×

Usamos cookies para ayudar a mejorar LingQ. Al visitar este sitio, aceptas nuestras politicas de cookie.

image

Greek Vocabulary Lessons, Learn how to use the Greek word ''παίρνω'' - YouTube

Learn how to use the Greek word ''παίρνω'' - YouTube

Αγαπητοί μαθητές γεια σας!

Στο σημερινό μάθημα, θα δώσω ορισμένες χρήσεις του ρήματος «παίρνω», καθώς πολλοί μαθητές μας το ζητάνε.

Το ρήμα «παίρνω», σημαίνει πιάνω κάτι με το χέρι μου για να το χρησιμοποιήσω,

ή αγοράζω κάτι ή παραλαμβάνω κάτι ή το φέρνω στην κατοχή μου.

Η σημασία του αλλάζει, ανάλογα με τη χρήση του.

Υπάρχουν μάλιστα και πολλές εκφράσεις και παροιμίες στις οποίες συναντούμε το

ρήμα «παίρνω» και μάλιστα σε όλους τους χρόνους και τις εγκλίσεις.

Πάμε να δούμε κάποια παραδείγματα.

«Παίρνω το τετράδιο για να γράψω ένα τηλέφωνο»,

«Πήρε το μαχαίρι κι έκοψε μια φέτα ψωμί»,

«Πήρε τα κλειδιά του κι έφυγε»

Σε αυτή την περίπτωση, σημαίνει ότι πιάνω κάτι με τα χέρια μου.

Με τον ίδιο τρόπο, μπορώ να χρησιμοποιήσω προστακτική, όπου θα προτρέπω κάποιον να πάρει κάτι με τα χέρια του.

Για παράδειγμα: «Πάρτε λίγα σοκολατάκια!» ή «Πάρε μια ασπιρίνη, αφού έχεις πονοκέφαλο!».

Τώρα, στην περίπτωση που χρησιμοποιούμε αυτό το ρήμα για να δέιξουμε ότι αγοράζουμε κάτι λέμε:

«Πήρα καινούριο κουστούμι» ή «Πρέπει να πάρουμε ψωμί, γιατί μας τελείωσε».

Εδώ το ρήμα «παίρνω» σημαίνει αγοράζω. Δηλαδή, αγόρασα καινούριο κουστούμι και πρέπει να αγοράσουμε ψωμί.

Όταν θέλουμε να δείξουμε ότι παραλαμβάνουμε κάτι λέμε: «Πήρα το γράμμα σου και χάρηκα πολύ»,

δηλαδή το παρέλαβα. Ή ακόμη, «Το πιο όμορφο δώρο που πήρα στα γενέθλιά μου, μου το έφερε η γιαγιά μου».

Το παρέλαβα από τη γιαγιά μου.

Τέλος, όταν θέλουμε να δείξουμε ότι κάτι έρχεται στην κατοχή μας, λέμε: «Οι εχθροί πήραν την πόλη και κατέστρεψαν τα σπίτια»,

δηλαδή την έκαναν δική τους ή «Του πήραν το αυτοκίνητο μέσα από το γκαράζ»,

δηλαδή του το άρπαξαν, το έκλεψαν και το έκαναν δικό τους.

Βέβαια έχουμε και πολλές παροιμίες και εκφράσεις, στις οποίες χρησιμοποιούμε το ρήμα «παίρνω». Όπως για παράδειγμα:

«Πήρε τα όρη και τα βουνά», εξαφανίστηκε δηλαδή.

«Παίρνω θάρρος» ή «Παίρνω κουράγιο», δηλαδή αποκτώ θάρρος και κουράγιο.

«Πάρε τα μπογαλάκια σου και δρόμο», δηλαδή μάζεψε τα πράγματα σου και φύγε.

Διώχνουμε κάποιο, που μας ενοχλεί η παρουσία του.

«Τον πήρα στο λαιμό μου», δηλαδή έγινα αιτία να πάθει κάποιος κακό, ή να βλάψω κάποιον.

«Θα σε πάρει και θα σε σηκώσει», όταν είμαστε πολύ θυμωμένοι με κάποιον,

τον απειλάμε ότι θα γίνουμε τόσο άγριοι, όπως ο άνεμος που παίρνει τα πάντα στο πέρασμά του.

«Παίρνα στον μεζέ», δηλαδή μπες στο νόημα, στο κεντρικό θέμα που θέλεις να συζητήσουμε.

