×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.

image

LingQ Mini Stories, 44 - Αυτή είναι η ιστορία του Μαρίνου

Αυτή είναι η ιστορία του Μαρίνου:

A) Ο Μαρίνος ζει μόνος σε ένα μικρό διαμέρισμα.

Πρέπει να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού μόνος.

Αλλά δουλεύει πολύ, έτσι ποτέ δεν έχει χρόνο να καθαρίσει.

Η μπουγάδα και τα πιάτα του είναι πάντα βρώμικα.

Σήμερα, προσπαθεί να ντυθεί για δουλειά.

Αλλά δεν έχει καθόλου καθαρές κάλτσες.

Έχει μόνο λίγο χρόνο πριν αρχίσει η δουλειά.

Θα μπορούσε να προσπαθήσει να τις πλύνει.

Συνειδητοποιεί ότι, αν πάει σε ένα κατάστημα πριν την δουλειά, θα μπορούσε να αγοράσει μερικές καινούριες κάλτσες.

Αντί αυτού,αποφάσισε να δοκιμάσει να πλύνει όλα του τα ρούχα μετά την δουλειά σήμερα.

Ο Μαρίνος διηγείται τώρα την ιστορία του:

B) Ζούσα μόνος σε ένα μικρό διαμέρισμα.

Έπρεπε να κάνω όλες τις δουλειές του σπιτιού μόνος.

Αλλά δούλευα πολύ, έτσι ποτέ δεν είχα χρόνο να καθαρίσω.

Η μπουγάδα και τα πιάτα μου ήταν πάντα βρώμικα.

Σήμερα, προσπαθούσα να ντυθώ για δουλειά.

Αλλά δεν είχα καθόλου καθαρές κάλτσες.

Είχα μόνο λίγο χρόνο πριν αρχίσει η δουλειά.

Συνειδητοποίησα ότι, αν πήγαινα σε ένα μαγαζί πριν την δουλειά, θα μπορούσα να αγοράσω μερικές καινούριες κάλτσες.

Αντί αυτού,αποφάσισα να δοκιμάσω να πλύνω όλα μου τα ρούχα μετά την δουλειά σήμερα.

Προσπάθησε να απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις:

Ερωτήσεις:

A) 1) Ο Μαρίνος ζει μόνος σε ένα μικρό διαμέρισμα.

Ζει ο Μαρίνος με κάποιον?

Όχι, ο Μαρίνος δεν ζει με κανέναν.

Ζει μόνος σε ένα μικρό διαμέρισμα.

2) Ο Μαρίνος ποτέ δεν έχει χρόνο για να καθαρίσει.

Έχει ο Μαρίνος ποτέ χρόνο για να καθαρίσει?

Όχι, ο Μαρίνος δεν έχει ποτέ χρόνο για να καθαρίσει.

3) Ο Μαρίνος προσπαθεί να ντυθεί για δουλειά.

Τι προσπαθεί να κάνει ο Μαρίνος?

Ο Μαρίνος προσπαθεί να ντυθεί για δουλειά.

4) Ο Μαρίνος έχει μόνο λίγο χρόνο πριν αρχίσει η δουλειά.

Πόσο χρόνο έχει ο Μαρίνος πριν αρχίσει η δουλειά?

Έχει μόνο λίγο χρόνο πριν αρχίσει η δουλειά.

B) 5) Ο Μαρίνος έπρεπε να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού.

Πόσες δουλειές του σπιτιού έπρεπε να κάνει ο Μαρίνος?

Ο Μαρίνος έπρεπε να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού.

6) Η μπουγάδα και τα πιάτα του Μαρίνου ήταν πάντα βρώμικα.

Τι ήταν πάντα βρώμικο?

Η μπουγάδα και τα πιάτα του Μαρίνου ήταν πάντα βρώμικα.

7) Ο Μαρίνος δεν είχε καθόλου καθαρές κάλτσες για να φορέσει στην δουλειά.

Τι δεν είχε ο Μαρίνος?

Δεν είχε καθόλου καθαρές κάλτσες για να φορέσει στην δουλειά.

8) Ο Μαρίνος αποφάσισε να πάει στο κατάστημα πριν αρχίσει την δουλειά.

Πότε αποφάσισε ο Μαρίνος ότι θα πήγαινε στο κατάστημα?

Ο Μαρίνος αποφάσισε να πάει στο κατάστημα πριν αρχίσει η δουλειά.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

Αυτή είναι η ιστορία του Μαρίνου: |||||Marin This|is|the|story|of|Marino |||||Marinos Hier ist die Geschichte von Marino: This is Marinos's story: Aquí está la historia de Marino: Voici l'histoire de Marino: Questa è la storia di Marino: これはマリノの物語です: 이것이 마리노의 이야기입니다. Dit is het verhaal van Marinos : Aqui está a história de Marino: Aceasta este povestea lui Marino: Вот история Маринос : 这是马里诺的故事:

A) Ο Μαρίνος ζει μόνος σε ένα μικρό διαμέρισμα. ||Marinos|vit|seul||||appartement |The|Marinos|lives|alone|in|a|small|apartment ||Marinos|lebt|allein|||klein|Apartment A) Marino lebt alleine in einer kleinen Wohnung. A) Marinos lives alone in a small apartment. A) Marino vive solo en un pequeño apartamento. A) Marino habite seul dans un petit appartement. A) Marinos vive da solo in un piccolo appartamento. A ) マーティン は 小さな アパート に 一 人 で 住んで います 。 A) 마틴은 작은 아파트에 혼자 삽니다. A) Marinos woont alleen in een klein appartement. A) Marino vive sozinho em um pequeno apartamento. А) Маринос живёт один в маленькой квартире. A)马丁 自己 住 在 一个 小 公寓 里 。

