×

We use cookies to help make LingQ better. By visiting the site, you agree to our cookie policy.

image

Intermediate Greek on YouTube, Ode To Lentils!

Ode To Lentils!

Σήμερα έφτιαξα για πρώτη φορά ελληνικό φαγητό. Έκανα φακές, μόνη μου. Yaaaay!

Ένας πολύ σημαντικός λόγος που είμαι ενθουσιασμένη για τις φακές μου είναι ότι έχω παράξενες συνήθειες στο φαγητό:

Είμαι vegan από επιλογή, και είμαι gluten free, όχι από επιλογή.

Όπως μπορείς να καταλάβεις, δε μπορώ να τρώω πολλά.

Και επειδή είμαι και λίγο τεμπέλα, τα τελευταία χρόνια τρώω πάνω - κάτω τα ίδια πράγματα:

παρόμοιο πρωινό, παρόμοιο μεσημεριανό, παρόμοιο βραδινό.

Εμένα προσωπικά δε με πειράζει καθόλου, αυτά που τρώω μου αρέσουν πάρα πολύ!

Οι φίλοι μου, βέβαια, δε μπορούν με τίποτα να καταλάβουν πώς μπορώ να έχω κάθε μέρα το ίδιο μενού. Τελοσπάντων.

Επειδή είμαι χαρούμενη με όσα τρώω, δεν ψάχνω να βρω περισσότερα φαγητά ή συνταγές.

Πολύ σπάνια σκέφτομαι: ‘'ααα, θα μπορούσα να φτιάξω κάτι καινούριο σήμερα''.

Επίσης, επειδή είμαι τόσο απασχολημένη b u s i n e s s w o m a n

και κάνω πάρα πολλά πράγματα, τις περισσότερες μέρες δεν έχω χρόνο να τρώω!

(Αυτό ήταν σαρκασμός. Αλλά επίσης, είναι λίγο αλήθεια.)

Μαζί με όλα αυτά, υπάρχει και το θέμα ότι δε μου αρέσει να μαγειρεύω.

Αν μια συνταγή χρειάζεται πάνω από μισή ώρα, γίνομαι ανυπόμονη

και σκέφτομαι όλα τα πράγματα που θα μπορούσα να κάνω αντί να στέκομαι να βλέπω το ρύζι να βράζει.

Θαυμάζω τους ανθρώπους που περνούν πολύ χρόνο στην κουζίνα

- που κόβουν, ψήνουν, βράζουν, τηγανίζουν, πολλές φορές ταυτόχρονα!

Στο τέλος, βέβαια, φτιάχνουν κάτι πάρα πολύ νόστιμο αλλά ο κόπος που χρειάζεται

μέχρι να είναι έτοιμο το φαγητό μού φαίνεται τεράστιος.

Και έκανα αυτό το μονόλογο για να σου πω ότι τον τελευταίο καιρό κάτι αρχίζει να αλλάζει.

Αγαπώ να τρώω τα ίδια πράγματα, αλλά αρχίζω να θέλω να εξερευνήσω, να ανακαλύψω, να δοκιμάσω κάτι καινούριο.

Όχι μεγάλες, δραματικές αλλαγές, κάτι μικρό κάθε φορά:

μια νέα σως, ένα νέο συστατικό, ένας διαφορετικός τρόπος μαγειρέματος, κάτι!

Αλλά, πώς ξεκίνησε η ιστορία με τις φακές;

Λοιπόν, δεν ξέρω αν σου έχει συμβεί, αλλά κάποιες φορές, από το πουθενά,

μου έρχεται μια έντονη λιγούρα για ένα πολύ συγκεκριμένο φαγητό.

Πριν από τρία χρόνια ήταν το sushi, κι έτσι έμαθα να φτιάχνω sushi.

Σήμερα ήταν οι φακές, και έτσι έφτιαξα φακές.

Η πρώτη φορά που δοκιμάζεις να κάνεις κάτι, συνήθως είναι η πιο δύσκολη.

Και αν ήσουν στην κουζίνα μου, θα έβλεπες το χάος:

Δεν ήξερα τι έκανα, τα μισά τα έκανα λάθος, δεν είχα αρκετά σκεύη ούτε αρκετά υλικά για τη συνταγή,

έπρεπε να κόψω τα λαχανικά σε πολύ μικρά κομματάκια και τα χέρια μου είχαν κουραστεί

και ενώ η συνταγή έλεγε πως χρειάζεται τριάντα λεπτά για να τα κάνεις όλα, εγώ χρειάστηκα μία ώρα!

