Refugees and my country | Maria Stavropoulou | TEDxAcademy - YouTube
Μεταγραφή: Miriela Patrikiadou Επιμέλεια: Chryssa R. Takahashi
Ας μιλήσουμε για τους πρόσφυγες.
Την προσφυγιά τη ζω τα τελευταία σχεδόν 25 χρόνια,
μέσα από ιστορίες απίθανου κουράγιου και αντοχής
που ξεπερνούν κάθε φαντασία.
Αυτή η φωτογραφία είναι από μια Σύρια μάνα,
με το μωρό στην αγκαλιά,
και τραβήχτηκε πριν από μερικές εβδομάδες
σε μια ερημική νησίδα, ανοιχτά της Χίου.
Σύριοι πρόσφυγες
που πάτησαν σε χώμα ευρωπαϊκό
μετά από πολλά βάσανα και πολλούς κινδύνους
αφού το δουλεμπορικό που τους μετέφερε, βούλιαξε.
Τι είναι αυτό που ωθεί μια μάνα με ένα μικρό μωρό
να κινδυνέψει να διασχίσει τη Μεσόγειο μέσα σε μια φουσκωτή βάρκα;
Σήμερα στον πλανήτη μας υπάρχουν 52 εκατομμύρια πρόσφυγες.
Θα το πω άλλη μια φορά για να το συνειδητοποιήσουμε:
52 εκατομμύρια πρόσφυγες.
Άνθρωποι που έχουν εγκαταλείψει τις εστίες τους.
Τα 33 από αυτά είναι μέσα στις ίδιες τους τις χώρες.
Προέρχονται κυρίως από χώρες της Ασίας,
της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής.
Χώρες όπως η Συρία, το Σουδάν, το Αφγανιστάν, η Κολομβία, η Σομαλία.
Τους βρίσκουμε κυρίως σε περιοχές γειτονικές τους,
στην Ιορδανία, το Λίβανο, το Τσαντ, το Πακιστάν.
Όχι στην Ευρώπη ή τη Βόρεια Αμερική
όπως ίσως θα φανταζόταν κανείς.
Κι αυτοί είναι μόνο οι πρόσφυγες,
οι άνθρωποι που έχουν εγκαταλείψει τις εστίες τους
επειδή κινδύνευε η ζωή τους και η ζωή των παιδιών τους.
Υπάρχουν και όλοι αυτοί, τους λέμε οικονομικούς μετανάστες,
που έχουν αφήσει τις χώρες τους για να βρουν ένα πιάτο φαΐ να φάνε,
ένα ρούχο να ντυθούν,
ή να στείλουν πίσω σε πάμπτωχες οικογένειες
τα βασικά προς το ζειν.
Αυτοί είναι άλλα 180 εκατομμύρια.
Είναι τρομακτικοί οι αριθμοί.
Αν όμως αναλογιστεί κανείς
τι είναι αυτό που ωθεί τους ανθρώπους
να εγκαταλείψουν σπίτι, πατρίδα, οικογένεια
για ένα αβέβαιο μέλλον γεμάτο κινδύνους,
τότε θα αναρωτηθεί όχι γιατί είναι τόσο πολλοί
αλλά γιατί είναι τόσο λίγοι.
Η πορεία μου ξεκίνησε πριν από περίπου 25 χρόνια
όταν νεαρή δικηγόρος, κατά σύμπτωση,
άρχισα να δουλεύω με μια μη κυβερνητική οργάνωση
εδώ στην Αθήνα.
Η πρώτη μέρα δουλειάς δεν ήταν σε ένα γραφείο,
ήταν σε έναν καταυλισμό προσφύγων,
πλατσουρίζοντας μέσα στ' απόνερα και τις λάσπες της αυλής,
μέσα σε μικρά, στενάχωρα, μίζερα δωμάτια,
όπου στοιβάζονταν δεκάδες ανθρώπινες ψυχές σε απόγνωση.
Κάθε μέρα βρισκόμουν μπροστά σε ανθρώπους
που το μόνο που αναζητούν είναι το δικαίωμα να στέκονται
στα λίγα εκατοστά της χώρας στην οποία έφτασαν.
Γιατί;
Επειδή στη δική τους χώρα
ζούσαν μπροστά σε κάννες όπλων και μάτια μίσους.
Ήταν αυτοί που έπρεπε να καθαριστούν
γιατί ανήκαν στη λάθος θρησκεία, στη λάθος εθνότητα
ή στη λάθος πολιτική παράταξη.
Και τότε κατάλαβα πως για τη δική μου ζωή,
θα είχε νόημα,
η δική μου ζωή θα έβρισκε νόημα,
μόνο αν το έπαιρνα απόφαση ότι η κλασική δικηγορία
δεν ήταν ο δικός μου δρόμος.
Ύστερα η πορεία μου με πήγε στα Ηνωμένα Έθνη.
Περπάτησα καρόδρομους προσφύγων στο Σουδάν,
το Μπουρούντι, τη Σρι Λάνκα, τη Νότιο Αμερική,
τέτοιους που ούτε στις ταινίες του Ιντιάνα Τζόουνς δεν είχα δει.