Πρέπει να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού μόνος. |||||tâches||maison|seul muss|||alle||Arbeiten|des|Haus|allein He must|(particle for subjunctive mood)|do|all|the|chores|his|house|alone Er muss die ganze Hausarbeit alleine machen. He has to do all the housework alone. Él tiene que hacer solo todas las tareas domésticas. Il doit faire toutes les tâches ménagères tout seul. Deve fare tutti i lavori di casa da solo. 彼 は 家 の こと は すべて 自分 で しなければ なりません 。 그는 모든 집안일을 혼자 해야 합니다. Hij moet alleen het huishouden doen. Ele tem que fazer todo o trabalho doméstico sozinho. Ему приходится делать всю домашнюю работу одному. 他 要 自己 做 所有 的 家务活 。

Αλλά δουλεύει πολύ, έτσι ποτέ δεν έχει χρόνο να καθαρίσει. ||||jamais|||||nettoyer aber|arbeitet|viel|deshalb|nie||hat|Zeit||sauber machen But|he works|a lot|so|never|not|has|time|to|clean Aber er arbeitet sehr viel, so dass er nie Zeit hat zu putzen. But he works a lot, so he never has time to clean. Pero él trabaja mucho, por lo que nunca tiene tiempo para limpiar. Mais il travaille beaucoup, alors il n'a jamais le temps de faire le ménage. Ma lavora molto e non ha mai tempo di pulire. しかし 彼 は 仕事 が たくさん あり 、 掃除 する 時間 が ありません 。 그러나 그는 많은 일을 하기 때문에, 청소할 시간이 전혀 없습니다. Maar hij werkt veel, dus heeft hij nooit tijd om op te ruimen. Mas ele trabalha muito, então ele nunca teve tempo de limpar. Но он много работает, поэтому у него никогда нет времени на уборку. 但是 他 工作 很 忙 , 从来 没有 时间 打扫 。

Η μπουγάδα και τα πιάτα  του είναι πάντα βρώμικα. |linge|||vaisselle||||sales The|laundry|and|the|dishes|his|are|always|dirty |Wäsche|||Geschirr||||schmutzig Seine Wäsche und sein Geschirr sind immer schmutzig. His laundry and dishes are always dirty. Su ropa y los platos están siempre sucios. Ses vêtements et sa vaisselle sont toujours sales. Il suo bucato e i suoi piatti sono sempre sporchi. 彼 の 衣類 や お 皿 は いつも 汚れて います 。 그의 빨래와 그릇들은 항상 더럽습니다. Zijn was en afwas zijn altijd vies. Jego pranie i naczynia są zawsze brudne. Suas roupas e a louça sempre estão sujas. Его бельё и посуда всегда грязные. 他 的 衣服 和 盘子 总是 脏 的 。

Σήμερα, προσπαθεί να ντυθεί για δουλειά. |essaie||s'habiller|| heute|||sich anziehen|| Today|he/she tries|to|dress|for|work Heute versucht er sich gerade zur Arbeit anzukleiden. Today, he is trying to get dressed for work. Hoy, él está tratando de alistarse para el trabajo. Aujourd'hui, il veut s'habiller pour le travail. Oggi sta cercando di vestirsi per andare al lavoro. 今日 、 彼 は 仕事 の ため に きちんと した 服 に 着替えよう と して います 。 오늘 그는 출근하기 위해 옷을 입으려고 합니다. Vandaag probeert hij zich aan te kleden voor zijn werk. Hoje, ele está tentando se vestir para o trabalho. Сегодня он пытается одеться на работу. 今天 , 他 想 找件 上班 的 衣服 。

Αλλά δεν έχει καθόλου καθαρές κάλτσες. |||du tout|propres|chaussettes But|not|has|at all|clean|socks |||überhaupt|saubere|Socken Aber er hat keine frischen Socken mehr. But he doesn't have any clean socks. Pero él no tiene calcetines limpios. Mais il n'a pas de chaussettes propres. Ma non ha alcun calzino pulito. しかし 彼 は きれいな 靴下 が ありません 。 그러나 그에게는 깨끗한 양말이 하나도 없었습니다. Maar hij heeft geen schone sokken. Mas ele não tem meias limpas. Но у него нет чистых носков. 但是 他 没有 任何 干净 的 袜子 了 。

Έχει μόνο λίγο χρόνο πριν αρχίσει η δουλειά. |seulement||||commence|| He has|only|little|time|before|starts|the|work ||wenig|||beginnt|| Er hat nur noch wenig Zeit bis zum Arbeitsbeginn. He only has a little time before work starts. Él tiene solo un poco tiempo antes de que comience el trabajo. Il n'a que peu de temps avant le début de son travail. Ha solo un po' di tempo prima che inizi a lavorare. 彼 は 仕事 前 に 少し しか 時間 が ありません 。 일이 시작하기 전까지 그에게는 약간의 시간 밖에 없습니다. Hij heeft even de tijd voordat zijn werk begint. Ele tem pouco de tempo antes do início do trabalho. У него очень мало времени перед началом работы. 他 的 上班时间 就要 到 了 。

