×

Nous utilisons des cookies pour rendre LingQ meilleur. En visitant le site vous acceptez nos Politique des cookies.

image

► 009 - Τα ρήματα - verbs, 6 - Πρώτη Συζυγία : έχω / κάνω / ξέρω / δουλεύω / γράφω ...

6 - Πρώτη Συζυγία : έχω / κάνω / ξέρω / δουλεύω / γράφω ...

► Ρήματα - Πρώτη συζυγία

► κάνω

► Τι κάνουν τα παιδιά;

► έχω

► Έχετε τον κατάλογο στα γαλλικά;

ο κατάλογος

► δουλεύω

► δουλεύουν στην Αθήνα;

► Δουλεύω την Τρίτη.

► Δουλεύω κάθε Τρίτη.

► Δουλεύω αυτή την Τρίτη.

► διαβάζω

► Κάνουµε κάτι όλοι µαζί.

► Γράφουµε και διαβάζουµε.

► γράφω

► γράφεις

► γράφει

► γράφουμε

► γράφετε

► γράφουν

► Τι κάνει ο Φίλιππος;

► Ο Φίλιππος γράφει.

► μένω

► Οι φίλοι μου μένουν στην Αθήνα.

► εγώ βλέπω

► εσύ βλέπεις

► αυτός βλέπει / αυτή βλέπει / αυτό βλέπει

► εμείς βλέπουμε

► εσείς βλέπετε

► αυτοί βλέπουν / αυτές βλέπουν / αυτά βλέπουν ► βλέπω το ξενοδοχείο μας.

► βλέπω τηλεόραση τώρα.

► βλέπω τηλεόραση κάθε μέρα.

► κοιτάζω - κοιτάζω τις βιτρίνες - κοιτάζω φωτογραφίες

► περιμένω - Σε περιμένω

► πηγαίνω - Κάθε μέρα πηγαίνει στο σχολείο

► αγοράζω - δεν αγοράζει βούτυρο;

► ψωνίζω - ψωνίζουν ρούχα

► αλλάζω - Πώς αλλάζω το στυλ του δωματίου μου;

► ανοίγω - Ανοίγω το παράθυρο

► κλείνω - κλείνω την πόρτα

► βρίσκω - Πώς τα ζώα βρίσκουν την τροφή τους; ► γυρίζω - Η Γη γυρίζει γύρω από τον Ήλιο.

► δίνω - Ποια πράγµατα µας δίνουν χαρά;

► θέλω - Τι θέλει η Ελένη; Θέλει παγωτό; - Δεν θέλει παγωτό

► μαγειρεύω - ο άνθρωπος μαγειρεύει το φαγητό.

► μαθαίνω - Ο Πέτρος μαθαίνει ισπανικά.

► νομίζω - νομίζει πως είναι έγκυος

► πίνω - Συνήθως πίνω καφέ.

- Πίνει χυμό πορτοκάλι. ► φτάνω - φτάνω σιγά σιγά

► φεύγω - το τρένο φεύγει στις 8 - φεύγω από την Ελλάδα.

► βάζω - βάζω ένα βιβλίο στη βιβλιοθήκη

► καταλαβαίνω - δεν καταλαβαίνω ► καθαρίζω - καθαρίζει τις τουαλέτες στο θέατρο

► παίζω - παίζω μπάλα με τους φίλους μου

► Επαναλαμβάνω επαναλαμβάνω επαναλαμβάνω

► εγώ ξέρω

► εσύ ξέρεις

► αυτός ξέρει / αυτή ξέρει / αυτό ξέρει

► εμείς ξέρουμε

► εσείς ξέρετε

► αυτοί ξέρουν / αυτές ξέρουν / αυτά ξέρουν ► Δεν ξέρω τι θέλω

► χάνω

► χάνεις

► χάνει

► χάνουμε

► χάνετε

► χάνουν(ε)

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

6 - Πρώτη Συζυγία : έχω / κάνω / ξέρω / δουλεύω / γράφω ... |Eşitlik||||çalışıyorum| première|Première conjugaison||||travailler|écrire erste|Ehe|||||schreibe First conjugation|First Conjugation||||I work|I write 6 - Erste Ehe: Ich habe / ich tue / ich weiß / ich arbeite / ich schreibe ... 6 - First Conjugation : I have / do / know / work / write ... 6 - Primer matrimonio : Tengo / hago / sé / trabajo / escribo ... 6 - Premier mariage : J'ai / fais / connais / travaille / écris ... 6 - Primo matrimonio: ho / faccio / so / lavoro / scrivo ... 6 - Primeiro casamento: tenho / faço / conheço / trabalho / escrevo ... 6 - Первый брак : Я имею / делаю / знаю / работаю / пишу ... 6 - Prva zakonska zveza: imam / delam / znam / delam / pišem ... 6 - Första äktenskapet : Jag har / gör / vet / arbetar / skriver ... 6 - İlk Evlilik : Var / yapıyorum / biliyorum / çalışıyorum / yazıyorum ... 6 - 第一次結合:我有/做/知道/工作/寫...

