×

Używamy ciasteczek, aby ulepszyć LingQ. Odwiedzając stronę wyrażasz zgodę na nasze polityka Cookie.


image

Tolkien - Τα Παιδιά του Χούριν, EXTRA 1 (NO AUDIO)

EXTRA 1 (NO AUDIO)

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΙΣΤΟΡΙΩΝ

Αυτές οι αλληλένδετες αλλά ανεξάρτητες ιστορίες ξεχώριζαν από παλιά μέσα στη μεγάλη και πολύπλοκη ιστορία των Βάλαρ, των Ξωτικών και των Ανθρώπων στο Βάλινορ και στις Μεγάλες Περιοχές. Και στα χρόνια που ακολούθησαν την εγκατάλειψη των Χαμένων Ιστοριών πριν από την ολοκλήρωσή τους, ο πατέρας μου άφησε τον πεζό λόγο και άρχισε να δουλεύει ένα μεγάλο ποίημα με τίτλο "Ο Τούριν, γιος του Χούριν, και ο Γκλόρουντ ο Δράκος", που αργότερα, σε μια αναθεωρημένη έκδοση, έγινε Τα Παιδιά του Χούριν. Αυτό έγινε στις αρχές της δεκαετίας του 1920, όταν δίδασκε στο Πανεπιστήμιο του Λιντς. Γι' αυτό το ποίημα χρησιμοποίησε το αρχαίο αγγλικό παρηχητικό μέτρο (τη στιχουργική μορφή του Μπέογουλφ και άλλων αγγλοσαξονικών ποιημάτων), επιβάλλοντας στη σύγχρονη αγγλική τα απαιτητικά πρότυπα τονισμού και “όμοιας αρχής” που τηρούνται στα παλαιά ποιήματα. Σ' αυτού του είδους τα ποιήματα επέδειξε μεγάλη ικανότητα και σε πολύ διαφορετικές μορφές, από το δραματικό διάλογο του έργου του "Η Παλιννόστηση του Μπέορχτνοθ" μέχρι την ελεγεία για τους πεσόντες στη μάχη των Πεδίων του Πέλενορ. Το παρηχητικό Τα Παιδιά του Χούριν ήταν, μακράν, το μεγαλύτερο από τα ποιήματά του σ' αυτό το μέτρο, ξεπερνώντας κατά πολύ τους δύο χιλιάδες στίχους. Όμως το είχε συλλάβει σε μια τόσο μεγάλη κλίμακα, που, όταν το εγκατέλειψε, είχε φτάσει μόλις μέχρι την αφήγηση της επίθεσης του Δράκοντα κατά του Νάργκοθροντ. Αφού θα ακολουθούσε ένα μεγάλο μέρος από τις Χαμένες Ιστορίες, γράφοντας σε τόσο εκτεταμένη μορφή, θα χρειαζόταν πολλές χιλιάδες στίχους ακόμη. Μια δεύτερη εκδοχή, που εγκαταλείφθηκε σε ακόμη πιο πρώιμο σημείο της αφήγησης, έχει περίπου το διπλάσιο μέγεθος από την πρώτη εκδοχή μέχρι το ίδιο σημείο.

Σ' εκείνο το μέρος του θρύλου των Παιδιών του Χούριν που αποδόθηκε από τον πατέρα μου στο παρηχητικό ποίημα, η παλιά ιστορία στο Βιβλίο των Χαμένων Ιστοριών επεκτείνεται και αναπτύσσεται πιο λεπτομερειακά. Είναι αξιοσημείωτο ότι εδώ εμφανίστηκε η μεγάλη υπόγεια οχυρή πόλη του Νάργκοθροντ και η κυριαρχία της σε μεγάλες εκτάσεις (ένα κεντρικό στοιχείο όχι μόνο στο θρύλο του Τούριν και της Νίενορ, αλλά και στην ιστορία των Παλαιών Ημερών της Μέσης-γης), με μια περιγραφή των αγροτικών εκτάσεων των Ξωτικών του Νάργκοθροντ, που αποτελεί σπάνια αναφορά στις “τέχνες της ειρήνης” στον αρχαίο κόσμο, αφού τέτοιες νύξεις εμφανίζονται μόνο αραιά και πού. Κατεβαίνοντας νότια κατά μήκος του ποταμού Νάρογκ, ο Τούριν και ο σύντροφός του (ο Γκουίντορ στο κείμενο αυτού εδώ του βιβλίου) βρήκαν τις περιοχές κοντά στην είσοδο του Νάργκοθροντ φαινομενικά εγκαταλειμμένες:

...σε χώρα έφτασαν όμορφα φροντισμένη,

απ' ανθισμένες εκβολές κι ωραίες εκτάσεις

πέρασαν, κι άδεια απ' αγρότες βρήκανε

κάμπους, λιβάδια και αγρούς εκεί στον Νάρογκ.

με τα οργωμένα χώματα ζωσμένα από τα δέντρα

ανάμεσα σε λόφους και ποτάμι. Είδαν τσαπιά

μες στους αγρούς αδιάφορα ριγμένα, και σκάλες

κείτονταν στα χόρτα τα ψηλά στα πλούσια περιβόλια,

όλα τα δέντρα γύριζαν με κεφαλή κλαδόπλεχτη

κρυφά να τους κοιτάξουν, κι όλα τ' αυτιά αφουγκράζονταν

των χορταριών που γνέφαν, κι ήλιος μεσημεριάτικος

έλαμπε πάνω σε γη και φύλλα, κι όμως εκείνοι ένιωσαν

τα μέλη παγωμένα.

--

Και έτσι οι δυο ταξιδιώτες έφτασαν στις πύλες του Νάργκοθροντ, στο φαράγγι του Νάρογκ:

απότομοι στέκαν και γεροί των λόφων

οι ώμοι, γέρνοντας πάν' απ' το γοργό νερό'

κι εκεί βαθμίδα απότομη, κρυμμένη μες στα δέντρα,

ήταν πλατιά και φιδωτή, απ' τη φθορά λιωμένη,

μέσα στην όψη της κατηφοριάς.

Πύλες είδαν εκεί γιγάντιες και σκοτεινές

μες στην πλαγιά χωμένες τα ξύλα τους τεράστια,

και πέτρα ήταν βαριά ανώφλια κι ορθοστάτες.

--

Τα Ξωτικά έπιασαν τους ταξιδιώτες, τους μετέφεραν μέσα στην πόλη, και οι πύλες έκλεισαν πίσω τους:

Έτριξε και βρόντηξε πάνω σε στρόφιγγες βαριές

γιγάντια η πόρτα, και κάνοντας αχό βαρύ

χτύπησε κλείνοντας σαν κεραυνός,

και τρομεροί απόηχοι σε άδειους διαδρόμους

απλώθηκαν και βούιξαν κάτ' απ' αόρατες στέγες

κι έσβησε το φως. Και προχωρώντας πέρασαν

από μεγάλους φιδωτούς και σκοτεινούς διαδρόμους,

με τους φρουρούς να οδηγούν τα αβέβαια βήματά τους,

ώσπου μια λάμψη αμυδρή απ' των δαυλών τη φλόγα

μπροστά τους άστραψε, και μακρινά μουρμουρητά

σαν από πάμπολλες φωνές σε δώμα συναγμένες

άκουσαν καθώς έσπευδαν. Ψηλή πολύ η οροφή.

Σε μια γωνία ξαφνικά εστρίψανε μπροστά τους,

κι άναυδοι είδανε συμβούλιο σοβαρό,

εκατοντάδες άτομα βουβά, σε απέραντο λυκόφως,

κάτω από τρούλους μακρινούς και σκοτεινές καμάρες

αυτούς να περιμένουν.

--

Όμως στο κείμενο των Παιδιών του Χούριν που δίνεται σ' αυτό το βιβλίο, διαβάζουμε μόνο αυτό (σελ 158):

Και τότε σηκώθηκαν και φεύγοντας από το Έιθελ Ίβριν ταξίδεψαν νότια ακολουθώντας τις όχθες του Νάρογκ, μέχρι που τους έπιασαν ανιχνευτές των Ξωτικών και τους έφεραν αιχμάλωτους στο κρυφό οχυρό.

Έτσι έφτασε ο Τούριν στο Νάργκοθροντ.

--

Πώς έγινε αυτό; Παρακάτω θα προσπαθήσω να δώσω απάντηση σε αυτό το ερώτημα.

Φαίνεται σχεδόν βέβαιο ότι όλο το ποίημα για τον Τούριν γράφτηκε από τον πατέρα μου στο Λιντς και ότι το εγκατέλειψε στα τέλη του 1924 ή στις αρχές του 1925. Γιατί το έκανε αυτό θα παραμείνει άγνωστο. Δεν υπάρχει όμως κανένα μυστήριο ως προς το θέμα που στράφηκε στη συνέχεια: το καλοκαίρι του 1925 άρχισε ένα νέο ποίημα σε τελείως διαφορετικό μέτρο, οκτασύλλαβα δίστιχα με ομοιοκαταληξία, και με τίτλο Η Μπαλάντα του Λέιθιαν (“Απελευθέρωση από την Δουλεία”). Έτσι άρχισε άλλη μια από τις ιστορίες για τις οποίες χρόνια αργότερα, το 1951, όπως ήδη έχω σημειώσει, είπε ότι είναι πλήρεις σε ανάπτυξη, ανεξάρτητες, αλλά και συνδεδεμένες με “τη γενική ιστορία”. Γιατί το θέμα της Μπαλάντας του Λέιθιαν είναι ο θρύλος του Μπέρεν και την Λούθιεν. Δούλευε το δεύτερο μεγάλο ποίημά του έξι χρόνια και το εγκατέλειψε κι αυτό το Σεπτέμβριο του 1931, έχοντας γράψει πάνω από 4000 στίχους. Αυτό το ποίημα, όπως και το παρηχητικό, Παιδιά του Χούριν, το οποίο διαδέχθηκε και αντικατέστησε, αντιπροσωπεύει μια σημαντική πρόοδο στην εξέλιξη του θρύλου από την αρχική Χαμένη Ιστορία του Μπέρεν και της Λούθιεν.

