Το Όνειρο Ενός Γελοίου - Ντοστογιέφσκι (3)
der||||
Der Traum eines Narren - Dostojewski (3)
Dream of a Jester - Dostoevsky (3)
El sueño de un bufón - Dostoievski (3)
Είπα πως είχα αποκοιμηθεί χωρίς να το καταλάβω, τη στιγμή που εξακολουθούσα να σκέφτομαι τα ίδια πράγματα.
||hatte|eingeschlafen|||||||||||||
I said I had fallen asleep without realizing it, while I was still thinking the same things.
Ξαφνικά, ονειρεύτηκα πως έπαιρνα το περίστροφο και πως, καθισμένος όπως ήμουνα, το πήγαινα ολόισια στην καρδιά μου — στην καρδιά και όχι στο κεφάλι.
|ich träumte|||||||||||||||||||||
Suddenly, I dreamed that I was taking the revolver and that, sitting as I was, I was taking it straight to my heart - to my heart and not to my head.
Κι όμως, είχα αποφασίσει να χώσω μια σφαίρα στο αριστερό μου μηνίγγι.
||||zu|||||linke||
|||||put||||||brain
And yet, I had decided to put a bullet in my left meninges.
Ändå hade jag bestämt mig för att sätta en kula i min vänstra hjärnhinna.
Αφού λοιπόν το ακούμπησα στο στήθος μου, περίμενα ένα — δυο δευτερόλεπτα και το κερί μαζί με το τραπέζι και τον απέναντι τοίχο αρχίσανε ξαφνικά να κουνιούνται σα να τρικλίζανε.
|||legte||||||||||||||||||Wand||||wackeln|||
||||||||||||||||||||||||||||were staggering
So after I put it to my chest, I waited a second or two and the candle, along with the table and the opposite wall, suddenly started to move as if staggering.
Πυροβόλησα βιαστικά.
ich habe geschossen|
I shot|
Ich habe hastig geschossen.
I fired in a hurry.
Πολλές φορές τυχαίνει να βλέπεις στ' όνειρό σου πως πέφτεις από πολύ ψηλά, πως σε πληγώνουν ή πως σε δέρνουνε.
viele|||||||||||||||verletzen||||
|||||||||||||||they hurt||||they beat
Es kommt oft vor, dass man im Traum sieht, wie man aus großer Höhe fällt, wie man verletzt wird oder wie man geschlagen wird.
Many times you happen to see in your dream that you are falling from a very high height, that you are being hurt or beaten.
Μα ποτές δεν νοιώθεις πόνο, εκτός πια αν τύχει να κτυπήσεις στο σίδερο του κρεβατιού, οπότε δεν μπορεί παρά να πονέσεις.
||||||||||||||||||||schmerzen
|||feel|||||||hit||||||||||you will hurt
Aber man verspürt niemals Schmerz, es sei denn, man stößt sich am Eisen des Bettes, in diesem Fall kann man nicht anders, als Schmerz zu empfinden.
But you don't feel pain when you drink, unless you happen to hit the iron of the bed, in which case you can't help but feel pain.
Όμως εμένα μου φάνηκε πως ένοιωσα κάποιον κλονισμό απ' αυτήν την πιστολιά —και ξαφνικά όλα σβήσανε κι έμεινα βυθισμένος μέσα σε βαθύ σκοτάδι.
|||||||Erschütterung|||||||||||||||
|||||||tremor||||||||went out|||sunk||||
Für mich schien es jedoch, als hätte ich einen Stoß von diesem Schuss gespürt - und plötzlich erlosch alles und ich war in tiefes Dunkel getaucht.
But it seemed to me that I felt some shock from that gunshot - and suddenly everything went out and I was plunged into deep darkness.
Σαν να τυφλώθηκα και να βουβάθηκα.
||ich wurde blind|||
||I was blinded|||I became mute
Es war, als wäre ich blind und verstummt.
As if I was blinded and dumbfounded.
Ύστερα, είμαι ξαπλωμένος ανάσκελα κάτω από κάτι σκληρό, χωρίς να βλέπω τίποτα κι ούτε να μπορώ να κάνω την παραμικρή κίνηση.
||liegend||||||||||||||||||
Then, I'm lying on my back under something hard, unable to see anything and unable to make the slightest movement.
Γύρω μου περπατάνε, φωνάζουνε, ο λοχαγός ουρλιάζει, η σπιτονοικοκυρά ωρύεται.
||||||schreit|||
|||they shout|||is yelling|||is yelling
Around me they walk, they shout, the captain screams, the landlady howls.
Και πάλι, γίνεται μια ξαφνική διακοπή και με μεταφέρουν ξέσκεπο μέσα σ' ένα φέρετρο.
|||||||||||||Sarg
|||||||||uncovered||||coffin
Again, there's a sudden interruption and I'm carried uncovered in a coffin.
Νοιώθω το φέρετρο που σκαμπανεβαίνει, το συλλογιέμαι αυτό, και για πρώτη φορά μούρχεται στο νου μου η ιδέα πως είμαι πεθαμένος, πεθαμένος για τα καλά.
||Sarg||||||||||||||||||||||
||||rocks||||||||||||||||dead|dead|||
Ich spüre den Sarg, der auf und ab wankt, ich denke darüber nach, und zum ersten Mal kommt mir der Gedanke, dass ich tot bin, tot und zwar endgültig.
I can feel the coffin being lifted, I contemplate this, and for the first time the idea that I am dead, dead for good, comes into my mind.
Το ξέρω χωρίς καμιά αμφιβολία, αφού ούτε βλέπω ούτε κουνιέμαι, κι όμως αισθάνομαι και σκέφτομαι.
||||Zweifel||||||||||
Ich weiß es ohne jeglichen Zweifel, da ich weder sehe noch mich bewege, und doch fühle ich und denke.
I know this without a doubt, since I neither see nor move, and yet I feel and think.