Αλλά το χειρότερο από όλα ήταν το κρεμμύδι.

ΤΟ ΚΡΕΜΜΥΔΙ

Τι πρόβλημα έχει το κρεμμύδι; Γιατί σε κάνει να δακρύζεις;

Γιατί σε κάνει να μυρίζεις;

Και όλο το σπίτι μου, τα ρούχα, τα χέρια, τα μαλλιά μου, οι πετσέτες, το κινητό, το κρεβάτι, το μπάνιο,

το φυτό, τα πιάτα, το λάπτοπ, ο πλανήτης, όλα μυρίζουν κρεμμύδι, όλα είναι κρεμμύδι.

Εγώ είμαι κρεμμύδι. Εσύ είσαι κρεμμύδι. Αυτός είναι κρεμμύδι.

Εγώ και το κρεμμύδι δεν είμαστε καλοί φίλοι.

Είναι σημαντικό να το ξέρεις.

Τελικά, η συνταγή μου ήταν λίγο διαφορετική, κυρίως γιατί δεν είχα όλα τα υλικά

και δεν είχα σκοπό να πάω στο σουπερμάρκετ δεύτερη φορά, άρα, για ολο, χρησιμοποίησα ό,τι είχα.

Και οι φακές βγήκαν πάρα πολύ νόστιμες, και μπράβο μου!

Νιώθω ότι έτρεξα δέκα μαραθώνιους, αλλά τα κατάφερα.

Είμαι είκοσι έξι χρονών και πρώτη φορά σήμερα μαγείρεψα περίπλοκο φαγητό.

(Εδώ όλοι οι σεφ γελάνε.)

Αν η ενηλικίωση είναι παιχνίδι, εγώ μόλις έκανα level up.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

Ode To Lentils! Ode an Linsen||Linsen! Ode an Ωδή|to|Ode to Lentils |への| Ode an Linsen! Ode To Lentils! Ode To Lentils! Oda a las lentejas Ode aux lentilles ! Ode alle lenticchie! Oda do soczewicy! Ode às lentilhas! Ода чечевице! Mercimeğe Övgü!

Σήμερα έφτιαξα για πρώτη φορά ελληνικό φαγητό. Έκανα φακές, μόνη μου. Yaaaay! |gemacht|||||||Linsensuppe|||Juhu! Today|I made|for|first time|time|Greek|food|I made|Lentil soup|alone|me|Hooray! ||||||||レンズ豆|||やったー! Heute habe ich das erste Mal griechisch gekocht. Ich habe Linsen gemacht, allein. Jaaaay! Today I made Greek food for the first time. I made lentils, alone. Yaaaay! Hoy hice comida griega por primera vez. Hice lentejas, sola. ¡Yaaaay! Aujourd'hui, j'ai fait de la nourriture grecque pour la première fois. J'ai fait des lentilles, seule. Yaaaay ! 今日、初めてギリシャ料理を作りました。レンズ豆を一人で作ったよ。やったー! Сегодня я впервые приготовила греческую еду. Я приготовила чечевицу, сама. Ура!

Ένας πολύ σημαντικός λόγος που είμαι ενθουσιασμένη για τις φακές μου είναι ότι έχω παράξενες συνήθειες στο φαγητό: |||||||||les lentilles|||||étranges|habitudes|| One|very|Very important reason|reason|that|I am|excited|for|my|lentils||is|that I|I have|strange|habits|in the| ||||||||||||||seltsame||| ||重要な||||興奮している||||||||奇妙な|習慣|| Ein sehr wichtiger Grund, warum ich von meinen Linsen begeistert bin, ist, dass ich seltsame Essgewohnheiten habe: A very important reason I'm excited about my lentils is that I have strange eating habits: Una razón muy importante por la que me entusiasman las lentejas es que tengo hábitos alimenticios extraños: Une raison très importante pour laquelle je suis enthousiasmé par mes lentilles est que j'ai des habitudes alimentaires étranges : Un motivo molto importante per cui sono entusiasta delle mie lenticchie è che ho strane abitudini alimentari: レンズ豆が楽しみな理由の一つは、私の食習慣が少し変わっていることです。