Θα μπορούσε να προσπαθήσει να τις πλύνει. |pourrait||essayer|||laver would|could||try||them|wash |könnte||versuchen|||waschen Er könnte versuchen sie zu waschen. He could try to wash them. Él podría tratar de lavarlos. Il pourrait essayer de les laver. Potrebbe provare a lavarli. 彼 は 靴下 を 洗おう と しました 。 그는 양말을 씻어볼 수 있습니다. Hij kan ze proberen te wassen. Ele poderia tentar lavá-las. Он мог бы попытаться постирать их. 他 可以 试着 洗 袜子 。

Συνειδητοποιεί ότι, αν πάει σε ένα κατάστημα πριν την δουλειά, θα μπορούσε να αγοράσει μερικές καινούριες κάλτσες. il réalise|||||||||||||||nouvelles| er/sie/es realisiert|||||||||||||||| He realizes|that|if|he goes|to|a|store|before|the|work|he will|could|to|buy|some|new|socks Er bemerkt, dass, wenn er vor der Arbeit in einen Laden ginge, er neue Socken kaufen könnte. He realizes that if he goes to a store before work, he could buy some new socks. Él se da cuenta de que si va a una tienda antes de ir al trabajo, podría comprar algunos calcetines nuevos. Il se rend compte que si il va dans un magasin avant le travail, il pourra acheter de nouvelles chaussettes. Si rende conto che se andasse in un negozio prima di andare al lavoro potrebbe comprare dei nuovi calzini. 彼 は 仕事 前 に お 店 に 行けば 、 新しい 靴下 を 買う こと が できる と も 気づきます 。 그는 출근 전 상점에 간다면 새 양말을 살 수 있다는 것을 알게 됩니다. Hij realiseert zich dat als hij voor zijn werk naar de winkel gaat,hij nieuwe sokken kan kopen. Ele percebe que se ele for uma loja antes do trabalho, ele poderia comprar algumas meias novas. Он понимает, что если бы он зашёл в магазин перед работой, то он мог бы купить новые носки. Hon inser att om hon går till affären före jobbet kan hon köpa några nya strumpor. 他 意识 到 如果 他 上班 前去 商店 ,他 可以 买 一些 新 袜子 。

Αντί αυτού,αποφάσισε να δοκιμάσει να πλύνει όλα του τα ρούχα μετά την δουλειά σήμερα. au lieu de|de lui|a décidé||essayer||laver|||||après||| Instead|of him|he decided|to|try|to|wash|all|his|the|clothes|after|the|work|today ||||probieren||waschen|||||||| Vielmehr entscheidet er sich, heute nach der Arbeit zu versuchen, alle seine Kleider zu waschen. Instead, he decides to trying washing all his clothes after work today. Sin embargo, él decide intentar lavar toda su ropa hoy después del trabajo. Sen sijaan hän päätti yrittää pestä kaikki vaatteensa tänään töiden jälkeen. À la place, il décide d'essayer de laver tous ses vêtements après le travail aujourd'hui. Invece, decide di provare a lavare tutti i suoi vestiti, oggi, dopo il lavoro. さらに 、 彼 は 今日 仕事 終わり に すべて の 洋服 を 洗おう と 決めて います 。 대신에, 그는 오늘 일이 끝나면 모든 옷들을 세탁하기로 결정합니다. In plaats daarvan besluit hij om na zijn werk al zijn kleren te wassen. Em vez disso, ele decide tentar lavar todas as suas roupas depois do trabalho hoje. Вместо этого он решает попытаться постирать всю свою одежду сегодня после работы. Istället bestämde han sig för att försöka tvätta alla sina kläder efter jobbet idag. 他 而是 决定 今天 下班 后 试着 洗 他 所有 的 衣服 。

Ο Μαρίνος διηγείται τώρα την ιστορία του: The|Marinos|tells|now|the|story|his Marinos erzählt jetzt seine Geschichte: Marinos now tells his story: Esta es la misma historia contada por Marino . Marinos raconte maintenant son histoire: Marinos ora racconta la sua storia: マリノスは今彼の物語を語ります: 마리노스는 이제 자신의 이야기를 들려줍니다. Marinos vertelt nu zijn verhaal: Marinos agora está contando sua história: Маринос теперь рассказывает свою историю: 马里诺斯现在讲他的故事:

B) Ζούσα μόνος σε ένα μικρό διαμέρισμα. |je vivais||||| |lebte||||| |I lived|alone|in|a|small|apartment B) Ich lebte alleine in einer kleinen Wohnung. B) I lived alone in a small apartment. B) Yo vivía solo en un apartamento pequeño. B) J'habitais tout seul dans un petit appartement. B) Ho vissuto da solo in un piccolo appartamento. B ) 私 は 小さな アパート に 一 人 で 住んで いました 。 B) 저는 작은 아파트에 혼자 살았습니다. B) Ik woonde alleen in een klein appartement. B) Mieszkałem sam w małym mieszkaniu. B) Eu vivia sozinho em um pequeno apartamento. Б) Я жил один в маленькой квартире. B)我 自己 住 在 一个 小 公寓 里 。

Έπρεπε να κάνω όλες τις δουλειές του σπιτιού μόνος. I had to|to|do|all|the|chores|of|house|alone Ich musste die ganze Hausarbeit alleine machen. I had to do all the housework alone. Yo tenía que hacer todas las tareas domésticas solo. Je devais faire toutes les tâches ménagères tout seul. Dovevo fare tutti i lavori di casa da solo. 私 は 家 の こと は すべて 自分 で しなければ なりません でした 。 저는 모든 집안일을 혼자 해야 했습니다. Ik moest alleen het huishouden doen. Wszystkie prace domowe musiałem wykonać sam. Eu tinha que fazer todo o trabalho doméstico sozinho. Мне приходилось делать всю домашнюю работу одному. 我要 自己 做 所有 的 家务活 。