Τη μια μέρα βρισκόμουν σε μέγαρα υπουργικά,
σε συναντήσεις με υπουργούς, με τον κλιματισμό στο φουλ,
και την άλλη σε καταυλισμούς προσφύγων
που έβραζαν από τη ζέστη, την ελονοσία,
τις αρρώστιες, την αθλιότητα,
μιλώντας με ανθρώπους-απόβλητα, με ζωές ριμαγμένες.
Ο πόλεμος και η βία
τους είχαν ωθήσει σε ένα ταξίδι
χωρίς προορισμό και χωρίς καμιά ελπίδα.
Είδα την παράλογη βία, τη διχόνοια, τη μισαλλοδοξία,
γεννήματα ενός αχαλίνωτου, τυφλού εγωισμού,
ακριβώς αυτό που έλεγε ο Σάιμον Άνχολντ σήμερα το πρωί,
να οδηγούν στην καταστροφή ανθρώπινων ζωών,
στην καταστροφή της ανθρώπινης αξίας,
ακόμα και στη γενοκτονία.
Σκεφτείτε το λιγάκι.
Είμαστε εδώ στο Μέγαρο,
δεν κινδυνεύουμε να πέσει μια βόμβα να το βομβαρδίσει,
να ανοίξουν οι πόρτες να μπουν, να μας συλλάβουν, να μας σκοτώσουν.
Και τώρα σκεφτείτε,
πώς είναι να μην έχεις πορτοφόλι,
να μην έχεις ταυτότητα,
να μην έχεις όνομα, να μην έχεις πατρίδα,
να μην έχεις τα κλειδιά ενός σπιτιού.
Να κουβαλάς την ύπαρξη των παιδιών σου και τη δική σου, σαν τη ρετσινιά.
Να μην καταλαβαίνουν οι γύρω σου τη γλώσσα σου
και να μην καταλαβαίνεις εσύ τη δικιά τους
και να κυκλοφορείς αγριεμένος, φοβισμένος και έτοιμος για τα πάντα,
για να αποφύγεις τα βασανιστήρια και το διωγμό
που σε περιμένουν στην πατρίδα σου.
Η μόνη σου ελπίδα είναι να σου δώσει άσυλο
η χώρα στην οποία έφτασες.
Τι υποχρέωση έχει μια χώρα στην οποία φτάνουν πρόσφυγες;
Έχει την υποχρέωση να σεβαστεί το δικαίωμα στη ζωή
όταν είναι σαφές ότι στέλνοντας πίσω έναν άνθρωπο στην πατρίδα του,
τον στέλνει πίσω στον θάνατο.
Τέτοια προστασία δεν παραχωρείται στους οικονομικούς μετανάστες.
Αυτοί που δεν είναι πρόσφυγες
υποχρεούνται να επιστρέψουν πίσω στις πατρίδες τους,
αν βρίσκονται εδώ παράνομα,
και πολλοί επιστρέφουν.
Γι' αυτό και κάθε χώρα έχει μια αρχή, μια υπηρεσία,
που κρίνει ποιος είναι πρόσφυγας.
Μεγάλα τα διλήμματα.
Και είναι ακόμα μεγαλύτερα στα σύνορα.
Από ποιες απειλές να τα φυλάξει κανείς;
Τα όπλα; Τα ναρκωτικά; Τους λαθρέμπορους;
Ή μήπως τους απελπισμένους;
Στην Ελλάδα, μέχρι πριν δυο χρόνια,
δεν είχαμε μια αυτόνομη αρχή για το άσυλο.
Σαν αποτέλεσμα, είχαν συσσωρευτεί
δεκάδες χιλιάδες αιτήματα ασύλου
χωρίς να υπάρχουν οι δομές για τη διεκπεραίωσή τους.
Η Ελληνική Αστυνομία έκανε ό,τι μπορούσε
αλλά με μηδέν υποστήριξή.
Άσυλο στην Ελλάδα δεν έπαιρνε σχεδόν κανείς
και είχαν αρχίσει οι καταδικαστικές αποφάσεις
των ευρωπαικών δικαστηρίων
για παραβίαση των δικαιωμάτων των προσφύγων στη χώρα μας,
πράγμα το οποίο όχι μόνο στοιχίζει οικονομικά σε πρόστιμα,
αλλά και διασύρει τη χώρα παγκόσμια.
Το 2011 δούλευα στη Ρώμη, πάνω σε θέματα προσφύγων.
Όταν μου ζητήθηκε, αναπάντεχα,
να έρθω και να αναλάβω τη νέα Υπηρεσία Ασύλου,
που τότε είχε τρεις υπαλλήλους και μηδέν προϋπολογισμό,
στην εποχή των μνημονίων,
πολλοί είπαν τότε ότι εγώ ήμουν για το άσυλο
- το άλλο άσυλο εννοούμε- (Γέλια)
που ήρθα πίσω στην Ελλάδα να το κάνω αυτό.
