×

LingQをより快適にするためCookieを使用しています。サイトの訪問により同意したと見なされます クッキーポリシー.

image

Ο Βιβλιοφάγος DaisyStories, κεφάλαιο 3ο

κεφάλαιο 3ο

Τράβηξε την άκρη της ταπετσαρίας εκεί που συναντούσε το πάτωμα και το απαίσιο διακοσμητικό χαλί.

Ξεκόλλησε εύκολα και εκεί ήταν - μια γρίλια περάσματος αέρα.

Τώρα η Ντέιζη μπορούσε να ακούσει ακριβώς τι έλεγαν.

“Άφησέ με, άφησέ με!” στρίγκλισε μια γυναικεία φωνή.

“Δώσε μου όλα τα λεφτά και τα δακτυλίδια σου και όχι άλλες φωνές, αλλιώς θα σου κόψω το λαρύγγι,” απείλησε η άγρια φωνή.

“Θα πρέπει να είναι αυτό το μαγαζί με τις αντίκες της διπλανής πόρτας,” σκέφτηκε η Ντέιζη “σε μια γυναίκα γίνεται επίθεση και ληστεία από κάποιο κακοποιό.”

Η Ντέιζη αντιλήφθηκε ότι δεν είχε χρόνο να χάσει και αν και αισθανόταν φοβισμένη ήξερε ότι δεν μπορούσε να αφήσει την γυναίκα στη μοίρα της.

Βιάστηκε προς τον νεαρό που ακόμα υπολόγιζε τα Χ, 1 ή 2 του και φώναξε, “Κάλεσε την αστυνομία αμέσως γιατί δίπλα ληστεύουν.”

Ο νεαρός άντρας απλώς χάζεψε την Ντέιζη, έτσι τον έσπρωξε για να φτάσει το τηλέφωνο και την κάλεσε μόνη της.

“Σας μιλάει η Ντέιζη Χάμιλτον.

Είμαι στο Βιβλιοπωλείο Βρες Τα Όλα στην στοά στην Κεντρική Οδό. Γίνεται μια ληστεία στο διπλανό μαγαζί με τις αντίκες .

Πάω εκεί μέσα τώρα.

Παρακαλώ βιαστείτε.” Μετά η Ντέιζη γύρισε στον νεαρό, “Έχεις τίποτα σχετικά με αντίκες;”

Ακόμα άναυδος ο νεαρός έδειξε προς τα δεξιά.

Η Ντέιζη άρπαξε ένα εικονογραφημένο βιβλίο σχετικά με αντίκες του δέκατου ένατου αιώνα και όρμηξε έξω από το μαγαζί.

Η Ντέιζη περπάτησε μέσα στο διπλανό μαγαζί όσο το δυνατόν πιο ήρεμα, φαινομενικά με το κεφάλι της στο βιβλίο με αντίκες της.

Κανείς δεν ήταν εκεί αλλά άκουσε αδέξιες κινήσεις οι οποίες ερχόντουσαν από ένα εσωτερικό δωμάτιο και φώναξε δυνατά, “Με συγχωρείτε, είναι κανείς εκεί;”

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

κεφάλαιο 3ο Kapitel 3 chapter 3 capítulo 3 chapitre 3 hoofdstuk 3 Bölüm 3 Розділ 3

Τράβηξε την άκρη της ταπετσαρίας εκεί που συναντούσε το πάτωμα και το απαίσιο  διακοσμητικό χαλί. pulled||edge||wallpaper's edge|||met with||floor|||awful|decorative|rug 引っ張った|||||||出会っていた||床|||ひどい|装飾用の| She pulled the edge of the wallpaper where she encountered the floor and the awful decorative carpet. カーペットと床が交わるところで壁紙の端を引っ張った。

Ξεκόλλησε εύκολα και εκεί ήταν - μια γρίλια περάσματος αέρα. came off||||||air vent|airflow passage|air vent ||||||通気口|通気口| Es ging leicht ab und da war es - ein Luftdurchlassgitter. It peeled off easily and there it was - an air passage grill. 簡単に剥がれ、そこには空気の通り道があった。

Τώρα η Ντέιζη μπορούσε να ακούσει ακριβώς τι έλεγαν. ||||||||they were saying |||できた||||| Jetzt konnte Daisy genau hören, was sie sagten. Now Daisy could hear exactly what they were saying. 今、デイジーは彼らが言っていることを正確に聞くことができた。