► Ρήματα - Πρώτη συζυγία Verbes - Première conjugaison|| Verbs - First conjugation||first conjugation Verben|Erste|erste Konjugation ► Verben - Erste Konjugation ► Steps - First Conjugation ► Points de suture - Premier mariage ► Šivi - Prva poroka

► κάνω ich mache I do ► Jaz delam

► Τι κάνουν τα παιδιά; |do||the children ► What do children do? ► Que font les enfants ? ► Kaj počnejo otroci?

► έχω ich habe ► I have

►  Έχετε τον κατάλογο στα γαλλικά; ||menu|| haben Sie||Katalog|| ||menu||French ► Haben Sie die Liste auf Französisch? ► Do you have the list in French? ► Avez-vous le catalogue en français ? Avete il catalogo in francese? ► Есть ли у вас каталог на французском языке?

ο κατάλογος |Le catalogue |The catalog |der Katalog the catalogue список

► δουλεύω ich arbeite I work ► Ich arbeite ► I'm working ► Я работаю

► δουλεύουν στην Αθήνα; arbeiten|| they work||Athens ► Arbeiten sie in Athen? ► Are they working in Athens? ► travaillent-ils à Athènes ? ► работают ли они в Афинах?

► Δουλεύω την Τρίτη. arbeite|den|Dienstag ||Tuesday (1) ► Ich arbeite am Dienstag. ► I work on Tuesday. ► Je travaille le mardi. ► Я работаю во вторник.

►  Δουλεύω κάθε Τρίτη. arbeite|jeden|Dienstag |every|Tuesday (1) ► Ich arbeite jeden Dienstag. ► I work every Tuesday. Lavoro tutti i martedì. ► Я работаю каждый вторник. ► Delam vsak torek.

►  Δουλεύω αυτή την Τρίτη. Ich arbeite|diese||Dienstag |||Tuesday (1) ► Ich arbeite diesen Dienstag. ► I work this Tuesday. ► Je travaille ce mardi. ► Я работаю в этот вторник.

► διαβάζω lesen I read ► ich lese ► I read ► читать

► Κάνουµε κάτι όλοι µαζί. Faisons|||ensemble We do||together|together Wir machen|etwas|alle|gemeinsam ► Lass uns alle zusammen etwas machen. ► We do something together. ► Nous faisons tous quelque chose ensemble. ► Мы все делаем что-то вместе.

► Γράφουµε και διαβάζουµε. Nous écrivons||lisons Wir schreiben||lesen we write||we read ► Wir schreiben und lesen. ► We write and read. ► Écrire et lire. ► Письмо и чтение.

► γράφω ich schreibe I write ► ich schreibe I write

► γράφεις tu écris you write du schreibst ► du schreibst ► you write

► γράφει schreibt writes ► er/sie/es schreibt ► she writes

► γράφουμε wir schreiben we write ► write

► γράφετε écrivez you write Sie schreiben ► write

► γράφουν écrivent they write schreiben ► write

► Τι κάνει ο  Φίλιππος; |||Philip ► Was macht Philipp? ► What does Philippe do? ► Que fait Philip ? ► Что делает Филипп?

► Ο Φίλιππος γράφει. ||schreibt |Philip| ► Philipp schreibt. ► Philip writes.

► μένω ich bleibe I stay ► ich bleibe ► I stay ► оставаться

► Οι φίλοι μου μένουν στην Αθήνα. die|meine Freunde||wohnen|| ||my|live||Athens ► Meine Freunde wohnen in Athen. ► My friends stay in Athens. ► Mes amis vivent à Athènes. ► Мои друзья живут в Афинах.

► εγώ βλέπω |sehen I|I see ► ich sehe ► I see ► Я вижу

► εσύ βλέπεις |tu vois |you see |siehst ► du siehst ► you see

► αυτός βλέπει / αυτή βλέπει / αυτό βλέπει |he sees / she sees|she||| ► he sees / sees / he sees

► εμείς βλέπουμε we|we see ► we see

► εσείς  βλέπετε ► you see

► αυτοί βλέπουν / αυτές βλέπουν / αυτά βλέπουν they|they see|||| ► they see / they see / they see ► βλέπω το ξενοδοχείο μας. ||hôtel| ich sehe||Hotel|unser ||hotel| ► Ich sehe unser Hotel. ► I see our hotel. ► Je vois notre hôtel. ► Я вижу нашу гостиницу.

