4. Το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα του Μέλλοντος
|Christmas|Spirit||Future
4\. The Christmas Spirit of the Future
4. L'esprit de Noël du futur
4. Geleceğin Noel Ruhu
Σε λίγο, ένα άλλο φάντασμα, τυλιγμένο στην ομίχλη, προχώρησε αργά προς τον Σκρούτζ.
||||Gespenst|eingehüllt||Nebel|||||
||||ghost|wrapped in||fog|moved|slowly|||Scrooge
Before long, another ghost, shrouded in mist, slowly walked towards Scrooge.
Παρατήρησε ότι το Πνεύμα αυτό φορούσε μία τεράστια μαύρη κάπα και μία κουκούλα που του έκρυβε εντελώς το πρόσωπο.
||||||||||||Kapuze||||||
noticed|||Spirit||was wearing||huge|black|cape|||hood|||was hiding|completely||face
He noticed that this Spirit was wearing a huge black cape and a hood that completely hid his face.
Ο Σκρούτζ παραλίγο να λιποθυμήσει από τον τρόμο του.
||beinahe||ohnmächtig werden|||Schrecken|
||almost||faint|||fear|
Scrooge almost fainted from his fright.
«θα πρέπει να είσαι το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα του Μέλλοντος», ψιθύρισε.
|||||||||flüsterte
|should||||Christmas|Spirit||Future|whispered
"you must be the Christmas Spirit of the Future," he whispered.
«Τι μου επιφυλάσσει το μέλλον; Ίσως ν' αλλάξω… Είμαι έτοιμος να σε ακολουθήσω».
||bereitet vor|||||ändern|||||
||holds for||future|perhaps||change|I am|ready|||follow
"What does the future hold for me? Maybe I'll change... I'm ready to follow you."
Παρά τα γενναία του λόγια, ο Σκρούτζ φοβόταν τόσο πολύ αυτό το φάντασμα, ώστε τα πόδια του άρχισαν να τρέμουν.
||tapfer|||||||||||||||||
despite||brave||words|||was afraid|||||ghost|so||legs||began||tremble
Despite his brave words, Scrooge was so afraid of this ghost that his legs began to tremble.
Δεν μπορούσε να κάνει βήμα.
||||Schritt
|could|||step
He couldn't take a step.
Το Πνεύμα παρέμεινε ακίνητο περιμένοντας υπομονετικά τον Σκρούτζ μέχρι να συνέλθει.
||blieb|ruhig|wartend|geduldig|||||sich erholen
|Spirit|remained|still|waiting|patiently||Scrooge|until||recover
The Spirit stood still, patiently waiting for Scrooge to come to his senses.
Έπειτα κινήθηκε αθόρυβα.
|bewegte sich|leise
then|moved|silently
Then he moved quietly.
Και ο Σκρούτζ το ακολούθησε σαν να τον τύλιξε η κάπα του Πνεύματος, που τον παρέσυρε στο άγνωστο.
||||folgte||||eingehüllt|||||||zog||Unbekannte
||||followed||||wrapped||cloak||of the Spirit|||carried|to the|unknown
And Scrooge followed it as if enveloped by the Spirit's cloak, which carried him away into the unknown.
Ve Scrooge onu, sanki Ruhun pelerini sarmış gibi, bilinmeze sürüklenerek takip etti.
Κοσμοσυρροή και οχλαγωγία στο χρηματιστήριο.
Kosmosurrologie||Hektik||Börse
Crowd of people||hubbub||stock exchange
Crowding and commotion in the stock market.
Borsa da kalabalık ve gürültü vardı.
Το Πνεύμα με τον Σκρούτζ ανάμεσα στους χρηματιστές και στους εμπόρους.
|||||||Börsenmakler|||Händlern
||||Scrooge|between||bankers|||merchants
The Spirit with Scrooge among the stockbrokers and traders.
Ruh, Scrooge ile birlikte borsa acenteleri ve tüccarların arasında.
«Πότε πέθανε;» ρώτησε κάποιος από το πλήθος.
|gestorben|||||Menge
when|died|asked||||crowd
"When did he die;" someone in the crowd asked.
«Χθες βράδυ, νομίζω», απάντησε ένας άλλος.
yesterday|night|I think|answered||
"Last night, I think," replied another.