Είμαι vegan από επιλογή, και είμαι gluten free, όχι από επιλογή. |||choix||||||| |vegan|by|choice|||gluten free|free of|not||choice |||Wahl|||Gluten|glutenfrei||| ||||||グルテン|||| Ich ernähre mich freiwillig vegan, und ich bin glutenfrei, nicht freiwillig. I'm vegan by choice, and I'm gluten free, not by choice. Je suis vegan par choix, et je suis sans gluten, pas par choix. Sono vegana per scelta, e sono senza glutine, non per scelta. 私は選択でヴィーガンをしており、グルテンフリーは選択ではないです。

Όπως μπορείς να καταλάβεις, δε μπορώ να τρώω πολλά. as|you||understand|not|I can||eat|a lot Wie Du verstehen kannst, kann ich nicht viel essen. As you can tell, I can't eat much. Comme vous pouvez le voir, je ne peux pas manger beaucoup. Come potete vedere, non riesco a mangiare molto. 多くのことを食べることができないことがわかるように、私は食べることができません。

Και επειδή είμαι και λίγο τεμπέλα, τα τελευταία χρόνια τρώω πάνω - κάτω τα ίδια πράγματα: |||||paresseuse||||||||| |because|||a little|lazy|the|last|years|I eat|up|up and down|the|same|the same things |||||faul|||||ungefähr|||| |||||||最近の|||上に|||| Und weil ich auch ein bisschen faul bin, esse ich seit einigen Jahren mehr oder weniger das Gleiche: And because I'm a little lazy, I've been eating the same things for years: Et parce que je suis un peu paresseux, je mange les mêmes choses depuis des années : E poiché sono un po' pigro, negli ultimi anni ho mangiato più o meno le stesse cose: そして、私は少し怠惰なので、過去数年間同じものを食べ続けています:

παρόμοιο πρωινό, παρόμοιο μεσημεριανό, παρόμοιο βραδινό. similaire||||| Ähnliches||||| Similar|Breakfast|similar|lunch|similar dinner|dinner 似たような||||| ähnliches Frühstück, ähnliches Mittagessen, ähnliches Abendessen. similar breakfast, similar lunch, similar dinner. petit-déjeuner similaire, déjeuner similaire, dîner similaire. colazione simile, pranzo simile, cena simile. 同じ朝食、同じ昼食、同じ夕食。

Εμένα προσωπικά δε με πειράζει καθόλου, αυτά που τρώω μου αρέσουν πάρα πολύ! |personnellement|||ça me dérange|||||||| me|"personally"|not||"bother"|at all|those things|that|eat||I like|very|very |persönlich||||||||||| |個人的に||||||||||| Mir persönlich macht das überhaupt nichts aus, ich mag was ich esse! Personally, I do not mind at all, I like what I eat very much! Personnellement ça ne me dérange pas du tout, j'aime beaucoup ce que je mange ! A me personalmente non dispiace affatto, mi piace molto quello che mangio! 個人的には、私が食べるものはとても好きなので、全く気になりません!

Οι φίλοι μου, βέβαια, δε μπορούν με τίποτα να καταλάβουν πώς μπορώ να έχω κάθε μέρα το ίδιο μενού. Τελοσπάντων. |||||||||||||||||||de toute façon |||natürlich||||||||||||||||letztendlich |friends||of course|"cannot"|can||nothing||understand|how|||||day||same|menu|Anyway. |||もちろん||||||||||||||||とにかく Meine Freunde können natürlich nicht verstehen, wie ich jeden Tag das gleiche Menü haben kann. Schließlich. My friends, of course, can't understand how I can have the same menu every day. After all. Mes amis, bien sûr, ne peuvent pas comprendre comment je peux avoir le même menu tous les jours. Τελοσπάντων. もちろん、友達はどうして毎日同じメニューを食べることができるのか理解できません。とにかく。

Επειδή είμαι χαρούμενη με όσα τρώω, δεν ψάχνω να βρω περισσότερα φαγητά ή συνταγές. Parce que|||||||||||||recettes "Because"||happy||"what"|I eat|not|looking for||find|more|foods|or|recipes |||||||suche||finden||||Rezepte ||満足している||もの|||探していません||見つける||||レシピ Weil ich mit dem, was ich esse, zufrieden bin, suche ich nicht nach mehr Essen oder Rezepten. Because I'm happy with what I'm eating, I'm not looking to find more food or recipes. Parce que je suis content de ce que je mange, je ne cherche pas à trouver plus de nourriture ou de recettes. Poiché sono soddisfatta di ciò che mangio, non cerco altro cibo o ricette. 私は食べて幸せなので、他の食べ物やレシピを探す必要はありません。

