2. Το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα του Παρελθόντος
|Christmas|Spirit||of the Past
2\. The Christmas Spirit of the Past
2. L'esprit de Noël d'autrefois
2) Świąteczny duch przeszłości
2. Geçmişin Noel Ruhu
Ήταν ακόμη σκοτάδι όταν ξύπνησε ο Σκρούτζ.
||noirceur||||
It was|still|darkness||woke up||
It was still dark when Scrooge awoke.
Νόμισε πως το ρολόι είχε σταματήσει, θυμόταν ότι έπεσε να κοιμηθεί μετά τις δυό.
he thought|||clock||stopped|remembered||he fell||sleep|after||two
He thought the clock had stopped, he remembered falling asleep after two.
Το ρολόι χτύπησε μία ακριβώς.
|clock|struck||o'clock
The clock struck exactly one.
Αμέσως, μια λάμψη δυνατή πλημμύρισε την κρεβατοκάμαρα.
||Licht|starke|überschwemmte||Schlafzimmer
immediately||glow|strong|flooded||bedroom
Immediately, a powerful glow flooded the bedroom.
Ο Σκρούτζ ανασηκώθηκε και τότε είδε εμπρός του μια περίεργη οπτασία.
||stand auf||||||||Erscheinung
||sat up||||in front of|||strange|specter
Scrooge rose and then saw a strange apparition before him.
Είχε το ανάστημα, το πρόσωπο, τα χέρια ενός μικρού παιδιού, αλλά τα μαλλιά της ήταν ολόλευκα όπως ενός γέρου.
||Wuchs|||||||||||||schneeweiß|||
had||stature||||||||||hair|||purely white|like||old man
She had the stature, the face, the hands of a small child, but her hair was all white like an old man's.
Από τον ώμο, πάνω από το λευκό, κοντό χιτώνιό της, κρεμόταν μια γιρλάντα λιόπρινο, σύμβολο του χειμώνα.
||Schulter||||||Hemd|||||Lorbeer|Symbol||Winter
||shoulder|above|||white|short|tunic||hung||garland|olive branch|symbol||winter
From the shoulder, above her short white tunic, hung a garland of lioprino, a symbol of winter.
«Μη φοβάσαι», του είπε η οπτασία.
|||||Gespenst
|you are afraid||||vision or apparition
"Don't be afraid," the apparition told him.
«Είμαι το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα του Παρελθόντος κι ήρθα να σε βοηθήσω».
||Weihnachts-|||Vergangenheit|||||helfen
||Christmas|Spirit||Past||I came|||help
"I am the Christmas Spirit of the Past and I have come to help you."
Πήρε τον Σκρούτζ από το χέρι και τον οδήγησε στο παράθυρο.
||||||||führte||
took||Scrooge|||hand|||led||window
He took Scrooge by the hand and led him to the window.
Ο Σκρούτζ φοβήθηκε μήπως πέσει, αλλά το Πνεύμα τον ενθάρρυνε να πετάξει μαζί του πάνω από στέγες και αγρούς.
||hatte Angst|ob|fällt|||||ermutigte||fliegen|||||Dächer||Feldern
||was afraid|perhaps|falls|||Spirit||encouraged||fly|with||above||roofs||fields
Scrooge was afraid of falling, but the Spirit encouraged him to fly with him over rooftops and fields.
Κι ήταν πρωί όταν έφτασαν σε μία μικρή επαρχιακή πόλη.
||||||||provinziell|
||||||||provincial|
And it was morning when they arrived at a small country town.
«Μα, εδώ πέρασα τα παιδικά μου χρόνια», μουρμούρισε κατάπληκτος ο Σκρούτζ.
||||||||überrascht||
||I spent||childhood||years|murmured|astonished||Scrooge
"Why, this is where I spent my childhood," muttered Scrooge in astonishment.
«Ε, τότε, θα ξέρεις το δρόμο για να έρθεις εδώ», τον ρώτησε το Πνεύμα.
||||||||come|||||Spirit
"Well, then, you will know the way to come here," the Spirit asked him.
«θα μπορούσα να τον βρω με κλειστά μάτια», απάντησε εκείνος.
||||||closed||answered|he
"I could find him with my eyes closed," he replied.