Αλλά πολύ γρήγορα συνηθίζω, σύμφωνα με τη λογική των ονείρων παραδέχομαι ασυζητητεί την πραγματικότητα.
|||||||Logik||||||
|||||||||||undisputedly||
Aber sehr schnell gewöhne ich mich daran, gemäß der Logik der Träume gestehe ich unbestreitbar die Realität ein.
But very quickly I get used to it, according to the logic of dreams I admit I admit unquestioning reality.
Και να που με κατεβάζουν μέσα στη γη.
||||herunterbringen|||
||||they lower|||
Und siehe, sie bringen mich in die Erde.
And here I am being lowered into the earth.
Όλοι φεύγουν, και 'γώ μένω μόνος, ολομόναχος.
||||||völlig allein
||||||all alone
Alle gehen, und ich bleibe allein, ganz allein.
Everyone leaves, and I'm left alone, all alone.
Δεν κουνάω ούτε ένα μέλος μου.
|bewege||||
|move||||
Ich rühre kein Mitglied von mir.
I don't move a single limb.
Πριν, στα νυχτέρια μου, όταν συλλογιόμουν πως θα ήμουν μέσα στον τάφο, η μόνη ιδέα που μου ερχόταν ήτανε το αίσθημα της υγρασίας και του κρύου.
|||||||||||||||||kam||||||||
||nights|||I was thinking||||||grave|||||||||||humidity|||cold
Früher, in meinen Nachtgedanken, als ich darüber nachdachte, wie es wäre, im Grab zu sein, war die einzige Vorstellung, die mir in den Sinn kam, das Gefühl der Feuchtigkeit und der Kälte.
Before, in my nights, when I contemplated being in the grave, the only idea that came to me was the feeling of dampness and cold.
Έτσι και τώρα, ένοιωθα πως κρύωνα πολύ, και προπαντός στην άκρη των δαχτύλων των ποδιών μου, μα δεν ένοιωθα τίποτε άλλο απ' αυτό.
|||||fror|||||||||||||||||
|||||I was cold|||||||||||||||||
So fühlte ich mich auch jetzt, ich hatte sehr kalt, vor allem an den Zehenspitzen, aber ich fühlte nichts anderes als das.
So now, I felt that I was very cold, especially at the tips of my toes, but I felt nothing else than that.
Κειτόμουν, και, παράξενο πράγμα, δεν περίμενα τίποτα, και παραδεχόμουν χωρίς να το αμφισβητώ πως ένας πεθαμένος δεν πρέπει τίποτα να περιμένει.
||||||||||||anzweifeln||||||||
I was lying||||||||I was admitting||||questioning||||||||
Ich lag da, und, seltsamerweise, erwartete ich nichts, und ich gab zu, ohne es in Frage zu stellen, dass ein Toter nichts erwarten sollte.
I stood, and, strange thing, I expected nothing, and I admitted without question that a dead man should expect nothing.
Μα είχε υγρασία.
Aber es war feucht.
But it was damp.
Δεν ξέρω πόσο έμεινα έτσι, μια ώρα, ίσως και μερικές μέρες, μπορεί και πολλές μέρες.
Ich weiß nicht, wie lange ich so blieb, eine Stunde, vielleicht einige Tage, vielleicht auch viele Tage.
I don't know how long I stayed like that, an hour, maybe a few days, maybe many days.
Και να που ξαφνικά, πάνω στο κλειστό αριστερό μου μάτι, μέσ' από το σκέπασμα του φέρετρου, έπεσε μια σταγόνα νερό, κι ύστερα μια άλλη, κι έτσι συνέχεια, σε κάθε λεπτό της ώρας.
||||||||||||||||||Tropfen|||||||||||||
|||||||||||||||coffin||||||||||||||||
Und da fiel plötzlich, auf mein geschlossenes linkes Auge, durch die Abdeckung des Sarges, ein Tropfen Wasser, und dann ein weiterer, und so weiter, jede Minute.
And suddenly, on my closed left eye, through the coffin cover, a drop of water fell, and then another, and so on and on, every minute of the hour.
Ένα βαθύ πείσμα μούκαψε την καρδιά, κι ένοιωσα ένα αίσθημα φυσικής αδιαθεσίας: «Είναι από την πληγή μου, σκέφτηκα — είναι η πιστολιά που τράβηξα, και η σφαίρα βρίσκεται αυτού».
||||||||ein|||||||||dachte||||||||||
|||moved||||||||illness||||||||||||||||
Ein tiefer Trotz überwältigte mein Herz, und ich fühlte ein Gefühl von physischer Unwohlheit: 'Es kommt von meiner Wunde, dachte ich - es ist der Schuss, den ich abgegeben habe, und die Kugel liegt darin.'
A deep stubbornness stirred the heart, and I felt a physical sickness: "It is from my wound, I thought - it is the pistol I drew, and the bullet lies of it."
Κι οι σταγόνες μαζεύονταν μια κάθε λεπτό.
|||sammelten sich|||
||||one||
Und die Tropfen sammelten sich, einer jede Minute.
And the drops were gathering one by one every minute.
Πέφτανε ολόισια πάνω στο κλειστό μου μάτι.
fielen||||||
they were falling||||||
Sie fielen direkt auf mein geschlossenes Auge.
They fell squarely on my closed eye.
Και τότε, ξαφνικά φώναξα, όχι βέβαια με τη φωνή μου αφού ήταν παράλυτη, μα με όλο μου το είναι, τον αυθέντη εκείνον που ήμουν παίγνιό του.
||||||||||||lähmend|||||||||||||
||||||||||||paralyzed||||||||master||||plaything|
Und dann, plötzlich rief ich, nicht mit meiner Stimme, denn sie war gelähmt, sondern mit all meinem Sein, den Herren, der ich sein Spielzeug war.
And then, suddenly I cried out, not with my voice since it was paralyzed, but with all my being, to the one who was his plaything.
«—Όποιος κι αν είσαι, αν παραδεχτώ ότι είσαι και πως υπάρχει κάτι το πιο λογικό απ' αυτό που είμαι παίγνιό του, ε!
|||||zugebe||||||||||||||||
„—Wer auch immer du bist, wenn ich anerkenne, dass du bist und dass es etwas Vernünftigeres gibt als das, was ich bin, ein Spiel daraus, ja!„
"-Whoever you are, if I admit that you are, and that there is something more sensible than what I am playing at, eh!
άφησε να γίνει εδώ αυτό.
Lass es hier geschehen.
let this happen here.
Αν μου επιβάλλεις αυτή τη γελοιοποίηση κι αυτή τη βλακώδη επιβίωση για να με εκδικηθείς για τη βλακώδη αυτοκτονία μου, ποτέ, όσο μεγάλο κι αν είναι το μαρτύριο που μπορεί να μου επιβληθεί, δεν θα φτάσει την σιωπηλή περιφρόνηση που θα νοιώσω, έστω κι αν βαστάξει χιλιάδες χρόνια αυτό το μαρτύριο!»
|||||Veralberung|||||Überleben|||||||||||||||||||||||||||||||||||βαστάξει|||||
||you impose|||ridicule||||foolish|survival||||get revenge||the||||||big|||||||||||||||||||||||it will last|||||
Wenn du mir diese Lächerlichkeit und diese dumme Existenz auferlegst, um dich für meinen törichten Selbstmord zu rächen, dann wird, so groß das Martyrium auch sein mag, das mir auferlegt werden kann, niemals die stille Verachtung erreichen, die ich fühlen werde, selbst wenn dieses Martyrium tausend Jahre dauert!“
If you impose this ridicule and this stupid survival on me to avenge my stupid suicide, never, no matter how great the torment that can be imposed on me, will it reach the silent contempt I will feel, even if I bear this torment for thousands of years!"
Έτσι είπα, και σώπασα.
|||schwieg
|||I fell silent
So sagte ich und schwieg.
So I said, and I kept quiet.
Πέρασα κοντά ένα λεπτό μέσα σε βαθειά σιωπή, και μάλιστα έπεσε άλλη μια σταγόνα, μα ήξερα, ήξερα και πίστευα με απόλυτη κι ακλόνητη βεβαιότητα πως όλα θ' αλλάζανε την ίδια στιγμή.
||||||||||||||||||glaubte||||||||||||
||||||deep||||||||||||||||unwavering|||||would change|||
Ich verbrachte fast eine Minute in tiefem Schweigen, und tatsächlich fiel noch ein weiterer Tropfen, aber ich wusste, ich wusste und glaubte mit absoluter und unerschütterlicher Gewissheit, dass sich alles in diesem Moment ändern würde.
I spent close to a minute in deep silence, and even another drop fell, but I knew, I knew and I believed with absolute and unshakable certainty that everything would change at that moment.
Και να, που ξαφνικά άνοιξε ο τάφος μου.
||||||Grab|
Und siehe da, plötzlich öffnete sich mein Grab.
And there, suddenly my tomb opened up.
Δηλαδή, δεν ξέρω αν άνοιξε και άδειασε, μα με άρπαξε ένα σκοτεινό και άγνωστο ον και βρεθήκαμε μέσα στο διάστημα.
|||||||||||dunkles||||||||
||||||emptied|||||||||||||
Das heißt, ich weiß nicht, ob es sich öffnete und leer war, aber ein dunkles und unbekanntes Wesen packte mich und wir fanden uns im Raum-Zeit-Kontinuum wieder.
I mean, I don't know if it opened and emptied, but I was grabbed by a dark and unknown being and we found ourselves in space.
Ξαφνικά, ξαναβρήκα το φως μου∙ η νύχτα ήτανε βαθειά και ποτέ, ποτέ μου δεν είχα ξαναδεί τέτοια σκοτάδια!
|||||||||||||||||Dunkelheit
|||||||||||||||||darkness
Plötzlich fand ich mein Licht wieder; die Nacht war tief und ich hatte niemals zuvor solche Dunkelheiten gesehen!
Suddenly, I found my light again; the night was deep and I had never, never seen such darkness before!
Πηγαίναμε μέσα στο διάστημα κι είχαμε κιόλας ξεμακρύνει πολύ από τη γη.
|||||||entfernt||||
we were going|||||||drifted||||
Wir gingen ins All und hatten bereits viel von der Erde entfernt.
We were going through space and we were already far away from the earth.
Δε ρώτησα τίποτε αυτόν που με μετέφερε.
||||||transportiert
Ich habe den, der mich transportiert hat, nichts gefragt.
I didn't ask anything of the person who transported me.
Περίμενα, κλεισμένος αλαζονικά μέσ' στη σιωπή μου∙ ήμουν βέβαιος πως δεν φοβόμουνα — κι αναγάλλιαζα από ενθουσιασμό με τη σκέψη πως δε φοβόμουν.
||arrogant|||||||||||||||||||
I waited|||||||||||I was afraid||I was rejoicing||||||||
Ich wartete, arrogant eingeschlossen in meiner Stille; ich war mir sicher, dass ich keine Angst hatte — und ich freute mich über die Vorstellung, dass ich keine Angst hatte.
I waited, huddled arrogantly in my silence; I was sure that I was not afraid - and I gasped with excitement at the thought that I was not afraid.
Δε θυμάμαι, κι ούτε μπορώ να υπολογίσω πόσο καιρό πετούσαμε∙ όλ' αυτά γίνονταν όπως γίνεται πάντα στ' όνειρο όταν διασχίζουμε το χρόνο και το χώρο, παραβιάζοντας όλους τους νόμους του είναι και της λογικής, και δε στεκόμαστε παρά μόνο στα σημεία που ποθεί η καρδιά μας.
||||||berechnen|||||||||||||||||||verletzend||||||||||||||||||||
||||||calculate|||||||||||||we cross||||||violating|||||||||||we stand||||||I long|||
Ich erinnere mich nicht, und ich kann auch nicht berechnen, wie lange wir flogen; all das geschah, wie es immer im Traum geschieht, wenn wir Raum und Zeit durchqueren, alle Gesetze des Seins und der Logik verletzend, und wir verweilen nur an den Punkten, die unser Herz begehrt.
I don't remember, nor can I calculate how long we flew; it was all as it always happens in a dream when we cross time and space, violating all the laws of being and logic, and standing only at the places our hearts desire.
Θυμάμαι, πως ξαφνικά είδα έν' αστεράκι μέσ' στα σκοτάδια.
||||ein||||
||||a||||
Ich erinnere mich, dass ich plötzlich einen kleinen Stern im Dunkeln sah.
I remember suddenly seeing a star in the darkness.
— Είν' ο Σύριος; ρώτησα χωρίς να μπορώ να κρατηθώ, μ' όλο που τόθελα πολύ.
||Syrer||ohne|||||||||
||||||||hold myself||||I wanted|
— Ist er der Syrer? fragte ich, ohne mich zurückhalten zu können, obwohl ich es sehr wollte.
- Is he a Syrian?I asked, unable to help myself, though I wanted to very much.
—«Όχι, είναι τ' αστέρι που είχες δει μέσ' απ' τα σύννεφα, σα γύριζες σπίτι σου», μου απάντησε το ον που με μετέφερε.
|||Stern||||||||||||||||||
—„Nein, es ist der Stern, den du durch die Wolken gesehen hast, als du nach Hause zurückgekehrt bist“, antwortete mir das Wesen, das mich transportierte.
-"No, it's the star you saw through the clouds when you were coming home", the being that carried me replied.
Ήξερα πως ήταν ανθρώπινης καταγωγής, μα περίεργο πράγμα, δεν το συμπαθούσα καθόλου αυτό το ον, και μάλιστα μου προκαλούσε βαθειά απέχθεια.
||||Herkunft||||||||||||||||
||||||||||I liked||||||||||aversion
Ich wusste, dass es menschlichen Ursprungs war, aber seltsamerweise mochte ich dieses Wesen überhaupt nicht und es erregte sogar tiefes Abscheu in mir.
I knew it was of human origin, but the strange thing was, I didn't like this being at all, and in fact I had a deep dislike for it.
Περίμενα πως θάβρισκα το απόλυτο μηδέν, και γι' αυτό έχωσα τη σφαίρα στην καρδιά μου.
|||||||||steckte|||||
||would find|||||||I buried|||||
Ich hatte erwartet, das absolute Nichts zu finden, und deshalb habe ich die Kugel in mein Herz gesteckt.
I expected to be buried in absolute zero, and that's why I put the bullet in my heart.
Και τώρα, να που βρισκόμουν στην αγκαλιά ενός όντος, όχι ανθρώπινου βέβαια, μα που ήταν και υπήρχε.
||||||||Wesen||||||||
||||||||being||||||||
Und jetzt, hier lag ich in den Armen eines Wesens, nicht menschlich, aber das war und existierte.
And now, here I was in the arms of a being, not human of course, but who was and was.
«Ώστε υπάρχει λοιπόν πέραν του τάφου ζωή!» σκέφτηκα μ' εκείνη την παράξενη ζαλάδα του ονείρου, μα ωστόσο, η καρδιά μου διατηρούσε κατά βάθος την ουσιαστική αρετή της: «αφού θα ξαναϋπάρξω, έλεγα μέσα μου, και θα ξαναζήσω επειδή το θέλει μια αδυσώπητη βούληση, δε θέλω ούτε να νικηθώ ούτε να ταπεινωθώ!»— «Ξέρεις πως σε φοβάμαι και γι' αυτό με περιφρονείς», είπα ξαφνικά στο σύντροφό μου μη μπορώντας να συγκρατήσω την ταπείνωση αυτής της ερώτησης όπου διαφαινόταν μια ολόκληρη ομολογία, και νοιώθοντας πως αυτή η δειλία μου τριβέλιζε την καρδιά σα να με τσιμπούσε βελόνα.
|||jenseits||||||||||||||||||||||Tugend|||||||||||||||||aber|||||||||||||||||||||||||sollte ich||Demut|||||schien|||||||||||τριβέλιζε|||||||
|||||the grave|||||||dizziness|||||||||||||virtue||||I will exist again||||||I will live again|||||indomitable|will|||||I will be victorious|||I will be humbled|||||||||you disregard|||||||||I will hold back|||||question||was appearing|||confession||feeling||||cowardice||will be||||||τσιμπούσε|
„Wenn also Leben jenseits des Grabes existiert!“ dachte ich mit diesem seltsamen Schwindel des Traums, aber dennoch bewahrte mein Herz tief im Inneren die wesentliche Tugend: „Wenn ich wieder existieren werde, sagte ich in mir, und ich werde wieder leben, weil es ein unerbittlicher Wille will, möchte ich weder besiegt noch gedemütigt werden!“— „Weißt du, dass ich dich fürchte und deshalb verachtest du mich“, sagte ich plötzlich zu meinem Gefährten, unfähig, die Demütigung dieser Frage zurückzuhalten, in der sich ein ganzes Geständnis andeutete, und fühlte, wie diese Feigheit mein Herz durchbohrte, als ob mich eine Nadel stach.
"So there is life beyond the grave!" I thought with that strange giddiness of a dream, but yet my heart retained its essential virtue in its depths: "since I shall reincarnate," I said within myself, "and live again because an inexorable will wills it, I will neither be defeated nor humbled!"- "You know that I am afraid of you, and that is why you despise me," I said suddenly to my companion, unable to restrain the humiliation of this question where a whole confession was looming, and feeling that this cowardice was rubbing my heart as if a needle were pricking me.
Εκείνος δεν απάντησε στην ερώτησή μου, μα ξαφνικά ένοιωσα πως δε με περιφρονούσε, πως δε με κορόιδευε κι ούτε καν με λυπόντανε, και πως το ταξίδι μας έτεινε σ' ένα μυστηριώδη κι άγνωστο σκοπό που μόνο εμένα αφορούσε.
||||Frage|||||||||||||||||||||||||||||||||
he||||question||||||||was disregarding||||was mocking|||||pitying||||||was tending||||||||||
Er antwortete nicht auf meine Frage, aber plötzlich fühlte ich, dass er mich nicht verachtete, dass er mich nicht verspottete und mich auch nicht bemitleidete, und dass unsere Reise auf einen geheimnisvollen und unbekannten Zweck hindeutete, der nur mich betraf.
He did not answer my question, but I suddenly felt that he did not despise me, that he did not mock me or even pity me, and that our journey was tending to a mysterious and unknown purpose that concerned only me.
Ο τρόμος μεγάλωνε μέσα στην καρδιά μου.
|Angst|||||
|fear|||||
Der Schrecken wuchs in meinem Herzen.
The terror was growing in my heart.
Η σιωπή του συντρόφου μου μεταδόθηκε και σε μένα και με διαπότιζε, όχι χωρίς πόνο, με την σιωπηλή παρουσία του.
|||||||||||durchdrang||||||||
|||||was transmitted||||||was permeating||||||||
Die Stille meines Begleiters übertrug sich auch auf mich und durchdrang mich, nicht ohne Schmerz, mit seiner stillen Präsenz.
The silence of my companion was transmitted to me and I was permeated, not without pain, with his silent presence.
Πηγαίναμε μέσ' από αβυθομέτρητα σκοτάδια.
|||abgrundtief|
|||unfathomable|
Wir gingen durch unermessliche Dunkelheit.
We were going through abysmal darkness.
Από καιρό, δεν έβλεπα πια τους γνωστούς μου αστερισμούς.
|||sah|||||
||||||||constellations
Seit langem sah ich meine bekannten Sternbilder nicht mehr.
Long ago, I stopped seeing my familiar constellations.
Ήξερα πως στο βάθος τ' ουρανού υπάρχουν αστέρια που οι αχτίνες τους φτάνουνε στη γη μόνο ύστερα από χιλιάδες κι εκατομμύρια χρόνια.
|||||||Sterne||||||||||||||
||||||||||rays||reach|||||||||
Ich wusste, dass es im Tiefen des Himmels Sterne gibt, deren Strahlen die Erde nur nach Tausenden und Millionen von Jahren erreichen.
I knew that in the depths of the sky there are stars whose rays reach the earth only after thousands and millions of years.
Ίσως νάχαμε περάσει κιόλας αυτά τα χρονικά διαστήματα.
|||||||Zeiträume
|we had||||||
Περίμενα κάτι, γεμάτος από ένα νοσταλγικό πόνο που μου ράγιζε την καρδιά.
|||||||||riss||
|||||nostalgic||||was breaking||
I was waiting for something, filled with a nostalgic pain that broke my heart.
Και ξαφνικά ένα πολύ γνωστό συναίσθημα που μούφερνε βαθιές αναμνήσεις με συγκλόνισε ολόκληρο.
|||||||||||hatte erschüttert|
|||||||bringing me|||||
Und plötzlich überwältigte mich ein sehr bekanntes Gefühl, das mir tiefe Erinnerungen brachte.
And suddenly a very familiar feeling that brought back deep memories shook me to the core.
Ξανάβλεπα τον ήλιο μας!
sah wieder|||
Ich sah unsere Sonne wieder!
I was seeing our sun again!
Ήξερα πως δεν μπορούσε να είναι ο ήλιος μας, εκείνος που γέννησε τη γη μας, και πως βρισκόμαστε σε άπειρη απόσταση από τον ήλιο μας, μα μέσα μου καταλάβαινα πως ήταν ένας ήλιος απόλυτα όμοιος με τον δικό μας, κάτι σαν αντίλαλος και σαν σωσίας του.
||||||||||||||||||||||||||||||||||gleich|||||||||||
|||||||||||||||||||infinite|||||||||I understood|||||||||||||echo|||twin|
Ich wusste, dass es nicht unsere Sonne sein konnte, die die Erde geboren hat, und dass wir uns in unendlicher Entfernung von unserer Sonne befanden, aber in mir verstand ich, dass es eine Sonne war, die genau wie unsere war, etwas wie ein Echo und wie ein Doppelgänger von ihr.
I knew that it could not be our sun, the one that gave birth to our earth, and that we were at an infinite distance from our sun, but in my heart I understood that it was a sun perfectly similar to ours, something like an antipode and a double.
Μια απέραντη, τρυφερότητα πλημμύρισε την ψυχή μου, φέρνοντάς της ενθουσιασμό: Το φως εκείνου που με δημιούργησε αντιλαλούσε μέσ' στην καρδιά μου και την ανάσταινε, κι ένοιωσα για πρώτη φορά από τότε που κατέβηκα στον τάφο το γυρισμό της ζωής, της παλιάς ζωής.
|||||||bringend||||||||||||||||erweckte||||||||||||||||||
|endless|tenderness|||||||||||||||||||||revived||||||||||||||||||
Eine unendliche Zärtlichkeit erfüllte meine Seele und brachte ihr Begeisterung: Das Licht dessen, der mich erschuf, hallte in meinem Herzen und erweckte es, und ich fühlte zum ersten Mal seit ich ins Grab hinabstieg die Rückkehr des Lebens, des alten Lebens.
A boundless, tenderness flooded my soul, bringing her excitement: The light of the one who created me was reflected in my heart and lit it up, and I felt for the first time since I went down to the grave the return of life, of the old life.