Πολύ σπάνια σκέφτομαι: ‘'ααα, θα μπορούσα να φτιάξω κάτι καινούριο σήμερα''. |Sehr selten||||||||| very|very rarely|I think|aaa|I|could||make|something|new| |めったに||||できた||||| Sehr selten denke ich: „Wow, ich könnte heute etwas Neues machen“. Very rarely do I think: "wow, I could make something new today". Je pense très rarement : "aaa, je pourrais faire quelque chose de nouveau aujourd'hui". たいてい私は考えませんが、「ああ、今日新しいものを作ることができるかもしれないな」と思います。

Επίσης, επειδή είμαι τόσο απασχολημένη b u s i n e s s w o m a n Aussi|parce que|||occupée||en affaires||||||||||| Also|because|I am|so|busy||business|business||business|also|s(2)|s(3)|with|a|m||n ||||beschäftigt|geschäftige Geschäftsfrau|Auch, weil ich|Auch, weil ich||||||Geschäftsfrau|||| ||||とても忙しい||||||||||||| Auch, weil ich so eine vielbeschäftigte Geschäftsfrau bin Also, because I'm such a busy businesswoman Aussi, parce que je suis une femme d'affaires tellement occupée また、私は非常に忙しい女性起業家であるため

και κάνω πάρα πολλά πράγματα, τις περισσότερες μέρες δεν έχω χρόνο να τρώω! ||||||mehr||||||zu essen |do|very|many|things||more|days|||time|| ||非常に|||||||||| und ich mache so viele Dinge, an den meisten Tagen habe ich keine Zeit zum Essen! and I do so many things, most days I don't have time to eat! et je fais beaucoup de choses, la plupart du temps je n'ai pas le temps de manger ! そして、私はたくさんのことをしています。ほとんどの日、食べる時間がありません!

(Αυτό ήταν σαρκασμός. Αλλά επίσης, είναι λίγο αλήθεια.) ||sarcasme||||| this|was|sarcasm|but|also||a little|truth ||Sarkasmus||||| ||皮肉||||| (Das war Sarkasmus. Aber es ist auch irgendwie wahr.) (That was sarcasm. But also, it's kind of true.) (C'était du sarcasme. Mais aussi, c'est un peu vrai.) (Era sarcasmo, ma è anche un po' vero). (これは皮肉でした。しかし、少しは真実です。)

Μαζί με όλα αυτά, υπάρχει και το θέμα ότι δε μου αρέσει να μαγειρεύω. |||||||||nicht||gefällt mir nicht|| together||all|this|there is|||fact|that||me|like||cook 一緒に|||||||問題||||||料理する Dazu kommt noch, dass ich nicht gerne koche. Along with all this, there is the issue that I do not like to cook. Parallèlement à tout cela, il y a aussi le fait que je n'aime pas cuisiner. Oltre a tutto questo, c'è anche il problema che non mi piace cucinare. これらすべての中で、料理するのは好きではありません。

Αν μια συνταγή χρειάζεται πάνω από μισή ώρα, γίνομαι ανυπόμονη ||Rezept|||||||ungeduldig ||recipe|needs|over||half|hour|I get impatient|impatient ||レシピ|必要とする|||||イライラする|せっかち Wenn ein Rezept länger als eine halbe Stunde dauert, werde ich ungeduldig If a recipe takes more than half an hour, I'm impatient Si une recette prend plus d'une demi-heure, je m'impatiente Se una ricetta richiede più di mezz'ora, divento impaziente. 30分以上かかるレシピは、私をイライラさせます。

και σκέφτομαι όλα τα πράγματα που θα μπορούσα να κάνω αντί να στέκομαι να βλέπω το ρύζι να βράζει. ||||||||||||stehen bleiben||||||kocht |I think|||things|that|would|I could||do|instead of||stand around|to|watch||rice|boiling|boils ||||||||||||立っている||||ご飯||沸騰する und ich denke an all die Dinge, die ich tun könnte, anstatt herumzustehen und dem Reis beim Kochen zuzusehen. and I think of all the things I could be doing instead of standing around watching the rice boil. et je pense à tout ce que je pourrais faire au lieu de rester debout et de regarder bouillir le riz. e penso a tutte le cose che potrei fare invece di stare a guardare il riso che bolle. お米が炊けるのを見ている代わりにできることを考えます。