«Κι όμως, δείχνεις σαν να έχεις ξεχάσει ακόμη και την ύπαρξη αυτού του τόπου», παρατήρησε αυστηρά το Πνεύμα.
||||||||||Existenz|||Ortes||streng||
|but|you seem|||you have||still|||existence|||place|observed|strictly||
"Yet you seem to have forgotten even the existence of this place," remarked the Spirit sternly.
Ύστερα βάδισαν πάνω στο χιονισμένο δρόμο συναντώντας φυσιογνωμίες γνωστές.
|gingen|||verschneiten||treffend|Gesichter|
|walked|on||snowy|road|meeting|faces|familiar
Dann gingen sie auf der verschneiten Straße und trafen auf bekannte Gesichter.
Then they walked on the snowy road meeting familiar figures.
Αγρότες με τις άμαξες, παιδιά με τ' αλογάκια τους.
Bauern|||Wagen||||Pferdchen|
Farmers|||wagons||||ponies|
Farmers with their carriages, children with their ponies.
Ο Σκρούτζ τους θυμόταν όλους.
|||remembered|
Scrooge remembered them all.
Τους φώναξε μάλιστα με τα ονόματά τους.
them|called|indeed|||names|
He even called them by their names.
Αλλά κανείς δεν του απάντησε!
||||answered
But no one answered him!
«Είναι μόνο σκιές», του εξήγησε το Πνεύμα, «δεν μας βλέπουν».
||Schatten|||||||
||shadows||explained|||||see
"They are only shadows," the Spirit explained to him, "they do not see us."
"Ce ne sont que des ombres", lui expliqua l'Esprit, "ils ne nous voient pas".
Ο Σκρούτζ χάρηκε πολύ που ξαναείδε φίλους και γνωστούς από τα νιάτα του.
|||||wieder sah|||Bekannte|||Jugend|
||was happy|||saw again|friends||acquaintances|||youth|
Scrooge was overjoyed to see friends and acquaintances from his youth again.
Scrooge était très heureux de revoir des amis et des connaissances de sa jeunesse.
Και τούτη η χαρά ήταν πρωτόγνωρη γι' αυτόν.
|dieser||||neuartig||
|||joy||unprecedented||him
And this joy was unprecedented for him.
Σε λίγο, οι δυό ταξιδιώτες έφτασαν σ' ένα χωριουδάκι.
||||Reisende||||Dörfchen
|||two|travelers|arrived|||village
Before long, the two travelers reached a small village.
Μπήκαν σ' ένα μεγάλο κτίριο χτισμένο από τούβλα.
|||||gebaut||Ziegel
They entered||||building|built||bricks
They entered a large brick building.
Ils entrèrent dans un grand bâtiment construit en briques.
Στο εσωτερικό αντίκρισαν σειρές θρανία.
||sahen|Reihen|Bänke
|interior|they saw|rows|desks
Inside they saw rows of desks.
À l'intérieur, ils virent des rangées de bureaux.
Ήταν σχολείο με οικότροφους μαθητές, που σπούδαζαν μακριά από τις οικογένειές τους.
|||Internatsschüler|||studierten|||||
|school||boarding|students||were studying|far|||families|
It was a school with boarding students, studying away from their families.
Σε κάποιο θρανίο, ένα μοναχικό αγόρι, καθόταν και διάβαζε.
||Schreibtisch||einsames||||
on||desk||lonely||was sitting||was reading
At a desk, a lonely boy was sitting and reading.
Κατά τρόπο μαγικό, οι ήρωες του βιβλίου πρόβαλαν εμπρός στο παιδί – ο Αλή Μπαμπά με την ανατολίτικη φορεσιά του, ο Ροβινσών Κρούσος με τον παπαγάλο του στον ώμο, κι άλλοι πολλοί.
||||Helden|||traten|||||Ali||||||||Robinson||||Papagei||||||
|way|||||book|appeared|in front||||Ali|Baba|||Oriental|outfit|||Robinson|Crusoe|||parrot|||shoulder||many|many
Magically, the heroes of the book projected in front of the child – Ali Baba in his oriental costume, Robinson Crusoe with his parrot on his shoulder, and many others.
