The Celtic invasion of Greece and the consequent battle of Thermopylae [...
Οι περισσότεροι όταν ακούμε για Γαλάτες, το μυαλό μας πηγαίνει σε αγαπημένους ήρωες όπως ο Αστερίξ, ο Οβελίξ, ο Πανοραμίξ.
Λίγοι, όμως γνωρίζουμε πως τον 3ο π.Χ. αιώνα μια πολυπληθής γαλατική ορδή, που καθόλου δεν έμοιαζε με τους παραπάνω συμπαθέστατους ήρωες,
εισέβαλε στον ελλαδικό χώρο, σπέρνοντας τον τρόμο και απειλώντας όπως θα δούμε ακόμη και την ίδια την ύπαρξη του ελληνισμού.
Στο σημερινό μας επεισόδιο, θα παρουσιάσουμε όλα τα γεγονότα της γαλατικής εισβολής, μεταξύ των οποίων και την δεύτερη μάχη στις Θερμοπύλες,
η οποία παρουσιάζει έντονες ομοιότητες με αυτήν που είχε δοθεί το 480 π.Χ. εναντίον των Περσών.
Πάμε, λοιπόν, να ξεκινήσουμε το ιστορικό μας ταξίδι με οδηγό τον ιστορικό περιηγητή Παυσανία,
ο οποίος καταγράφει εκτενώς τα γεγονότα στο έργο του «Ελλάδος Περιήγησις».
Οι Γαλάτες ήταν φύλα κελτικής καταγωγής και ως λαός ήταν πολεμοχαρής.
Μάλιστα, στις αρχές του 4ου π.Χ. αιώνα, με ηγέτη τον Βρέννο, κατάφεραν να λεηλατήσουν ανηλεώς τη Ρώμη.
Όταν ομάδες Κελτών κατευθύνθηκαν νότια στην χερσόνησο του Αίμου και απείλησαν τους Έλληνες,
ο Μέγας Αλέξανδρος, συναντήθηκε με πρεσβευτές τους στις όχθες του Δούναβη κι αυτοί του ορκίστηκαν πίστη.
Μάλιστα, σύμφωνα με τον Στράβωνα, στο ερώτημά του μεγάλου στρατηλάτη τι φοβούνται περισσότερο, ώστε να ορκιστούν σε αυτό,
απάντησαν: «Μόνο το να μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι».
Στα τέλη του 280 π.Χ., οι Γαλάτες αποφασίζουν να εισβάλλουν στον ελλαδικό χώρο.
Βρισκόμαστε σε μια εποχή που οι φιλόδοξοι διάδοχοι του Αλεξάνδρου ακόμη ερίζουν για τις κατακτήσεις του,
ενώ στον κυρίως ελλαδικό χώρο έχουμε την σταδιακή παρακμή των παραδοσιακών πόλεων-κρατών
και την δημιουργία ισχυρών ομοσπονδιών, όπως η Αιτωλική και η Αχαϊκή Συμπολιτεία.
Παράλληλα, η ισχυρότερη δύναμη της εποχής, το βασίλειο των Μολοσσών της Hπείρου, δεν ήταν δυνατό να βοηθήσει τους υπόλοιπους Έλληνες,
αφού ο Πύρρος, μεγαλουργούσε στην εκστρατεία του στην Ιταλία.
Εκμεταλλευόμενοι τις παραπάνω ευνοϊκές συνθήκες, λοιπόν, οι Γαλάτες αποφασίζουν να επιτεθούν και χωρίζονται σε τρεις ομάδες.
Η πρώτη επιτέθηκε στους Θράκες, η δεύτερη στην Παιονία και η τρίτη στους Μακεδόνες και στους Ιλλυριούς.
Αυτήν την εποχή, τον μακεδονικό θρόνο είχε καταφέρει να καταλάβει ο ραδιούργος Πτολεμαίος Κεραυνός.
Οι Κέλτες του προσέφεραν διατήρηση της βασιλείας του έναντι βαριάς φορολογίας.
