3. Το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα του Παρόντος
||||Präsens
|Christmas|Spirit||Present
3\. The Christmas Spirit of the Present
3. Günümüzün Noel Ruhu
Όταν ξύπνησε ο Σκρούτζ, το ρολόι χτυπούσε μία.
|wachte|||||schlug|
|woke up||||clock|struck|
When Scrooge awoke, the clock was striking one.
Μια κατακόκκινη λάμψη ερχόταν απ' τη σάλα.
||Licht||||
|deep red|glow|was coming|||hall
A crimson glow was coming from the hall.
Σηκώθηκε, φόρεσε τη ρόμπα του και πήγε να δει τι συμβαίνει.
er stand auf|||Robe|||||||
he got up|put on||robe|||went||||is happening
He got up, put on his robe and went to see what was going on.
Η σάλα είχε μεταμορφωθεί!
the|The hall||transformed
The hall had been transformed!
Από το πάτωμα ως το ταβάνι ήταν στολισμένη με κισσό, λιόπρινο και ιξό.
|||||Decke||geschmückt||Efeu|Eisenholz||Mistel
|the|floor|||ceiling||decorated||ivy|olive branches|and|mistletoe
From floor to ceiling it was decorated with ivy, lioprino and gorse.
Στο τζάκι έκαιγε μία ζωηρή φωτιά και στη γωνιά υψωνόταν ένας τεράστιος σωρός από φαγητά-γαλοπούλες, χήνες, πατάτες, μήλα, καρύδια – ενώ πάνω στην κορυφή καθόταν χαμογελαστός ένας γίγαντας μ' ένα δαυλό αναμμένο στο αριστερό του χέρι.
|Kamin|||lebendige||||Ecke|erhob sich|||Haufen|||Truthahn|Gänse|Kartoffeln||Nüsse||||Spitze|saß|lächelnd||Riese|||Fackel|angezündet||||
In the fireplace|fireplace|was burning||lively|fire|||corner|was rising|a|huge|pile||food|turkeys|geese||apples|walnuts|while|on|in the|top|sat|smiling|a|giant||a|torch|lit||left||hand
A lively fire was burning in the hearth, and in the corner rose a huge pile of food—turkeys, geese, potatoes, apples, walnuts—while on the top sat a smiling giant with a burning torch in his left hand.
«Είμαι το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα του Παρόντος», του φώναξε φιλικά.
|||||Gegenwart|||
||Christmas|Spirit||Present||called|friendly
"I am the Christmas Spirit of the Present," she called to him amiably.
«Έλα!».
come
Ο Σκρούτζ παρατήρησε το Πνεύμα.
||beobachtete||
|Scrooge|noticed||Spirit
Scrooge noticed the Spirit.
Ήταν ντυμένο μ' ένα μακρύ λευκό χιτώνα.
|bekleidet|||||Gewand
It was|dressed|||long|white|tunic
He was dressed in a long white robe.
Και πάνω στα μακριά μαύρα του μαλλιά φορούσε ένα στεφάνι από λιόπρινο.
|||||||||Kranz||Olivenbaum
|on||long|black||hair|wore||crown||olive branches
And on his long black hair he wore a crown of lioprino.
«Πήγαινε με όπου θέλεις», ξερόβηξε ο Σκρούτζ.
geh||||hustete||
go||where|you want|coughed||
"Go with me wherever you want," snapped Scrooge.
«Nereye istersen git», diye boğazını temizledi Scrooge.
«Πήρα ήδη μερικά μαθήματα απ' το συνάδελφό σου.
||||||Kollegen|
I took|already|some|lessons|||colleague|
"I already took some lessons from your colleague.
«Zaten senin meslektaşından birkaç ders aldım.
Είμαι έτοιμος να παρακολουθήσω και τα δικά σου».
|||verfolgen||||
|||watch|||yours|
I'm ready to watch yours too."
Seninkilere de katılmaya hazırım».
«Τότε πιάσου από τον ποδόγυρο του χιτώνα μου», απάντησε ο γίγαντας.
|fass|||Saum||Hemd||||Riese
then|catch|by||hem of the garment||tunic||answered||giant
"Then take hold of the hem of my tunic," replied the giant.
Η χαρούμενη σάλα, η διακόσμηση, τα φαγητά, όλα εξαφανίστηκαν.
|fröhliche|||die Dekoration||||sind verschwunden
|happy|||decoration||food||disappeared
The happy hall, the decoration, the food, everything disappeared.
Βρέθηκαν έξω από το σπίτι του υπαλλήλου του, του Μπόμπ Κράτσιτ και κοίταξαν από το παράθυρο.
They found||||||employee|||Bob||||||window
They found themselves outside the house of his employee, Bob Cratchit, and looked through the window.
Η κυρία Κράτσιτ και οι τρεις κόρες της φορούσαν παλιά φθαρμένα φορέματα, στολισμένα όμως με κορδέλες για τη γιορτή, και κάθονταν στο τραπέζι.
||||||||||abgedroschen||geschmückt|||Bändern|||||||
||||||daughters||were wearing|old|worn|dresses|adorned|||ribbons|||party||were sitting||table
Mrs. Cratchit and her three daughters were wearing old worn-out dresses, but decorated with festive ribbons, and were sitting at the table.
