No Civilisation is an Island | Nikos Lygeros | TEDxRhodes - YouTube
Μετάφραση: Konstantinos Vlachopoulos Επιμέλεια: Chryssa Takahashi
Επειδή παρατήρησα ότι όλοι κουνιούνται,
λέω να καθίσω.
Αλλά, επειδή μου έβαλαν μπουζούκι,
δεν μπορούσα να καθίσω από την άλλη πλευρά, την κλασσική,
γιατί ένιωσα πιο πολύ στο καφενείο.
Μερικές φορές στην Ελλάδα, όταν κάποιος λέει τη λέξη «επανάσταση»,
νομίζει ότι είναι επαναστατικός.
(Γέλια)
Εμένα μου είπαν ότι κάνω ό,τι θέλω, γι' αυτό ήρθα.
Επιπλέον, όταν μου είπαν ότι είναι εδώ, στο παλάτι,
ήταν δύσκολο για μένα να μην ξανάρθω.
Άρα θα ήθελα να σας πω κάτι όσον αφορά τον Ελληνισμό.
Και θα αρχίσω λοιπόν με τον τίτλο,
για να φαίνομαι σχεδόν κανονικός, τουλάχιστον στην αρχή,
ότι θα αφορά το TEDx.
Ο τίτλος μ' άρεσε από την αρχή, γιατί έχει ουσία σ' αυτά που κάνουμε ως συνέχεια.
Αλλά θέλω να σας πω το εξής: δεν υπάρχει ορισμός «νησί».
Το νησί είναι απλώς η στάθμη του νερού της θάλασσας.
Βγάλτε τη θάλασσα, ποιο είναι το νησί που μένει;
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα νησιά είναι τα βουνά της θάλασσας.
Ο καλύτερος ορισμός είναι να θεωρήσουμε ότι το νησί δεν υπάρχει χωρίς θάλασσα
άρα, ουσιαστικά θα 'ταν καλύτερο να το λέμε «μεσοθάλασσα»,
όπως λέμε «μεσόγειο» για τη θάλασσα.
Αυτό σημαίνει ότι αν αποδεχτούμε
ότι το νησί υπάρχει μόνο μέσω της θάλασσας,
τότε θα καταλάβουμε ότι έρχεται εκ των υστέρων και όχι εκ των προτέρων.
Όταν το μεταφέρουμε αυτό στους ανθρώπους, πολλοί άνθρωποι, το άκουσα κι εδώ,
-θα κάνουμε μερικές διορθωτικές πορείες ειδικά αν συνεχιστεί αυτή η πορεία μαζί-
λένε ότι σε κάποια φάση πρέπει να συνειδητοποιήσουμε κάτι.
Θα ήθελα να σας πω ότι μια ψηφίδα δεν γίνεται ποτέ ψηφιδωτό.
Το ψηφιδωτό είναι μια υπερδομή που έρχεται πριν τη δομή.
Η υπερδομή για μας είναι η ανθρωπότητα.
Άρα το ερώτημα είναι:
γιατί μερικοί καθυστερούν να βρουν ότι το πιο σημαντικό είναι η ανθρωπότητα
και ασχολούνται τόσο πολύ με τις κοινωνίες.
Διότι είναι πιο εύκολο, γιατί, όταν γεννιέσαι,
γεννιέσαι μέσα σε μια κοινωνία.
Αλλά μετά καταλαβαίνεις ότι πρέπει να το παλέψεις για να μπεις στην ανθρωπότητα.
Ένα νησί στην αρχή μπορεί να θεωρείται ότι είναι πολύ σημαντικό,
αλλά να ξέρετε τα μικρά νησιά πολύ γρήγορα ξέρουν ότι δεν είναι σημαντικά μόνα τους,
αλλά είναι σημαντικά ως δίκτυο.
Και το βλέπετε πολύ συχνά, ότι στα νησιά έχετε αυτούς που ονομάζουμε ναυτικούς,
οι οποίοι είναι παράξενοι τύποι, άμα το σκεφτούμε.
Διότι τους βάζεις σ' ένα νησί
και το πρώτο πράγμα που κάνουν είναι να φύγουν απ' το νησί.
Αλλά είναι ακόμα πιο παράξενοι, γιατί επιστρέφουν.
