62. Και τα δέντρα πονούν
And||trees|hurt
62. And the trees ache
62. Y los árboles duelen
62. A drzewa bolą
62. И деревья болят
Εκεί κοντά ένας άνθρωπος, κρατώντας μικρό κι ελαφρό τσεκουράκι, χάραζε τα πεύκα.
|nearby|||holding a small|||lightweight|small axe|carving||the pines
Nearby a man, holding a small and light axe, was cutting the pine trees.
—Πουρναρίτης!
Pournaritis
-Purnarite!
είπαν τα παιδιά, μόλις τον είδαν.
|||as soon as||
the children said, when they saw him.
—Δεν μπορεί να είναι κακός άνθρωπος, λέει ο Μαθιός, γιατί θα έφευγε μόλις μας άκουσε.
||||bad|||||||he would leave|as soon as|us|he heard
-"He can't be a bad man," says Mathius, "because he would have left as soon as he heard us.
Ρώτησαν τότε τα παιδιά κι έμαθαν πως αυτός ο ρετσινάς έχει την άδεια του δασάρχη να μαζεύει το ρετσίνι.
They asked|then||||they learned|that|||resin collector|||permit||forest ranger||collect||
Then the children asked and learned that this resin has the permission of the forester to collect the resin.
Όταν πλησίασαν, είδαν αλήθεια με τι μεγάλη προσοχή χάραζε τ' αγαπημένα πεύκα, για να σταλάζει το ρετσίνι τους, χωρίς να πάθουν τίποτα.
|they approached||the truth||||attention|he carved||beloved||||drip||||||they suffer|
When they approached, they really saw with what great care he was carving the beloved pine trees, so that their resin would drip, without harming them.
Τους έκανε σιγά σιγά μια πολύ στενή χαραματιά.
||||||narrow|narrow opening
He slowly made them a very narrow crevice.
Ήξερε πως και τα δέντρα πονούν...
|||||hurt
He knew that trees hurt too...