«Δεν πιστεύω να πάτησε κανείς στην κηδεία του», σχολίασε ένας τρίτος.
|glaube||hatte getreten|||Beerdigung||sagte||
|I believe||stepped|anyone||funeral||commented||third
"I can't believe anyone stepped on his funeral," commented a third.
"Je ne pense pas que quiconque soit intervenu à ses funérailles", a commenté un troisième.
«Επιτέλους ξεκουμπίστηκε… Τον σιχαίνονταν όλοι!».
endlich|verabschiedete sich||verachteten|
finally|got unbuttoned||hated|everyone
"He was finally unbuttoned... Everyone hated him!".
"Il était enfin déboutonné, tout le monde le détestait !"
Ο Σκρούτζ ένιωσε οίκτο γι' αυτόν που μιλούσαν.
||felt|pity||||they were talking
Scrooge felt sorry for the one they were talking about.
Αναρωτήθηκε για ποιο λόγο να τον έφερε το Πνεύμα σε τούτο το μέρος.
wondered|||reason|||brought||||||place
He wondered why the Spirit had brought him to this place.
Έπειτα αναγνώρισε κάποιον άλλο χρηματιστή στη συνηθισμένη του θέση.
|recognized|||broker||usual||position
Then he recognized another broker in his usual place.
Μάταια όμως έψαξε να βρει και τον εαυτό του.
in vain|but|searched||find|||self|
But he tried in vain to find himself.
«Ίσως», σκέφτηκε, «ο Σκρούτζ του μέλλοντος θα παρατήσει τις συναλλαγές και θα στραφεί προς άλλες δραστηριότητες…».
maybe|thought||Scrooge||future||abandon||transactions|||turn to||other|activities
"Perhaps," he thought, "the Scrooge of the future will give up trading and turn to other pursuits..."
Γύρισε να ρωτήσει το Πνεύμα.
he turned||ask||
He turned to ask the Spirit.
Αλλά εκείνο εξακολουθούσε να σωπαίνει.
||fuhr fort||schweigen
||continued||"remain silent"
But he was still silent.
Σήκωσε μόνο το χέρι και έδειξε με το μακρύ του δάχτυλο προς κάποια κατεύθυνση.
hob|||||zeigte||||||||Richtung
lifted|only||hand|||||long||finger|||direction
He only raised his hand and pointed with his long finger in some direction.
Ήταν καιρός να συνεχίσουν το ταξίδι τους.
|||fortsetzen|||
|time||continue||journey|
It was time to continue their journey.
Ο γέροντας ένιωσε να διαπερνά τη ραχοκοκαλιά του κρύος ιδρώτας.
|Greis|fühlte||durchdringen||Wirbelsäule|||Schweiß
|old man|felt||piercing|the|spine|||sweat
The old man felt a cold sweat run down his spine.
Έφτασαν σε μία κακόφημη γειτονιά της πόλης.
Sie kamen|||schlechten|||
They arrived|||notorious|neighborhood||city
They arrived in a notorious neighborhood of the city.
Ο Σκρούτζ δεν είχε ξαναπατήσει το πόδι του εκεί.
||||wieder betreten||Fuß||
|Scrooge|||stepped||||
Scrooge had never set foot there before.
Στην άκρη ενός βρώμικου στενού βρισκόταν ένα άθλιο καταγώγιο-φωλιά λωποδυτών!
||||enges|||elendes|Loch|Nest|von Dieben
at the|edge||dirty|narrow|was located||miserable|den of iniquity|den of|thieves' den
At the end of a dirty alley was a wretched shelter-nest of lobo-divers!
Μέσα, τρεις κλέφτες, ένας άντρας και δυό γυναίκες, με τρύπια ρούχα, μοιράζονταν τη λεία τους.
|||||||Frauen||löchrigen||teilten||Beute|
In||thieves||man|||women||tattered||were dividing||loot|
Inside, three thieves, a man and two women, in tattered clothes, were sharing their loot.
Οι πεταμένες πάνω στο πάτωμα κουρτίνες ήταν ίδιες μ' εκείνες της κρεβατοκάμαρας του Σκρούτζ.
|geworfenen||||||||||Schlafzimmer||
|thrown|on||floor|||the same||those||bedroom||Scrooge
The drapes thrown to the floor were the same as those in Scrooge's bedroom.
«Καλά που κάναμε και τα αρπάξαμε», κακάρισε η μία γυναίκα.
||machen|||eingepackt|kikerte|||
good||did|||we grabbed|clucked|||
"Good thing we grabbed them," cooed one woman.
