×

We gebruiken cookies om LingQ beter te maken. Als u de website bezoekt, gaat u akkoord met onze cookiebeleid.

image

Ντοστογιέφσκι - Η εξομολόγηση του Σταυρόγκιν, Μέρος 1 (2)

Μέρος 1 (2)

-Μου φαίνεται πολύ παράξενο να σας βλέπω να επιμένετε, αφού σας είπα πως το βλέπω.

Ο Σταυρόγκιν θύμωσε και πάλι, κι ο θυμός του μεγάλωνε σε κάθε λέξη, Ξανάπε:

-Φυσικά το βλέπω, όπως σας βλέπω τώρα εσάς... Κάποτε το βλέπω, δίχως να είμαι σίγουρος πως το βλέπω, μ' όλο που ξέρω πως είναι πραγματικό..., είμαι εγώ ο ίδιος, ή είναι εκείνος... Μ' ένα λόγο, βλακείες. Μα γιατί να μην υποθέσετε πως μπορεί να είναι κι' αυτός ο διάβολος με σάρκα και οστά; Μια τέτοια υπόθεση θα ήταν πιότερο σύμφωνη με το επάγγελμά σας, πρόσθεσε παίρνοντας απότομα χλευαστικό ύφος.

-Μου φαίνεται μάλλον πως είναι αρρώστια... Ωστόσο ...

-Τι, ωστόσο!

-Υπάρχουν, χωρίς άλλο, δαίμονες, μα τα πράγματα αυτά τα παίρνει καθένας όπως θέλει.

-Βλέπω, πως, χαμηλώσατε και πάλι τα μάτια γιατί ντραπήκατε για λογαριασμό μου, επειδή πιστεύω στο διάβολο, κι όμως, με το πρόσχημα πως δεν τον πιστεύω, σας έβαλα το δόλιο ερώτημα: Υπάρχει διάβολος ή δεν υπάρχει; -είπε ο Σταυρόγκιν με θυμό και με χλεύη,

Ο Τύχων χαμογέλασε ελαφρά και αόριστα. Ο άλλος εξακολούθησε:

-Κ' έπειτα, δεν πάει καθόλου να χαμηλώνετε εσείς τα μάτια· αυτό δείχνει προσποίηση, ένα πράμα γελοίο και αφύσικο... Για να αντισταθμίσω τον πρόστυχο τρόπο που σας μιλώ, θα σας πω πολύ σοβαρά και αυθαδέστατα: «Πιστεύω στο διάβολο, πιστεύω σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς κανόνες, στο διάβολο τον ενσαρκωμένο, κι όχι σε διαβόλους αλληγορικούς, και δεν έχω καμιάν ανάγκη να ρωτήσω κανένα για το ζήτημα τούτο.» Τελεία και παύλα. Θα νοιώθετε σίγουρα μεγάλη χαρά για τούτο, ε;…

Γέλασε νευρικά. O Τύχων τον κοίταξε περίεργα με τα γλυκά και δειλά μάτια του.

-Πιστεύετε στο Θεό; ρώτησε απότομα ο Σταυρόγκιν.

-Πιστεύω.

-Λένε, θαρρώ, τα κιτάπια, πως άμα πιστεύει κανείς και προστάξει το βουνό να περπατήσει, θα περπατήσει... Βλακείες και πάλι!... Είμαι ωστόσο περίεργος να μάθω: Θα μπορούσατε εσείς να μετατοπίσετε ένα βουνό, ή όχι ;

-Αν το πρόσταζε ο Θεός, θα το μετατόπιζα, είπε ο Τύχων με ύφος ντροπαλό και χαμηλώνοντας αργά τα μάτια.

-Δεν είναι το ζήτημα να το κινήσετε με τη βοήθεια του Θεού. Όχι! εσείς, εσείς μονάχος σας αν θα το κάνετε σαν ανταμοιβή για την πίστη σας στο Θεό;

-Ίσως να το μετατόπιζα και μόνος μου.

-Ίσως; Ωραίο κι' αυτό... Μα γιατί αμφιβάλλετε;

-Δεν έχω πίστη απόλυτη.

-Πως όχι απόλυτη;

-Ναι,... ίσως να μην είναι τελεία.

