18. Συγκοινωνία με κατοικημένους τόπους
Transportation links||inhabited places|inhabited places
18\. Kommunikation mit bewohnten Orten
18. Transport to residential areas
18. Transporte a zonas residenciales
18. Transport vers les zones résidentielles
18. Transport do obszarów mieszkalnych
18. Yerleşim alanlarına ulaşım
Και τώρα έπρεπε να γίνουν οι συγκοινωνίες με τους κατοικημένους τόπους γύρω.
and|now|had to||"be established"||transportation links|with||inhabited areas|places|around
Und nun mussten sie die Verbindungen zu den bewohnten Orten in der Umgebung herstellen.
And now they had to make the connections with the inhabited places around.
Καθώς ένας άνθρωπος είναι αδύνατο να ζήσει μοναχός, έτσι κι η κοινότητα δεν μπορεί να ζήσει μόνη της.
||||impossible||live|alone|so|||community||||live alone|on its own|
As it is impossible for a man to live alone, so the community cannot live alone.
Χρειάζεται μια άλλη, για να πουλάει σ' αυτήν ή ν' αγοράζει απ' αυτή.
is needed||another one|||sell to|||||buys||
He needs another to sell to or buy from.
Να πουλήσει η δική μας δεν έχει, γιατί δε βγάζει τίποτα.
to|"to sell"|||||||not|"produce"|nothing
Ours has nothing to sell, because it makes nothing.
Πρέπει όμως ν' αγοράζει, γιατί της λείπουν τρόφιμα.
|||she must buy|because|her|are missing|food supplies
But she has to buy, because she is short of food.
Σήμερα σηκώθηκαν δέκα παιδιά να πάνε στο Μικρό Χωριό ν' αγοράσουν κότες, αυγά και κρεμμύδια.
|got up|||||||village||buy|chickens|||onions
Today ten children got up to go to the Little Village to buy chickens, eggs and onions.
Αφού ρώτησαν πρώτα πού πέφτει, μην τύχει και πάρουν άλλο δρόμο, ξεκίνησαν.
after|asked|||"is located"||"might happen"||take|another|road|started off
Nachdem sie sich vorher erkundigt haben, wo sie hinfällt, falls sie zufällig einen anderen Weg nehmen sollten, machen sie sich auf den Weg.
After asking first where it falls, in case they should happen to take another road, they set off.
Σε μισή ώρα βρήκαν μια χωριάτισσα φορτωμένη ξύλα.
|||they found|a|peasant woman|carrying|wood logs
In half an hour they found a peasant woman loaded with wood.
—Πού πέφτει, κυρά, το Μικρό Χωριό;
|falls|ma'am|||
-Where does the Little Village fall, lady?
—Από ‘δώ τραβάτε όλο ίσια.
from||go straight ahead||straight ahead
-From here you pull all straight.
—Κι ύστερα;
and|
-And then?
—Ύστερα θα βγείτε στην ξέρα και θα βρείτε τον δρόμο που πάει τον κατήφορο· από κει παρακάτω, που χωρίζει ο δρόμος, θα πάτε δεξιά.
|will|"you will come out"||reef|||find||||||downhill path|||further down||splits||||you will go|right
-Then you will come out into the ring road and find the road that goes downhill; from there, where the road divides, you will go to the right.
-Sonra çevre yoluna çıkacaksınız ve yokuş aşağı inen yolu bulacaksınız; oradan, yolun ayrıldığı yerden sağa gideceksiniz.
Τούτος είναι ο πρώτος μακρύς δρόμος που θα κάνουν.
"This"||||long||||take
This is the first long road they will take.
Τ' αφτιά τους τα είχαν τέσσερα.
the|ears|||had|four
They had four ears.
Έτσι τους είπε ο Αντρέας:
This is what Andreas told them:
—Ένας λόγος «ίσια» ή «δεξιά» έχει μεγάλη σημασία για τον οδοιπόρο.
||||right|has||importance|||traveler
—A word 'straight' or 'right' is of great importance for the traveler.
