×

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε τη λειτουργία του LingQ. Επισκέπτοντας τον ιστότοπο, συμφωνείς στην πολιτική για τα cookies.

image

Readings - Ο Ανδρέας Διαβάζει, Μάρρα, Είρηνη - Τα κόκκινα λουστρίνια

Μάρρα, Είρηνη - Τα κόκκινα λουστρίνια

Τα κόκκινα λουστρίνια.

Το είχε βάλει από καιρό στο μάτι. Ήταν ένα κομμάτι κόκκινο γυαλιστερό λουστρίνι, καθάριο και αστραφτερό. Ήξερε, βέβαια, πως κόστιζε πολλά, μα κι αυτός είχε κάνει το κουμάντο του από νωρίς. Σύναζε λεφτά κρυφά κι απόκρυφα, χωρίς να φανεί, γιατί φοβόταν πως θα τον παίρναν στο μεζέ αν μάθαιναν τι είχε κατά νου να κάνει.

Περίμενε τη μέρα που το αφεντικό θα τον έστελνε στον ταμπάκη για πανωπέτσια. Του είχε εμπιστοσύνη, βλέπεις, κι όλο αυτόν έστελνε να ψωνίσει, γιατί χώρια που γνώριζε καλά δέρματα και προβιές, ήτανε και παζαριτζής και πάντα πετύχαινε σκόντο, που 'καναν το αφεντικό να τον κερνάει καφέ.

Ως λίγο καιρό πριν, τον κερνούσε γκαζόζα, γιατί τ' αφεντικό δεν το 'χε προσέξει πως ήταν μεγαλωμένος κάπως πια… Τον είδε όμως που κρυφοκάπνιζε μια μέρα κι από τότε το μπαξίσι του παζαριού έγινε ο γλυκύς βραστός.

Έτσι, τη μέρα της αγοράς, τράβηξε κρυφά τον πάτο του παπουτσιού του κι έβγαλε τα λεφτά. Τα 'σπρωξε βιαστικά στην τσέπη του και, με ύφος αδιάφορο κι ένοχο μαζί, τράβηξε για την αγορά. Το πήρε το λουστρίνι και σε καλή τιμή. Ήταν κομμάτι σπάνιο, ένα κομμάτι απ' τη λαχτάρα της καρδιάς του.

Γύρισε όλους τους δρόμους εκείνο τ' απόγιομα και διάλεξε σχέδιο. Είχε στον νου το τι ζητούσε, βλέπεις, κι απ' την αρχή ξέκοψε τα σχέδια και διάλεξε το πιο αρχοντικό, γιατί αυτό θα ταίριαζε στην περίπτωση.

Ζήτησε απ' τ' αφεντικό να δουλέψει μονάχος μερικές μέρες, αφού θα 'κλειναν πια, γιατί, είπε, είχε μαζωχτεί δουλειά πολλή. Τα καλαπόδια θέλαν άδειασμα, για να τεντώσουν πάλι τις καινούριες παραγγελιές. Κι όπως πάντα ήτανε φιλότιμος στη δουλειά, τ' αφεντικό δεν έβαλε υποψία.

Εδούλευε, λοιπόν, τα καλαπόδια του αφεντικού, να μην αποφανεί στα μάτια του, κι απέ, δούλευε τα λουστρινένια γοβάκια. Καρφάκι και μαντινάδα, φόντι και τραγούδι, ψίδι και αναστεναγμός. Το λουστρίνι έπαιρνε να γίνεται γοβάκι.

Τ' όνειρό του έπαιρνε να γίνεται αλήθεια. Σαν τέλειωσε, είπε στ' αφεντικό πως είχε κουραστεί πια και δε θα δούλευε νυχτέρι άλλο. Έκρυψε τα γοβάκια και παραμόνευε την ώρα.