Θαυμάζω τους ανθρώπους που περνούν πολύ χρόνο στην κουζίνα Ich bewundere|||||||| "I admire"|the people|||spend time|a lot|||kitchen 尊敬する|||||||| Ich bewundere Menschen, die viel Zeit in der Küche verbringen I admire people who spend a lot of time in the kitchen J'admire les gens qui passent beaucoup de temps en cuisine Ammiro le persone che passano molto tempo in cucina 台所で多くの時間を費やす人々に感心します。

- που κόβουν, ψήνουν, βράζουν, τηγανίζουν, πολλές φορές ταυτόχρονα! ||backen|||||gleichzeitig |cut|cook|boil|fry|many|times|simultaneously - das Schneiden, Backen, Kochen, Braten, viele Male gleichzeitig! - that cut, bake, boil, fry, many times at the same time! - qui coupe, cuit, bouilli, frit, plusieurs fois en même temps ! - tagliare, cuocere, bollire, friggere, molte volte contemporaneamente! 切る、焼く、煮る、揚げる、多くの場合同時に行います!

Στο τέλος, βέβαια, φτιάχνουν κάτι πάρα πολύ νόστιμο αλλά ο κόπος που χρειάζεται ||||||||||Mühe|| At|end|of course|they make|something|very||delicious|but|the|effort required|that|is needed Am Ende machen sie natürlich etwas sehr Leckeres, aber der Aufwand ist nötig In the end, of course, they make something very tasty, but the effort is needed Au final, bien sûr, ils font quelque chose de très savoureux, mais l'effort est nécessaire 最後に、もちろん、非常においしいものを作りますが、必要な労力は

μέχρι να είναι έτοιμο το φαγητό μού φαίνεται τεράστιος. ||||||||riesig until|||ready||food|to me|seems|endless まで|||準備ができた||||| Bis das Essen fertig ist, sieht es für mich riesig aus. until the food is ready it looks huge to me. jusqu'à ce que la nourriture soit prête, cela me semble énorme. 食べ物ができるまで私には巨大に思えます。

Και έκανα αυτό το μονόλογο για να σου πω ότι τον τελευταίο καιρό κάτι αρχίζει να αλλάζει. |I did|||monologue||to|you|||the||time||is starting||changes Und ich habe diesen Monolog gemacht, um Dir zu sagen, dass sich in letzter Zeit etwas zu ändern beginnt. And I did this monologue to tell you that lately something is starting to change. Et j'ai fait ce monologue pour vous dire que dernièrement quelque chose commence à changer. E ho fatto questo monologo per dirvi che ultimamente qualcosa sta iniziando a cambiare. そして、最近何かが変わり始めているということを伝えるために、この独白をしました。

Αγαπώ να τρώω τα ίδια πράγματα, αλλά αρχίζω να θέλω να εξερευνήσω, να ανακαλύψω, να δοκιμάσω κάτι καινούριο. |||||||||||erkunden|||||| I love||||same|||I start||I want||explore||discover||try|| Ich liebe es, die gleichen Dinge zu essen, aber ich fange an, etwas Neues zu erforschen, zu entdecken, auszuprobieren. I love eating the same things, but I'm starting to want to explore, discover, try something new. J'adore manger les mêmes choses, mais je commence à avoir envie d'explorer, de découvrir, d'essayer quelque chose de nouveau. Mi piace mangiare sempre le stesse cose, ma inizio a voler esplorare, scoprire, provare qualcosa di nuovo. 同じものを食べるのが好きですが、新しいものを探求し、発見し、試してみたいと思い始めています。

Όχι μεγάλες, δραματικές αλλαγές, κάτι μικρό κάθε φορά: |||Änderungen|||| |big|dramatic|changes||small||time Keine großen, dramatischen Änderungen, jedes Mal etwas Kleines: No big, dramatic changes, something small every time: Pas de grands changements dramatiques, quelque chose de petit à chaque fois : 大きなドラマチックな変化ではなく、毎回少しずつ変えていきます。

μια νέα σως, ένα νέο συστατικό, ένας διαφορετικός τρόπος μαγειρέματος, κάτι! ||vielleicht|||Zutat||||| |new|perhaps||new|ingredient||different|way|cooking| eine neue Soße, eine neue Zutat, eine andere Art zu kochen, irgendwas! a new sauce, a new ingredient, a different way of cooking, something! une nouvelle sauce, un nouvel ingrédient, une autre façon de cuisiner, quelque chose ! una nuova salsa, un nuovo ingrediente, un modo diverso di cucinare, qualcosa! 新しい味、新たな素材、異なる料理法、何か新しいもの!

