Finding justice beyond the courtroom | Vasilis Sotiropoulos | TEDxThessaloniki
Μετάφραση: Chryssa Takahashi Επιμέλεια: Panagiota Prokopi
Υπάρχει ένας επιστημονικός κλάδος που είναι πολύ παλιός
και συγκεντρώνει το απόσταγμα της ανθρώπινης σκέψης,
τουλάχιστον ως προς τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να λαμβάνονται οι αποφάσεις.
Ταυτόχρονα, είναι ένα σύστημα που δουλεύει καλά
μόνο όταν αυτός που το χρησιμοποιεί έχει αποφασίσει να ρισκάρει.
Θα σας μιλήσω για την τόλμη και το δίκαιο,
και θα ξεκινήσω κάνοντας έναν τολμηρό διαχωρισμό:
είναι άλλο οι νόμοι -η ισχύουσα νομοθεσία- και άλλο το δίκαιο ως επιστήμη.
Οι νόμοι είναι η εκάστοτε γραπτή έκφραση των κανόνων που έχει θεσπίσει η Πολιτεία.
Οι νόμοι είναι μια έκφραση της εξουσίας.
Το δίκαιο, όμως, είναι ένα πολύ ευρύτερο σύνολο που περιλαμβάνει
και τους επιστημονικούς κανόνες της ερμηνείας και της εφαρμογής των νόμων.
Επομένως, η ερμηνεία και η εφαρμογή καθορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό
την πραγματική ισχύ των νόμων,
τον τρόπο με τον οποίο το δίκαιο επιβάλλεται
από τα δικαστήρια και τις άλλες δημόσιες αρχές.
Η επιστήμη του δικαίου πολύ συχνά τολμά να επιτίθεται στους νόμους της Πολιτείας
και μπορεί να φτάσει ακόμη μέχρι και να τους αποδυναμώσει τελείως.
Έτσι, παράλληλα προς την κυριαρχική θέσπιση του δικαίου
έχουμε και τη νομική επιστήμη,
η οποία λειτουργεί σαν «αντιπολίτευση»
απέναντι σε μια «συμπολίτευση» από την οποία δεν δεσμεύεται.
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση στην οποία
οι νομικοί έδειξαν τα δόντια τους στην εξουσία ήταν πολύ παλιά.
Ήταν όταν ο βυζαντινός αυτοκράτορας,
ο Ιουστινιανός,
απαγόρευσε την ερμηνεία των νόμων και το έκανε με έναν νόμο, για να κρατήσει για τον εαυτό του την αυθεντία της μοναδικής ερμηνείας.
Φυσικά, οι νομικοί της εποχής ξεπέρασαν την απαγόρευση,
υποβάλλοντάς την σε ερμηνεία.
Έτσι, οι επιστήμονες του δικαίου συνέχισαν να ερμηνεύουν τους νόμους,
αναγνωρίζοντας ότι το προνόμιο του αυτοκράτορα σε «αυθεντική ερμηνεία»
δεν μπορεί να περιορίσει την εξέλιξη της επιστημονικής ανάλυσης.
Στην εποχή μας, το δίκαιο μπορεί να δώσει απαντήσεις
σε σημαντικά ερωτήματα που έχουμε ως κοινωνία.
Εάν δεχτούμε ότι το δίκαιο είναι ένας συνδυασμός
τότε μπορούμε να αναζητήσουμε
πληροφορίες και απαντήσεις
μέσα από τη μηχανή αναζήτησής του.
Υπάρχουν απαντήσεις που μπορούν να δοθούν
με την εφαρμογή γενικών αρχών που περιλαμβάνει το δίκαιο,
όπως είναι για παράδειγμα η αρχή της ίσης μεταχείρισης
ή η αρχή της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας,
η αρχή της εκατέρωθεν ακρόασης των επιχειρημάτων των μερών.
Μέσα από τους μηχανισμούς του δικαίου μπορούμε να εντοπίσουμε
από μεθόδους επίλυσης των διαφορών και ειρηνικής συνύπαρξης,
μέχρι εξαιρετικά σύνθετους μηχανισμούς σκέψης
για την προστασία του περιβάλλοντος
και για την ανάπτυξη της δημιουργικότητας και της τέχνης.