«Δεν παιρνούν αυτά σε μένα», δηλαδή τα κόλπα σου, δεν πρόκειται να με πείσουν ή να μου αλλάξουν γνώμη.

«Του πέρασε ή Μου πέρασε», δηλαδή τα νεύρα, ή κάτι που με ενοχλούσε, τώρα πια δεν με ενοχλεί.

«Πάρε τα μάτια σου από πάνω μου», δηλαδή μη με κοιτάς, κοίταξε κάπου αλλού.

Πολύ πλούσια η ελληνική γλώσσα έτσι; Κι ακόμη, υπάρχουν άλλες τόσες εκφράσεις,

που δεν μπορούμε να πούμε σε ένα μόνο βίντεο-μάθημα.

Έχετε κι εσείς να μας πείτε παρόμοιες εκφράσεις με το ρήμα «παίρνω»;

Γράψτε τις στα σχόλια κάτω από το βίντεο και εξηγήστε τι σημαίνουν,

έτσι ώστε να καταλαβαίνουν και οι άλλοι που θα τις διαβάζουν. Τα λέμε την επόμενη φορά, μέχρι τότε, γεια χαρά!

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

Learn how to use the Greek word ''παίρνω'' - YouTube Learn how to use the Greek word ''παίρνω'' - YouTube 学习如何使用希腊文 "παίρνω"- YouTube

Αγαπητοί μαθητές γεια σας!

Στο σημερινό μάθημα, θα δώσω ορισμένες χρήσεις του ρήματος «παίρνω», καθώς πολλοί μαθητές μας το ζητάνε. |||||certain||||||||||ask In der heutigen Lektion werde ich einige Verwendungen des Verbs „bekommen“ geben, da uns viele Schüler danach gefragt haben. Nella lezione di oggi, darò alcuni usi del verbo "ottenere" poiché molti studenti ce lo hanno chiesto. В сегодняшнем уроке я приведу несколько вариантов употребления глагола "take", так как многие студенты спрашивают нас об этом.

Το ρήμα «παίρνω», σημαίνει πιάνω κάτι με το χέρι μου για να το χρησιμοποιήσω, ||||I take||||||||| Das Verb „nehmen“ bedeutet, etwas mit der Hand nehmen, um es zu benutzen, Il verbo "prendere" significa prendere qualcosa con la mano per poterlo usare, Глагол "to take" означает взять что-то рукой, чтобы использовать,

ή αγοράζω κάτι ή παραλαμβάνω κάτι ή το φέρνω στην κατοχή μου. ||||I receive||||bring||possession| oder etwas kaufen oder erhalten oder in meinen Besitz bringen. o comprare qualcosa o ricevere qualcosa o portarlo in mio possesso. Я либо покупаю что-то, либо получаю что-то, либо приношу это в свое распоряжение.

Η σημασία του αλλάζει, ανάλογα με τη χρήση του. Seine Bedeutung ändert sich je nach Verwendung. Il suo significato cambia, a seconda del suo utilizzo. Его значение меняется в зависимости от использования.

Υπάρχουν μάλιστα και πολλές εκφράσεις και παροιμίες στις οποίες συναντούμε το ||||||proverbs|||we encounter| Es gibt sogar viele Ausdrücke und Sprichwörter, in denen wir es finden Ci sono anche molte espressioni e proverbi in cui lo troviamo Есть даже множество выражений и пословиц, в которых мы находим

ρήμα «παίρνω» και μάλιστα σε όλους τους χρόνους και τις εγκλίσεις. ||||||||||moods Verb „nehmen“ und zwar in allen Zeitformen und Beugungen. verbo "prendere" e in effetti in tutti i tempi e inflessioni. Глагол "брать" и действительно во всех временах и ударениях.

Πάμε να δούμε κάποια παραδείγματα. Schauen wir uns einige Beispiele an. Diamo un'occhiata ad alcuni esempi.

«Παίρνω το τετράδιο για να γράψω ένα τηλέφωνο», ||notebook||||| "Ich nehme das Notizbuch, um ein Telefon zu schreiben", "Prendo il quaderno per scrivere un telefono"

«Πήρε το μαχαίρι κι έκοψε μια φέτα ψωμί», ||knife|||||bread "Er nahm das Messer und schnitt eine Scheibe Brot ab" "Prese il coltello e tagliò una fetta di pane"

«Πήρε τα κλειδιά του κι έφυγε» ||keys||| "Er nahm seine Schlüssel und ging" "Ha preso le chiavi e se n'è andato" "Он взял свои ключи и ушел".