Αλλά δούλευα πολύ, έτσι ποτέ δεν είχα χρόνο να καθαρίσω. |je travaillais||||||||nettoyer But|I worked|a lot|so|never|not|I had|time|to|clean |arbeitete||||||||putzen Allerdings arbeitete ich sehr viel, sodass ich niemals Zeit hatte zum Putzen. But I worked a lot, so I never had time to clean. Pero trabajé mucho, así que nunca tuve tiempo para limpiar. Mais je travaillais beaucoup, je n'avais jamais le temps de faire le ménage. Ma lavoravo molto e così non avevo molto tempo per pulire. しかし 私 は 仕事 が たくさん あり 、 掃除 する 時間 が ありません でした 。 그러나 저는 많은 일을 하기 때문에, 청소할 시간이 전혀 없었습니다. Maar ik werkte veel, dus had ik nooit tijd om op te ruimen. Ale ciężko pracowałem, więc nigdy nie miałem czasu na sprzątanie. Mas eu trabalhava muito, então eu nunca tinha tempo de limpar. Но я много работал, поэтому у меня никогда не было времени на уборку. 但是 我 工作 很 忙 , 从来 没有 时间 打扫 。

Η μπουγάδα και τα πιάτα μου ήταν πάντα βρώμικα. The|laundry|and|the|dishes|my|were|always|dirty Meine Wäsche und mein Geschirr waren immer schmutzig. My laundry and dishes were always dirty. Mi ropa y los platos siempre estaban sucios. Mes vêtements et ma vaisselle étaient toujours sales. Il mio bucato e I piatti erano sempre sporchi. 私 の 衣類 や お 皿 は いつも 汚れて いました 。 저의 빨래와 그릇들은 항상 더러웠습니다. Mijn was en afwas waren altijd vies. Moje pranie i naczynia były zawsze brudne. Minhas roupas e a louça sempre estavam sujas. Моё бельё и посуда всегда были грязными. 我 的 衣服 和 盘子 总是 脏 的 。

Σήμερα, προσπαθούσα να ντυθώ για δουλειά. |||m'habiller|| Today|I was trying|to|get dressed|for|work |||sich anziehen|| Heute versuchte ich gerade mich für die Arbeit anzukleiden. Today, I was trying to get dressed for work. Hoy yo estaba tratando de alistarme para el trabajo. Aujourd'hui, j'essayais de m'habiller pour mon travail. Un giorno, stavo cercando di vestirmi per andare a lavoro. 今日 、 私 は 仕事 の ため に きちんと した 服 に 着替えよう と しました 。 오늘 저는 출근하기 위해 옷을 입으려고 했습니다. Vanochtend probeerde ik me aan te kleden voor mijn werk. Dzisiaj próbowałam się ubrać do pracy. Hoje, eu estava tentando me vestir para o trabalho. Сегодня я пытался одеться на работу. 今天 , 我 想 找件 上班 的 衣服 。

Αλλά δεν είχα καθόλου καθαρές κάλτσες. But|not|I had|at all|clean|socks Aber ich hatte keine frischen Socken. But I didn't have any clean socks. Pero no tenía calcetines limpios. Mais je n'avais pas de chaussettes propres. Ma non avevo alcun calzino pulito. しかし 私 は きれいな 靴下 が ありません でした 。 그러나 저에게는 깨끗한 양말이 하나도 없었습니다. Maar ik had geen schone sokken. Ale nie miałam czystych skarpetek. Mas eu não tinha meias limpas. Но у меня не было чистых носков. 但是 我 没有 任何 干净 的 袜子 了 。

Είχα μόνο λίγο χρόνο πριν αρχίσει η δουλειά. I had|only|little|time|before|started|the|work Ich hatte nur wenig Zeit bis zum Arbeitsbeginn. I only had a little time before work started. Tenía solo un poco de tiempo antes de que comenzara el trabajo. J'avais seulement un peu de temps avant mon travail. Avevo solo un po' di tempo prima che il lavoro iniziasse. 私 は 仕事 前 に 少し しか 時間 が ありません でした 。 일이 시작하기 전까지 저에게는 약간의 시간 밖에 없었습니다. Ik had even de tijd voordat mijn werk begon. Miałem niewiele czasu na rozpoczęcie pracy. Eu só tinha um pouco de tempo antes do início do trabalho. У меня было очень мало времени перед началом работы. 我 的 上班时间 就要 到 了 。

Συνειδητοποίησα ότι, αν πήγαινα σε ένα μαγαζί πριν την δουλειά, θα μπορούσα να αγοράσω μερικές καινούριες κάλτσες. j'ai réalisé||||||magasin|||||pourrais||||| ich habe realisiert||||||Laden||||würde|||||| I realized|that|if|I went|to|a|store|before|the|work|I would|be able to|to|buy|some|new|socks Ich bemerkte, dass, wenn ich vor der Arbeit in einen Laden ginge, ich neue Socken kaufen könnte. I realized that if I went to a store before work, I could buy some new socks. Me di cuenta de que si iba a una tienda antes de ir al trabajo, podría comprar algunos calcetines nuevos. Je me suis rendu compte que si j'allais dans un magasin avant le travail, Je pourrais acheter de nouvelles chaussettes. Mi resi conto che se fossi andato in un negozio prima di andare al lavoro, Avrei potuto comprare dei nuovi calzini. 私 は 仕事 前 に お 店 に 行けば 、 新しい 靴下 を 買う こと が できる と も 気づきました 。 출근 전에 가게에 가면 새 양말을 살 수 있다는 것을 깨달았습니다. Ik realiseerde me dat als ik voor mijn werk naar de winkel zou gaan,ik nieuwe sokken kon kopen. Zdałem sobie sprawę, że gdybym poszedł do sklepu przed pracą, mógłbym kupić nowe skarpetki. Eu percebi que se eu fosse a uma loja antes do trabalho, Eu poderia comprar algumas meias novas. Я понял, что если бы зашёл в магазин перед работой, то мог бы купить новые носки. 我意识到,如果我上班前去一家商店,我可以买一些新袜子。

