×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.

image

Tolkien - Τα Παιδιά του Χούριν, VII. Για τον νάνο Μιμ (3)

VII. Για τον νάνο Μιμ (3)

Εκείνη τη νύχτα έμειναν στην αίθουσα της σπηλιάς και κοιμήθηκαν ανήσυχα από τους θρήνους του Μιμ και του Ίμπουν, του άλλου γιου του. Πότε σταμάτησαν οι θρήνοι δεν κατάλαβαν, αλλά όταν ξύπνησαν επιτέλους, οι Νάνοι δεν ήταν εκεί και ο θάλαμος ήταν κλειστός με μια πέτρα. Η μέρα ήταν καλή πάλι και μέσα στην πρωινή λιακάδα οι παράνομοι πλύθηκαν στη λίμνη και έφτιαξαν ό,τι βρήκαν για φαγητό, Και καθώς έτρωγαν, ήρθε ο Μιμ. Υποκλίθηκε στον Τούριν.

“Έφυγε και όλα τέλειωσαν”, είπε. “Είναι με τους προγόνους του. Τώρα θα στραφούμε στην όποια ζωή μάς έχει απομείνει, αν και οι μέρες που μας μένουν μπορεί να είναι λιγοστές. Σε ικανοποιεί το σπίτι του Μιμ; Πληρώθηκαν τα λύτρα και έγιναν αποδεκτά;”

“Ναι”, είπε ο Τούριν.

“Τότε είναι δικό σου, για να κατοικείς εδώ όπου θέλεις, εκτός από το θάλαμο που είναι κλειστός, κανείς δεν θα τον ανοίγει εκτός από μένα”.

“Σε ακούμε”, είπε ο Τούριν, “Αλλά όσο για τη ζωή μας εδώ, είμαστε ασφαλείς, ή έτσι φαίνεται τουλάχιστον. Όμως χρειαζόμαστε τρόφιμα και διάφορα άλλα πράγματα. Πώς θα βγαίνουμε έξω και, ακόμη πιο σημαντικό, πώς θα επιστρέφουμε;”

Άκουσαν ανήσυχοι τον Μιμ να γελά.

“Φοβάστε μήπως ακολουθήσατε την αράχνη στην καρδιά του ιστού της;” είπε, “Όχι, ο Μιμ δεν τρώει ανθρώπους. Και η αράχνη δύσκολα θα τα έβγαζε πέρα με τριάντα σφήκες μαζί. Βλέπετε, εσείς είστε οπλισμένοι κι εγώ είμαι εδώ άοπλος. Όχι, πρέπει να μοιραστούμε εσείς κι εγώ: σπίτι, τρόφιμα και φωτιά, και ίσως άλλα κέρδη. Το σπίτι, φαντάζομαι, θα το φρουρείτε και θα το κρατάτε μυστικό για δικό σας καλό, ακόμη και όταν μάθετε τις εισόδους και τις εξόδους. Θα τις μάθετε με τον καιρό. Αλλά στο μεταξύ θα πρέπει να σας οδηγεί ο Μιμ, ή ο Ίμπουν ο γιος του, όταν βγαίνετε έξω. Και αυτός θα πηγαίνει όπου πηγαίνετε και θα επιστρέφει όταν επιστρέφετε -ή θα σας περιμένει σε κάποιο σημείο που θα γνωρίζετε και θα μπορείτε να το βρείτε χωρίς οδηγό. Όλο και πιο κοντά θα είναι αυτό το σημείο, φαντάζομαι”.

Ο Τούριν συμφώνησε σε αυτό και ευχαρίστησε τον Μιμ, και οι περισσότεροι άντρες του χάρηκαν, γιατί κάτω από τον πρωινό ήλιο, ενώ το καλοκαίρι ήταν ακόμη στο ζενίθ του, έδειχνε ωραίο μέρος για να ζήσεις. Μόνο ο Αντρόγκ ήταν δυσαρεστημένος,

“Όσο πιο γρήγορα κανονίζουμε μόνοι μας τις κινήσεις μας, τόσο το καλύτερο”, είπε, “Δεν έχουμε ξαναπάρει ποτέ ως τώρα μαζί στις επιχειρήσεις μας έναν αιχμάλωτο που να μας μισεί”.

--

Εκείνη τη μέρα ξεκουράστηκαν και καθάρισαν τα όπλα τους και επιδιόρθωσαν τα πράγματά τους. Γιατί είχαν τρόφιμα για μια-δυο μέρες ακόμη και ο Μιμ πρόσθεσε κι άλλα σε αυτά που είχαν. Τους δάνεισε τρεις μεγάλες χύτρες και ξύλα για τη φωτιά. Κι έβγαλε έξω ένα σάκο.

“Σκουπίδια”, είπε, “Δεν αξίζει τον κόπο να τα κλέψεις. Σκέτες άγριες ρίζες”.

Αλλά όταν πλύθηκαν οι ρίζες, έγιναν λευκές και σαρκώδεις με τις φλούδες τους, και όταν τις έβρασαν, ήταν καλό φαγητό, έμοιαζαν λίγο με ψωμί. Και οι παράνομοι χάρηκαν, γιατί τους έλειπε πολύν καιρό το ψωμί, είχαν μόνο όταν κατάφερναν να το κλέψουν.

“Τα Άγρια Ξωτικά δεν τις ξέρουν, Τα Γκρίζα Ξωτικά δεν τις έχουν βρει. Οι περήφανοι πέρα από την Θάλασσα είναι πολύ περήφανοι για να σκαλίσουν”, είπε ο Μιμ.

“Πώς λέγονται;” ρώτησε ο Τούριν.

Ο Μιμ τον κοίταξε λοξά.

“Δεν έχουν όνομα παρά μόνο στη γλώσσα των Νάνων και δεν το λέμε”, είπε. “Και δεν μαθαίνουμε στους Ανθρώπους να τις βρίσκουν, γιατί οι Άνθρωποι είναι άπληστοι και σπάταλοι και δεν θα σταματήσουν μέχρι να εξοντώσουν όλα τα φυτά. Ενώ τώρα τις προσπερνούν καθώς τριγυρίζουν σαν βλάκες μέσα στις ερημιές. Δεν θα μάθεις τίποτε άλλο από μένα. Μπορείς όμως να πάρεις τις δικές μου, φτάνει να μιλάς δίκαια και να μην κατασκοπεύεις ούτε να κλέβεις”, μετά γέλασε πάλι, “Έχουν μεγάλη αξία”, είπε, “Πιο πολύ κι από χρυσάφι τον πεινασμένο χειμώνα, γιατί μπορείς να τις αποθηκεύσεις όπως ο σκίουρος τα καρύδια, και είχαμε αρχίσει να συγκεντρώνουμε το απόθεμά μας από τότε που ωρίμασαν. Αλλά είστε ανόητοι αν νομίζατε ότι δεν θα απαρνιόμουν ένα μικρό φορτίο και μάλιστα για να σώσω τη ζωή μου”.

“Ακούω τι λες”, είπε ο Ούλραντ, που είχε κοιτάξει μέσα στο σάκο όταν έπιασαν τον Μιμ. “Όμως δεν ήθελες να τον απαρνηθείς και τα λόγια σου με κάνουν να απορώ ακόμη πιο πολύ”.