Με την εφαρμογή νομικών κανόνων μπορούμε να αποφασίσουμε αν ένα συγκεκριμένο
κάθε φορά έργο τέχνης επιτρέπεται ή όχι να παρουσιάζεται στο κοινό,
όπως ήταν αυτό το έργο το οποίο αφαιρέθηκε από την Πολιτιστική Ολυμπιάδα του 2003
και ακόμα δεν μπορούμε να το βρούμε στο διαδίκτυο
σε μια καθαρή εικόνα παρά μόνο μέσα από αναπαραγωγές στον Τύπο της εποχής.
Ή μπορούμε να απαντήσουμε στο αν μια βιομηχανική μονάδα
εκπληρώνει τις προϋποθέσεις της «βιώσιμης ανάπτυξης».
Η βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι ένα πολιτικό σύνθημα
αλλά αναλύεται σε επιμέρους κανόνες,
την εφαρμογή των οποίων μπορούμε να ελέγξουμε με μετρήσιμο τρόπο.
Το δίκαιο φυσικά δεν δίνει απαντήσεις για τα πάντα,
υπάρχουν ζητήματα αισθητικής και προσωπικών επιλογών
που παραμένουν πάντοτε στην σφαίρα της υποκειμενικής κρίσης.
Πολύ συχνά μάλιστα το δίκαιο είναι κάτι που το αφήνουμε ως τελευταίο καταφύγιο
γιατί το έχουμε συνδέσει με όλα αυτά τα πράγματα,
την απονομή της δικαιοσύνης, τους δικηγόρους, τα δικαστήρια,
τα χρήματα που πρέπει να δαπανήσει κανείς, ο χρόνος που πρέπει να αφιερώσει,
η μεγάλη αναμονή για μια τελική δικαστική απόφαση,
το ψυχολογικό κόστος, η αγωνία, όλα αυτά τα πράγματα για τα οποία
κάθε φορά που γνωρίζουμε από κοντά έναν δικηγόρο
τού λέμε ότι καλύτερα είναι να μας παραμείνει αχρείαστος.
Δίκαιο δεν είναι μια δημοφιλής πυξίδα
για την λήψη των αποφάσεων,
ακριβώς γιατί το συνδέουμε με όλα αυτά τα αρνητικά συμφραζόμενα.
Γιατί το συνδέουμε με τα Δικαστήρια.
Πώς μπορούμε λοιπόν να βρούμε το Δίκαιο χωρίς Δικαστήρια;
Και πώς θα αποφύγουμε να το κάνουμε αυτό,
τις εντελώς προσωπικές και υποκειμενικές αντιλήψεις για το «δίκιο»,
δηλαδή την προσωπική ηθική καθενός και τον ατομικό αξιακό του κώδικα
με τα οποία μπορεί να μη συμφωνούμε καθόλου ως κοινωνία;
Γιατί η αναζήτηση του δικαίου πέρα από τα Δικαστήρια,
μπορεί να οδηγήσει στην αυτοδικία.
Αφού γνωρίζω τον νόμο, μπορώ να τον πάρω στα χέρια μου;
Ακόμα και στις περιπτώσεις που η αυτοδικία
είναι μια κοινωνικά αποδεκτή διέξοδος
για το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών,
δεν γίνεται δεκτό ότι συνιστά μορφή απονομής της δικαιοσύνης.
Η μονομαχία και η βεντέτα είναι περιπτώσεις στις οποίες
οι ίδιοι προσπαθούν να επιλύσουν τη μεταξύ τους διαφορά.
Η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην αυτοδικία και στην απονομή της δικαιοσύνης
είναι ότι στην απονομή της δικαιοσύνης,
η απάντηση έρχεται πάντα από ένα τρίτο ανεξάρτητο μέρος,
το οποίο πρώτα λαμβάνει υπόψη τα επιχειρήματα των μερών
και στη συνέχεια αποφασίζει.
Έτσι λοιπόν δεν μπορούμε να έχουμε δίκαιο
αν δεν υπάρχει αυτό το τρίτο μέρος που ερμηνεύει και εφαρμόζει τον νόμο.
Αυτό όμως θα σήμαινε ότι δεν μπορούμε να έχουμε δίκαιο χωρίς δικαστήρια!
Μπορούμε να έχουμε δίκαιο χωρίς δικαστήρια;
Στην Κρήτη το έχουν βρει.
Η μακραίωνη ιστορία αυτοδικίας στις κρητικές κοινωνίες,
οδήγησε στην διαμόρφωση ενός άτυπου θεσμού
για την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών.
