×

LingQ'yu daha iyi hale getirmek için çerezleri kullanıyoruz. Siteyi ziyaret ederek, bunu kabul edersiniz: çerez politikası.

image

Νυχτερινή Παρακολούθηση, κεφάλαιο 1

κεφάλαιο 1

1 Η Ντέιζη είχε σηκωθεί νωρίς εκείνο το ανοιξιάτικο πρωινό γιατί δούλευε σε μια υπόθεση στην κοντινή κωμόπολη.

Έφτασε στο γραφείο της με μια χάρτινη σακούλα στο χέρι της που περιείχε φρέσκα ψωμάκια κρέμας στις οχτώ παρά τέταρτο και πέθαινε για ένα φλιτζάνι καφέ.

Καθώς έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά, μια γυναικεία φωνή φώναξε, "Είναι ανοικτά, Ντέιζη."

Ήταν η Παμ, η καθαρίστρια

"Τι θα έλεγες για λίγο πρωινό, Παμ;" είπε η Ντέιζη με ένα χαμόγελο και μετά παρατήρησε ότι η Παμ προφανώς είχε κλάψει.

"Παμ, τι στο καλό συνέβη;

Έλα κάτσε και πάρε λίγο πρωινό μαζί μου.

Παρακαλώ πέσε μου τι σε βασανίζει."

Η Παμ ήταν μια σκληρά εργαζόμενη γυναίκα με δύο παιδιά να ανατρέψει.

Αυτή καθάριζε για ολόκληρο το κτήριο που σήμαινε εφτά γραφεία.

"Ο Τζιμ με ενοχλεί πάλι για τα παιδιά.

Ξέρεις δεν έχει κανένα νομικό δικαίωμα να τα βλέπει και πραγματικά δεν νοιάζεται καθόλου για αυτά, και ποτέ δεν τον είχε νοιαστεί."

"Ας βάλουμε το μπρίκι."

Η Ντέιζη ξεκίνησε να ετοιμάζει τον στιγμιαίο καφέ και πρόσφερε στην Παμ ένα ψωμάκι,

"Τώρα, γιατί δεν ξεκινάς από την αρχή;"

Η Παμ φαινόταν εξαιρετικά προβληματισμένη και συνέχισε:

"Βλέπεις, όταν πήραμε διαζύγιο ούτε που ζήτησε να δει τα παιδιά του.

Τώρα δεν έχει λεφτά, προσπαθεί να με βασανίσει για να του δώσω μερικά με την απειλή ότι αλλιώς θα πάρει τα παιδιά μακριά μου."

"Δεν νομίζω ότι μπορεί να το κάνει αυτό εύκολα, Παμ," είπε λογικά η Ντέιζη.

Η Παμ δέχτηκε άλλο ένα ψωμάκι.

"Όχι Ντέιζη, όχι εύκολα, αλλά είναι πολύ εκδικητικός και έχει απειλήσει να μου κάνει την ζωή κόλαση."

"Καλώς, απλώς θα πρέπει να περιμένουμε και θα δούμε."

Κοίτα, αν γίνει βίαιος το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να καλέσεις την αστυνομία."

"Ξέρω τον Τζιμ, αν δεν του δώσω λεφτά θα κάνει αυτό που λεει."

Τρεις μέρες αργότερα η Ντέιζη έλαβε ένα τηλεφώνημα.

"Ντέιζη, είμαι η Παμ. Τρελαίνομαι.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

κεφάλαιο 1 Chapter Kapitel 1 Chapter 1 Chapitre 1 Capitolo 1

1 Η Ντέιζη είχε σηκωθεί νωρίς εκείνο το ανοιξιάτικο πρωινό γιατί δούλευε σε μια υπόθεση στην κοντινή κωμόπολη. определенный артикль|Дейзи|||рано|то||весеннее|утро|потому что|работала|в|одиную|дело|в|ближайшей|деревня |Daisy||||||Frühling||||||Fall|||Kleinstadt |Daisy|"had gotten up"|had gotten up||that||springtime|morning||was working|||case||nearby|small town Daisy war an diesem Frühlingsmorgen früh aufgestanden, weil er in der nahe gelegenen Stadt an einem Fall arbeitete. 1 Daisy had risen early that spring morning because she was working on a case in the nearby town. 1 Daisy acordou cedo naquela manhã de primavera porque estava trabalhando em um caso na cidade vizinha. 1 Daisy hade stigit upp tidigt på vårmorgonen eftersom hon arbetade med ett ärende i en närliggande stad. 1 Daisy o bahar sabahının erken saatlerinde yükselmişti, çünkü yakındaki şehirdeki bir dava üzerinde çalışıyordu.