-Πιστεύετε, τουλάχιστο, πως με τη βοήθεια του Θεού θα το μετατοπίζατε. Είναι κι αυτό κάτι. Είναι, οπωσδήποτε, κάπως περισσότερο από το «πολύ λίγο» ενός άλλου αγίου ανθρώπου, που ήταν κ' εκείνος αρχιεπίσκοπος, και τον είπε το λόγο αυτόν υπό την απειλήν του ξίφους, είναι αλήθεια... Είστε χριστιανός βέβαια;...

-Μη γένοιτο εμοί καυχάσθαι, ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών ! εψιθύρισεν ο Τύχων με πάθος και χαμηλώνοντας πιο πολύ το κεφάλι. Οι άκρες των χειλιών του τρεμουλιάσανε νευρικά.

-Και μπορεί κανείς να πιστεύει στο διάβολο, χωρίς να έχει απόλυτη πίστη στο Θεό; ρώτησε ο Σταυρόγκιν με καγχασμό.

-Ναι, βέβαια, μπορεί. Αυτό συμβαίνει πολύ συχνά, αποκρίθηκε ο Τύχων σηκώνοντας τα μάτια και χαμογελώντας.

-Και είμαι σίγουρος, πως θα βρίσκετε μια τέτοια πίστη τιμιότερη, παρ' όλα τούτα, από την ολότελη απιστία... Πως φαίνεστε, πως είστε παπάς! είπε ο Σταυρόγκιν γελώντας.

Ο Τύχων του αποκρίθηκε και πάλι μ' ένα χαμόγελο, και προσέθεσε με φαιδρότητα:

-Τουναντίον, η απόλυτη αθεΐα είναι εντιμότερη από την κοσμική αδιαφορία.

-Μπαμπόγερε ! Τέτοιος μου είστε λοιπόν;

-Η απόλυτη αθεΐα είναι το προτελευταίο σκαλοπάτι του υψηλότερου σημείου της τελείας πίστεως. (Αν το ξεπερνά κανείς ή όχι, είναι άλλο ζήτημα). Ενώ ο αδιάφορος δεν έχει καμιά πίστη, εκτός από έναν άθλιο φόβο κι αυτόν ακόμα σπάνια, αν τύχει να ‘ναι φιλήδονος.

-Χμ!... Έχετε διαβάσει την Αποκάλυψη;

-Την έχω διαβάσει,

-Θυμάστε... : «Και τω αγγέλω της εν Λαοδικία εκκλησίας γράψον...»;

-Θυμούμαι, είναι λόγια όμορφα.

-Όμορφα; Παράξενη έκφραση για ένα δεσπότη· οπωσδήποτε, είστε πολύ πρωτότυπος... Που είναι αυτό το βιβλίο; ρώτησε με αλλόκοτη βιασύνη ο Σταυρόγκιν, ψάχνοντας με τα μάτια του στο τραπέζι. Θα ήθελα να σας διάβαζα τη σχετική περικοπή. Έχετε τη ρούσικη μετάφραση;

-Ξέρω το χωρίον, το θυμούμαι πολύ καλά, είπε ο Τύχων.

-Το ξέρετε απόξω... ; Πέστε το.

Ο Σταυρόγκιν χαμήλωσε τα μάτια, στήριξε τις δυο παλάμες του στα γόνατά του, φανερώνοντας ανυπομονησία. Ο Τύχων απάγγειλε χωρίς να παραλείψει ούτε μια λέξη:

«Και τω αγγέλω της εν Λαοδικία εκκλησίας γράψον: Τάδε λέγει ο αμήν, ο μάρτυς ο πιστός και αληθινός, η αρχή της κτίσεως του Θεού. Οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει ούτε ζεστός· όφελον ψυχρός ης ή ζεστός. Ούτως ότι χλιαρός ει, και ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματος μου ότι λέγεις, ότι πλούσιος ειμί και πεπλούτηκα και ουδέν χρείαν έχω, και ουκ οίδας ότι συ ει ο ταλαίπωρος και ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός...»

-Φτάνει! διέκοψε ο Σταυρόγκιν. Αυτά λέγονται για κείνους που στέκουν στη μέση, για τους αδιάφορους, δεν είν' έτσι;... Ξέρετε, σας αγαπώ πολύ.

-Κ' εγώ, εσάς, αποκρίθηκε ο Τύχων με μισόσβηστη φωνή.