Το μάτι του πρέπει να σημαδεύει καλά τους τόπους που περνά για να μη χαθεί.
|eye||||aim at|well||||passes through|to|||get lost
His eye must mark well the places he passes through in order not to get lost.
Τα δέκα παιδιά βρήκαν ό,τι τους είπε η χωριάτισσα.
|||found|||||village woman
The ten children found what the peasant woman told them.
Ακολούθησαν τον κατηφοριαστό δρόμο, βρήκαν το χώρισμα, πήραν το δεξί μέρος.
They followed||downhill|road|they found||partition|took||right|part
They followed the downhill road, found the partition, took the right-hand side.
O δρόμος ήταν πολύ ανάποδος.
||||upside down
The road was very upside down.
Περπάτησαν μία ώρα και τέλος φάνηκε το χωριό, εκεί που τελειώνουν οι δύο γκρεμοί και σχηματίζεται κάποιο ρέμα.
They walked||||finally|appeared||village|||end the cliffs|||cliffs||is formed|a certain|stream
They walked for an hour and finally the village appeared, where the two cliffs end and a stream is formed.
Ήταν σπίτια μαζεμένα σαν ήσυχα πρόβατα κάτω από φουντωτά πλατάνια και καρυδιές.
||gathered together||quietly|sheep|under||lush|plane trees||walnut trees
There were houses gathered like quiet sheep under tufted plane trees and walnut trees.
Μισή ώρα πριν φτάσουν, άκουσαν φιλονικία.
|||arrive||argument
Half an hour before they arrived, they heard an argument.
Είδαν έναν γέρο κι έναν άλλο χωριανό να φιλονικούν για τον δρόμο που ήταν χαλασμένος.
||old man|||another|villager||arguing||||||broken
They saw an old man and another villager arguing over the road that was broken.
—Είναι ή δεν είναι δρόμος της κοινότητας; έλεγε ο γέρος.
|||||||||the old man
-"Is it or is it not a community road?" said the old man.
—Είναι.
-It is.
—Αφού τον έχω δρόμο κι εγώ και συ, αφού είναι και για το δικό σου και για το δικό μου ζώο και πάει στα χωράφια όλων μας, δεν πρέπει λοιπόν εμείς να τον διορθώσουμε στο χαλασμένο μέρος;
since|||road|||||since, as, because||||||||||||animal||||fields|everyone's|us||must|therefore|we|||fix||broken|broken part
-"Since I have a way and you have a way, since it is for your animal and mine and it goes in all our fields, shouldn't we fix it in the broken place?
—Να τον φτιάξουν οι απάνω χωριανοί.
||"fix him up"||the upper villagers|villagers from above
-Let the villagers upstairs fix it.
Τι μου κάθονται;
What||"are they doing"
Worauf sitzen Sie?
What are you sitting on?
—Εκείνοι δούλεψαν προχτές στη βρύση και θα κάνουν άλλες κοινοτικές δουλειές μεθαύριο.
|worked|the day before yesterday|||||do||community-related|work tasks|The day after tomorrow
-They worked on the tap the day before yesterday and will be doing other community work the day after tomorrow.
Σήμερα εμείς, αύριο κείνοι, γιατί να μαλώνουμε;
|||they|||quarrel
Today us today, tomorrow them, why should we fight?
—Όχι, θα 'ρθουν αυτοί να δουλέψουν!
||come|||work
-No, they're coming to work!
—Είσαι ζαβός, Παναγή, φώναξε ο γέρος.
|crazy|Panagi (a name)|||
-"You are a zabos, Panagi," the old man shouted.
Να, εσύ δεν αφήνεις το χωριό σε ομόνοια.
|||"leave"||||harmony
Well, you're not leaving the village in harmony.
Και τράβηξε τον κατήφορο θυμωμένος.
And|"went down"||downhill path|angrily
And he went downhill in anger.
O γέρος αυτός θα ήταν, φαίνεται, ο προεστός του χωριού.
||||would be|it seems||village elder||of the village
This old man would have been, it seems, the chief of the village.