Αυτό σημαίνει ότι έχουν συνειδητοποιήσει ότι είναι μεσοθάλασσα.
Κι ότι ο πλούτος του νησιού είναι η θάλασσα.
Ο πλούτος του ανθρώπου είναι οι άλλοι.
Μόνο... και τίποτα άλλο.
Είναι λίγο βαρύ στην αρχή, όταν το λέμε έτσι,
αλλά πόσο κάνει καλό, όταν το ζούμε.
Άρα πρέπει να σκεφτούμε τα πράγματα κάπως διαφορετικά,
δηλαδή πρώτα είναι η θάλασσα, μετά εμφανίζονται τα νησιά.
Πρώτα είναι η ανθρωπότητα, μετά εμφανίζεται η έννοια του ανθρώπου,
και δεν είναι το ανάποδο.
Το ψηφιδωτό, όπως είπα στην αρχή, είναι πριν τις ψηφίδες.
Αυτός που επινοεί ένα ψηφιδωτό
δεν το επινοεί απλώς ως μια συλλογή από ψηφίδες,
που είναι η μία δίπλα στην άλλη.
Και εδώ μπαίνει μια άλλη ιδέα, που είναι λανθασμένη κοινωνικά.
Δίνουμε μεγάλη σημασία στο γεγονός ότι είμαστε κοντά.
Κι αυτό, Μάνο, θα πρέπει να το προσέχεις.
Γιατί, όταν μας είπες να κοιτάξουμε
αυτούς που είναι δίπλα μας ή κοντά μας ή πίσω μας,
ήταν πάντοτε η γειτονιά μας η οποία δεν επιλέχτηκε.
Και νομίζω ότι οι άνθρωποι που μίλησαν εδώ σου είπαν, ουσιαστικά,
ότι, μην κάθεσαι μες στη γειτονιά σου.
Βρες ποιοι θα είναι οι άλλοι άλλοι σου.
Εγώ δεν γύρισα πίσω. Το ομολογώ.
Γιατί έρχομαι από πίσω.
Όταν είσαι ο τελευταίος και κάποιος σου ζητάει να γυρίσεις πίσω,
λες, έχει χιούμορ.
Εμείς οι Έλληνες θα ήμαστε πάντα οι τελευταίοι
-βέβαια, άμα σας το λέω έτσι, νομίζετε ότι είναι κριτική,
θα καταλάβετε πού το πάω-
επειδή εμείς σπρώχνουμε όλους τους άλλους.
Και μ' άρεσε, γιατί είδα μια εικόνα που έλεγε
ότι έχουν μεγαλύτερη σημασία αυτοί που σπρώχνουν παρά αυτοί που τραβάνε.
Λέμε, ας πούμε, τι τραβάω και δε μαρτυράω και δε λέτε τι σπρώχνω και δε μαρτυράω.
Γιατί κάποιος το κάνει, άρα σημασία είναι να σπρώχνουμε.
Άρα, όταν σπρώχνουμε μαζί, όταν είμαστε μαζί,
όταν τα νησιά καταλαβαίνουν ότι είναι ένα σύμπλεγμα,
τότε αποκτούν μια άλλη δυναμική.
Στα Δωδεκάνησα όλα τα πράγματα είναι παράξενα.
Όταν είμαστε στη Ρόδο, όλοι μιλάνε για τη Ρόδο.
Κοιτάζω αν έχουμε ακόμα δείγματα τουρισμού.
Γιατί, ξέρεις, όλοι κλαίγονται, αλλά εμείς έχουμε τα αεροπλάνα.
Τώρα ξαφνικά σταμάτησαν, θα δω...
Λέμε Δωδεκάνησα, 23 νησιά.
Πρέπει να το 'χεις.
Εμείς εφηύραμε τα μαθηματικά, αλλά βέβαια σίγουρα το κάναμε και στρατηγικά.
Σου λέμε, άμα λέμε 12, θα πιάνουν μόνο τα 12 θα μας μείνουν τα άλλα.
Αυτό σημαίνει
ότι για να παρακολουθήσεις τη σκέψη του Έλληνα, έχεις κάποιες δυσκολίες.
Έχεις τόσο μεγάλες δυσκολίες που τις έχουν και οι Έλληνες.