Αλλά, πώς ξεκίνησε η ιστορία με τις φακές; |||||||Linsen |how|began||story|||lentils Aber wie begann die Geschichte mit Linsen? But, how did the story with lentils begin? Mais comment l'histoire des lentilles a-t-elle commencé ? しかし、レンズ豆の物語はどうやって始まったのか?

Λοιπόν, δεν ξέρω αν σου έχει συμβεί, αλλά κάποιες φορές, από το πουθενά, well|not|I know||you||happened||some||out of||out of nowhere Nun, ich weiß nicht, ob es dir passiert ist, aber manchmal, aus dem Nichts, Well, I do not know if it has happened to you, but sometimes, out of nowhere, Eh bien, je ne sais pas si cela vous est arrivé, mais parfois, de nulle part, Non so se vi è capitato, ma a volte, all'improvviso, si può dire che il problema sia stato risolto, まあ、わからないけど、時々突然

μου έρχεται μια έντονη λιγούρα για ένα πολύ συγκεκριμένο φαγητό. |||starke Gelüste|Heißhunger||||bestimmtes| |comes|a|intense|craving||||specific| ||||食欲||||| Ich habe ein starkes Verlangen nach einem ganz bestimmten Essen. I get a strong craving for a very specific food. J'ai une forte envie d'un aliment très spécifique. Mi viene un intenso desiderio di un cibo molto specifico. 特定の料理に強い渇望がやってきます。

Πριν από τρία χρόνια ήταν το sushi, κι έτσι έμαθα να φτιάχνω sushi. before||three|years|||sushi|and|so|I learned||make|sushi Vor drei Jahren war es Sushi, also habe ich gelernt, Sushi zu machen. Three years ago it was sushi, so I learned to make sushi. Il y a trois ans, c'était des sushis, alors j'ai appris à faire des sushis. 3年前には寿司で、それで寿司を作る方法を学びました。

Σήμερα ήταν οι φακές, και έτσι έφτιαξα φακές. |||lentils|||I made|lentils Heute gab es Linsen, also habe ich Linsen gemacht. Today was lentils, so I made lentils. Aujourd'hui c'était les lentilles, alors j'ai fait des lentilles. 今日はレンズ豆であり、それでレンズ豆を作りました。

Η πρώτη φορά που δοκιμάζεις να κάνεις κάτι, συνήθως είναι η πιο δύσκολη. |first|time||you try||do||usually|||most|difficult Das erste Mal, wenn Sie etwas ausprobieren, ist normalerweise das Schwierigste. The first time you try to do something, it is usually the most difficult. La première fois que vous essayez quelque chose est généralement la plus difficile. 何かを試みるのは初めての場合、通常、最も難しいです。

Και αν ήσουν στην κουζίνα μου, θα έβλεπες το χάος: ||you were|||||you would see||chaos Und wenn du in meiner Küche wärst, würdest du das Durcheinander sehen: And if you were in my kitchen, you'd see the mess: Et si vous étiez dans ma cuisine, vous verriez le chaos : E se foste nella mia cucina, vedreste il caos: そして、私のキッチンにいたら、混乱を見るでしょう:

Δεν ήξερα τι έκανα, τα μισά τα έκανα λάθος, δεν είχα αρκετά σκεύη ούτε αρκετά υλικά για τη συνταγή, |||||halb|||||||Utensilien|||Zutaten||| ||what|||half|||||I had|enough|utensils|nor|enough|ingredients||the|recipe Ich wusste nicht, was ich tat, ich habe die Hälfte falsch gemacht, ich hatte nicht genug Utensilien oder genügend Zutaten für das Rezept, I didn't know what I was doing, I did half of it wrong, I didn't have enough utensils or enough ingredients for the recipe, Je ne savais pas ce que je faisais, j'avais mal fait la moitié, je n'avais pas assez d'ustensiles ni assez d'ingrédients pour la recette, Non sapevo cosa stavo facendo, ne avevo sbagliata metà, non avevo abbastanza utensili o abbastanza ingredienti per la ricetta, 何をしているかわからず、半分は間違っていて、レシピに十分な器具も材料もありませんでした。