Στην Κρήτη προκειμένου να αποφύγουν τα δικαστήρια και τις βεντέτες,
απευθύνονται σε έναν σεβαστό συμπολίτη τους,
την τιμή του οποίου αναγνωρίζουν όλες οι πλευρές.
Αυτός είναι ο «σάστης».
Ο «σάστης» είναι ένας διαμεσολαβητής.
Είναι το πρόσωπο που θα περάσει πολύ ώρα με τη μία και με την άλλη πλευρά,
προκειμένου να επιλύσει τη μεταξύ τους διαφορά.
Αυτή η διαδικασία διαμεσολάβησης ονομάζεται «σασμός»
και λειτουργεί ακόμα και σήμερα στην Κρήτη.
Υπάρχουν περίφημοι σάστες οι οποίοι περνάνε πάρα πολλές ώρες και μέρες
με τη μία και με την άλλη πλευρά για να λύσουν διαφορές
που διαφορετικά μπορεί να είχαν οδηγηθεί ακόμα και σε αιματοκύλισμα.
Το να παρακάμψεις τον δικαστή είναι μια εξαιρετικά τολμηρή επιλογή.
Δεν είναι όμως μια επιλογή ξένη για το ελληνικό διοικητικό σύστημα.
Η Ελληνική νομοθεσία ήδη περιλαμβάνει θεσμούς
συγγενικούς προς τον κρητικό «σασμό».
Από το 2011, με το Πρόγραμμα «Καλλικράτης»,
σε κάθε δήμο άνω των 20.000 κατοίκων,
το δημοτικό συμβούλιο επιλέγει ένα πρόσωπο κύρους και εμπειρίας,
στο οποίο αναθέτει την επίλυση των διαφορών
των πολιτών με τις δημοτικές υπηρεσίες.
Αυτός είναι ο «Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης»
και ήδη λειτουργεί σε 35 δήμους περίπου.
Ήμουν ο πρώτος Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης
στον Δήμο Αθηναίων από το 2012 έως το 2014.
Εκατοντάδες πολίτες ήρθαν τότε στο γραφείο διαμεσολάβησης που φτιάξαμε εκεί,
για να λύσουν τις διαφορές τους με τον Δήμο Αθηναίων
και με αυτή τη διαδικασία,
σε πολλές υποθέσεις αποδόθηκε δικαιοσύνη
χωρίς να χρειαστεί οι πολίτες να πάνε στα δικαστήρια. Έτσι και ο Δήμος γλίτωσε πολλά δικαστήρια,
αλλά και οι πολίτες κατάφεραν να βρουν το δίκιο τους
χωρίς έξοδα και χωρίς μεγάλες καθυστερήσεις.
Κανονικά, Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης
έπρεπε να υπάρχει σε 161 δήμους.
Τόσοι είναι οι δήμοι άνω των 20.000 κατοίκων.
Το γεγονός ότι υπάρχει μόνο σε 32
δεν σημαίνει, φυσικά, ότι ο θεσμός έχει αποτύχει,
αλλά ότι οι δημοτικές αρχές δεν τολμούν να υποδεχθούν τον ανεξάρτητο διαμεσολαβητή
που θα λύσει τις διαφορές τους με τους πολίτες.
Οι πελατειακές σχέσεις ετών,
η καχυποψία για τον βαθμό της ανεξαρτησίας του διαμεσολαβητή, αλλά και γενικώς αυτή η αδιαφορία για τους θεσμούς και το ίδιο το δίκαιο
είναι οι λόγοι για τους οποίους Δήμαρχοι και Δημοτικά Συμβούλια
στερούν τους πολίτες από το δικαίωμα τους
για την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών τους.
Αντίστοιχος θεσμός υπάρχει και στις Περιφέρειες.
Το 2015 εκλέχτηκα Περιφερειακός Συμπαραστάτης του Πολίτη
και της Επιχείρησης στην Περιφέρεια Αττικής.
Συνολικά, από τις 13 περιφέρειες της χώρας
μόνο οι 7 έχουν εκλέξει Συμπαραστάτη του Πολίτη.
Οι υπόλοιπες δεν έχουν επιδείξει ακόμη την απαιτούμενη θεσμική τόλμη
για να αποκτήσουν τον δικό τους Διαμεσολαβητή.