Αυτό είναι πάρα πολύ καλό, γιατί μας προστατεύει απ' τους εχθρούς,
διότι ούτε αυτοί ξέρουν τι θέλουμε ακριβώς.
Γι' αυτό κι είμαστε δύσκολα προδότες.
Να προδώσουμε τι; Αφού δεν ξέρουμε τι θέλαμε ακριβώς.
Ενώ σ' άλλες χώρες ξέρουν όλοι τι θέλουν, αλλά παίρνετε έναν, προδίδει τους πάντες.
Εμείς δυσκολευόμαστε στο θέμα της προδοσίας
και γι' αυτό συνήθως θυσιαζόμαστε.
Είμαστε ένας λαός της θυσίας και της αντίστασης.
Θα ήθελα να σου πω κάτι πάλι, Μάνο.
Να προσέχεις όταν κάνεις αναλογίες κι όταν είναι εδώ αυτός που σου μιλάει τώρα.
Γιατί δεν έχει σημασία ποιος έφτιαξε τις πέτρες,
είναι από ποια πλευρά απ' τα τείχη ήταν οι δικοί μας
την ώρα που γινόταν η πολιορκία
και τότε θα δεις ότι η αναλογία που έκανες είναι καθαρά λανθασμένη.
Κι αν τώρα θεωρείς ότι είμαστε ελεύθεροι,
είναι επειδή επιλέξαμε τη σωστή πλευρά που δεν ήταν πάντοτε η εύκολη.
Διότι κάτι που δεν μας αρέσει εμάς είναι να μας λένε τι πρέπει να κάνουμε.
Κι είναι λογικό, αφού δεν ξέρουμε ποτέ τι πρέπει να κάνουμε.
Άρα γιατί να μας το λέει ο άλλος.
(Ήχοι αεροπλάνου)
Επιτέλους ήρθε! (Γέλια)
Φοβήθηκα ότι δεν έχετε τουρισμό το βράδυ.
Θα κάνω μια παύση, αλλά σου υπόσχομαι ότι, ακόμα κι αν έχει θόρυβο, θα ξανάρθω,
θα λέω τα ίδια, εγώ λέω πάντα τα ίδια.
Άρα λέω λοιπόν το εξής:
πρέπει να σκεφτούμε ότι τα τείχη μας -όπως τα βλέπετε εδώ-
είναι τα βιβλία, είναι οι γνώσεις,
δεν είναι οι πέτρες.
Ο Ελληνισμός κατάφερε να πάρει πέτρες και να φτιάξει τέχνη.
Ενώ άλλοι βλέπουν μόνο τις πέτρες.
Κι όταν ο Ελληνισμός γίνεται Ελλαδισμός, βλέπουν μόνο ερείπια.
Μα είμαστε λαός από ερείπια.
Ενώ οι άλλοι ξέρετε πόσο θα δίναν να είχαν ερείπια;
Τρεις πέτρες βρίσκουν και το ονομάζουν «μουσείο».
Εμείς έχουμε χιλιάδες το λέμε «αποθήκη».
Κι αναρωτιόμασταν αν σε κάποια φάση θα πρέπει να γίνει μουσείο.
Άρα, όταν ζεις μέσα σ' αυτόν τον χώρο, ο οποίος για μας είναι μόνο χώρος-χρόνου,
είμαστε ένας λαός του χρόνου κι όχι του χώρου.
Το νησί έχει αυτό το καλό, ότι έχει άμεση επαφή με τη θάλασσα,
έχει άμεση επαφή με τις σχέσεις.
Και πρέπει να χάσουμε χρόνο στις σχέσεις μας,
πρέπει να χάσουμε πολύ χρόνο.
Κι έχει ενδιαφέρον, γιατί το σωστό θεσμικό πλαίσιο, για να χάνετε χρόνο,
είναι η δημοκρατία.
Η δημοκρατία είναι το ιδανικό, γιατί πρέπει να συζητάμε,
αλλά μόλις συζητάμε πρέπει να χάσουμε χρόνο,
αλλά είναι ο μόνος τρόπος να επενδύσουμε μέσα στον χρόνο
και να παράγουμε ένα έργο μέσα στον χρόνο.
Γιατί όλα αυτά που γίνονται γρήγορα φεύγουν γρήγορα.
