Belisarius - One of the greatest generals of the Byzantine Empire [ENG/G...
Πρωταγωνιστής του σημερινού μας αφιερώματος είναι ο Βελισάριος,
ένας από τους σημαντικότερους στρατηγούς στην μακρόχρονη Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Διακρίθηκε σε όλα σχεδόν τα πολεμικά μέτωπα της εποχής, από την Μέση Ανατολή ως την Ιταλία, κι από την Βόρειο Αφρική ως την χερσόνησο του Αίμου,
κι υπήρξε βασικός εκφραστής του οράματος του Ιουστινιανού για επανάκτηση των εδαφών της παλαιάς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Όπως θα δούμε στη συνέχεια, η ζωή και η σταδιοδρομία του παρουσιάζουν εντονότατες εναλλαγές,
από τον θρίαμβο και τη δόξα στον παραμερισμό και στην απώλεια αξιωμάτων και περιουσίας.
Ο Βελισάριος γεννήθηκε μεταξύ του 500 και του 505 μ.Χ. στην πόλη Γερμανία,
η οποία όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Προκόπιος Καισαρείας βρισκόταν μεταξύ Θράκης και Ιλλυρικού.
Για την νεανική του ηλικία δεν σώζονται πληροφορίες κι όσον αφορά την καταγωγή του,
υπάρχουν πολλές εκδοχές με την επικρατέστερη να τον θέλει γόνο εκρωμαϊσμένης οικογένειας θρακικής καταγωγής.
Σε νεαρή ηλικία μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, όπου κατετάγη ως αξιωματικός στην φρουρά του Αυτοκράτορα Ιουστίνου Α΄.
Εκείνη την περίοδο γνωρίστηκε με τον Ιουστινιανό, ο οποίος εκτίμησε τις ικανότητές του και τον διόρισε στην προσωπική του φρουρά, όπου υπηρέτησε ως δορυφόρος.
Αυτό το αξίωμα παραπέμπει σε αυτό του βουκελάριου.
Οι βουκελάριοι ήταν καλά οπλισμένοι ιδιωτικοί ακόλουθοι υψηλόβαθμων αξιωματούχων, που κύριο μέλημά τους ήταν η ασφάλεια του κυρίου τους.
Αποτελούσαν τις διακεκριμένες μονάδες του Βυζαντινού στρατού
και συχνά χρησιμοποιούνταν για ειδικές αποστολές αναλαμβάνοντας χρέη διοικητών τακτικών στρατιωτών.
Παρά το νεαρό της ηλικίας του, ο Βελισάριος ως δορυφόρος του Ιουστινιανού ανέλαβε την ηγεσία τολμηρών έφιππων επιδρομών στην περσική Αρμενία.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 527, ο Ιουστινιανός θα διαδεχθεί στον θρόνο τον θείο του Ιουστίνο κι ο Βελισάριος θα ανέλθει ακόμα περισσότερο στη στρατιωτική βαθμίδα,
αφού ο νέος Αυτοκράτορας θα τον διορίσει στρατιωτικό διοικητή της Μεσοποταμίας.
Ο Βελισάριος παντρεύτηκε την Αντωνίνα και μαζί της απέκτησε μια κόρη, την Ιωαννίνα.
Παρά το γεγονός πως η Αντωνίνα δεν ήταν κι η ιδανική σύζυγος, αυτός της έτρεφε υπερβολική αγάπη και συνεχώς συγχωρούσε τις απιστίες της.
Τον Απρίλιο του 529, ο Ιουστινιανός προήγαγε τον Βελισάριο στο αξίωμα του Magister Militum Per Orientem,
βαθμός που του έδινε την αρχιστρατηγία στον πόλεμο με τους Πέρσες, ο οποίος είχε ήδη ξεσπάσει από το προηγούμενο έτος.
Η σπουδαιότερη μάχη του πολέμου διεξήχθη το 530, όταν μια περσική στρατιά 40.000 ανδρών υπό τον στρατηγό Περόζη βάδισε κατά της οχυρής πόλης Δάρας.
Ο Βελισάριος παρά το ότι διέθετε μόνο 25.000 άνδρες, προτίμησε να αντιμετωπίσει τους εχθρούς του εκτός της πόλης.