Αυτός λοιπόν τώρα είναι ένας τρόπος για την επίλυση, την εξωδικαστική, διαφορών
ανάμεσα σε πολίτες και σε δημόσιες υπηρεσίες.
Τι γίνεται όμως όταν η διαφορά είναι ανάμεσα σε δύο κράτη;
Πέρα από τη διπλωματία και τα διεθνή δικαστήρια,
υπάρχει τρόπος να βρεθεί το δίκαιο
από έναν ανεξάρτητο διαμεσολαβητή στις διαφορές μεταξύ κρατών;
Θεσμοί διαμεσολάβησης υπάρχουν και στο Διεθνές Δίκαιο.
Ένας τέτοιος θεσμός είναι η Επιτροπή Διαμεσολάβησης
που έχει ιδρύσει η UNESCO
για την επίλυση των διαφορών
που σχετίζονται με πολιτισμικά αγαθά
που έχουν αφαιρεθεί από τους τόπους προέλευσής τους.
Το 2013, η Ελλάδα ζήτησε από την UNESCO
να εξεταστεί απ' αυτή την Επιτροπή
η υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο,
κάτι το οποίο θα προϋπέθετε τη συμφωνία του Ηνωμένου Βασιλείου
για την προσφυγή στη διαμεσολάβηση.
Όπως είναι γνωστό, το Ηνωμένο Βασίλειο τον Μάρτιο του 2015 απέρριψε την πρόσκληση
και δεν τόλμησε να προσέλθει στη διαμεσολάβηση.
Ας σκεφτούμε για λίγο αυτή την υπόθεση:
ακόμα κι αν κάποιος είναι αντίθετος
στην επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, το σίγουρο είναι ότι ο Έλγιν
κακοποίησε το μνημείο αυτό,
βανδάλισε την Ακρόπολη,
χωρίς ποτέ να κριθεί από ένα Δικαστήριο
αν η πράξη αυτή καθαυτή ήταν νόμιμη ή παράνομη.
Δηλαδή η Ελλάδα εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες, ίσως και αιώνες,
δεν τολμά να προσφύγει σε ένα δικαστήριο
για να κριθεί αυτή καθαυτή η πράξη του Έλγιν έστω και παρεμπιπτόντως.
Από τη μία πλευρά λοιπόν, η Ελλάδα δεν πηγαίνει σε δικαστήριο,
απ' την άλλη πλευρά το Ηνωμένο Βασίλειο δεν τολμά
να προσέλθει σε μια διαμεσολαβητική διαδικασία.
Το καλοκαίρι που μας πέρασε,
ο παλαιότερος σύλλογος κατοίκων της Αθήνας,
ο Σύλλογος των Αθηναίων, επικοινώνησε μαζί μου.
Τα μέλη αυτού του συλλόγου είναι οι απόγονοι των οικογενειών
που ζούσαν στην Αθήνα από τις αρχές του 19ου αιώνα.
Δηλαδή οι οικογένειες που ζούσαν γύρω από την Ακρόπολη
την εποχή που ο Έλγιν απογύμνωσε τον Παρθενώνα από τα γλυπτά του.
Αυτές οι οικογένειες το 1895
ίδρυσαν τον Σύλλογο των Αθηναίων,
θέτοντας ως στόχο μεταξύ άλλων
την απόδοση δικαιοσύνης για την υπόθεση των Γλυπτών.
Αυτοί οι άνθρωποι, μου ανέθεσαν την προσφυγή τους
στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Πρόκειται φυσικά για ένα εξαιρετικά σύνθετο δικαστικό εγχείρημα,
για το οποίο οι περισσότεροι νομικοί πιθανώς θα ήταν αρνητικοί.
Αφού όμως εξετάσαμε
ότι η όποια απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου
θα αφορούσε τη σχέση ενός ιδιωτικού συλλόγου
με το Ηνωμένο Βασίλειο,
χωρίς να θίγονται τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας επί των γλυπτών,
αποφασίσαμε, με πάρα πολύ προσεκτικά βήματα, να προχωρήσουμε στο διάβημα.
Έτσι τον Σεπτέμβριο του 2015,
καταθέσαμε την προσφυγή μας στο Στρασβούργο.