Ο Σταυρόγκιν σώπασε και βυθίστηκε και πάλι στη συλλογή του. Αυτό το έπαθε για τρίτη φορά, σα να τον έπιασε κρίση. Το ίδιο και στον Τύχωνα είχε πει : «Σας αγαπώ», μέσα σε κρίση, με κάποιον τρόπο, οπωσδήποτε, απροσδόκητο και για τον ίδιο.

Πέρασε ένα λεφτό της ώρας.

-Μη θυμώνετε ψιθύρισε ο Τύχων αγγίζοντας δειλά με το δάχτυλο τον αγκώνα του Σταυρόγκιν.

Ο άλλος ανατρίχιασε και σούφρωσε με οργή τα φρύδια.

-Πώς το μαντέψατε πως ήμουν θυμωμένος; ρώτησε απότομα

Ο Τύχων θέλησε ν' αποκριθεί, αλλά ο Σταυρόγκιν εξακολούθησε με παράλογη ανησυχία:

-Γιατί υποθέσατε, πως έπρεπε χωρίς άλλο να θυμώσω; Ναι, ήμουνα έξω φρενών, έχετε δίκιο, και ίσια-ίσια επειδή είπα: «Σας αγαπώ». Έχετε δίκιο, είστε όμως κυνικός. Έχετε πολύ ταπεινή ιδέα για την ανθρώπινη φύση. θα μπορούσα να μη θύμωνα, αν ήμουν άλλος άνθρωπος... Έπειτα, δεν πρόκειται για τον άνθρωπο γενικά, άλλα για μένα. Κ' εσείς, όσο να ‘ναι, είστε πολύ πρωτότυπος, είστε άρρωστος.

Θύμωνε ολοένα και περισσότερο, και -πράμα παράξενο - δε στενοχωριότανε πια να μεταχειρίζεται τα λόγια που ήθελε.

-Ακούστε, δε μ' αρέσουν οι σπιούνοι κ' οι ψυχολόγοι, τουλάχιστον εκείνοι απ' αυτούς που θέλουνε να τρυπώσουνε μες στην ψυχή μου. Δεν προσκάλεσα κανένα να μπει μέσα μου, δεν έχω από κανέναν ανάγκη, ξέρω να οδηγούμαι μονάχος μου. Θα νομίζετε ίσως πως σας φοβούμαι; ρώτησε δυναμώνοντας τη φωνή και ανασηκώνοντας το κεφάλι του με προκλητικό ύφος. Είστε ολότελα σίγουρος πως ήρθα να σας αποκαλύψω τρομερό μυστικό και το περιμένετε με περιέργεια καλογερική, όπως το συνηθίζετε όλοι σας. Μάθετε λοιπόν, πως δε θα σας αποκαλύψω τίποτα, κανένα μυστικό, γιατί δε σας έχω καθόλου ανάγκη.

Ο Τύχων τον κοίταξε με βλέμμα στερεό και είπε:

-Ξαφνιστήκατε με το γεγονός, ότι ο Αμνός προτιμά τους ψυχρούς από τους χλιαρούς, και δε θέλετε να είστε μονάχα χλιαρός. Προαισθάνομαι πως έχετε κάποια πρόθεση εξαιρετική, τρομερή ίσως. Αν είναι έτσι, σας εξορκίζω, μη βασανίζεστε και πέστε όλα όσα ήρθατε να μου πείτε.

-Και είσαστε σίγουρος, πως ήρθα για να σας αποκαλύψω κάτι;

-Το... Το είχα μαντέψει από την όψη σας, ψιθύρισε ο Τύχων χαμηλώνοντας τα μάτια.

Ο Σταυρόγκιν ωχρίασε ελαφρά, τα χέρια του έτρεμαν. Για λίγα δευτερόλεφτα κάρφωσε σιωπηλά το βλέμμα του στον Τύχωνα, σα να ‘παιρνε κάποια απόφαση. Έβγαλε τέλος από τη μέσα τσέπη της ρεντιγκότας του κάτι φύλλα τυπωμένα και τ' απόθεσε στο τραπέζι.