► βλέπω τηλεόραση τώρα. sehe|Fernsehen|jetzt |TV|now ► Ich sehe jetzt fern. ► I watch TV now. ► Je regarde la télévision maintenant. ► Сейчас я смотрю телевизор.

► βλέπω τηλεόραση κάθε μέρα. watch|television|every| ► Ich sehe jeden Tag fern. ► I watch TV every day.

► κοιτάζω - κοιτάζω τις βιτρίνες - κοιτάζω φωτογραφίες regarder|||vitrines||photos look at|I look at||the windows|I look at|photos ich schaue|||Schaufenster|ich schaue| ► ich schaue - ich schaue die Schaufenster an - ich schaue Fotos an ► look - look at the windows - look at photos ► Je regarde - Je regarde les fenêtres - Je regarde les photos ► Я смотрю - Я смотрю на окна - Я смотрю на фотографии

► περιμένω - Σε περιμένω Je t'attends.|| I wait - I wait for you|you|I wait Ich warte auf dich|dir|Ich warte auf dich ► ich warte - Ich warte auf dich I wait - I wait for you ► J'attends - Je t'attends Sto aspettando - Sto aspettando te ► I am waiting - Я жду тебя

► πηγαίνω - Κάθε μέρα πηγαίνει στο σχολείο gehen||||| "go"|||||school ► ich gehe - Jeden Tag geht er zur Schule ► I go - Every day she goes to school ► Je vais - Chaque jour, il va à l'école

► αγοράζω - δεν αγοράζει βούτυρο; ► kaufen - kauft er keine Butter? ► I buy - does not buy butter? ► acheter - ne pas acheter de beurre ? ► купить - не купить сливочное масло?

► ψωνίζω - ψωνίζουν ρούχα |kaufen| ► Einkaufen - sie kaufen Kleidung ein ► shop - shop for clothes ► shopping - acheter des vêtements ► shopping - покупка одежды

► αλλάζω - Πώς αλλάζω το στυλ του δωματίου μου; ||||style||chambre| ändern|Wie|ändere||Stil||des Zimmers| change||change||style||room|my ► ich ändere - Wie ändere ich den Stil meines Zimmers? ► change - How do I change my room style? ► changer - Comment changer le style de ma chambre ? ► cambiare - Come posso cambiare lo stile della mia stanza? ► изменить - Как изменить стиль комнаты?

► ανοίγω - Ανοίγω το παράθυρο |||fenêtre öffne|Ich öffne||Fenster I open|I open|the|the window ► ich öffne - Ich öffne das Fenster Γω open - I open the window ► open - Ouvrir la fenêtre ► open - Открыть окно

► κλείνω - κλείνω την πόρτα fermer||| I close|close||the door ich schließe|schließe||Tür ► ich schließe - Ich schließe die Tür Or close - I close the door ► close - закрывать дверь

► βρίσκω - Πώς τα ζώα βρίσκουν την τροφή τους; trouver||||trouvent||nourriture| find|wie|||finden||Nahrung| find|how do||animals|find||food|their Ω find - Wie finden Tiere ihre Nahrung? ► find - How do animals find their food? ► trouver - Comment les animaux trouvent-ils leur nourriture ? ► find - Как животные находят себе пищу? ► γυρίζω - Η Γη γυρίζει γύρω από τον Ήλιο. tourne||La Terre|tourne|autour de|||Soleil rotate|The|Earth|turns|around|||Sun drehe mich|die|Erde|dreht sich|um|||Sonne ► rotieren - Die Erde dreht sich um die Sonne. Or Turn - The Earth turns around the Sun. ► tourner - La Terre tourne autour du Soleil. ► rotazione - La Terra ruota intorno al Sole.

► δίνω - Ποια πράγµατα µας δίνουν χαρά; ||choses|nous||joie geben|welche|Dinge|uns|geben|Freude give|Which|things|us|give us|joy ► geben - Was macht uns Freude? ► give - What things give us joy? ► Dar - ¿Qué cosas nos dan alegría? ► antaa - Mitkä asiat tuovat meille iloa? ► donner - Quelles sont les choses qui nous donnent de la joie ? Dare - Quali cose ci danno gioia?

► θέλω - Τι θέλει η Ελένη; Θέλει παγωτό; - Δεν θέλει παγωτό ||||||glace||| ich will|was|||||Eis|||Eis ||||||ice cream|||ice cream ► Ich will - Was will Eleni?Will sie Eis?- Sie will kein Eis Or I want - What does Helen want? Does she want ice cream? - She doesn't want ice cream ► haluta - Mitä Helena haluaa? Haluaako hän jäätelöä? - Ei halua jäätelöä. ► Je veux - Que veut Helen ? Elle veut de la glace - Elle ne veut pas de glace

► μαγειρεύω - ο άνθρωπος μαγειρεύει το φαγητό. |||cuisine|| koche||Mensch||| I cook|||cooks||food ► kochen - der Mensch kocht das Essen. Ω cook - man cooks food. ► laittaa ruokaa - Ihminen laittaa ruokaa. ► cuisiner - l'homme fait la cuisine.