"C'est bien que nous l'ayons fait et que nous les ayons attrapés", a crié une femme.
«Έτσι κι αλλιώς, κανείς δεν πρόκειται να ενδιαφερθεί για τα πράγματά του», πρόσθεσε ο άντρας.
|||||wird||interessieren|||||fügte hinzu||
||anyway|||is going||will be interested|||things||added||man
"Nobody's going to be interested in his stuff anyway," the man added.
"De toute façon, personne ne va s'intéresser à ses affaires", a ajouté l'homme.
«Α το γέρο-τσιγκούνη», έβρισε η άλλη γυναίκα.
|||Geizkragen|schimpfte|||
|||miser|cursed|||
"You stingy old man," cursed the other woman.
«Αν ήταν εντάξει άνθρωπος, κάποιος θα βρισκόταν δίπλα του την ώρα που πέθαινε».
|||||||neben|||||starb
||an okay|man|||would be|next to|||||was dying
"If he was a good man, someone would be by his side when he died."
"S'il était un homme bon, quelqu'un serait à ses côtés quand il mourrait."
Ο Σκρούτζ παρακολουθούσε αηδιασμένος την κουβέντα τους.
||verfolgte|eekelhaft||Gespräch|
||was watching|disgusted||conversation|
Scrooge watched their conversation in disgust.
«Πνεύμα», φώναξε.
Spirit|called
"Spirit," he cried.
«Πάμε να φύγουμε, σε παρακαλώ, από αυτό το απαίσιο μέρος».
||||||||schrecklich|
let's go||leave||please||||horrible|place
"Let's get out of this awful place, please."
"Sortons de cet endroit horrible, s'il te plaît."
Αλλά η σιωπή του Πνεύματος του πάγωσε το αίμα.
||Stille||||hatte eingefroren||Blut
||silence||Spirit||froze||blood
But the silence of the Spirit froze his blood.
Mais le silence de l'Esprit glaça son sang.
«Πνεύμα», κλαψούρισε ο Σκρούτζ, «βοήθησέ με να ξεχάσω τούτη τη θλιβερή σκηνή.
|konnte weinen|||hilf|||vergessen|dieses||traurige|Szene
Spirit|wailed|||help|||forget|this||sad|scene
“Spirit,” whimpered Scrooge, “help me forget this sad scene.
Πήγαινέ με σ' ένα μέρος όπου οι άνθρωποι μιλούν ευγενικά για τους νεκρούς…».
geh|||||||||höflich|||
go|||||where||people|speak|politely|||
Take me to a place where people speak kindly of the dead…”.
Το Πνεύμα τον οδήγησε τότε σε δρόμους γνωστούς, πίσω στο σπίτι του Μπόμπ Κράτσιτ.
|||led|then||roads|familiar|back|||||
The Spirit then led him down familiar roads, back to Bob Cratchit's house.
Η γυναίκα και τα παιδιά του ήσαν όλοι μαζεμένοι γύρω από τη φωτιά.
||||||||versammelt||||Feuer
|woman|||||were||gathered|around|||fire
His wife and children were all gathered around the fire.
Όμως το φτωχικό δωμάτιο ήταν παράξενα σιωπηλό.
||arme|||seltsam|still
but||poor|room||strangely|silent
But the poor room was strangely silent.
«Δε θα αργήσει ο πατέρας σας», είπε η κυρία Κράτσιτ.
||verspäten|||||||
||be late||||||Mrs.|
"Your father won't be long," said Mrs. Cratchit.
"Ce ne sera pas long avant votre père", a déclaré Mme Kracit.
«Έχει καθυστερήσει μόνο λίγα λεπτά», είπε κάποιο από τα παιδιά.
|verspätet||||||||
|been delayed|||minutes||one|||
"He's only a few minutes late," said one of the children.
"Il n'y a que quelques minutes de retard", a déclaré l'un des enfants.
«Τούτες τις μέρες βαδίζει πιο αργά».
|||geht||
these||days|"walks"||slowly
"He's walking more slowly these days."
"Il marche plus lentement ces jours-ci."
«Αχ!» αναστέναξε ένα άλλο.
|seufzte||
|sighed||
"Ah!" sighed another.
«Όταν κουβαλούσε τον Τιμ στους ώμους ερχόταν τρεχάτος για το σπίτι».
|trug||||Schultern||laufend|||
when|was carrying||||shoulders|was coming|running|||
"When he carried Tim on his shoulders he came running home."