έπρεπε να κόψω τα λαχανικά σε πολύ μικρά κομματάκια και τα χέρια μου είχαν κουραστεί I had to||I chop||vegetables|||small|little pieces|||my hands||had|got tired Ich musste das Gemüse in sehr kleine Stücke schneiden und meine Hände waren müde I had to cut the vegetables into very small pieces and my hands were tired J'ai dû couper les légumes en très petits morceaux et mes mains étaient fatiguées Ho dovuto tagliare le verdure in pezzi molto piccoli e le mie mani erano stanche. 野菜を非常に小さな塊に切らなければならなかったが、手が疲れていた。

και ενώ η συνταγή έλεγε πως χρειάζεται τριάντα λεπτά για να τα κάνεις όλα, εγώ χρειάστηκα μία ώρα! |while||recipe|said|how|||minutes|to|||do||I|I needed|one|hour und während das Rezept besagte, dass es dreißig Minuten dauern sollte, alles zuzubereiten, brauchte ich eine Stunde! and while the recipe said it should take thirty minutes to make everything, it took me an hour! et alors que la recette disait qu'il faut trente minutes pour tout faire, ça m'a pris une heure ! e mentre la ricetta dice che ci vogliono trenta minuti per fare tutto, io ho impiegato un'ora! レシピには全てを作るのに30分かかると書いてあったが、私は1時間かかった!

Αλλά το χειρότερο από όλα ήταν το κρεμμύδι. ||schlimmste||||| ||worst|||||onion ||最悪のもの||||| Aber am schlimmsten war die Zwiebel. But worst of all was the onion. Mais le pire de tout était l'oignon. しかし、最悪だったのはタマネギだった。

ΤΟ ΚΡΕΜΜΥΔΙ |Die Zwiebel |The onion |玉ねぎ DIE ZWIEBEL THE ONION タマネギ

Τι πρόβλημα έχει το κρεμμύδι; Γιατί σε κάνει να δακρύζεις; |||||||||weinen lässt |problem|||onion|Why|it|it makes||cry |||||||||涙が出る Was ist los mit der Zwiebel? Warum bringt es dich zum Weinen? What's wrong with the onion? Why does it make you cry? Quel est le problème avec les oignons? Pourquoi ça te fait pleurer ? タマネギに何か問題がありますか?なぜ涙を流す原因になりますか?

Γιατί σε κάνει να μυρίζεις; ||||riechst ||||"smell" ||||匂いがする Warum riecht es dich? Why does it make you smell? Pourquoi ça te fait sentir ? Perché fa puzzare? なぜ匂いをかぐと涙が出ますか?

Και όλο το σπίτι μου, τα ρούχα, τα χέρια, τα μαλλιά μου, οι πετσέτες, το κινητό, το κρεβάτι, το μπάνιο, |||||||||||||Handtücher||Handy|||| |||house|||clothes||||hair|||towels||mobile phone||the bed||bathroom ||||||服||||髪の毛|||タオル|||||| Und mein ganzes Haus, meine Kleider, meine Hände, meine Haare, meine Handtücher, mein Handy, mein Bett, mein Badezimmer, And my whole house, my clothes, my hands, my hair, my towels, my cell phone, my bed, my bathroom, Et toute ma maison, mes vêtements, mes mains, mes cheveux, mes serviettes, mon téléphone portable, mon lit, ma salle de bain, そして私の家全体、服、手、髪、タオル、携帯電話、ベッド、バスルーム、

το φυτό, τα πιάτα, το λάπτοπ, ο πλανήτης, όλα μυρίζουν κρεμμύδι, όλα είναι κρεμμύδι. |||||Laptop||||riechen nach|||| |The plant||plates||laptop||planet|everything|smell like||||onion |||||||惑星|||||| die pflanze, das geschirr, der laptop, der planet, alles riecht nach zwiebel, alles ist zwiebel. the plant, the dishes, the laptop, the planet, everything smells like onion, everything is onion. 植物、皿、ノートパソコン、惑星、すべてがタマネギのような匂いがする、すべてがタマネギである。

Εγώ είμαι κρεμμύδι. Εσύ είσαι κρεμμύδι. Αυτός είναι κρεμμύδι. |am||you|||he|| Ich bin eine Zwiebel. Du bist eine Zwiebel. Das ist Zwiebel. I'm an onion. You are an onion. This is onion. 私はタマネギです。あなたはタマネギです。彼はタマネギです。