Η κόρη του δασκάλου δεν έβγαινε σεργιάνι ταχτικά. Είχε μάνα αυστηρή και πατέρα σπουδαίο. Σαν έβγαινε όμως, όλοι την κοίταζαν· γιατί είχε σγουρά μαλλιά και μάτια μεγάλα. Είχε στητό κορμί και περπατησιά περήφανη. Του 'χε λαβώσει την καρδιά. Η μάνα του πήγαινε κάθε μέρα στο σπίτι του δασκάλου και παραδούλευε, έκανε τη λάτρα. Τον είχε πάρει κάνα δυο φορές μαζί της, σαν τύχαινε να κουβαλήσει τίποτα πράματα. Τότες την έβλεπε από κοντά και την καμάρωνε. Θάρρητα δεν είχανε, μα όσο να πεις, είχανε αλλάξει κουβέντες κάμποσες φορές. Σε μια τέτοια φορά πρόσπεσε να σηκώσει κάτι που έπεσε κι όσο να μπει και να βγει το κορίτσι, αυτός πρόκαμε και μέτρησε με την παλάμη του το παπούτσι της. Είχε κιόλας, βλέπεις, το σχέδιό του καρφωμένο στο φακιδερό κεφάλι του. Θα της έφτιαχνε ένα ζευγάρι κόκκινα λουστρινένια γοβάκια, που όμοιά τους δε φορεθήκανε ποτέ. Ύστερα θα περίμενε μια γιορτή και, με το μέσον της μάνας του που παραδούλευε στο σπίτι, θα πήγαινε να της τα δώσει ο ίδιος. Θα τα 'δινε, κι αυτή, δεν μπορεί, θα πηδούσε απ' τη χαρά της. Δεν μπορούσε να γίνει αλλιώτικα, γιατί τέτοια παπούτσια δε γινόταν να 'χει ξαναβάλει. Η κόρη του δασκάλου θα χαιρότανε για το δώρο του, θα τον συμπάθαγε, κι άμα τον συμπάθαγε, ποιος ξέρει…

Την κρίσιμη μέρα τύλιξε τα παπούτσια, τα πήρε σπίτι και τα 'κρυψε. Ήθελε πρώτα να μιλήσει της μάνας, να τα πούνε οι δυο τους και να τα συμφωνήσουνε. Για να γίνει τούτο, έπρεπε πρώτα να κοιμηθούνε τ' άλλα παιδιά. Καθίσανε στο τραπέζι. Τα φαγητά ξανόσταιναν στο στόμα του. Υπομόνεψε να σηκώσουν το τραπέζι.

Είχε στον νου του ολοένα την κόρη του δασκάλου. Δεν έβλεπε μπροστά του. Όλα τού φαίνονταν σκιές. Σκιά τα κρεβάτια με τ' αδέρφια που μαλώνανε για τα μαξιλάρια. Σκιά ο πατέρας που ρουφούσε το βιδάνι στο ποτήρι του. Σκιά η αδερφή του που σήκωνε το τραπέζι.

Την κοίταξε πιο προσεχτικά. Πόσο ξέθωρη ήταν μπροστά στην άλλη! Τα μαλλιά της δεν έπεφταν σγουρά στους ώμους. Είχε μια πλεξούδα ίσια που τη σφιχτόδενε στον σβέρκο της μ' ένα λαστιχάκι των πακέτων. Δεν περπατούσε καμαρωτά. Η μάνα την είχε μάθει να κοιτάζει το χώμα, έτσι που καλά καλά δεν έβλεπες τι χρώμα είχανε τα μάτια της. Αλήθεια, τι χρώμα να 'χανε τα μάτια της αδερφής του;

Της μίλησε κι αυτή σήκωσε το κεφάλι κι αποκρίθηκε. Τα μάτια της ήταν καφετιά, ίδια με τα μάτια των κοριτσιών όλου του κόσμου, και το φουστάνι της με την ποδιά του μαγειρέματος μπροστά ήτανε ξέθωρο κι αυτό, μα τώρα πρόσεξε πως ήταν ξέθωρο απ' την πολυκαιρία.

Η αδερφή… Στα πόδια φορούσε κουτσοφτέρνια, για να γλιτώνει τα παπούτσια, να τα 'χει σκολιανά. Η άλλη θα 'χε οπωσδήποτε πασουμάκια μεταξένια και παπούτσια πολλά.

Μα ναι, είχε πολλά κι ένα ζευγάρι παραπάνω που θα της πήγαινε αυτός θα τη γιόμιζαν χαρά μονάχα για λίγο, ως να μπουν στο ράφι με τ' άλλα παπούτσια. Θα του 'λεγε σίγουρα ευχαριστώ, μα το ευχαριστώ της θα 'τανε για τα παπούτσια μονάχα κι όχι γι' αυτό τον ίδιο. Σε μια στιγμή κατάλαβε πολλά και σβήστηκε μονοκοντυλιά η κόρη του δασκάλου.

