43. Η κατάρα του πεύκου
|The curse||pine tree
43. Der Fluch der Kiefer
43. The curse of the pine tree
43. La maldición del pino
43. Przekleństwo sosny
43.松树的诅咒
1.
—Γιάννη, γιατί έκοψες τον πεύκο; Γιατί; Γιατί;
Giannis||cut||pine|Why|Why
-Yanni, why did you cut down the pine tree? Why did you cut the tree? Why? Why?
—Αγέρας θα 'ναι, λέει ο Γιάννης, και περπατεί.
Wind|will|yes|says||John||walking
-It will be an old man, says John, and walks.
Ανάβει η πέτρα, το λιβάδι βγάνει φωτιά· να 'βρισκε ο Γιάννης μια βρυσούλα, μια ρεματιά!
Ignites||stone||meadow|"gives off"|fire||found||John||little spring||stream or ravine
The stone is lit, the meadow is on fire; if only John had found a little tap, a ravine!
Μες στο λιοπύρι, μες στον κάμπο να ένα δεντρί…
||scorching sun|||plain|||little tree
In the meadow, in the plain, there's a tree...
Ξαπλώθη ο Γιάννης από κάτου δροσιά να βρει.
Lay down||||underneath|coolness||find
Yannis lay down somewhere to find dew.
Το δέντρο παίρνει τα κλαδιά του και περπατεί!
||takes||branches|||walks
The tree takes its branches and walks!
—Δε θ' ανασάνω, λέει ο Γιάννης.
||"I won't breathe"|||
-I will not breathe, says John.
Γιατί; Γιατί;
2.
—Γιάννη, πού κίνησες να φτάσεις;
||"did you go"||reach
-Johnny, where are you going?
—Στα Δυο Χωριά.
-In the Two Villages.
—Κι ακόμα βρίσκεσαι ‘δώ κάτου; Πολύ μακριά!
|still|you are||"down here"||far
-And you're still here somewhere? Too far away!
—Εγώ πηγαίνω, όλο πηγαίνω.
|I go|all|I go
-I'm going, I'm always going.
Τι έφταιξα ‘γώ;
|What did I do?|
What's my fault?
Σκιάζεται ο λόγγος και με φεύγει, γι' αυτό είμαι ‘δώ.
"Is shadowed"||The woods|||is leaving|||I am|here
The scholar shadows me and leaves me, that's why I'm here.
Πότε ξεκίνησα; Είναι μέρες...
|started||days
When did I start? It's been days...
για δυο, για τρεις...
for two, for three...
Ο νους μου σήμερα δεν ξέρω, τ' είναι βαρύς.
|My mind||today|||||heavy
My mind today I do not know, it is heavy.
—Να μια βρυσούλα, πιε νεράκι να δροσιστείς.
||little fountain|press|little water||refresh yourself
-Here's a tap, drink some water to cool yourself down.
Σκύβει να πιει νερό στη βρύση, στερεύει ευθύς.
"Bends down"||drink|||faucet|runs dry immediately|immediately
He bends down to drink water at the tap, it runs dry.
3.
Οι μέρες πέρασαν κι οι μήνες, φεύγει ο καιρός·
||passed|||months|is passing||time
The days are gone, the months are gone, the time is gone.
στον ίδιον τόπο είν' ο Γιάννης,
|same||||John
in the same place is John,
κι ας τρέχει εμπρός…
|||ahead
...and let him run ahead...
Να το χινόπωρο, να οι μπόρες!
||autumn|||"rain showers"
Here comes autumn, here come the rains!
Μα πού κλαρί;
||branch
But where?
Χτυπιέται ορθός με το χαλάζι, με τη βροχή.
Is struck|upright|||hailstorm|||rain
He is struck upright with the hail, with the rain.
4.
—Γιάννη, γιατί έσφαξες το δέντρο το σπλαχνικό,
||"you cut down"||tree||compassionate
-Yianni, why did you slaughter the tree of compassion,
που 'ριχνεν ίσκιο στο κοπάδι και στον βοσκό;
|cast|shade||flock|||herdsman
who cast a shadow on the herd and the shepherd?
Ο πεύκος μίλαε στον αέρα
|pine tree|speaks||
The pine tree spoke to the air
–τ' ακούς; τ' ακούς;– και τραγουδούσε σαν φλογέρα στους μπιστικούς.
|you hear||you hear||was singing||flute||herdsmen or shepherds
-do you hear it? do you hear it?- and he sang like a flute to the Bishops.
Φρύγανο και κλαρί τού πήρες και τις δροσιές,
Twig||twig||took|||dew drops
Thou hast taken away the dew from him,
και το ρετσίνι του ποτάμι απ' τις πληγές.
||resin||river|||wounds
and his resin rivers from the wounds.
Σακάτης ήτανε κι ολόρθος, ως τη χρονιά,
Crippled but upright|he was||upright|||year
He was a cripple, and he was all right till the year,
που τον εγκρέμισες για ξύλα, Γιάννη φονιά!
||"you tore down"||wood||killer
for beating him up, Johnny Killer!
5.
—Τη χάρη σου, ερημοκλησάκι, την προσκυνώ.
|grace||deserted little chapel||I revere
-Your grace, little desert chapel, I worship
Βόηθα να φτάσω κάποιαν ώρα και να σταθώ...
"Help me"||reach|some moment|some time|||stand
I'd better get there some time and stand...
Η μάνα μου θα περιμένει κι έχω βοσκή... κι είχα και τρύγο... Τι ώρα να 'ναι και τι εποχή;
||||waits|||grazing||||grape harvest||time|||and||season
My mother will be waiting and I have grazing... and I had also harvest... What time could it be and what season?
Ξεκίνησα το καλοκαίρι
I started||summer
I started in the summer
–να στοχαστείς– κι ήρθε και μ' ηύρεν ο χειμώνας μεσοστρατίς.
|reflect||came|||found me||winter|"midway through"
-you should think about it– and winter came and found me mid journey.
Πάλι Αλωνάρης και λιοπύρι!
|July||scorching heat
It's Alonaris and snowflakes again!
Πότε ήρθε; Πώς;
|did he/she/it come|
When did he come? How?
Άγιε, σταμάτησε τον λόγγο, που τρέχει εμπρός.
Holy one|stopped||forest||runs|ahead
Holy One, stop the scholar, who runs forward.
Άγιε, τον δρόμο δεν τον βγάνω
saint|||||"make it"
Holy One, I'm not taking the road out
–με τι καρδιά;–
||heart
-with what heart?-
Θέλω να πέσω να πεθάνω, εδώ κοντά.
||fall||die||nearby
I want to fall down and die near here.
6.
Πέφτει σαν δέντρο απ' το πελέκι...
Falls||tree|||axe
It falls like a tree from the sapling...
Βογκάει βαριά.
Groans heavily.|heavily
He groans heavily.
Μακριά του στάθηκε το δάσος, πολύ μακριά.
||stood far||||
Far from him stood the forest, far away.
Εκεί τριγύρω ούτε χορτάρι, φωνή καμιά.
|around there||grass|voice|no voice
Around there, not a blade of grass, not a voice.
Στ' αγκάθια πέθανε, στον κάμπο, στην ερημιά.
|"thorns"|died||plain field||wilderness
He died in the thorns, in the plain, in the wilderness.