De manière magique, les héros du livre se sont projetés devant l'enfant - Ali Baba dans son costume oriental, Robinson Kroussos avec son perroquet sur l'épaule, et bien d'autres.
Στην αρχή ο Σκρούτζ ενθουσιάστηκε βλέποντας τους ήρωες των σχολικών του χρόνων.
|||||||Helden||||
|beginning||Scrooge|was excited|seeing||heroes||school||years
At first Scrooge was excited to see the heroes of his school days.
Έπειτα, όμως, κατάλαβε.
then||understood
But then he understood.
Το μοναχικό αγόρι, με μοναδική παρέα τα βιβλία, ήταν ο εαυτός του.
|||||Gesellschaft||||||
|lonely|||unique|company||books|||self|
The lonely boy, with books as his only company, was himself.
Κάθησε, τότε, σ' ένα θρανίο και έκλαψε πικρά.
||||Schreibtisch||weinte|
sat|then|||desk||cried|bitterly
He then sat down at a desk and wept bitterly.
«Πάμε τώρα να επισκεφτούμε κάποια άλλα Χριστούγεννα», του πρότεινε το Πνεύμα.
|||besuchen|||||vorschlug||
let's go|now||visit|some||Christmas||proposed||
"Let's go visit some other Christmases now," suggested the Spirit.
Καθώς μιλούσε, παρατήρησε ότι το παιδί μεγάλωσε κι έγινε έφηβος.
|||||||||Jugendlicher
as||noticed||the||grew|||teenager
As he spoke, he noticed that the child had grown into a teenager.
Ο Σκρούτζ ήξερε πολύ καλά ότι ο νεαρός ήταν πάλι μόνος.
||knew||well|||young man|was|again|alone
Scrooge knew very well that the young man was alone again.
Οι άλλοι μαθητές θα επέστρεφαν στα σπίτια τους για τις διακοπές.
||students||would return|to the|homes||||holidays
The other students would return home for the holidays.
Ξαφνικά, η πόρτα άνοιξε.
suddenly|||opened
Suddenly, the door opened.
Μια νέα και όμορφη κοπέλα μπήκε τρέχοντας στην αίθουσα.
|||beautiful|girl|entered|running||room
A young and beautiful girl ran into the hall.
Ήρθε και τον αγκάλιασε.
|||umarmte
came|||hugged
She came and hugged him.
«Αδελφούλη μου», του φώναξε.
mein Brüderchen|||rief
my little brother|||called
"My sister," he called to him.
«Ήρθα να σε πάρω.
|||take
“I came to get you.
Θα πάμε στο σπίτι να γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα!».
|||||feiern||
|||||celebrate||
We're going home to celebrate Christmas!"
«Στο σπίτι, Φαντ;» ρώτησε ο νεαρός Σκρούτζ.
||Fant||||
||Fand|asked||young|
"At home, Fud?" asked young Scrooge.
«Ναι, ζήτησα από τον πατέρα να σ' αφήσει να ξαναγυρίσεις για πάντα στο σπίτι.
|habe gefragt||||||||zurückkehren||||
|I asked||||||let||return||forever||
“Yes, I asked father to let you come home forever.
Συμφώνησε.
he/she/it agreed
He agreed.
Δε θα ξαναπάς εσωτερικός στο σχολείο!», του ξαναφώναξε χαρούμενη.
||noch einmal gehen|innerhalb||||rief ihn wieder|
||go again|internal||school||called out again|happy
You won't go to school as an insider again!", she happily called out to him again.
«Είναι πολύ γλυκιά με χρυσή, με χρυσή καρδιά», σχολίασε το Πνεύμα.
||süß||goldener||||sagte||
||sweet||golden||golden||commented||Spirit
"She is very sweet of gold, with a heart of gold," commented the Spirit.
«Νομίζω ότι πέθανε νέα, πάνω στη γέννα!».
||ist gestorben||||Geburt
I think||died||during||childbirth
"I think she died young, in childbirth!"
«Ναί…» απάντησε σκεφτικός ο Σκρούτζ.
||nachdenklich||
yes|answered|thoughtful||
"Yes…" Scrooge replied thoughtfully.