Το 1926, ενώ Η Μπαλάντα του Λέιθιαν βρισκόταν σε εξέλιξη, ο πατέρας μου έγραψε μια “Σκιαγράφηση της Μυθολογίας” για τον Ρ.Γ. Ρέινολντς, που ήταν καθηγητής του στο σχολείο Κινγκ Έντουαρντ'ς στο Μπέρμιγχαμ, με σκοπό “να εξηγήσω το ιστορικό της ποιητικής εκδοχής του Τούριν και του Δράκοντα”. Αυτό το σύντομο χειρόγραφο, που θα έφτανε στις είκοσι περίπου δακτυλογραφημένες σελίδες, γράφτηκε ρητά ως μία σύνοψη, σε παρόντα χρόνο και με λακωνικό στυλ. Αποτέλεσε όμως την αφετηρία των μεταγενέστερων εκδοχών του Σιλμαρίλλιον (αν και ο τίτλος αυτός δεν είχε δοθεί ακόμη). Παρόλο που το κείμενο αυτό έδινε ολόκληρη τη μυθολογική σύλληψη, ήταν φανερό ότι η ιστορία του Τούριν είχε περίοπτη θέση -και πραγματικά, ο τίτλος του χειρογράφου είναι “Σκιαγράφηση της μυθολογίας με ειδική αναφορά στα "Παιδιά του Χούριν", τίτλος που συμφωνεί με το σκοπό για τον οποίο γράφτηκε.

Το 1930 ακολούθησε ένα πολύ πιο ουσιαστικό έργο, η Κουέντα Νολντορίνγουα (Quenta Noldorinwa) (η Ιστορία των Νόλντορ: γιατί η ιστορία των Ξωτικών Νόλντορ είναι το κεντρικό θέμα του Σιλμαρίλλιον). Αυτό προερχόταν άμεσα από τη “Σκιαγράφηση” και, παρόλο που μεγέθυνε σημαντικά το προγενέστερο κείμενο και ήταν γραμμένο με έναν πολύ πιο επεξεργασμένο τρόπο, ο πατέρας μου εξακολουθούσε να βλέπει την Κουέντα σε μεγάλο βαθμό ως ένα έργο σύνοψης, μια επιτομή πολύ πιο πλούσιων αφηγηματικών συλλήψεων, κάτι που φαίνεται καθαρά από τον υπότιτλο που του έδωσε και στον οποίο δήλωνε ότι ήταν “μια σύντομη ιστορία [των Νόλντορ] που αντλήθηκε από το Βιβλίο των Χαμένων Ιστοριών”.

Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι εκείνη την εποχή η Κουέντα αντιπροσώπευε (αν και με κάπως στοιχειώδη δομή) όλη την έκταση του “φανταστικού κόσμου” του πατέρα μου. Δεν ήταν η ιστορία της Πρώτης Εποχής, όπως έγινε αργότερα, γιατί δεν υπήρχε ακόμη Δεύτερη Εποχή ούτε Τρίτη Εποχή, δεν υπήρχε το Νούμενορ ούτε τα χόμπιτ, και φυσικά, ούτε το Δαχτυλίδι. Η ιστορία τελείωνε με τη Μεγάλη Μάχη, όπου ο Μόργκοθ νικιέται τελικά από τους άλλους Θεούς (τους Βάλαρ), οι οποίοι “τον εκτόξευσαν μέσα από την Πύλη της Άχρονης Νύχτας στο Κενό, έξω από τα Τείχη του Κόσμου”, και ο πατέρας μου έγραψε στο τέλος της Κουέντα: “Αυτό είναι το τέλος των ιστοριών των ημερών προ των ημερών στις Βόρειες περιοχές του Δυτικού κόσμου”.

Έτσι θα φανεί πραγματικά παράξενο το γεγονός ότι η Κουέντα του 1930 ήταν, παρ' όλα αυτά, το μοναδικό αποπερατωμένο κείμενο του Σιλμαρίλλιον που έγραψε ποτέ (μετά τη “Σκιαγράφηση”). Όμως, όπως συνέβαινε τόσο συχνά, οι εξωτερικές πιέσεις υπαγόρευσαν την εξέλιξη του έργου του. Μετά την Κουέντα, αργότερα στη δεκαετία του 1930, ακολούθησε μια νέα εκδοχή σ' ένα θαυμάσιο χειρόγραφο, που είχε επιτέλους τον τίτλο Κουέντα Σιλμαρίλλιον, Η Ιστορία των Σιλμαρίλι. Αυτή είχε, ή προοριζόταν να έχει, πολύ μεγαλύτερη έκταση από την προηγούμενη Κουέντα Νολντορίνγουα, αλλά η σύλληψη του έργου ως μιας σύνοψης, ουσιαστικά, μύθων και θρύλων (που από μόνοι τους είχαν εντελώς διαφορετική φύση και εύρος στην πλήρη τους ανάπτυξη) δεν έχει χαθεί με κανέναν τρόπο και ορίζεται πάλι στον τίτλο: “Η Κουέντα Σιλμαρίλλιον... Αυτό είναι ένα σύντομο ιστορικό που αντλείται από πολλές παλαιότερες ιστορίες γιατί όλα τα θέματα που περιέχει περιγράφονταν παλιά και περιγράφονται ακόμη ανάμεσα στους Έλνταρ της Δύσης σε πληρέστερη μορφή σε άλλες ιστορίες και τραγούδια”.

Έστω και πιθανόν, αυτή η αντίληψη του πατέρα μου για Το Σιλμαρίλλιον προέκυψε όντως από το γεγονός ότι η φάση του έργου του που θα μπορούσε να ονομαστεί “φάση Κουέντα” στη δεκαετία του 1930 άρχισε με μια συμπυκνωμένη σύνοψη που εξυπηρετούσε έναν συγκεκριμένο σκοπό, αλλά κατόπιν υπέστη διεύρυνση και επεξεργασία σε διαδοχικά στάδια, μέχρι που έχασε τη μορφή της σύνοψης, διατηρώντας όμως, λόγω της προέλευσής της, μια χαρακτηριστική “ομοιομορφία” τόνου. Έχω γράψει αλλού ότι “η μορφή και το ύφος του Σιλμαρίλλιον, που είναι συνοπτική ή περιληπτική, με την υπόνοια αιώνων ποίησης και "παραδόσεων" πίσω της, προκαλεί μια έντονη αίσθηση "ανεξιστόρητων αφηγήσεων", ακόμη και κατά την εξιστόρησή τους η "απόσταση" δεν χάνεται ποτέ. Δεν υπάρχει αφηγηματική επιτακτικότητα, η πίεση και ο φόβος του άμεσου και άγνωστου συμβάντος. Δεν βλέπουμε ουσιαστικά τα Σίλμαριλ όπως βλέπουμε το Δαχτυλίδι”.

Όμως η Κουέντα Σιλμαρίλλιον σε αυτήν τη μορφή έφτασε σε ένα απότομο και, όπως αποδείχτηκε, οριστικό τέλος το 1937. Το Χόμπιτ εκδόθηκε από την George Allen and Unwin στις 21 Σεπτεμβρίου εκείνης της χρονιάς και, πριν περάσει πολύς καιρός, μετά από αίτημα του εκδότη, ο πατέρας μου έστειλε μια σειρά από τα χειρόγραφά του, τα οποία παραδόθηκαν στο Λονδίνο στις 15 Νοεμβρίου 1937. Ανάμεσά τους ήταν η Κουέντα Σιλμαρίλλιον μέχρι το σημείο που είχε προχωρήσει και το οποίο τέλειωνε στη μέση μιας πρότασης στο κάτω μέρος μιας σελίδας. Όμως, όσο έλειπε το χειρόγραφο, ο πατέρας μου συνέχισε την αφήγηση υπό μορφή προσχεδίου φτάνοντας μέχρι τη φυγή του Τούριν από το Ντόριαθ και την αρχή της ζωής του ως παρανόμου:

Περνώντας τα σύνορα του βασιλείου συγκέντρωσε γύρω του μια ομάδα από άστεγους και απελπισμένους, από εκείνους που έβρισκες εκείνες τις κακές μέρες να καραδοκούν στις ερημιές, και τα όπλα τους στράφηκαν ενάντια σε όλους όσους έβρισκαν στο δρόμο τους, ανεξάρτητα αν ήταν Ξωτικά, Άνθρωποι ή Ορκ.

--

Αυτό αποτελεί τον προπομπό του εδαφίου που βρίσκουμε στη σελίδα 98 αυτού του βιβλίου, στην αρχή του κεφαλαίου “ο Τούριν Ανάμεσα στους Παρανόμους”.

Ο πατέρας μου είχε φτάσει σ' αυτό το σημείο όταν του επιστράφηκαν η Κουέντα Σιλμαρίλλιον και τα άλλα χειρόγραφα, και τρεις μέρες αργότερα, στις 19 Δεκεμβρίου 1937, έγραψε στην Allen and Unwin: “Έχω γράψει το πρώτο κεφάλαιο μιας νέας ιστορίας για Χόμπιτ -"Μια από μακρού αναμενόμενη γιορτή"”.