Ο Μιμ γύρισε και τον κοίταξε σκοτεινά.

“Είσαι ένας από τους ανόητους που δεν θα τους θρηνούσε η άνοιξη αν χάνονταν το χειμώνα”, του είπε, “Είχα δώσει το λόγο μου κι έτσι έπρεπε να επιστρέψω, είτε το ήθελα είτε όχι, είτε με σάκο είτε χωρίς, ώστε να μη σκεφτεί ό,τι θέλει ένας άνομος και άπιστος άνθρωπος! Αλλά δεν μου αρέσει να με χωρίζει απ' ό,τι είναι δικό μου η βία των φαύλων, έστω κι αν δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα λουρί παπουτσιών. Καλά δεν θυμάμαι πως τα χέρια σου ήταν ανάμεσα σ' εκείνα που με έδεσαν και έτσι με εμπόδισαν να ξαναμιλήσω με το γιο μου; Όταν θα μοιράζω το ψωμί της γης από το απόθεμά μου, εσένα δεν θα σε μετρήσω, και αν το φας, θα το φας από γενναιοδωρία των συντρόφων σου, όχι δική μου”.

Και ο Μιμ έφυγε, αλλά ο Ούλραντ, που είχε τρομάξει με το θυμό του, είπε πίσω απ' την πλάτη του:

“Περήφανα λόγια! Παρ' όλα αυτά, ο γερο-μασκαράς είχε άλλα πράγματα στο σάκο του, με παρόμοιο σχήμα αλλά πιο σκληρά και βαριά. Μπορεί να υπάρχουν κι άλλα πράγματα στις ερημιές εκτός από το ψωμί της γης, που δεν τα βρήκαν τα Ξωτικά και δεν πρέπει να τα ξέρουν οι Άνθρωποι!”.

“Μπορεί να είναι έτσι”, είπε ο Τούριν, “Όμως ο Νάνος είπε την αλήθεια σ' ένα σημείο τουλάχιστον, όταν σε αποκάλεσε ανόητο. Γιατί πρέπει να εκφράζεις τις σκέψεις σου; Αν τα καλά λόγια σκαλώνουν στο λαιμό σου, η σιωπή θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς όλων μας καλύτερα”.

--

Η μέρα πέρασε ήσυχα και κανείς από τους παρανόμους δεν ήθελε να κατεβεί από το λόφο. Ο Τούριν περπάτησε πολύ στην πράσινη χλόη, από τη μια άκρη του γείσου ως την άλλη, και κοίταξε γύρω, ανατολικά, δυτικά και βόρεια, και θαύμασε που έβλεπε τόσο μακριά στην καθαρή ατμόσφαιρα. Στα βόρεια, σε παράξενα κοντινή φαινομενικά απόσταση, διέκρινε το δάσος του Μπρέθιλ ν' ανεβαίνει καταπράσινο γύρω από το Άμον Όμπελ. Έβλεπε πως τα μάτια του στρέφονταν πιο συχνά απ' όσο θα ήθελε προς τα κει, αν και δεν ήξερε για ποιο λόγο -γιατί η καρδιά του στρεφόταν μάλλον προς τα βορειοδυτικά, όπου πολλές λεύγες μακριά στις παρυφές του ουρανού του φαινόταν ότι διακρίνει τα Όρη της Σκιάς και τα σύνορα της πατρίδας του. Όμως το βράδυ ο Τούριν κοίταζε δυτικά, το ηλιοβασίλεμα, καθώς ο ήλιος χαμήλωνε κόκκινος μέσα στην ομίχλη, πάνω από μακρινές ακτές, και ανάμεσα απλωνόταν η Κοιλάδα του Νάρογκ βουλιαγμένη στις σκιές.

Έτσι άρχισε η παραμονή του Τούριν, γιου του Χούριν, στην κατοικία του Μιμ, το Μπαρ-Εντάιν-Ντάνγουεδ, το Σπίτι των Λύτρων.

--

Για ένα μεγάλο διάστημα η ζωή των παρανόμων κυλούσε έτσι όπως ήθελαν. Η τροφή δεν τους έλειπε και είχαν καλό καταφύγιο, ζεστό και στεγνό, και ο χώρος έφτανε και περίσσευε, γιατί ανακάλυψαν ότι οι σπηλιές θα μπορούσαν να στεγάσουν εκατό ή και παραπάνω άτομα αν χρειαζόταν. Υπήρχε άλλη μια μικρότερη αίθουσα πιο βαθιά προς τα μέσα. Στη μια πλευρά είχε ένα τζάκι με καπνοδόχο που ανέβαινε περνώντας μέσα από το βράχο σ' ένα άνοιγμα καλά κρυμμένο μέσα σε μια ρωγμή στη λοφοπλαγιά. Υπήρχαν επίσης πολλοί άλλοι θάλαμοι που ξεκινούσαν από τις κύριες αίθουσες ή από το πέρασμα ανάμεσά τους, μερικοί για διαμονή και άλλοι για εργαστήρια ή αποθήκες. Ο Μιμ ήξερε την τέχνη της αποθήκευσης καλύτερα απ' αυτούς και είχε πολλά δοχεία και κιβώτια από πέτρα και ξύλο που έδειχναν πολύ παλιά. Όμως οι περισσότεροι θάλαμοι ήταν τώρα άδειοι: στα οπλοστάσια κρέμονταν τσεκούρια και άλλα όπλα σκουριασμένα και σκονισμένα, τα ράφια και οι σκευοθήκες ήταν άδεια και τα καμίνια σβηστά. Εκτός από ένα μικρό δωμάτιο δίπλα στην εσωτερική αίθουσα με ένα τζάκι που έβγαινε στο ίδιο άνοιγμα με το τζάκι της αίθουσας. Εκεί ο Μιμ δούλευε μερικές φορές, αλλά δεν άφηνε άλλους να μπουν. Και δεν τους είπε το μυστικό μιας κρυφής σκάλας που οδηγούσε από το σπίτι του στην επίπεδη κορυφή του Άμον Ρουδ. Αυτή την ανακάλυψε ο Αντρόγκ όταν έψαχνε πεινασμένος για τις αποθήκες τροφίμων του Μιμ και χάθηκε μέσα στις σπηλιές. Αλλά κράτησε την ανακάλυψη για τον εαυτό του.