Έδωσε τα λουστρινένια γοβάκια στην αδελφή. Της άξιζαν. Το 'νιωθε πως της άξιζαν. Χιλιάδες ήλιοι φώτισαν τα καφετιά ματάκια και μύρια αστέρια μπερδεύτηκαν στην πλεξούδα της. Πουλιά τρελά τιριτίριζαν στ' αυτιά της και η καρδιά της μεθυσμένη χόρευε. Τα κόκκινα γοβάκια φωτίσανε το ξέθωρο φουστάνι κι η αδελφή ένιωσε ν' ανεβαίνει, η ίδια μέσα της, ένα σκαλί πιο πάνω. Το σπίτι άστραψε και γέμισε με το γέλιο της.

Το άλλο πρωί πήγε στη δουλειά λίγο πιο ώριμος. Παρήγγειλε γλυκύ βραστό καφέ κι έπιασε τη φαλτσέτα με το τραγούδι.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

Μάρρα, Είρηνη - Τα κόκκινα λουστρίνια Marra|Irini|The|red|patent shoes El charol rojo - Eirini Marra Marra, Irini - The red patent leather.

Τα κόκκινα λουστρίνια. The|red|patent shoes The red patent leather.

Το είχε βάλει από καιρό στο μάτι. It|had|set|long|time|on|eye She had had her eye on it for a while. Ήταν ένα κομμάτι κόκκινο γυαλιστερό λουστρίνι, καθάριο και αστραφτερό. It was|a|piece|red|shiny|patent leather|clean|and|sparkling It was a piece of shiny red patent leather, clean and sparkling. Ήξερε, βέβαια, πως κόστιζε πολλά, μα κι αυτός είχε κάνει το κουμάντο του από νωρίς. He knew|of course|that|cost|a lot|but|and|he|had|made|the|arrangements|his|from|early He knew, of course, that it cost a lot, but he had also made his arrangements early on. Σύναζε λεφτά κρυφά κι απόκρυφα, χωρίς να φανεί, γιατί φοβόταν πως θα τον παίρναν στο μεζέ αν μάθαιναν τι είχε κατά νου να κάνει. He was gathering|money|secretly|and|in secret|without|to|be seen|because|he was afraid|that|would|him|would take|in|advantage|if|they learned|what|he had|in mind|mind|to|do He was secretly gathering money, without letting it show, because he was afraid they would take him for a fool if they found out what he intended to do.

Περίμενε τη μέρα που το αφεντικό θα τον έστελνε στον ταμπάκη για πανωπέτσια. He waited|the|day|when|the|boss|would|him|send|to the|tobacconist|for|upper shoes He was waiting for the day when the boss would send him to the tanner for leather. Του είχε εμπιστοσύνη, βλέπεις, κι όλο αυτόν έστελνε να ψωνίσει, γιατί χώρια που γνώριζε καλά δέρματα και προβιές, ήτανε και παζαριτζής και πάντα πετύχαινε σκόντο, που 'καναν το αφεντικό να τον κερνάει καφέ. To him|had|trust|you see|and|all|him|sent|to|shop|because|apart|that|knew|well|leathers|and|wool|was|and|a market trader|and|always|managed|discount|which|made|the|boss|to|him|treat|coffee Er vertraute ihm, sehen Sie, und er schickte ihn alle zum Einkaufen, denn abgesehen von der Tatsache, dass er gute Haut und Schaffell kannte, war er auch ein Basar und erreichte immer Shorts, was den Chef dazu brachte, ihm Kaffee zu servieren. The boss trusted him, you see, and always sent him to shop, because besides knowing leather and hides well, he was also a good bargainer and always managed to get a discount, which made the boss treat him to coffee.

Ως λίγο καιρό πριν, τον κερνούσε γκαζόζα, γιατί τ' αφεντικό δεν το 'χε προσέξει πως ήταν μεγαλωμένος κάπως πια… Τον είδε όμως που κρυφοκάπνιζε μια μέρα κι από τότε το μπαξίσι του παζαριού έγινε ο γλυκύς βραστός. until|a little|while|ago|him|treated||because|the|boss|not|the|||||||||||||||||||tip|of him|market|became|the|sweet|boiled Until a little while ago, he was treated to soda, because the boss hadn't noticed that he had grown up a bit... But one day he saw him secretly smoking, and since then the tip at the market became the sweet boiled.