Εκείνη τη στιγμή ο Μπόμπ Κράτσιτ μπήκε στο σπίτι.
||moment|||Cratchit|entered||
At that moment Bob Cratchit entered the house.
Είχε τα μάτια κατακόκκινα σαν να είχε κλάψει.
had||eyes|blood-red||||cried
Her eyes were red as if she had cried.
Χαιρέτησε όμως τρυφερά ένα-ένα τα παιδιά του.
begrüßte||zärtlich|ein||||
greeted|but|gently||||children|
But he greeted his children tenderly one by one.
Έπειτα είπε: «Ποτέ δεν πρόκειται να ξεχάσουμε το μικρούλη μας τον Τιμ, έτσι; Η ανάμνηση του της υπομονής και της ευγενείας του θα μας κρατήσει για πάντα ενωμένους!».
||||||||||||||Erinnerung|||der Geduld|||Höflichkeit||||halten|||vereint
then||||is going||||little||||right||memory|||patience|||kindness||||keep||forever|united
Then he said, "We're never going to forget our little Tim, are we?" The memory of his patience and kindness will keep us united forever! "
«Ναι!
"Yes!
Ναι!» φώναξαν τα παιδιά.
|called||
Yes!" the children shouted.
«Ε, τότε, με κάνετε να νιώθω ευτυχισμένος», απάντησε ο Μπόμπ «πολύ ευτυχισμένος!».
||||||glücklich|||||
|||make||feel|happy|answered||Bob||happy
"Well, then, you make me happy," replied Bob, "very happy!"
Αγκαλιάστηκαν όλοι.
Umarmten|
They hugged|
They all hugged.
Και δάκρυα γέμισαν τα μάτια του Σκρούτζ.
|Tränen|||||
|tears|filled||||
And tears filled Scrooge's eyes.
«Πνεύμα», είπε ο Σκρούτζ, «σε λίγο θα χωρίσουμε.
|||||||trennen
Spirit|||||||we will part
“Spirit,” said Scrooge, “we shall soon be parted.
Δε θα μου εξηγήσεις το νόημα όλων αυτών; θα ήθελα να δω και τη δική μου πορεία στο μέλλον».
|||explain||meaning|of all|these||I would like||see|||||course||future
Won't you explain to me the meaning of all this? I would also like to see my own course in the future."
Ξαναβγήκαν στο δρόμο και προχωρώντας, βρέθηκαν έξω από το γραφείο του Σκρούτζ.
Sie gingen wieder hinaus||||gehend|||||||
they went out again||road||walking|they found themselves||||office||
They went out into the street again and walking forward, they found themselves outside Scrooge's office.
Το Πνεύμα δεν είχε πρόθεση να σταματήσει.
||||Absicht||
||||intention||stop
The Spirit had no intention of stopping.
Το μακρύ του δάχτυλο έδειχνε εμπρός.
||||zeigte|vorne
|long||finger|was pointing|forward
His long finger pointed forward.
«Σε παρακαλώ, άφησε με μία στιγμή να δω πως θα είμαι στο μέλλον», ικέτευσε ο Σκρούτζ.
||||||||||||Zukunft|batte||
|please|let|||moment|||||||future|pleaded||
"Please, let me see what I will be like in the future," begged Scrooge.
Το Πνεύμα κοντοστάθηκε σιωπηλό.
||blieb stehen|still
||stopped|silent
The Spirit fell silent.
Ο Σκρούτζ κοίταξε από το παράθυρο.
||looked|from||window
Scrooge looked out the window.
Αναγνώρισε το γραφείο του, αλλά η επίπλωση δεν ήταν πλέον η δική του και ο άνθρωπος που καθόταν στην πολυθρόνα δεν ήταν ο Σκρούτζ!
recognized||office||||furniture|||no longer||||||man||was sitting||armchair||||Scrooge
He recognized his desk, but the furniture was no longer his, and the man sitting in the armchair was not Scrooge!
Το Πνεύμα, αμίλητο πάντα, προχώρησε.
||schweigend||ging weiter
||silent|always|moved
The Spirit, always silent, moved on.
Ο Σκρούτζ ακολούθησε τα βήματά του.
||folgte||Schritte|
||followed||steps|
Scrooge followed in his footsteps.
