×

Ми використовуємо файли cookie, щоб зробити LingQ кращим. Відвідавши сайт, Ви погоджуєтесь з нашими правилами обробки файлів «cookie».


image

TedX, Creating nests of hope: Maria Konti-Galinou at TEDxThessaloniki

Creating nests of hope: Maria Konti-Galinou at TEDxThessaloniki

Μετάφραση: Dimitra Papageorgiou Επιμέλεια: Nikoleta Dimitriou

Χειμώνας.

Νοέμβριος, πριν από τέσσερα χρόνια.

Στην Καμάρα.

Στην Παναγία Δέξια. Σε ένα στενάκι από πίσω. Γύρω στις 12:30 μετά τα μεσάνυχτα.

Με το σύζυγό μου, Πολύκαρπο, ο οποίος είναι και Θεσσαλονικιός

και Πόντιος - κομπλιμέντο αυτό.

Παρκάρουμε το αυτοκίνητο σε ένα από τα στενάκια

το οποίο είναι γεμάτο από ροφήματα, κουβέρτες, φαγητά,

ευγενική προσφορά ανθρώπων που θέλουν να προσφέρουν

στο έργο που κάνουμε.

Αρχίζουμε και περπατάμε και κάπου, λίγο πιο μακριά από το αυτοκίνητο, βλέπουμε κάποιον, μια φιγούρα ανθρώπου,

να προσπαθεί, ο μισός μέσα σ' ένα σκουπιδοτενεκέ, να ψάχνει να βρει κάτι.

Τον πλησιάζουμε, του λέμε «γεια σου φίλε» του συστηνόμαστε και του λέμε:

Θέλεις να σου δώσουμε κάτι να φας;

Λέει «Ναι, θα το ήθελα πολύ».

Έχουμε και καφέ, κάτι να σου δώσουμε.

«Ναι, θα ήθελα» λέει, «πολύ».

Κι επίσης μας λέει «κρυώνω πολύ».

Ομολογουμένως ήταν μια πολύ κρύα νύχτα.

Του λέμε «έχουμε κουβέρτες να σου δώσουμε». Ακόμα θυμάμαι το πρόσωπό του να γυρίζει θυμωμένα

και να μας λέει:

«Καλά βρε παιδιά, πού θα τα βρείτε μέσ' τα μεσάνυχτα αυτά, με κοροϊδεύετε;» Του εξηγούμε ότι έχουμε ένα αυτοκίνητο λίγο πιο κάτω, με πράγματα τέτοια

Ο Πόλης, μαζί με τον Στέφανο, έτσι λεγόταν το παιδί,

βρίσκουν ένα χαρτόκουτο, το βάζουν εκεί σ' ένα μαγαζί

που ήταν εγκαταλελειμμένο σ' ένα απ' τα στενάκια, εκεί

και ξεκινάει να ξαπλώσει για το βράδυ

μέχρι να δούμε την άλλη μέρα τι θα κάνουμε. Εγώ, ανοίγω το πόρτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου αρχίζω, ετοιμάζω τον καφέ,

κόβω ένα μεγάλο κομμάτι παστίτσιο.

Μες την τρελή χαρά.

Ακούω φωνές από πίσω μου, και γέλια, αλλά αισθάνομαι ότι δεν χρειάζεται να γυρίσω να το τσεκάρω, και συνεχίζω τη δουλειά μου. Ξαφνικά, βρίσκομαι περικυκλωμένη από 6 με 8 όμορφα, γλυκά προσωπάκια

στην ηλικία απ' τα κορίτσια μου,

να με κοιτάνε ακούνητα, αγέλαστα κι αμίλητα.

Αποσβολωμένα.

Φοιτητοπαρέα ήτανε.

Και μια κοπέλα δίπλα μου γυρνάει και μου λέει:

«Τι κάνετε μες τα μεσάνυχτα;»

Αστειευόμενη εγώ, και για να ελαφρύνω λίγο την κατάσταση, της λέω «Ξέρεις, όταν πεινάω το βράδυ ή θέλω να πιω ένα καφέ

δεν παίρνω τους δρόμους με το αυτοκίνητο

να σερβίρω τον εαυτό μου».

