×

Utilizziamo i cookies per contribuire a migliorare LingQ. Visitando il sito, acconsenti alla nostra politica dei cookie.


image

Ο ΚΑΤΑΔΙΚΟΣ «ΖΕΚ-18376» π. Αρσένιος, 14. Ο Σαζίκωφ

14. Ο Σαζίκωφ

Όσο ο καιρός περνούσε, τόσο και δενόταν ψυχικά ο Σαζίκωφ με τον π. Αρσένιο, τον φρόντιζε, τον βοηθούσε, τον συμβουλευόταν, του μιλούσε για τον εαυτό του και τη ζωή του. Με κάποια νοσταλγία θυμόταν τα παιδικά του χρόνια.

Καταγόταν από αρχοντική οικογένεια του Ροστώφ. Στο βάπτισμα είχε ονομασθεί Σεραφείμ,προς τιμήν του Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ. Πολύ νωρίς ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια. Μα η μητέρα του, πού ήταν πολύ πιστή και ευσεβής,ανέθρεψε τον μικρό Σεραφείμ με φόβο Θεού, με συμβουλές και νουθεσίες πνευματικές. Ως τα δεκατέσσερα χρόνια του τον έπαιρνε μαζί της στην εκκλησία. Πέθανε όμως όταν ο μοναχογιός της ήταν εικοσιδύο χρονών, διπλωματούχος μηχανολόγος ήδη του Τεχνολογικού Ινστιτούτου του Ροστώφ.

Ο Σεραφείμ έμεινε μόνος. Και δεν άργησε να μπλέξει με μια ‘'παλιοπαρέα''. Οι ‘'φίλοι'' τον τύλιξαν και τον παρέσυραν επιτήδεια στον κατήφορο. Άρχισαν τη δράση τους με μικροδουλειές, για να καταλήξουν στα μεγάλα κόλπα και εγκλήματα – απάτες, ληστείες, καταχρήσεις, φόνους.

Για δώδεκα περίπου χρόνια ακολούθησε ο Σαζίκωφ αυτόν τον δρόμο, δρόμο πού διασταυρώθηκε κάμποσες φορές με τον όμοιο του Σέριϊ. Συνεργάστηκαν σε μερικές δουλειές, όχι όμως συστηματικά. Ο Σαζίκωφ προτιμούσε τις τολμηρές και ‘'επιστημονικές'' κομπίνες, πού θα του εξασφάλιζαν πολλά λεφτά χωρίς πολλά αίματα. Επιδίωκε λοιπόν, να πιάνει δουλειά σε μεγάλα ιδρύματα ή επιχειρήσεις. Κι αυτό το κατόρθωνε χωρίς πολλή δυσκολία με τα αναμφισβήτητα προσόντα του, την ανώτερη μόρφωση, την ευφυία, την ευφράδεια και τον αέρα της αριστοκρατικής του καταγωγής. Δείχνοντας ζήλο στη δουλειά και άριστη διαγωγή, κέρδιζε σύντομα την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη των προϊσταμένων του. Έτσι μάθαινε όλα τα μυστικά των επιχειρήσεων, προπαντός όσα σχετίζονταν με οικονομικά και ταμιακά ζητήματα. Καθοριστική, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ήταν πάντοτε και η συμβολή των γυναικών, πού γίνονταν ακούσια όργανα ή και θύματά του. Πώς ν' αντισταθούν τ' ανόητα θηλυκά σ' αυτόν τον ψηλό και κομψό ομορφάντρα, με τους ιπποτικούς τρόπους και το συνταρακτικό βλέμμα?

Αφού λοιπόν μάθαινε ο,τι του χρειαζόταν, κατέστρωνε με τους συνεργάτες του ένα άρτιο και ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης, πού πάντα του εξασφάλιζε τεράστια ποσά. Και μετά… εξαφανιζόταν, έφευγε γι' άλλη πόλη, γι' άλλες δουλειές.

Το παράξενο ήταν, ότι τον έπιασαν κάποτε μαζί με μερικούς συντρόφους του για μια μικροαπάτη, για ψιλοπράματα. Στην ανάκριση κάποιος έσπασε και μίλησε. Τα είπε όλα. Έτσι, από τα μικρά η αστυνομία έφτασε στα μεγάλα. Τον δίκασαν και τον καταδίκασαν σε θάνατο,αλλά τελικά τον έστειλαν ν' αργοπεθαίνει στο Ειδικό.