-Ιδού κάτι φύλλα που είναι προορισμένα να κυκλοφορήσουν, είπε με φωνή μισοκομμένη. Αν τα φύλλα τούτα διαβαστούν κι από ένα μονάχα άνθρωπο δεν υπάρχει λόγος πια να τα κρατήσω μυστικά, και θα μπορούσαν να τα διαβάσουνε όλοι. Αυτή είναι η απόφασή μου... Δε σας έχω καθόλου ανάγκη, εσάς, γιατί τα ‘χω όλα αποφασισμένα... Διαβάστε όμως... μη μου πείτε τίποτα όσο τα διαβάζετε· άμα τα τελειώσετε, μου τα λέτε όλα...

-Πρέπει να τα διαβάσω, αλήθεια; ρώτησε ο Τύχων με δισταγμό.

-Διαβάστε. Το ‘χω πάρει απόφαση από καιρό.

-Δεν μπορώ να διαβάσω χωρίς τα γυαλιά μου, τα ψηφία είναι πολύ μικρά. Η εκτύπωση θα ‘γινε στο εξωτερικό...

-Να τα γυαλιά σας, είπε ο Σταυρόγκιν, δίνοντάς του τα ματογυάλια που είχε βρει στο τραπέζι απάνω, κ' έγειρε προς τα πίσω για ν' ακουμπήσει στη ράχη του ντιβανιού.

Ο Τύχων βυθίστηκε στην ανάγνωση.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

Μέρος 1 (2) Teil 1 (2) Part 1 (2)

-Μου φαίνεται πολύ παράξενο να σας βλέπω να επιμένετε, αφού σας είπα πως το βλέπω.

Ο Σταυρόγκιν θύμωσε και πάλι, κι ο θυμός του μεγάλωνε σε κάθε λέξη, Ξανάπε: Stavrogin was angry again, and his anger grew with every word, Again:

-Φυσικά το βλέπω, όπως σας βλέπω τώρα εσάς... Κάποτε το βλέπω, δίχως να είμαι σίγουρος πως το βλέπω, μ' όλο που ξέρω πως είναι πραγματικό..., είμαι εγώ ο ίδιος, ή είναι εκείνος... Μ' ένα λόγο, βλακείες. Μα γιατί να μην υποθέσετε πως μπορεί να είναι κι' αυτός ο διάβολος με σάρκα και οστά; Μια τέτοια υπόθεση θα ήταν πιότερο σύμφωνη με το επάγγελμά σας, πρόσθεσε παίρνοντας απότομα χλευαστικό ύφος.

-Μου φαίνεται μάλλον πως είναι αρρώστια... Ωστόσο ...

-Τι, ωστόσο!

-Υπάρχουν, χωρίς άλλο, δαίμονες, μα τα πράγματα αυτά τα παίρνει καθένας όπως θέλει. -There are, no doubt, demons, but these things are taken by everyone as he wants.

-Βλέπω, πως, χαμηλώσατε και πάλι τα μάτια γιατί ντραπήκατε για λογαριασμό μου, επειδή πιστεύω στο διάβολο, κι όμως, με το πρόσχημα πως δεν τον πιστεύω, σας έβαλα το δόλιο ερώτημα: Υπάρχει διάβολος ή δεν υπάρχει; -είπε ο Σταυρόγκιν με θυμό και με χλεύη,

Ο Τύχων χαμογέλασε ελαφρά και αόριστα. Ο άλλος εξακολούθησε:

-Κ' έπειτα, δεν πάει καθόλου να χαμηλώνετε εσείς τα μάτια· αυτό δείχνει προσποίηση, ένα πράμα γελοίο και αφύσικο... Για να αντισταθμίσω τον πρόστυχο τρόπο που σας μιλώ, θα σας πω πολύ σοβαρά και αυθαδέστατα: «Πιστεύω στο διάβολο, πιστεύω σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς κανόνες, στο διάβολο τον ενσαρκωμένο, κι όχι σε διαβόλους αλληγορικούς, και δεν έχω καμιάν ανάγκη να ρωτήσω κανένα για το ζήτημα τούτο.» Τελεία και παύλα. Θα νοιώθετε σίγουρα μεγάλη χαρά για τούτο, ε;…

Γέλασε νευρικά. O Τύχων τον κοίταξε περίεργα με τα γλυκά και δειλά μάτια του.

-Πιστεύετε στο Θεό; ρώτησε απότομα ο Σταυρόγκιν.

-Πιστεύω.