—Μ' αφού είναι ο ήλιος, ακριβώς ο ίδιος ήλιος με τον δικό μας, τότε που είναι η γη;— Κι ο σύντροφός μου μούδειξε έν' αστέρι σα σμαράγδι που αστραφτοκόπαγε μέσα στη νύχτα.
||||||||||||||||||||||hatte mir gezeigt|||||||||
||||||||||||||||||||my companion||showed me||||emerald||was shining|||
—Wenn es die Sonne ist, genau die gleiche Sonne wie unsere, wo ist dann die Erde?— Und mein Gefährte zeigte mir einen Stern wie einen Smaragd, der in der Nacht funkelt.
-If it is the sun, exactly the same sun as ours, then where is the earth?- And my companion pointed to a star like an emerald that glittered in the night.
Πετούσαμε ολόισια καταπάνω του.
||nach oben|
Wir flogen geradewegs darauf zu.
We were flying straight at him.
—Μα είναι δυνατόν να γίνονται τέτοιες επιστροφές μέσα στο σύμπαν, είναι δυνατό να είν' αυτός ο φυσικός νόμος; Κι αν είναι γης αυτό μπορεί νάναι η ίδια γης με τη δικιά μας;... Εντελώς όμοια, το ίδιο δύστυχη και το ίδιο φτωχιά, κι όμως αγαπητή, αιώνια αγαπημένη, μια γης που ξέρει ν' αγαπιέται ακόμα και απ' τα πιο αχάριστα παιδιά της;... Φώναξα αναρριγώντας από αβάσταγη, αγάπη γι' αυτή τη γης που γεννήθηκα και που λιποτάχτησα απ' αυτήν.
||||||Rückkehren||||||||||physikalisch|||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||untragbar|||||||ich wurde geboren|||||
||||||||||||||||||||||||||||||||||||unlucky||||poor||||eternal|||||||is loved||||||ungratefully||||shivering||unbearable||||||||||lipotachtiσα||
—Aber ist es möglich, solche Rückkehrer im Universum zu haben, ist das der natürliche Gesetz? Und wenn das Erde ist, könnte es die gleiche Erde wie unsere sein?... Völlig ähnlich, genauso unglücklich und genauso arm, und doch geliebt, ewig geliebte, eine Erde, die weiß, wie sie sogar von ihren undankbarsten Kindern geliebt werden kann?... Ich rief, erschüttert von unerträglicher, Liebe zu dieser Erde, auf der ich geboren wurde und von der ich desertiert bin.
-But is it possible that such returns can happen in the universe, is it possible that this is the natural law? And if it is earth, can it be the same earth as ours? Completely similar, just as unhappy and just as poor, and yet beloved, eternally beloved, an earth that knows how to be loved even by its most ungrateful children? I cried out, climbing out of unbearable, love for this land where I was born and where I deserted her.
Και εμπρός μου, σαν αστραπή, πέρασε η εικόνα του μικρού κοριτσιού που είχα προσβάλλει.
|vor|||||||||||hatte|
|||||||||||||offended
Und vor mir, wie ein Blitz, erschien das Bild des kleinen Mädchens, das ich beleidigt hatte.
And before me, like a flash of lightning, the image of the little girl I had offended flashed before me.
—Θα τα μάθεις όλα, μου απάντησε ο σύντροφός μου και στα λόγια του, διαφαινόταν ένας θλιμμένος τόνος.
||lernen||||||||||||||
—Du wirst alles erfahren, antwortete mir mein Kamerad, und in seinen Worten war ein trauriger Ton zu erkennen.
-You will know everything, my companion replied, and in his words, a sad tone was evident.
Μα γρήγορα ζυγώναμε στον πλανήτη.
||kommen||
||we were approaching||
Aber schnell näherten wir uns dem Planeten.
But we were quickly weighing on the planet.
Μεγάλωνε μπρος στα μάτια μου, κι άρχισα κιόλας να διακρίνω τον ωκεανό και τα περιγράμματα της Ευρώπης, όταν ξαφνικά ένα παράξενο αίσθημα ζήλειας — μία ευγενική και άγια ζήλεια — άναψε μεσ' στην καρδιά μου.
||||||||||||||||||||||||||heilige||||||
|||||||||distinguish|||||outlines||||||||jealousy||noble||holy|||in|||
Er wuchs vor meinen Augen und ich begann schon den Ozean und die Konturen Europas zu erkennen, als plötzlich ein seltsames Gefühl von Eifersucht - eine edle und heilige Eifersucht - in meinem Herzen aufloderte.
It was growing before my eyes, and I was already beginning to discern the ocean and the contours of Europe, when suddenly a strange feeling of jealousy - a kindly and holy jealousy - kindled in my heart.
Πώς μπορεί να γίνεται μια τέτοια επανάληψη, είπα μέσα μου, και για ποιο σκοπό; Αγαπώ, και μόνο αυτή τη γης που άφησα μπορώ ν' αγαπήσω, που πάνω της έμειναν οι στάλες απ' το αίμα μου, όταν, σαν αχάριστος γιος, έβαλα τέλος στη ζωή μου με μια πιστολιά πάνω στην καρδιά μου.
||||||||||||||||||||||||||||||Tropfen||||||||||||||||||||
||||||||||||||||||||||||love|||||||||||||ungrateful|||||||||||||
Wie kann so eine Wiederholung stattfinden, dachte ich bei mir, und zu welchem Zweck? Ich liebe, und nur diese Erde, die ich verlassen habe, kann ich lieben, auf der die Tropfen meines Blutes blieben, als ich, wie ein ungeduldiger Sohn, mit einem Schuss auf mein Herz mein Leben beendete.
How can such a repetition be possible, I said to myself, and for what purpose? I love, and only this land that I left can I love, on which the drops of my blood remained, when, like an ungrateful son, I ended my life with a pistol shot to my heart.
Μα ποτέ, όχι, ποτέ δεν έπαψα να την αγαπώ αυτή τη γης, ακόμα και κείνη τη νύχτα που την αποχαιρέτησα.
||||||||liebe|||||||||||
|||||||||||||||||when||I said goodbye
But never, no, I never stopped loving this land, even on the night I said goodbye to it.