Έτσι, τη μέρα της αγοράς, τράβηξε κρυφά τον πάτο του παπουτσιού του κι έβγαλε τα λεφτά. So|the|day|of the|market|he pulled|secretly|the|sole|of him|shoe|his|and|he took out|the|money So, on the day of the market, he secretly pulled out the sole of his shoe and took out the money. Τα 'σπρωξε βιαστικά στην τσέπη του και, με ύφος αδιάφορο κι ένοχο μαζί, τράβηξε για την αγορά. He|shoved|hurriedly|into the|pocket|his|and|with|expression|indifferent|and|guilty|together|headed|to|the|market He hurriedly shoved it into his pocket and, with an indifferent yet guilty expression, headed for the market. Το πήρε το λουστρίνι και σε καλή τιμή. The|he/she bought|the|patent leather shoe|and|at|good|price He got the patent leather shoes at a good price. Ήταν κομμάτι σπάνιο, ένα κομμάτι απ' τη λαχτάρα της καρδιάς του. It was|piece|rare|a|piece|of|the|longing|of the|heart|his It was a rare piece, a piece from the longing of his heart.

Γύρισε όλους τους δρόμους εκείνο τ' απόγιομα και διάλεξε σχέδιο. He returned|all|the|roads|that|the|afternoon|and|chose|plan He turned all the streets that evening and chose a design. Είχε στον νου το τι ζητούσε, βλέπεις, κι απ' την αρχή ξέκοψε τα σχέδια και διάλεξε το πιο αρχοντικό, γιατί αυτό θα ταίριαζε στην περίπτωση. He had|in|mind|the|what|was asking|you see|and|from|the|beginning|cut off|the|plans|and|chose|the|more|aristocratic|because|this|would|fit|in the|case He had in mind what he was looking for, you see, and from the beginning he discarded the plans and chose the most elegant one, because it would suit the occasion.

Ζήτησε απ' τ' αφεντικό να δουλέψει μονάχος μερικές μέρες, αφού θα 'κλειναν πια, γιατί, είπε, είχε μαζωχτεί δουλειά πολλή. He asked|from|the|boss|to|work|alone|a few|days|since|would|close|anymore|because|he said|he had|accumulated|work|much He asked the boss to work alone for a few days, since they would be closing soon, because, he said, a lot of work had piled up. Τα καλαπόδια θέλαν άδειασμα, για να τεντώσουν πάλι τις καινούριες παραγγελιές. The|molds|needed|emptying|in order to||stretch|again|the|new|orders The lasts needed to be emptied, so they could stretch the new orders again. Κι όπως πάντα ήτανε φιλότιμος στη δουλειά, τ' αφεντικό δεν έβαλε υποψία. And|as|always|was|honorable|in|work|the|boss|not|put|suspicion And as always, he was diligent in his work, the boss had no suspicion.

Εδούλευε, λοιπόν, τα καλαπόδια του αφεντικού, να μην αποφανεί στα μάτια του, κι απέ, δούλευε τα λουστρινένια γοβάκια. He worked|therefore|the|feet|of|boss|to|not|appear|in|eyes|his|and|also|worked|the|patent|shoes So he worked on the boss's lasts, so as not to be judged in his eyes, and on the side, he worked on the patent leather shoes. Καρφάκι και μαντινάδα, φόντι και τραγούδι, ψίδι και αναστεναγμός. little nail|and|mantinada|background|and|song|whisper|and|sigh A nail and a couplet, a care and a song, a sigh and a lament. Το λουστρίνι έπαιρνε να γίνεται γοβάκι. The|patent leather|was starting|to|become|little shoe The patent leather was starting to become a little shoe.

Τ' όνειρό του έπαιρνε να γίνεται αλήθεια. The|dream|his|was starting|to|become|reality His dream was starting to become reality. Σαν τέλειωσε, είπε στ' αφεντικό πως είχε κουραστεί πια και δε θα δούλευε νυχτέρι άλλο. When|he finished|he said|to the|boss|that|he had|gotten tired|anymore|and|not|would|work|night|anymore When he finished, he told the boss that he was tired now and would not work nights anymore. Έκρυψε τα γοβάκια και παραμόνευε την ώρα. She hid|the|little shoes|and|was waiting|the|time He hid the little shoes and waited for the time.

