×

우리는 LingQ를 개선하기 위해서 쿠키를 사용합니다. 사이트를 방문함으로써 당신은 동의합니다 쿠키 정책.

image

Readings - Ο Ανδρέας Διαβάζει, Καρκαβίτσας, Ανδρέας - Η Γοργόνα

Καρκαβίτσας, Ανδρέας - Η Γοργόνα

Με το μπρίκι του καπεταν Φαράση αρμένιζα μισοκάναλα εκείνη τη νύχτα. Σπάνια νύχτα! πρώτη και τελευταία θαρρώ στη ζωή μου. Τι είχαμε φορτωμένο; Τι άλλο από σιτάρι. Πού πηγαίναμε; Πού αλλού από τον Πειραιά. Πράματα και τα δυο που τα έκαμα το λιγότερο είκοσι φορές. Μα εκείνη τη βραδιά ένιωθα τέτοιο πλάκωμα στην ψυχή, που κινδύνευα να λιγοθυμήσω. Δεν ξέρω τι μου έφταιγε· θες η γαληνεμένη θάλασσα, θες ο ξάστερος ουρανός, θες το τσουχτερό λιοπύρι· δεν μπορώ να ειπώ. Μα είχα τόσο βαριά την ψυχή, ήβρεσκα τόσο σαχλοπλημμυρισμένη τη ζωή, που αν με άρπαζε κανείς να με ρίξει στο νερό, «όχι!» δε θα 'λεγα.

Ο ήλιος ήταν ώρα βασιλεμένος. Τα χρυσοπόρφυρα συγνεφάκια, που συντρόφευαν το βασίλεμά του, σκάλωσαν κάπου μαύρα σαν μεγάλες καπνιές. Ο Αποσπερίτης έλαμψε κρυσταλλόχιονο μέσα στα σκούρα. Φάνηκαν ψηλά οι αστερισμοί ένας κι ένας. Τα νερά κάτω πήραν εκείνο το λευκοσκότεινο χρώμα, το κρύο και λαχταριστό του ατσαλιού. Το ναυτόπουλο άναψε τα φανάρια· ο καπετάνιος κατέβηκε να κοιμηθεί· ο Μπούλμπερης έκατσε στο τιμόνι. Ο Μπραχάμης, ο σκύλος μας, κουλουριάστηκε στη ρίζα του αργάτη να ησυχάσει και κείνος.

Εγώ ούτε να ησυχάσω μπορούσα. Ούτε ύπνο ούτε ξύπνο. Δοκίμασα να πιάσω κουβέντα με τον τιμονιέρη· μα είχε τόση ανοστιά, που έσβησε σαν φωτιά αναμμένη με χλωρόξυλα. Πήγα να παίξω με το Μπραχάμη· αλλά και κείνος τρύπωσε ακόμη περισσότερο το μουσούδι στα πόδια του και βαριεστημένος γρίνιασε, σαν να μου έλεγε:

Άφησέ με και δεν έχω την όρεξή σου!

Τότε βαριεστημένος και γω πήγα και ξαπλώθηκα μπρούμυτα καταμεσής κι έκλεισα στη χούφτα τα μάτια μου. Ήθελα να μη βλέπω τίποτα, να μην αισθάνομαι πως ζω. Και λίγο λίγο σχεδόν το κατόρθωσα. Κάτι ελάχιστο, σαν θαμπό καντηλάκι, ένιωθα να ζει μέσα μου και γύρω το κορμί μου να σμίγει και να χωνεύει μέσα στ' αναίσθητα σανίδια της κουβέρτας.

Πόσο έμεινα έτσι, δεν ξέρω. Τι μου ήρθε στο νου κι αν μου ήρθε τίποτα, δε θυμούμαι. Άξαφνα όμως άρχισα ν' ανατριχιάζω· σαν κάποιος μαγνήτης να ερέθιζε τα νεύρα μου, όπως η υγρασία αναγκάζει τα πουλιά στο φλυάρισμα. Κι ευθύς πορφυρό κύμα χύθηκε απάνω μου. Πίστεψα πως κολυμπούσα στα αίματα. Και όπως ο κοιμάμενος σε σκοτεινό δωμάτιο αυτόματα ξυπνά στο λαμπρό φως της ημέρας, και γω άνοιξα τα μάτια μου. Τ' άνοιξα ή τα 'κλεισα δε θυμούμαι, θυμούμαι μόνο πως έμεινα ακίνητος. Πρώτη μου σκέψη ήταν πως ξύπνησα στο στομάχι κάποιου ψαριού, που ρούφηξε το καράβι μας. Και όμως δεν ήταν στομάχι ψαριού. Ήταν ο ουρανός ψηλά και κάτω η θάλασσα. Μα όλα, ψηλά και χαμηλά, στρωμένα ήταν με ρούχο κατακόκκινο, κυματιστό, που έβαφε με αβρό φεγγοβόλημα ως και το σωτρόπι της σκάφης μας. Κάπου στα πέρατα της γης πυρκαγιά τίναζε τη λαμπάδα της ψηλά κι έριχνε φοβερούς αποκλαμούς πέρα δώθε. Μα πού το κάμα και πού η αθάλη της; Και τα δυο έλειπαν.

Κάτω στα βάθη του βοριά κάποιο μενεξεδένιο σύγνεφο άπλωσε και τύλιξε γαλαζόχρωμα τ' αστέρια, τα έκρυψε κάτω από το πυκνό μαγνάδι του. Και παραπάνω τόξο απλώθηκε λευκοκίτρινο κι έχυσε μεσούρανα ποτάμια σκοτεινά και ποτάμια πράσινα, χρυσορόδινα και γλαυκά, λες και ήθελε να βάψει το στερέωμα. Και το τόξο, κινητό σαν ανεμόδαρτο παραπέτασμα, κουνούσε τα κρόσσια εμπρός, άπλωνε τις αραχνοΰφαντες δαντέλλες του και πρόβαινε, όπως η πλημμύρα προβαίνει και σκεπάζει με αφρούς και γλώσσες την αμμουδιά. Τ' αέρινα ποτάμια έτρεχαν γοργά και φούσκωναν και κυλούσαν πάντα σκοτεινά ή πράσινα, χρυσορόδινα ή γλαυκά, και σκόρπιζαν αντιφεγγίσματα ολούθε σαν ηλεκτρικού προβολές χοντρές και αδαπάνητες. Η θάλασσα ακίνητη αντανακλούσε τα τόσα χρώματα και φαίνονταν όλα ξαφνισμένα μέσα στην τόση λάμψη. Μα περισσότερο ξαφνισμένος ήμουν εγώ. Δεν ήξερα τι να κάμω και τι να συλλογιστώ. Έφτασε, είπα, του κόσμου η συντέλεια. Τέτοια όμως συντέλεια μπορούσε να ευχαριστήσει τον καθένα. Η Γη Βούλεται να πεθάνει μέσα στα ροδοκύματα!...

Άξαφνα ανατρόμαξα. Κάτω βαθιά, μέσ' από το μενεξεδένιο σύγνεφο, είδα να προβαίνει ίσκιος πελώριος. Η χοντρή κορμοστασιά, το πυργογύριστο κεφάλι του φάνταζαν Αγιονόρος. Τα δυο του μάτια γύριζαν φωτεινούς κύκλους κι έβλεπαν περήφανα τον Κόσμο πριν τον κλωτσήσουν στην καταστροφή. Να τος, είπα, ο θεόσταλτος άγγελος, ο χαλαστής και σωτήρας! Τον έβλεπα κι είχα σύγκρυο στην ψυχή. Από στιγμή σε στιγμή πρόσμενα σφυρί να πέσει το φριχτό χτύπημα. Πάει τώρα η Γη με τους καρπούς πάει κι η θάλασσα με τα ξύλα της! Ούτε τραγούδια πλιο, ούτε ταξίδια, ούτε φιλιά!

Αλλά δεν άκουσα το χτύπημα. Ο ίσκιος πρόβαινε στα νερά με άλματα πύρινα. Κι όσο γρηγορότερα πρόβαινε, τόσο μίκραινε η κορμοστασιά του. Και άξαφνα ο θεότρεμος όγκος χιλιόμορφη κόρη στάθηκε αντίκρυ μου. Διαμαντοστόλιστη κορώνα φορούσε στο κεφάλι και τα πλούσια μαλλιά γαλάζια χήτη άπλωναν στις πλάτες ως κάτω στα κύματα. Το πλατύ μέτωπο, τ' αμυγδαλωτά μάτια, τα χείλη της τα κοραλλένια έχυναν γύρα κάποια λάμψη αθανασίας και κάποια πηρηφάνια βασιλική. Από τα κρυσταλλένια λαιμοτράχηλα κατέβαινε κι έσφιγγε το κορμί ολόχρυσος θώρακας λεπιδωτός και πρόβαλλε στο αριστερό την ασπίδα κι έπαιζε στο δεξί τη Μακεδόνικη σάρισα.

Δεν είχα συνέρθει από την απορία και φωνή γλυκεία, ήρεμη και μαλακή άκουσα να μου λέει:

- Ναύτη-καλεναύτη· ζει ο Βασιλιάς Αλέξαντρος;

Ο Βασιλιάς Αλέξαντρος! ψιθύρισα με περισσότερη απορία.

Πώς είναι δυνατό να ζει ο βασιλιάς Αλέξαντρος; Δεν ήξερα τι ρώτημα ήταν εκείνο και τι να της αποκριθώ, όταν η φωνή ξαναδευτέρωσε:

- Ναύτη-καλεναύτη· ζει ο βασιλιάς Αλέξαντρος;

- Τώρα, Κυρά μου! απάντησα χωρίς να σκεφτώ. Τώρα βασιλιάς Αλέξαντρος! Ούτε το χώμα του δε βρίσκεται στη γη.

Ωϊμέ! κακό που το 'παθα! Η χιλιόμορφη κόρη έγινε μεμιάς φοβερό σίχαμα. Κύκλωπας βγήκε από το κύμα κι έδειξε λεπιοντυμένο το μισό κορμί. Ζωντανά φίδια τα μεταξόμαλλα σηκώθηκαν περδώθε, έβγαλαν γλώσσες και κεντριά φαρμακερά κι έχυσαν φοβεριστικό ανεμοφύσημα. Το θωρακωτό στήθος και το παρθενικό πρόσωπο άλλαξαν αμέσως, σα να ήταν η Μονοβύζω του παραμυθιού. Τώρα καλογνώρισα με ποιον είχα να κάμω! Δεν ήταν ο Χάρος της Γης, ο χαλαστής και σωτήρας άγγελος. Ήταν η Γοργόνα, τ' Αλέξαντρου η αδερφή, που έκλεψε το αθάνατο νερό και γύριζε ζωντανή και παντοδύναμη. Η Δόξα ήταν του μεγάλου κοσμοκράτορα, αγέραστη κι αιώνια σε στεριά και θάλασσα. Και μόνο για Κείνης τον ερχομό έχυσε ο Πόλος το Σέλας του, να στρώσει τον αθέρα με της πορφύρας το χρώμα. Δε ρωτούσε βέβαια για το φθαρτό σώμα, αλλά για τη μνήμη του αφέντη της. Και τώρα στην άκριτη μου απόκριση μανιασμένη έριξε το χέρι, ένα δασοτριχωμένο και βαρύ χέρι στην κουπαστή, έπαιξε ζερβόδεξα την ουρά της κι έδειξε Ωκεανό τον μαλακό Πόντο.

- Όχι, Κυρά, ψέματα!... τρανοφώναξα με λυμένα γόνατα. Εκείνη με κοίταξε αυστηρά και με φωνή τρεμάμενη ξαναρώτησε:

- Ναύτη-καλεναύτη· ζει ο βασιλιάς Αλέξαντρος;

- Ζει και βασιλεύει· απάντησα ευθύς. Ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει.

Άκουσε τα λόγια μου καλά. Σα να χύθηκε αθάνατο νερό η φωνή μου στις φλέβες της, άλλαξε αμέσως το τέρας κι έλαμψε παρθένα πάλι χιλιόμορφη. Σήκωσε το κρινάτο χέρι της από την κουπαστή, χαμογέλασε ροδόφυλλα σκορπώντας από τα χείλη της. Και άξαφνα στον ολοπόρφυρον αέρα χύθηκε τραγούδι πολεμικό, λες και γύριζε τώρα ο Μακεδονικός στρατός από τις χώρες του Γάγγη και του Ευφράτη.

Σήκωσα τα μάτια ψηλά και είδα τ' αέρινα ποτάμια, τα σκοτεινά και τα πράσινα, τα χρυσορόδινα και τα γλυκά, να σμίγουν στον ουρανό και να κάνουν Στέμμα γιγάντιο. Ήταν κάμωμα του καιρού ή μην ήταν απόκριση στο ρώτημα της αθάνατης; Ποιος ξέρει. Μα σιγά σιγά οι αχτίνες άρχισαν να θαμπώνουν και να σβήνουν μια με την άλλη, λες κι έπαιρνε τα κάλλη μαζί της η Γοργόνα στην άβυσσο.

Τώρα ούτε Στέμμα ούτε Τόξο φαινόταν πουθενά. Κάπου κάπου σκόρπια σύγνεφα έμεναν σταχτιά και κάτωχρα· και μέσα στην ψυχή μου θαμπή και ξέθωρη η πορφύρα της πατρίδας μου.

Με το μπρίκι του καπετάν Φαράση αρμένιζα μισοκάναλα εκείνη τη νύχτα.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

Καρκαβίτσας, Ανδρέας - Η Γοργόνα Karkavitsas|Andreas|The|Mermaid Karkavitsas, Andreas - Die Meerjungfrau La sirena - Andreas Karkavitsas Karkavitsas, Andreas - The Mermaid

Με το μπρίκι του καπεταν Φαράση αρμένιζα μισοκάναλα εκείνη τη νύχτα. With|the|small boat|of|captain|Farasi|sailed|half-canoes|that|the|night With Captain Farasi's small boat, I was sailing through the half-canes that night. Σπάνια νύχτα! Rare|night Rare night! πρώτη και τελευταία θαρρώ στη ζωή μου. first|and|last|I believe|in the|life|my First and last, I believe, in my life. Τι είχαμε φορτωμένο; Τι άλλο από σιτάρι. What|we had|loaded|What|else|than|wheat What were we loaded with? What else but wheat. Πού πηγαίναμε; Πού αλλού από τον Πειραιά. Where|were we going|Where|else|from|the|Piraeus Where were we going? Where else but to Piraeus. Πράματα και τα δυο που τα έκαμα το λιγότερο είκοσι φορές. Things|and|the|two|that|the|I did|the|at least|twenty|times Both things I had done at least twenty times. Μα εκείνη τη βραδιά ένιωθα τέτοιο πλάκωμα στην ψυχή, που κινδύνευα να λιγοθυμήσω. But|that|the|night|I felt|such|heaviness|in the|soul|that|I was in danger|to|faint But that night I felt such a heaviness in my soul that I was in danger of fainting. Δεν ξέρω τι μου έφταιγε· θες η γαληνεμένη θάλασσα, θες ο ξάστερος ουρανός, θες το τσουχτερό λιοπύρι· δεν μπορώ να ειπώ. I do not|know|what|to me|was wrong|whether|the|calm|sea|whether|the|clear|sky|whether|the|stinging|sun|not|I can|to|say I don't know what was wrong with me; whether it was the calm sea, the clear sky, or the scorching sun; I can't say. Μα είχα τόσο βαριά την ψυχή, ήβρεσκα τόσο σαχλοπλημμυρισμένη τη ζωή, που αν με άρπαζε κανείς να με ρίξει στο νερό, «όχι!» δε θα 'λεγα. But|I had|so|heavy|the|soul|I found|so|trivially flooded|the|life|that|if|me|grabbed|anyone|to|me|throw|in the|water|no|not|would|I would say But my soul felt so heavy, I found life so dull and flooded, that if someone were to grab me and throw me into the water, I wouldn't say 'no'.

Ο ήλιος ήταν ώρα βασιλεμένος. The|sun|was|hour|kinged The sun had been reigning for a while. Τα χρυσοπόρφυρα συγνεφάκια, που συντρόφευαν το βασίλεμά του, σκάλωσαν κάπου μαύρα σαν μεγάλες καπνιές. The|golden-purple|clouds|that|accompanied|the|kingdom|his|got stuck|somewhere|black|like|large|smoke clouds The golden-purple clouds that accompanied his reign got stuck somewhere, black like large smoke. Ο Αποσπερίτης έλαμψε κρυσταλλόχιονο μέσα στα σκούρα. The|Evening Star|shone|crystal snow|within|in the|darkness The Evening Star shone crystal-clear in the dark. Φάνηκαν ψηλά οι αστερισμοί ένας κι ένας. They appeared|high|the|constellations|one|and|one The constellations appeared high, one by one. Τα νερά κάτω πήραν εκείνο το λευκοσκότεινο χρώμα, το κρύο και λαχταριστό του ατσαλιού. The|waters|below|took|that|the|white-dark|color|the|cold|and|appetizing|of|steel The waters below took on that white-dark color, the cold and enticing one of steel. Το ναυτόπουλο άναψε τα φανάρια· ο καπετάνιος κατέβηκε να κοιμηθεί· ο Μπούλμπερης έκατσε στο τιμόνι. The|little sailor|turned on|the|lights|the|captain|went down|to|sleep|the|Boulberis|sat|at the|wheel The sailor lit the lanterns; the captain went down to sleep; Bulberis sat at the helm. Ο Μπραχάμης, ο σκύλος μας, κουλουριάστηκε στη ρίζα του αργάτη να ησυχάσει και κείνος. The|Brahami|the|dog|our|curled up|at the|root|of the|farmer|to|rest|and|he Brahami, our dog, curled up at the root of the worker to find some peace for himself.

Εγώ ούτε να ησυχάσω μπορούσα. I|nor|to|relax|could I couldn't find any peace either. Ούτε ύπνο ούτε ξύπνο. Neither|sleep|nor|wakefulness Neither sleep nor wakefulness. Δοκίμασα να πιάσω κουβέντα με τον τιμονιέρη· μα είχε τόση ανοστιά, που έσβησε σαν φωτιά αναμμένη με χλωρόξυλα. I tried|to|catch|conversation|with|the|driver|but|he had|so much|dullness|that|extinguished|like|fire|lit|with|bleach I tried to strike up a conversation with the driver; but it was so bland that it fizzled out like a fire doused with wet wood. Πήγα να παίξω με το Μπραχάμη· αλλά και κείνος τρύπωσε ακόμη περισσότερο το μουσούδι στα πόδια του και βαριεστημένος γρίνιασε, σαν να μου έλεγε: I went|to|play|with|the|Brahami|but|and|he|burrowed|even|more|the|snout|in the|legs|his|and|bored|whined|as|to|to me|was saying I went to play with Brahami; but he burrowed his snout even deeper into his paws and, bored, grumbled as if to say:

Άφησέ με και δεν έχω την όρεξή σου! Let|me|and|not|I have|the|appetite|your "Leave me alone, I don't have your appetite!"

Τότε βαριεστημένος και γω πήγα και ξαπλώθηκα μπρούμυτα καταμεσής κι έκλεισα στη χούφτα τα μάτια μου. Then|bored|and|I|went|and|lay down|on my stomach|in the middle|and|closed|in the|palm|the|eyes|my Then, bored as well, I lay down on my stomach in the middle and closed my eyes in my palm. Ήθελα να μη βλέπω τίποτα, να μην αισθάνομαι πως ζω. I wanted|to|not|see|anything|to||feel|that|live I wanted to see nothing, to not feel that I was alive. Και λίγο λίγο σχεδόν το κατόρθωσα. And|little|by little|almost|it|succeeded And little by little I almost succeeded. Κάτι ελάχιστο, σαν θαμπό καντηλάκι, ένιωθα να ζει μέσα μου και γύρω το κορμί μου να σμίγει και να χωνεύει μέσα στ' αναίσθητα σανίδια της κουβέρτας. Something|minimal|like|dim|little candle|I felt|to|lives|inside|me|and|around|the|body|my|to|merges|and|to|digests|inside|in the|insensible|planks|of the|blanket I felt something minimal, like a dim little candle, living inside me and my body merging and sinking into the insensible boards of the blanket.

Πόσο έμεινα έτσι, δεν ξέρω. How long|I stayed|like this|not|I know How long I stayed like that, I don't know. Τι μου ήρθε στο νου κι αν μου ήρθε τίποτα, δε θυμούμαι. What|to me|came|to the|mind|and|if|to me|came|nothing|not|I remember What came to my mind and if anything came to my mind, I don't remember. Άξαφνα όμως άρχισα ν' ανατριχιάζω· σαν κάποιος μαγνήτης να ερέθιζε τα νεύρα μου, όπως η υγρασία αναγκάζει τα πουλιά στο φλυάρισμα. Suddenly|but|I began|to|shiver|as|someone|magnet|to|irritate|the|nerves|my|as|the|humidity|forces|the|birds|to|chatter Suddenly, however, I began to shiver; as if some magnet was stimulating my nerves, just as humidity forces birds to chatter. Κι ευθύς πορφυρό κύμα χύθηκε απάνω μου. And|immediately|purple|wave|poured|upon|me And immediately, a crimson wave poured over me. Πίστεψα πως κολυμπούσα στα αίματα. I believed|that|I was swimming|in the|blood I believed I was swimming in blood. Και όπως ο κοιμάμενος σε σκοτεινό δωμάτιο αυτόματα ξυπνά στο λαμπρό φως της ημέρας, και γω άνοιξα τα μάτια μου. And|as|the|sleeping|in|dark|room|automatically|wakes up|in the|bright|light|of the|day|and||opened|the|eyes|my And just as a sleeper in a dark room automatically wakes up to the bright light of day, I opened my eyes. Τ' άνοιξα ή τα 'κλεισα δε θυμούμαι, θυμούμαι μόνο πως έμεινα ακίνητος. I|opened|or|them|closed|not|I remember|I remember|only|that|I remained|motionless I don't remember if I opened or closed them, I only remember that I remained still. Πρώτη μου σκέψη ήταν πως ξύπνησα στο στομάχι κάποιου ψαριού, που ρούφηξε το καράβι μας. First|my|thought|was|that|I woke up|in the|stomach|of some|fish|that|sucked|the|ship|our My first thought was that I woke up in the stomach of some fish that swallowed our ship. Και όμως δεν ήταν στομάχι ψαριού. And|yet|not|was|stomach|fish And yet it wasn't the stomach of a fish. Ήταν ο ουρανός ψηλά και κάτω η θάλασσα. It was|the|sky|high|and|down|the|sea It was the sky above and the sea below. Μα όλα, ψηλά και χαμηλά, στρωμένα ήταν με ρούχο κατακόκκινο, κυματιστό, που έβαφε με αβρό φεγγοβόλημα ως και το σωτρόπι της σκάφης μας. But|everything|high|and|low|covered|were|with|cloth|deep red|wavy|which|dyed|with|gentle|moonlight|even|and|the|deck|of|boat|our But everything, high and low, was covered with a deep red, undulating cloth, which painted even the bottom of our boat with a gentle glow. Κάπου στα πέρατα της γης πυρκαγιά τίναζε τη λαμπάδα της ψηλά κι έριχνε φοβερούς αποκλαμούς πέρα δώθε. Somewhere|at|corners|of|earth|fire|was shaking|the|torch|of|high|and|was throwing|terrible|sparks|far|near Somewhere at the ends of the earth, a fire was flinging its torch high and casting terrible sparks back and forth. Μα πού το κάμα και πού η αθάλη της; Και τα δυο έλειπαν. But|where|it|did|and|where|the|clarity|of her|And|the|two|were missing But where was the flame and where was the light? Both were missing.

Κάτω στα βάθη του βοριά κάποιο μενεξεδένιο σύγνεφο άπλωσε και τύλιξε γαλαζόχρωμα τ' αστέρια, τα έκρυψε κάτω από το πυκνό μαγνάδι του. Down|in the|depths|of the|north|some|violet-colored|cloud|spread|and|wrapped|blue-colored|the|stars|them|hid|under|from|the|dense|fog|of it Down in the depths of the north, a violet cloud spread out and wrapped the blue stars, hiding them under its dense veil. Και παραπάνω τόξο απλώθηκε λευκοκίτρινο κι έχυσε μεσούρανα ποτάμια σκοτεινά και ποτάμια πράσινα, χρυσορόδινα και γλαυκά, λες και ήθελε να βάψει το στερέωμα. And|above|rainbow|spread|white-yellow|and|poured|mid-sky|rivers|dark|and|rivers|green|golden-rosy|and|blue|as if|and|wanted|to|paint|the|sky And above, a white-yellow rainbow spread out and poured down dark and green rivers, golden-rose and blue, as if it wanted to paint the sky. Και το τόξο, κινητό σαν ανεμόδαρτο παραπέτασμα, κουνούσε τα κρόσσια εμπρός, άπλωνε τις αραχνοΰφαντες δαντέλλες του και πρόβαινε, όπως η πλημμύρα προβαίνει και σκεπάζει με αφρούς και γλώσσες την αμμουδιά. And|the|bow|mobile|like|wind-blown|curtain|waved|the|fringes|forward|spread|the|sheer|laces|its|and|advanced|as|the|flood|advances|and|covers|with|foam|and|tongues|the|beach And the rainbow, mobile like a wind-tossed curtain, waved its fringes in front, spread its gossamer lace and advanced, just as a flood advances and covers the beach with foam and tongues. Τ' αέρινα ποτάμια έτρεχαν γοργά και φούσκωναν και κυλούσαν πάντα σκοτεινά ή πράσινα, χρυσορόδινα ή γλαυκά, και σκόρπιζαν αντιφεγγίσματα ολούθε σαν ηλεκτρικού προβολές χοντρές και αδαπάνητες. The|airy|rivers|ran|swiftly|and|swelled|and|flowed|always|dark|or|green|golden-rosy|or|bluish|and|scattered|reflections|everywhere|like|electric|projections|thick|and|free of charge The airy rivers flowed swiftly and swelled and rolled always dark or green, golden-rose or blue, scattering reflections everywhere like thick and costless electric projections. Η θάλασσα ακίνητη αντανακλούσε τα τόσα χρώματα και φαίνονταν όλα ξαφνισμένα μέσα στην τόση λάμψη. The|sea|motionless|reflected|the|so many|colors|and|seemed|all|surprised|in||so much|brightness The sea, still, reflected all those colors and they appeared all astonished within so much brightness. Μα περισσότερο ξαφνισμένος ήμουν εγώ. But|more|surprised|I was|I But I was more surprised. Δεν ήξερα τι να κάμω και τι να συλλογιστώ. I did not|know|what|to|do|and|what|to|think I didn't know what to do and what to think. Έφτασε, είπα, του κόσμου η συντέλεια. It has arrived|I said|of|world|the|end I said, the end of the world has come. Τέτοια όμως συντέλεια μπορούσε να ευχαριστήσει τον καθένα. such|however|end|could|to|satisfy|the|everyone Such an end, however, could please anyone. Η Γη Βούλεται να πεθάνει μέσα στα ροδοκύματα!... The|Earth|wants|to|die|within|in the|rose petals The Earth is about to die among the rose petals!...

Άξαφνα ανατρόμαξα. Suddenly|I was startled Suddenly, I was startled. Κάτω βαθιά, μέσ' από το μενεξεδένιο σύγνεφο, είδα να προβαίνει ίσκιος πελώριος. Down|deep|in the midst|from|the|violet-colored|cloud|I saw|to|advance|shadow|gigantic Deep down, through the violet cloud, I saw a huge shadow advancing. Η χοντρή κορμοστασιά, το πυργογύριστο κεφάλι του φάνταζαν Αγιονόρος. The|thick|build|the|tower-like|head|his|seemed|Agionoros The thick build, the tower-like head of it appeared to be Saint Athos. Τα δυο του μάτια γύριζαν φωτεινούς κύκλους κι έβλεπαν περήφανα τον Κόσμο πριν τον κλωτσήσουν στην καταστροφή. The|two|his|eyes|were turning|bright|circles|and|were seeing|proudly|the|World|before|him|kicked|into|destruction His two eyes were turning bright circles and proudly saw the World before kicking it into destruction. Να τος, είπα, ο θεόσταλτος άγγελος, ο χαλαστής και σωτήρας! Here is|him|I said|the|God-sent|angel|the|destroyer|and|savior There he is, I said, the angel sent by God, the destroyer and savior! Τον έβλεπα κι είχα σύγκρυο στην ψυχή. Him|I saw|and|I had|shiver|in the|soul I saw him and felt a shiver in my soul. Από στιγμή σε στιγμή πρόσμενα σφυρί να πέσει το φριχτό χτύπημα. From|moment|in|moment|I expected|hammer|to|fall|the|terrible|blow At any moment I expected a hammer to fall with a terrible blow. Πάει τώρα η Γη με τους καρπούς πάει κι η θάλασσα με τα ξύλα της! Goes|now|the|Earth|with|the|fruits|goes|and|the|sea|with|the|woods|her Now the Earth goes with the fruits, and the sea goes with its woods! Ούτε τραγούδια πλιο, ούτε ταξίδια, ούτε φιλιά! Neither|songs|anymore|nor|travels|nor|kisses No more songs, no more travels, no more kisses!

Αλλά δεν άκουσα το χτύπημα. But|not|I heard|the|knock But I did not hear the knock. Ο ίσκιος πρόβαινε στα νερά με άλματα πύρινα. The|shadow|advanced|in the|waters|with|leaps|fiery The shadow advanced in the waters with fiery leaps. Κι όσο γρηγορότερα πρόβαινε, τόσο μίκραινε η κορμοστασιά του. And|the more|faster|advanced|the more|shrank|the|stature|his And the faster he advanced, the smaller his stature became. Και άξαφνα ο θεότρεμος όγκος χιλιόμορφη κόρη στάθηκε αντίκρυ μου. And|suddenly|the|god-crazed|figure|thousand-faced|maiden|stood|opposite|to me And suddenly the god-crazed figure stood before me as a thousand-formed maiden. Διαμαντοστόλιστη κορώνα φορούσε στο κεφάλι και τα πλούσια μαλλιά γαλάζια χήτη άπλωναν στις πλάτες ως κάτω στα κύματα. diamond-studded|crown|wore|on|head|and|the|rich|hair|blue|silk|spread|on|shoulders|down|down|in the|waves She wore a diamond-studded crown on her head and her rich blue hair flowed down her back to the waves. Το πλατύ μέτωπο, τ' αμυγδαλωτά μάτια, τα χείλη της τα κοραλλένια έχυναν γύρα κάποια λάμψη αθανασίας και κάποια πηρηφάνια βασιλική. The|broad|forehead|the|almond-shaped|eyes|the|lips|her|the|coral-colored|poured|around|some|glow|immortality|and|some|pride|royal Her broad forehead, almond-shaped eyes, and coral-like lips radiated a certain glow of immortality and a royal pride. Από τα κρυσταλλένια λαιμοτράχηλα κατέβαινε κι έσφιγγε το κορμί ολόχρυσος θώρακας λεπιδωτός και πρόβαλλε στο αριστερό την ασπίδα κι έπαιζε στο δεξί τη Μακεδόνικη σάρισα. From|the|crystalline|neck and chest|descended|and|tightened|the|body|completely golden|breastplate|scaled|and|projected|on|left|the|shield|and|wielded|in|right|the|Macedonian|spear From the crystalline neck and shoulders descended, and the golden-scaled chest tightened around the body, and on the left, he presented the shield, while in the right hand, he wielded the Macedonian sarissa.

Δεν είχα συνέρθει από την απορία και φωνή γλυκεία, ήρεμη και μαλακή άκουσα να μου λέει: I didn't|had|recovered|from|the|confusion|and|voice|sweet|calm|and|soft|I heard|to|me|says I had not recovered from my astonishment when I heard a sweet, calm, and soft voice saying to me:

- Ναύτη-καλεναύτη· ζει ο Βασιλιάς Αλέξαντρος; Sailor|good sailor|lives|the|King|Alexander - Sailor, dear sailor; does King Alexander live?

Ο Βασιλιάς Αλέξαντρος! The|King|Alexander King Alexander! ψιθύρισα με περισσότερη απορία. I whispered|with|more|curiosity I whispered with more curiosity.

Πώς είναι δυνατό να ζει ο βασιλιάς Αλέξαντρος; Δεν ήξερα τι ρώτημα ήταν εκείνο και τι να της αποκριθώ, όταν η φωνή ξαναδευτέρωσε: How|is|possible|to|lives|the|king|Alexander|Not|I knew|what|question|was|that|and|what|to|her|I should reply|when|the|voice|asked again How is it possible for King Alexander to be alive? I didn't know what question that was and how to respond to her, when the voice repeated:

- Ναύτη-καλεναύτη· ζει ο βασιλιάς Αλέξαντρος; ||lives|the|king|Alexander - Sailor, dear sailor; is King Alexander alive?

- Τώρα, Κυρά μου! Now|Lady|my - Now, my lady! απάντησα χωρίς να σκεφτώ. I answered|without|to|think I answered without thinking. Τώρα βασιλιάς Αλέξαντρος! Now|king|Alexander Now King Alexander! Ούτε το χώμα του δε βρίσκεται στη γη. Neither|the|soil|his|not|is found|in|earth Not even his soil is found on the earth.

Ωϊμέ! Oh woe Oh woe! κακό που το 'παθα! bad thing|that|it|I experienced What a bad thing that happened! Η χιλιόμορφη κόρη έγινε μεμιάς φοβερό σίχαμα. The|thousand-faced|daughter|became|all of a sudden|terrible|abomination The thousand-faced daughter suddenly became a terrible sight. Κύκλωπας βγήκε από το κύμα κι έδειξε λεπιοντυμένο το μισό κορμί. Cyclops|emerged|from|the|wave|and|showed|scaled|the|half|body A Cyclops emerged from the wave and showed its scaled half-body. Ζωντανά φίδια τα μεταξόμαλλα σηκώθηκαν περδώθε, έβγαλαν γλώσσες και κεντριά φαρμακερά κι έχυσαν φοβεριστικό ανεμοφύσημα. Live|snakes|the|silk-haired|rose|from here|they stuck out|tongues|and|stingers|poisonous|and|they poured|terrifying|wind-blast Live snakes with silk-like hair rose up, flicked their tongues and poisonous stingers, and unleashed a terrifying gust of wind. Το θωρακωτό στήθος και το παρθενικό πρόσωπο άλλαξαν αμέσως, σα να ήταν η Μονοβύζω του παραμυθιού. The|armored|chest|and|the|virgin|face|changed|immediately|as|if|were|the|Monovizo|of|fairy tale The armored chest and the virgin face changed immediately, as if she were the Monovizo of the fairy tale. Τώρα καλογνώρισα με ποιον είχα να κάμω! Now|I recognized well|with|whom|I had|to|do Now I recognized well with whom I had to deal! Δεν ήταν ο Χάρος της Γης, ο χαλαστής και σωτήρας άγγελος. Not|was|the|Charon|of|Earth|the|destroyer|and|savior|angel It was not the Charon of the Earth, the destroyer and savior angel. Ήταν η Γοργόνα, τ' Αλέξαντρου η αδερφή, που έκλεψε το αθάνατο νερό και γύριζε ζωντανή και παντοδύναμη. It was|the|Mermaid|of|Alexander|the|sister|who|stole|the|immortal|water|and|returned|alive|and|all-powerful It was the Mermaid, Alexander's sister, who stole the immortal water and returned alive and all-powerful. Η Δόξα ήταν του μεγάλου κοσμοκράτορα, αγέραστη κι αιώνια σε στεριά και θάλασσα. The|Glory|was|of the|great|world ruler|ageless|and|eternal|in|land|and|sea Glory belonged to the great world ruler, ageless and eternal on land and sea. Και μόνο για Κείνης τον ερχομό έχυσε ο Πόλος το Σέλας του, να στρώσει τον αθέρα με της πορφύρας το χρώμα. And|only|for|Her|the|arrival|poured|the|Polos|the|Selas|his|to|cover|the|sky|with|of|purple|the|color And only for Her arrival did the Pole shed its Light, to adorn the sky with the color of purple. Δε ρωτούσε βέβαια για το φθαρτό σώμα, αλλά για τη μνήμη του αφέντη της. Not|was asking|of course|about|the|perishable|body|but|about|the|memory|of the|master|her It did not ask, of course, about the mortal body, but about the memory of its master. Και τώρα στην άκριτη μου απόκριση μανιασμένη έριξε το χέρι, ένα δασοτριχωμένο και βαρύ χέρι στην κουπαστή, έπαιξε ζερβόδεξα την ουρά της κι έδειξε Ωκεανό τον μαλακό Πόντο. And|now|in the|unrestrained|my|response|frenzied|threw|the|hand|a|hairy|and|heavy|hand|on the|railing|played|left-right|the|tail|her|and|showed|Ocean|the|soft|Pontus And now, in my reckless response, it furiously threw its hand, a thick and hairy hand on the railing, played left and right with its tail, and showed the soft Pontus as the Ocean.

- Όχι, Κυρά, ψέματα!... No|Lady|lies - No, my lady, lies!... τρανοφώναξα με λυμένα γόνατα. I shouted loudly|with|loosened|knees I shouted loudly with trembling knees. Εκείνη με κοίταξε αυστηρά και με φωνή τρεμάμενη ξαναρώτησε: She|me|looked|sternly|and|me|voice|trembling|asked again She looked at me sternly and with a trembling voice asked again:

- Ναύτη-καλεναύτη· ζει ο βασιλιάς Αλέξαντρος; ||lives|the|king|Alexander - Sailor, dear sailor; does King Alexander live?

- Ζει και βασιλεύει· απάντησα ευθύς. He lives|and|reigns|I answered|immediately - Lives and reigns; I answered immediately. Ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει. He lives|and|reigns|and|the|world|dominates Lives and reigns and dominates the world.

Άκουσε τα λόγια μου καλά. Listen|the|words|my|carefully Listen to my words carefully. Σα να χύθηκε αθάνατο νερό η φωνή μου στις φλέβες της, άλλαξε αμέσως το τέρας κι έλαμψε παρθένα πάλι χιλιόμορφη. as|to|was poured|immortal|water|the|voice|my|in the|veins|her|changed|immediately|the|monster|and|shone|pure|again|beautiful in a thousand ways As if immortal water poured into her veins, the monster changed immediately and shone pure again, multifaceted. Σήκωσε το κρινάτο χέρι της από την κουπαστή, χαμογέλασε ροδόφυλλα σκορπώντας από τα χείλη της. She raised|the|white lily|hand|her|from|the|railing|she smiled|rosy petals|scattering|from|the|lips|her She lifted her lily-white hand from the railing, smiling rose petals scattering from her lips. Και άξαφνα στον ολοπόρφυρον αέρα χύθηκε τραγούδι πολεμικό, λες και γύριζε τώρα ο Μακεδονικός στρατός από τις χώρες του Γάγγη και του Ευφράτη. And|suddenly|in the|completely purple|sky|poured|song|warlike|as if|and|was returning|now|the|Macedonian|army|from|the|lands|of|Ganges|and|of|Euphrates And suddenly, in the completely crimson air, a war song poured forth, as if the Macedonian army was now returning from the lands of the Ganges and the Euphrates.

Σήκωσα τα μάτια ψηλά και είδα τ' αέρινα ποτάμια, τα σκοτεινά και τα πράσινα, τα χρυσορόδινα και τα γλυκά, να σμίγουν στον ουρανό και να κάνουν Στέμμα γιγάντιο. I lifted|the|eyes|high|and|I saw|the|airy|rivers|the|dark|and|the|green|the|golden-rose|and|the|sweet|to|merge|in the|sky|and|to|make|crown|gigantic I raised my eyes high and saw the airy rivers, the dark and the green, the golden-rosy and the sweet, merging in the sky and forming a giant Crown. Ήταν κάμωμα του καιρού ή μην ήταν απόκριση στο ρώτημα της αθάνατης; Ποιος ξέρει. It was|trick|of|time|or|not|was|response|to the|question|of|immortal|Who|knows Was it a trick of the weather or was it a response to the question of the immortal? Who knows. Μα σιγά σιγά οι αχτίνες άρχισαν να θαμπώνουν και να σβήνουν μια με την άλλη, λες κι έπαιρνε τα κάλλη μαζί της η Γοργόνα στην άβυσσο. But|slowly|slowly|the|rays|began|to|dim|and|to|fade|one|with|the|other|you say|and|was taking|the|beauty|with|her|the|Mermaid|in the|abyss But slowly the rays began to dim and fade into one another, as if the Mermaid was taking her beauty with her into the abyss.

Τώρα ούτε Στέμμα ούτε Τόξο φαινόταν πουθενά. Now|neither|Crown|nor|Bow|was seen|anywhere Now neither the Crown nor the Bow was visible anywhere. Κάπου κάπου σκόρπια σύγνεφα έμεναν σταχτιά και κάτωχρα· και μέσα στην ψυχή μου θαμπή και ξέθωρη η πορφύρα της πατρίδας μου. sometimes|sometimes|scattered|clouds|remained|grayish|and|dull|and|inside|in the|soul|my|dim|and|faded|the|purple|of the|homeland|my Occasionally, scattered clouds remained gray and pallid; and within my soul, the purple of my homeland was dim and faded.

Με το μπρίκι του καπετάν Φαράση αρμένιζα μισοκάναλα εκείνη τη νύχτα. With|the|small boat|of|Captain|Farasi|was sailing|through the half canals|that|the|night With Captain Farasi's small boat, I was sailing half-canal that night.

SENT_CWT:AFkKFwvL=7.71 PAR_TRANS:gpt-4o-mini=8.65 en:AFkKFwvL openai.2025-02-07 ai_request(all=130 err=0.00%) translation(all=104 err=0.00%) cwt(all=1247 err=0.56%)