Βγήκαν από το σχολείο και περιπλανήθηκαν στους δρόμους.
sie gingen hinaus|||||irrten umher||
They went out|||school||wandered||streets
They left the school and wandered the streets.
Οι βιτρίνες των καταστημάτων ήταν στολισμένες για τα Χριστούγεννα.
|||Geschäfte||geschmückt|||
|windows||stores||decorated|||
Shop windows were decorated for Christmas.
Το Πνεύμα στάθηκε εμπρός σ' ένα κατάστημα και ρώτησε τον Σκρούτζ αν το αναγνωρίζει.
||stopped||||store|||||||recognizes
The Spirit stopped in front of a shop and asked Scrooge if he recognized it.
Εκείνος κούνησε το κεφάλι και είπε: «Εδώ πρωτοεργάστηκα σαν μαθητευόμενος!».
|bewegte||||||arbeitete||Lehrling
|moved||head||||worked||apprentice
He shook his head and said: "This is where I first worked as an apprentice!"
Μπήκαν μέσα.
they entered|
They got in.
Ils sont entrés.
Ένας ηλικιωμένος κύριος καθόταν στο γραφείο.
|elderly|man|was sitting||
An old gentleman was sitting at the desk.
Un monsieur âgé était assis au bureau.
«Αυτός είναι ο γερό-Φέζιβικ!..
|||starke|Fesivik
|||strong|Fezivik
"This is strong-Fezivik!..
Ο γερό-Φέζιβικ αναστημένος!..» φώναξε μ' ενθουσιασμό ο Σκρούτζ.
|||auferstanden|||Enthusiasmus||
||Fezziwig|risen from the dead|shouted||enthusiasm||
Old Fezziwig resurrected!.." shouted Scrooge with enthusiasm.
Εκείνη τη στιγμή, ο νεαρός Σκρούτζ κι ένας άλλος μαθητευόμενος μπήκαν στην αίθουσα.
||||||||||||Raum
||||young|||||apprentice|entered||room
At that moment, young Scrooge and another apprentice entered the hall.
A ce moment, le jeune Scrooge et un autre apprenti entrèrent dans la pièce.
«Μαζέψτε τα όλα», τους είπε ο Φέζιβικ, «να ετοιμάσουμε τη γιορτή!».
Sammelt||||||||vorbereiten||Feier
Gather||||||||prepare||party
"Gather everything up," Fezziwig told them, "let's prepare the celebration!"
« Rassemblez tout », leur dit Fezivik, « préparons la fête !
Οι μαθητευόμενοι δεν περίμεναν να το ακούσουν δεύτερη φορά.
|Lehrlinge|||||||
|apprentices||were waiting|||||
The apprentices did not expect to hear it a second time.
Les élèves ne s'attendaient pas à l'entendre une seconde fois.
Πριν προλάβει ο γέρο-Σκρούτζ ν' ανοιγοκλείσει τα μάτια, όλα ήταν καθαρά και τακτοποιημένα.
||||||öffnen und schließen|||||||geordnet
|he could|||Scrooge||open and close|||||clear||tidy
Before old Scrooge could blink, everything was clean and tidy.
Avant que le vieux Scrooge ne puisse ouvrir et fermer les yeux, tout était propre et rangé.
Σε λίγο άρχισαν να καταφθάνουν οι καλεσμένοι.
||||ankommen||
||began||arrive||guests
Soon the guests began to arrive.
Bientôt, les invités ont commencé à arriver.
Η γιορτή είχε οργανωθεί για όλους τους υπαλλήλους του Φέζιβικ.
|||organisiert||||Mitarbeiter||
|party||been organized||||employees||
The celebration was organized for all Fezivik employees.
La fête a été organisée pour tous les employés de Fezivik.
Σύντομα η μουσική και ο χορός άναψαν το κέφι για τα καλά.
|||||Tanz|entzündeten||Spaß|||fürs Erste
soon||music|||dance|lit up||mood|||for good
Soon the music and dancing got the party going.
Bientôt, la musique et la danse ont illuminé le plaisir pour de bon.