Να υπάρχει τάχα ο πόνος πάνω σ' αυτή την καινούργια γης; Εκεί ‐ πέρα, στη γης μας, μόνο με πόνο μπορούμε ν' αγαπήσουμε, και μόνο μέσ απ' τον πόνο.
||vielleicht|||||||||||||||||||||||||
Gibt es etwa Schmerz auf diesem neuen Land? Dort ‐ drüben, in unserem Land, können wir nur mit Schmerz lieben, und nur durch den Schmerz.
Is there supposed to be pain on this new earth? Over there, on our earth, we can only love with pain, and only through pain.
Δεν ξέρουμε ν' αγαπούμε διαφορετικά, κι ούτε ξέρουμε άλλη αγάπη.
|||lieben||||||
|||love||||||
Wir wissen nicht, anders zu lieben, und wir kennen keine andere Liebe.
We don't know how to love differently, and we don't know any other love.
Ζητώ τον πόνο για να μπορέσω ν' αγαπήσω, ποθώ, διψώ ν' αγκαλιάσω κλαίγοντας αυτή τη μοναδική γης που παράτησα, και δε θέλω να ζήσω∙ αρνιέμαι να ζήσω σ' οποιανδήποτε άλλη!
|||||||||durst|||||||||verlassen||||||ich weigere mich|||||
I seek||||||||I long|I thirst||embrace|||||||I abandoned||||||I refuse||||any|
Ich bitte um den Schmerz, um lieben zu können, ich sehne mich, ich dürste danach, diese einzigartige Erde, die ich verlassen habe, weinend zu umarmen, und ich will nicht leben; ich lehne es ab, in irgendeinem anderen Land zu leben!
I ask for the pain so that I can love, I long, I thirst, I thirst to embrace crying this unique land that I gave up, and I don't want to live; I refuse to live in any other!
Μα κιόλας, ο σύντροφός μου μ' είχε παρατήσει.
|||||||verlassen
But already, my partner had left me.
Ξαφνικά, χωρίς να το καταλάβω, βρέθηκα σ' αυτή την άλλη γης, μέσα στο εκθαμβωτικό φως μιας ηλιόλουστης μέρας, όμορφης σαν τον παράδεισο.
||||||||||||||||||schönen|||
|||||I found myself|||||||||||||beautiful|||
Suddenly, without realizing it, I found myself in this other land, in the dazzling light of a sunny day, beautiful as heaven.
Μου φαινότανε σα να βρισκόμουν σ' ένα από κείνα τα νησάκια του ελληνικού αρχπελάγου της γης μας∙ ή κάπου αλλού στα ερείπια μιας ηπείρου κοντά στο αρχιπέλαγος.
||||||||||||||||||||||||||Archipel
|||||||||||||archipelago||||||||||continent|||
Es schien mir, als befände ich mich auf einer dieser kleinen Inseln des griechischen Archipels unserer Erde; oder irgendwo anders in den Ruinen eines Kontinents in der Nähe des Archipels.
It seemed to me as if I were on one of those little islands of the Greek archipelago of our land; or somewhere else in the ruins of a continent near the archipelago.
Σ' εκείνα τα μέρη, όλα ήτανε ακριβώς όπως και σε μας, κι όμως όλα αχτινοβολούσανε με μια σοβαρή κι επίσημη χαρά, που έφτανε ως το υπέροχο.
||||||||||||||||||||||erreichte|||
||||||||||||||radiated|||||||||||
An diesen Orten war alles genau wie bei uns, und doch strahlte alles mit einer ernsten und feierlichen Freude, die bis zur Herrlichkeit reichte.
In those places, everything was just as it is in ours, and yet everything was radiant with a solemn and solemn joy, which went all the way to the wonderful.
Μια σμαραγδένια θάλασσα έσκαζε απαλά στην ακρογιαλιά, χαϊδεύοντάς την με φανερή, σαρκική και σχεδόν συνειδητή αγάπη.
|smaragdgrün|||sanft|||||||||||
|emerald||was breaking||||stroking||||fleshly||||
Ein smaragdgrünes Meer brandete sanft am Ufer und streichelte es mit offensichtlicher, körperlicher und fast bewusster Liebe.
An emerald sea was gently lapping at the shore, caressing her with obvious, carnal and almost conscious love.
Δέντρα με θαυμαστά κλωνάρια ορθώνονταν μ' όλο τον οργιώδη χυμό τους και τ' αναρίθμητα φυλλαράκια τους, κι είμαι βέβαιος πως με χαιρετούσανε με το γλυκό τους θρόισμα και μοιάζανε σα να ψιθυρίζανε ερωτόλογα.
|||Äste|||||wilden||||||||||||||||||||sie sahen aus||||
||wonderful|branches|were standing upright||||mighty|||||countless||||||||greeted|||||||they seemed|||were whispering|log
Bäume mit wunderbaren Ästen erhoben sich mit ihrem ganzen üppigen Saft und den unzähligen Blättchen, und ich bin mir sicher, dass sie mich mit ihrem süßen Rascheln grüßten und es schien, als würden sie Liebesbotschaften flüstern.
Trees with wondrous branches stood up with all their lush sap and innumerable little leaves, and I am sure they greeted me with their sweet rustling and seemed to whisper words of questioning.
Το λιβάδι αστραφτοκοπούσε με τη φλογερή και χυμώδη άνθησή του.
||strahlte|||||||
||was shining|||||juicy|blooming|
Die Wiese funkelte mit ihrer feurigen und saftigen Blüte.
The meadow glistened with its fiery and succulent bloom.
Τα πουλιά σκίζανε σμήνη ‐ σμήνη τον αέρα, κι έρχονταν άφοβα ν' ακουμπήσουνε στους ώμους και στα χέρια μου με χαρούμενα φτεροκοπήματα.. Ύστερα, είδα επιτέλους και τους κατοίκους αυτής της μακάριας γης.
|||||||||||sich niederlassen|||||||||||||||||||
||were tearing|swarms||||||fearlessly||land.||||||||happy|flapping|||||||||blessed|
Die Vögel zerrissen in Schwärmen die Luft und kamen unerschrocken, um auf meinen Schultern und Händen mit fröhlichem Geflatter Platz zu nehmen.. Danach sah ich endlich auch die Bewohner dieses seligen Landes.
