω, ανέβαινα, θα ανέβω, ανέβηκα, ανέβα - ανεβείτε.
ich steige||werde||ich stieg|steig (1)|steigen Sie
I go up|I was climbing||climb|I went up|climb|go up
subo|subia||I will go up||suba|
subo|subía|||subí|sube|suban
βάζω, έβαζα, θα βάλω, έβαλα, βάλε - βάλτε.
ich lege|ich setzte||ich werde setzen|ich setzte||setzen Sie
|I was putting||||put imperative|put
poner|yo ponía||yo pondré|yo puse|imperativo tú|pongan
I put, I was putting, I will put, I put (past), put - put (plural).
βγάζω, έβγαζα, θα βγάλω, έβγαλα, βγάλε - βγάλτε.
ich nehme heraus|ich nahm heraus||ich werde herausnehmen|ich habe herausgenommen|nimm heraus|ihr werft aus
I take out|I was taking out|||I took out|imperative form|you all take out
saco|yo sacaba||sacaré|salí|saca|ustedes saquen
take off, took off, will take off, took off, take off - abheben.
I take out, I was taking out, I will take out, I took out, take out - take out (plural).
βγαίνω, έβγαινα, θα βγω, βγήκα, βγες - βγείτε.
|ich ging hinaus|||ich ging hinaus|geh raus|gehen Sie hinaus
I go out|was going out||go out|went out|go out|go out
salgo|salía||saliré|salí|salida|salgan
I go out, I was going out, I will go out, I went out, go out - go out (plural).
βλέπω, έβλεπα, θα δω, είδα, δες - δείτε.
|ich sah||ich werde sehen|||
|||||see|
|veía|||vi||
βρίσκω, έβρισκα, θα βρω, βρήκα, βρες - βρείτε.
δίνω, έδινα, θα δώσω, έδωσα, δώσε - δώστε.
θέλω, ήθελα, θα θελήσω, θέλησα, θέλησε - θελήστε.
καταλαβαίνω, καταλάβαινα, θα καταλάβω, κατάλαβα, κατάλαβε - καταλάβετε.
|||understand|understood||
κατεβαίνω, κατέβαινα, θα κατέβω, κατέβηκα, κατέβα - κατεβείτε.
μαθαίνω, μάθαινα, θα μάθω, έμαθα, μάθε - μάθετε.
|||||learn|learn (you plural)
μένω, έμενα, θα μείνω, έμεινα, μείνε - μείνετε.
μπαίνω, έμπαινα, θα μπω, μπήκα, μπες - μπείτε.
|||go in|||
ξέρω, ήξερα, θα ξέρω, ήξερα, ξέρε - ξέρετε.
I know||||||
παίρνω, έπαιρνα, θα πάρω, πήρα, πάρε - πάρτε.
||||took|take|
παραγγέλνω, παράγγελνα, θα παραγγείλω, παράγγειλα, παράγγειλε - παραγγείλτε.
|I was ordering||order|ordered|order (imperative)|order
πηγαίνω, πήγαινα, θα πάω, πήγα, πήγαινε - πηγαίνετε.
πίνω, έπινα, θα πιω, ήπια, πιες - πιείτε.
πλένω, έπλενα, θα πλύνω, έπλυνα, πλύνε - πλύνετε.
στέλνω, έστελνα, θα στείλω, έστειλα, στείλε - στείλτε.
send|I was sending||send|sent||
φέρνω, έφερνα, θα φέρω, έφερα, φέρε - φέρτε.
bring||||||
φεύγω, έφευγα, θα φύγω, έφυγα, φύγε - φύγετε.
γίνομαι, γινόμουν, θα γίνω, έγινα, γίνε - γίνετε.
become||||||
έρχομαι, ερχόμουν, θα έρθω, ήρθα, έλα - ελάτε.
I come|I was coming|||||
κάθομαι, καθόμουν, θα καθίσω/καθίσω, κάθισα/έκατσα, κάθισε - καθίστε/κάτσε - κάτσετε