Αντί αυτού,αποφάσισα να δοκιμάσω να πλύνω όλα μου τα ρούχα μετά την δουλειά σήμερα. ||||probieren||waschen|||||||| Instead|of that|I decided|to|try|to|wash|all|my|the|clothes|after|the|work|today ||||||laver|||||||| Vielmehr entschied ich, zu versuchen, meine Wäsche heute nach der Arbeit zu waschen. Instead, I decided to trying washing my clothes after work today. Sin embargo, yo decidí intentar lavar mi ropa después del trabajo hoy. Sen sijaan päätin kokeilla pestä kaikki vaatteeni tänään töiden jälkeen. À la place, j'ai décidé d'essayer de laver tous mes vêtements après le travail aujourd'hui. Invece, decisi di provare a lavare tutti I miei vestiti lo stesso giorno, dopo il lavoro. さらに 、 私 は 今日 仕事 終わり に すべて の 洋服 を 洗おう と 決めて いました 。 대신 오늘 퇴근 후 모든 옷을 세탁하기로 결정했습니다. In plaats daarvan besloot ik om na mijn werk al mijn kleren te wassen. Em vez disso, decidi tentar lavar minhas roupas depois do trabalho hoje. Вместо этого я решил попытаться постирать всю свою одежду сегодня после работы. 取而代之的是,我决定今天下班后洗所有衣服。

Προσπάθησε να απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις: essaie|||||| Try|to|answer|to|these|the|questions Versuchen Sie, diese Fragen zu beantworten: Try to answer these questions: Intenta responder estas preguntas: Essayez de répondre à ces questions: Prova a rispondere a queste domande: 次の質問に答えてみてください。 다음 질문에 답해보십시오. Probeer deze vragen te beantwoorden: Tente responder a estas perguntas: Попробуйте ответить на эти вопросы: 尝试回答以下问题:

Ερωτήσεις: Questions Fragen: Questions: Preguntas: Questions: Domande: 質問 : 질문 : Vragen: Questões: Вопросы. 问题 :

A) 1) Ο Μαρίνος ζει μόνος σε ένα μικρό διαμέρισμα. |||lebt||||| A|The|Marinos|lives|alone|in|a|small|apartment A) 1) Marino lebt alleine in einer kleinen Wohnung. A) 1) Marinos lives alone in a small apartment. A) 1) Marino vive solo en un apartamento pequeño. A) 1) Marino habite seul dans un petit appartement. A) 1) Marinos vive da solo in un piccolo appartamento. A) 1) マーティン は 小さな アパート に 一 人 で 住んで います 。 A) 1) 마틴은 작은 아파트에 혼자 삽니다. A) 1) Marinos woont alleen in een klein appartement. A) 1) Marino vive sozinho em um pequeno apartamento. А) 1) Маринос живёт один в маленькой квартире. A)1) 马丁 自己 住 在 一个 小 公寓 里 。

Ζει ο Μαρίνος με κάποιον? ||||quelqu'un Does live|the|Marinos|with|someone ||||jemandem Lebt Marino mit jemandem zusammen? Does Marinos live with someone? ¿Marino vive con alguien? Marino habite-il avec quelqu'un ? Marinos vive con qualcuno? マーティン は 何 人 か と 住んで います か ? 마틴은 누군가와 함께 삽니까? Woont Marinos samen? Marino vive com alguém? Маринос живёт с кем-то? 马丁 和 别人 住 吗 ?

Όχι, ο Μαρίνος δεν ζει με κανέναν. ||||||personne No|the|Marinos|does not|lives|with|anyone ||||||niemandem Nein, Marino lebt nicht mit jemandem zusammen. No, Marinos doesn't live with anyone. No, Marino no vive con nadie. Non, Marino n'habite avec personne. No, Marinos non vive con qualcuno. いいえ 、 マーティン は 誰 と も 一緒に 住んで いません 。 아니요, 마틴은 아무랑도 함께 살지 않습니다. Nee, Marinos woont niet samen. Não, Marino não vive com ninguém. Нет, Маринос ни с кем не живёт. 不 , 马丁 不 和 别人 住 。

Ζει μόνος σε ένα μικρό διαμέρισμα. He lives|alone|in|a|small|apartment Er lebt alleine in einer kleinen Wohnung. Does Marinos live with someone? Él vive solo en un apartamento pequeño. Il habite seul dans un petit appartement. Vive da solo in un piccolo appartamento. 彼 は 小さな アパート に 一 人 で 住んで います 。 그는 작은 아파트에 혼자 삽니다. Hij woont alleen in een klein appartement. Ele vive sozinho em um pequeno apartamento. Он живёт один в маленькой квартире. 他 自己 住 在 一个 小 公寓 里 。