Αυτός, όμως, απέρριψε την πρόταση με υπεροπτικό μάλιστα τρόπο.
Αυτή η αλαζονεία του Πτολεμαίου Κεραυνού έμελλε να είναι και η καταδίκη του.
Πιστεύοντας ότι ήταν ανίκητος προκάλεσε τους Γαλάτες σε μία βιαστική ανοιχτή μάχη, όπου οι Μακεδόνες ηττήθηκαν κι ο ίδιος τραυματίστηκε βαριά.
Τελικά, οι εχθροί τον έπιασαν ζωντανό και τον αποκεφάλισαν.
Στη συνέχεια, οι Γαλάτες λεηλάτησαν την μακεδονική ύπαιθρο με τρομερή μανία, αποκομίζοντας πλούσια λάφυρα.
Την λύση σε αυτήν τη δύσκολη κατάσταση, έδωσε ο ικανότατος στρατηγός Σωσθένης,
ο οποίος ανέλαβε την ηγεσία του μακεδονικού στρατού και κατάφερε να εκδιώξει τους εισβολείς.
Σύντομα, όμως, ένας Γαλάτης με ακόρεστη δίψα για αίμα και πλούτη, ονόματι Βρέννος, απλή συνωνυμία με τον Βρέννο
που έναν αιώνα νωρίτερα είχε λεηλατήσει τη Ρώμη, κατάφερε να πείσει και άλλους Γαλάτες αρχηγούς να εισβάλουν εκ νέου στον ελλαδικό χώρο.
Για αυτόν τον σκοπό, συγκέντρωσε µια τεράστια στρατιά που σύμφωνα με τον Παυσανία, αποτελούνταν από 152.000 πεζούς και 20.400 ιππείς.
Στην πραγματικότητα, οι ιππείς ήταν τριπλάσιοι, διότι σε κάθε ιππέα-πολεμιστή αντιστοιχούσαν δύο ιπποκόμοι,
εξίσου ικανοί αναβάτες, με δυνατότητα να τον αντικαταστήσουν.
Την γαλατική αυτή ορδή ακολουθούσαν και πολυπληθείς άμαχοι, καθώς όπως φαίνεται σκοπό είχαν την μόνιμη εγκατάσταση τους στην Ελλάδα.
Ο κίνδυνος από την βαρβαρική επιδρομή ήταν μεγάλος. O Παυσανίας αναφέρει σχετικά:
«Οι Έλληνες γνώριζαν ότι αυτός ο αγώνας δε γινόταν για την ελευθερία τους, όπως τότε που αντιμετώπισαν τους Πέρσες.
Δεν έφτανε πλέον να προσφέρουν γη και ύδωρ. Tα γεγονότα που συνέβησαν στη Μακεδονία, στη Θράκη και στην Παιονία ήταν ακόμη νωπά στη μνήμη τους.
Κάθε άνδρας ως ξεχωριστή μονάδα και κάθε πόλη συνολικά, συνειδητοποίησαν ότι οι Έλληνες είτε θα νικούσαν είτε θα αφανίζονταν».
Αρχικά, κατευθύνθηκαν εναντίον των Μακεδόνων, αλλά ο Σωσθένης
και πάλι κατάφερε να τους προξενήσει αρκετές απώλειες κι έτσι αυτοί αποφάσισαν να κινηθούν νότια.
Για την αντιμετώπιση των Γαλατών συγκροτήθηκε μια συμμαχική δύναμη, που όπως προκύπτει, ξεπερνούσε τους 25.000 άντρες.
Οι Bοιωτοί έστειλαν 10.000 οπλίτες και 500 ιππείς. Οι Μεγαρείς 400 οπλίτες.
Οι Λοκροί παρέταξαν 700 άνδρες και δύναμη ιππικού.Οι Φωκείς 3.000 οπλίτες και 500 ιππείς.
Οι Αιτωλοί έστειλαν ένα μεγάλο απόσπασμα από 7.000 οπλίτες, καθώς και αριθμό ιππέων που δεν καταγράφεται όπως και ελαφρά οπλισμένους πεζικάριους.
Οι Αθηναίοι συνέδραμαν με 500 ιππείς και 1.000 πεζούς.
Ενώ σύμφωνα με τον Παυσανία, είχαν καταφθάσει και όλες οι αξιόπλοες αθηναϊκές τριήρεις.
Βασιλιάς της Μακεδονίας ήταν πλέον ο Αντίγονος Γονατάς, ο οποίος απέστειλε 500 άντρες, ενώ τον ίδιο αριθμό έστειλε κι ο Σελευκίδης βασιλιάς, Aντίοχος.
Η αρχηγία δόθηκε στους Αθηναίους, που είχαν στρατηγό τον Κάλλιππο.
Ως ιδανικό σημείο αναχαίτισης της προελαύνουσας εχθρικής δύναμης επελέγη για ακόμη μία φορά το στενό πέρασμα των Θερμοπυλών.
Οι Έλληνες αποφάσισαν να στείλουν άμεσα ολόκληρο το ιππικό
καθώς και 1.000 ελαφρά οπλισμένους άνδρες στον Σπερχειό, ώστε να εμποδίσουν την διέλευση του εχθρού.
Αφού πρώτα κατέστρεψαν όλες τις γέφυρες του ποταμού στη συνέχεια παρατάχθηκαν στις όχθες του.
Την νύχτα, όμως, αρκετοί Γαλάτες κατάφεραν να περάσουν τον ποταμό χρησιμοποιώντας τις μεγάλες γαλατικές ασπίδες τους ως σχεδίες,
ενώ μερικοί ήταν τόσο ψηλοί, ώστε διέσχισαν τα νερά περπατώντας στον πυθμένα με το κεφάλι τους να προβάλλει έξω από το νερό.
Οι Έλληνες όταν αργότερα διαπίστωσαν ότι οι εχθροί είχαν διασχίσει τον ποταμό, επέστρεψαν στις Θερμοπύλες, φοβούμενοι ενδεχόμενη περικύκλωση.
Στη συνέχεια, ο Βρέννος ανάγκασε τους κατοίκους των γειτονικών περιοχών,
να ξαναχτίσουν τις γέφυρες του Σπερχειού και με ολόκληρο το στράτευμά του διέβη τον ποταμό.
Αφού στρατοπέδευσε κοντά στην Ηράκλεια, στη συνέχεια επιτέθηκε στους Έλληνες.
Στη μάχη, το ελληνικό πεζικό δεν απομακρύνθηκε πολύ από τον κύριο κορμό,
ώστε οι ελαφρά οπλισμένοι στρατιώτες που βρισκόντουσαν πίσω του, να μπορούν να εκτοξεύουν ακόντια και βέλη στους Γαλάτες.
Αυτοί ήταν εύκολος στόχος, καθώς αρκετοί πολεμούσαν γυμνοί και οι περισσότεροι χωρίς κράνη ή θώρακες,
με μοναδικό αμυντικό μέσο τις ασπίδες τους, οι οποίες ήταν σαφώς κατώτερες από τεχνικής απόψεως συγκρινόμενες με τις ελληνικές.
Οι Κέλτες, όμως, ξεχώριζαν για το πολεμικό τους πάθος, καθώς ακόμα και τρυπημένοι από ακόντια,
τα έβγαζαν από το σώμα τους και τα έριχναν πίσω στους Έλληνες.
Στο μεταξύ, οι Αθηναίοι έσυραν τις τριήρεις τους στη λάσπη όσο το δυνατόν κοντύτερα στην ακτή, εξαπολύοντας από εκεί βέλη στους εχθρούς.
Οι Γαλάτες περιήλθαν σε δεινή θέση, καθώς στριµωγµένοι σε στενό χώρο δεν μπορούσαν να πολεμήσουν αποτελεσματικά
και ο καταιγισμός βελών και ακοντίων τους προκαλούσε μεγάλες απώλειες.
Έτσι, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν άτακτα προς το στρατόπεδό τους, με πολλούς να ποδοπατούνται κι άλλους να χάνονται στα έλη.