Η κόρη του δασκάλου δεν έβγαινε σεργιάνι ταχτικά. The|daughter|of|teacher|not|would go out|stroll|regularly The teacher's daughter did not go out for a stroll regularly. Είχε μάνα αυστηρή και πατέρα σπουδαίο. He had|mother|strict|and|father|distinguished She had a strict mother and an important father. Σαν έβγαινε όμως, όλοι την κοίταζαν· γιατί είχε σγουρά μαλλιά και μάτια μεγάλα. When|she would go out|but|everyone|her|looked|because|she had|curly|hair|and|eyes|big However, when she did go out, everyone looked at her; because she had curly hair and big eyes. Είχε στητό κορμί και περπατησιά περήφανη. He had|upright|body|and|gait|proud She had an upright body and a proud walk. Του 'χε λαβώσει την καρδιά. To him|had|pierced|the|heart He had captured his heart. Η μάνα του πήγαινε κάθε μέρα στο σπίτι του δασκάλου και παραδούλευε, έκανε τη λάτρα. The|mother|his|would go|every|day|to the|house|of the|teacher|and|worked extra|did|the|cleaning His mother went to the teacher's house every day and did extra work, she did the cleaning. Τον είχε πάρει κάνα δυο φορές μαζί της, σαν τύχαινε να κουβαλήσει τίποτα πράματα. Him|had|taken|a couple of|two|times|with|her|if|happened|to|carry|anything|things She had taken him a couple of times with her, when she happened to carry some things. Τότες την έβλεπε από κοντά και την καμάρωνε. Then|her|he saw|from|close|and|her|admired Then he saw her up close and admired her. Θάρρητα δεν είχανε, μα όσο να πεις, είχανε αλλάξει κουβέντες κάμποσες φορές. courage|not|had|but|as much as|to|say|had|changed|conversations|several|times They didn't have courage, but as you might say, they had changed their words quite a few times. Σε μια τέτοια φορά πρόσπεσε να σηκώσει κάτι που έπεσε κι όσο να μπει και να βγει το κορίτσι, αυτός πρόκαμε και μέτρησε με την παλάμη του το παπούτσι της. In|a|such|time|hurried|to|lift|something|that|fell|and|as much as|to|enter|and|to|exit|the|girl|he|was ahead|and|measured|with|the|palm|his|the|shoe|her On one such occasion, he rushed to pick up something that had fallen, and as the girl was coming in and out, he managed to measure her shoe with his palm. Είχε κιόλας, βλέπεις, το σχέδιό του καρφωμένο στο φακιδερό κεφάλι του. He had|already|you see|the|plan|his|pinned|on|freckled|head|his He already had, you see, his plan pinned in his freckled head. Θα της έφτιαχνε ένα ζευγάρι κόκκινα λουστρινένια γοβάκια, που όμοιά τους δε φορεθήκανε ποτέ. Would|to her|would make|a|pair|red|patent leather|shoes|that|similar|to them|not|were worn|ever He would make her a pair of red patent leather shoes, the likes of which had never been worn before. Ύστερα θα περίμενε μια γιορτή και, με το μέσον της μάνας του που παραδούλευε στο σπίτι, θα πήγαινε να της τα δώσει ο ίδιος. Then|would|wait|a|celebration|and|with|the|means|of his|mother|him|who|worked part-time|at the|house|would|go|to|to her|the|give|he|himself Then he would wait for a celebration and, with the help of his mother who worked at home, he would go to give them to her himself. Θα τα 'δινε, κι αυτή, δεν μπορεί, θα πηδούσε απ' τη χαρά της. It will|them|would give|and|she|not|can|would|jump|from|the|joy|her He would give them to her, and she, surely, would jump for joy. Δεν μπορούσε να γίνει αλλιώτικα, γιατί τέτοια παπούτσια δε γινόταν να 'χει ξαναβάλει. Not|could|to|happen|differently|because|such|shoes|not||to|he had|worn again It couldn't be any other way, because she could never have worn such shoes before. Η κόρη του δασκάλου θα χαιρότανε για το δώρο του, θα τον συμπάθαγε, κι άμα τον συμπάθαγε, ποιος ξέρει… The|daughter|of|teacher|would|be happy|for|the|gift|of|would|him|sympathize|and|if|him|sympathized|who|knows The teacher's daughter would be happy for his gift, she would like him, and if she liked him, who knows…

