×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.

image

Παπαντωνίου, Ζ. - Τα Ψηλά Βουνά (1918), 43. Η κατάρα του πεύκου

43. Η κατάρα του πεύκου

1.

—Γιάννη, γιατί έκοψες τον πεύκο; Γιατί; Γιατί;

—Αγέρας θα 'ναι, λέει ο Γιάννης, και περπατεί.

Ανάβει η πέτρα, το λιβάδι βγάνει φωτιά· να 'βρισκε ο Γιάννης μια βρυσούλα, μια ρεματιά!

Μες στο λιοπύρι, μες στον κάμπο να ένα δεντρί…

Ξαπλώθη ο Γιάννης από κάτου δροσιά να βρει.

Το δέντρο παίρνει τα κλαδιά του και περπατεί!

—Δε θ' ανασάνω, λέει ο Γιάννης. Γιατί; Γιατί;

2.

—Γιάννη, πού κίνησες να φτάσεις;

—Στα Δυο Χωριά.

—Κι ακόμα βρίσκεσαι ‘δώ κάτου; Πολύ μακριά!

—Εγώ πηγαίνω, όλο πηγαίνω. Τι έφταιξα ‘γώ;

Σκιάζεται ο λόγγος και με φεύγει, γι' αυτό είμαι ‘δώ.

Πότε ξεκίνησα; Είναι μέρες...

για δυο, για τρεις...

Ο νους μου σήμερα δεν ξέρω, τ' είναι βαρύς.

—Να μια βρυσούλα, πιε νεράκι να δροσιστείς.

Σκύβει να πιει νερό στη βρύση, στερεύει ευθύς.

3.

Οι μέρες πέρασαν κι οι μήνες, φεύγει ο καιρός·

στον ίδιον τόπο είν' ο Γιάννης,

κι ας τρέχει εμπρός…

Να το χινόπωρο, να οι μπόρες! Μα πού κλαρί;

Χτυπιέται ορθός με το χαλάζι, με τη βροχή.

4.

—Γιάννη, γιατί έσφαξες το δέντρο το σπλαχνικό,

που 'ριχνεν ίσκιο στο κοπάδι και στον βοσκό;

Ο πεύκος μίλαε στον αέρα

–τ' ακούς; τ' ακούς;– και τραγουδούσε σαν φλογέρα στους μπιστικούς.

Φρύγανο και κλαρί τού πήρες και τις δροσιές,

και το ρετσίνι του ποτάμι απ' τις πληγές.

Σακάτης ήτανε κι ολόρθος, ως τη χρονιά,

που τον εγκρέμισες για ξύλα, Γιάννη φονιά!

5.

—Τη χάρη σου, ερημοκλησάκι, την προσκυνώ.

Βόηθα να φτάσω κάποιαν ώρα και να σταθώ...

Η μάνα μου θα περιμένει κι έχω βοσκή... κι είχα και τρύγο... Τι ώρα να 'ναι και τι εποχή;

Ξεκίνησα το καλοκαίρι

–να στοχαστείς– κι ήρθε και μ' ηύρεν ο χειμώνας μεσοστρατίς.

Πάλι Αλωνάρης και λιοπύρι! Πότε ήρθε; Πώς;

Άγιε, σταμάτησε τον λόγγο, που τρέχει εμπρός.

Άγιε, τον δρόμο δεν τον βγάνω

–με τι καρδιά;–

Θέλω να πέσω να πεθάνω, εδώ κοντά.

6.

Πέφτει σαν δέντρο απ' το πελέκι...

Βογκάει βαριά.

Μακριά του στάθηκε το δάσος, πολύ μακριά.

Εκεί τριγύρω ούτε χορτάρι, φωνή καμιά.

Στ' αγκάθια πέθανε, στον κάμπο, στην ερημιά.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

43. Η κατάρα του πεύκου |The curse||pine tree 43. Der Fluch der Kiefer 43. The curse of the pine tree 43. La maldición del pino 43. Przekleństwo sosny 43.松树的诅咒

1.

—Γιάννη, γιατί έκοψες τον πεύκο; Γιατί; Γιατί; Giannis||cut||pine|Why|Why -Yanni, why did you cut down the pine tree? Why did you cut the tree? Why? Why?

—Αγέρας θα 'ναι, λέει ο Γιάννης, και περπατεί. Wind|will|yes|says||John||walking -It will be an old man, says John, and walks.

Ανάβει η πέτρα, το λιβάδι βγάνει φωτιά· να 'βρισκε ο Γιάννης μια βρυσούλα, μια ρεματιά! Ignites||stone||meadow|"gives off"|fire||found||John||little spring||stream or ravine The stone is lit, the meadow is on fire; if only John had found a little tap, a ravine!

Μες στο λιοπύρι, μες στον κάμπο να ένα δεντρί… ||scorching sun|||plain|||little tree In the meadow, in the plain, there's a tree...

Ξαπλώθη ο Γιάννης από κάτου δροσιά να βρει. Lay down||||underneath|coolness||find Yannis lay down somewhere to find dew.

Το δέντρο παίρνει τα κλαδιά του και περπατεί! ||takes||branches|||walks The tree takes its branches and walks!

—Δε θ' ανασάνω, λέει ο Γιάννης. ||"I won't breathe"||| -I will not breathe, says John. Γιατί; Γιατί;

2.

—Γιάννη, πού κίνησες να φτάσεις; ||"did you go"||reach -Johnny, where are you going?