Οι συνολικές απώλειες για τους Έλληνες ήταν μόνο 40 άνδρες.
Μεταξύ των νεκρών Ελλήνων διακρίθηκε για την γενναιότητά του ένας νεαρός Αθηναίος, ονόματι Kυδίας.
Οι συγγενείς του αφιέρωσαν την ασπίδα του στον Δία, με την ακόλουθη επιγραφή: «Εδώ στέκομαι, λαχταρώντας την αέναη άνθιση της νιότης του Kυδία.
Είμαι η ασπίδα ενός ένδοξου ανθρώπου. Υπήρξα το μέσο απώθησης των εχθρών στο αριστερό του χέρι, όταν η μάχη μαινόταν ενάντια στους Γαλάτες».
Ο Βρέννος, αδυνατώντας να διασπάσει την ελληνική άμυνα, αποφάσισε να εφαρμόσει έναν έξυπνο αντιπερισπασμό.
Έδωσε εντολή σε 40.000 πεζούς και 800 ιππείς να κινηθούν εναντίον της Αιτωλίας,
ώστε να αναγκάσει τους Αιτωλούς να εγκαταλείψουν τις Θερμοπύλες και να σπεύσουν προς υπεράσπιση της πατρίδας τους.
Πρώτος σταθμός των βαρβάρων αποτέλεσε το Κάλλιο. Τις φρικαλεότητες που ακολούθησαν περιγράφει ο Παυσανίας:
«Διέπραξαν τα μεγαλύτερα ανοσιουργήματα που γνωρίζουμε και δεν μοιάζουν καθόλου με άλλα κακουργήματα των ανθρώπων.
Έσφαξαν κάθε άντρα, ακόμα και γέροντες ή νήπια. Τα παχύτερα μωρά τα φόνευαν, έπιναν το αίμα τους και έτρωγαν τις σάρκες τους.
Οι γυναίκες έσπευσαν να αυτοκτονήσουν. Όσες βρήκαν ζωντανές τις μεταχειρίσθηκαν με απίστευτη βία.
Οι βάρβαροι ασχημονούσαν επ' αυτών συνεχώς, ενώ συνευρίσκονταν ακόμη και με νεκρές γυναίκες».
Σύντομα, αγγελιοφόροι έφτασαν στις Θερμοπύλες και πληροφόρησαν τους Αιτωλούς για την καταστροφή.
Αυτοί ταχύτατα κινήθηκαν προς την πατρίδα τους.
Παράλληλα, στις αιτωλικές πόλεις όλοι οι άντρες που βρίσκονταν σε μάχιμη ηλικία στρατεύτηκαν.
Ήταν τέτοιος ο πολεμικός αναβρασμός που επικρατούσε, ώστε ακόμα και ηλικιωμένοι και γυναίκες οπλίστηκαν.
Μετά τις θηριωδίες που διέπραξαν, οι Κέλτες πυρπόλησαν το Κάλλιο και ξεκίνησαν για τις Θερμοπύλες.
Οι εξοργισμένοι Αιτωλοί ακροβολίστηκαν σε δύσβατα σημεία της διαδρομής και παρενοχλούσαν τους βαρβάρους ρίχνοντας ακόντια, βέλη και πέτρες.
Αυτά, λόγω του πλήθους των εχθρών αλλά και της ελλιπούς θωρακίσεώς τους είχαν εξαιρετικό αποτέλεσμα.
Όταν οι Γαλάτες τους κατεδίωκαν, οι Έλληνες τρέπονταν σε φυγή και όταν η καταδίωξη σταματούσε, επέστεφαν επιτιθέμενοι εκ νέου.
Η φονικότερη σύγκρουση φαίνεται πως έγινε στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή ως Κοκκάλια,
η οποία ονομάστηκε έτσι καθώς μέχρι και στις µέρες µας, οι γεωργικές εργασίες αποκαλύπτουν υπολείμματα θρυμματισμένων οστών.