Την κρίσιμη μέρα τύλιξε τα παπούτσια, τα πήρε σπίτι και τα 'κρυψε. The|critical|day|wrapped|the|shoes|them|took|home|and|them|hid On the critical day, she wrapped the shoes, took them home, and hid them. Ήθελε πρώτα να μιλήσει της μάνας, να τα πούνε οι δυο τους και να τα συμφωνήσουνε. He wanted|first|to|speak|to the|mother|to|the|say|they|two|each other|and|to|the|agree She wanted to talk to her mother first, to discuss it together and come to an agreement. Για να γίνει τούτο, έπρεπε πρώτα να κοιμηθούνε τ' άλλα παιδιά. To|(particle for subjunctive)|happen|this|had to|first|(particle for subjunctive)|sleep|the|other|children For this to happen, the other children had to sleep first. Καθίσανε στο τραπέζι. They sat|at|the table They sat at the table. Τα φαγητά ξανόσταιναν στο στόμα του. The|foods|turned yellow|in the|mouth|his The food tasted bitter in his mouth. Υπομόνεψε να σηκώσουν το τραπέζι. He/She/It endured|to|lift|the|table He waited for them to clear the table.

Είχε στον νου του ολοένα την κόρη του δασκάλου. He had|in|mind|his|constantly|the|daughter|of|teacher He constantly had the teacher's daughter on his mind. Δεν έβλεπε μπροστά του. Not|saw|in front of|him He couldn't see in front of him. Όλα τού φαίνονταν σκιές. Everything|to him|seemed|shadows Everything seemed like shadows to him. Σκιά τα κρεβάτια με τ' αδέρφια που μαλώνανε για τα μαξιλάρια. Shadow|the|beds|with|the|siblings|who|fought|over|the|pillows A shadow the beds with the siblings who were fighting over the pillows. Σκιά ο πατέρας που ρουφούσε το βιδάνι στο ποτήρι του. Shadow|the|father|who|was sucking|the|straw|in the|glass|his A shadow the father who was sipping the drink from his glass. Σκιά η αδερφή του που σήκωνε το τραπέζι. Skia|the|sister|his|who|lifted|the|table A shadow his sister who was lifting the table.

Την κοίταξε πιο προσεχτικά. Her|looked|more|carefully She looked at her more closely. Πόσο ξέθωρη ήταν μπροστά στην άλλη! how|faded|was|in front of|in the|other How faded she was compared to the other! Τα μαλλιά της δεν έπεφταν σγουρά στους ώμους. The|hair|her|not|fell|curly|on the|shoulders Her hair didn't fall in curls over her shoulders. Είχε μια πλεξούδα ίσια που τη σφιχτόδενε στον σβέρκο της μ' ένα λαστιχάκι των πακέτων. She had|a|braid|straight|that|her|tied tightly|at the|nape|her|with|a|rubber band|of the|packages She had a straight braid that she tightly tied at the nape of her neck with a rubber band from the packages. Δεν περπατούσε καμαρωτά. Not|walked|proudly She didn't walk proudly. Η μάνα την είχε μάθει να κοιτάζει το χώμα, έτσι που καλά καλά δεν έβλεπες τι χρώμα είχανε τα μάτια της. The|mother|her|had|taught|to|look|the|ground|so|that|well|well|not|you saw|what|color|they had|the|eyes|her Her mother had taught her to look at the ground, so much so that you could hardly see what color her eyes were. Αλήθεια, τι χρώμα να 'χανε τα μάτια της αδερφής του; Truly|what|color|to|they had|the|eyes|her|sister|his Really, what color could her sister's eyes have been?

Της μίλησε κι αυτή σήκωσε το κεφάλι κι αποκρίθηκε. to her|spoke|and|she|raised|the|head|and|answered She spoke to her, and she lifted her head and replied. Τα μάτια της ήταν καφετιά, ίδια με τα μάτια των κοριτσιών όλου του κόσμου, και το φουστάνι της με την ποδιά του μαγειρέματος μπροστά ήτανε ξέθωρο κι αυτό, μα τώρα πρόσεξε πως ήταν ξέθωρο απ' την πολυκαιρία. The|eyes|her|were|brown|same|as|the|eyes|of|girls|all|of|world|and|the|dress|her|with|the|apron|of|cooking|in front|was|faded|and|this|but|now|noticed|that|was|faded|from|the|wear Her eyes were brown, just like the eyes of girls all over the world, and her dress with the cooking apron in front was faded too, but now she noticed that it was faded from age.