Ξαφνικά, μπήκαν τρέχοντας δυό αγοράκια.
suddenly|came in|running||boys
Suddenly, two little boys came running in.
«Μυρίσαμε γαλοπούλα ψητή!
Wir haben gerochen|Truthahn|gebraten
We smelled|turkey|roasted
“We smelled roast turkey!
Τι καλά!
How nice!
Μοσχοβολά από το δρόμο!» φώναξαν με ενθουσιασμό.
Moschobola||||riefen||Enthusiasmus
Musk smells|||road|they shouted||enthusiasm
Musk shoots from the street! " they shouted enthusiastically.
Πίσω τους ερχόταν ο πατέρας τους.
||was coming||father|
Their father was coming behind them.
Στους ώμους του κουβαλούσε το μικρότερο γιό του, τον Τιμ.
|Schultern||trug||||||
|shoulders||was carrying||smaller|son|||Tim
On his shoulders he carried his youngest son, Tim.
Τον απέθεσε προσεκτικά στο πάτωμα.
|legte|||
|placed|carefully||floor
He carefully placed him on the floor.
Το παιδί ήταν άρρωστο και βάδιζε με δεκανίκι.
|||||||Krücke
|||sick||was walking||crutch
The child was sick and walked with a crutch.
Κάθησαν όλοι στο γιορτινό τραπέζι.
|||festliche|
sat|||festive|table
They all sat down at the festive table.
Η μικρή γαλοπούλα μοιράστηκε πολύ προσεκτικά ώστε να φτάσει για όλους.
||Truthahn|teilte|||||||
||turkey|shared||carefully|so||reach||
The small turkey was very carefully divided so that it arrived for everyone.
Πάντως η σκηνή ήταν χαρούμενη.
jedenfalls||Szene||fröhlich
anyway||scene||happy
However, the scene was happy.
Οι δυό γονείς πρόσεχαν ιδιαίτερα τον ανάπηρο Τιμ.
||Eltern|achten|||behinderten|
||parents|were paying attention|especially||disabled person|
The two parents took special care of the disabled Tim.
Ένα χαμόγελο φώτισε το χλωμό του προσωπάκι.
|Lächeln|erhellte||||Gesichtchen
|smile|lit up||pale||face
A smile lit up his pale face.
«Πνεύμα», ρώτησε με ξαφνικό ενδιαφέρον ο Σκρούτζ, «ο μικρός Τιμ θα… ζήσει ακόμη για πολύ;».
Geist|||plötzlich||||||||leben|||
Spirit|asked||sudden|interest|||||Tim|will|live|still||
"Spirit," asked Scrooge with sudden interest, "will little Tim… live much longer?"
«Χμμ… τον περιβάλλουν σκιές.
||umgeben|Schatten
hmm||surrounding|shadows
“Hmm… shadows surround him.
Αν το μέλλον δεν τις μεταβάλει, το παιδάκι θα πεθάνει!
||Zukunft|||verändert||Kind||sterben
|||||changes||child||will die
If the future does not change them, the child will die!
Αλλά εσένα τι σε νοιάζει; Ένα στόμα λιγότερο σε τούτο τον πυκνοκατοικημένο κόσμο.
||||||Mund|||diesem||dicht besiedelten|
||||matters||mouth|less||this||densely populated|world
But what do you care? One less mouth in this crowded world.
Έτσι δεν είναι;».
Is not that right;".
Ο Σκρούτζ τότε θυμήθηκε ότι ο ίδιος είχε επαναλάβει πολλές φορές αυτή τη φράση.
|||erinnerte sich|||||wiederholt|||||
|||remembered|||he||had repeated|many||it||phrase
Scrooge then remembered that he himself had repeated this phrase many times.
Και κατέβασε το κεφάλι ντροπιασμένος.
|senkte|||beschämt
|lowered||head|ashamed
And he hung his head in shame.
Et il baissa la tête de honte.
Ξαφνικά, χωρίς το Πνεύμα να προσθέσει άλλη λέξη, βρέθηκαν στο σπίτι του ανιψιού του.
||||||||||||Neffen|
suddenly|without||Spirit|to|add|another|word|they found themselves||house||nephew|
Suddenly, without the Spirit adding another word, they found themselves at his nephew's house.
«Ο θείος Σκρούτζ μας θεωρεί τρελούς που γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα.
|uncle|Scrooge||considers|crazy||celebrate||Christmas
“Uncle Scrooge thinks we're crazy for celebrating Christmas.
Κι έτσι, αρνήθηκε να φάει μαζί μας σήμερα», είπε ο Φρεντ.
|so|refused||eat||us|today|said||Fred
And so, he refused to eat with us today,” said Fred.