Σε αυτό το σημείο η συνεχόμενη και εξελισσόμενη παράδοση του Σιλμαρίλλιον με τη συνοπτική μορφή της Κουέντα έφτασε στο τέλος της, ενώ βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη με την αναχώρηση του Τούριν από το Ντόριαθ. Τα χρόνια που ακολούθησαν η ιστορία από αυτό το σημείο και μετά παρέμεινε στην απλή, συνοπτική και μη ανεπτυγμένη μορφή της Κουέντα της δεκαετίας του 1930, παγωμένη, θα λέγαμε, ενώ ο εκτεταμένος ιστός της Δεύτερης και Τρίτης Εποχής πήρε σάρκα και οστά στη συγγραφή του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Όμως αυτή η κατοπινή εξιστόρηση είχε καθοριστική σημασία για τους αρχαίους θρύλους, γιατί οι καταληκτικές ιστορίες (που προέρχονταν από το αρχικό Βιβλίο των Χαμένων Ιστοριών) αφηγούνταν τον όλεθρο του Χούριν, πατέρα του Τούριν, αφού τον ελευθέρωσε ο Μόργκοθ, και για τον αφανισμό των βασιλείων των Ξωτικών στο Νάργκοθροντ, το Ντόριαθ και την Γκοντόλιν, για την οποία έψελνε ο Γκίμλι στα ορυχεία της Μόρια πολλές χιλιάδες χρόνια αργότερα,

Ο κόσμος ήταν όμορφος και τα βουνά ψηλά

Πριν απ' την πτώση, τα Χρόνια τα Παλιά

Νάργκοθροντ, Γκοντόλιν, βασιλιάδες κραταιοί

Που τώρα έχουν διαβεί τη Θάλασσα τη Δυτική...

--

Αυτή θα αποτελούσε την κορωνίδα και την ολοκλήρωση: η καταστροφή των Ξωτικών του Νόλντορ στο μεγάλο αγώνα τους ενάντια στη δύναμη του Μόργκοθ και ο ρόλος που έπαιξαν ο Χούριν και ο Τούριν σε αυτό το ιστορικό, τελειώνοντας με την ιστορία του Εαρέντιλ, που ξέφυγε από τα φλεγόμενα ερείπια της Γκοντόλιν.

--

Όταν, πολλά χρόνια αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών τέλειωσε, ο πατέρας μου στράφηκε με ορμή και σιγουριά στο “Θέμα των Παλαιών Ημερών”, που τώρα είχαν γίνει “η Πρώτη Εποχή”, και στα χρόνια που ακολούθησαν, ανέσυρε πολλά παλιά χειρόγραφα αφημένα για πολύν καιρό. Αρχίζοντας από το Σιλμαρίλλιον, κάλυψε αυτήν τη φορά το θαυμάσιο χειρόγραφο της Κουέντα Σιλμαρίλλιον με διορθώσεις και επεκτάσεις όμως αυτή η επανεξέταση σταμάτησε το 1951 πριν φτάσει στην ιστορία του Τούριν, το σημείο όπου είχε εγκαταλειφθεί η Κουέντα Σιλμαρίλλιον το 1937, με την εμφάνιση της “νέας ιστορίας για τα Χόμπιτ”.

--

Ο πατέρας μου ξεκίνησε μια αναθεώρηση της Μπαλάντας του Λέιθιαν (το ομοιοκαταληκτικό ποίημα με την ιστορία του Μπέρεν και της Λούθιεν που εγκαταλείφθηκε το 1931), που γρήγορα έγινε ένα σχεδόν νέο ποίημα πολύ μεγαλύτερης αξίας, όμως κι αυτό σταμάτησε σταδιακά και τελικά εγκαταλείφθηκε. Κατόπιν άρχισε να γράφει ένα μεγάλο πεζό έπος για τον Μπέρεν και τη Λούθιεν, που θα βασιζόταν στην αναθεωρημένη μορφή της Μπαλάντας, αλλά το εγκατέλειψε κι αυτό. Έτσι η επιθυμία του -που ήταν εμφανής σε αυτές τις διαδοχικές προσπάθειες- να αποδώσει την πρώτη από τις “μεγάλες ιστορίες” στην κλίμακα που ήθελε δεν εκπληρώθηκε ποτέ.

Εκείνη την εποχή στράφηκε πάλι, επιτέλους, στη “μεγάλη ιστορία” της Πτώσης της Γκοντόλιν, που υπήρχε ήδη στις Χαμένες Ιστορίες, γραμμένη πριν από τριάντα πέντε περίπου χρόνια, και στις λίγες σελίδες που της είχε αφιερώσει στην Κουέντα Νολντορίνγουα του 1930. Με αυτό τον τρόπο θα παρουσίαζε, σε μια εποχή που βρισκόταν στο ζενίθ των ικανοτήτων του, σε λεπτομερειακή αφήγηση και σ' όλες τις πτυχές της, την εκπληκτική ιστορία που είχε διαβάσει στον Σύλλογο Δοκιμίων του κολεγίου του στην Οξφόρδη το 1920 και που παρέμεινε σε όλη του τη ζωή ένα ζωτικό στοιχείο της φαντασιακής απεικόνισης των Παλαιών Ημερών. Η συσχέτιση με την ιστορία του Τούριν έγκειται στα δύο αδέλφια, τον Χούριν, πατέρα του Τούριν, και τον Χούορ, πατέρα του Τούορ. Ο Χούριν και ο Χούορ στα νεανικά τους χρόνια μπήκαν στην πόλη των Ξωτικών, την Γκοντόλιν, που ήταν κρυμμένη μέσα σ' έναν κύκλο από ψηλά βουνά, όπως περιγράφεται στα Παιδιά του Χούριν (σ. 35) και αργότερα, στη Μάχη Των Αναρίθμητων Δακρύων, ξανασυναντήθηκαν με τον Τούργκον, το βασιλιά της Γκοντόλιν, και αυτός τους είπε (σ. 58): “Η Γκοντόλιν δεν θα μπορέσει να παραμείνει κρυφή για πολύ τώρα και, αν ανακαλυφθεί, αναγκαστικά θα πέσει”. Και ο Χούορ απάντησε: “Όμως αν συνεχίσει να στέκει για λίγο ακόμη, τότε από τον οίκο σου θα προέλθει η ελπίδα για τα Ξωτικά και τους Ανθρώπους. Σου το λέω αυτό, κύριέ μου, με τα μάτια του θανάτου. Αν και θα χωριστούμε εδώ για πάντα και δεν θα ξαναδώ τις λευκές σου αίθουσες, από σένα κι από μένα θα ανατείλει ένα νέο άστρο. Στο καλό!”

Αυτή η προφητεία εκπληρώθηκε όταν ο Τούορ, πρώτος εξάδελφος του Τούριν, έφτασε στην Γκοντόλιν και παντρεύτηκε την Ίντριλ, κόρη του Τούργκον, γιατί ο γιος τους ήταν ο Εαρέντιλ: το “νέο άστρο”, η “ελπίδα για τα Ξωτικά και τους Ανθρώπους”, που διέφυγε από την Γκοντόλιν. Στο πεζό έπος της Πτώσης της Γκοντόλιν που θα γραφόταν αργότερα και που μάλλον άρχισε το 1951 ο πατέρας μου αφηγήθηκε το ταξίδι του Τούορ και του Ξωτικού συντρόφου του, του Βορόνγουε, που τον καθοδηγούσε, και στο δρόμο, μόνοι στην ερημιά, άκουσαν μια κραυγή μέσα στο δάσος:

Και καθώς περίμεναν, βγήκε κάποιος μέσα από τα δέντρα και είδαν ότι ήταν ένας ψηλός Άνθρωπος, οπλισμένος, ντυμένος στα μαύρα, μ' ένα μακρύ σπαθί ξεθηκαρωμένο, και αναρωτήθηκαν γιατί η λεπίδα του σπαθιού ήταν κι αυτή μαύρη, αλλά οι κόψεις άστραφταν λαμπερές και ψυχρές.

--

Αυτός ήταν ο Τούριν, που έφευγε από το Νάργκοθροντ μετά τη λεηλασία του. Όμως ο Τούορ και ο Βορόνγουε δεν του μίλησαν καθώς περνούσε και “δεν ήξεραν ότι το Νάργκοθροντ είχε πέσει και ότι αυτός ήταν ο Τούριν, ο γιος του Χούριν, το Μαύρο Σπαθί. Έτσι μόνο για μια στιγμή, και ποτέ ξανά στο μέλλον, πλησίασαν οι δρόμοι των δύο συγγενών, του Τούριν και του Τούορ”.

Στην καινούργια ιστορία της Γκοντόλιν ο πατέρας μου φέρνει τον Τούορ σ' ένα ψηλό σημείο στα Κυκλωτικά Βουνά, απ' όπου το μάτι του μπορούσε να διασχίσει τον κάμπο μέχρι την Κρυμμένη Πόλη, και εκεί, δυστυχώς, σταματά το γράψιμο και δεν το προχωρά άλλο. Έτσι στην Πτώση της Γκοντόλιν παρόμοια δεν πέτυχε το σκοπό του, και δεν βλέπουμε τη μεταγενέστερη εκδοχή του είτε για το Νάργκοθροντ είτε για την Γκοντόλιν.

Έχω πει αλλού ότι “με την ολοκλήρωση της μεγάλης "εισβολής" του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών και το τέλος της, φαίνεται ότι ο πατέρας μου στράφηκε στις Παλαιές Ημέρες με την επιθυμία να επανέλθει στην πολύ μεγαλύτερη κλίμακα με την οποία είχε αρχίσει πριν από πολύν καιρό, στο Βιβλίο των Χαμένων Ιστοριών. Η ολοκλήρωση της Κουέντα Σιλμαρίλλιον παρέμεινε ο στόχος του, αλλά οι "μεγάλες ιστορίες", σε τεράστιο βαθμό ανεπτυγμένες σε σχέση με την αρχική τους μορφή, από τις οποίες έπρεπε να προέλθουν τα τελευταία της κεφάλαια, δεν γράφτηκαν ποτέ”. Αυτά τα σχόλια ισχύουν και για τη “μεγάλη ιστορία” των Παιδιών του Χούριν, όμως σ' αυτή την περίπτωση ο πατέρας μου πέτυχε πολύ περισσότερα, αν και δεν μπόρεσε ποτέ να δώσει οριστική και τελική μορφή σ' ένα σημαντικό μέρος της δεύτερης και εξαιρετικά διευρυμένης εκδοχής της.