Λαμβάνοντας υπόψη τη μορφολογία του εδάφους και την αριθμητική υπεροχή των Περσών,
αποφάσισε την κατασκευή τάφρου και παρέταξε με ευφυή τρόπο τις διαθέσιμες δυνάμεις του.
Στο κέντρο της παράταξης τοποθέτησε το πεζικό, ενώ ακριβώς πίσω του βρισκόταν ο ίδιος με τις δυνάμεις του.
Στο δεξί και στο αριστερό τμήμα τοποθέτησε το ιππικό, ενώ άκρα αριστερά παρέταξε μια ισχυρή ιππική δύναμη
αποτελούμενη κυρίως από Έρουλους, οι οποίοι ήταν μια γερμανική φυλή.
Η τοποθέτηση ισχυρών ιππέων σε αυτό το σημείο, οφειλόταν στο γεγονός ότι στην αριστερή πλευρά δεν υπήρχε τάφρος
άρα ήταν αναγκαία η ύπαρξη ισχυρών μονάδων που θα απέτρεπαν πιθανή πλαγιοκόπηση.
Στις δυο άκρες μπροστά από το πεζικό τοποθέτησε Μασσαγέτες ιππείς, με εντολή να δράσουν ως εφεδρείες, βοηθώντας τις δύο πτέρυγες όταν χρειαστεί.
Όσον αφορά την Περσική πολεμική γραμμή, αυτή ήταν διαιρεμένη σε τρία τμήματα, με το πεζικό στο κέντρο και το ιππικό στα άκρα.
Την πρώτη μέρα της μάχης έλαβαν χώρα αψιμαχίες μικρής κλίμακας με το πιο εντυπωσιακό γεγονός
να είναι η προσωπική μονομαχία, στην οποία ένας Πέρσης προκάλεσε τους Βυζαντινούς.
Ο μοναδικός που ανταποκρίθηκε ήταν ένας άντρας από την προσωπική ακολουθία του στρατηγού Βούζη, ονόματι Ανδρέας,
ο οποίος και τελικά κέρδισε την μονομαχία σκοτώνοντας τον Πέρση, ενώ στη συνέχεια κέρδισε και δεύτερη μονομαχία, δημιουργώντας κύμα ενθουσιασμού στους Βυζαντινούς.
Την επόμενη μέρα ο Περόζης έλαβε ενισχύσεις 10.000 στρατιωτών, ενώ ήταν τόσο σίγουρος για την νίκη του,
ώστε με γράμμα του ζήτησε αλαζονικά από τον Βελισάριο να έχει έτοιμα τα λουτρά της πόλης για να τα χρησιμοποιήσει.
Η τελική αναμέτρηση έλαβε χώρα την τρίτη μέρα και έληξε με θριαμβευτική νίκη των Βυζαντινών και τους Πέρσες να χάνουν ένα μεγάλο μέρος του στρατού τους.
Στην μάχη έλαμψε η στρατηγική μεγαλοφυία του Βελισάριου, ο οποίος εφήρμοσε μια σειρά στρατηγημάτων, με τα βασικότερα να είναι:
πρώτον, η απόκρυψη πριν την μάχη του ιππικού των Έρουλων πίσω από έναν γειτονικό λόφο,
και η χρήση του την κατάλληλη στιγμή για να πλαγιοκοπήσει τους Πέρσες,
δεύτερον, η σωστή χρήση των σωμάτων ιππικού των Μασσαγετών, οι οποίοι κι ενίσχυαν κατά τη διάρκεια της μάχης όποια πτέρυγα είχε ανάγκη
και τρίτον, οι κατάλληλοι ελιγμοί που εφήρμοσε ώστε να προκαλέσει την διχοτόμηση των Περσικών δυνάμεων,
γεγονός που τελικά έκρινε την μάχη καθώς μέρος τους περικυκλώθηκε κι εξοντώθηκε, ενώ οι υπόλοιποι υποχώρησαν άτακτα.
Η νίκη του Βελισαρίου σηματοδότησε μια σημαντική στιγμή στις πολεμικές επιχειρήσεις του Ανατολικού μετώπου,
γιατί ήταν η πρώτη φορά μετά από χρόνια που μια Βυζαντινή δύναμη, και μάλιστα αριθμητικά κατώτερη, κατόρθωσε να νικήσει τους Πέρσες.