Κι όμως, παρά τις δυσκολίες
και παρά το ότι σχεδόν κανείς μας δεν είχε κάνει αυτή τη δουλειά πριν,
τα καταφέραμε,
και σήμερα είμαστε μια ομάδα σχεδόν 170 ανθρώπων,
υπαλλήλων του δημοσίου,
για τους οποίους είμαι πάρα πολύ περήφανη.
Εξετάζουμε χιλιάδες αιτήματα ασύλου,
πάνω από 800 κάθε μήνα,
και οι αποφάσεις μας βγαίνουν σε χρόνο ρεκόρ
για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Κι ενώ ξεκινήσαμε μόνο στην Αθήνα,
σήμερα παίρνουμε αιτήματα ασύλου σε εννέα σημεία σε όλη τη χώρα
για να εξυπηρετούμε καλύτερα τους ανθρώπους αυτούς,
και θα ξεκινήσουμε και αλλού.
Ο προϋπολογισμός μας,
ο μισός προϋπολογισμός μας,
σχεδόν 6 εκατομμύρια ευρώ,
καλύπτεται από ευρωπαϊκά κονδύλια
και δεν επιβαρύνει το Δημόσιο.
Ύστερα απ' όλα αυτά, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας,
αρχίζουν και δείχνουν την εκτίμησή τους
γι' αυτά που έχουμε καταφέρει τόσο σύντομα.
Κι εμείς,
μπορούμε και τους ζητάμε αξιόπιστα
να δεχτούν να μοιράζονται τις ευθύνες.
Δηλαδή τι;
Να δεχτούν να κατανέμονται οι πρόσφυγες σε όλες τις χώρες
με βάση αντικειμενικά κριτήρια: το μέγεθός της, τον πληθυσμό της,
και να δεχτούν επίσης να κατανέμονται και τα κόστη της φύλαξης των συνόρων,
της υποδοχής των προσφύγων,
των διαδικασιών που απαιτούνται.
Σίγουρα υπάρχουν πολλά ακόμα
που πρέπει να φτιάξουμε και να βελτιώσουμε.
Η ουσία όμως είναι ότι ένας στους τέσσερις αιτούντες άσυλο
παίρνει σήμερα προστασία στην Ελλάδα.
Δηλαδή, περίπου 1.800 άτομα και οικογένειες
παύουν να βρίσκονται στην παρανομία
και μπορούν να αρχίσουν να ξαναχτίζουν τη ζωή τους.
Η εμπειρία από άλλες χώρες δείχνει
ότι αργά ή γρήγορα, θα αρχίσουν να συνεισφέρουν στην κοινωνία
που τους υποδέχτηκε και τους προσέφερε προστασία.
Στην υπηρεσία ασύλου
έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους και ιστορίες.
Ιστορίες όπως αυτή της Σαμίνα, της δασκάλας,
που είδε την οικογένειά της, το χωρίο της,
μικρά παιδιά στο σχολείο, να πεθαίνουν από τα χημικά.
Του Ραμί που έχει υποστεί τα χειρότερα, φρικτότερα βασανιστήρια.
Της γιαγιάς των 107 ετών
που έφτασε με το σαπιοκάραβο στη Λακωνία.
Του παλικαριού από το Αφγανιστάν
που έφτασε στην Αθήνα με πέντε μικρά παιδιά,
δικά του και του αδερφού του.
Όλα κάτω των πέντε ετών,
που τα κουβάλαγε ξυπόλητα και πεινασμένα στην πλάτη,
μέσα από αδιάβατα βουνίσια μονοπάτια.
Μα πώς τα κατάφερε;
Πώς τα προσέχει;
Πώς θα τα μεγαλώσει;
Πότε και πώς θα τελειώσουν οι πόλεμοι και η βία
εξαιτίας των οποίων υπάρχει τόση προσφυγιά και τόσος πόνος;
Κανείς δεν ξέρει.
Πάντοτε όμως υπάρχουν άνθρωποι έτοιμοι να βοηθήσουν,
να στηρίξουν, να ενθαρρύνουν,
κι αυτό μου δίνει πολύ μεγάλη ελπίδα για το κοινό μας μέλλον.
Είναι η αόρατη κοινότητα των ανθρώπων που νοιάζονται.
Αυτών που πιστεύουν ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν και αλλιώς,
μπορούν να γίνουν και καλύτερα, και που το απαιτούν.
Γιατί πρόσφυγας δεν είναι μόνο αυτός που έχει χάσει την πατρίδα του.
Πρόσφυγας είναι και αυτός που ενδιαφέρεται μόνο για τον εαυτό του.
Ο άνθρωπος-νησί.
Αυτός που έχει χάσει το ενδιαφέρον του για τον συνάνθρωπό του
και δεν καίγεται από τη λαχτάρα να κάνει τη διαφορά.
Τα χειρότερα σύνορα είναι τα σύνορα του εγωισμού.
Αυτά τα σύνορα πρέπει να καταργήσουμε
για να ζήσουν τα παιδιά όλων μας,
και των προσφύγων, με ασφάλεια,
σε έναν καλύτερο κόσμο.
Σας ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκρότημα)