×

We gebruiken cookies om LingQ beter te maken. Als u de website bezoekt, gaat u akkoord met onze cookiebeleid.

image

Παπαντωνίου, Ζ. - Τα Ψηλά Βουνά (1918), 76. Ο Γκέκας έκαμε ό,τι έπρεπε

76. Ο Γκέκας έκαμε ό,τι έπρεπε

Ο Γκέκας περίμενε να ξαναγίνει ο γάμος της Αφρόδως και την άλλη μέρα. Είχε ροκανίσει τόσα κόκαλα την Κυριακή!

Πήγε στις βλάχικες καλύβες και τη Δευτέρα και την Τρίτη και την Τετάρτη. Είδε όμως πως ο γάμος δε γίνεται κάθε μέρα.

Άμα γύρισε στις καλύβες των παιδιών τη νύχτα, έλαμπε στον ουρανό το στρογγυλό φεγγάρι.

Ο Γκέκας δε γάβγιζε το φεγγάρι, καθώς συνήθιζε, γιατί είχε το βράδυ εκείνο πολλά στον νου του. Κάθισε απέξω από τις καλύβες με το κεφάλι κοντά στην ουρά του και συλλογιζόταν.

«Προχτές ο μπάρμπας μου ο Μούργος κι ο άλλος μπάρμπας μου ο Πιστός κι ο παππούς μου ο Κίτσος κυνήγησαν έναν λύκο... Εγώ τι κάνω ‘δώ; Μόνο παίζω με τα παιδιά. Και καμιά φορά γαβγίζω.

»Μα εγώ είμαι μεγάλος σκύλος τώρα. Κι ένας σκύλος, που μεγάλωσε, δεν πρέπει να τρώει το ψωμί και τα κόκαλα άδικα, όπως εγώ.

»Τα παιδιά δεν έχουν κοπάδια να φυλάξω ούτε άλλη δουλειά μου δίνουν. Δεν έχω κάνει τίποτα!». Ο καημένος ο Γκέκας πολύ στενοχωριέται.

«Να μπορούσα» συλλογίζεται «να τους το πω... Θα κουνήσω αύριο την ουρά μου πολλές φορές μπροστά στον Αντρέα, στον Φάνη και στον Δημητράκη. Βέβαια θα με καταλάβουν».

---

Αυτή τη στιγμή άκουσε κατιτί στις ακρινές καλύβες. Σήκωσε το κεφάλι κι είδε έναν ίσκιο που έφευγε βιαστικός.

Τρία πηδήματα έκανε ο Γκέκας. Ποτέ δεν είχε πηδήσει τόσο μακριά στη ζωή του. Ένα κρα ακούστηκε και μια πνιγμένη φωνή κότας.

Ήταν η αλεπού! Είχε αρπάξει στα δόντια της μια κότα κι έτρεχε.

Όταν η αλεπού άκουσε θόρυβο, υποψιάστηκε πως είναι σκύλος. Τότε άφησε την κότα κι έτρεξε περισσότερο.

Έπρεπε ένας σκύλος να είναι καλός στο τρέξιμο και να βάλει όλα τα δυνατά του για να μπορέσει να τη φτάσει· τόσο πολύ τρέχει μια αλεπού.

Όταν όμως η αλεπού έκανε λίγα πηδήματα, μετάνιωσε και γύρισε έξαφνα πίσω να πάρει την κότα· γιατί τη βρήκε πολύ παχιά.

Έτσι την έπαθε.

Ο Γκέκας την πρόφτασε και την άρπαξε από τον λαιμό. Δε θα την αφήσει! Η αλεπού φωνάζει, δέρνεται, θέλει να δαγκάσει.

Σφίγγει τα δόντια του απάνω της και μουγκρίζει ο Γκέκας. Φωνάζουν οι κότες από το κοτέτσι, τρέχει ο κυρ Στέφανος έξω με το τουφέκι. Ξυπνά ο Αντρέας, ο Δήμος, ο Κωστάκης. Ξυπνούν όλοι.

---

—Το σκοινί! Ένα σκοινί γρήγορα! φωνάζει ο κυρ Στέφανος, όταν είδε στο φως του φεγγαριού πως ήταν η αλεπού! Θέλησε να τη δέσει και κρατούσε το τουφέκι του έτοιμο, μήπως η αλεπού ξεφύγει.

Τα περισσότερα παιδιά ρωτούν:

—Τρώει; Δαγκάνει; Και δεν πλησιάζουν. Πρώτη φορά βλέπουν αγρίμι ζωντανό.

Ο κυρ Στέφανος πέρασε το σκοινί από τα πίσω πόδια της αλεπούς και, καθώς την κρατούσε ο σκύλος από τον λαιμό, προσπάθησε να τη δέσει σφιχτά.

Μα ο Γκέκας είχε τελειώσει τη δουλειά του. Τόσο σφιχτά την είχε πιάσει από τον λάρυγγα την αλεπού και τόσο βαθιά έμπηξε τα μεγάλα του δόντια που την έπνιξε.

Η αλεπού δεν μπόρεσε να ζήσει στο στόμα τέτοιου εχθρού.

---

Έτσι, αφού πάλεψε άδικα, έμεινε ξαπλωμένη και ακίνητη. Τα παιδιά μαζεύτηκαν γύρω της και την κοίταξαν καλά στο φως του φεγγαριού.

Κοίταξαν τα μυτερά της αυτιά, το μυτερό της στόμα, τη μεγάλη της ουρά, που ήταν μακριά όσο το μισό της σώμα.

Αυτό λοιπόν είναι το αγρίμι που τρώει τους λαγούς, που τρώει τα πουλιά στις φωλιές και τις κότες στα κοτέτσια; Να το τέλος του!

—Την κακομοίρα, λέει ο Δήμος. Πού να το 'ξερε πως δε θα γυρίσει πίσω στη φωλιά της.

— Ποιος της είπε να μας φάει τόσες μεγάλες κότες; είπε ο Κωστάκης.

Ο Γκέκας δεν ησύχασε ούτε μια στιγμή. Όλο φυσούσε, όλο έσκυβε και τη μύριζε, σαν να μην πίστευε πως ψόφησε.

Έχει ακούσει από τους γέρους σκύλους πως η αλεπού κάνει κάποτε τον ψόφιο κι ύστερα σηκώνεται και γίνεται άφαντη.

Αν θέλει και τούτη εδώ, ας σηκωθεί! Μα όχι, αυτό δε θα γίνει. Ο Γκέκας έχει κάνει σωστά τη δουλειά του.

—Μπράβο, μπράβο, Γκέκα! του φωνάζουν όλοι και τον χαϊδεύουν.

Πηδά εμπρός τους, τους κοιτάζει στα μάτια και είναι περήφανος όσο κανένας άλλος σκύλος.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

76. Ο Γκέκας έκαμε ό,τι έπρεπε ||did|what|was necessary 76. Gekas tat, was er tun musste 76. Gekas did what he had to do 76. Gekas hizo lo que tenía que hacer 76. Gekas a fait ce qu'il avait à faire 76. Gekas zrobił to, co musiał 76. Gekas fez o que tinha de fazer 76. Гекас сделал то, что должен был сделать 76. Gekas yapması gerekeni yaptı

Ο Γκέκας περίμενε να ξαναγίνει ο γάμος της Αφρόδως και την άλλη μέρα. ||waited||happen again||wedding|||||| Gekas was waiting for Aphrodite's wedding to happen again the next day. Είχε ροκανίσει τόσα κόκαλα την Κυριακή! had|gnawed||bones|| He had gnawed so many bones on Sunday!

Πήγε στις βλάχικες καλύβες και τη Δευτέρα και την Τρίτη και την Τετάρτη. went||Vlach|huts|||Monday||||||Wednesday He went to the Vlach huts on Monday, Tuesday, and Wednesday. Είδε όμως πως ο γάμος δε γίνεται κάθε μέρα. ||||||happens|| But he saw that marriage doesn't happen every day.

Άμα γύρισε στις καλύβες των παιδιών τη νύχτα, έλαμπε στον ουρανό το στρογγυλό φεγγάρι. |he returned||huts|||||shone||sky||round|moon When he returned to the children's huts at night, the round moon was shining in the sky.

Ο Γκέκας δε γάβγιζε το φεγγάρι, καθώς συνήθιζε, γιατί είχε το βράδυ εκείνο πολλά στον νου του. |||barked||moon|as|he was accustomed|because|||night||a lot|in the|mind|of him Gekas wasn't barking at the moon, as he usually did, because he had a lot on his mind that evening. Κάθισε απέξω από τις καλύβες με το κεφάλι κοντά στην ουρά του και συλλογιζόταν. ||||||||||tail|||was considering He sat outside the shacks with his head close to his tail and was pondering.

«Προχτές ο μπάρμπας μου ο Μούργος κι ο άλλος μπάρμπας μου ο Πιστός κι ο παππούς μου ο Κίτσος κυνήγησαν έναν λύκο... Εγώ τι κάνω ‘δώ; Μόνο παίζω με τα παιδιά. the day before||uncle|||Murgos||||||||||grandfather||||chased||wolf||||||||| 'The other day my uncle the Mougos and my other uncle the Pistos and my grandfather the Kitsos chased a wolf... What am I doing here? I just play with the kids. Και καμιά φορά γαβγίζω. |no||I bark And sometimes I bark.

»Μα εγώ είμαι μεγάλος σκύλος τώρα. »But I am a big dog now. Κι ένας σκύλος, που μεγάλωσε, δεν πρέπει να τρώει το ψωμί και τα κόκαλα άδικα, όπως εγώ. |||||||||||||bones|unjustly|like|me And a dog that has grown up should not eat the bread and bones unfairly, like I do.

»Τα παιδιά δεν έχουν κοπάδια να φυλάξω ούτε άλλη δουλειά μου δίνουν. ||||||watch over|||work||they give »The children have no flocks for me to guard nor do they give me any other work. Δεν έχω κάνει τίποτα!». ||done| I haven't done anything!". Ο καημένος ο Γκέκας πολύ στενοχωριέται. |poor||||is very upset Poor Gekas is very sad.

«Να μπορούσα» συλλογίζεται «να τους το πω... Θα κουνήσω αύριο την ουρά μου πολλές φορές μπροστά στον Αντρέα, στον Φάνη και στον Δημητράκη. |I could|thinks||||say||I will shake|||||||in front of||||||| "If only I could," he thinks, "I would tell them... I will wag my tail many times in front of Andrea, Fani, and Dimitraki tomorrow. Βέβαια θα με καταλάβουν». of course|||understand Of course they will understand me.

--- ---

Αυτή τη στιγμή άκουσε κατιτί στις ακρινές καλύβες. |||heard|something||distant huts|huts At this moment, I heard something in the distant huts. Σήκωσε το κεφάλι κι είδε έναν ίσκιο που έφευγε βιαστικός. lifted||||he saw||shadow||was leaving|in a hurry He lifted his head and saw a shadow that was leaving hurriedly.

Τρία πηδήματα έκανε ο Γκέκας. |jumps||| Gekas made three jumps. Ποτέ δεν είχε πηδήσει τόσο μακριά στη ζωή του. |||jumped||||| He had never jumped so far in his life. Ένα κρα ακούστηκε και μια πνιγμένη φωνή κότας. |cluck|was heard|||drowned||of a hen A crow was heard and a drowned voice of a hen.

Ήταν η αλεπού! It was the fox! Είχε αρπάξει στα δόντια της μια κότα κι έτρεχε. |grabbed||teeth|||||was running It had grabbed a hen in its teeth and was running.

Όταν η αλεπού άκουσε θόρυβο, υποψιάστηκε πως είναι σκύλος. ||fox||noise|||| When the fox heard a noise, it suspected that it was a dog. Τότε άφησε την κότα κι έτρεξε περισσότερο. |left||||ran|more Then it left the hen and ran faster.

Έπρεπε ένας σκύλος να είναι καλός στο τρέξιμο και να βάλει όλα τα δυνατά του για να μπορέσει να τη φτάσει· τόσο πολύ τρέχει μια αλεπού. It should|||||||running|||put in|||efforts||||be able|||reach||||| A dog had to be good at running and give its all to catch up with her; a fox runs that much.

Όταν όμως η αλεπού έκανε λίγα πηδήματα, μετάνιωσε και γύρισε έξαφνα πίσω να πάρει την κότα· γιατί τη βρήκε πολύ παχιά. ||||||jumps|regretted||returned|suddenly|back||take|||because||found||fat But when the fox made a few jumps, it regretted and suddenly turned back to get the chicken; because it found it very fat.

Έτσι την έπαθε. That's how it happened to it.

Ο Γκέκας την πρόφτασε και την άρπαξε από τον λαιμό. |||caught up with|||grabbed|||neck Gekas caught up with it and grabbed it by the neck. Δε θα την αφήσει! |||leave She will not let her go! Η αλεπού φωνάζει, δέρνεται, θέλει να δαγκάσει. ||cries|is thrashing|wants||bite The fox is screaming, struggling, wanting to bite.

Σφίγγει τα δόντια του απάνω της και μουγκρίζει ο Γκέκας. Squeezes||teeth||on top|||roars|| Gekas tightens his teeth on her and growls. Φωνάζουν οι κότες από το κοτέτσι, τρέχει ο κυρ Στέφανος έξω με το τουφέκι. ||||||||||outside|||rifle The hens are squawking from the henhouse, Mr. Stefanos runs outside with his rifle. Ξυπνά ο Αντρέας, ο Δήμος, ο Κωστάκης. wakes up|||||| Andreas, Dimos, and Kostakis wake up. Ξυπνούν όλοι. wake up| Everyone wakes up.

---

—Το σκοινί! |the rope —The rope! Ένα σκοινί γρήγορα! |rope|quickly A rope quickly! φωνάζει ο κυρ Στέφανος, όταν είδε στο φως του φεγγαριού πως ήταν η αλεπού! |||||||||moon|||| shouts Mr. Stefanos, when he saw in the light of the moon that it was the fox! Θέλησε να τη δέσει και κρατούσε το τουφέκι του έτοιμο, μήπως η αλεπού ξεφύγει. he wanted|||tie||||rifle||ready|in case|||escapes He wanted to catch it and held his rifle ready, just in case the fox got away.