Ταυτόχρονα με τη στροφή του στην Μπαλάντα του Λέιθιαν και την Πτώση της Γκοντόλιν, ξεκίνησε τη νέα του εκδοχή για τα Παιδιά του Χούριν, όχι με την παιδική ηλικία του Τούριν, αλλά με το μετέπειτα τμήμα της ιστορίας, την κορύφωση της καταστροφικής του πορείας μετά την πτώση του Νάργκοθροντ. Πρόκειται για το κείμενο που παρουσιάζεται σ' αυτό το βιβλίο από την Επιστροφή του Τούριν στο Ντορ-λόμιν (σελ. 182) μέχρι το θάνατό του. Για ποιο λόγο ο πατέρας μου προχώρησε με αυτό τον τρόπο, που ήταν τόσο διαφορετικός από τη συνηθισμένη του πρακτική να ξεκινά πάλι από την αρχή, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Όμως σε αυτή την περίπτωση άφησε ανάμεσα στα χαρτιά του και κάποια μεταγενέστερα αλλά μη χρονολογημένα κείμενα που αφορούν την ιστορία από τη γέννηση του Τούριν μέχρι τη λεηλασία του Νάργκοθροντ, με λεπτομερή επεξεργασία των παλαιών εκδοχών προσθέτοντας αφηγήσεις άγνωστες ως τότε.

Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του έργου, αν όχι όλο, ανήκει στην περίοδο μετά την έκδοση του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Εκείνα τα χρόνια Τα Παιδιά του Χούριν έγιναν γι' αυτόν η κυρίαρχη ιστορία του τέλους των Παλαιών Ημερών και για πολύν καιρό της αφιέρωσε όλη του τη σκέψη. Όμως τώρα του ήταν δύσκολο να δώσει μια σταθερή αφηγηματική δομή, καθώς η ιστορία γινόταν πολύπλοκη ως προς τους χαρακτήρες και τα γεγονότα, και πραγματικά, ένα μεγάλο τμήμα της ιστορίας αποτελεί συρραφή ασύνδετων προσχεδίων και περιγραμμάτων της πλοκής.

Όμως Τα Παιδιά του Χούριν στην τελευταία τους μορφή είναι ο κύριος αφηγηματικός μύθος της Μέσης-γης μετά την ολοκλήρωση του Άρχοντα Των Δαχτυλιδιών και η ζωή και ο θάνατος του Τούριν απεικονίζονται με τόση πειστική δύναμη και αμεσότητα, που δύσκολα μπορούμε να βρούμε σε άλλα σημεία ανάμεσα στους λαούς της Μέσης-γης. Γι' αυτόν το λόγο προσπάθησα σε αυτό το βιβλίο, μετά από μακρά μελέτη των χειρογράφων, να συνθέσω ένα κείμενο που να παρέχει μια συνεχή αφήγηση από την αρχή ως το τέλος, χωρίς την εισαγωγή στοιχείων που να μην είναι αυθεντικά στη σύλληψή τους.

EXTRA 1 (NO AUDIO) EXTRA 1 (NO AUDIO)

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΙΣΤΟΡΙΩΝ THE EVOLUTION OF GREAT STORIES

Αυτές οι αλληλένδετες αλλά ανεξάρτητες ιστορίες ξεχώριζαν από παλιά μέσα στη μεγάλη και πολύπλοκη ιστορία των Βάλαρ, των Ξωτικών και των Ανθρώπων στο Βάλινορ και στις Μεγάλες Περιοχές. These interrelated but independent stories have long stood out within the long and complex history of the Valar, Elves, and Men in Valinor and the Greater Regions. Και στα χρόνια που ακολούθησαν την εγκατάλειψη των Χαμένων Ιστοριών πριν από την ολοκλήρωσή τους, ο πατέρας μου άφησε τον πεζό λόγο και άρχισε να δουλεύει ένα μεγάλο ποίημα με τίτλο "Ο Τούριν, γιος του Χούριν, και ο Γκλόρουντ ο Δράκος", που αργότερα, σε μια αναθεωρημένη έκδοση, έγινε Τα Παιδιά του Χούριν. And in the years that followed the abandonment of the Lost Tales before completion, my father left prose and began work on a long poem entitled "Túrin, son of Húrin, and Glorud the Dragon," which later, in a revised edition, it became The Children of Hurin. Αυτό έγινε στις αρχές της δεκαετίας του 1920, όταν δίδασκε στο Πανεπιστήμιο του Λιντς. This was in the early 1920s when he was teaching at the University of Leeds. Γι' αυτό το ποίημα χρησιμοποίησε το αρχαίο αγγλικό παρηχητικό μέτρο (τη στιχουργική μορφή του Μπέογουλφ και άλλων αγγλοσαξονικών ποιημάτων), επιβάλλοντας στη σύγχρονη αγγλική τα απαιτητικά πρότυπα τονισμού και “όμοιας αρχής” που τηρούνται στα παλαιά ποιήματα. For this poem, he used the Old English metrical meter (the verse form of Beowulf and other Anglo-Saxon poems), imposing on modern English the exacting standards of intonation and "equal principle" observed in the old poems. Σ' αυτού του είδους τα ποιήματα επέδειξε μεγάλη ικανότητα και σε πολύ διαφορετικές μορφές, από το δραματικό διάλογο του έργου του "Η Παλιννόστηση του Μπέορχτνοθ" μέχρι την ελεγεία για τους πεσόντες στη μάχη των Πεδίων του Πέλενορ. In this kind of poem he showed great skill, and in very different forms, from the dramatic dialogue of his play The Return of Beorchtnoth to the elegy for the fallen in the battle of the Fields of Pelennor. Το παρηχητικό Τα Παιδιά του Χούριν ήταν, μακράν, το μεγαλύτερο από τα ποιήματά του σ' αυτό το μέτρο, ξεπερνώντας κατά πολύ τους δύο χιλιάδες στίχους. The Parechite The Children of Hurin was by far the longest of his poems in this measure, well exceeding two thousand lines. Όμως το είχε συλλάβει σε μια τόσο μεγάλη κλίμακα, που, όταν το εγκατέλειψε, είχε φτάσει μόλις μέχρι την αφήγηση της επίθεσης του Δράκοντα κατά του Νάργκοθροντ. But he had conceived it on such a large scale that, when he abandoned it, he had only got as far as the account of the Dragon's attack on Nargothrond. Αφού θα ακολουθούσε ένα μεγάλο μέρος από τις Χαμένες Ιστορίες, γράφοντας σε τόσο εκτεταμένη μορφή, θα χρειαζόταν πολλές χιλιάδες στίχους ακόμη. Since a large part of the Lost Histories would follow, writing in such an extended form would require many thousands of verses more. Μια δεύτερη εκδοχή, που εγκαταλείφθηκε σε ακόμη πιο πρώιμο σημείο της αφήγησης, έχει περίπου το διπλάσιο μέγεθος από την πρώτη εκδοχή μέχρι το ίδιο σημείο. A second version, abandoned at an even earlier point in the narrative, is about twice the size of the first version up to the same point.

Σ' εκείνο το μέρος του θρύλου των Παιδιών του Χούριν που αποδόθηκε από τον πατέρα μου στο παρηχητικό ποίημα, η παλιά ιστορία στο Βιβλίο των Χαμένων Ιστοριών επεκτείνεται και αναπτύσσεται πιο λεπτομερειακά. In that part of the legend of the Children of Húrin that was rendered by my father in the parochial poem, the old story in the Book of Lost Stories is expanded and developed in more detail. Είναι αξιοσημείωτο ότι εδώ εμφανίστηκε η μεγάλη υπόγεια οχυρή πόλη του Νάργκοθροντ και η κυριαρχία της σε μεγάλες εκτάσεις (ένα κεντρικό στοιχείο όχι μόνο στο θρύλο του Τούριν και της Νίενορ, αλλά και στην ιστορία των Παλαιών Ημερών της Μέσης-γης), με μια περιγραφή των αγροτικών εκτάσεων των Ξωτικών του Νάργκοθροντ, που αποτελεί σπάνια αναφορά στις “τέχνες της ειρήνης” στον αρχαίο κόσμο, αφού τέτοιες νύξεις εμφανίζονται μόνο αραιά και πού. It is notable that here the great subterranean fortress city of Nargothrond and its dominion over vast lands (a central element not only in the legend of Túrin and Nienor, but also in the history of the Old Days of Middle-earth) appeared, with a description of the agricultural lands of the Elves of Nargothrond, which is a rare reference to the "arts of peace" in the ancient world, since such allusions appear only sparsely and sporadically. Κατεβαίνοντας νότια κατά μήκος του ποταμού Νάρογκ, ο Τούριν και ο σύντροφός του (ο Γκουίντορ στο κείμενο αυτού εδώ του βιβλίου) βρήκαν τις περιοχές κοντά στην είσοδο του Νάργκοθροντ φαινομενικά εγκαταλειμμένες: Descending south along the river Narog, Túrin and his companion (Gwindor in the text of this book) found the areas near the entrance to Nargothrond seemingly deserted:

...σε χώρα έφτασαν όμορφα φροντισμένη, ...in a country they arrived beautifully cared for,

απ' ανθισμένες εκβολές κι ωραίες εκτάσεις of flowery estuaries and beautiful lands

πέρασαν, κι άδεια απ' αγρότες βρήκανε they passed, and they found permission from farmers

κάμπους, λιβάδια και αγρούς εκεί στον Νάρογκ. plains, meadows, and fields there in Narog.

με τα οργωμένα χώματα ζωσμένα από τα δέντρα with the plowed lands belted by the trees

ανάμεσα σε λόφους και ποτάμι. between hills and river. Είδαν τσαπιά They saw a bunch

μες στους αγρούς αδιάφορα ριγμένα, και σκάλες into the fields indifferently thrown, and stairs

κείτονταν στα χόρτα τα ψηλά στα πλούσια περιβόλια, they lay in the tall grasses in the rich orchards,

όλα τα δέντρα γύριζαν με κεφαλή κλαδόπλεχτη all the trees were turning with a branch-like head

κρυφά να τους κοιτάξουν, κι όλα τ' αυτιά αφουγκράζονταν secretly to look at them, and all ears listened

των χορταριών που γνέφαν, κι ήλιος μεσημεριάτικος of beckoning grasses, and midday sun

έλαμπε πάνω σε γη και φύλλα, κι όμως εκείνοι ένιωσαν it shone upon earth and leaves, and yet they felt

τα μέλη παγωμένα. limbs frozen.

-- --

Και έτσι οι δυο ταξιδιώτες έφτασαν στις πύλες του Νάργκοθροντ, στο φαράγγι του Νάρογκ: And so the two travelers arrived at the gates of Nargothrond, at the gorge of Narog:

απότομοι στέκαν και γεροί των λόφων steep stood and strong of the hills

οι ώμοι, γέρνοντας πάν' απ' το γοργό νερό' the shoulders, leaning ever' from the swift water'

κι εκεί βαθμίδα απότομη, κρυμμένη μες στα δέντρα, and there a steep step, hidden among the trees,

ήταν πλατιά και φιδωτή, απ' τη φθορά λιωμένη, it was wide and serpentine, melted by wear,

μέσα στην όψη της κατηφοριάς. within the downhill face.

Πύλες είδαν εκεί γιγάντιες και σκοτεινές They saw portals there gigantic and dark

μες στην πλαγιά χωμένες τα ξύλα τους τεράστια, into the slope their huge trees,

και πέτρα ήταν βαριά ανώφλια κι ορθοστάτες. and stone were heavy anopils and uprights.

--

Τα Ξωτικά έπιασαν τους ταξιδιώτες, τους μετέφεραν μέσα στην πόλη, και οι πύλες έκλεισαν πίσω τους: The Elves seized the travelers, carried them into the city, and the gates closed behind them:

Έτριξε και βρόντηξε πάνω σε στρόφιγγες βαριές It screeched and thundered over heavy faucets

γιγάντια η πόρτα, και κάνοντας αχό βαρύ giant door, and making acho heavy

χτύπησε κλείνοντας σαν κεραυνός, struck closing like lightning,

και τρομεροί απόηχοι σε άδειους διαδρόμους and terrible echoes in empty corridors

απλώθηκαν και βούιξαν κάτ' απ' αόρατες στέγες they spread and hummed over invisible roofs

κι έσβησε το φως. and the light went out. Και προχωρώντας πέρασαν And moving on they passed

από μεγάλους φιδωτούς και σκοτεινούς διαδρόμους, from long winding and dark corridors,

με τους φρουρούς να οδηγούν τα αβέβαια βήματά τους, with guards leading their uncertain steps,

ώσπου μια λάμψη αμυδρή απ' των δαυλών τη φλόγα until a dim glow from the flames the flame

μπροστά τους άστραψε, και μακρινά μουρμουρητά before them flashed, and distant murmurs

σαν από πάμπολλες φωνές σε δώμα συναγμένες

άκουσαν καθώς έσπευδαν. they heard as they hurried. Ψηλή πολύ η οροφή. The ceiling is too high.

Σε μια γωνία ξαφνικά εστρίψανε μπροστά τους, At a corner they suddenly turned in front of them,

κι άναυδοι είδανε συμβούλιο σοβαρό, and stunned they saw a solemn council,

εκατοντάδες άτομα βουβά, σε απέραντο λυκόφως, hundreds of people mute, in vast twilight,

κάτω από τρούλους μακρινούς και σκοτεινές καμάρες under distant domes and dark arches

αυτούς να περιμένουν. them to wait.

-- --

Όμως στο κείμενο των Παιδιών του Χούριν που δίνεται σ' αυτό το βιβλίο, διαβάζουμε μόνο αυτό (σελ 158): But in the text of the Children of Hurin given in this book, we read only this (p. 158):

Και τότε σηκώθηκαν και φεύγοντας από το Έιθελ Ίβριν ταξίδεψαν νότια ακολουθώντας τις όχθες του Νάρογκ, μέχρι που τους έπιασαν ανιχνευτές των Ξωτικών και τους έφεραν αιχμάλωτους στο κρυφό οχυρό. And then they arose, and leaving Æthel Ibryn they traveled south along the banks of Narog, until they were caught by Elven scouts and brought captive to the hidden keep.

Έτσι έφτασε ο Τούριν στο Νάργκοθροντ. Thus came Turin to Nargothrond.

--

Πώς έγινε αυτό; Παρακάτω θα προσπαθήσω να δώσω απάντηση σε αυτό το ερώτημα. How did this happen; Below I will try to answer this question.

Φαίνεται σχεδόν βέβαιο ότι όλο το ποίημα για τον Τούριν γράφτηκε από τον πατέρα μου στο Λιντς και ότι το εγκατέλειψε στα τέλη του 1924 ή στις αρχές του 1925. It seems almost certain that the whole Turin poem was written by my father in Leeds and that he abandoned it in late 1924 or early 1925. Γιατί το έκανε αυτό θα παραμείνει άγνωστο. Why he did this will remain unknown. Δεν υπάρχει όμως κανένα μυστήριο ως προς το θέμα που στράφηκε στη συνέχεια: το καλοκαίρι του 1925 άρχισε ένα νέο ποίημα σε τελείως διαφορετικό μέτρο, οκτασύλλαβα δίστιχα με ομοιοκαταληξία, και με τίτλο Η Μπαλάντα του Λέιθιαν (“Απελευθέρωση από την Δουλεία”). But there is no mystery as to the subject he turned to next: in the summer of 1925 he began a new poem in a completely different meter, rhyming octosyllabic couplets, and entitled The Ballad of Leithian (“Freedom from Slavery”). Έτσι άρχισε άλλη μια από τις ιστορίες για τις οποίες χρόνια αργότερα, το 1951, όπως ήδη έχω σημειώσει, είπε ότι είναι πλήρεις σε ανάπτυξη, ανεξάρτητες, αλλά και συνδεδεμένες με “τη γενική ιστορία”. Thus began another of the stories about which years later, in 1951, as I have already noted, he said that they are fully developed, independent, but also connected to "the general story." Γιατί το θέμα της Μπαλάντας του Λέιθιαν είναι ο θρύλος του Μπέρεν και την Λούθιεν. For the subject of the Ballad of Léithien is the legend of Beren and Lúthien. Δούλευε το δεύτερο μεγάλο ποίημά του έξι χρόνια και το εγκατέλειψε κι αυτό το Σεπτέμβριο του 1931, έχοντας γράψει πάνω από 4000 στίχους. He worked on his second large poem for six years and abandoned it in September 1931, having written over 4000 verses. Αυτό το ποίημα, όπως και το παρηχητικό, Παιδιά του Χούριν, το οποίο διαδέχθηκε και αντικατέστησε, αντιπροσωπεύει μια σημαντική πρόοδο στην εξέλιξη του θρύλου από την αρχική Χαμένη Ιστορία του Μπέρεν και της Λούθιεν. This poem, like the parenthesis, Children of Húrin, which it succeeded and replaced, represents a significant advance in the development of the legend from the original Lost Story of Beren and Lúthien.

Το 1926, ενώ Η Μπαλάντα του Λέιθιαν βρισκόταν σε εξέλιξη, ο πατέρας μου έγραψε μια “Σκιαγράφηση της Μυθολογίας” για τον Ρ.Γ. In 1926, while The Ballad of Leithian was in progress, my father wrote an "Outline of Mythology" for R.G. Ρέινολντς, που ήταν καθηγητής του στο σχολείο Κινγκ Έντουαρντ'ς στο Μπέρμιγχαμ, με σκοπό “να εξηγήσω το ιστορικό της ποιητικής εκδοχής του Τούριν και του Δράκοντα”. Reynolds, who was his professor at King Edward's School in Birmingham, with a view to "explaining the history of the poetical version of Turin and the Dragon". Αυτό το σύντομο χειρόγραφο, που θα έφτανε στις είκοσι περίπου δακτυλογραφημένες σελίδες, γράφτηκε ρητά ως μία σύνοψη, σε παρόντα χρόνο και με λακωνικό στυλ. This short manuscript, which would run to about twenty typed pages, was written expressly as a summary, in the present tense and in a laconic style. Αποτέλεσε όμως την αφετηρία των μεταγενέστερων εκδοχών του Σιλμαρίλλιον (αν και ο τίτλος αυτός δεν είχε δοθεί ακόμη). But it was the starting point for later versions of The Silmarillion (although that title had not yet been given). Παρόλο που το κείμενο αυτό έδινε ολόκληρη τη μυθολογική σύλληψη, ήταν φανερό ότι η ιστορία του Τούριν είχε περίοπτη θέση -και πραγματικά, ο τίτλος του χειρογράφου είναι “Σκιαγράφηση της μυθολογίας με ειδική αναφορά στα "Παιδιά του Χούριν", τίτλος που συμφωνεί με το σκοπό για τον οποίο γράφτηκε. Although this text gave the whole mythological conception, it was clear that the story of Turin was prominent - and indeed, the title of the manuscript is "Outline of the Mythology with Special Reference to the 'Children of Húrin'", a title that fits the purpose for whom it was written.