Όλη την υπόλοιπη χρονιά δεν έκαναν άλλες επιδρομές και αν κατέβαιναν από το λόφο για κυνήγι ή για να μαζέψουν τρόφιμα, το έκαναν συνήθως σε μικρές ομάδες. Όμως για αρκετό καιρό τούς ήταν δύσκολο να βρουν το δρόμο της επιστροφής και, εκτός από τον Τούριν, δεν ήταν πάνω από έξι οι άντρες του που τον έμαθαν με σιγουριά. Παρ' όλα αυτά, βλέποντας ότι όσοι ήταν επιδέξιοι μπορούσαν να φτάσουν στο κρησφύγετό τους χωρίς τη βοήθεια του Μιμ, είχαν έναν φρουρό μέρα και νύχτα κοντά στη ρωγμή του βόρειου τοιχώματος. Από το νότο δεν περίμεναν εχθρούς, ούτε υπήρχε φόβος να αναρριχηθεί κανείς στο Άμον Ρουδ από αυτή την κατεύθυνση. Αλλά τη μέρα είχαν τις περισσότερες φορές στην κορυφή του λόφου έναν φρουρό που μπορούσε να δει γύρω προς όλες τις κατευθύνσεις. Όσο απότομες κι αν ήταν οι λοφοπλαγιές, ήταν δυνατό να ανεβεί κανείς στην κορυφή, γιατί στα ανατολικά από το στόμιο της σπηλιάς υπήρχαν πελεκημένα σκαλοπάτια μέχρι τις πλαγιές απ' όπου μπορούσε να φτάσει χωρίς βοήθεια.

Έτσι προχωρούσε η χρονιά χωρίς δεινά ή ανησυχίες. Όμως καθώς περνούσαν οι μέρες και η λίμνη γινόταν γκρίζα και κρύα και οι σημύδες γυμνές και ξαναγύρισαν οι μεγάλες βροχές, ήταν αναγκασμένοι να περνούν πιο πολύ χρόνο μέσα στην σπηλιά. Τότε κουράστηκαν γρήγορα από το σκοτάδι κάτω από το λόφο ή από το αμυδρό μισόφωτο στις αίθουσες. Και οι περισσότεροι πίστευαν ότι η ζωή θα ήταν καλύτερη αν δεν τη μοιράζονταν με τον Μιμ. Πολύ συχνά ο Νάνος εμφανιζόταν από κάποια σκοτεινή γωνιά ή από κάποια πόρτα ενώ νόμιζαν ότι βρίσκεται αλλού. Και όσο ήταν κοντά τους ο Μιμ, τους έπιανε μια ανησυχία. Άρχισαν να μιλούν μεταξύ τους ψιθυριστά.

Όμως, -κι αυτό τους φαινόταν παράξενο--, με τον Τούριν γινόταν το αντίθετο. Ήταν όλο και πιο φιλικός με το γερο-Νάνο και άκουγε όλο και πιο πολύ τις συμβουλές του. Το χειμώνα που ακολούθησε καθόταν πολλές ώρες με τον Μιμ και άκουγε τις γνώσεις του και τις ιστορίες της ζωής του. Και ο Τούριν δεν τον επέπληττε αν μιλούσε άσχημα για τους Έλνταρ. Ο Μιμ έδειχνε ικανοποιημένος και σε αντάλλαγμα έδειχνε μεγάλη εύνοια στον Τούριν. Μόνο αυτόν άφηνε να μπει στο θάλαμο του σιδηρουργείου κι εκεί κάθονταν και μιλούσαν σιγανά.

--

Αλλά όταν πέρασε το φθινόπωρο, ο χειμώνας τους πίεσε σκληρά. Πριν από το χειμερινό ηλιοστάσιο το χιόνι κατέβηκε από το Βορρά βαρύτερο από όσο το είχαν ζήσει στις κοιλάδες των ποταμών. Εκείνη την εποχή, και όλο και περισσότερο όσο μεγάλωνε η δύναμη της Άνγκμπαντ, οι χειμώνες χειροτέρευαν στο Μπελέριαντ. Το Άμον Ρουδ σκεπάστηκε από παχύ στρώμα χιονιού και μόνο οι πιο ανθεκτικοί τολμούσαν να κατεβούν από το λόφο. Μερικοί αρρώστησαν και όλοι υπέφεραν από την πείνα.

Μια μέρα μέσα στο σούρουπο στη μέση του χειμώνα εμφανίστηκε ξαφνικά ανάμεσά τους ένας Άνθρωπος, όπως φαινόταν, ψηλός και ογκώδης, ντυμένος με λευκό μανδύα και κουκούλα. Είχε ξεφύγει από τους φρουρούς τους και ήρθε περπατώντας ως τη φωτιά τους αμίλητος. Πετάχτηκαν όλοι πάνω, κι αυτός γέλασε κι έριξε πίσω την κουκούλα και είδαν ότι ήταν ο Μπέλεγκ ο Τοξότης. Κάτω από το φαρδύ μανδύα του είχε ένα μεγάλο σακίδιο με πολλά πράγματα για τη βοήθεια των ανθρώπων.

Έτσι ο Μπέλεγκ γύρισε κοντά στον Τούριν, υπακούοντας στην αγάπη του αντί για τη σύνεσή του. Ο Τούριν χάρηκε πραγματικά, γιατί είχε μετανιώσει για το πείσμα του. Και τώρα είχε πραγματοποιηθεί η επιθυμία της καρδιάς του χωρίς να χρειαστεί να ταπεινωθεί ή να υποχωρήσει. Αλλά αν ο Τούριν χάρηκε, δεν έγινε το ίδιο με τον Αντρόγκ και με μερικούς άλλους της συμμορίας. Αυτοί πίστευαν ότι είχε υπάρξει προσυνεννόηση ανάμεσα στον Μπέλεγκ και τον αρχηγό τους, που την είχε κρατήσει κρυφή. Και ο Αντρόγκ τους παρακολουθούσε με ζήλια καθώς κάθονταν ξέχωρα και μιλούσαν οι δυο τους.

Ο Μπέλεγκ είχε φέρει μαζί του το Κράνος του Χάντορ, γιατί πίστευε ότι μπορεί να 'κανε πάλι τη σκέψη του Τούριν ν' αψηφήσει αυτήν τη ζωή που έκανε στις ερημιές σαν αρχηγός μιας ασήμαντης συμμορίας.

“Αυτό που σου φέρνω πίσω είναι δικό σου”, είπε στον Τούριν, βγάζοντας το κράνος, “Το άφησες στη φύλαξή μου στους βόρειους βάλτους, αλλά δεν το ξέχασες, ελπίζω”.

“Σχεδόν”, απάντησε ο Τούριν, “Δεν θα ξαναγίνει όμως αυτό”. Και απόμεινε σιωπηλός κοιτάζοντας μακριά με τα μάτια της σκέψης του, μέχρι που ξαφνικά είδε να γυαλίζει κάτι άλλο στα χέρια του Μπέλεγκ. Ήταν το δώρο της Μέλιαν. Αλλά τα ασημένια φύλλα έδειχναν κόκκινα στο φως της φωτιάς και όταν ο Τούριν είδε τη σφραγίδα, τα μάτια του σκοτείνιασαν.

“Τι έχεις εκεί;” είπε.

“Το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να δώσει κάποια που σ' αγαπά πολύ”, απάντησε ο Μπέλεγκ. “Αυτό είναι λέμπας ιν Έλιδ, το ψωμί των Έλνταρ, που κανείς άνθρωπος δεν έχει γευτεί ως τώρα”.

“Το κράνος των πατέρων μου το παίρνω με καλή διάθεση αφού το φύλαξες”, είπε ο Τούριν. “Αλλά δεν θα δεχτώ δώρα από το Ντόριαθ”.