Το 532, στην πρωτεύουσα ξέσπασε η Στάση του Νίκα, η οποία ήταν μια ευρείας κλίμακας εξέγερση μεγάλου μέρους των πολιτών της Κωνσταντινούπολης εναντίον του Ιουστινιανού.
Για καλή τύχη του τύχη όμως, αυτήν την εποχή ο Βελισάριος βρισκόταν στην Βασιλεύουσα
και σε συνεργασία με τον στρατηγό Μούνδο περικυκλώσαν τον εξαγριωμένο όχλο στον ιππόδρομο, όπου ακολούθησε μεγάλη σφαγή.
Η καθοριστική συμβολή του στην καταστολή της εξέγερσης, έκανε τον Βελισάριο έναν από τους πλέον έμπιστους συνεργάτες του Αυτοκράτορα.
Αμέσως μετά, ο Ιουστινιανός ξεκίνησε προετοιμασίες για εκστρατεία κατά του βανδαλικού βασιλείου της Αφρικής,
με αφορμή την ανατροπή του εκεί φιλοβυζαντινού βασιλιά.
Επικεφαλής της εκστρατείας ορίστηκε ο Βελισάριος, όμως του δόθηκε μικρή δύναμη 10.000 πεζών, 5.000 ιππέων και 3.000 μισθοφόρων.
Ο Βάνδαλος βασιλιάς Γελίμερος όταν πληροφορήθηκε την είδηση της εισβολής έσπευσε να αντιμετωπίσει τον Βελισάριο.
Παρότι διέθετε σαφώς υπέρτερες δυνάμεις, περί τους 30.000 με 40.000 πολεμιστές,
υπέστη συντριπτική ήττα από τον σπουδαίο Βυζαντινό στρατηγό, στην τοποθεσία Δέκιμον, νότια της Καρχηδόνας.
Στη συνέχεια, ο Βελισάριος εισήλθε θριαμβευτικά στην Καρχηδόνα,
δίνοντας αυστηρές εντολές στους στρατιώτες του να σεβαστούν τις ζωές και τις περιουσίες των κατοίκων της περιοχής, ώστε να εξασφαλίσει τη συνεργασία τους.
Ο Γελίμερος με τα υπολείμματα του στρατού του τράπηκε σε φυγή προς τα δυτικά, όπου στρατολόγησε ντόπιες φυλές,
ενώ παράλληλα ενισχύθηκε με την άφιξη δυνάμεων του από την Σαρδηνία. Στη συνέχεια, βάδισε κατά της Καρχηδόνας.
Ο Βελισάριος επιδίωξε ανοιχτή μάχη και περίμενε τον στρατό των Βανδάλων στο Τρικάμαρον, δυτικά της Καρχηδόνας.
Στη μάχη που ακολούθησε, τον Δεκέμβριο του 533, η νίκη των Βυζαντινών ήταν συντριπτική, ενώ κι ο ίδιος ο Γελίμερος παραδόθηκε λίγες βδομάδες αργότερα.
Πολλοί αυλικοί και αξιωματούχοι στην Κωνσταντινούπολη, τυφλωμένοι από φθόνο λόγω των μεγάλων επιτυχιών του Βελισάριου στην Βόρεια Αφρική,
τον συκοφάντησαν ότι δήθεν σκόπευε να κρατήσει για τον εαυτό του τις καταληφθείσες περιοχές, δημιουργώντας δικό του βασίλειο.
Ο Ιουστινιανός για να εξακριβώσει τις προθέσεις του στρατηγού,
τού πρότεινε να διαλέξει εάν ήθελε να μείνει στην Αφρική ως αρχιστράτηγος ή να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη.
Αυτός δείχνοντας την αφοσίωσή του στον Αυτοκράτορα επέστρεψε στην Βασιλεύουσα με πλήθος αιχμαλώτων και λαφύρων.
Τον επόμενο χρόνο, η φιλοβυζαντινή βασίλισσα των Οστρογότθων Αμαλασούνθα δολοφονήθηκε.