Είμαστε της βραδύτητας, γι' αυτό σας λέω θα 'μαστε τελευταίοι,
και σίγουρα και με τον Θεό θα ζητήσουμε παράταση.
Θα Του πούμε, αν ήξερες πόσους σπρώξαμε μέχρι να φτάσουμε,
πού να προλάβουμε να είμαστε στην ώρα μας;
Άρα ήμαστε πιο πολύ της ομορφιάς παρά του ωραίου,
γιατί το ωραίο είναι για όταν είσαι στην ώρα σου.
Εμείς, έχουμε διάφορες ώρες, όπως ξέρετε, στην Ελλάδα,
ανάλογα με τα χρώματα και, όπως είμαστε χαμαιλέοντες, τα αλλάζουμε συχνά.
Αυτό που έχει σημασία είναι να σκεφτούμε το εξής:
πώς ένας λαός του χρόνου
μπορεί να έχει δώσει τόσα παραδείγματα σε λαούς του χώρου;
Είμαστε του χρόνου λόγω της θάλασσας, εμείς γεννηθήκαμε στα νησιά.
Ουσιαστικά γεννηθήκαμε εκεί που ήταν πολλά τα νησιά.
Όχι ένα νησί.
Άμα ρωτήσετε σε κάποιον,
προτιμάς, στην Ελλάδα, να είσαι της στεριάς ή του νησιού, ως δύναμη.
Θα σας πει της στεριάς. Άμα πάρετε ένα μεγάλο νησί και του πείτε:
θες να είσαι σε ένα μεγάλο νησί ή σε μικρά νησιά.
Θα πει μεγάλο νησί. Στις δύο απαντήσεις έχει κάνει λάθος.
Το πιο ανθεκτικό που υπάρχει στη στρατηγική είναι τα πολλά μικρά νησιά.
Γιατί λειτουργούν με μια τεράστια ασπίδα.
Θα κάνω μια μικρή παύση, η οποία σίγουρα θα καταμετρηθεί.
Και θα σας πω ότι, αν εδώ μιλάμε ακόμα Ελληνικά,
αν εδώ ασχολούμαστε ακόμα με τις γνώσεις, με την ανθρωπότητα και την ανθρωπιά,
αν μιλάμε για τη λέξη «φιλότιμο», είναι επειδή έχουμε τη θάλασσα.
Θα ήθελα να φανταστείτε για μια στιγμή την Ελλάδα χωρίς θάλασσα.
Είναι πολύ απλό, εξαφανίζεται ο Ελληνισμός.
Κι επειδή εξαφανίζεται ο Ελληνισμός, η Ελλάδα δεν έχει πια προστασία.
Αντιθέτως, λοιπόν, πρέπει να σκεφτούμε το εξής:
Ο Ελληνισμός πάντοτε ασχολείται με την ανθρωπότητα.
Δεν ασχολείται μόνο με τη χώρα, ασχολείται με τον χρόνο
κοιτάζει τι θα μείνει, γιατί ένα μεγάλο χαρακτηριστικό που έχουμε
και γι' αυτό είμαστε ανθεκτικοί
είναι ότι εμείς έχουμε αποφασίσει ότι θα ήμαστε εδώ και μετά.
Αυτοί που έχουν έρθει να μας καταπατήσουν συνήθως έχουν αποφασίσει να είναι εδώ,
αλλά την πατάνε στο μετά, γιατί στο μετά είμαστε εμείς εδώ, ξανά.
Άρα θέλει να πει ότι έχουμε μπει σε ένα χώρο αντίστασης που είναι ο χρόνος,
και λέμε πότε θα φύγουν.
Είμαστε της αντίστροφης μέτρησης.
Κάθε φορά που κάποιος μας κατακτά,
αμέσως μετράμε σε πόσο καιρό θα φύγει ξανά.
Ναι, ναι...
Και εμείς, επειδή είμαστε της βραδύτητας, μετράμε με αιώνες.
Βλέπω είναι πολύ οι Έλληνες εδώ.
Τώρα αυτοί που μεταφράζουν στα Αγγλικά, δε ξέρω, θα δυσκολευτούν.
Αλλά τέλος πάντων.
Γιατί μετράμε με αιώνες; Γιατί αυτό που έχει σημασία είναι το αιωνόβιο.
Και όχι τα χρόνια.