Το 1930 ακολούθησε ένα πολύ πιο ουσιαστικό έργο, η Κουέντα Νολντορίνγουα (Quenta Noldorinwa) (η Ιστορία των Νόλντορ: γιατί η ιστορία των Ξωτικών Νόλντορ είναι το κεντρικό θέμα του Σιλμαρίλλιον). In 1930 a much more substantial work followed, Quenta Noldorinwa (The History of the Noldor: for the story of the Noldor Elves is the central theme of the Silmarillion). Αυτό προερχόταν άμεσα από τη “Σκιαγράφηση” και, παρόλο που μεγέθυνε σημαντικά το προγενέστερο κείμενο και ήταν γραμμένο με έναν πολύ πιο επεξεργασμένο τρόπο, ο πατέρας μου εξακολουθούσε να βλέπει την Κουέντα σε μεγάλο βαθμό ως ένα έργο σύνοψης, μια επιτομή πολύ πιο πλούσιων αφηγηματικών συλλήψεων, κάτι που φαίνεται καθαρά από τον υπότιτλο που του έδωσε και στον οποίο δήλωνε ότι ήταν “μια σύντομη ιστορία [των Νόλντορ] που αντλήθηκε από το Βιβλίο των Χαμένων Ιστοριών”. This came directly from the "Outline" and, although it greatly enlarged the earlier text and was written in a much more elaborate manner, my father still saw the Cueda largely as a summary work, a compendium of much richer narrative conceptions , which is clear from the subtitle he gave it stating that it was "a short history [of the Noldor] drawn from the Book of Lost Tales".

Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι εκείνη την εποχή η Κουέντα αντιπροσώπευε (αν και με κάπως στοιχειώδη δομή) όλη την έκταση του “φανταστικού κόσμου” του πατέρα μου. We must bear in mind that at that time Queda represented (albeit with a somewhat rudimentary structure) the whole extent of my father's "fantasy world". Δεν ήταν η ιστορία της Πρώτης Εποχής, όπως έγινε αργότερα, γιατί δεν υπήρχε ακόμη Δεύτερη Εποχή ούτε Τρίτη Εποχή, δεν υπήρχε το Νούμενορ ούτε τα χόμπιτ, και φυσικά, ούτε το Δαχτυλίδι. It was not the story of the First Age, as it later became, because there was no Second Age or Third Age yet, no Numenor or hobbits, and of course, no Ring. Η ιστορία τελείωνε με τη Μεγάλη Μάχη, όπου ο Μόργκοθ νικιέται τελικά από τους άλλους Θεούς (τους Βάλαρ), οι οποίοι “τον εκτόξευσαν μέσα από την Πύλη της Άχρονης Νύχτας στο Κενό, έξω από τα Τείχη του Κόσμου”, και ο πατέρας μου έγραψε στο τέλος της Κουέντα: “Αυτό είναι το τέλος των ιστοριών των ημερών προ των ημερών στις Βόρειες περιοχές του Δυτικού κόσμου”. The story ended with the Great Battle, where Morgoth is finally defeated by the other Gods (the Valar), who "threw him through the Gate of Eternal Night into the Void, outside the Walls of the World," and my father wrote at the end of the Queda: "This is the end of the stories of the days before the days in the Northern regions of the Western world."

Έτσι θα φανεί πραγματικά παράξενο το γεγονός ότι η Κουέντα του 1930 ήταν, παρ' όλα αυτά, το μοναδικό αποπερατωμένο κείμενο του Σιλμαρίλλιον που έγραψε ποτέ (μετά τη “Σκιαγράφηση”). So it will seem strange indeed that the 1930 Quetta was, after all, the only finished Silmarillion text he ever wrote (after the "Outline"). Όμως, όπως συνέβαινε τόσο συχνά, οι εξωτερικές πιέσεις υπαγόρευσαν την εξέλιξη του έργου του. But, as was so often the case, external pressures dictated the evolution of his work. Μετά την Κουέντα, αργότερα στη δεκαετία του 1930, ακολούθησε μια νέα εκδοχή σ' ένα θαυμάσιο χειρόγραφο, που είχε επιτέλους τον τίτλο Κουέντα Σιλμαρίλλιον, Η Ιστορία των Σιλμαρίλι. The Queda was followed later in the 1930s by a new version in a magnificent manuscript, finally entitled Queda Silmarillion, The Story of the Silmarils. Αυτή είχε, ή προοριζόταν να έχει, πολύ μεγαλύτερη έκταση από την προηγούμενη Κουέντα Νολντορίνγουα, αλλά η σύλληψη του έργου ως μιας σύνοψης, ουσιαστικά, μύθων και θρύλων (που από μόνοι τους είχαν εντελώς διαφορετική φύση και εύρος στην πλήρη τους ανάπτυξη) δεν έχει χαθεί με κανέναν τρόπο και ορίζεται πάλι στον τίτλο: “Η Κουέντα Σιλμαρίλλιον... Αυτό είναι ένα σύντομο ιστορικό που αντλείται από πολλές παλαιότερες ιστορίες γιατί όλα τα θέματα που περιέχει περιγράφονταν παλιά και περιγράφονται ακόμη ανάμεσα στους Έλνταρ της Δύσης σε πληρέστερη μορφή σε άλλες ιστορίες και τραγούδια”. This was, or was intended to be, much larger in scope than the earlier Queda Noldorinwa, but the conception of the work as a compendium, in effect, of myths and legends (which were themselves quite different in nature and scope in their full development) has not been lost in no way and is defined again in the title: “The Queda Silmarillion... This is a short history drawn from many older stories for all the matters it contains were described long ago and are still described among the Eldar of the West in fuller form in other stories and songs".

Έστω και πιθανόν, αυτή η αντίληψη του πατέρα μου για Το Σιλμαρίλλιον προέκυψε όντως από το γεγονός ότι η φάση του έργου του που θα μπορούσε να ονομαστεί “φάση Κουέντα” στη δεκαετία του 1930 άρχισε με μια συμπυκνωμένη σύνοψη που εξυπηρετούσε έναν συγκεκριμένο σκοπό, αλλά κατόπιν υπέστη διεύρυνση και επεξεργασία σε διαδοχικά στάδια, μέχρι που έχασε τη μορφή της σύνοψης, διατηρώντας όμως, λόγω της προέλευσής της, μια χαρακτηριστική “ομοιομορφία” τόνου. Be that as it may, my father's understanding of The Silmarillion did arise from the fact that the phase of his work that might be called the "Quenda phase" in the 1930s began with a condensed summary that served a particular purpose, but then it underwent expansion and elaboration in successive stages, until it lost the form of the summary, but retaining, due to its origin, a characteristic "uniformity" of tone. Έχω γράψει αλλού ότι “η μορφή και το ύφος του Σιλμαρίλλιον, που είναι συνοπτική ή περιληπτική, με την υπόνοια αιώνων ποίησης και "παραδόσεων" πίσω της, προκαλεί μια έντονη αίσθηση "ανεξιστόρητων αφηγήσεων", ακόμη και κατά την εξιστόρησή τους η "απόσταση" δεν χάνεται ποτέ. I have written elsewhere that "the form and style of the Silmarillion, which is concise or summary, with the implication of centuries of poetry and 'traditions' behind it, evokes a strong sense of 'untold narratives', even in their telling the 'distance' it is never lost. Δεν υπάρχει αφηγηματική επιτακτικότητα, η πίεση και ο φόβος του άμεσου και άγνωστου συμβάντος. There is no narrative imperative, the pressure and fear of the immediate and unknown event. Δεν βλέπουμε ουσιαστικά τα Σίλμαριλ όπως βλέπουμε το Δαχτυλίδι”. We don't really see the Silmarils the way we see the Ring."

Όμως η Κουέντα Σιλμαρίλλιον σε αυτήν τη μορφή έφτασε σε ένα απότομο και, όπως αποδείχτηκε, οριστικό τέλος το 1937. But the Queda Silmarillion in this form came to an abrupt and, as it turned out, final end in 1937. Το Χόμπιτ εκδόθηκε από την George Allen and Unwin στις 21 Σεπτεμβρίου εκείνης της χρονιάς και, πριν περάσει πολύς καιρός, μετά από αίτημα του εκδότη, ο πατέρας μου έστειλε μια σειρά από τα χειρόγραφά του, τα οποία παραδόθηκαν στο Λονδίνο στις 15 Νοεμβρίου 1937. The Hobbit was published by George Allen and Unwin on 21 September of that year, and before long, at the publisher's request, my father sent me a number of his manuscripts, which were delivered to London on 15 November 1937. Ανάμεσά τους ήταν η Κουέντα Σιλμαρίλλιον μέχρι το σημείο που είχε προχωρήσει και το οποίο τέλειωνε στη μέση μιας πρότασης στο κάτω μέρος μιας σελίδας. Among them was the Queda Silmarillion as far as it had progressed, which ended in the middle of a sentence at the bottom of a page. Όμως, όσο έλειπε το χειρόγραφο, ο πατέρας μου συνέχισε την αφήγηση υπό μορφή προσχεδίου φτάνοντας μέχρι τη φυγή του Τούριν από το Ντόριαθ και την αρχή της ζωής του ως παρανόμου: But, while the manuscript was missing, my father continued the narrative in draft form up to Turin's flight from Doriath and the beginning of his life as an outlaw:

Περνώντας τα σύνορα του βασιλείου συγκέντρωσε γύρω του μια ομάδα από άστεγους και απελπισμένους, από εκείνους που έβρισκες εκείνες τις κακές μέρες να καραδοκούν στις ερημιές, και τα όπλα τους στράφηκαν ενάντια σε όλους όσους έβρισκαν στο δρόμο τους, ανεξάρτητα αν ήταν Ξωτικά, Άνθρωποι ή Ορκ. Crossing the realm's borders he gathered around him a band of homeless and desperate, such as you would find in those evil days lurking in the wastes, and their weapons were turned against all in their path, whether Elves, Humans or Orcs .

--

Αυτό αποτελεί τον προπομπό του εδαφίου που βρίσκουμε στη σελίδα 98 αυτού του βιβλίου, στην αρχή του κεφαλαίου “ο Τούριν Ανάμεσα στους Παρανόμους”. This is the forerunner of the verse we find on page 98 of this book, at the beginning of the chapter "Turin Among the Outlaws."