Έτσι, ο Ιουστινιανός βρήκε την αφορμή που έψαχνε για να επανακτήσει την Ιταλία.
Για άλλη μια φορά, κατάλληλος για να πραγματώσει τις φιλοδοξίες του Αυτοκράτορα κρίθηκε ο Βελισάριος,
ο οποίος έπλευσε στην Σικελία με 12.000 άνδρες, καταλαμβάνοντας την μέσα σε λίγους μήνες.
Το καλοκαίρι του 536 αποβιβάστηκε στο νότιο άκρο της Καλαβρίας και προέλασε ταχύτατα προς Βορρά.
Χαρακτηριστικό είναι πως οι ελληνόφωνοι κατά κύριο λόγο πληθυσμοί της κάτω Ιταλίας υποδέχονταν τους Βυζαντινούς σαν ελευθερωτές.
Η προέλαση διακόπηκε κάτω από τα τείχη της Νεάπολης, η οποία διέθετε ισχυρή γοτθική φρουρά.
Η πόλη αντιστάθηκε επιτυχώς για έναν μήνα περίπου, όμως τελικά έπεσε στα χέρια των Βυζαντινών.
Στη συνέχεια, ο Βελισάριος κινήθηκε προς την Ρώμη της οποίας έγινε κύριος αναίμακτα μετά από διαπραγματεύσεις.
Οι Γότθοι ανασυντάχθηκαν και έφθασαν κάτω από τα τείχη της Ρώμης τον Μάρτιο του 537
με στρατιωτική δύναμη 150.000 πολεμιστών κατά τον ιστορικό Προκόπιο, ο οποίος μάλλον υπερβάλει για τον αριθμό των εχθρών.
Ο Βελισάριος παρά το γεγονός ότι υστερούσε δραματικά από αριθμητικής απόψεως, καθώς διέθετε λιγότερους από 5.000 άντρες, κατάφερνε να αποκρούει τις συνεχείς επιθέσεις.
Το επόμενο έτος όταν έλαβε ενισχύσεις, ξεκίνησε επιδρομές στα μετόπισθεν των αντιπάλων, πλήττοντας τις γραμμές ανεφοδιασμού τους.
Έτσι, οι Γότθοι μετατράπηκαν από πολιορκητές σε πολιορκημένους και μετά από έναν χρόνο πολιορκίας, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν προς τον Βορρά.
Τον Ιούνιο του ίδιου έτους (538), αφίχθηκαν στην Ιταλία ενισχύσεις 7.000 αντρών υπό τον Ναρσή,
ο οποίος αμφισβητούσε συνεχώς την αρχιστρατηγία του Βελισάριου.
Αποτέλεσμα των διαφωνιών των δύο στρατηγών ήταν η πτώση της σημαντικής πόλης των Μεδιολάνων στους συνασπισμένους Γότθους και Βουργουνδούς.
Η πόλη λεηλατήθηκε, ο ανδρικός πληθυσμός σφαγιάστηκε και τα γυναικόπαιδα πουλήθηκαν ως δούλοι.
Μετά από αυτήν την άσχημη εξέλιξη, ο Ιουστινιανός ανακάλεσε τον Ναρσή, αφήνοντας τον Βελισάριο μοναδικό αρχηγό των δυνάμεων στην Ιταλία.
Τα επόμενα έτη, οι στρατιωτικές επιτυχίες του μεγάλου στρατηγού στην Ιταλική χερσόνησο συνεχίστηκαν
και αρκετοί Ρωμαίοι και Γότθοι ευγενείς του πρότειναν να τον ανακηρύξουν βασιλιά της Ιταλίας.
Όταν το πληροφορήθηκε αυτό ο Ιουστινιανός γεμάτος καχυποψία ειδοποίησε τον Βελισάριο να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη.
Αυτός για πολλοστή φορά απέδειξε την πίστη του στον Αυτοκράτορα επιστρέφοντας με πλήθος από λάφυρα και πολλούς αιχμαλώτους,
μεταξύ των οποίων και τον βασιλιά των Οστρογότθων Ουίτιγη.
Όμως στην Ανατολή τα πράγματα πάλι δεν ήταν καλά.