2) Ο Μαρίνος ποτέ δεν έχει χρόνο για να καθαρίσει. ||nie||||||putzen The|Marinos|never|not|has|time|to|(particle for infinitive)|clean 2) Marino hat niemals Zeit zum Putzen. 2) Marinos never has any time to clean. 2) Marino nunca tiene tiempo para limpiar. 2) Marino n'a jamais le temps de faire le ménage. 2) Marinos non ha mai tempo per pulire. 2) マーティン は 掃除 を する 時間 が ありません 。 2) 마틴은 청소할 시간이 전혀 없습니다. 2) Marinos heeft nooit tijd om op te ruimen. 2) Marino nunca tinha tempo para limpeza. 2) У Маринос вечно нет времени на уборку. 2) 马丁 从来 没有 时间 打扫 。

Έχει ο Μαρίνος ποτέ χρόνο για να καθαρίσει? |||jamais||||nettoyer Does he have|the|Marinos|ever|time|to|(particle for subjunctive)|clean |||nie|||| Hat Marino jemals Zeit zum Putzen? Does Marinos ever have time to clean? ¿Tiene Marino tiempo para limpiar? Marino a-t-il le temps de faire le ménage ? Marinos ha mai tempo per pulire? マーティン は 掃除 を する 時間 が あります か ? 마틴은 청소할 시간이 있습니까? Heeft Marinos ooit tijd om op te ruimen? Marino tinha tempo para limpeza? У Маринос есть время на уборку? 马丁 有 时间 打扫 吗 ?

Όχι, ο Μαρίνος δεν έχει ποτέ χρόνο για να καθαρίσει. No|the|Marinos|not|has|ever|time|to|(particle)|clean Nein, Marino hat niemals Zeit zum Putzen. No, Marinos never has any time to clean. No, Marino nunca tiene tiempo para limpiar. Non, Marino n'a jamais le temps de faire le ménage. No, Marinos non ha mai tempo per pulire. いいえ 、 マーティン は 掃除 を する 時間 が ありません 。 아니요, 마틴은 청소할 시간이 전혀 없습니다. Nee, Marinos heeft nooit tijd om op te ruimen. Não, Marino nunca tem tempo para limpeza. У Маринос никогда нет времени на уборку. 不 , 马丁 从来 没有 时间 打扫 。

3) Ο Μαρίνος προσπαθεί να ντυθεί για δουλειά. ||||anzuziehen|| The|Marinos|tries|to|dress|for|work 3) Marino versucht sich für die Arbeit anzukleiden. 3) Marinos is trying to get dressed for work. 3) Marino está tratando de alistarse para el trabajo. 3) Marino veut s'habiller pour le travail. 3) Marinos sta cercando di vestirsi per andare a lavoro. 3) マーティン は 仕事 の ため に きちんと した 服 に 着替えよう と して います 。 3) 마틴은 출근하기 위해 옷을 입으려고 합니다. 3) Marinos probeert zich aan te kleden voor zijn werk. 3) Marino está tentando se vestir para o trabalho. 3) Маринос пытается одеться на работу. 3) 马丁 想 找件 上班 的 衣服 。

Τι προσπαθεί να κάνει ο Μαρίνος? What|is trying|to|do|the|Marinos Was versucht Marino zu tun? What is Marinos trying to do? ¿Qué está tratando de hacer Marino ? Qu'est-ce que veut faire Marino ? Cosa sta cercando di fare Marinos? マーティン は 何 を しよう と して います か ? 마틴은 무엇을 하려고 합니까? Wat probeert Marinos ? O que Marino está tentando fazer? Что пытается сделать Маринос ? 马丁 想 做 什么 ?

Ο Μαρίνος προσπαθεί να ντυθεί για δουλειά. The|Marinos|tries|to|dress|for|work Marino versucht sich für die Arbeit anzukleiden. Marinos is trying to get dressed for work. Marino está tratando de alistarse para el trabajo. Marino veut s'habiller pour le travail. Marinos sta cercando di vestirsi per andare a lavoro. マーティン は 仕事 の ため に きちんと した 服 に 着替えよう と して います 。 마틴은 출근하기 위해 옷을 입으려고 합니다. Marinos probeert zich aan te kleden voor zijn werk. Marino está tentando se vestir para o trabalho. Маринос пытается одеться на работу. 马丁 想 找件 上班 的 衣服 。

4) Ο Μαρίνος έχει μόνο λίγο χρόνο πριν αρχίσει η δουλειά. The|Marinos|has|only|little|time|before|starts|the|work 4) Marino hat nur wenig Zeit bis zum Arbeitsbeginn. 4) Marinos only has a little time before work starts. 4) Marino solo tiene un poco de tiempo antes de que comience el trabajo. 4) Marino n'a que peu de temps avant le début de son travail. 4) Marinos ha solo un po' di tempo prima di iniziare a lavorare. 4) マーティン は 仕事 前 に 少し しか 時間 が ありません 。 4) 일이 시작하기 전까지 마틴에게는 약간의 시간 밖에 없습니다. 4) Marinos heeft even de tijd voordat zijn werk begint. 4) Marino só tem pouco tempo antes do início do trabalho. 4) У Маринос мало времени перед началом работы. 4) 马丁 的 上班时间 就要 到 了 。

Πόσο χρόνο έχει ο Μαρίνος πριν αρχίσει η δουλειά? How much|time|has|the|Marinos|before|starts|the|work Wieviel Zeit hat Marino vor dem Arbeitsbeginn? How much time does Marinos have before work starts? ¿Cuánto tiempo tiene Marino antes de que comience el trabajo? Combien de temps Marino a-t-il avant le début de son travail ? Quanto tempo ha Marinos prima di iniziare a lavorare? マーティン は 仕事 前 に どの くらい 時間 が あります か ? 일이 시작하기 전까지 마틴에게는 얼만큼의 시간이 있습니까? Hoeveel tijd heeft Marinos voordat zijn werk begint? Quanto tempo Marino tem antes do início do trabalho? Как много времени у Маринос перед работой? 到 马丁 上班 前 还有 多久 ?