“Τότε στείλε πίσω το σπαθί και τα όπλα σου”, είπε ο Μπέλεγκ, “Στείλε πίσω επίσης τη διδασκαλία και την ανατροφή της νιότης σου. Και άφησε τους άντρες σου, που, όπως λες, ήταν πιστοί, να πεθάνουν στην ερημιά για να ικανοποιηθεί το πείσμα σου! Όμως, αυτό το ψωμί των Έλνταρ ήταν δώρο όχι σ' εσένα αλλά σ' εμένα και μπορώ να το κάνω ό,τι θέλω. Μην το φας αν σκαλώνει στον λαιμό σου, άλλοι όμως μπορεί να είναι πιο πεινασμένοι και λιγότερο περήφανοι”.

Τα μάτια του Τούριν άστραψαν, αλλά μόλις κοίταξε τον Μπέλεγκ καταπρόσωπο, η φωτιά μέσα τους έσβησε και έγιναν γκρίζα και με φωνή που μόλις ακουγόταν είπε:

“Απορώ, φίλε, πώς καταδέχεσαι να γυρίζεις πίσω σ' έναν τόσο άξεστο. Από σένα θα πάρω ό,τι κι αν δώσεις, ακόμη και επίπληξη. Στο εξής θα με συμβουλεύεις σε όλα, εκτός από το δρόμο για το Ντόριαθ”.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

VII. Για τον νάνο Μιμ (3) VII. For Mim the Dwarf (3)

Εκείνη τη νύχτα έμειναν στην αίθουσα της σπηλιάς και κοιμήθηκαν ανήσυχα από τους θρήνους του Μιμ και του Ίμπουν, του άλλου γιου του. ||||||||||||||||||Ibum|||| That night they stayed in the cave room and slept soundly because of the lamentations of Mim and Ibun, his other son. Πότε σταμάτησαν οι θρήνοι δεν κατάλαβαν, αλλά όταν ξύπνησαν επιτέλους, οι Νάνοι δεν ήταν εκεί και ο θάλαμος ήταν κλειστός με μια πέτρα. |||||||||||||||||chamber||||| They did not understand when the mourning stopped, but when they finally woke up, the Dwarves were not there and the chamber was closed with a stone. Η μέρα ήταν καλή πάλι και μέσα στην πρωινή λιακάδα οι παράνομοι πλύθηκαν στη λίμνη και έφτιαξαν ό,τι βρήκαν για φαγητό, Και καθώς έτρωγαν, ήρθε ο Μιμ. The day was good again and in the morning sun the illegals washed in the lake and made what they found for food, And while they were eating, Mim came. Υποκλίθηκε στον Τούριν. He bowed to Turin.

“Έφυγε και όλα τέλειωσαν”, είπε. "He left and it was all over," he said. “Είναι με τους προγόνους του. "He is with his ancestors. Τώρα θα στραφούμε στην όποια ζωή μάς έχει απομείνει, αν και οι μέρες που μας μένουν μπορεί να είναι λιγοστές. Now we will turn to whatever life we have left, although the days we have left may be few. Σε ικανοποιεί το σπίτι του Μιμ; Πληρώθηκαν τα λύτρα και έγιναν αποδεκτά;” Are you satisfied with Mim's house? Were the ransom paid and accepted? ”

“Ναι”, είπε ο Τούριν. "Yes," said Turin.

“Τότε είναι δικό σου, για να κατοικείς εδώ όπου θέλεις, εκτός από το θάλαμο που είναι κλειστός, κανείς δεν θα τον ανοίγει εκτός από μένα”. "Then it is yours, to live here where you want, except for the chamber that is closed, no one will open it except me."

“Σε ακούμε”, είπε ο Τούριν, “Αλλά όσο για τη ζωή μας εδώ, είμαστε ασφαλείς, ή έτσι φαίνεται τουλάχιστον. "We hear you," Turin said, "but as far as our lives are concerned, we are safe, or so it seems." Όμως χρειαζόμαστε τρόφιμα και διάφορα άλλα πράγματα. But we need food and various other things. Πώς θα βγαίνουμε έξω και, ακόμη πιο σημαντικό, πώς θα επιστρέφουμε;” How do we get out and, more importantly, how do we get back? ”

Άκουσαν ανήσυχοι τον Μιμ να γελά. They heard Mim laughing anxiously.

“Φοβάστε μήπως ακολουθήσατε την αράχνη στην καρδιά του ιστού της;” είπε, “Όχι, ο Μιμ δεν τρώει ανθρώπους. "Are you afraid you followed the spider to the heart of its web?" he said, "No, Mim does not eat people. Και η αράχνη δύσκολα θα τα έβγαζε πέρα με τριάντα σφήκες μαζί. ||||||||||wasps| And the spider would hardly make ends meet with thirty wasps together. Βλέπετε, εσείς είστε οπλισμένοι κι εγώ είμαι εδώ άοπλος. You see, you are armed and I am unarmed here. Όχι, πρέπει να μοιραστούμε εσείς κι εγώ: σπίτι, τρόφιμα και φωτιά, και ίσως άλλα κέρδη. No, you and I have to share: house, food and fire, and maybe other profits. Το σπίτι, φαντάζομαι, θα το φρουρείτε και θα το κρατάτε μυστικό για δικό σας καλό, ακόμη και όταν μάθετε τις εισόδους και τις εξόδους. The house, I imagine, will guard it and keep it a secret for your own good, even when you know the entrances and exits. Θα τις μάθετε με τον καιρό. You will learn them in time. Αλλά στο μεταξύ θα πρέπει να σας οδηγεί ο Μιμ, ή ο Ίμπουν ο γιος του, όταν βγαίνετε έξω. But in the meantime, you should be guided by Mim, or his son Ibun, when you go out. Και αυτός θα πηγαίνει όπου πηγαίνετε και θα επιστρέφει όταν επιστρέφετε -ή θα σας περιμένει σε κάποιο σημείο που θα γνωρίζετε και θα μπορείτε να το βρείτε χωρίς οδηγό. And he will go where you go and come back when you come back - or he will be waiting for you somewhere you know and you can find him without a guide. Όλο και πιο κοντά θα είναι αυτό το σημείο, φαντάζομαι”. This point will be closer and closer, I imagine ".

Ο Τούριν συμφώνησε σε αυτό και ευχαρίστησε τον Μιμ, και οι περισσότεροι άντρες του χάρηκαν, γιατί κάτω από τον πρωινό ήλιο, ενώ το καλοκαίρι ήταν ακόμη στο ζενίθ του, έδειχνε ωραίο μέρος για να ζήσεις. |||||||||||||||||||||||||||zenith||||||| Turin agreed to this and thanked Mim, and most of the men rejoiced, because under the morning sun, while summer was still at its zenith, it looked like a nice place to live. Μόνο ο Αντρόγκ ήταν δυσαρεστημένος, Only Androg was unhappy,

“Όσο πιο γρήγορα κανονίζουμε μόνοι μας τις κινήσεις μας, τόσο το καλύτερο”, είπε, “Δεν έχουμε ξαναπάρει ποτέ ως τώρα μαζί στις επιχειρήσεις μας έναν αιχμάλωτο που να μας μισεί”. |||||||||||||||taken||||||operations||||||| "The sooner we arrange our moves on our own, the better," he said.