Την άνοιξη του 542, ο Χοσρόης επέδραμε ξανά εναντίον της Αυτοκρατορίας, με στόχο τις πλούσιες περιοχές της Φοινίκης και της Παλαιστίνης.
Για άλλη μια φορά, ο Βελισάριος εστάλη για να βγάλει το φίδι από την τρύπα.
Όταν οι Πέρσες έφτασαν στο σημείο που ο Βυζαντινός στρατηγός είχε παρατάξει τις ολιγάριθμες δυνάμεις του, ο Χοσρόης έστειλε αντιπροσωπεία,
η οποία είχε ως πραγματικό σκοπό να εξακριβώσει το μέγεθος του βυζαντινού στρατεύματος.
Ο Βελισάριος αντελήφθη τις προθέσεις των Περσών και έδωσε διαταγή στους στρατιώτες του να απλωθούν σε μεγάλη έκταση και να κινούνται αδιάκοπα,
ώστε να δημιουργούν την εικόνα ότι είναι πολλοί περισσότεροι απ' ότι στην πραγματικότητα.
Επιπλέον, το άγημα που υποδέχτηκε την περσική αντιπροσωπεία, αποτελείτο από τους πλέον μεγαλόσωμους στρατιώτες,
οι οποίοι έδειχναν μεγάλη αυτοπεποίθηση, αποπνέοντας σιγουριά για την νίκη.
Όταν ο Χοσρόης έλαβε τις παραπάνω πληροφορίες, θορυβήθηκε κι αποφάσισε να μην διακινδυνεύσει κάνοντας επίθεση.
Αμέσως μετά από αυτήν την αναίμακτη νίκη, ο Βελισάριος ανακλήθηκε και πάλι στην Κωνσταντινούπολη.
Στο μεταξύ είχε ξεσπάσει θανατηφόρος λοιμός.
Ο Ιουστινιανός νόσησε πολύ βαριά, με συνέπεια στο στενό του περιβάλλον να γίνεται λόγος περί διαδοχής.
Ως πιθανός διάδοχος ακούστηκε κι ο Βελισάριος.
Αν κι αυτός ουδέποτε εξέφρασε την επιθυμία να γίνει αυτοκράτορας, η θορυβημένη Θεοδώρα αντέδρασε ακαριαία, καθαιρώντας τον από το αξίωμά του.
Επίσης, δήμευσε την τεράστια περιουσία του, διέλυσε την μεγάλη προσωπική του φρουρά που ο ίδιος είχε δημιουργήσει από Βουκελάριους
και τον έθεσε σε κοινωνικό αποκλεισμό, απαγορεύοντάς του να έχει οποιαδήποτε επαφή.
Ζούσε πλέον φοβούμενος ακόμα και για τη ζωή του.
Όταν αργότερα ο Ιουστινιανός ανάρρωσε από την αρρώστια, αποκατέστησε τον Βελισάριο, μη δίνοντας σημασία στις φήμες.
Όμως, τα 4 χρόνια που ο Βελισάριος απουσίαζε από την Ιταλία ήταν αρκετά για να αναστραφεί άρδην η εκεί κατάσταση,
με τους Γότθους να καταλαμβάνουν ξανά το μεγαλύτερο μέρος της ιταλικής χερσονήσου.
Ο Βελισάριος στάλθηκε ξανά για να τους αντιμετωπίσει.
Του δόθηκαν όμως ελάχιστες στρατιωτικές δυνάμεις κι έτσι επί πέντε χρόνια αναλώθηκε σε μικρής κλίμακας επιχειρήσεις
προσπαθώντας να ενισχύσει όποιο μέρος πιεζόταν περισσότερο.
Στις αρχές του 549, ο σπουδαίος στρατηγός επιστρέφει στην Βασιλεύουσα απογοητευμένος από την συνεχή άρνηση του Ιουστινιανού να του στείλει αξιόλογες ενισχύσεις.
Στην πρωτεύουσα ο Βελισάριος έτυχε τιμητικής υποδοχής, λόγω των προηγουμένων επιτυχιών του.
Αυτός όμως κουρασμένος από τις δολοπλοκίες της βυζαντινής αυλής, αποσύρθηκε από τον δημόσιο βίο.