Kısa sürede müzik ve dans parti havasını iyice alevlendirdi.
Προσφέρθηκαν γλυκίσματα και ποτά.
Es wurden|Süßigkeiten||Getränke
offered|sweets||drinks
Sweets and drinks were offered.
İkram edilen tatlılar ve içecekler sunuldu.
Ήταν πιά αργά όταν ξεκίνησαν να φύγουν οι καλεσμένοι.
||||starteten||gehen||Gäste
|already|late||they started||leave||guests
It was already late when the guests started to leave.
Il était déjà tard quand les invités ont commencé à partir.
Misafirler gitmeye başladığında neredeyse çok geç olmuştu.
Ο κύριος και η κυρία Φέζιβικ έσφιξαν τα χέρια όλων και τους ευχήθηκαν «Καλά Χριστούγεννα!».
|||||Fezivik|sich drückten||||||wünschten||
||||Mrs.||squeezed|the|||||wished||Christmas
Mr. and Mrs. Feziwick shook everyone's hands and wished them a "Merry Christmas!"
M. et Mme Fezivik ont serré la main de tout le monde et leur ont souhaité "Joyeux Noël!".
Έσφιξαν τα χέρια ακόμη και των νεαρών μαθητευομένων πριν πάνε στα κρεβάτια τους στο πίσω μέρος του καταστήματος.
Sie drückten|||||||Lehrlingen||||||||||Geschäft
Squeezed|||still|||young|apprentices||go||beds||||||store
They even shook the hands of the young apprentices before going to their beds in the back of the shop.
Ils ont même serré la main des jeunes apprentis avant d'aller se coucher au fond du magasin.
Ο γέρο-Σκρούτζ έδειχνε ξετρελαμένος καθώς παρακολουθούσε αυτή τη σκηνή.
||||verrückt|als|verfolgte|||Szene
|||looked|"ecstatic"|as|was watching|||scene
Old Scrooge looked mad as he watched this scene.
Old Scrooge avait l'air fou en regardant cette scène.
Ένιωθε τόση χαρά, λες και συμμετείχε πραγματικά στη γιορτή.
fühlte|so viel||||teilte|||Feier
felt||joy|as if||was participating|really||party
He felt so happy, as if he was really participating in the celebration.
Il se sentait si heureux, comme s'il participait vraiment à la fête.
Αργά τη νύχτα το Πνεύμα και ο Σκρούτζ άκουσαν τους μαθητευομένους να κουβεντιάζουν ξαπλωμένοι στα κρεβάτια τους.
||||||||||Lehrlinge||reden|liegend|||
late||night||||||heard||apprentices||chatting|lying||beds|their
Late at night the Ghost and Scrooge overheard the apprentices lying on their beds chatting.
Tard dans la nuit, Spirit et Scrooge ont entendu les apprentis discuter dans leur lit.
Παίνευαν το γέρο-Φέζιβικ και τον ευγνωμονούσαν για την ωραία γιορτή που τους ετοίμασε.
Sie lobten||||||dankten|||||||vorbereitet hat
They praised||||||they were grateful|||nice|feast|||prepared
They danced to old Fezivik and thanked him for the fine feast he had prepared for them.
Ils ont fait l'éloge du vieil homme-Fezivik et l'ont remercié pour la belle fête qu'il leur a préparée.
«Και του κόστισε μόνο τρεις η τέσσερις λίρες», σχολίασε κάπως ειρωνικά το Πνεύμα.
||kostete||||||||ironisch||
||costed|||||pounds|commented||||
"And it only cost him three or four pounds," remarked the Spirit somewhat wryly.
"Et cela ne lui a coûté que trois ou quatre livres," commenta l'Esprit avec une certaine ironie.
«Έξοδο που άξιζε τον κόπο!».
Ausgang||war wert||Mühe
Exit||was worth||effort
«An exit worth the effort!».
«Το κόστος δεν ήταν υλικό», διαμαρτυρήθηκε ο Σκρούτζ.
|Kosten|||materiell|protestierte||
|cost|||material|protested||Scrooge
«The cost was not material,» protested Scrooge.
"Le coût n'était pas important", a protesté Scrooge.