Μετά από λίγο έφτασαν σε μία καγκελόπορτα.
||||||Tore aus Metall
|||they arrived||a|gate
After a while they reached a barred gate.
Ο Σκρούτζ γούρλωσε τα μάτια.
||weiteten||
|Scrooge|bulged||eyes
Scrooge rolled his eyes.
Ήταν το νεκροταφείο.
||Friedhof
||cemetery
It was the cemetery.
Το Πνεύμα πήγε και στάθηκε εμπρός από έναν τάφο.
||||||||Grab
|Spirit|went|and|stopped|in front|||grave
The Spirit went and stood before a tomb.
Ο Σκρούτζ πλησίασε τρέμοντας.
||approached|trembling
Scrooge approached, trembling.
Πάνω στην ταφόπλακα διάβασε χαραγμένο το όνομά του: «ΕΜΠΕΝΕΖΕΡ ΣΚΡΟΥΤΖ».
||||eingraviert||||EMBENEZER|
||tombstone|read|engraved||name||BENEFIT|SCROOGE
On the tombstone he read his name engraved: "EBENEZER SCROOGE."
«Μα, τότε, στο χρηματιστήριο θα πρέπει να μιλούσαν για μένα», κλαψούρισε, «και οι κλέφτες λήστεψαν, μόλις πέθανα, το δικό μου σπίτι!».
|||Börse||||||mich|konnte weinen||||haben ausgeraubt||gestorben||||
|||stock exchange||should||they were talking||me|whined|||thieves|robbed|just|I died||||
"But, then, the stock market must have been talking about me," he whimpered, "and the thieves robbed, just after I died, my own house!"
«Πνεύμα, βοήθεια, βοήθεια!» φώναξε.
|Hilfe||
Spirit|help|help|shouted
"Spirit, help, help!" cried.
«Δεν θέλω να τελειώσει έτσι η ζωή μου.
|||end||||
"I don't want my life to end like this.
Μπορώ… θέλω να την αλλάξω.
I can||||
I can… I want to change her.
Τα μαθήματα των τριών πνευμάτων δεν θα πάνε χαμένα.
|lessons|||spirits|||go|wasted
The lessons of the three spirits will not go to waste.
Μπορείς να αλλάξεις το μέλλον μου;».
||change||future|
Can you change my future?'
Πάνω στην αγωνία του ο Σκρούτζ αγκάλιασε το Πνεύμα από τη μέση.
upon||anxiety||||hugged|||||
In his agony Scrooge hugged the Ghost around the waist.
Αλλά η κάπα ήταν άδεια -το Πνεύμα έγινε ατμός- και ο Σκρούτζ αγκάλιαζε στην πραγματικότητα το κάγκελο του κρεβατιού του!
||||||||Dampf|||||||||||
||cape||empty||Spirit|became|steam|||Scrooge|was hugging||reality||railing||bed|
But the cape was empty—the Spirit turned to vapor—and Scrooge was actually hugging the rail of his bed!
Ναι, του δικού του κρεβατιού!
||of the own||of the bed
Yes, his own bed!
Βρισκόταν πάλι στην κρεβατοκάμαρά του.
was|||bedroom|
He was back in his bedroom.
Ανακουφισμένος από την αγωνία, κλαίγοντας και γελώντας, έτρεξε να αγγίξει τις κουρτίνες.
Erleichtert|||||||||||
relieved|||anxiety|crying||laughing|ran||touch||curtains
Relieved of the agony, crying and laughing, he ran to touch the curtains.
Ήταν εκεί, στη συνηθισμένη τους θέση.
|||usual||place
They were there, in their usual place.
Βάλθηκε να χοροπηδά σ' όλο το σπίτι γεμάτος ευτυχία.
er beschloss||hüpfen||||||
he set out||jumping|||||full of|happiness
He started jumping all over the house full of happiness.
Όλα ήταν στη θέση τους!
|||place|
Everything was in place!
Τίποτα δεν είχε αλλάξει!
|||changed
Nothing had changed!
Και τη μεγάλη του χαρά διέκοψαν μόνο οι καμπάνες των εκκλησιών, που χτυπούσαν χαρούμενες σ' όλη την πόλη.
|||||unterbrachen|||Glocken||Kirchen||schlugen|fröhlich||||
|||||interrupted|only||bells||churches||were ringing|happy||||city
And his great joy was interrupted only by the church bells, which were ringing happily throughout the city.