Σε αυτή την περίπτωση, σημαίνει ότι πιάνω κάτι με τα χέρια μου. In diesem Fall bedeutet es, dass ich etwas mit meinen Händen ergreife. In questo caso, significa che afferro qualcosa con le mani.

Με τον ίδιο τρόπο, μπορώ να χρησιμοποιήσω προστακτική, όπου θα προτρέπω κάποιον να πάρει κάτι με τα χέρια του. |||||||imperative|||I will encourage|||||||| Auf die gleiche Weise kann ich den Imperativ verwenden, wo ich jemanden auffordern werde, etwas mit den Händen zu nehmen. Allo stesso modo, posso usare l'imperativo, dove esorto qualcuno a prendere qualcosa con le mani. Точно так же я могу использовать императив, когда призываю кого-то взять что-то руками.

Για παράδειγμα: «Πάρτε λίγα σοκολατάκια!» ή «Πάρε μια ασπιρίνη, αφού έχεις πονοκέφαλο!». ||take||||take||aspirin|||headache Zum Beispiel: "Holen Sie sich ein paar Pralinen!" oder "Nimm ein Aspirin, da hast du Kopfschmerzen!". Ad esempio: "Prendi dei cioccolatini!" o "Prendi un'aspirina, visto che hai mal di testa!". Например, "Съешь шоколадку!" или "Прими аспирин, раз у тебя болит голова!".

Τώρα, στην περίπτωση που χρησιμοποιούμε αυτό το ρήμα για να δέιξουμε ότι αγοράζουμε κάτι λέμε: ||||||||||show|||| Wenn wir nun dieses Verb verwenden, um zu zeigen, dass wir etwas kaufen, sagen wir: Ora, quando usiamo questo verbo per mostrare che stiamo comprando qualcosa, diciamo: В случае, когда мы используем этот глагол для обозначения того, что мы покупаем что-то, мы говорим:

«Πήρα καινούριο κουστούμι» ή «Πρέπει να πάρουμε ψωμί, γιατί μας τελείωσε». ||suit|||||||| "Ich habe einen neuen Anzug" oder "Wir müssen Brot holen, weil uns das Brot ausgeht." "Ho un vestito nuovo" o "Dobbiamo prendere il pane perché abbiamo finito". "У меня новый костюм" или "Нужно купить хлеб, потому что он закончился".

Εδώ το ρήμα «παίρνω» σημαίνει αγοράζω. Δηλαδή, αγόρασα καινούριο κουστούμι και πρέπει να αγοράσουμε ψωμί. Hier bedeutet das Verb „bekommen“ kaufen. Ich meine, ich habe einen neuen Anzug gekauft und wir müssen Brot kaufen. Qui il verbo "ottenere" significa comprare. Voglio dire, ho comprato un vestito nuovo e dobbiamo comprare il pane. Здесь глагол "брать" означает покупать. То есть я купил новый костюм, а нам нужно купить хлеб.

Όταν θέλουμε να δείξουμε ότι παραλαμβάνουμε κάτι λέμε: «Πήρα το γράμμα σου και χάρηκα πολύ», |||||we receive|||I received||letter|||| Wenn wir zeigen wollen, dass wir etwas erhalten haben, sagen wir: "Ich habe Ihren Brief erhalten und mich sehr gefreut", Quando vogliamo mostrare che riceviamo qualcosa diciamo: "Ho ricevuto la tua lettera e sono stato molto contento", Когда мы хотим показать, что получили что-то, мы говорим: "Я получил ваше письмо, и мне было очень приятно".

δηλαδή το παρέλαβα. Ή ακόμη, «Το πιο όμορφο δώρο που πήρα στα γενέθλιά μου, μου το έφερε η γιαγιά μου». ||I received||||||||||||||||| das heißt, ich habe es erhalten. Oder auch: "Das schönste Geschenk, das ich zu meinem Geburtstag bekommen habe, hat mir meine Großmutter gebracht." cioè, l'ho ricevuto. O ancora: "Il regalo più bello che ho ricevuto per il mio compleanno me l'ha portato mia nonna". Или даже: "Самый красивый подарок, который я получила на свой день рождения, мне привезла бабушка".