Άμα σκεφτείτε ότι καταφέραμε να βάλουμε σε παρένθεση 400 χρόνια κατοχής.
Ποιος λαός θα τολμούσε να το κάνει αυτό;
Εμείς λέμε εντάξει ρε παιδιά... Κατοχή ήταν, τέλειωσε.
Και συνεχίζουμε. Ξέρετε γιατί; Γιατί έχουμε τεράστιο βάθος σε παρελθόν.
Άρα έρχεται ο άλλος, ακόμα και όταν θέλει να καθίσει 400 χρόνια,
του λέμε, κοίτα, εδώ δε θα αντέξεις.
Έχουμε τη γραφειοκρατία,
δεν ξέρουμε ακριβώς τι θέλουμε,
είμαστε πάντοτε γκρινιάρηδες.
Κατά συνέπεια θα είναι καλό να ετοιμαστείς να φύγεις.
Και συνήθως εκεί τον βοηθάμε κιόλας.
Για να φύγει λίγο πιο γρήγορα,
γιατί σε κάποια φάση, όπως ξέρετε, θεωρούμε ότι εντάξει φτάνει.
Είναι το «ως εδώ και μη παρ' έκει».
Άρα ο Έλληνας έχει μεγάλη ανθεκτικότητα
επειδή αντέχει, επειδή μετράει με αιώνες και επειδή υπάρχουν και οι χιλιόχρονοι.
Γιατί γελάτε, δεν κατάλαβα; Δε σας έχουν πει ποτέ «χιλιόχρονος»;
Και ξέρετε, όπως εμείς ζούμε αρκετά αργά,
πού να τολμήσετε να πείτε «Να τα εκατοστήσεις»; Ο άλλος είναι 97.
Χιλιόχρονος λες, πάνω κάτω καλά τα πάμε.
Τι θέλω να σας πω; Θέλω να σας πω ότι αυτή η συλλογική μνήμη που έχουμε
είναι αυτή που επηρεάζει δεδομένα.
Και έχει ενδιαφέρον, συνήθως εμείς πάνω κάτω για να καταλάβουμε πόσο καλοί είμαστε
πρέπει να μας το πουν απ' το εξωτερικό. Εντάξει;
Δηλαδή. Άμα πάρετε τους Έλληνες, επειδή ήμασταν πάντοτε τρεις κι ο κούκος.
Και πάντοτε οι τρεις προστάτευαν τον κούκο και ο κούκος τους τρεις,
γιατί δεν είχαμε κι άλλους.
Δίναμε μεγάλη σημασία στην ανθρωπιά.
Μεγάλη σημασία στις σχέσεις.
Μεγάλη σημασία στο δίκτυο.
Μεγάλη σημασία στο γεγονός ότι πρέπει να είμαστε μαζί κι όχι μόνο κοντά.
Με τη διασπορά καταφέραμε να παραμείνουμε μαζί, ενώ ήμασταν μακριά.
Ενώ η κοινωνία αποδεικνύει ότι μπορεί να είμαστε κοντά χωρίς να είμαστε μαζί.
Πολλά διαζύγια.
Οι Έλληνες δεν κάνουν διαζύγια, ξέρετε γιατί;
Γιατί δε τους αρέσει ο ζυγός.
Δεν πάνε έτσι.
Εμείς έχουμε ένα πρόβλημα, μας δυσκολεύει να σκύβουμε το κεφάλι.
Δε σας λέω καν να γονατίζουμε, αυτό είναι άλλο θέμα.
Είναι κουραστικό.
Άρα, όταν πρέπει να γονατίσουμε και μπροστά σε κάποιον άλλον,
ο οποίος μας το λέει κιόλας,
μας δυσκολεύει.
Και λέμε στο κάτω κάτω της γραφής, όπως ξέρετε,
εφόσον μου έβαλαν και μπουζούκι, γιατί να είμαι σκλάβος;
Δεν μας αρέσει η σκλαβιά.
Και δυστυχώς ξεχνάμε μερικές έννοιες,
ξεχνάμε ας πούμε ότι έχουμε επιλέξει σαν σύνθημα «ελευθερία ή θάνατος».
Δηλαδή, σαν συμβιβαστική λύση, ε; Υπάρχουν και καλύτερες.