Εγώ και το κρεμμύδι δεν είμαστε καλοί φίλοι. |||||are|good|friends Ich und die Zwiebel sind keine guten Freunde. Me and the onion are not good friends. 私とタマネギは仲良しではありません。

Είναι σημαντικό να το ξέρεις. |important|||you know Es ist wichtig zu wissen. It's important to know. 重要なのは、あなたがそれを知っていることです。

Τελικά, η συνταγή μου ήταν λίγο διαφορετική, κυρίως γιατί δεν είχα όλα τα υλικά |||||||hauptsächlich|||||| In the end||recipe||||different|mainly because|||I had|||ingredients Am Ende war mein Rezept etwas anders, hauptsächlich weil ich nicht alle Zutaten hatte In the end, my recipe was a little different, mainly because I didn't have all the ingredients Au final, ma recette était un peu différente, principalement parce que je n'avais pas tous les ingrédients 結局、私のレシピは少し異なっていました。主にすべての材料を持っていなかったためです。

και δεν είχα σκοπό να πάω στο σουπερμάρκετ δεύτερη φορά, άρα, για ολο, χρησιμοποίησα ό,τι είχα. |||Absicht|||||||also||||| |||intention||go||supermarket|second|time|therefore|for that|everything|I used|whatever| ||||||||二度目||||すべて|使いました|| und ich hatte nicht die Absicht, ein zweites Mal in den Supermarkt zu gehen, also, yolo, habe ich verwendet, was ich hatte. and I had no intention of going to the supermarket a second time, so yolo, I used what I had. et je n'avais pas l'intention d'aller au supermarché une deuxième fois, donc yolo, j'ai utilisé ce que j'avais. e non avevo intenzione di andare al supermercato una seconda volta, quindi ho usato quello che avevo. そして2回目にスーパーマーケットに行くつもりはなかったので、全部、持っていたものを使いました。

Και οι φακές βγήκαν πάρα πολύ νόστιμες, και μπράβο μου! |||sind rausgekommen|||lecker||| ||lentils|turned out|||delicious||good for me| ||||||おいしい||| Und die Linsen sind sehr lecker geworden und gut gemacht! And the lentils turned out very tasty, and well done! そしてレンズ豆はとてもおいしくできたし、私はおめでとう自分に!

Νιώθω ότι έτρεξα δέκα μαραθώνιους, αλλά τα κατάφερα. ||Ich bin gerannt||Marathons||| I feel||ran|ten|marathons|but||I made it ||||マラソン||| Ich fühle mich, als wäre ich zehn Marathons gelaufen, aber ich habe es geschafft. I feel like I ran ten marathons, but I did it. J'ai l'impression d'avoir couru dix marathons, mais je l'ai fait. Mi sembra di aver corso dieci maratone, ma ce l'ho fatta. 10回マラソンをした感じがするが、うまくいった。

Είμαι είκοσι έξι χρονών και πρώτη φορά σήμερα μαγείρεψα περίπλοκο φαγητό. ||||||||gekocht habe|kompliziertes| |twenty-one|six|years old||first|||cooked|complicated| |20歳||||||||| Ich bin sechsundzwanzig Jahre alt und habe heute zum ersten Mal kompliziertes Essen gekocht. I am twenty-six years old and for the first time today I cooked a complicated meal. J'ai vingt-six ans et pour la première fois aujourd'hui je cuisine des plats compliqués. Ho ventisei anni e oggi per la prima volta ho cucinato un pasto complicato. 26歳で、初めて今日、複雑な料理を作った。

(Εδώ όλοι οι σεφ γελάνε.) ||||lachen here|all||chefs|are laughing ||||笑っている (Hier lachen alle Köche.) (Here all the chefs are laughing.) (Ici, tous les chefs rient.) (Qui tutti gli chef ridono). (Εδώ όλοι οι σεφ γελάνε.)

Αν η ενηλικίωση είναι παιχνίδι, εγώ μόλις έκανα level up. ||Erwachsenwerden||||gerade||Level up|Level up ||coming of age||game||just||level|level up もし|||||||||レベルアップ Wenn das Erwachsensein ein Spiel ist, bin ich gerade aufgestiegen. If adulthood is a game, I just did level up. Si l'âge adulte est un jeu, je viens de monter de niveau. Se crescere è un gioco, io sono appena salita di livello. Αν η ενηλικίωση είναι παιχνίδι, εγώ μόλις έκανα level up.