14//
Οπέμπτος πλανήτης ήταν πολύ παράξενος. Ήταν ο μικρότερος απ' όλους. Είχε ακριβώς τόσο χώρο για να φιλοξενεί έναν φανοστάτη κι έναν άνθρωπο που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. Ο μικρός πρίγκιπας δεν μπορούσε να εξηγήσει σε τι θα μπορούσε να εξυπηρετήσει, κάπου πάνω στον ουρανό, σ' έναν πλανήτη χωρίς σπίτια, χωρίς πληθυσμό, ένα φανάρι και ένας άνθρωπος που το άναβε και το έσβηνε. Αλλά είπε στον εαυτό του: «Ίσως να είναι παράλογος αυτός ο άνθρωπος. Όμως είναι λιγότερο παράλογος από τον βασιλιά, τον ματαιόδοξο, τον επιχειρηματία και τον μέθυσο. Τουλάχιστον η δουλειά του έχει κάποιο νόημα. Όταν ανάβει το φανάρι του, είναι σαν να γεννιέται ακόμη ένα αστέρι ή ένα λουλούδι. Όταν σβήνει το φανάρι του, είναι σαν να αποκοιμιέται το λουλούδι ή το αστέρι. Είναι μια πολύ ωραία δουλειά. Είναι πραγματικά χρήσιμη, αφού είναι ωραία». Όταν πλησίασε τον πλανήτη, χαιρέτισε με σεβασμό τον άνθρωπο που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. «Καλημέρα. Γιατί έσβησες το φανάρι σου;» «Αυτή είναι η διαταγή» απάντησε ο άνθρωπος που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. «Καλημέρα». «Ποια είναι η διαταγή;» «Να σβήνω το φανάρι μου. Καληνύχτα». Και το άναψε ξανά. «Μα γιατί το άναψες πάλι;» «Αυτή είναι η διαταγή» απάντησε ο άνθρωπος που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. «Δεν καταλαβαίνω» είπε ο μικρός πρίγκιπας. «Δεν υπάρχει κάτι να καταλάβεις» είπε ο άνθρωπος που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. «Η διαταγή είναι διαταγή. Καλημέρα». Ο 14 50 Κι έσβησε το φανάρι του. Έπειτα σκούπισε το μέτωπό του μ' ένα κόκκινο καρό μαντίλι. «Εδώ κάνω μια απαίσια δουλειά. Κάποτε είχε νόημα. Έσβηνα το πρωί κι άναβα το βράδυ. Είχα την υπόλοιπη μέρα να ξεκουράζομαι και την υπόλοιπη νύχτα για να κοιμάμαι…» «Κι από εκείνη την εποχή η διαταγή άλλαξε;» «Η διαταγή δεν άλλαξε» είπε ο άνθρωπος που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. «Κι αυτό είναι το δράμα μου! Ο πλανήτης χρόνο με το χρόνο γυρίζει γρηγορότερα και η διαταγή δεν έχει αλλάξει!» «Λοιπόν;» είπε ο μικρός πρίγκιπας. «Τώρα λοιπόν που γυρίζει μια φορά το λεπτό, δεν έχω πάνω από ένα δευτερόλεπτο για να ξεκουραστώ. Ανάβω και σβήνω μια φορά ανά λεπτό!» «Αυτό είναι αστείο! Οι ημέρες στον τόπο σου διαρκούν ένα λεπτό!» «Δεν είναι καθόλου αστείο» είπε ο άνθρωπος που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. «Πέρασε κιόλας ένας μήνας από τότε που αρχίσαμε να συζητάμε». «Ένας μήνας;» «Ναι. Τριάντα λεπτά. Τριάντα μέρες! Καληνύχτα». Και άναψε πάλι το φανάρι του. Ο μικρός πρίγκιπας τον κοίταξε και συμπάθησε αυτόν τον άνθρωπο που άναβε κι έσβηνε το φανάρι του, ο οποίος υπάκουγε τόσο πιστά στη διαταγή. Θυμήθηκε τα ηλιοβασιλέματα που αναζητούσε και ο ίδιος μετακινώντας την καρέκλα του. Ήθελε να βοηθήσει τον φίλο του: «Ξέρω έναν τρόπο για να ξεκουράζεσαι όποτε το θελήσεις…» «Πάντοτε το θέλω» απάντησε ο άνθρωπος που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. 51 Γιατί δεν αποκλείεται να είναι κανείς ταυτόχρονα και πιστός και τεμπέλης. Ο μικρός πρίγκιπας συνέχισε: «Ο πλανήτης σου είναι τόσο μικρός που μπορείς να κάνεις τον γύρο του με τρείς δρασκελιές. Δεν έχεις παρά να περπατάς αργά αργά για να μένεις πάντα στην πλευρά με τον ήλιο. Όταν θελήσεις να ξεκουραστείς, θα περπατάς… και η μέρα θα διαρκεί όσο θέλεις εσύ». «Αυτό δεν με βοηθάει και πολύ» είπε ο άνθρωπος που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. «Αυτό που μου αρέσει στη ζωή είναι να κοιμάμαι». «Είσαι άτυχος» είπε ο μικρός πρίγκιπας. «Είμαι άτυχος» είπε ο άνθρωπος που άναβε κι έσβηνε το φανάρι. «Καλημέρα». Κι έσβησε το φανάρι του. «Αυτόν εδώ», σκέφτηκε ο μικρός πρίγκιπας συνεχίζοντας το ταξίδι του, «αυτόν εδώ θα τον περιφρονούσαν όλοι οι άλλοι, ο βασιλιάς, ο ματαιόδοξος, ο μέθυσος, ο επιχειρηματίας. Ωστόσο είναι ο μόνος που δεν μου φαίνεται γελοίος. Ίσως επειδή ασχολείται και με άλλα πράγματα πέρα από τον εαυτό του». Αναστέναξε λυπημένος και σκέφτηκε ακόμη: “Αυτός εδώ είναι ο μόνος που θα μπορούσε να τον κάνω φίλο μου. Μα ο πλανήτης του είναι πράγματι τόσο μικρός. Δεν υπάρχει χώρος για δυο…” Αυτό που ο μικρός πρίγκιπας δεν τολμούσε να ομολογήσει είναι ότι στεναχωριόταν που άφηνε αυτόν τον ευλογημένο πλανήτη, κυρίως για τα χίλια τετρακόσια σαράντα ηλιοβασιλέματα το εικοσιτετράωρο!