Αυτό σημαίνει τι; Σημαίνει ότι δεν δέχομαι τίποτα άλλο πάρεξ ελευθερίας.
Όμως μερικοί προσπαθούν να μας εξηγήσουν ότι, εντάξει μωρέ, άμα τα βρούμε,
αν συμβιβαστούμε, θα ήταν έτσι.
Μα δεν το κάναμε ποτέ, κι ούτε θα το κάνουμε.
Διασχίσαμε την αρχαιότητα, συνεχίσαμε με το Βυζάντιο, συνεχίσαμε με την επανάσταση.
Παρεμπιπτόντως σας υπενθυμίζω
ότι δεν έχουμε τελειώσει ακόμα την απελευθέρωσή μας,
γιατί το σημείο απελευθέρωσης, όπως ξέρετε,
εξαρτάται από το σημείο έναρξης.
Το σημείο έναρξης, όπως ξέρετε, έγινε το 1453.
Άρα, άμα το σκεφτείτε ότι εμείς μετράμε σε αιώνες,
πρέπει να καταλάβετε ότι δεν τελειώσαμε τη δουλειά μας.
Τώρα βλέπω δεν χαμογελάτε,
είδατε εδώ καταλαβαίνω πάνω-κάτω πού το πάει.
Άρα σας υπενθυμίζω κάτι, ότι τα νησιά είναι κάστρα
μόνο και μόνο όταν είναι συνδεδεμένα.
Άμα σκεφτείτε τώρα ότι η θάλασσα είναι τάφρος.
Όσοι δεν ξέρουν
ότι η θάλασσα είναι τάφρος για ένα νησί, ζουν σ' ένα τάφο.
Κάθε φορά που φτιάχνουμε ένα κάστρο,
το πρώτο πράγμα που κάνουμε είναι να βάλουμε νερό γύρω του.
Πρέπει να είσαι ανώμαλος.
Αφού είναι ξηρά.
Όχι. Γιατί ξέρουμε ότι αυτό που προστατεύει περισσότερο τον άνθρωπο
είναι αυτό το θαλάσσιο στοιχείο.
Ή δυσκολεύει. Η θάλασσα δυσκολεύει. Σας δίνω ένα παράδειγμα πολύ απλό.
Όταν περπατάτε πάνω στην ξηρά, και μπουμπούνας να είστε θα τα καταφέρετε.
Όταν είστε πάνω στη θάλασσα, και έξυπνος να είστε, είναι δύσκολο.
Άρα, άμα σκεφτείτε ότι ο ελληνισμός αποφάσισε να χτίσει σπίτια πάνω σε καράβια
τα σπίτια μας είναι τα καράβια μας.
Αποφασίσαμε να χτίσουμε έναν ολόκληρο πολιτισμό πάνω στο νερό.
Τι πιο παράξενο; Άμα το σκεφτείτε, όμως, ουσιαστικά τι κάναμε;
Κάναμε ένα δίκτυο πριν το διαδίκτυο.
Δεν ξέρουμε ακριβώς πού είμαστε, μετακινούμαστε συνεχώς.
Σας θυμίζω ότι έχουμε τον πρώτο εμπορικό στόλο στον κόσμο.
Δεν το άκουσα προηγουμένως. Να μη το λέμε; Να το λέμε.
Βέβαια το έχουν οι Έλληνες, όχι η Ελλάδα. Είναι λίγο διαφορετικό.
Άρα να θυμάστε όμως ότι οι Έλληνες είναι του ελληνισμού,
η Ελλάδα όχι πάντα.
Γιατί έχουμε και κατοχές.
Άρα αυτό που έχει σημασία είναι ότι, αν εμείς είμαστε μαζί
και αν συνεχίσουμε αυτήν την πορεία διαχρονικά,
γιατί βέβαια εμείς είμαστε μόνο του διαχρονικού,
δεν μας ενδιαφέρει όταν είναι εφήμερο.
Σας υπενθυμίζω ότι εμείς ξέρουμε ότι είμαστε θνητοί.
Άρα, επειδή το ξέραμε,
δεν μπήκαμε στη διαδικασία που είχαν οι Πέρσες, που 'χαν αθάνατους.
Και υπενθυμίζω ότι ακόμα και τους Πέρσες τους μάθαμε να πεθαίνουν.