Ο   πατέρας μου είχε φτάσει σ' αυτό το σημείο όταν του επιστράφηκαν η Κουέντα Σιλμαρίλλιον και τα άλλα χειρόγραφα, και τρεις μέρες αργότερα, στις 19 Δεκεμβρίου 1937, έγραψε στην Allen and Unwin: “Έχω γράψει το πρώτο κεφάλαιο μιας νέας ιστορίας για Χόμπιτ -"Μια από μακρού αναμενόμενη γιορτή"”. My father had reached this point when the Quenta Silmarillion and the other manuscripts were returned to him, and three days later, on December 19, 1937, he wrote to Allen and Unwin: "I have written the first chapter of a new Hobbit story—" A long-awaited celebration"".

Σε αυτό το σημείο η συνεχόμενη και εξελισσόμενη παράδοση του Σιλμαρίλλιον με τη συνοπτική μορφή της Κουέντα έφτασε στο τέλος της, ενώ βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη με την αναχώρηση του Τούριν από το Ντόριαθ. At this point the continuous and evolving tradition of the Silmarillion in the abbreviated form of the Queda came to an end, while it was in full swing with the departure of Túrin from Doriath. Τα χρόνια που ακολούθησαν η ιστορία από αυτό το σημείο και μετά παρέμεινε στην απλή, συνοπτική και μη ανεπτυγμένη μορφή της Κουέντα της δεκαετίας του 1930, παγωμένη, θα λέγαμε, ενώ ο εκτεταμένος ιστός της Δεύτερης και Τρίτης Εποχής πήρε σάρκα και οστά στη συγγραφή του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. In the years that followed the story from this point onwards remained in the simple, condensed and undeveloped form of the 1930s Queda, frozen, so to speak, while the extensive fabric of the Second and Third Ages took flesh in the writing of the Lord of the Rings. Όμως αυτή η κατοπινή εξιστόρηση είχε καθοριστική σημασία για τους αρχαίους θρύλους, γιατί οι καταληκτικές ιστορίες (που προέρχονταν από το αρχικό Βιβλίο των Χαμένων Ιστοριών) αφηγούνταν τον όλεθρο του Χούριν, πατέρα του Τούριν, αφού τον ελευθέρωσε ο Μόργκοθ, και για τον αφανισμό των βασιλείων των Ξωτικών στο Νάργκοθροντ, το Ντόριαθ και την Γκοντόλιν, για την οποία έψελνε ο Γκίμλι στα ορυχεία της Μόρια πολλές χιλιάδες χρόνια αργότερα, But this retelling was crucial to the ancient legends, for the concluding tales (coming from the original Book of Lost Tales) told of the doom of Húrin, father of Túrin, after Morgoth freed him, and of the annihilation of the kingdoms of the Elves in Nargothrond, Doriath, and Godolin, of which Gimli sang in the mines of Moria many thousands of years later,

Ο κόσμος ήταν όμορφος και τα βουνά ψηλά The world was beautiful and the mountains high

Πριν απ' την πτώση, τα Χρόνια τα Παλιά Before the fall, the Old Years

Νάργκοθροντ, Γκοντόλιν, βασιλιάδες κραταιοί Nargothrond, Godolin, mighty kings

Που τώρα έχουν διαβεί τη Θάλασσα τη Δυτική... Who have now crossed the Western Sea...

--

Αυτή θα αποτελούσε την κορωνίδα και την ολοκλήρωση: η καταστροφή των Ξωτικών του Νόλντορ στο μεγάλο αγώνα τους ενάντια στη δύναμη του Μόργκοθ και ο ρόλος που έπαιξαν ο Χούριν και ο Τούριν σε αυτό το ιστορικό, τελειώνοντας με την ιστορία του Εαρέντιλ, που ξέφυγε από τα φλεγόμενα ερείπια της Γκοντόλιν. This would be the crowning and consummation: the destruction of the Elves of the Noldor in their great struggle against the power of Morgoth, and the part played by Húrin and Túrin in this history, ending with the story of Arendil, who escaped from the burning ruins of Gondolin.

--

Όταν, πολλά χρόνια αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών τέλειωσε, ο πατέρας μου στράφηκε με ορμή και σιγουριά στο “Θέμα των Παλαιών Ημερών”, που τώρα είχαν γίνει “η Πρώτη Εποχή”, και στα χρόνια που ακολούθησαν, ανέσυρε πολλά παλιά χειρόγραφα αφημένα για πολύν καιρό. When, many years later, in the early 1950s, The Lord of the Rings came to an end, my father turned with vigor and confidence to the "Subject of the Old Days," which had now become "the First Age," and the years that followed. , unearthed many old manuscripts left for a long time. Αρχίζοντας από το Σιλμαρίλλιον, κάλυψε αυτήν τη φορά το θαυμάσιο χειρόγραφο της Κουέντα Σιλμαρίλλιον με διορθώσεις και επεκτάσεις όμως αυτή η επανεξέταση σταμάτησε το 1951 πριν φτάσει στην ιστορία του Τούριν, το σημείο όπου είχε εγκαταλειφθεί η Κουέντα Σιλμαρίλλιον το 1937, με την εμφάνιση της “νέας ιστορίας για τα Χόμπιτ”. Beginning with the Silmarillion, he covered this time the magnificent manuscript of the Quenta Silmarillion with corrections and expansions, but this revision stopped in 1951 before reaching the history of Turin, the place where the Quenta Silmarillion had been abandoned in 1937, with the appearance of the "new story about the Hobbit".

--

Ο πατέρας μου ξεκίνησε μια αναθεώρηση της Μπαλάντας του Λέιθιαν (το ομοιοκαταληκτικό ποίημα με την ιστορία του Μπέρεν και της Λούθιεν που εγκαταλείφθηκε το 1931), που γρήγορα έγινε ένα σχεδόν νέο ποίημα πολύ μεγαλύτερης αξίας, όμως κι αυτό σταμάτησε σταδιακά και τελικά εγκαταλείφθηκε. My father began a revision of the Ballad of Leithien (the rhyming poem with the story of Beren and Lúthien abandoned in 1931), which quickly became an almost new poem of much greater value, but this too stalled and was finally abandoned. Κατόπιν άρχισε να γράφει ένα μεγάλο πεζό έπος για τον Μπέρεν και τη Λούθιεν, που θα βασιζόταν στην αναθεωρημένη μορφή της Μπαλάντας, αλλά το εγκατέλειψε κι αυτό. He then began writing a long prose epic about Beren and Lúthien, which would be based on the revised form of the Ballad, but abandoned that as well. Έτσι η επιθυμία του -που ήταν εμφανής σε αυτές τις διαδοχικές προσπάθειες- να αποδώσει την πρώτη από τις “μεγάλες ιστορίες” στην κλίμακα που ήθελε δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Thus his desire - evident in these successive efforts - to render the first of the "great stories" on the scale he desired was never fulfilled.

Εκείνη την εποχή στράφηκε πάλι, επιτέλους, στη “μεγάλη ιστορία” της Πτώσης της Γκοντόλιν, που υπήρχε ήδη στις Χαμένες Ιστορίες, γραμμένη πριν από τριάντα πέντε περίπου χρόνια, και στις λίγες σελίδες που της είχε αφιερώσει στην Κουέντα Νολντορίνγουα του 1930. At that time he turned again, at last, to the "great story" of the Fall of Gondolin, already contained in the Lost Histories, written some thirty-five years before, and to the few pages he had devoted to it in Queda Noldorinwa of 1930. Με αυτό τον τρόπο θα παρουσίαζε, σε μια εποχή που βρισκόταν στο ζενίθ των ικανοτήτων του, σε λεπτομερειακή αφήγηση και σ' όλες τις πτυχές της, την εκπληκτική ιστορία που είχε διαβάσει στον Σύλλογο Δοκιμίων του κολεγίου του στην Οξφόρδη το 1920 και που παρέμεινε σε όλη του τη ζωή ένα ζωτικό στοιχείο της φαντασιακής απεικόνισης των Παλαιών Ημερών. In this way he would present, at a time when he was at the zenith of his powers, in detailed narrative and in all its aspects, the astonishing story which he had read at the Essay Society of his college at Oxford in 1920, and which remained throughout of life a vital element of the fantasy depiction of the Olden Days. Η συσχέτιση με την ιστορία του Τούριν έγκειται στα δύο αδέλφια, τον Χούριν, πατέρα του Τούριν, και τον Χούορ, πατέρα του Τούορ. The association with the story of Túrin lies in the two brothers, Húrin, father of Túrin, and Huor, father of Tuor. Ο Χούριν και ο Χούορ στα νεανικά τους χρόνια μπήκαν στην πόλη των Ξωτικών, την Γκοντόλιν, που ήταν κρυμμένη μέσα σ' έναν κύκλο από ψηλά βουνά, όπως περιγράφεται στα Παιδιά του Χούριν (σ. Hurin and Huor in their youth entered the Elven city of Gondolin, which was hidden within a circle of high mountains, as described in The Children of Hurin (p. 35) και αργότερα, στη Μάχη Των Αναρίθμητων Δακρύων, ξανασυναντήθηκαν με τον Τούργκον, το βασιλιά της Γκοντόλιν, και αυτός τους είπε (σ. 35) and later, in the Battle of Unnumbered Tears, they met again with Turgon, the king of Gondolin, and he told them (p. 58): “Η Γκοντόλιν δεν θα μπορέσει να παραμείνει κρυφή για πολύ τώρα και, αν ανακαλυφθεί, αναγκαστικά θα πέσει”. 58): "Gondolin will not be able to remain hidden long now, and, if discovered, must necessarily fall." Και ο Χούορ απάντησε: “Όμως αν συνεχίσει να στέκει για λίγο ακόμη, τότε από τον οίκο σου θα προέλθει η ελπίδα για τα Ξωτικά και τους Ανθρώπους. And Huor answered: “But if he stands a little while longer, then from your house shall come hope for Elves and Men. Σου το λέω αυτό, κύριέ μου, με τα μάτια του θανάτου. I tell you this, my lord, with the eyes of death. Αν και θα χωριστούμε εδώ για πάντα και δεν θα ξαναδώ τις λευκές σου αίθουσες, από σένα κι από μένα θα ανατείλει ένα νέο άστρο. Though we part here for ever, And never see your white halls again, From you and me a new star shall rise. Στο καλό!” To hell with it!”