«Τι απαίσιος άνθρωπος», αναστέναξε η γυναίκα του υποτιμητικά και οι καλεσμένοι κούνησαν τα κεφάλια γιατί συμφώνησαν μαζί της.
|schrecklicher||||||herabwürdigend|||Gäste|nickten||||||
|horrible|man|sighed||woman||disparagingly|||guests|nodded||heads|because|they agreed|with|
"What an awful man," his wife sighed disparagingly, and the guests nodded in agreement with her.
Αλλά ο Φρεντ πρόσθεσε πικραμένος: «Εγώ, πάντως, λυπάμαι ειλικρινά που ο θείος έχασε μία ευκαιρία να χαρεί.
but|the|Fred|added|bitterly|I|anyway|I am sorry|honestly|||uncle|lost||opportunity||rejoice
But Fred added bitterly: “I, however, am truly sorry that uncle has missed a chance to be happy.
Και τώρα, παρ' όλο που δε βρίσκεται μαζί μας, θα ήθελα να του εκφράσω τις καλύτερες ευχές μου».
||||||is||||I would|||express||best||
And now, even though he is not with us, I would like to express my best wishes to him".
Κι αμέσως σήκωσε το ποτήρι και ήπιε στην υγειά του θείου του.
||||||trank|||||
|immediately|lifted||glass||drank||health||uncle|
And immediately he raised the glass and drank to his uncle's health.
Et aussitôt il leva son verre et but à la santé de son oncle.
Γρήγορα όμως η χαρούμενη ομήγυρη ξέχασε τον Σκρούτζ.
||||Gesellschaft|||
quickly|but||happy|company|forgot||
But the happy omigira quickly forgot about Scrooge.
Έπαιξαν μουσική, χόρεψαν, διασκέδασαν με παντομίμα.
spielten|||||
They played|music|danced|they had fun||pantomime
They played music, danced, had fun with pantomime.
Ο Σκρούτζ, που τόσο του άρεσε αυτό το παιχνίδι, συμμετείχε όλο χαρά, ξεχνώντας ότι κανείς δεν μπορούσε να τον δει η να τον ακούσει.
|||||||||teilte teil|||vergessend|||||||||||
|||||liked|||game|participated||joy|forgetting|||not|could|||see||||hear
Scrooge, who loved this game so much, joined in happily, forgetting that no one could see or hear him.
Το Πνεύμα τον παρακολουθούσε κι έμοιαζε να το γλεντάει μαζί του.
|||||schien|||feiern||
|Spirit||was watching||seemed|||enjoys||
The Spirit was watching him and seemed to be having fun with him.
Αλλά σύντομα ήρθε η ώρα να φύγουν.
||||||gehen
|soon|||||leave
But soon it was time for them to leave.
«Έχουμε να επισκεφτούμε πολλά μέρη ακόμη ώσπου να περάσει η νύχτα», είπε το Πνεύμα.
||besuchen||||bis|||||||
||visit|many|places|still|until||passes||night|||Spirit
"We have many places yet to visit before the night falls," said the Spirit.
Και οδήγησε τον Σκρούτζ έξω από το σπίτι.
|führte||||||
|||Scrooge||||
And led Scrooge out of the house.
Περπάτησαν μέσα στο κρύο και στο χιονόνερο, σε βρωμερά στενά και δρομάκια περίεργα, κι ακόμη κάτω από τις σκοτεινές γέφυρες της πόλης.
sie gingen||||||Schneeregen||schmutzigen||||seltsam|||||||||
They walked|in||cold|||snowmelt||dirty|narrow streets||little streets|strange||even|under|||dark|bridges||
They walked through the cold and sleet, through stinking alleys and strange streets, and even under the dark bridges of the city.
Εκεί ο Σκρούτζ είδε δυστυχισμένους ανθρώπους που, κολλημένοι σφιχτά ο ένας πάνω στον άλλον, προσπαθούσαν να ζεσταθούν.
|||||||kleben|eng zusammengedrängt||||||versuchten||sich wärmen
||Scrooge|saw|unhappy|people||stuck|tight||||||were trying||warm up
There Scrooge saw unhappy people who, clinging tightly to each other, were trying to keep warm.
Ανάμεσα τους τριγύριζαν παιδάκια που ζητιάνευαν φαγητό απ' τους περαστικούς.
||trieben|||bettelten||||Vorbeigehenden
between||were wandering|kids||begged||||passersby
Among them, there were little children begging for food from passers-by.
Κάπου μακριά, ένα ρολόι σήμανε μεσάνυχτα.
irgendwo||||schlug|Mitternacht
somewhere|far||clock|struck|midnight
Somewhere in the distance, a clock struck midnight.
Ο Σκρούτζ, τρομοκρατημένος απ' την τόση αθλιότητα, αναζήτησε το γιγάντιο Πνεύμα.
|Scrooge|terrified|||such|misery|sought||giant|
Scrooge, horrified by such wretchedness, sought out the giant Spirit.
Αλλά εκείνο είχε εξαφανιστεί.
but||had|disappeared
But that was gone.