Επειδή είμαστε θνητοί, αποφασίσαμε ότι πρέπει να κάνουμε κάτι για να μείνει.
Άρα αν θέλετε είναι το παράδοξο,
είναι πώς το εφήμερο μπορεί να γίνει αιώνιο;
Ο μόνος τρόπος είναι να παράγει ένα έργο το οποίο να είναι διαχρονικό.
Δηλαδή πάνω κάτω από την αρχαιότητα δεν ξέρετε τίποτα το προσωπικό,
ούτε απ' το Βυζάντιο, αλλά ξέρουμε το έργο.
Αυτό το έργο είναι αυτό που κατάφεραν όλοι αυτοί οι άνθρωποι
που έσπρωχναν προς την ίδια κατεύθυνση, την εξέλιξη.
Πολυκυκλικά,
δηλαδή σχεδόν στο ίδιο σημείο, αλλά ποτέ ακριβώς στο ίδιο.
Πολλά μοιάζουν, αλλά είναι πάντα διαφορετικά.
Όταν σας λεν ότι τα πράματα μοιάζουν, να κοιτάτε αμέσως σε τι διαφέρουν.
Γιατί αλλιώς θα σας έλεγαν ότι είναι ταυτόσημα.
Μόλις διαφέρουν σε κάτι, άλλοι λεν ότι μοιάζουν.
Η ιστορία μοιάζει με την ιστορία.
Αλλά γίνεται ιστορία μόνο όταν περνάει στο στάδιο του μύθου.
Προηγουμένως άκουσα
ερμηνείες για τον μύθο που δεν ήταν ελληνικές.
Και φάνηκε.
Σε μας ο μύθος είναι πολύ σημαντικός και είναι πολύ πιο σημαντικός από την ιστορία.
Γιατί ο μύθος είναι η ουσία της ιστορίας.
Ενώ η ιστορία, όταν προσπαθεί να γίνει μύθος μόνη της, είναι απλώς περιγραφή.
Είναι η διαφορά μεταξύ της εφημερίδας και του βιβλίου.
Κάθε μέρα φτιάχνουμε μια εφημερίδα.
Τώρα βέβαια είναι μερικοί που κάνουν και μπλογκ.
Και κάθε μέρα αυτή η εφημερίδα έχει λήξη.
Γεννιέται με μια ημερομηνία λήξης.
Ενώ χρειάζεστε πολλές μέρες,
μπορεί και εβδομάδες ακόμα και χρόνια, για να φτιάξετε ένα βιβλίο.
Το οποίο όμως θα κρατήσει αιώνες.
Γιατί δεν φτιάχτηκε με ημερομηνία λήξης.
Φτιάχτηκε μόνο με ημερομηνία έναρξης.
Θέλει περισσότερο χρόνο, θέλει περισσότερη σκέψη,
θέλει εφευρετικότητα και θέλει και ανθεκτικότητα,
διότι πρέπει να παραμείνει αυτό το βιβλίο.
Άρα τα βιβλία, οι εικόνες,
η μεγάλη εικόνα, τα μεγάλα βιβλία, η Βίβλος,
είναι πράματα τα οποία τα κρατάμε, τα διατηρούμε,
γιατί ξέρουμε ότι αυτό θα είναι σημαντικό.
Δεν θα είναι σημαντικό μόνο για μας,
γιατί σκεφτόμαστε ήδη τους αγέννητους, επειδή σεβόμαστε τους νεκρούς.
Ακούσαμε για το φιλότιμο.
Είναι σωστό, είναι σωστό. Δε θέλω να αλλάξετε το όνομα.
Αλλά θα ήθελα να μιλήσω για την αξία.
Γιατί ξέρεις, Μάνο, ακόμα και να έχεις φιλότιμο,
στο τέλος, όταν θα πεθάνεις,
αν έχεις κάνει ένα έργο σε σχέση με το φιλότιμο,
δε θα σου πουν ήσουν φιλότιμος, θα σου πουν «άξιος».
Είμαστε πολύ της Σπάρτης, όταν εκφραζόμαστε,
λέμε μόνο αυτή τη λέξη.