Έχει μόνο λίγο χρόνο πριν αρχίσει η δουλειά. He has|only|little|time|before|starts|the|work Er hat nur wenig Zeit bis zum Arbeitsbeginn. He only has a little time before work starts. Él solo tiene un poco de tiempo antes de que comience el trabajo. Marino n'a que peu de temps avant le début de son travail. Marinos ha solo un po' di tempo prima di iniziare a lavorare. 彼 は 仕事 前 に 少し しか 時間 が ありません 。 일이 시작하기 전까지 그에게는 약간의 시간 밖에 없습니다. Marinos heeft even de tijd voordat zijn werk begint. Ele só tem um pouco de tempo antes do início do trabalho. У него мало времени перед работой. 马丁 的 上班时间 就要 到 了 。

B) 5) Ο Μαρίνος έπρεπε να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού. |The|Marinos|had to|to|do|all|the|chores|his|house B) 5) Marino musste die ganze Hausarbeit machen. B) 5) Marinos had to do all the housework. B) 5) Marino tuvo que hacer todas las tareas domésticas. B) 5) Marino devait faire toutes les tâches ménagères. B) 5) Marinos doveva fare tutti i lavori di casa. B) 5) マーティン は 家 の こと は すべて 自分 で しなければ なりません でした 。 B) 5) 마틴은 모든 집안일을 해야 했습니다. B) 5) Marinos moest alleen het huishouden doen. B) 5) Marino tinha que fazer todas as tarefas domésticas. Б) 5) Маринос приходилось делать всю домашнюю работу. B)5)马丁 必 须 做 所 有 的 家务。

Πόσες δουλειές του σπιτιού έπρεπε να κάνει ο Μαρίνος? wie viele|||||||| How many|chores|of|house|did he have to|to|do|the|Marinos Wie viel der Hausarbeit musste Marino machen? How much housework did Marinos have to do? ¿Cuántas tareas domésticas tuvo que hacer Marino ? Quelle quantité de tâches ménagères Marino devait-il faire ? Quanti lavori di casa doveva fare Marinos? マーティン は どの くらい 家 の こと を しなければ なりません か ? 마틴은 얼마 정도의 집안일을 해야 했습니까? Hoeveel moest Marinos aan het huishouden doen? Quanto trabalho doméstico Marino tinha que fazer? Как много домашней работы приходилось делать Маринос ? 马丁 要 做 多少 家务活 ?

Ο Μαρίνος έπρεπε να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού. The|Marinos|had to|to|do|all|the|chores|his|house Marino musste die ganze Hausarbeit machen. Marinos had to do all the housework. Marino tuvo que hacer todas las tareas domésticas. Marino devait faire toutes les tâches ménagères. Marinos doveva fare tutti i lavori di casa. マーティン は 家 の こと は すべて 自分 で しなければ なりません でした 。 마틴은 모든 집안일을 해야 했습니다. Marinos moest alleen het huishouden doen. Marino tinha que fazer todas as tarefas domésticas. Маринос приходилось делать всю домашнюю работу. 马丁 要 做 所有 的 家务活 。

6) Η μπουγάδα και τα πιάτα του Μαρίνου ήταν πάντα βρώμικα. |linge|||||||| The|laundry|and|the|dishes|of|Marino|were|always|dirty |Wäsche|||||||| 6) Marino Wäsche und Geschirr waren immer schmutzig. 6) Marinos's laundry and dishes were always dirty. 6) La ropa y los platos de Marino siempre estaban sucios. 6) Les vêtements et la vaisselle de Marino étaient toujours sales. 6) Il bucato e I piatti di Marinos erano sempre sporchi. 6) マーティン の 衣類 や お 皿 は いつも 汚れて いました 。 6) 마틴의 빨래와 그릇들은 항상 더러웠습니다. 6) Marinos was en afwas waren altijd vies. 6) As roupas e a louça de Marino estavam sempre sujas. 6) Бельё и посуда у Марино вечно были грязными. 6) 马丁 的 衣服 和 盘子 总是 脏 的 。

Τι ήταν πάντα βρώμικο? What|was|always|dirty Was war immer schmutzig? What were always dirty? ¿Qué estaba siempre sucio? Qu'est-ce qui était toujours sale ? Cosa era sempre sporco? いつも 汚れて いる の は 何 です か ? 무엇이 항상 더러웠습니까? Wat was altijd vies? O que sempre estava sujo? Что было всегда грязным? 什么 总是 脏 的 ?