Με αυτή την προσφυγή, ζητάμε να αναγνωριστεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο,
διακρατώντας τα γλυπτά του Παρθενώνα στο έδαφός του
και διαδίδοντας ότι αυτά αποκτήθηκαν νόμιμα απ' τον λόρδο Έλγιν,
παραβιάζει ανθρώπινα δικαιώματα σχετικά με τον σεβασμό της πολιτισμικής ταυτότητας
και της ακεραιότητας της πρόσβασης
σε ένα οικουμενικό μνημείο.
Η τόλμη είναι ένα απαραίτητο χαρακτηριστικό σε νομικό επίπεδο
και όσον αφορά τις ατομικές ελευθερίες.
Σκεφτείτε πόσες τολμηρές αποφάσεις
με βάση το δίκαιο και με βάση την αρχή της ίσης μεταχείρισης
έχουν μεταβάλλει σημαντικά τον κόσμο στον οποίο ζούμε·
κυρίως καταργώντας φυσικά παλαιότερες νομοθεσίες,
όπως είναι η απόφαση ας πούμε για την απαγόρευση των φυλετικών διακρίσεων,
το δικαίωμα ψήφου των γυναικών,
η αναγνώριση της καθολικής ισχύος των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Αυτές οι αποφάσεις είναι αποφάσεις που σε περασμένες εποχές
θα ακούγονταν εντελώς εξωφρενικές.
Όταν τέτοιες αποφάσεις λοιπόν λαμβάνονται από Δικαστήρια,
στα οποία οδηγείται μια υπόθεση για να λειτουργήσει ως «πιλότος»,
συχνά εμείς οι νομικοί κάνουμε λόγο για «δικαστικό ακτιβισμό»
ή, πιο ήπια, για «στρατηγική προσφυγή στη δικαιοσύνη».
Σκεφτείτε να σας έλεγε κανείς πριν από 10 χρόνια
ότι δύο άνθρωποι του ίδιου φύλου
θα μπορούσαν στην Ελλάδα
να συνάψουν μια αστική ένωση
που τα αποτελέσματά της σχεδόν ταυτίζονται με αυτά του πολιτικού γάμου. Σκεφτείτε όμως και πόσο ξεπερασμένες ακούγονται σήμερα οι φωνές εκείνες
που είναι αντίθετες σε αυτή τη μορφή ισότητας.
Κάποιοι συμπολίτες μας το 2009
προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επειδή,
λόγω του σεξουαλικού τους προσανατολισμού,
είχαν αποκλειστεί από το δικαίωμα τους να συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης.
Αν δεν το είχαν κάνει, είναι πολύ πιθανό ακόμα και σήμερα
η Ελλάδα να ήταν μία από τις τελευταίες χώρες
που δεν αναγνωρίζουν
ανθρώπινα και θεμελιώδη δικαιώματα για τη συμβίωση των ομόφυλων ζευγαριών.
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ήταν αυτονόητη για όλους όσους ξέρουν νομικά,
παρόλο που υπήρχαν και αντίθετα νομικά επιχειρήματα.
Η απόσταση όμως ανάμεσα στο να ξέρεις, στη γνώση, της παραβίασης του ανθρώπινου δικαιώματος
και στο να προσφύγεις στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,
καλύφθηκε απ' την τόλμη αυτών των ανθρώπων οι οποίοι πήγαν στο Στρασβούργο
και τόλμησαν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους έναντι του κράτους.
Το νήμα που συνδέει όλες αυτές τις ιστορίες
για την ενεργοποίηση του δικαίου είναι η τόλμη.
Οι νομικοί που απέδειξαν
ότι δεν δεσμεύονται από την απαγόρευση του αυτοκράτορα,
οι κρητικοί που προσφεύγουν στον «σάστη», αντί για τον δικαστή,
οι δήμοι και οι περιφέρειες που εκλέγουν Συμπαραστάτη του Δημότη
και Περιφερειακό Συμπαραστάτη του Πολίτη και της Επιχείρησης,
οι Αθηναίοι που διεκδικούν δικαιοσύνη για την υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα
και οι συμπολίτες μας που κέρδισαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο το δικαίωμα τους
να συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης, όλοι αυτοί απέδειξαν ότι τολμούν.
Γιατί το δίκαιο είναι ένας ζωντανός οργανισμός
που δεν περιορίζεται στις δικαστικές αίθουσες
και οι πόρτες του είναι έτοιμες να ανοίξουν,
όταν κάποιες και κάποιοι τολμούν να τις χτυπούν με αποφασιστικότητα.
Σας ευχαριστώ!
(Χειροκρότημα)