Έφτασε στο γραφείο της με μια χάρτινη σακούλα στο χέρι της που περιείχε φρέσκα ψωμάκια κρέμας στις οχτώ παρά τέταρτο και πέθαινε για ένα φλιτζάνι καφέ. пришла||офис||с|один|бумажная|сумка||руке|ее|которая|содержала|свежие|булочки|крема|в|восемь|без|четверть|и|умирала|за|один|чашка|кофе ||||||Papier|Tüte|||||enthielt|||Creme|||||||||Tasse| Arrived||||||paper|bag||hand|||contained|fresh|cream buns|cream puffs|at|eight fifteen|before|quarter to eight||dying for|||cup of coffee| Sie erreichte ihren Schreibtisch mit einer Papiertüte in der Hand, die acht und ein Viertel frische Sahne-Brötchen enthielt und auf der Suche nach einer Tasse Kaffee starb. She arrived at her desk with a paper bag in her hand containing fresh cream rolls at quarter past eight, and she was dying for a cup of coffee. Chegou à mesa com um saco de papel na mão, contendo pães de creme fresco às oito e meia e morrendo de vontade de tomar uma xícara de café. Hon kom till sitt skrivbord med en papperspåse i handen som innehöll färska gräddbullar på åtta kvarter och dödade efter en kopp kaffe.

Καθώς έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά, μια γυναικεία φωνή φώναξε, "Είναι ανοικτά, Ντέιζη." когда||(артикль)||в замок|замок|один|женский|голос|закричала|(оно)|открыто|Дейзи |||||||||||offen| "As"|"put"||key||lock||female|voice|shouted||open| Als er den Schlüssel ins Schloss steckte, rief eine weibliche Stimme: "Es ist offen, Daisy." As he put the key in the lock, a female voice cried, "It's open, Daisy." Quando ela colocou a chave na fechadura, uma voz feminina gritou: "Está aberta, Daisy". När hon lade in nyckeln i låset ropade en kvinnlig röst: "Den är öppen, Daisy."

Ήταν η Παμ, η καθαρίστρια была|||(определенный артикль)|уборщица ||Pam||Putzfrau ||Pam||cleaning lady Es war Pam, die Putzfrau It was Pam, the cleaner, "What would you say for a little breakfast, Mom?" said Daisy with a smile, then remarked that Pam was obviously crying.

"Τι θα έλεγες για λίγο πρωινό, Παμ;" είπε η Ντέιζη με ένα χαμόγελο και μετά παρατήρησε ότι η Παμ προφανώς είχε κλάψει. что||сказала бы|||завтрак|Пэм|сказала|(определенный артикль)|Дейзи|с|с одной|улыбка|и|потом|заметила|что|(определенный артикль)|Пэм|очевидно|была|плакала |||||||||||||||bemerkte||||offensichtlich|| ||"would you say"||||||||||smile|||noticed||||obviously|had|had been crying "Was würdest du für ein kleines Frühstück sagen, Pam?" Sagte Daisy mit einem Lächeln und bemerkte dann, dass Pam offensichtlich weinte. "How about some breakfast, Pam?" Daisy said with a smile, then noticed that Pam had obviously been crying. "O que você diria para um café da manhã, Pam?" Daisy disse com um sorriso e então percebeu que Pam aparentemente chorara. "Vad sägs om frukost, Pam?" sa Daisy med ett leende och märkte sedan att Pam uppenbarligen hade gråtit.

"Παμ, τι στο καλό συνέβη; Пэм|что|||произошло ||||ist passiert ||||happened "Nun, was zur Hölle ist passiert?" “Pam, what on earth happened” "Pam, o que diabos aconteceu? "Pam, vad i helvete hände? Lütfen seni neyin berbat ettiğini söyle

Έλα κάτσε και πάρε λίγο πρωινό μαζί μου. приходи||и|возьми|немного|завтрак|со мной|со мной |sit down||have|||| Komm, setz dich und frühstücke mit mir. Come sit down and have some breakfast with me. Kom och sätt dig ner och äta frukost med mig.

Παρακαλώ πέσε μου τι σε βασανίζει." пожалуйста||мне|что||беспокоит |sag||||quält |"tell"||||torments you Bitte erzählen Sie, was ist die Geschichte von ihnen großen Welpen ..... Please tell me what's bothering you." Por favor, me diga o que está torturando você. " Snälla berätta, hur är det med de stora valparna ..... Tüm binayı temizledi, bu da yedi ofis anlamına geliyordu.