Η μπουγάδα και τα πιάτα του Μαρίνου ήταν πάντα βρώμικα. ||||assiettes|||||sales The|laundry|and|the|dishes|of|Marino|were|always|dirty Marino Wäsche und Geschirr waren immer schmutzig. Marinos's laundry and dishes were always dirty. La ropa y los platos de Marino siempre estaban sucios. Les vêtements et la vaisselle de Marino étaient toujours sales. Il bucato e I piatti di Marinos erano sempre sporchi. マーティン の 衣類 や お 皿 は いつも 汚れて いました 。 마틴의 빨래와 그릇들은 항상 더러웠습니다. Marinos was en afwas waren altijd vies. As roupas e a louça de Marino estavam sempre sujas. Бельё и посуда Марино были всегда грязными. 马丁 的 衣服 和 盘子 总是 脏 的 。

7) Ο Μαρίνος δεν είχε καθόλου καθαρές κάλτσες για να φορέσει στην δουλειά. ||||du tout|propres|chaussettes|||porter|| The|Marinos|not|had|at all|clean|socks|to|(particle for subjunctive)|wear|at the|work |||||saubere||||tragen|| 7) Marino hatte keine frischen Socken, die er zur Arbeit anziehen konnte. 7) Marinos didn't have any clean socks to wear to work. 7) Marino no tenía calcetines limpios para el trabajo. 7) Marino n'avait pas de chaussettes propres pour porter au travail. 7) Marinos non aveva alcun calzino pulito da indossare per andare al lavoro. 7) マーティン は 仕事 に 履く きれいな 靴下 が ありません でした 。 7) 마틴은 일할 때 신고 갈 깨끗한 양말이 하나도 없었습니다. 7) Marinos had geen schone sokken om aan te trekken naar zijn werk. 7) Marino não tinha nenhuma meia limpa para usar no trabalho. 7) У Маринос не было чистых носков, чтобы одеть на работу. 7) 马丁 没有 任何 干净 的 袜子 去 上班 。

Τι δεν είχε ο Μαρίνος? What|not|had|the|Marinos Was hatte Marino nicht? What didn't Marinos have? ¿Qué no tenía Marino ? Qu'est-ce que Marino n'avait pas ? Cosa non aveva Marinos? マーティン は 何 を もって いません でした か ? 마틴은 무엇이 없었습니까? Wat had Marinos niet? O que Marino não tinha? Чего не было у Маринос ? 马丁 没有 什么 ?

Δεν είχε καθόλου καθαρές κάλτσες για να φορέσει στην δουλειά. Not|had|at all|clean|socks|for|to|wear|at|work Er hatte keine frischen Socken, die er zur Arbeit anziehen konnte. He didn't have any clean socks to wear to work. Él no tenía calcetines limpios para el trabajo. Marino n'avait pas de chaussettes propres pour porter au travail. Marinos non aveva alcun calzino pulito da indossare per andare al lavoro. 彼 は 仕事 に 履く きれいな 靴下 が ありません でした 。 그는 일할 때 신고 갈 깨끗한 양말이 하나도 없습니다. Hij had geen schone sokken om aan te trekken naar zijn werk. Ele não tinha nenhuma meia limpa para usa no trabalho. У него не было чистых носок, чтобы одеть на работу. 他 没有 任何 干净 的 袜子 去 上班 。

8) Ο Μαρίνος αποφάσισε να πάει στο κατάστημα πριν αρχίσει την δουλειά. The|Marinos|decided|to|go|to the|store|before|he starts|the|work 8) Marino überlegte, ob er vor Arbeitsbeginn in den Laden ginge. 8) Marinos thought of going to the store before work started. 8) Marino pensó en ir a la tienda antes de que comenzara el trabajo. 8) Marino a pensé à aller dans un magasin avant le travail. 8) Marinos pensava di andare al negozio prima di iniziare a lavorare. 8) マーティン は 仕事 前 に お 店 に 行こう と 思いました 。 8) 마틴은 일이 시작하기 전에 상점에 가는 것을 떠올렸습니다. 8) Marinos overwoog om voor zijn werk naar de winkel te gaan. 8) Marino pensou em ir à loja antes do início do trabalho. 8) Маринос думал пойти в магазин перед началом работы. 8) 马丁 想到 上班 前去 商店 。

Πότε αποφάσισε ο Μαρίνος ότι θα πήγαινε στο κατάστημα? When|decided|the|Marinos|that|would|go|to the|store Wann überlegte Marino , ob er in den Laden ginge? When did Martin think of going to the store? ¿Cuándo pensó Marino en ir a la tienda? Quand Marino a-t-il pensé aller dans un magasin ? Quando pensava di andare al negozio, Marinos? マーティン は いつ お 店 に 行こう と 思いました か ? 마틴은 언제 상점에 가는 것을 떠올렸습니까? Wanneer overwoog Marinos om naar de winkel te gaan? Quando Marino pensou em ir à loja? Когда Маринос думал пойти в магазин? 马丁 想到 什么 时候 去 商店 ?

Ο Μαρίνος αποφάσισε να πάει στο κατάστημα πριν αρχίσει η δουλειά. The|Marinos|decided|to|go|to the|store|before|starts|the|work Marino überlegte, ob er vor Arbeitsbeginn in den Laden ginge. Martin thought of going to the store before work started. Marino pensó en ir a la tienda antes de que comenzara el trabajo. Marino a pensé à aller dans un magasin avant le travail. Marinos pensava di andare al negozio prima di iniziare a lavorare. マーティン は 仕事 前 に お 店 に 行こう と 思いました 。 마틴은 일이 시작하기 전에 상점에 가는 것을 떠올렸습니다. Marinos overwoog om voor zijn werk naar de winkel te gaan. Marino pensou em ir à loja antes do início do trabalho. Маринос думал пойти в магазин перед началом работы. 马丁 想到 上班 前去 商店 。