-- -

Εκείνη τη μέρα ξεκουράστηκαν και καθάρισαν τα όπλα τους και επιδιόρθωσαν τα πράγματά τους. That day they rested and cleaned their weapons and repaired their belongings. Γιατί είχαν τρόφιμα για μια-δυο μέρες ακόμη και ο Μιμ πρόσθεσε κι άλλα σε αυτά που είχαν. Because they had food for a day or two and even Mim added more to what they had. Τους δάνεισε τρεις μεγάλες χύτρες και ξύλα για τη φωτιά. He lent them three large pots and pans for the fire. Κι έβγαλε έξω ένα σάκο. And he took out a sack.

“Σκουπίδια”, είπε, “Δεν αξίζει τον κόπο να τα κλέψεις. "Garbage," he said, "is not worth stealing. Σκέτες άγριες ρίζες”. bare|| Plain wild roots ".

Αλλά όταν πλύθηκαν οι ρίζες, έγιναν λευκές και σαρκώδεις με τις φλούδες τους, και όταν τις έβρασαν, ήταν καλό φαγητό, έμοιαζαν λίγο με ψωμί. ||were washed||||||fleshy|||peels|||||boiled them||||||| But when the roots were washed, they became white and fleshy with their skins, and when they were boiled, they were good food, they looked a bit like bread. Και οι παράνομοι χάρηκαν, γιατί τους έλειπε πολύν καιρό το ψωμί, είχαν μόνο όταν κατάφερναν να το κλέψουν. And the outlaws rejoiced, because they had long lacked bread, they only had it when they managed to steal it.

“Τα Άγρια Ξωτικά δεν τις ξέρουν, Τα Γκρίζα Ξωτικά δεν τις έχουν βρει. "The Wild Elves do not know them, the Gray Elves have not found them. Οι περήφανοι πέρα από την Θάλασσα είναι πολύ περήφανοι για να σκαλίσουν”, είπε ο Μιμ. |||||||||||carve||| "Proud people across the sea are very proud to dig," said Mim.

“Πώς λέγονται;” ρώτησε ο Τούριν. "What are they called?" Turin asked.

Ο Μιμ τον κοίταξε λοξά. ||||sideways Mim looked at him sideways.

“Δεν έχουν όνομα παρά μόνο στη γλώσσα των Νάνων και δεν το λέμε”, είπε. "They have no name except in the language of the Dwarves and we do not say that," he said. “Και δεν μαθαίνουμε στους Ανθρώπους να τις βρίσκουν, γιατί οι Άνθρωποι είναι άπληστοι και σπάταλοι και δεν θα σταματήσουν μέχρι να εξοντώσουν όλα τα φυτά. ||||||||||||greedy||wasteful|||||||wipe out||| "And we do not teach Humans to find them, because Humans are greedy and wasteful and will not stop until they have destroyed all the plants. Ενώ τώρα τις προσπερνούν καθώς τριγυρίζουν σαν βλάκες μέσα στις ερημιές. |||they pass by||||fools||| While now they pass them as they wander around like idiots in the deserts. Δεν θα μάθεις τίποτε άλλο από μένα. You will not learn anything other than me. Μπορείς όμως να πάρεις τις δικές μου, φτάνει να μιλάς δίκαια και να μην κατασκοπεύεις ούτε να κλέβεις”, μετά γέλασε πάλι, “Έχουν μεγάλη αξία”, είπε, “Πιο πολύ κι από χρυσάφι τον πεινασμένο χειμώνα, γιατί μπορείς να τις αποθηκεύσεις όπως ο σκίουρος τα καρύδια, και είχαμε αρχίσει να συγκεντρώνουμε το απόθεμά μας από τότε που ωρίμασαν. |||||||||||||||||||||||||||||gold||||||||store them|||squirrel||nuts||||||||||||ripened But you can take mine, it is enough to speak fairly and not to spy or steal ", then he laughed again," They are of great value ", he said," More than gold in the hungry winter, because you can save them like squirrel the nuts, and we had been accumulating our stock since they ripened. Αλλά είστε ανόητοι αν νομίζατε ότι δεν θα απαρνιόμουν ένα μικρό φορτίο και μάλιστα για να σώσω τη ζωή μου”. ||||||||"give up"||||||||||| "But you are foolish if you thought I would not give up a small burden to save my life."

“Ακούω τι λες”, είπε ο Ούλραντ, που είχε κοιτάξει μέσα στο σάκο όταν έπιασαν τον Μιμ. "I hear what you're saying," said Ulrad, who was looking inside the bag when they caught Mim. “Όμως δεν ήθελες να τον απαρνηθείς και τα λόγια σου με κάνουν να απορώ ακόμη πιο πολύ”. |||||"deny"||||||||||| "But you did not want to deny him and your words make me even more surprised."

Ο Μιμ γύρισε και τον κοίταξε σκοτεινά. Mim turned and looked at him darkly.

“Είσαι ένας από τους ανόητους που δεν θα τους θρηνούσε η άνοιξη αν χάνονταν το χειμώνα”, του είπε, “Είχα δώσει το λόγο μου κι έτσι έπρεπε να επιστρέψω, είτε το ήθελα είτε όχι, είτε με σάκο είτε χωρίς, ώστε να μη σκεφτεί ό,τι θέλει ένας άνομος και άπιστος άνθρωπος! |||||||||mourned||||they were to perish||||||||||||||||||||||||||||||||||| "You are one of those fools who would not be mourned by spring if they were lost in winter," she told him. what an illegitimate and unfaithful man wants! Αλλά δεν μου αρέσει να με χωρίζει απ' ό,τι είναι δικό μου η βία των φαύλων, έστω κι αν δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα λουρί παπουτσιών. But I do not like to be separated from what is the violence of the wicked, even if it is nothing more than a shoelace. Καλά δεν θυμάμαι πως τα χέρια σου ήταν ανάμεσα σ' εκείνα που με έδεσαν και έτσι με εμπόδισαν να ξαναμιλήσω με το γιο μου; Όταν θα μοιράζω το ψωμί της γης από το απόθεμά μου, εσένα δεν θα σε μετρήσω, και αν το φας, θα το φας από γενναιοδωρία των συντρόφων σου, όχι δική μου”. Well I do not remember that your hands were among those that tied me and thus prevented me from talking to my son again? "When I distribute the bread of the earth from my stock, I will not count you, and if you eat it, you will eat it out of the generosity of your comrades, not mine."

Και ο Μιμ έφυγε, αλλά ο Ούλραντ, που είχε τρομάξει με το θυμό του, είπε πίσω απ' την πλάτη του: And Mim left, but Ulrad, frightened by his anger, said behind his back:

“Περήφανα λόγια! “Proud words! Παρ' όλα αυτά, ο γερο-μασκαράς είχε άλλα πράγματα στο σάκο του, με παρόμοιο σχήμα αλλά πιο σκληρά και βαριά. |||||masker|||||||||||||| Nevertheless, the old mascara had other things in his bag, with a similar shape but harder and heavier. Μπορεί να υπάρχουν κι άλλα πράγματα στις ερημιές εκτός από το ψωμί της γης, που δεν τα βρήκαν τα Ξωτικά και δεν πρέπει να τα ξέρουν οι Άνθρωποι!”. "There may be other things in the wilderness besides the bread of the earth, which the Elves did not find and should not be known to Humans!"