Η Παμ ήταν μια σκληρά εργαζόμενη γυναίκα με δύο παιδιά να ανατρέψει. эта|Пам||одна|суровая|работающая|женщина|с|два|детей|чтобы|воспитать |||||arbeitende||||||erziehen ||||hard|hardworking|woman|||||raise Pam war eine fleißige Frau mit zwei Kindern, die gestürzt werden mussten. Pam was a hard working woman with two children to support. Pam era uma mulher trabalhadora e com dois filhos para criar. Pam var en hårt arbetande kvinna med två barn för att vända upp och ner. "Jim çocuklar için yine canımı sıkıyor.

Αυτή καθάριζε για ολόκληρο το κτήριο που σήμαινε εφτά γραφεία. она|убирала||всё здание||здание||означало|семь|офисы |||||Gebäude||bedeutete|| |was cleaning||the entire||building||meant||offices Sie wissen, er hat kein gesetzliches Recht, sie zu sehen, und kümmert sich wirklich nicht um sie, und es hat ihn nie interessiert. She cleaned for the entire building which meant seven offices. Ela estava limpando o prédio inteiro, o que significava sete escritórios. Hon städade hela byggnaden, vilket innebar sju kontor.

"Ο Τζιμ με ενοχλεί πάλι για τα παιδιά. |Джим|меня|||за|для (определённый артикль во множественном числе)|дети |||stört|||| |Jim||bothers|||| "Jim stört mich wieder wegen der Kinder. “Jim is bugging me about the kids again. "Jim está me incomodando novamente com as crianças. "Jim stör mig igen om barnen. "Briketi koyalım."

Ξέρεις δεν έχει κανένα νομικό δικαίωμα να τα βλέπει και πραγματικά δεν νοιάζεται καθόλου για αυτά, και ποτέ δεν τον είχε νοιαστεί." знаешь||имеет||юридическое||чтобы|их|видеть|и|действительно||заботится|совсем|за|это|и|никогда||его|было|неспокойно |||keine|rechtliches|Recht|||||||kümmert sich|||||||||gekümmert ||||legal|right||||and|really||"care"|||||||||"cared about" Daisy fing an, den Instantkaffee zuzubereiten und bot Pam ein Brötchen an: "Warum fangen Sie nicht von vorne an?" Pam sah äußerst besorgt aus und fuhr fort: "Sie sehen, wenn wir uns scheiden ließen oder nach seinen Kindern fragten. You know, he has no legal right to see them, and he really doesn't care about them at all, and he never cared about them. Você sabe que ele não tem o direito legal de vê-los e ele realmente não se importa com eles, e nunca se importou. "

"Ας βάλουμε το μπρίκι." давайте|поставим||чайник |setzen||Kännchen "Let's"|let's put||"coffee pot" Jetzt hat er kein Geld, er versucht mich zu foltern, um ihm die Drohung zu geben, er würde die Kinder sonst wegbringen. Let's put the kettle on. Artık parası yok, bana çocukları biraz daha götüreceği tehdidi için bana işkence etmeye çalışıyor.

Η Ντέιζη ξεκίνησε να ετοιμάζει τον στιγμιαίο καφέ και πρόσφερε στην Παμ ένα ψωμάκι, (определенный артикль)|Дейзи||чтобы|готовить||моментальный|кофе|и|предложила|в(1)|Пэм|один|булочка ||||||instantanen|||boten||||Brötchen ||||prepare||instant coffee|coffee||offered||||small bread "Ich glaube nicht, dass er das leicht schaffen kann, Mom", sagte Deisie logisch. Daisy started to prepare the instant coffee and offered Pam a piece of bread. Дейзи начала варить растворимый кофе и предложила Пэм булочку. Deisie, "Bunu kolayca yapabileceğini sanmıyorum anne" dedi.

"Τώρα, γιατί δεν ξεκινάς από την αρχή;" сейчас|почему||начинаешь||(определенный артикль)|начало |||"you start"||| "Nun, warum fängst du nicht von vorne an?" "Now, why don't you start over?" "А теперь, почему бы не начать с самого начала?" Pam başka bir ekmek rulosu daha aldı.

Η Παμ φαινόταν εξαιρετικά προβληματισμένη και συνέχισε: она|Пам|казалась||озабоченная|и|продолжила ||||nachdenklich|| ||"seemed" or "appeared"|extremely|"concerned"||continued Pam sah äußerst besorgt aus und fuhr fort: Pam looked extremely troubled and continued: Пэм выглядела очень взволнованной и продолжила:

"Βλέπεις, όταν πήραμε διαζύγιο ούτε που ζήτησε να δει τα παιδιά του. видишь|когда||||даже||чтобы|увидеть|(определенный артикль во множественном числе)|детей|его |||Scheidung|||hatte gefragt||||| ||we got|divorce|not even|even|he asked|to|||| "Sie sehen, als wir uns scheiden ließen, hat er nicht einmal darum gebeten, seine Kinder zu sehen. "You see, when we got divorced he didn't even ask to see his kids. «Видите ли, когда мы развелись, он даже не попросился к своим детям. "Peki, sadece beklemek ve görmek zorundayız."

