40. Το μαύρο τραγάκι
|black|black beetle
40. Der schwarze Drache
40. The black dragon
40. Le dragon noir
40. Czarny smok
Ο Λάμπρος ήρθε στο μάθημα και προχτές και χτες και σήμερα.
|Lambros|came||lesson||the day before||yesterday||today
Lambros came to class the day before yesterday and yesterday and today.
Κοιτάζει το ρολόγι του κι έρχεται ταχτικά την ίδια ώρα.
looks||watch|||comes|regularly|||
He looks at his watch and comes back at the same time.
Το ρολόγι του Λάμπρου είναι μια ξερή αγριαχλαδιά.
|||Lampros|||dry|wild pear tree
Lambrou's watch is a dry wildflower.
Στις δέκα το πρωί πέφτει ο ίσκιος της απάνω στο σημάδι.
||||falls||shadow||above||mark
At ten o'clock in the morning her shadow falls on the mark.
Τότε ξεκινά ο μαθητής τρέχοντας κι έρχεται στον Δημητράκη.
|starts running||student|running||comes to||
Then the disciple starts running and comes to Demetrakis.
Δόξα σοι ο Θεός, τα γίδια την άλλη φορά τα μάζεψε εκτός από ένα.
glory|to you||||goats||next|||gathered|except for||
Thank God, he picked up all the goats next time except one.
Ένα τραγάκι, ένα μαύρο τραγάκι, δεν μπόρεσε να το βρει πουθενά.
|little goat|||little goat||couldn't|||find|anywhere
A crisper, a black crisper, he couldn't find it anywhere.
Όταν το είπε του παππού, τον έπιασε μεγάλος θυμός.
||||||caught||anger
When he told Grandfather, he was very angry.
«Να πας πίσω να μου βρεις το τραγάκι.
|you go||||find||little goat
"You go back and find me the crisper.
Ό,τι έχω κείνο το μικρό, δεν έχω όλο το κοπάδι!»
||that|||||||herd
What I have that little one, I don't have the whole herd!"
---
Ο Λάμπρος την άλλη μέρα πρωί πρωί πήγε πίσω κι άρχισε ν' ανεβαίνει πάλι όλους τους γκρεμούς.
|||next|day|morning||went|back||started||climb|again|||cliffs
The next day, first thing in the morning, Lambros went back and started climbing all the cliffs again.
Έψαξε στους θάμνους, έριξε πέτρες παντού, σφύριξε, φώναξε «τσεπ!
searched||bushes|threw stones||everywhere|whistled|called|here over here
He searched the bushes, threw stones everywhere, whistled, shouted "cheep!
τσεπ!
check!
τσεπ!», τίποτα.
check!", nothing.
Είχε απελπιστεί.
had|had despaired
He was desperate.
Τη στιγμή που κίνησε να φύγει, το τραγάκι πρόβαλε από μια πράσινη τούφα.
|the moment||started||leave||little goat|appeared|||green|tuft
The moment he moved to leave, the dragon protruded from a green tuft.
Ούτε κινήθηκε ούτε βέλαζε· μόνο τον κοίταξε.
|moved||neighed|||looked at
She neither moved nor cried; she only looked at him.
Ήταν ξεχασμένο μέσα στο άγριο κλαρί.
|forgotten|||wild|branch
It was forgotten in the wild branch.
Μια νύχτα έζησε στο πουρνάρι και στην κουμαριά και ξέχασε και κοπάδι και βοσκό.
|night|lived||bush|||strawberry tree||forgot||flock||herdsman
One night he lived in the bush and in the hayloft and forgot both flock and shepherd.
Ο Λάμπρος το κυνήγησε λίγο, το τσάκωσε από το πίσω πόδι με την γκλίτσα του, το πήρε στον ώμο και το έφερε πίσω.
|||hunted|a little||caught it|||back|leg|||crook|||took it||shoulder|and||brought it back|back
Lambros chased it a bit, caught it by the back leg with his glue, took it on his shoulder and brought it back.
---
Όταν το είδε ο Γεροθανάσης, χάρηκε, μ' όλες τις έξι χιλιάδες τα ζωντανά του.
When||||Old Thanas|he was happy|||||six thousand||livestock|
When Gerothanasis saw it, he rejoiced, with all his six thousand livestock.
Αφού το άρπαξε από τα μικρά του κέρατα και το έφερε στα γόνατά του, φώναξε τάχα σαν θυμωμένος:
||grabbed|||||horns|||brought||knees||he shouted|pretending to be||angry
After grabbing it by its little horns and bringing it to his knees, he cried out as if angry:
—Φέρε γρήγορα το μαχαίρι να το σφάξω.
Bring|quickly||knife|||slaughter it
-Get the knife quickly so I can slaughter it.
Το τραγάκι βέλαξε: «μεε... μεεεε...».
|little goat|bleated||
The dragon cried: "mee... mee... mee...".
Και το χνότο του, καθώς άνοιξε το στόμα, μοσκοβόλησε από το άγριο κλαρί.
||musk||as|opened|||smelled sweet|||wild|branch
And his breath, as he opened his mouth, smelled of wild liquor.
—Τι είπες; φώναξε ο Γεροθανάσης, σηκώνοντας το χέρι σαν να κρατούσε τάχα μαχαίρι.
||shouted|||raising|the|hand|||holding||knife
-"What did you say?" cried the old man, raising his hand as if he were holding a knife.
Να μη σε σφάξω είπες; Όχι, θα σε σφάξω, τώρα κιόλας!
|||I will kill|||||slaughter you||right now
You said not to slaughter you? No, I'm going to slaughter you, right now!
Στις μυρουδιές μού ξεχάστηκες, ε; Άγγιχτη κουμαριά μού 'θελες!
|scents|to me|you forgot|you|Untouchable|wild pear||you wanted
In the scents you forgot me, huh? You wanted my untouched medlar!
Ας είναι, ας έχεις χάρη σήμερα.
let's|is|||grace|today
Let it be, may you have grace today.
Ξέρω ‘γώ!
I know|I
I know, I do!
Θα σε σφάξω στον γάμο της Αφρόδως.
||slaughter||||Aphrodite's
I'll slaughter you at Aphrodite's wedding.
Έτσι είπε και τ' απόλυσε να πάει μαζί με τ' άλλα.
So||||let|||together|||
So he said and dismissed it to go with the others.
---
Όχι, δε θα το σφάξει ούτε στον γάμο της Αφρόδως.
||||slaughter it|nor||wedding||Aphrodite's
No, he won't even slaughter it at Aphrodite's wedding.
Ας είναι άταχτο· ξέρει όμως να κυνηγά τις ευωδιές· ξέρει να βρίσκει το άγγιχτο κλαρί.
let's||untamed|it knows|||||fragrances|knows||find||untouched branch|branch
Let it be naughty; but it knows how to chase the fragrances; it knows how to find the touching branch.
Ο Γεροθανάσης το έχει στην καρδιά του.
|||||heart|
Gerothanasis has it in his heart.
Μια μέρα φαίνεται πως θα το κάνει κεσέμι !
|day|seems|that|will|||mess
One day it looks like he's going to make it a keseimi!