Πρέπει να καταλάβετε, όλοι οι Έλληνες που 'μαστε εδώ
και «Έλληνες» το λέω με την έννοια του ελληνισμού
άρα είναι και οι ξένοι μη νομίζετε,
γιατί ο ελληνισμός πάντα ασχολείται και με τους ξένους,
θεωρούσε ότι ο χώρος, ο φυσιολογικός της έκφρασης, της σκέψης,
είναι η ανθρωπότητα κι όχι ένα κράτος
και γι' αυτό, για όσους ανησυχούν αν και πότε θα έχουμε ένα κράτος,
να θυμάστε πάντα ότι δεν είχαμε ποτέ κράτος,
δεν έχουμε κράτος και δεν πρόκειται ποτέ να έχουμε κράτος
γιατί είμαστε Έλληνες.
Άρα μην μπείτε σ' αυτήν τη διαδικασία να κάνετε αναπαραγωγή από τα κράτη των άλλων
για να μας τα φέρετε εδώ,
δεν το 'χουμε ανάγκη, έχουμε αιώνες που τα καταφέρνουμε μια χαρά.
Ούτως ή άλλως ξέρετε, ότι μόνο στην Ελλάδα υπάρχει η έκφραση «σοβαρό κράτος».
Λέμε ας πούμε, «Μα ένα σοβαρό κράτος».
Ενώ στις άλλες χώρες δε λένε σοβαρό ή όχι, λένε κράτος.
Θέλει να πει ότι έχουμε ήδη αυτό το χιούμορ εδώ και αιώνες,
άρα ας το αφήσουμε όπως είναι, δεν πειράζει, ανήκει στις κοινωνίες,
αυτό που έχει σημασία είναι τι αφήνουμε εμείς για τους επόμενους.
Και πρέπει να καταλάβουμε ότι ουσιαστικά, ακόμα κι αν είμαστε εδώ,
είμαστε εδώ γιατί θεωρούμε ότι είμαστε μια συνέχεια,
θεωρούμε ότι είμαστε ένας δεσμός και δεν αποδεχόμαστε δεσμά.
Ο δεσμός είναι διαφορετικός, είναι όταν συμφωνούν και οι δύο να είναι μαζί.
Είμαστε του δεσμού.
Είμαστε του δεσμού με τον χρόνο.
Αυτό που μας αγγίζει είναι αυτό που μένει. Αυτό που παραμένει.
Δε μας αγγίζει αυτό που είναι εντυπωσιακό.
Ακόμα και όταν βλέπουμε κάτι το εντυπωσιακό
και τελειώνει, λέμε «Αυτό ήταν;».
Ενώ, όταν βλέπετε ας πούμε τα κάστρα, όταν βλέπετε τους ναούς,
όταν βλέπετε τις εκκλησίες,
και βλέπετε ότι σας θαυμάζουν εκείνη τη στιγμή ως μυρμήγκι
σε σχέση με τους αιώνες που ζουν αυτοί,
λένε «Κοίτα, πάλι εδώ αυτός».
Ξέρετε τι είναι για μία εκκλησία που να έχει
σχεδόν δέκα αιώνες να σας ξαναβλέπει εδώ;
Να λέει, «Μιλάνε ακόμα την ίδια γλώσσα οι δικοί μας, ε;».
Ενώ υποτίθεται δε μιλάνε πια Ελληνικά, να ξέρετε, μας το λενε αυτό.
Άρα να θυμάστε πάνω-κάτω, για να τελειώσουμε εγκαίρως,
ότι: ποτέ στην ιστορία του ελληνισμού δεν υπήρχαν τόσοι άνθρωποι
που μιλάνε Ελληνικά.
Ποτέ στην ιστορία του ελληνισμού δεν υπήρχε τόσο μεγάλη διάδοση.
Κι όμως ποτέ στην ιστορία του ελληνισμού δεν υπήρχε τόσο μεγάλη γκρίνια.
Άρα να θυμάστε ότι είμαστε γκρινιάρηδες, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι
θα συνεχίζουμε να είμαστε γκρινιάρηδες, που σημαίνει ότι θα είμαστε εδώ και μετά.
Άρα για όλους τους άλλους, όσο και να 'ρθουν, εμείς είμαστε πάντα φιλόξενοι
ως ένα περιθώριο, μετά γεια σας.
Ευχαριστώ πολύ, να 'στε καλά.
(Χειροκρότημα)