-Λένε, θαρρώ, τα κιτάπια, πως άμα πιστεύει κανείς και προστάξει το βουνό να περπατήσει, θα περπατήσει... Βλακείες και πάλι!... Είμαι ωστόσο περίεργος να μάθω: Θα μπορούσατε εσείς να μετατοπίσετε ένα βουνό, ή όχι ;

-Αν το πρόσταζε ο Θεός, θα το μετατόπιζα, είπε ο Τύχων με ύφος ντροπαλό και χαμηλώνοντας αργά τα μάτια.

-Δεν είναι το ζήτημα να το κινήσετε με τη βοήθεια του Θεού. Όχι! εσείς, εσείς μονάχος σας αν θα το κάνετε σαν ανταμοιβή για την πίστη σας στο Θεό;

-Ίσως να το μετατόπιζα και μόνος μου.

-Ίσως; Ωραίο κι' αυτό... Μα γιατί αμφιβάλλετε;

-Δεν έχω πίστη απόλυτη.

-Πως όχι απόλυτη;

-Ναι,... ίσως να μην είναι τελεία.

-Πιστεύετε, τουλάχιστο, πως με τη βοήθεια του Θεού θα το μετατοπίζατε. Είναι κι αυτό κάτι. Είναι, οπωσδήποτε, κάπως περισσότερο από το «πολύ λίγο» ενός άλλου αγίου ανθρώπου, που ήταν κ' εκείνος αρχιεπίσκοπος, και τον είπε το λόγο αυτόν υπό την απειλήν του ξίφους, είναι αλήθεια... Είστε χριστιανός βέβαια;... It's certainly a bit more than the "very little" of another holy man, who was also an archbishop, and who gave this speech under the threat of the sword, it's true... Are you a Christian, of course?...

-Μη γένοιτο εμοί καυχάσθαι, ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών ! -Do not let me boast, except in the cross of our Lord! εψιθύρισεν ο Τύχων με πάθος και χαμηλώνοντας πιο πολύ το κεφάλι. Οι άκρες των χειλιών του τρεμουλιάσανε νευρικά. The tips of his lips quivered nervously.

-Και μπορεί κανείς να πιστεύει στο διάβολο, χωρίς να έχει απόλυτη πίστη στο Θεό; ρώτησε ο Σταυρόγκιν με καγχασμό. -"And can one believe in the devil without having absolute faith in God?" asked Stavrogin with a chuckle.

-Ναι, βέβαια, μπορεί. Αυτό συμβαίνει πολύ συχνά, αποκρίθηκε ο Τύχων σηκώνοντας τα μάτια και χαμογελώντας.

-Και είμαι σίγουρος, πως θα βρίσκετε μια τέτοια πίστη τιμιότερη, παρ' όλα τούτα, από την ολότελη απιστία... Πως φαίνεστε, πως είστε παπάς! είπε ο Σταυρόγκιν γελώντας.

Ο Τύχων του αποκρίθηκε και πάλι μ' ένα χαμόγελο, και προσέθεσε με φαιδρότητα:

-Τουναντίον, η απόλυτη αθεΐα είναι εντιμότερη από την κοσμική αδιαφορία.

-Μπαμπόγερε ! Τέτοιος μου είστε λοιπόν;

-Η απόλυτη αθεΐα είναι το προτελευταίο σκαλοπάτι του υψηλότερου σημείου της τελείας πίστεως. (Αν το ξεπερνά κανείς ή όχι, είναι άλλο ζήτημα). Ενώ ο αδιάφορος δεν έχει καμιά πίστη, εκτός από έναν άθλιο φόβο κι αυτόν ακόμα σπάνια, αν τύχει να ‘ναι φιλήδονος. While the indifferent man has no faith, except a miserable fear, and that still rarely, if he happens to be a philhellene.

-Χμ!... Έχετε διαβάσει την Αποκάλυψη;

-Την έχω διαβάσει,

-Θυμάστε... : «Και τω αγγέλω της εν Λαοδικία εκκλησίας γράψον...»;

-Θυμούμαι, είναι λόγια όμορφα.