«Ανεξάρτητα από τα χρήματα, η γιορτή θα είχε επιτυχία γιατί ο Φέζιβικ ήταν καλός άνθρωπος και πάντοτε ακτινοβολούσε χαρά κι ευτυχία!».
Unabhängig||||||||Erfolg|||||||||strahlte|||Glück
"Regardless"|||money|||||success|||Fezivik||a good|man||always|radiated|joy||happiness
«Regardless of the money, the celebration would have been a success because Fezziwig was a good man and always radiated joy and happiness!».
"Peu importe l'argent, la fête serait réussie car Fezivik était un homme bon et rayonnait toujours de joie et de bonheur !"
Ξαφνικά ο Σκρούτζ έκοψε την κουβέντα του απότομα.
|||schnitt||Gespräch||plötzlich
suddenly|||cut|the|conversation||abruptly
Suddenly Scrooge cut his conversation short.
Tout à coup, Scrooge coupa court à sa conversation.
«Τι σου συμβαίνει;» τον ρώτησε το Πνεύμα.
||is happening||asked||
"What's wrong with you?" the Spirit asked him.
"Qu'est-ce qui ne va pas?" lui a demandé l'Esprit.
«Μήπως έγινε κάτι που σε τάραξε;».
|||||verrückt gemacht
perhaps|happened||||upset
"Did something happen that upset you?"
"Il s'est passé quelque chose qui t'a bouleversé ?"
«Όχι, τίποτα… Να, θα ήθελα μόνο να έχω πει κάτι στον κλητήρα μου».
|||||||||||Kellner|
|||||||||||"my doorman"|
"No, nothing… Well, I just wish I had said something to my usher."
« Non, rien… Oui, j'aurais juste aimé dire quelque chose à mon messager.
Η σκηνή άλλαξε.
|das Zelt|hat sich geändert
|tent|changed
The scene changed.
Τώρα ο Σκρούτζ ήταν πλέον ώριμος άντρας.
||||nun|reifer|
||||now|mature|man
Now Scrooge was a grown man.
Και μία νέα γυναίκα εγκατέλειπε το σπίτι.
||||verließ||
||||was leaving||house
And a young woman was leaving home.
Έκλαιγε η καημένη, βουβά.
weinte||verarmte|stumm
was crying||poor|silently
The poor, mute woman was crying.
Γύρισε και του είπε:
he turned|||
He turned and said to him:
«Κάποτε ήμασταν φτωχοί αλλά ευτυχισμένοι.
||arm||glücklich
once|we were|poor||happy
"Once we were poor but happy.
Τώρα σε κυβερνά το πάθος σου για το χρήμα!».
||regiert||Leidenschaft||||Geld
||governs||passion||||money
Now you are ruled by your passion for money!"
"Maintenant, votre passion pour l'argent vous gouverne!"
«Μα, μεταξύ μας, τίποτα δεν άλλαξε», διαμαρτυρήθηκε ο Σκρούτζ.
||||||protestierte||
|between|||||protested||
"But, between us, nothing has changed," protested Scrooge.
"Mais entre nous, rien n'a changé," protesta Scrooge.
«Εγώ έμεινα η ίδια.
|I remained||
"I stayed the same.
Εσύ όμως άλλαξες.
|aber|hast geändert
|but|changed
But you changed.
Mais tu as changé.
Δεν μπορώ να σε παντρευτώ.
||||heiraten
|I can|||marry
I can't marry you.
Je ne peux pas t'épouser.
Σου εύχομαι κάθε ευτυχία στη σταδιοδρομία που διάλεξες».
|ich wünsche||Glück||Karriere||gewählt
|I wish||happiness||career||you chose
I wish you every happiness in your chosen career."
Je te souhaite plein de bonheur dans la carrière que tu as choisie".
Και με τα λόγια αυτά η γυναίκα βγήκε στο δρόμο, ενώ ο άντρας δε δοκίμασε να τη σταματήσει.
||||||||||||||versuchte|||
||||||||||||man||tried|||stop
And with these words the woman went out into the street, while the man did not try to stop her.
Et sur ces mots, la femme sortit dans la rue, tandis que l'homme n'essayait pas de l'arrêter.