Εκεί, οι Αιτωλοί κυριολεκτικά εξολόθρευσαν τους εχθρούς, ώστε από τους 40.800 Γαλάτες, που επέδραμαν στο Κάλλιο,
ούτε οι µισοί δεν κατάφεραν να επιστρέψουν στις Θερμοπύλες.
Παράλληλα, οι Έλληνες που βρίσκονταν στις Θερμοπύλες έζησαν μία τραγική επανάληψη της Ιστορίας.
Όπως στην πρώτη μάχη των Θερμοπυλών, ο Εφιάλτης, έτσι και τώρα οι Ηρακλειώτες και οι Aινιάνες,
επειδή ήθελαν το γρηγορότερο δυνατό να φύγουν οι Κέλτες από τη γη τους, τους υπέδειξαν το μονοπάτι της Ανοπαίας ατραπού.
Έτσι, ο Βρέννος, άφησε διοικητή του κυρίως σώματος της στρατιάς του τον Aκιχώριο και με 40.000 άνδρες κατευθύνθηκε προς το πέρασμα.
Όπως το 480 π.Χ., έτσι και τώρα την φύλαξη του στενού είχαν αναλάβει οι Φωκείς.
Εκείνη την μέρα η ομίχλη ήταν πυκνή, εμποδίζοντας την ορατότητα των Φωκιέων, οι οποίοι παρότι αιφνιδιάστηκαν, αντιστάθηκαν γενναία.
Τελικά, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν.
Πρόλαβαν, όμως, να ειδοποιήσουν τις υπόλοιπες ελληνικές δυνάμεις, οι οποίες για να αποφύγουν την περικύκλωση από τους Γαλατές
και την τραγική επανάληψη της ιστορίας των περσικών πολέμων αποχώρησαν από τις Θερμοπύλες.
Ο Βρέννος τότε άμεσα κινήθηκε προς τους ∆ελφούς, με σκοπό να αρπάξει του πλούσιους θησαυρούς του ιερού του Απόλλωνα.
Προς υπεράσπιση των ∆ελφών έσπευσαν Φωκείς, Λοκροί και Αιτωλοί, οι οποίοι συνολικά έφταναν τους 4.000 άντρες, σύμφωνα με τον ιστορικό Ιουστίνο.
Οι υπερασπιστές του Μαντείου, κατάφεραν να αποκρούσουν την επίθεση του Βρέννου.
Σύμφωνα με τον Παυσανία, υπήρξε και θεϊκή παρέμβαση, η οποία µε σεισμούς, αστραπές και κεραυνούς, προκάλεσε μεγάλες απώλειες στους Γαλάτες.
Παράλληλα, αναφέρει πως εμφανίστηκαν φαντάσματα ηρώων, μεταξύ των οποίων και του Πύρρου, τρομοκρατώντας τους εχθρούς.
Παρόμοια γεγονότα συνέβησαν και κατά τη διάρκεια της νύχτας στο γαλατικό στρατόπεδο,
όταν αφόρητο ψύχος κάλυψε την περιοχή, ενώ βράχια έπεφταν από τον Παρνασσό, καταπλακώνοντας πολλούς Γαλάτες.
Την επόμενη μέρα, οι Έλληνες επιτέθηκαν με αναπτερωμένο πλέον το ηθικό.
Παρά την αρχική τους αντίσταση, οι Γαλάτες, μετά και τον σοβαρό τραυματισμό του Βρέννου, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν.
Και η επόμενη νύχτα, όμως, ήταν εφιαλτική για τους Κέλτες, καθώς στο στρατόπεδό τους επικράτησε σύγχυση και πανικός,
με αποτέλεσμα να αρχίσουν να αλληλοσκοτώνονται, χάνοντας 10.000 άντρες.
Το επόμενο χρονικό διάστημα, το γαλατικό στρατόπεδο έχασε άλλους 10.000 άντρες από έλλειψη τροφίμων,
καθώς οι Φωκείς εμπόδιζαν τον ανεφοδιασμό τους.