The birds were tearing the air in flocks and flocks, and they came fearlessly to rest on my shoulders and hands with joyful fluttering... Then, at last, I saw the inhabitants of this blessed land.
Ήρθανε μόνοι τους κοντά μου, με περιτριγύρισαν και με φιλούσαν.
||||||umgaben|||
||||||surrounded|||were kissing
Sie kamen allein zu mir, umringten mich und küssten mich.
They came to me alone, surrounded me and kissed me.
Παιδιά του ήλιου, παιδιά του ήλιου τους — ω!
Kinder der Sonne, Kinder der Sonne ihnen - oh!
Children of the sun, children of their sun - oh!
τι ωραίοι που ήταν!
|schön||
how nice they were!
Ποτές στη γης μας δεν είχα δει τόση ομορφιά στον άνθρωπο!
Never in our land had I seen such beauty in man!
Μόνο στα παιδιά μας, και μάλιστα στα πρώτα παιδικά τους χρόνια, μπορούσες να διακρίνεις κάτι σα μια μακρινή ανταύγεια, μα πολύ εξασθενημένη, αυτής της ομορφιάς.
||||||||||||||||||Widerschein||||||
|||||||||||||distinguish|||||glimmer|||weakened|||
Nur bei unseren Kindern, und besonders in ihren ersten Kindheitsjahren, konnte man etwas wie einen fernen Schimmer, aber sehr schwach, dieser Schönheit erblicken.
Only in our children, and even in their early childhood, could you see something like a distant, but very faint, reflection of this beauty.
Τα μάτια αυτών των μακάρων λάμπανε ολοκάθαρα.
||||Glücklichen||
||||blessed|shone|
Die Augen dieser Glückseligen leuchteten klar.
The eyes of these long ones shone brightly.
Τα πρόσωπά τους ακτινοβολούσαν τη σοφία και τη συνείδηση, μια συνείδηση που είχε φτάσει στην υπέρτατη γαλήνη, όμως, αυτά τα πρόσωπα μένανε χαρούμενα και μια παιδιάστικη χαρά αντηχούσε μέσα στα λόγια και στη φωνή αυτών των όντων!
|Gesichter||||||||||||||||||||||||||hallte|||||||||
|||radiated||||||||||||||||||remained||||childish|||||||||||of beings
Ihre Gesichter strahlten Weisheit und Bewusstsein aus, ein Bewusstsein, das die höchste Gelassenheit erreicht hatte, doch blieben diese Gesichter fröhlich und eine kindliche Freude hallte in den Worten und in der Stimme dieser Wesen wider!
Their faces radiated wisdom and consciousness, a consciousness that had reached the ultimate serenity, yet these faces remained cheerful and a childlike joy resonated in the words and voice of these beings!
Ω!
τα είχα καταλάβει όλα, όλα, από την πρώτη ματιά!
||||||||Blick
I had it all, everything, at first sight!
Εδώ ήταν η γης, προτού την μολύνει το προπατορικό αμάρτημα: οι κάτοικοί της, μια και δεν ξέρανε το κακό, ζούσανε στον ίδιο εκείνο παράδεισο όπου, σύμφωνα με τις παραδόσεις της ανθρωπότητας, είχανε ζήσει κι οι ένοχοι προπάτορές μας, με μόνη τη διαφορά πως εδώ η γης ήτανε παντού ένας και ο αυτός παράδεισος.
||||||verunreinigen||||||||||||||||||||||||||leben||||||||||||||||||||
||||||||original sin||||||||knew|||lived||||paradise|||||traditions||||||||forefathers||||||||||||||||
Hier war das Land, bevor es von der Ur-Sünde befleckt wurde: seine Bewohner, da sie das Böse nicht kannten, lebten in demselben Paradies, in dem, gemäß den Traditionen der Menschheit, auch unsere schuldigen Vorväter gelebt hatten, mit dem einzigen Unterschied, dass hier das Land überall dasselbe Paradies war.
Here was the earth before it was polluted by original sin: its inhabitants, not knowing evil, lived in the same paradise where, according to the traditions of humanity, our guilty forefathers had lived, with the only difference being that here the earth was everywhere one and the same paradise.
Αυτοί οι άνθρωποι με το χαρούμενο χαμόγελο με περιτριγυρίζανε και μου χάριζαν άφθονα χάδια.
||||||||||||reichlich|
|||||happy|||surrounded|||were giving|plentiful|caresses
Diese Menschen mit dem fröhlichen Lächeln umringten mich und schenkten mir reichlich Streicheleinheiten.
These people with their happy smiles surrounded me and gave me plenty of caresses.
Με πήγανε στα σπίτια τους και όλοι τους θέλανε να με ξεκουράσουν.
||||||||wollten|||
||||||||wanted|||rest
Sie brachten mich in ihre Häuser und alle wollten mich entspannen.
They took me to their homes and all of them wanted to rest me.
Δε μου κάναν ερωτήσεις∙ φαίνονταν πως τα ξέρανε όλα, και μόνο ένα πράγμα θέλανε: να διώξουνε το γρηγορότερο αυτή την οδύνη που ήτανε χαραγμένη πάνω στα χαρακτηριστικά μου.
|||||||||||||||verjagen||||||||||||
|||||||||||||||get rid of|||||pain||||||features|
Sie stellten mir keine Fragen; es schien, als wüssten sie alles, und nur eines wollten sie: diesen Schmerz, der in meinen Zügen eingeprägt war, so schnell wie möglich loszuwerden.
They didn't ask me any questions; they seemed to know everything, and they only wanted one thing: to get rid of the pain that was engraved on my features as quickly as possible.