Η αδερφή… Στα πόδια φορούσε κουτσοφτέρνια, για να γλιτώνει τα παπούτσια, να τα 'χει σκολιανά. The|sister|On the|feet|wore|clogs|to|(particle for subjunctive)|save|the|shoes|(particle for subjunctive)|them|has|scuffed Her sister... She wore clogs on her feet, to avoid shoes, to have them crooked. Η άλλη θα 'χε οπωσδήποτε πασουμάκια μεταξένια και παπούτσια πολλά. The|other|will|had|definitely|slippers|silk|and|shoes|many The other one would definitely have silk slippers and many shoes.

Μα ναι, είχε πολλά κι ένα ζευγάρι παραπάνω που θα της πήγαινε αυτός θα τη γιόμιζαν χαρά μονάχα για λίγο, ως να μπουν στο ράφι με τ' άλλα παπούτσια. But|yes|had|many|and|one|pair|extra|that|would|to her|suited|he|would|her|filled|joy|only|for|a little|until|to|go|to the|shelf|with|the|other|shoes But yes, she had many and an extra pair that would suit her, this would only fill her with joy for a little while, until they went on the shelf with the other shoes. Θα του 'λεγε σίγουρα ευχαριστώ, μα το ευχαριστώ της θα 'τανε για τα παπούτσια μονάχα κι όχι γι' αυτό τον ίδιο. (He) would|to him|would tell|surely|thank you|but|the|thank you|her|(it) would|would be|for|the|shoes|only|and|not|for|this|him|same She would definitely say thank you, but her thank you would be only for the shoes and not for him. Σε μια στιγμή κατάλαβε πολλά και σβήστηκε μονοκοντυλιά η κόρη του δασκάλου. In|a|moment|understood|many things|and|was erased|in one stroke|the|daughter|of|teacher In a moment, the teacher's daughter understood a lot and disappeared in a flash.

Έδωσε τα λουστρινένια γοβάκια στην αδελφή. He gave|the|patent leather|shoes|to the|sister She gave the patent leather shoes to her sister. Της άξιζαν. She|deserved She deserved them. Το 'νιωθε πως της άξιζαν. It|felt|that|her|deserved She felt that she deserved it. Χιλιάδες ήλιοι φώτισαν τα καφετιά ματάκια και μύρια αστέρια μπερδεύτηκαν στην πλεξούδα της. Thousands|suns|illuminated|the|brown|little eyes|and|countless|stars|got tangled|in the|braid|her Thousands of suns illuminated her brown little eyes and countless stars got tangled in her braid. Πουλιά τρελά τιριτίριζαν στ' αυτιά της και η καρδιά της μεθυσμένη χόρευε. Birds|crazily|chirped|in the|ears|her|and|the|heart|her|intoxicated|danced Crazy birds chirped in her ears and her heart danced, intoxicated. Τα κόκκινα γοβάκια φωτίσανε το ξέθωρο φουστάνι κι η αδελφή ένιωσε ν' ανεβαίνει, η ίδια μέσα της, ένα σκαλί πιο πάνω. The|red|shoes|illuminated|the|faded|dress|and|the|sister|felt|to|rise|the|same|inside|her|one|step|more|up The red shoes lit up the faded dress and her sister felt herself rising, one step higher within herself. Το σπίτι άστραψε και γέμισε με το γέλιο της. The|house|shone|and|filled|with|the|laughter|her The house sparkled and filled with her laughter.

Το άλλο πρωί πήγε στη δουλειά λίγο πιο ώριμος. The|next|morning|he went|to|work|a little|more|mature The next morning he went to work a little more mature. Παρήγγειλε γλυκύ βραστό καφέ κι έπιασε τη φαλτσέτα με το τραγούδι. He ordered|sweet|hot|coffee|and|he caught|the|falsetto|with|the|song He ordered sweet hot coffee and picked up the razor with the song.

SENT_CWT:AFkKFwvL=11.1 PAR_TRANS:gpt-4o-mini=2.65 en:AFkKFwvL openai.2025-02-07 ai_request(all=94 err=0.00%) translation(all=75 err=0.00%) cwt(all=935 err=2.25%)