12//
12//
12//
Στον επόμενο πλανήτη κατοικούσε ένας μέθυσος.
|||||drunkard
O planeta seguinte era habitado por um bêbedo.
Αν κι αυτή η επίσκεψη ήταν πολύ σύντομη, βύθισε τον μικρό πρίγκιπα σε μια μεγάλη μελαγχολία.
||||||||plunged|||||||melancholy
Although this visit was very short, it plunged the little prince into great melancholy.
Embora esta visita tenha sido muito breve, mergulhou o principezinho numa grande melancolia.
«Τι κάνεις εκεί;» ρώτησε τον μέθυσο που καθόταν σιωπηλός μπροστά από μια συλλογή άδειες και μια συλλογή γεμάτες φιάλες.
|||||||was sitting||||||empty|||||bottles
"What are you doing;" asked the drunk sitting silently in front of a collection of licenses and a collection of full bottles.
"Que faz aí?", pergunta ao bêbedo que se senta em silêncio diante de uma coleção de garrafas vazias e de uma coleção de garrafas cheias.
«Πίνω» απάντησε ο μέθυσος με πένθιμο ύφος.
|||||mournful|manner
"I drink," replied the drunkard in a mournful tone.
"Beber", respondeu o bêbedo com um ar pesaroso.
«Γιατί πίνεις;» τον ρώτησε ο μικρός πρίγκιπας.
«Για να ξεχάσω» απάντησε ο μέθυσος.
"To forget," replied the drunk.
"Para esquecer", respondeu o bêbedo.
«Για να ξεχάσεις τι;» ρώτησε ο μικρός πρίγκιπας που είχε αρχίσει να τον λυπάται.
|||||||||||||pity
"To forget what?" asked the little prince who had begun to feel sorry for him.
"Esquecer o quê?", perguntou o principezinho, que começava a sentir pena dele.
«Για να ξεχάσω πως ντρέπομαι» ομολόγησε ο μέθυσος χαμηλώνοντας το κεφάλι.
||||I am ashamed|admitted||drunk|||
"To forget how ashamed I am," confessed the drunkard, lowering his head.
«Για ποιο πράγμα ντρέπεσαι;» του είπε ο μικρός πρίγκιπας που ήθελε να τον βοηθήσει.
|||are you ashamed||||||||||
"What are you ashamed of?" said the little prince who wanted to help him.
"De que te envergonhas?", disse o principezinho que o queria ajudar.
«Ντρέπομαι που πίνω!» συμπλήρωσε ο μέθυσος που βυθίστηκε αμέσως στη σιωπή.
I am ashamed|||||||sank|||silence
"I'm ashamed to drink!" added the drunkard who immediately fell into silence.
"Tenho vergonha de beber!", acrescentou o bêbedo, que se calou imediatamente.
Κι ο μικρός πρίγκιπας έφυγε απορημένος.
And the little prince left in amazement.
E o principezinho foi-se embora a pensar.
“Οι ενήλικες είναι αναμφίβολα πολύ πολύ περίεργοι”, σκέφτηκε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του.
|||undoubtedly||||||||||
"Adults are undoubtedly very, very curious," he thought during his trip.
"Os adultos são, sem dúvida, muito curiosos", pensou durante a sua viagem.