[...]

‘'τα έχασα όταν με αποκαλέσατε Σεραφείμ. Πώς ξέρατε το πραγματικό, το βαφτιστικό μου όνομα? Νόμιζα πώς το είπατε τυχαία – τι άλλο μπορούσα τότε να υποθέσω? Αργότερα όμως είδα να κάνετε το ίδιο και με άλλους κρατουμένους. Συγκλονίστηκα! Άρχισα να παρακολουθώ τις κινήσεις σας και τη ζωή σας. Σας είδα λοιπόν να ζείτε για να κάνετε το καλό στο όνομα του Θεού. Αναλογίστηκα την δική μου ζωή. Ήταν διαμετρικά αντίθετη. Ζούσα για να κάνω το κακό στο όνομα του συμφέροντος, της κραιπάλης, των απολαύσεων.

‘'τώρα σκέφτομαι: γιατί ζούσα έτσι? Και τι κέρδισα? Φίλους δεν έχω, μόνο συντρόφους στην παρανομία. Κανένας δεν με χρειάζεται. Κι αν κάνουν κάτι γιά μένα, το κάνουν μόνο από φόβο. Το παράδειγμά σας ξύπνησε την κοιμισμένη κου συνείδηση, συντάραξε την πωρωμένη μου καρδιά. Αποφάσισα να δώσω οριστικό τέλος στο παρελθόν. Μα είναι δύσκολο. Θα σε ξεκάνουν οι ίδιοι οι ‘'φίλοι'' σου όταν μυριστούν ότι τους κάνεις νερά. Οι εγκληματίες δεν έχουν ούτε ιερό ούτε όσιο, δεν φοβούνται τίποτα, δεν υπολογίζουν μήτε τον θάνατο, γιατί τον έχουν συνεχώς στην τσέπη. Εγώ κι ο Σέριϊ βάλαμε κάποια τάξη στους θαλάμους μας, ασκούμε κάποιον έλεγχο, αλλά, όπως και να το κάνεις, αυτοί οι άνθρωποι δύσκολα μαζεύονται… το ξέρω πώς η ζωή μου θα τερματιστεί εδώ μέσα, ωστόσο… θέλω ν' ακολουθήσω το δρόμο σας… θέλω να πιστέψω!

14. Ο Σαζίκωφ 14. Sazikov

Όσο ο καιρός περνούσε, τόσο και δενόταν ψυχικά ο Σαζίκωφ με τον π. Αρσένιο, τον φρόντιζε, τον βοηθούσε, τον συμβουλευόταν, του μιλούσε για τον εαυτό του και τη ζωή του. Με κάποια νοσταλγία θυμόταν τα παιδικά του χρόνια.

Καταγόταν από αρχοντική οικογένεια του Ροστώφ. Στο βάπτισμα είχε ονομασθεί Σεραφείμ,προς τιμήν του Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ. Πολύ νωρίς ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια. Μα η μητέρα του, πού ήταν πολύ πιστή και ευσεβής,ανέθρεψε τον μικρό Σεραφείμ με φόβο Θεού, με συμβουλές και νουθεσίες πνευματικές. Ως τα δεκατέσσερα χρόνια του τον έπαιρνε μαζί της στην εκκλησία. Πέθανε όμως όταν ο μοναχογιός της ήταν εικοσιδύο χρονών, διπλωματούχος μηχανολόγος ήδη του Τεχνολογικού Ινστιτούτου του Ροστώφ.

Ο Σεραφείμ έμεινε μόνος. Και δεν άργησε να μπλέξει με μια ‘'παλιοπαρέα''. Οι ‘'φίλοι'' τον τύλιξαν και τον παρέσυραν επιτήδεια στον κατήφορο. Άρχισαν τη δράση τους με μικροδουλειές, για να καταλήξουν στα μεγάλα κόλπα και εγκλήματα – απάτες, ληστείες, καταχρήσεις, φόνους.