Το παρέλαβα από τη γιαγιά μου. |I received|||| Ich habe es von meiner Großmutter. L'ho preso da mia nonna. Он достался мне от бабушки.

Τέλος, όταν θέλουμε να δείξουμε ότι κάτι έρχεται στην κατοχή μας, λέμε: «Οι εχθροί πήραν την πόλη και κατέστρεψαν τα σπίτια», ||||show|||||possession||||enemies|took||||destroyed|| Wenn wir schließlich zeigen wollen, dass etwas in unseren Besitz gelangt, sagen wir: "Die Feinde haben die Stadt eingenommen und die Häuser zerstört", Infine, quando vogliamo mostrare che qualcosa sta entrando in nostro possesso, diciamo: "I nemici hanno preso la città e distrutto le case", Наконец, когда мы хотим показать, что что-то переходит в наше владение, мы говорим: "Враги взяли город и разрушили дома".

δηλαδή την έκαναν δική τους ή «Του πήραν το αυτοκίνητο μέσα από το γκαράζ», |||||||||||||garage dh sie haben es zu ihrem gemacht oder "Sie haben sein Auto aus der Garage genommen", cioè l'hanno fatta loro o "Hanno preso la sua macchina dal garage", означающий, что они сделали ее своей, или "Они забрали у него машину через гараж".

δηλαδή του το άρπαξαν, το έκλεψαν και το έκαναν δικό τους. |||they stole||stole||||| das heißt, sie schnappten es sich von ihm, stahlen es und machten es sich zu eigen. cioè glielo hanno strappato, l'hanno rubato e l'hanno fatto proprio. то есть они отняли ее у него, украли и сделали своей.

Βέβαια έχουμε και πολλές παροιμίες και εκφράσεις, στις οποίες χρησιμοποιούμε το ρήμα «παίρνω». Όπως για παράδειγμα: ||||proverbs||expressions||||||||| Natürlich haben wir auch viele Sprichwörter und Redewendungen, in denen wir das Verb „nehmen“ verwenden. Z.B: Naturalmente, abbiamo anche molti proverbi ed espressioni, in cui usiamo il verbo "prendere". Per esempio:

«Πήρε τα όρη και τα βουνά», εξαφανίστηκε δηλαδή. took to||mountains||||he disappeared| "Er nahm die Berge und die Berge", das heißt, er verschwand. "Ha preso le montagne e le montagne", cioè è scomparso. "Он взял горы и горы", то есть исчез.

«Παίρνω θάρρος» ή «Παίρνω κουράγιο», δηλαδή αποκτώ θάρρος και κουράγιο. I take|courage|||courage||I acquire|courage|| „Ich fasse Mut“ oder „Ich fasse Mut“, d.h. ich sammle Mut und Mut. "Prendo coraggio" o "prendo coraggio", ad es. ottengo coraggio e coraggio. "Я беру на себя смелость" или "Я беру на себя смелость", то есть обретаю мужество и стойкость.

«Πάρε τα μπογαλάκια σου και δρόμο», δηλαδή μάζεψε τα πράγματα σου και φύγε. Take||things|||||gather|||||leave „Take your bags and go“, also Sachen packen und los. "Prendi le valigie e vai", cioè fai le valigie e parti. "Возьми свои маленькие туфельки и иди", то есть собери свои вещи и уходи.

Διώχνουμε κάποιο, που μας ενοχλεί η παρουσία του. we drive away||||annoys||presence| Wir stoßen jemanden aus, dessen Anwesenheit uns stört. Espelliamo qualcuno la cui presenza ci infastidisce. Мы прогоняем того, чье присутствие нас беспокоит.

«Τον πήρα στο λαιμό μου», δηλαδή έγινα αιτία να πάθει κάποιος κακό, ή να βλάψω κάποιον. Him|||neck|||I became|cause||suffer|||||harm| "Ich habe ihn am Hals gepackt", d.h. ich wurde die Ursache dafür, dass jemand verletzt wurde oder jemandem Schaden zufügte. "L'ho preso per il collo", cioè sono diventato la causa del fatto che qualcuno è stato danneggiato o ha danneggiato qualcuno. "Я взял это на себя", то есть стал причиной причинения вреда кому-то или причинил кому-то боль.