“Μπορεί να είναι έτσι”, είπε ο Τούριν, “Όμως ο Νάνος είπε την αλήθεια σ' ένα σημείο τουλάχιστον, όταν σε αποκάλεσε ανόητο. "It may be so," Turin said, "but the Dwarf told the truth at least once, when he called you a fool." Γιατί πρέπει να εκφράζεις τις σκέψεις σου; Αν τα καλά λόγια σκαλώνουν στο λαιμό σου, η σιωπή θα εξυπηρετούσε τους σκοπούς όλων μας καλύτερα”. |||||||||||get stuck|||||||||||| Why do you have to express your thoughts? If good words climb into your throat, silence would serve the purposes of us all better.

-- -

Η μέρα πέρασε ήσυχα και κανείς από τους παρανόμους δεν ήθελε να κατεβεί από το λόφο. The day passed quietly and none of the outlaws wanted to go down the hill. Ο Τούριν περπάτησε πολύ στην πράσινη χλόη, από τη μια άκρη του γείσου ως την άλλη, και κοίταξε γύρω, ανατολικά, δυτικά και βόρεια, και θαύμασε που έβλεπε τόσο μακριά στην καθαρή ατμόσφαιρα. ||||||||||||verge||||||||||||||||||| Turin walked a lot on the green grass, from one end of the cornice to the other, and looked around, east, west and north, and marveled that he saw so far in the clear air. Στα βόρεια, σε παράξενα κοντινή φαινομενικά απόσταση, διέκρινε το δάσος του Μπρέθιλ ν' ανεβαίνει καταπράσινο γύρω από το Άμον Όμπελ. |||||"seemingly"||||||||rising up||||||Ombel To the north, at a strangely close distance, he spotted the Bretil forest rising green around Amon Obel. Έβλεπε πως τα μάτια του στρέφονταν πιο συχνά απ' όσο θα ήθελε προς τα κει, αν και δεν ήξερε για ποιο λόγο -γιατί η καρδιά του στρεφόταν μάλλον προς τα βορειοδυτικά, όπου πολλές λεύγες μακριά στις παρυφές του ουρανού του φαινόταν ότι διακρίνει τα Όρη της Σκιάς και τα σύνορα της πατρίδας του. |||eyes||||||"as much as"||||||||||||||||||||||||willows|||edges|||||||||||||||| He could see that his eyes were turning more often than he would like to, but he did not know why - because his heart was rather to the northwest, where many leagues far from the edges of his sky seemed to distinguish its Mountains. Shadow and the borders of his homeland. Όμως το βράδυ ο Τούριν κοίταζε δυτικά, το ηλιοβασίλεμα, καθώς ο ήλιος χαμήλωνε κόκκινος μέσα στην ομίχλη, πάνω από μακρινές ακτές, και ανάμεσα απλωνόταν η Κοιλάδα του Νάρογκ βουλιαγμένη στις σκιές. ||||||||sunset||||was setting|||||"over"||||||stretched out||||||| But at night Turin looked west, the sunset, as the sun went down red in the fog, over distant shores, and in between stretched the Narog Valley sunk in the shadows.

Έτσι άρχισε η παραμονή του Τούριν, γιου του Χούριν, στην κατοικία του Μιμ, το Μπαρ-Εντάιν-Ντάνγουεδ, το Σπίτι των Λύτρων. |||stay|||||||||||||||||Ransoms Thus began the stay of Turin, son of Hurin, in Mim's residence, Bar-Edain-Dangweed, the House of Redeemers.

-- -

Για ένα μεγάλο διάστημα η ζωή των παρανόμων κυλούσε έτσι όπως ήθελαν. ||||||||was rolling||| For a long time the lives of the illegals went the way they wanted. Η τροφή δεν τους έλειπε και είχαν καλό καταφύγιο, ζεστό και στεγνό, και ο χώρος έφτανε και περίσσευε, γιατί ανακάλυψαν ότι οι σπηλιές θα μπορούσαν να στεγάσουν εκατό ή και παραπάνω άτομα αν χρειαζόταν. |||||||||||dry||||was enough|and|||||||||||||||||"was needed" They did not lack food and had good shelter, hot and dry, and space was plentiful, because they discovered that the caves could accommodate a hundred or more people if needed. Υπήρχε άλλη μια μικρότερη αίθουσα πιο βαθιά προς τα μέσα. |||smaller|room|deeper|||| There was another smaller room deeper inwards. Στη μια πλευρά είχε ένα τζάκι με καπνοδόχο που ανέβαινε περνώντας μέσα από το βράχο σ' ένα άνοιγμα καλά κρυμμένο μέσα σε μια ρωγμή στη λοφοπλαγιά. |||||||chimney||||||||||||||||crack||hillside On one side was a fireplace with a chimney that went up through the rock to an opening well hidden in a crack in the hillside. Υπήρχαν επίσης πολλοί άλλοι θάλαμοι που ξεκινούσαν από τις κύριες αίθουσες ή από το πέρασμα ανάμεσά τους, μερικοί για διαμονή και άλλοι για εργαστήρια ή αποθήκες. There were also many other chambers that started from the main halls or from the passage between them, some for accommodation and others for workshops or warehouses. Ο Μιμ ήξερε την τέχνη της αποθήκευσης καλύτερα απ' αυτούς και είχε πολλά δοχεία και κιβώτια από πέτρα και ξύλο που έδειχναν πολύ παλιά. Mim knew the art of storage better than they did and had many stone and wood containers and boxes that looked very old. Όμως οι περισσότεροι θάλαμοι ήταν τώρα άδειοι: στα οπλοστάσια κρέμονταν τσεκούρια και άλλα όπλα σκουριασμένα και σκονισμένα, τα ράφια και οι σκευοθήκες ήταν άδεια και τα καμίνια σβηστά. |||||||||||||||||||||supply cabinets|||||furnaces|extinguished But most of the booths were now empty: axes and other rusty and dusty weapons hung in the arsenals, shelves and utensils were empty and furnaces were off. Εκτός από ένα μικρό δωμάτιο δίπλα στην εσωτερική αίθουσα με ένα τζάκι που έβγαινε στο ίδιο άνοιγμα με το τζάκι της αίθουσας. Except for a small room next to the inner room with a fireplace that came out in the same opening as the fireplace in the room. Εκεί ο Μιμ δούλευε μερικές φορές, αλλά δεν άφηνε άλλους να μπουν. Mim worked there sometimes, but would not let others in. Και δεν τους είπε το μυστικό μιας κρυφής σκάλας που οδηγούσε από το σπίτι του στην επίπεδη κορυφή του Άμον Ρουδ. And he did not tell them the secret of a hidden staircase leading from his house to the flat top of Amon Road. Αυτή την ανακάλυψε ο Αντρόγκ όταν έψαχνε πεινασμένος για τις αποθήκες τροφίμων του Μιμ και χάθηκε μέσα στις σπηλιές. This was discovered by Androg when he was hungry looking for Mim food stores and got lost in the caves. Αλλά κράτησε την ανακάλυψη για τον εαυτό του. But he kept the discovery to himself.