«Πνεύμα», φώναξε ο γέρο-Σκρούτζ, «σταμάτα να με βασανίζεις, θέλω να γυρίσω στο σπίτι.
||||||||quälen|||||
Spirit|called||||stop|||tormenting|I want||return||
“Spirit,” cried old Scrooge, “stop tormenting me, I want to go home.
« Esprit, cria le vieux Scrooge, arrête de me torturer, je veux rentrer chez moi.
Δεν αντέχω τις δυσάρεστες αναμνήσεις».
|halte aus||unangenehmen|
|I can endure||unpleasant|memories
I can't bear the unpleasant memories."
"Je ne supporte pas les souvenirs désagréables."
Μέσα σε μία στιγμή πέρασαν χρόνια.
|||moment||years
Years passed in an instant.
Les années ont passé en un instant.
Και ξαναείδαν τη νέα γυναίκα.
|saw again||new|woman
And they saw the new woman again.
Τώρα γελούσε τρισευτυχισμένη με την κόρη της.
||dreifach glücklich||||
|was laughing|triple happy|||daughter|
Now she was laughing happily with her daughter.
Σε διαφορετικές περιστάσεις θα μπορούσε να είναι το παιδί του Σκρούτζ.
||Umständen||||||||
||circumstances||||||||
In different circumstances he could be Scrooge's child.
Ο πατέρας μπήκε στο δωμάτιο.
||entered||room
Father entered the room.
Η μικρή έτρεξε και τον φίλησε.
||ran|||kissed
The little girl ran and kissed him.
Αγκαλιάστηκαν και οι τρεις εμπρός στο αναμμένο τζάκι.
Umarmten sich||||||brennenden|Kamin
They hugged||||in front of||lit|fireplace
All three of them hugged each other in front of the lit fireplace.
«Δεν το αντέχω», μούγκρισε ο γερο-Σκρούτζ με φωνή σπασμένη.
||aushalten|mugte||||||gebrochener
||I can bear|"groaned"||||||broken
"I can't stand it," growled old Scrooge in a broken voice.
Και στράφηκε απελπισμένος προς το Πνεύμα, που μέσα στην ολοφώτεινη ανταύγεια του έμοιαζε σαν να ειρωνεύεται την απελπισία του.
|wandte sich|verzweifelt|||||||strahlenden|Glimmen|||||sich lustig macht||Verzweiflung|
and|turned|desperate|||Spirit||within||brilliantly bright|glow||seemed|||was mocking||despair|
And he turned in despair to the Spirit, which in its all-luminous radiance seemed to mock his despair.
Et il se tourna, désespéré, vers l'Esprit qui, dans sa lumière radieuse, semblait se moquer de son désespoir.
Σε λίγο η οπτασία του Πνεύματος άρχισε ν' απομακρύνεται και να σβήνει σιγά-σιγά, μέχρι που εξαφανίστηκε τελείως.
|||Erscheinung|||||sich entfernen|||verblasst|||||vermisste|
|||vision||Spirit|began||to fade away|||fading|slowly||until||disappeared|completely
In a little while the apparition of the Spirit began to move away and slowly fade away, until it disappeared completely.
En peu de temps, l'apparition de l'Esprit a commencé à s'éloigner et à s'estomper lentement, jusqu'à ce qu'elle disparaisse complètement.
Ο Σκρούτζ ένιωσε αφάνταστα κουρασμένος.
|||unvorstellbar|
|Scrooge|felt|incredibly|tired
Scrooge felt incredibly tired.
Τα μάτια του βάρυναν.
|||schwere wurden
|eyes||became heavy
His eyes were heavy.
Ses yeux étaient lourds.
Ξαναγύρισε στην κρεβατοκάμαρά του.
returned||bedroom|
He returned to his bedroom.
Μόλις που πρόλαβε να ξαπλώσει στο κρεβάτι κι έπεσε σε ύπνο βαθύ.
||schaffte|||||||||tief
as soon as||he managed||lie down||bed||fell||sleep|deep
As soon as he had time to lay down on the bed he fell into a deep sleep.
Dès qu'il réussit à s'allonger sur le lit et tomba dans un profond sommeil.