“Άφησέ με, άφησέ με!” στρίγκλισε μια γυναικεία φωνή. Let go||||"screamed"||female| 私を放して||||||| "Let me go, let me go!" A female voice snapped. 「私を離して、離して!」と女性の声が叫んだ。

“Δώσε μου όλα τα λεφτά και τα δακτυλίδια σου και όχι άλλες φωνές, αλλιώς θα σου κόψω το λαρύγγι,” απείλησε η άγρια φωνή. |||||||rings||||other|voices|"otherwise"|||cut||throat|"threatened"||wild| ||||||||||||声||||||喉|脅した||野生の| „Gib mir all dein Geld und deine Ringe und keine Stimmen mehr, oder ich schneide dir die Kehle durch“, drohte die heftige Stimme. "Give me all your money and rings and not other voices, otherwise I'll cut your throat," the wild voice threatened. 「お金と指輪を全部渡せ、他には声を上げるな。そうしないと、喉をかき切るぞ」と野蛮な声が脅した。

“Θα πρέπει να είναι αυτό το μαγαζί με τις αντίκες της διπλανής πόρτας,” σκέφτηκε η Ντέιζη “σε μια γυναίκα γίνεται επίθεση και ληστεία από κάποιο κακοποιό.” |||||||||antiques||next door's|door|||||"a"||is happening|attack||robbery||some kind of|criminal |||||||||アンティーク||隣の|隣のドア||||||||攻撃||強盗|||犯罪者 "Das muss das Antiquitätengeschäft nebenan sein", dachte Daisy, "eine Frau wird von einem Schläger angegriffen und ausgeraubt." "It must be this antique shop next door," Daisy thought. "A woman is being attacked and robbed by a criminal." 「隣の部屋のアンティークショップに違いない」とデイジーは考えた。「女性が悪党に襲われ、強盗に遭うとは。」

Η Ντέιζη αντιλήφθηκε ότι δεν είχε χρόνο να χάσει και αν και αισθανόταν φοβισμένη ήξερε ότι δεν μπορούσε να αφήσει την γυναίκα στη μοίρα της. ||realized||||||lose||"even though"||felt scared|scared|she knew|||||leave||||fate| ||||||||無駄にする||||感じていた|怖がっていた|知っていた|||||||||運命| Daisy wurde klar, dass sie keine Zeit zu verlieren hatte, und obwohl sie Angst hatte, wusste sie, dass sie die Frau nicht ihrem Schicksal überlassen konnte. Daisy realized that she had no time to lose and although she felt scared she knew she could not leave the woman to her fate. デイジーは時間を無駄にするわけにはいかないと気が付き、恐れている気持ちがあったものの、女性を運命に任せることはできないと知っていた。

Βιάστηκε προς τον νεαρό που ακόμα υπολόγιζε τα Χ, 1 ή 2 του και φώναξε, “Κάλεσε την αστυνομία αμέσως γιατί δίπλα ληστεύουν.” Hurried|||young man|||was calculating||X(1)||||shouted|Call|||immediately|||"are robbing" ||||||||||||叫んだ|電話して||||||強盗がいる Er eilte zu dem jungen Mann, der immer noch seine Kreuze, Einsen oder Zweien zählte, und schrie: „Rufen Sie sofort die Polizei, weil nebenan ein Raubüberfall ist.“ He rushed to the young man who was still counting X, 1 or 2 and shouted, "Call the police immediately because they are robbing next to you." 彼女はまだX、1または2を計算している若者の元に急ぎ、「すぐに警察を呼んで、隣で強盗が起こっています」と叫んだ。

Ο νεαρός άντρας απλώς χάζεψε την Ντέιζη, έτσι τον έσπρωξε για να φτάσει το τηλέφωνο και την κάλεσε μόνη της. |||just|gawked at|||||pushed him|||reach||the phone|||he called|| ||||ぼんやり見た|||||押した|||届く||||||| Der junge Mann wollte Daisy nur täuschen, also drängte sie ihn, zum Telefon zu greifen, und rief sie selbst an. The young man simply stared at Daisy, so he nudged her to reach the phone and called her alone. 若い男はただデイジーにぼんやり見惚れていたので、彼女は電話に手が届くように彼を押しのけ、彼女自身で電話をかけた。