-Όμορφα; Παράξενη έκφραση για ένα δεσπότη· οπωσδήποτε, είστε πολύ πρωτότυπος... Που είναι αυτό το βιβλίο; ρώτησε με αλλόκοτη βιασύνη ο Σταυρόγκιν, ψάχνοντας με τα μάτια του στο τραπέζι. Θα ήθελα να σας διάβαζα τη σχετική περικοπή. I would like to read you the relevant passage. Έχετε τη ρούσικη μετάφραση;

-Ξέρω το χωρίον, το θυμούμαι πολύ καλά, είπε ο Τύχων.

-Το ξέρετε απόξω... ; Πέστε το.

Ο Σταυρόγκιν χαμήλωσε τα μάτια, στήριξε τις δυο παλάμες του στα γόνατά του, φανερώνοντας ανυπομονησία. Stavrogin lowered his eyes, rested both palms on his knees, showing impatience. Ο Τύχων απάγγειλε χωρίς να παραλείψει ούτε μια λέξη: Tycho recited without omitting a single word:

«Και τω αγγέλω της εν Λαοδικία εκκλησίας γράψον: Τάδε λέγει ο αμήν, ο μάρτυς ο πιστός και αληθινός, η αρχή της κτίσεως του Θεού. "And to the angel of the church in Laodicea they wrote, Thus saith the Amen, the faithful and true witness, the beginning of the creation of God. Οίδα σου τα έργα, ότι ούτε ψυχρός ει ούτε ζεστός· όφελον ψυχρός ης ή ζεστός. I have seen thy works, that thou art neither cold nor hot; neither cold nor hot. Ούτως ότι χλιαρός ει, και ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματος μου ότι λέγεις, ότι πλούσιος ειμί και πεπλούτηκα και ουδέν χρείαν έχω, και ουκ οίδας ότι συ ει ο ταλαίπωρος και ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός...»

-Φτάνει! -Don't! διέκοψε ο Σταυρόγκιν. Αυτά λέγονται για κείνους που στέκουν στη μέση, για τους αδιάφορους, δεν είν' έτσι;... Ξέρετε, σας αγαπώ πολύ. That's said for those who stand in the way, for the indifferent, isn't it?... You know, I love you very much.

-Κ' εγώ, εσάς, αποκρίθηκε ο Τύχων με μισόσβηστη φωνή. "I, you," replied Tycho in a half-quiet voice.

Ο Σταυρόγκιν σώπασε και βυθίστηκε και πάλι στη συλλογή του. Stavrogin fell silent and sank back into his collection. Αυτό το έπαθε για τρίτη φορά, σα να τον έπιασε κρίση. This was the third time he had this, as if he had a seizure. Το ίδιο και στον Τύχωνα είχε πει : «Σας αγαπώ», μέσα σε κρίση, με κάποιον τρόπο, οπωσδήποτε, απροσδόκητο και για τον ίδιο. He had said the same to Tychon: "I love you", in a crisis, in a way that was certainly unexpected for him.

Πέρασε ένα λεφτό της ώρας.

-Μη θυμώνετε ψιθύρισε ο Τύχων αγγίζοντας δειλά με το δάχτυλο τον αγκώνα του Σταυρόγκιν. -Don't be angry, Tycho whispered, touching Stavrogin's elbow timidly with his finger.

Ο άλλος ανατρίχιασε και σούφρωσε με οργή τα φρύδια. The other shuddered and furrowed his brows in anger.

-Πώς το μαντέψατε πως ήμουν θυμωμένος; ρώτησε απότομα

Ο Τύχων θέλησε ν' αποκριθεί, αλλά ο Σταυρόγκιν εξακολούθησε με παράλογη ανησυχία: Tycho wanted to respond, but Stavrogin continued with irrational concern:

-Γιατί υποθέσατε, πως έπρεπε χωρίς άλλο να θυμώσω; Ναι, ήμουνα έξω φρενών, έχετε δίκιο, και ίσια-ίσια επειδή είπα: «Σας αγαπώ». -Why did you assume that I had to get angry?Yes, I was furious, you're right, and just because I said, "I love you." Έχετε δίκιο, είστε όμως κυνικός. Έχετε πολύ ταπεινή ιδέα για την ανθρώπινη φύση. θα μπορούσα να μη θύμωνα, αν ήμουν άλλος άνθρωπος... Έπειτα, δεν πρόκειται για τον άνθρωπο γενικά, άλλα για μένα. Κ' εσείς, όσο να ‘ναι, είστε πολύ πρωτότυπος, είστε άρρωστος. And you, however original you are, you're sick.