Ωστόσο, σε ανύποπτο χρόνο ο Ιουστινιανός χρειάστηκε εκ νέου τις υπηρεσίες του έμπειρου στρατηλάτη.
Το 559 μια ορδή από 2.000 Κοτρίγουρους, φύλο Ουννικής καταγωγής,
εισέβαλε στην Θράκη με κατεύθυνση την Κωνσταντινούπολη, καταστρέφοντας τα πάντα στο πέρασμά της.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Αγαθία, ο οποίος παρομοιάζει τον Βελισάριο με τον Λακεδαιμόνιο βασιλιά Λεωνίδα, ο Βυζαντινός στρατηγός
ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη με μόνο 300 εμπειροπόλεμους στρατιώτες και κατάφερε να κατατροπώσει τους εχθρούς με ένα ευφυές τέχνασμα.
Στρατολόγησε αρκετούς χωρικούς της περιοχής στους οποίους έδωσε την εντολή να κραυγάζουν δυνατά κατά την επίθεση,
ενώ παράλληλα έκρυψε 200 από τους έμπειρους πολεμιστές του.
Όταν εμφανίστηκαν οι εχθροί, ο Βελισάριος και ο στρατός του κάλπασαν αστραπιαία εναντίον των Κοτριγούρων με ιαχές,
ενώ παράλληλα οι 200 έμπειροι πολεμιστές επιτέθηκαν πλαγιοκοπώντας τους.
Οι Κοτρίγουροι πίστεψαν ότι δέχονται επίθεση από πολυάριθμους αντιπάλους και τράπηκαν σε άτακτη φυγή,
χάνοντας περί τους 400 άνδρες, ενώ οι Βυζαντινοί είχαν μόνο μερικούς τραυματίες.
Αυτή ήταν κι η τελευταία στρατιωτική επιχείρηση του σπουδαίου στρατηγού.
Το 562 κατηγορήθηκε ακόμη μία φορά ως συνωμότης κατά του Αυτοκράτορα με συνέπεια τη δήμευση της περιουσίας του και τον κατ' οίκον περιορισμό του.
Λίγους μήνες αργότερα όμως, ο Ιουστινιανός αποκατέστησε τον Βελισάριο, ο οποίος τελικά πέθανε τον Μάρτιο του 565.
Τα χρόνια που ακολούθησαν η ζωή και τα κατορθώματά του έγιναν αντικείμενο θαυμασμού και τροφοδότησαν πολλούς θρύλους.
Είναι αξιοσημείωτο μάλιστα ότι στη Δύση, οι λαϊκές περιγραφές και διηγήσεις που ήθελαν τον Βελισάριο να καταλήγει τυφλός ζητιάνος
εξαιτίας της βυζαντινή αυλής είχαν επικρατήσει για πολλούς αιώνες των πραγματικών γεγονότων.
Τους επόμενους αιώνες οι διηγήσεις που αναφέρονται στον Βελισάριο, λαμβάνουν δραματικό χαρακτήρα,
επηρεασμένες από τις έντονες μεταβολές της τύχης του ήρωα και τις τεταμένες σχέσεις του με την αυτοκρατορική αυλή.
Συνοψίζοντας τον βίο και την δράση του Βελισάριου, παρατηρούμε ότι αποτέλεσε έναν σημαντικότατο στρατηγό
και κύριο εκφραστή της προσπάθειας του Ιουστινιανού για εδαφική ανασύσταση της παλαιάς κραταιάς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Θεωρείται στρατηγική μεγαλοφυΐα, καθώς πέτυχε εκπληκτικές νίκες με ελάχιστα μέσα.
Αν και συκοφαντήθηκε πολλές φορές από τους αντιπάλους του κι υπέστη πάμπολλες ταπεινώσεις,
με την ακέραια πίστη του στον Αυτοκράτορα απέδειξε τον αδαμάντινο χαρακτήρα του.
Εάν σας άρεσε αυτό το ταξίδι στην Ιστορία, κάντε like στο video, εγγραφή στο κανάλι και μοιραστείτε το περιεχόμενό μας βοηθώντας στην διάδοση της προσπάθειάς μας!
Μέχρι την επόμενη ιστορική μας περιήγηση, σας εύχομαι ολόψυχα να είστε καλά!