Όλη την υπόλοιπη χρονιά δεν έκαναν άλλες επιδρομές και αν κατέβαιναν από το λόφο για κυνήγι ή για να μαζέψουν τρόφιμα, το έκαναν συνήθως σε μικρές ομάδες. |||||||||if they||||||||||||||||small| The rest of the year they did not make other raids and if they went down the hill to hunt or to gather food, they usually did so in small groups. Όμως για αρκετό καιρό τούς ήταν δύσκολο να βρουν το δρόμο της επιστροφής και, εκτός από τον Τούριν, δεν ήταν πάνω από έξι οι άντρες του που τον έμαθαν με σιγουριά. But for a long time it was difficult for them to find their way back and, apart from Turin, it was not more than six of his men who knew him for sure. Παρ' όλα αυτά, βλέποντας ότι όσοι ήταν επιδέξιοι μπορούσαν να φτάσουν στο κρησφύγετό τους χωρίς τη βοήθεια του Μιμ, είχαν έναν φρουρό μέρα και νύχτα κοντά στη ρωγμή του βόρειου τοιχώματος. ||||||||||||hideout||||help of Mim|||had placed||||||||crack|||wall Nevertheless, seeing that those who were skilled could reach their hideout without Mim's help, they had a guard day and night near the crack in the north wall. Από το νότο δεν περίμεναν εχθρούς, ούτε υπήρχε φόβος να αναρριχηθεί κανείς στο Άμον Ρουδ από αυτή την κατεύθυνση. ||south|||enemies|||||climb|||||||| No enemies were expected from the south, nor was there any fear of climbing Amon Rud from this direction. Αλλά τη μέρα είχαν τις περισσότερες φορές στην κορυφή του λόφου έναν φρουρό που μπορούσε να δει γύρω προς όλες τις κατευθύνσεις. But during the day most of the time they had a guard at the top of the hill who could see around in all directions. Όσο απότομες κι αν ήταν οι λοφοπλαγιές, ήταν δυνατό να ανεβεί κανείς στην κορυφή, γιατί στα ανατολικά από το στόμιο της σπηλιάς υπήρχαν πελεκημένα σκαλοπάτια μέχρι τις πλαγιές απ' όπου μπορούσε να φτάσει χωρίς βοήθεια. |||||||||||one could||||||||cave entrance||||hewn||||||||||| No matter how steep the slopes were, it was possible to climb to the top, because to the east of the mouth of the cave there were carved stairs to the slopes from where one could reach without help.

Έτσι προχωρούσε η χρονιά χωρίς δεινά ή ανησυχίες. This is how the year went without any troubles or worries. Όμως καθώς περνούσαν οι μέρες και η λίμνη γινόταν γκρίζα και κρύα και οι σημύδες γυμνές και ξαναγύρισαν οι μεγάλες βροχές, ήταν αναγκασμένοι να περνούν πιο πολύ χρόνο μέσα στην σπηλιά. ||||||||||||||birch trees|||came back||||||||||||| But as the days passed and the lake became gray and cold and the birches bare and the heavy rains returned, they were forced to spend more time in the cave. Τότε κουράστηκαν γρήγορα από το σκοτάδι κάτω από το λόφο ή από το αμυδρό μισόφωτο στις αίθουσες. Then they got tired quickly from the darkness down the hill or from the dim dim light in the halls. Και οι περισσότεροι πίστευαν ότι η ζωή θα ήταν καλύτερη αν δεν τη μοιράζονταν με τον Μιμ. And most people thought that life would be better if they did not share it with Mim. Πολύ συχνά ο Νάνος εμφανιζόταν από κάποια σκοτεινή γωνιά ή από κάποια πόρτα ενώ νόμιζαν ότι βρίσκεται αλλού. |||||||||||||"while"|||| Very often the Dwarf appeared from a dark corner or from a door while they thought he was somewhere else. Και όσο ήταν κοντά τους ο Μιμ, τους έπιανε μια ανησυχία. And while Mim was near them, they became anxious. Άρχισαν να μιλούν μεταξύ τους ψιθυριστά. |||||whispering They started whispering to each other.

Όμως, -κι αυτό τους φαινόταν παράξενο--, με τον Τούριν γινόταν το αντίθετο. But - and this seemed strange to them -, with Turin the opposite happened. Ήταν όλο και πιο φιλικός με το γερο-Νάνο και άκουγε όλο και πιο πολύ τις συμβουλές του. He became more and more friendly with the old Nano and listened more and more to his advice. Το χειμώνα που ακολούθησε καθόταν πολλές ώρες με τον Μιμ και άκουγε τις γνώσεις του και τις ιστορίες της ζωής του. The following winter he spent many hours with Mim listening to his knowledge and life stories. Και ο Τούριν δεν τον επέπληττε αν μιλούσε άσχημα για τους Έλνταρ. And Turin did not rebuke him if he spoke ill of the Eldar. Ο Μιμ έδειχνε ικανοποιημένος και σε αντάλλαγμα έδειχνε μεγάλη εύνοια στον Τούριν. Mim looked satisfied and in return showed great favor to Turin. Μόνο αυτόν άφηνε να μπει στο θάλαμο του σιδηρουργείου κι εκεί κάθονταν και μιλούσαν σιγανά. ||||||||||||||quietly He only let him enter the ironworks and they sat and talked slowly.

-- --

Αλλά όταν πέρασε το φθινόπωρο, ο χειμώνας τους πίεσε σκληρά. ||||||||pressed them hard|hard But as autumn passed, winter pushed them hard. Πριν από το χειμερινό ηλιοστάσιο το χιόνι κατέβηκε από το Βορρά βαρύτερο από όσο το είχαν ζήσει στις κοιλάδες των ποταμών. |||winter solstice|winter solstice|||||||heavier||||||||| Before the winter solstice the snow came down from the north heavier than they had experienced in the river valleys. Εκείνη την εποχή, και όλο και περισσότερο όσο μεγάλωνε η δύναμη της Άνγκμπαντ, οι χειμώνες χειροτέρευαν στο Μπελέριαντ. |||||||||||||||were getting worse|| At that time, and as Angbad's power grew, the winters in Beleriad got worse. Το Άμον Ρουδ σκεπάστηκε από παχύ στρώμα χιονιού και μόνο οι πιο ανθεκτικοί τολμούσαν να κατεβούν από το λόφο. ||||||||||||resilient|||||| Amon Road was covered by a thick layer of snow and only the most resilient dared to descend the hill. Μερικοί αρρώστησαν και όλοι υπέφεραν από την πείνα. |got sick|||suffered||| Some fell ill and all suffered from hunger.