Για δώδεκα περίπου χρόνια ακολούθησε ο Σαζίκωφ αυτόν τον δρόμο, δρόμο πού διασταυρώθηκε κάμποσες φορές με τον όμοιο του Σέριϊ. Συνεργάστηκαν σε μερικές δουλειές, όχι όμως συστηματικά. Ο Σαζίκωφ προτιμούσε τις τολμηρές και ‘'επιστημονικές'' κομπίνες, πού θα του εξασφάλιζαν πολλά λεφτά χωρίς πολλά αίματα. Επιδίωκε λοιπόν, να πιάνει δουλειά σε μεγάλα ιδρύματα ή επιχειρήσεις. Κι αυτό το κατόρθωνε χωρίς πολλή δυσκολία με τα αναμφισβήτητα προσόντα του, την ανώτερη μόρφωση, την ευφυία, την ευφράδεια και τον αέρα της αριστοκρατικής του καταγωγής. Δείχνοντας ζήλο στη δουλειά και άριστη διαγωγή, κέρδιζε σύντομα την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη των προϊσταμένων του. Έτσι μάθαινε όλα τα μυστικά των επιχειρήσεων, προπαντός όσα σχετίζονταν με οικονομικά και ταμιακά ζητήματα. Καθοριστική, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ήταν πάντοτε και η συμβολή των γυναικών, πού γίνονταν ακούσια όργανα ή και θύματά του. Πώς ν' αντισταθούν τ' ανόητα θηλυκά σ' αυτόν τον ψηλό και κομψό ομορφάντρα, με τους ιπποτικούς τρόπους και το συνταρακτικό βλέμμα?

Αφού λοιπόν μάθαινε ο,τι του χρειαζόταν, κατέστρωνε με τους συνεργάτες του ένα άρτιο και ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης, πού πάντα του εξασφάλιζε τεράστια ποσά. Και μετά… εξαφανιζόταν, έφευγε γι' άλλη πόλη, γι' άλλες δουλειές.

Το παράξενο ήταν, ότι τον έπιασαν κάποτε μαζί με μερικούς συντρόφους του για μια μικροαπάτη, για ψιλοπράματα. Στην ανάκριση κάποιος έσπασε και μίλησε. Τα είπε όλα. Έτσι, από τα μικρά η αστυνομία έφτασε στα μεγάλα. Τον δίκασαν και τον καταδίκασαν σε θάνατο,αλλά τελικά τον έστειλαν ν' αργοπεθαίνει στο Ειδικό.

\[...\]

‘'τα έχασα όταν με αποκαλέσατε Σεραφείμ. Πώς ξέρατε το πραγματικό, το βαφτιστικό μου όνομα? Νόμιζα πώς το είπατε τυχαία – τι άλλο μπορούσα τότε να υποθέσω? Αργότερα όμως είδα να κάνετε το ίδιο και με άλλους κρατουμένους. Συγκλονίστηκα! Άρχισα να παρακολουθώ τις κινήσεις σας και τη ζωή σας. Σας είδα λοιπόν να ζείτε για να κάνετε το καλό στο όνομα του Θεού. Αναλογίστηκα την δική μου ζωή. Ήταν διαμετρικά αντίθετη. Ζούσα για να κάνω το κακό στο όνομα του συμφέροντος, της κραιπάλης, των απολαύσεων.

‘'τώρα σκέφτομαι: γιατί ζούσα έτσι? Και τι κέρδισα? Φίλους δεν έχω, μόνο συντρόφους στην παρανομία. Κανένας δεν με χρειάζεται. Κι αν κάνουν κάτι γιά μένα, το κάνουν μόνο από φόβο. Το παράδειγμά σας ξύπνησε την κοιμισμένη κου συνείδηση, συντάραξε την πωρωμένη μου καρδιά. Αποφάσισα να δώσω οριστικό τέλος στο παρελθόν. Μα είναι δύσκολο. Θα σε ξεκάνουν οι ίδιοι οι ‘'φίλοι'' σου όταν μυριστούν ότι τους κάνεις νερά. Οι εγκληματίες δεν έχουν ούτε ιερό ούτε όσιο, δεν φοβούνται τίποτα, δεν υπολογίζουν μήτε τον θάνατο, γιατί τον έχουν συνεχώς στην τσέπη. Εγώ κι ο Σέριϊ βάλαμε κάποια τάξη στους θαλάμους μας, ασκούμε κάποιον έλεγχο, αλλά, όπως και να το κάνεις, αυτοί οι άνθρωποι δύσκολα μαζεύονται… το ξέρω πώς η ζωή μου θα τερματιστεί εδώ μέσα, ωστόσο… θέλω ν' ακολουθήσω το δρόμο σας… θέλω να πιστέψω!