► μαθαίνω - Ο Πέτρος μαθαίνει ισπανικά. |||apprend|espagnol lernen|||lernt|Spanisch I learn||Peter|is learning|Spanish (language) ► lernen - Petrus lernt Spanisch. Or Learn - Peter learns Spanish. ► J'apprends - Peter apprend l'espagnol.

► νομίζω - νομίζει πως είναι έγκυος ||||enceinte ich denke||||schwanger I think|he thinks|that||pregnant ► glauben - er/sie glaubt, dass sie schwanger ist. Or I think - she thinks she's pregnant Creo que piensa que está embarazada. ► Je pense - elle pense qu'elle est enceinte

► πίνω - Συνήθως πίνω καφέ. |D'habitude|| trinken|Normalerweise|| I drink|||coffee Or I drink - I usually drink coffee. ► boire - Je bois généralement du café.

- Πίνει χυμό πορτοκάλι. |jus|orange trinkt|Saft|Orange |juice|orange - Sie trinken Orangensaft. - Drinks orange juice. ► φτάνω - φτάνω σιγά σιγά arriver doucement||doucement| arrive slowly|I arrive|slowly|slowly ankommen|ich komme|langsam|langsam ► Ich komme - ich komme langsam. Or I arrive - I arrive slowly ► Je suis en train d'arriver - Je suis en train d'arriver lentement

► φεύγω - το τρένο φεύγει στις 8 -  φεύγω από την Ελλάδα. ich gehe|das||||verlasse|von|| I leave||train|leaves|at||||Greece ► Ich gehe - der Zug fährt um 8 Uhr ab - ich gehe aus Griechenland. I leave - the train leaves at 8 - I leave Greece. ► Je pars - le train part à 8 heures - je quitte la Grèce.

► βάζω - βάζω ένα βιβλίο στη βιβλιοθήκη mettre||||| put|put||book|in the|library stelle|||Buch|| ► ein Buch in die Bibliothek stellen - ein Buch in die Bibliothek stellen Or I put - I put a book in the library ► mettre un livre à la bibliothèque - mettre un livre à la bibliothèque ► mettere un libro in biblioteca - mettere un libro in biblioteca

► καταλαβαίνω - δεν καταλαβαίνω comprendre - ne pas comprendre|| I understand|| verstehen|| Or I understand - I don't understand ► Je comprends - Je ne comprends pas ► καθαρίζω - καθαρίζει τις τουαλέτες στο θέατρο nettoyer|nettoie||les toilettes||théâtre cleans|cleans||||theater ich reinige|clean||die Toiletten||Theater ► ich reinige - reinigt die Toiletten im Theater Or clean - cleans the toilets in the theater ► nettoyage - nettoyer les toilettes du théâtre

► παίζω - παίζω μπάλα με τους φίλους μου |spiele|Fußball|||| I play|play|ball||my||my ||balle|||| ► ich spiele - ich spiele Fußball mit meinen Freunden Or I play - I play ball with my friends ► Je joue - Je joue au ballon avec mes amis

► Επαναλαμβάνω επαναλαμβάνω επαναλαμβάνω Je répète|| Repeat repeat repeat||I repeat Ich wiederhole||wiederhole ► Ich wiederhole wiederhole wiederhole Άνω Repeat Repeat Repeat ► Répéter répéter répéter répéter répéter répéter Ripetere ripetere ripetere ripetere

► εγώ ξέρω |ich weiß |I know Or I know ► Je sais

► εσύ ξέρεις Or you know

► αυτός ξέρει / αυτή ξέρει / αυτό ξέρει |he knows|||| Or he knows / she knows / he knows ► il sait / elle sait / il sait

► εμείς ξέρουμε |nous savons wir|wir wissen |we know Or we know

► εσείς ξέρετε |wissen |you know Or you know

► αυτοί ξέρουν / αυτές ξέρουν / αυτά ξέρουν |savent|||| |they know|||| |||wissen|| Or they know / they know / they know ► Δεν ξέρω τι θέλω ne||| nicht||| ► Ich weiß nicht, was ich will ► I don't know what I want ► Je ne sais pas ce que je veux

► χάνω perdre lose verliere Or lose ► perdre

► χάνεις tu perds you lose verlierst du Or you lose ► vous perdez

► χάνει perd loses verliert Or lose

► χάνουμε nous perdons we are losing verlieren Or we lose

► χάνετε vous perdez you are losing verliert ihr Or you lose

► χάνουν(ε) perdent|perdent they lose| verlieren| Άνουν lose (e)