Μια μέρα μέσα στο σούρουπο στη μέση του χειμώνα εμφανίστηκε ξαφνικά ανάμεσά τους ένας Άνθρωπος, όπως φαινόταν, ψηλός και ογκώδης, ντυμένος με λευκό μανδύα και κουκούλα. ||||Dusk|||||||||||||||bulky||||mantle|| One day at dusk in the middle of winter a Man suddenly appeared among them, as it seemed, tall and voluminous, dressed in a white cloak and hood. Είχε ξεφύγει από τους φρουρούς τους και ήρθε περπατώντας ως τη φωτιά τους αμίλητος. He had escaped from their guards and came walking to their fire speechless. Πετάχτηκαν όλοι πάνω, κι αυτός γέλασε κι έριξε πίσω την κουκούλα και είδαν ότι ήταν ο Μπέλεγκ ο Τοξότης. They all jumped up, and he laughed and threw back the hood and saw that it was Beleg the Sagittarius. Κάτω από το φαρδύ μανδύα του είχε ένα μεγάλο σακίδιο με πολλά πράγματα για τη βοήθεια των ανθρώπων. |||wide|||||||||||||| Under his wide cloak he had a large backpack with many things to help people.

Έτσι ο Μπέλεγκ γύρισε κοντά στον Τούριν, υπακούοντας στην αγάπη του αντί για τη σύνεσή του. ||||||||||||||wisdom| So Beleg turned to Turin, obeying his love instead of his prudence. Ο Τούριν χάρηκε πραγματικά, γιατί είχε μετανιώσει για το πείσμα του. Turin was really happy, because he had regretted his stubbornness. Και τώρα είχε πραγματοποιηθεί η επιθυμία της καρδιάς του χωρίς να χρειαστεί να ταπεινωθεί ή να υποχωρήσει. |||been fulfilled||||||||||||| And now the wish of his heart had been fulfilled without him having to humble himself or give up. Αλλά αν ο Τούριν χάρηκε, δεν έγινε το ίδιο με τον Αντρόγκ και με μερικούς άλλους της συμμορίας. |||||||||||||||||gang But if Turin was happy, it was not the same with Androg and some others in the gang. Αυτοί πίστευαν ότι είχε υπάρξει προσυνεννόηση ανάμεσα στον Μπέλεγκ και τον αρχηγό τους, που την είχε κρατήσει κρυφή. They|||||pre-arrangement|||||||||||| They believed that there had been a pre-arrangement between Beleg and their leader, who had kept it a secret. Και ο Αντρόγκ τους παρακολουθούσε με ζήλια καθώς κάθονταν ξέχωρα και μιλούσαν οι δυο τους. ||||was watching||jealousy|||separately|||||them Androg watched them jealously as they sat apart and talked.

Ο Μπέλεγκ είχε φέρει μαζί του το Κράνος του Χάντορ, γιατί πίστευε ότι μπορεί να 'κανε πάλι τη σκέψη του Τούριν ν' αψηφήσει αυτήν τη ζωή που έκανε στις ερημιές σαν αρχηγός μιας ασήμαντης συμμορίας. ||||||||||||||||||||||defy|||||||||||| Beleg had brought the Handor Helmet with him, because he believed that he could make Turin think again of defying this life he had lived in the wilderness as the leader of an insignificant gang.

“Αυτό που σου φέρνω πίσω είναι δικό σου”, είπε στον Τούριν, βγάζοντας το κράνος, “Το άφησες στη φύλαξή μου στους βόρειους βάλτους, αλλά δεν το ξέχασες, ελπίζω”. "What I bring back to you is yours," he told Turin, taking off his helmet.

“Σχεδόν”, απάντησε ο Τούριν, “Δεν θα ξαναγίνει όμως αυτό”. "Almost," Turin replied, "but it will not happen again." Και απόμεινε σιωπηλός κοιτάζοντας μακριά με τα μάτια της σκέψης του, μέχρι που ξαφνικά είδε να γυαλίζει κάτι άλλο στα χέρια του Μπέλεγκ. And he remained silent, looking away with the eyes of his thought, until suddenly he saw something else shining in Beleg's hands. Ήταν το δώρο της Μέλιαν. It was Melian's gift. Αλλά τα ασημένια φύλλα έδειχναν κόκκινα στο φως της φωτιάς και όταν ο Τούριν είδε τη σφραγίδα, τα μάτια του σκοτείνιασαν. But the silver leaves showed red in the light of the fire, and when Turin saw the seal, his eyes darkened.

“Τι έχεις εκεί;” είπε. "What do you have there?" he said.

“Το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να δώσει κάποια που σ' αγαπά πολύ”, απάντησε ο Μπέλεγκ. "The greatest gift that can be given by someone who loves you very much," replied Beleg. “Αυτό είναι λέμπας ιν Έλιδ, το ψωμί των Έλνταρ, που κανείς άνθρωπος δεν έχει γευτεί ως τώρα”. |||in|Elid|||||||||||| "This is a lamp in Elid, the bread of the Eldar, which no human has ever tasted."

“Το κράνος των πατέρων μου το παίρνω με καλή διάθεση αφού το φύλαξες”, είπε ο Τούριν. "I take my fathers' helmet in a good mood after you keep it," Turin said. “Αλλά δεν θα δεχτώ δώρα από το Ντόριαθ”. "But I will not accept gifts from Doriath."

“Τότε στείλε πίσω το σπαθί και τα όπλα σου”, είπε ο Μπέλεγκ, “Στείλε πίσω επίσης τη διδασκαλία και την ανατροφή της νιότης σου. "Then send back your sword and your weapons," said Beleg. "Also send back the teaching and upbringing of your youth. Και άφησε τους άντρες σου, που, όπως λες, ήταν πιστοί, να πεθάνουν στην ερημιά για να ικανοποιηθεί το πείσμα σου! ||||||||||||||||||stubbornness| And let your men, who, as you say, were faithful, die in the wilderness to satisfy your stubbornness! Όμως, αυτό το ψωμί των Έλνταρ ήταν δώρο όχι σ' εσένα αλλά σ' εμένα και μπορώ να το κάνω ό,τι θέλω. ||||||||||||||||||||"I want" But this Eldar bread was a gift not to you but to me and I can do whatever I want. Μην το φας αν σκαλώνει στον λαιμό σου, άλλοι όμως μπορεί να είναι πιο πεινασμένοι και λιγότερο περήφανοι”. ||||"gets stuck"||||||||||||| Do not eat it if it climbs your throat, but others may be hungrier and less proud.

Τα μάτια του Τούριν άστραψαν, αλλά μόλις κοίταξε τον Μπέλεγκ καταπρόσωπο, η φωτιά μέσα τους έσβησε και έγιναν γκρίζα και με φωνή που μόλις ακουγόταν είπε: |||||"but"|||||to his face||||||||||||||| Turin's eyes sparkled, but as soon as he looked Beleg in the face, the fire inside them went out and they turned gray and in a voice he could barely hear:

“Απορώ, φίλε, πώς καταδέχεσαι να γυρίζεις πίσω σ' έναν τόσο άξεστο. ||||||||||rude "I wonder, my friend, how do you agree to go back to such an awkward person. Από σένα θα πάρω ό,τι κι αν δώσεις, ακόμη και επίπληξη. "From"||||||||||reprimand I will take from you whatever you give, even a reprimand. Στο εξής θα με συμβουλεύεις σε όλα, εκτός από το δρόμο για το Ντόριαθ”. From now on you will advise me on everything except the road to Doriath ".