Τα περισσότερα παιδιά ρωτούν: Most children ask:

—Τρώει; Δαγκάνει; Και δεν πλησιάζουν. eats|Bites|||they approach —Does it eat? Does it bite? And they don’t get close. Πρώτη φορά βλέπουν αγρίμι ζωντανό. ||they see|wild animal|alive They see a wild animal alive for the first time.

Ο κυρ Στέφανος πέρασε το σκοινί από τα πίσω πόδια της αλεπούς και, καθώς την κρατούσε ο σκύλος από τον λαιμό, προσπάθησε να τη δέσει σφιχτά. |||passed||||||||||||was holding||||||tried||||tight Mr. Stefanos passed the rope through the back legs of the fox and, while the dog held it by the neck, he tried to tie it tightly.

Μα ο Γκέκας είχε τελειώσει τη δουλειά του. But Gekas had finished his job. Τόσο σφιχτά την είχε πιάσει από τον λάρυγγα την αλεπού και τόσο βαθιά έμπηξε τα μεγάλα του δόντια που την έπνιξε. |tight||||||throat||fox||||sank||||teeth|||choked He had grasped the fox so tightly by the throat and had sunk his large teeth so deeply into it that he strangled her.

Η αλεπού δεν μπόρεσε να ζήσει στο στόμα τέτοιου εχθρού. ||||||||such|enemy The fox could not live in the mouth of such an enemy.

--- ---

Έτσι, αφού πάλεψε άδικα, έμεινε ξαπλωμένη και ακίνητη. ||struggled|in vain|remained|lying||motionless So, after fighting in vain, she remained lying down and motionless. Τα παιδιά μαζεύτηκαν γύρω της και την κοίταξαν καλά στο φως του φεγγαριού. ||gathered|around||||looked at|well||||moon The children gathered around her and looked closely at her in the moonlight.

Κοίταξαν τα μυτερά της αυτιά, το μυτερό της στόμα, τη μεγάλη της ουρά, που ήταν μακριά όσο το μισό της σώμα. They looked||pointed||||pointed||mouth||||||||||half||body They looked at her pointy ears, her pointy mouth, her long tail, which was as long as half her body.

Αυτό λοιπόν είναι το αγρίμι που τρώει τους λαγούς, που τρώει τα πουλιά στις φωλιές και τις κότες στα κοτέτσια; Να το τέλος του! |then|||wild animal||||hares||eats||||nests|||||chickens' co|Let||the end| Is this then the wild beast that eats the rabbits, that eats the birds in their nests and the chickens in the coops? Here is the end of it!

—Την κακομοίρα, λέει ο Δήμος. |poor thing||| —The poor thing, says Dimos. Πού να το 'ξερε πως δε θα γυρίσει πίσω στη φωλιά της. |||||||would return|||| How could she have known that she wouldn't return to her nest.

— Ποιος της είπε να μας φάει τόσες μεγάλες κότες; είπε ο Κωστάκης. —Who told her to eat such big chickens? said Kostakis.

Ο Γκέκας δεν ησύχασε ούτε μια στιγμή. |||was quiet||| Gekas didn't rest for a moment. Όλο φυσούσε, όλο έσκυβε και τη μύριζε, σαν να μην πίστευε πως ψόφησε. |was blowing||he bent down|||smelled||||believed||it died He kept sniffing, bending down to smell it, as if he couldn't believe it had died.

Έχει ακούσει από τους γέρους σκύλους πως η αλεπού κάνει κάποτε τον ψόφιο κι ύστερα σηκώνεται και γίνεται άφαντη. ||||old||||||||dead||||||invisible He has heard from the old dogs that sometimes the fox pretends to be dead and then gets up and disappears.

Αν θέλει και τούτη εδώ, ας σηκωθεί! ||||||get up If she wants this one too, let her get up! Μα όχι, αυτό δε θα γίνει. But no, that won't happen. Ο Γκέκας έχει κάνει σωστά τη δουλειά του. ||||correctly||| Gekas has done his job well.

—Μπράβο, μπράβο, Γκέκα! |well done| —Bravo, bravo, Geka! του φωνάζουν όλοι και τον χαϊδεύουν. |they call||||pet everyone shouts to him and pets him.

Πηδά εμπρός τους, τους κοιτάζει στα μάτια και είναι περήφανος όσο κανένας άλλος σκύλος. jumps|forward|||looks||eyes|||proud||no|other|dog He jumps in front of them, looks them in the eyes and is as proud as no other dog.