Έτσι, αποφάσισαν να αποχωρήσουν, αφήνοντας ανεκπλήρωτη την προσπάθεια λαφυραγώγησης των Δελφών.
Στη συνέχεια, οι Αθηναίοι ένωσαν τις δυνάμεις τους με τους Bοιωτούς
και ξεκίνησαν να καταδιώκουν από κοινού τους εχθρούς, σκοτώνοντας σε ενέδρες τους αργοπορούντες.
Όσοι Γαλάτες κατάφεραν να γλυτώσουν ένωσαν τις δυνάμεις τους με αυτές του Aκιχώριου, ο οποίος είχε καθυστερήσει να φτάσει από τις Θερμοπύλες,
καθώς η κύρια στρατιά των Αιτωλών, έκανε συνεχείς επιθέσεις στην οπισθοφυλακή του, αναγκάζοντάς τον να κινείται με αργό ρυθμό.
Ο Βρέννος, ο οποίος βρισκόταν σε απόγνωση λόγω της συντριβής του, έθεσε επικεφαλής των υπολειμμάτων του στρατού του τον Ακιχώριο,
και σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, αφού πρώτα μέθυσε με άκρατο οίνο, στη συνέχεια αυτοκτόνησε.
Η τελευταία σελίδα του δράματος των Γαλατών γράφτηκε κοντά στον Σπερχειό ποταμό.
Εκεί, τους επιτέθηκαν Θεσσαλοί και Mαλιείς, και κυριολεκτικά τους αφάνισαν.
Είναι χαρακτηριστικό πως και ο Παυσανίας και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρουν πως ούτε ένας Γαλάτης δεν κατάφερε να γλυτώσει.
Παρότι η παραπάνω εκτίμηση πως οι 200.000 και πλέον εισβολείς εξοντώθηκαν μέχρι ενός φαντάζει υπερβολική,
η σημασία της ελληνικής επικράτησης κατά των Γαλατών ήταν τεράστια.
Κι αυτό επειδή οι Κέλτες δεν είχαν σκοπό απλώς να λεηλατήσουν την Ελλάδα, αλλά να αφανίσουν τους Έλληνες και να την αποικίσουν.
Αυτό φαίνεται από το ότι οι εισβολείς πήραν μαζί τους τις γυναίκες και τα παιδιά τους, με σκοπό να βρουν νέες εστίες και να εγκατασταθούν μόνιμα σε αυτές.
Επίσης, το γεγονός πως αναζητούσαν νέες εστίες φαίνεται κι από το ότι λίγο αργότερα
Γαλάτες εγκαταστάθηκαν μόνιμα σε περιοχές της Θράκης και της Μικράς Ασίας.
Μπροστά στον παραπάνω κίνδυνο αφανισμού, λοιπόν, οι Έλληνες πραγματοποίησαν έναν αληθινό άθλο, εφάμιλλο των Μηδικών.
Το κατόρθωμα αυτό γίνεται ακόμη μεγαλύτερο αν αναλογιστεί κάποιος την τεράστια αριθμητική υπεροχή του εχθρού,
καθώς και την έλλειψη μεγάλων στρατιωτικών ηγετών, δεδομένης της απουσίας του Πύρρου.
Η νικηφόρα έκβαση του πολέμου αυτού είναι µια ακόμη τρανή απόδειξη πως οι Έλληνες όταν αποφασίσουν να αγωνιστούν ενωμένοι μεγαλουργούν.
Ας είναι, λοιπόν, το παραπάνω, το μήνυμά μας σε όσους επιβουλεύονται την ελευθερία μας.
Πριν κλείσετε το βίντεο, μην ξεχάσετε να πατήσετε την ένδειξη "μου αρέσει", να κάνετε εγγραφή στο κανάλι,
αλλά και να μοιραστείτε με τους γνωστούς σας το περιεχόμενό μας για να μας βοηθήσετε να διαδώσουμε την προσπάθειά μας!
Μέχρι την επόμενη ιστορική μας περιήγηση, σας εύχομαι ολόψυχα να είστε καλά!