—Στα Δυο Χωριά. -In the Two Villages.

—Κι ακόμα βρίσκεσαι ‘δώ κάτου; Πολύ μακριά! |still|you are||"down here"||far -And you're still here somewhere? Too far away!

—Εγώ πηγαίνω, όλο πηγαίνω. |I go|all|I go -I'm going, I'm always going. Τι έφταιξα ‘γώ; |What did I do?| What's my fault?

Σκιάζεται ο λόγγος και με φεύγει, γι' αυτό είμαι ‘δώ. "Is shadowed"||The woods|||is leaving|||I am|here The scholar shadows me and leaves me, that's why I'm here.

Πότε ξεκίνησα; Είναι μέρες... |started||days When did I start? It's been days...

για δυο, για τρεις... for two, for three...

Ο νους μου σήμερα δεν ξέρω, τ' είναι βαρύς. |My mind||today|||||heavy My mind today I do not know, it is heavy.

—Να μια βρυσούλα, πιε νεράκι να δροσιστείς. ||little fountain|press|little water||refresh yourself -Here's a tap, drink some water to cool yourself down.

Σκύβει να πιει νερό στη βρύση, στερεύει ευθύς. "Bends down"||drink|||faucet|runs dry immediately|immediately He bends down to drink water at the tap, it runs dry.

3.

Οι μέρες πέρασαν κι οι μήνες, φεύγει ο καιρός· ||passed|||months|is passing||time The days are gone, the months are gone, the time is gone.

στον ίδιον τόπο είν' ο Γιάννης, |same||||John in the same place is John,

κι ας τρέχει εμπρός… |||ahead ...and let him run ahead...

Να το χινόπωρο, να οι μπόρες! ||autumn|||"rain showers" Here comes autumn, here come the rains! Μα πού κλαρί; ||branch But where?

Χτυπιέται ορθός με το χαλάζι, με τη βροχή. Is struck|upright|||hailstorm|||rain He is struck upright with the hail, with the rain.

4.

—Γιάννη, γιατί έσφαξες το δέντρο το σπλαχνικό, ||"you cut down"||tree||compassionate -Yianni, why did you slaughter the tree of compassion,

που 'ριχνεν ίσκιο στο κοπάδι και στον βοσκό; |cast|shade||flock|||herdsman who cast a shadow on the herd and the shepherd?

Ο πεύκος μίλαε στον αέρα |pine tree|speaks|| The pine tree spoke to the air

–τ' ακούς; τ' ακούς;– και τραγουδούσε σαν φλογέρα στους μπιστικούς. |you hear||you hear||was singing||flute||herdsmen or shepherds -do you hear it? do you hear it?- and he sang like a flute to the Bishops.

Φρύγανο και κλαρί τού πήρες και τις δροσιές, Twig||twig||took|||dew drops Thou hast taken away the dew from him,

και το ρετσίνι του ποτάμι απ' τις πληγές. ||resin||river|||wounds and his resin rivers from the wounds.

Σακάτης ήτανε κι ολόρθος, ως τη χρονιά, Crippled but upright|he was||upright|||year He was a cripple, and he was all right till the year,

που τον εγκρέμισες για ξύλα, Γιάννη φονιά! ||"you tore down"||wood||killer for beating him up, Johnny Killer!

5.

—Τη χάρη σου, ερημοκλησάκι, την προσκυνώ. |grace||deserted little chapel||I revere -Your grace, little desert chapel, I worship

Βόηθα να φτάσω κάποιαν ώρα και να σταθώ... "Help me"||reach|some moment|some time|||stand I'd better get there some time and stand...

Η μάνα μου θα περιμένει κι έχω βοσκή... κι είχα και τρύγο... Τι ώρα να 'ναι και τι εποχή; ||||waits|||grazing||||grape harvest||time|||and||season My mother will be waiting and I have grazing... and I had also harvest... What time could it be and what season?

Ξεκίνησα το καλοκαίρι I started||summer I started in the summer

–να στοχαστείς– κι ήρθε και μ' ηύρεν ο χειμώνας μεσοστρατίς. |reflect||came|||found me||winter|"midway through" -you should think about it– and winter came and found me mid journey.

Πάλι Αλωνάρης και λιοπύρι! |July||scorching heat It's Alonaris and snowflakes again! Πότε ήρθε; Πώς; |did he/she/it come| When did he come? How?

Άγιε, σταμάτησε τον λόγγο, που τρέχει εμπρός. Holy one|stopped||forest||runs|ahead Holy One, stop the scholar, who runs forward.

Άγιε, τον δρόμο δεν τον βγάνω saint|||||"make it" Holy One, I'm not taking the road out

–με τι καρδιά;– ||heart -with what heart?-

Θέλω να πέσω να πεθάνω, εδώ κοντά. ||fall||die||nearby I want to fall down and die near here.

6.

Πέφτει σαν δέντρο απ' το πελέκι... Falls||tree|||axe It falls like a tree from the sapling...

Βογκάει βαριά. Groans heavily.|heavily He groans heavily.

Μακριά του στάθηκε το δάσος, πολύ μακριά. ||stood far|||| Far from him stood the forest, far away.

Εκεί τριγύρω ούτε χορτάρι, φωνή καμιά. |around there||grass|voice|no voice Around there, not a blade of grass, not a voice.

Στ' αγκάθια πέθανε, στον κάμπο, στην ερημιά. |"thorns"|died||plain field||wilderness He died in the thorns, in the plain, in the wilderness.