Αυτή η προφητεία εκπληρώθηκε όταν ο Τούορ, πρώτος εξάδελφος του Τούριν, έφτασε στην Γκοντόλιν και παντρεύτηκε την Ίντριλ, κόρη του Τούργκον, γιατί ο γιος τους ήταν ο Εαρέντιλ: το “νέο άστρο”, η “ελπίδα για τα Ξωτικά και τους Ανθρώπους”, που διέφυγε από την Γκοντόλιν. This prophecy was fulfilled when Tuor, first cousin of Túrin, came to Godolin and married Idril, daughter of Turgon, for their son was Earendil: the "new star", the "hope for Elves and Men", who escaped Godolin. Στο πεζό έπος της Πτώσης της Γκοντόλιν που θα γραφόταν αργότερα και που μάλλον άρχισε το 1951 ο πατέρας μου αφηγήθηκε το ταξίδι του Τούορ και του Ξωτικού συντρόφου του, του Βορόνγουε, που τον καθοδηγούσε, και στο δρόμο, μόνοι στην ερημιά, άκουσαν μια κραυγή μέσα στο δάσος: In his later nonfiction The Fall of Gondolin, probably begun in 1951, my father recounted the journey of Tuor and his Elven companion, Voronwe, who guided him, and on the way, alone in the wilderness, they heard a cry within in the forest:

Και καθώς περίμεναν, βγήκε κάποιος μέσα από τα δέντρα και είδαν ότι ήταν ένας ψηλός Άνθρωπος, οπλισμένος, ντυμένος στα μαύρα, μ' ένα μακρύ σπαθί ξεθηκαρωμένο, και αναρωτήθηκαν γιατί η λεπίδα του σπαθιού ήταν κι αυτή μαύρη, αλλά οι κόψεις άστραφταν λαμπερές και ψυχρές. And as they waited, one came out of the trees, and they saw that it was a tall Man, armed, clothed in black, with a long sword unsheathed, and they wondered why the blade of the sword was also black, but the edges shone bright and cold. .

--

Αυτός ήταν ο Τούριν, που έφευγε από το Νάργκοθροντ μετά τη λεηλασία του. This was Túrin, leaving Nargothrond after his plunder. Όμως ο Τούορ και ο Βορόνγουε δεν του μίλησαν καθώς περνούσε και “δεν ήξεραν ότι το Νάργκοθροντ είχε πέσει και ότι αυτός ήταν ο Τούριν, ο γιος του Χούριν, το Μαύρο Σπαθί. But Tuor and Voronwe spoke not to him as he passed, and 'knew not that Nargothrond had fallen, and that this was Túrin, son of Húrin, the Black Sword. Έτσι μόνο για μια στιγμή, και ποτέ ξανά στο μέλλον, πλησίασαν οι δρόμοι των δύο συγγενών, του Τούριν και του Τούορ”. Thus only for a moment, and never again in the future, did the paths of the two relatives, Turin and Tuor, approach."

Στην καινούργια ιστορία της Γκοντόλιν ο πατέρας μου φέρνει τον Τούορ σ' ένα ψηλό σημείο στα Κυκλωτικά Βουνά, απ' όπου το μάτι του μπορούσε να διασχίσει τον κάμπο μέχρι την Κρυμμένη Πόλη, και εκεί, δυστυχώς, σταματά το γράψιμο και δεν το προχωρά άλλο. In the new story of Gondolin my father brings Tuor to a high point in the Cyclotic Mountains, from where his eye could cross the plain to the Hidden City, and there, unfortunately, the writing stops and goes no further. Έτσι στην Πτώση της Γκοντόλιν παρόμοια δεν πέτυχε το σκοπό του, και δεν βλέπουμε τη μεταγενέστερη εκδοχή του είτε για το Νάργκοθροντ είτε για την Γκοντόλιν. So in The Fall of Gondolin it similarly did not achieve its purpose, and we do not see the later version of it for either Nargothrond or Gondolin.

Έχω πει αλλού ότι “με την ολοκλήρωση της μεγάλης "εισβολής" του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών και το τέλος της, φαίνεται ότι ο πατέρας μου στράφηκε στις Παλαιές Ημέρες με την επιθυμία να επανέλθει στην πολύ μεγαλύτερη κλίμακα με την οποία είχε αρχίσει πριν από πολύν καιρό, στο Βιβλίο των Χαμένων Ιστοριών. I have said elsewhere that "with the completion of the great "invasion" of the Lord of the Rings and its end, it seems that my father turned to the Old Days with a desire to return to the much larger scale on which he had begun so long ago, in the Book of Lost Stories. Η ολοκλήρωση της Κουέντα Σιλμαρίλλιον παρέμεινε ο στόχος του, αλλά οι "μεγάλες ιστορίες", σε τεράστιο βαθμό ανεπτυγμένες σε σχέση με την αρχική τους μορφή, από τις οποίες έπρεπε να προέλθουν τα τελευταία της κεφάλαια, δεν γράφτηκαν ποτέ”. The completion of the Queda Silmarillion remained his goal, but the "great stories", vastly developed from their original form, from which its final chapters were to be derived, were never written." Αυτά τα σχόλια ισχύουν και για τη “μεγάλη ιστορία” των Παιδιών του Χούριν, όμως σ' αυτή την περίπτωση ο πατέρας μου πέτυχε πολύ περισσότερα, αν και δεν μπόρεσε ποτέ να δώσει οριστική και τελική μορφή σ' ένα σημαντικό μέρος της δεύτερης και εξαιρετικά διευρυμένης εκδοχής της. These comments also apply to the "great story" of the Children of Hurin, but in this case my father achieved much more, although he was never able to give final and definitive form to a significant part of the second and vastly expanded version of it.

Ταυτόχρονα με τη στροφή του στην Μπαλάντα του Λέιθιαν και την Πτώση της Γκοντόλιν, ξεκίνησε τη νέα του εκδοχή για τα Παιδιά του Χούριν, όχι με την παιδική ηλικία του Τούριν, αλλά με το μετέπειτα τμήμα της ιστορίας, την κορύφωση της καταστροφικής του πορείας μετά την πτώση του Νάργκοθροντ. Simultaneously with his turn to the Ballad of Leithian and the Fall of Gondolin, he began his new version of the Children of Húrin, not with Túrin's childhood, but with the later part of the story, the culmination of his destructive course after the fall of Nargothrond. Πρόκειται για το κείμενο που παρουσιάζεται σ' αυτό το βιβλίο από την Επιστροφή του Τούριν στο Ντορ-λόμιν (σελ. This is the text presented in this book from the Return of Turin to Dor-lomin (p. 182) μέχρι το θάνατό του. Για ποιο λόγο ο πατέρας μου προχώρησε με αυτό τον τρόπο, που ήταν τόσο διαφορετικός από τη συνηθισμένη του πρακτική να ξεκινά πάλι από την αρχή, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Why my father proceeded in this way, which was so different from his usual practice of starting over again, I cannot explain. Όμως σε αυτή την περίπτωση άφησε ανάμεσα στα χαρτιά του και κάποια μεταγενέστερα αλλά μη χρονολογημένα κείμενα που αφορούν την ιστορία από τη γέννηση του Τούριν μέχρι τη λεηλασία του Νάργκοθροντ, με λεπτομερή επεξεργασία των παλαιών εκδοχών προσθέτοντας αφηγήσεις άγνωστες ως τότε. But in this case he left among his papers also some later but undated texts concerning the history from the birth of Turin to the sack of Nargothrond, with a detailed treatment of the old versions adding accounts unknown at that time.

Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του έργου, αν όχι όλο, ανήκει στην περίοδο μετά την έκδοση του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Most of this work, if not all, belongs to the period after the publication of Lord of the Rings. Εκείνα τα χρόνια Τα Παιδιά του Χούριν έγιναν γι' αυτόν η κυρίαρχη ιστορία του τέλους των Παλαιών Ημερών και για πολύν καιρό της αφιέρωσε όλη του τη σκέψη. During those years The Children of Hurin became for him the dominant story of the end of the Old Days, and for a long time he devoted all his thought to it. Όμως τώρα του ήταν δύσκολο να δώσει μια σταθερή αφηγηματική δομή, καθώς η ιστορία γινόταν πολύπλοκη ως προς τους χαρακτήρες και τα γεγονότα, και πραγματικά, ένα μεγάλο τμήμα της ιστορίας αποτελεί συρραφή ασύνδετων προσχεδίων και περιγραμμάτων της πλοκής. But now it was difficult for him to give a solid narrative structure, as the story became complex in terms of characters and events, and really, a large part of the story is a stitching together of disjointed drafts and plot outlines.

Όμως Τα Παιδιά του Χούριν στην τελευταία τους μορφή είναι ο κύριος αφηγηματικός μύθος της Μέσης-γης μετά την ολοκλήρωση του Άρχοντα Των Δαχτυλιδιών και η ζωή και ο θάνατος του Τούριν απεικονίζονται με τόση πειστική δύναμη και αμεσότητα, που δύσκολα μπορούμε να βρούμε σε άλλα σημεία ανάμεσα στους λαούς της Μέσης-γης. But The Children of Húrin in its final form is the main narrative myth of Middle-earth after the completion of The Lord of the Rings, and the life and death of Túrin are depicted with such convincing power and immediacy as can hardly be found elsewhere among to the peoples of Middle-earth. Γι' αυτόν το λόγο προσπάθησα σε αυτό το βιβλίο, μετά από μακρά μελέτη των χειρογράφων, να συνθέσω ένα κείμενο που να παρέχει μια συνεχή αφήγηση από την αρχή ως το τέλος, χωρίς την εισαγωγή στοιχείων που να μην είναι αυθεντικά στη σύλληψή τους. For this reason I have tried in this book, after a long study of the manuscripts, to compose a text that provides a continuous narrative from beginning to end, without introducing elements that are not authentic in their conception.