«Θα σε πάρει και θα σε σηκώσει», όταν είμαστε πολύ θυμωμένοι με κάποιον, ||||||lift||||angry|| „Er wird dich hochheben und hochheben“, wenn wir auf jemanden sehr wütend sind, "Ti solleverà e ti solleverà", quando siamo molto arrabbiati con qualcuno, "Он подхватит тебя и поднимет", когда мы очень сердимся на кого-то,

τον απειλάμε ότι θα γίνουμε τόσο άγριοι, όπως ο άνεμος που παίρνει τα πάντα στο πέρασμά του. |we will become|||||wild|||wind||takes||||passing| wir drohen ihm, dass wir so wild werden wie der Wind, der alles in seinen Weg nimmt. lo minacciamo che diventeremo selvaggi come il vento che prende tutto sul suo cammino. мы угрожаем ему, что станем такими же дикими, как ветер, который уносит все на своем пути.

«Παίρνα στον μεζέ», δηλαδή μπες στο νόημα, στο κεντρικό θέμα που θέλεις να συζητήσουμε. Get into||main point||get into|||||||||discuss „Get to the meze“, also auf den Punkt kommen, zum zentralen Thema, das man besprechen möchte. "Arriva al meze", cioè arriva al punto, all'argomento centrale che vuoi discutere. "Get to the tidbit", то есть переходите к сути, к центральной теме, которую вы хотите обсудить.

«Δεν παιρνούν αυτά σε μένα», δηλαδή τα κόλπα σου, δεν πρόκειται να με πείσουν ή να μου αλλάξουν γνώμη. |get through||||||tricks|||are going to|||convince||||| "Die kriegen das nicht bei mir", also deine Tricks, werden mich nicht überzeugen oder meine Meinung ändern. "Non me li prendono", intendendo i tuoi trucchi, non mi convinceranno né mi faranno cambiare idea. "Они на меня не действуют", то есть ваши уловки не убедят меня и не изменят моего мнения.

«Του πέρασε ή Μου πέρασε», δηλαδή τα νεύρα, ή κάτι που με ενοχλούσε, τώρα πια δεν με ενοχλεί. ||||it passed|||nerves|||||used to annoy|||||bothers „Es ist ihm passiert oder mir ist es passiert“, d.h. die Nervosität, oder etwas, das mich geplagt hat, stört mich jetzt nicht mehr. "È successo a lui o è successo a me", cioè i nervi, o qualcosa che mi dava fastidio, ora non mi dà più fastidio. "Все кончено для него или все кончено для меня", то есть нервы или что-то, что раньше меня беспокоило, теперь меня больше не беспокоит.

«Πάρε τα μάτια σου από πάνω μου», δηλαδή μη με κοιτάς, κοίταξε κάπου αλλού. take||||||||||look|||elsewhere „Nimm deine Augen von mir“, d.h. sieh mich nicht an, sieh woanders hin. "Toglimi gli occhi di dosso", cioè non guardarmi, guarda da qualche altra parte. "Take your eyes off me", то есть не смотри на меня, смотри в другое место.

Πολύ πλούσια η ελληνική γλώσσα έτσι; Κι ακόμη, υπάρχουν άλλες τόσες εκφράσεις, |rich|||||||||| Die griechische Sprache ist sehr reich, nicht wahr? Und doch gibt es noch so viele andere Ausdrücke, La lingua greca è molto ricca, vero? Eppure ci sono tante altre espressioni, Греческий язык очень богат, не так ли? И в нем так много других выражений,

που δεν μπορούμε να πούμε σε ένα μόνο βίντεο-μάθημα. die wir nicht in einer einzigen Videolektion erzählen können. che non possiamo raccontare in una sola video-lezione.

Έχετε κι εσείς να μας πείτε παρόμοιες εκφράσεις με το ρήμα «παίρνω»; Haben Sie auch ähnliche Ausdrücke mit dem Verb „nehmen“ zu sagen? Anche voi avete espressioni simili con il verbo "prendere" che ci potete dire?

Γράψτε τις στα σχόλια κάτω από το βίντεο και εξηγήστε τι σημαίνουν, |||||||||explain|| Schreib sie in die Kommentare unter dem Video und erkläre, was sie bedeuten, Scrivili nei commenti sotto il video e spiega cosa significano,

έτσι ώστε να καταλαβαίνουν και οι άλλοι που θα τις διαβάζουν. Τα λέμε την επόμενη φορά, μέχρι τότε, γεια χαρά! ||to||||||||||||||||| in modo che capiscano anche gli altri che li leggeranno. Alla prossima volta, fino ad allora, evviva!