Τώρα δεν έχει λεφτά, προσπαθεί να με βασανίσει για να του δώσω μερικά με την απειλή ότι αλλιώς θα πάρει τα παιδιά μακριά μου." сейчас||есть|деньги|попробует|чтобы|меня|бросить|чтобы|чтобы|ему|дам|несколько|с|с (инструментальный падеж)|угроза|что|иначе|будет|возьмет|(определенный артикль)|детей|далеко|от меня |||||||quälen||||||||Bedrohung|||||||| |||||||"torture"||to||"give him some"|some|||threat||"otherwise"|||||| Jetzt hat er kein Geld mehr, er versucht mich zu foltern, um ihm etwas mit der Drohung zu geben, dass er mir sonst die Kinder wegnehmen wird. " Now he has no money, he's trying to torture me into giving him some by threatening to take the children away from me." "Nu har han inga pengar, han försöker tortera mig för att ge honom några med hotet att han annars tar bort barnen från mig."

"Δεν νομίζω ότι μπορεί να το κάνει αυτό εύκολα, Παμ," είπε λογικά η Ντέιζη. не||что|может|это|это|сделать|это|легко|Пэм|сказала|логично|(определенный артикль)|Дейзи |||||||||||"reasonably"|| "Ich glaube nicht, dass er das einfach kann, Pam", sagte Daisy logisch. "I don't think he can do that easily, Pam," Daisy said reasonably. "Jag tror inte att han kan göra det lätt, Pam," sa Daisy förnuftigt.

Η Παμ δέχτηκε άλλο ένα ψωμάκι. η|Пам|приняла|другое|один|булочка ||hatte angenommen||| ||accepted|||little bread roll Pam akzeptierte ein weiteres Brötchen. Pam accepted another bun. Pam accepterade en annan bulle.

"Όχι Ντέιζη, όχι εύκολα, αλλά είναι πολύ εκδικητικός και έχει απειλήσει να μου κάνει την ζωή κόλαση." |Дейзи|нет||но|он|очень|мстительный|и|он|угрожал|сделать|мне|сделать|мою|жизнь|ад |||||||rachsüchtig|||bedroht|||||| |||||||vengeful|||"threatened"||||||hell "Nicht Daisy, nicht leicht, aber er ist sehr rachsüchtig und hat gedroht, mein Leben zur Hölle zu machen." "No Daisy, not easily, but he is very vengeful and has threatened to make my life hell." "Ingen tusensköna, inte lätt, men han är väldigt hämndlysten och har hotat att göra mitt liv fan."

"Καλώς, απλώς θα πρέπει να περιμένουμε και θα δούμε." хорошо|просто|будем||да|ждать|и||увидим Well|||||wait|||we'll see "Okay, wir müssen nur abwarten und sehen." "Well, we'll just have to wait and see." "Tja, vi måste bara vänta och se."

Κοίτα, αν γίνει βίαιος το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να καλέσεις την αστυνομία." смотри||станет|агрессивным|это|только|что|должно|чтобы|сделать|есть|чтобы|позвонить|(определенный артикль, женский род)|полиция |||gewalttätig|||||||||rufen|| "Look"||he becomes|violent|||||||||"call"||police "Schauen Sie, wenn er gewalttätig wird, müssen Sie nur die Polizei rufen." "Look, if he gets violent, all you have to do is call the police."

"Ξέρω τον Τζιμ, αν δεν του δώσω λεφτά θα κάνει αυτό που λεει." знаю||Джим|если|||дам|деньги|будет|сделает|то|что|скажет |||||||money|||||"says" "Ich kenne Jim, wenn ich ihm kein Geld gebe, wird er tun, was er sagt." "I know Jim, if I don't give him money he will do what he says." "Jag känner Jim, om jag inte ger honom pengar kommer han att göra vad han säger."

Τρεις μέρες αργότερα η Ντέιζη έλαβε ένα τηλεφώνημα. три||позже||Дейзи|получила|один|телефонный звонок |||||erhielt|| Three||later|||received||phone call Drei Tage später erhielt Daisy einen Anruf. Three days later Daisy received a phone call.

"Ντέιζη, είμαι η Παμ. Дейзи||я|Пэм „Gänseblümchen, ich bin Pam. "Daisy, it's Pam. Τρελαίνομαι. схожу с ума Ich werde verrückt I'm going crazy. Verrückt werden. I’m going crazy.