“Σας μιλάει η Ντέιζη Χάμιλτον. ||||Hamilton ||||ハミルトン „Hier spricht Daisy Hamilton zu Ihnen. This is Daisy Hamilton speaking. 「デイジー・ハミルトンがお話しします。」

Είμαι στο Βιβλιοπωλείο Βρες Τα Όλα στην στοά στην Κεντρική Οδό. |||Find||||arcade||Central|Street Ich bin im Find Everything Bookstore in der Spielhalle in der Central Street. I am at the Find It All Bookstore in the arcade on Main Street. 「私は中央通りのアーケードにあるブレス・タ・オーラ書店にいます。」 Γίνεται μια ληστεία στο διπλανό μαγαζί με τις αντίκες . ||robbery||next door||||antiques ||||隣の|||| Im Antiquitätenladen nebenan kommt es zu einem Raubüberfall. There is a robbery in the antique shop next door. 「隣の骨董品店で強盗が行われています。」

Πάω εκεί μέσα τώρα. Ich gehe jetzt da rein. I'm going in there now. 今そこに行きます。

Παρακαλώ βιαστείτε.” |"Please hurry." Bitte beeilen." Please hurry. ” どうか急いでください。 Μετά η Ντέιζη γύρισε στον νεαρό, “Έχεις τίποτα σχετικά με αντίκες;” ||||||"Do you have"||about||antiques Dann wandte sich Daisy an den jungen Mann: „Haben Sie etwas über Antiquitäten?“ Then Daisy turned to the young man, 'Do you have anything about antiques?' その後、デイジーは若者に振り返り、「アンティークについて何か持っていますか?」

Ακόμα άναυδος ο νεαρός έδειξε προς τα δεξιά. |still stunned|||pointed|||to the right |呆然と|||||| Immer noch fassungslos deutete der junge Mann nach rechts. Still stunned, the young man pointed to the right. まだ呆然としていた若者は右を指差した。

Η Ντέιζη άρπαξε ένα εικονογραφημένο βιβλίο σχετικά με αντίκες του δέκατου ένατου αιώνα και όρμηξε έξω από το μαγαζί. ||grabbed||illustrated|||about|antiques||nineteenth|nineteenth|19th century||rushed out|||| |||||||||||19世紀の|||飛び出した|||| Daisy schnappte sich ein Bilderbuch über Antiquitäten aus dem neunzehnten Jahrhundert und stürmte aus dem Laden. Daisy grabbed an illustrated book about nineteenth-century antiques and rushed out of the store. デイジーは19世紀のアンティークに関するイラスト付きの本をつかみ、店から飛び出した。

Η Ντέιζη περπάτησε μέσα στο διπλανό μαγαζί όσο το δυνατόν πιο ήρεμα, φαινομενικά με το κεφάλι της στο βιβλίο με αντίκες της. ||walked|inside||next||"as much as"|the|possible|as|calmly|seemingly|||her head|||||antiques book| ||||||||||できるだけ|静かに||頭|||||||| Daisy ging so ruhig wie möglich in den Laden nebenan, scheinbar mit ihrem Kopf in ihrem antiken Buch. Daisy walked into the adjoining shop as calmly as possible, apparently with her head on her antique book. デイジーは隣の店の中をできるだけ静かに歩き、その頭にはアンティークの本が乗っているように見えた。

Κανείς δεν ήταν εκεί αλλά άκουσε αδέξιες κινήσεις οι οποίες ερχόντουσαν από ένα εσωτερικό δωμάτιο και φώναξε δυνατά, “Με συγχωρείτε, είναι κανείς εκεί;” ||||||clumsy|movements|||were coming|||inner|||shouted|||||| ||||||不器用な|動き||それらの||||内部の|||叫んだ|||||| Niemand war da, aber er hörte ungeschickte Bewegungen aus einem Hinterzimmer und rief laut: „Entschuldigung, ist jemand da?“ No one was there but he heard clumsy moves coming from an interior room and he shouted, "Excuse me, is there anyone?" 誰もそこにいなかったが、内部の部屋から聞こえてくるぎこちない動きに気づき、大声で「すみません、誰かいますか?」と叫んだ。