Θύμωνε ολοένα και περισσότερο, και -πράμα παράξενο - δε στενοχωριότανε πια να μεταχειρίζεται τα λόγια που ήθελε. He was getting angrier and angrier, and - strange thing - he was no longer bothered to use the words he wanted.

-Ακούστε, δε μ' αρέσουν οι σπιούνοι κ' οι ψυχολόγοι, τουλάχιστον εκείνοι απ' αυτούς που θέλουνε να τρυπώσουνε μες στην ψυχή μου. Δεν προσκάλεσα κανένα να μπει μέσα μου, δεν έχω από κανέναν ανάγκη, ξέρω να οδηγούμαι μονάχος μου. I have not invited anyone to enter me, I don't need anyone, I know how to lead myself. Θα νομίζετε ίσως πως σας φοβούμαι; ρώτησε δυναμώνοντας τη φωνή και ανασηκώνοντας το κεφάλι του με προκλητικό ύφος. "Do you perhaps think I am afraid of you?" he asked, raising his voice and raising his head in a defiant tone. Είστε ολότελα σίγουρος πως ήρθα να σας αποκαλύψω τρομερό μυστικό και το περιμένετε με περιέργεια καλογερική, όπως το συνηθίζετε όλοι σας. You are quite sure that I have come to reveal a terrible secret to you and you are waiting for it with curiosity, as you all are wont to do. Μάθετε λοιπόν, πως δε θα σας αποκαλύψω τίποτα, κανένα μυστικό, γιατί δε σας έχω καθόλου ανάγκη.

Ο Τύχων τον κοίταξε με βλέμμα στερεό και είπε:

-Ξαφνιστήκατε με το γεγονός, ότι ο Αμνός προτιμά τους ψυχρούς από τους χλιαρούς, και δε θέλετε να είστε μονάχα χλιαρός. Προαισθάνομαι πως έχετε κάποια πρόθεση εξαιρετική, τρομερή ίσως. Αν είναι έτσι, σας εξορκίζω, μη βασανίζεστε και πέστε όλα όσα ήρθατε να μου πείτε.

-Και είσαστε σίγουρος, πως ήρθα για να σας αποκαλύψω κάτι;

-Το... Το είχα μαντέψει από την όψη σας, ψιθύρισε ο Τύχων χαμηλώνοντας τα μάτια.

Ο Σταυρόγκιν ωχρίασε ελαφρά, τα χέρια του έτρεμαν. Για λίγα δευτερόλεφτα κάρφωσε σιωπηλά το βλέμμα του στον Τύχωνα, σα να ‘παιρνε κάποια απόφαση. Έβγαλε τέλος από τη μέσα τσέπη της ρεντιγκότας του κάτι φύλλα τυπωμένα και τ' απόθεσε στο τραπέζι.

-Ιδού κάτι φύλλα που είναι προορισμένα να κυκλοφορήσουν, είπε με φωνή μισοκομμένη. Αν τα φύλλα τούτα διαβαστούν κι από ένα μονάχα άνθρωπο δεν υπάρχει λόγος πια να τα κρατήσω μυστικά, και θα μπορούσαν να τα διαβάσουνε όλοι. Αυτή είναι η απόφασή μου... Δε σας έχω καθόλου ανάγκη, εσάς, γιατί τα ‘χω όλα αποφασισμένα... Διαβάστε όμως... μη μου πείτε τίποτα όσο τα διαβάζετε· άμα τα τελειώσετε, μου τα λέτε όλα...

-Πρέπει να τα διαβάσω, αλήθεια; ρώτησε ο Τύχων με δισταγμό.

-Διαβάστε. Το ‘χω πάρει απόφαση από καιρό.

-Δεν μπορώ να διαβάσω χωρίς τα γυαλιά μου, τα ψηφία είναι πολύ μικρά. Η εκτύπωση θα ‘γινε στο εξωτερικό...

-Να τα γυαλιά σας, είπε ο Σταυρόγκιν, δίνοντάς του τα ματογυάλια που είχε βρει στο τραπέζι απάνω, κ' έγειρε προς τα πίσω για ν' ακουμπήσει στη ράχη του ντιβανιού.

Ο Τύχων βυθίστηκε στην ανάγνωση.