Και κοιτάω, ανοίγω το στόμα μου να της εξηγήσω, τι ακριβώς κάνω

δωδεκάμισι ώρα τα μεσάνυχτα εκεί,

και γυρνάω και βλέπω τα μάτια της να κοιτάνε τον Πόλη

που ρίχνει μια κουβέρτα, για να σκεπάσει τον Στέφανο. Αισθάνομαι το χέρι της, στο δικό μου το χέρι, και να μου λέει «Άστο. Δε χρειάζεται. Δεν πειράζει, κατάλαβα.

Φτιάχνεις φωλίτσα ελπίδας».

Στα 18 χρόνια που δουλεύω με τον σύζυγό μου στην Αγγλία, στη Θεσσαλονίκη, και τώρα στην Αθήνα,

στους δρόμους, με το Στρατό της Σωτηρίας, (Αγγλικά) Salvation Army

σε κέντρα αστέγων, αποτοξινωτικά με κακοποιημένες οικογένειες, σε όλο αυτό το κομμάτι, ήταν η πρώτη φορά

που κάποιος έθετε τόσο όμορφα, αυτό που κάνω.

Φτιάχνοντας φωλίτσες ελπίδας.

Δημιουργώντας φωλίτσες ελπίδας

οτιδήποτε κι αν αυτό σημαίνει

για τον καθένα μας σήμερα.

Αναρωτιόμουν λοιπόν, τι είναι αυτό που πολλές φορές μας εμποδίζει, μας σταματά,

απ' το να εξωτερικεύσουμε αυτό που πραγματικά καίγεται μέσα μας και βγαίνει σε μορφή δημιουργίας.

Μήπως είναι ο φόβος;

Μήπως είναι ο φόβος ένας ανασταλτικός παράγοντας που μας σταματάει απ' το να συναντήσουμε το όνειρό μας; Μήπως επιτέλους είναι καιρός, εγώ πιστεύω,

ν' αναγνωρίσουμε το φόβο μας, να τον αγκαλιάσουμε,

στο κάτω-κάτω, δικός μας είναι.

Και να προχωρήσουμε μπροστά;

Πιστεύω πως ναι.

Όταν ήμουν 16 χρονών,

και έβλεπα περπατώντας στο δρόμο κάποιον να έρχεται από την απέναντι μεριά

κι ήταν μεθυσμένος, φερότανε περίεργα,

φοβόμουνα κι έτρεχα στο απέναντι πεζοδρόμιο τρέμοντας. Αλλά όταν πήγαινα στο σπίτι μου, και στο δωμάτιό μου εκεί

άνοιγα το φως, το βράδυ,

και άνοιγα ένα από τα βιβλία που ο μπαμπάς μου, μού έκανε δώρο -στα γενέθλιά μου, στη γιορτή μου, ή και χωρίς λόγο μου έφερνε βιβλία- «Η καλύβα του Μπάρμπα Θωμά»

«Τομ Σόγιερ», «Η γειτονιά των καταφρονεμένων» «Οι Άθλιοι», όλα αυτά τα βιβλία,

εκεί γινόμουν διαφορετική,

εκεί έμπαινα μέσα στο ρόλο εκείνου ο οποίος έκανε τη διαφορά,

και στεκόταν δίπλα σε ανθρώπους φτωχούς και καταφρονεμένους.

Εκεί πετούσα, ζούσα το όνειρό μου.

Εκεί ήτανε που έβλεπα κι έμπαινα στο ρόλο εκείνου που πολεμούσε για κοινωνική δικαιοσύνη.

Εκείνον που καθότανε στα πεζοδρόμια κάτω κι προσπαθούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους.

Αλλά όταν έκλεινα το φως και το βιβλίο,

κλείνανε και τα όνειρά μου.

Εάν κάποιος ερχόταν τότε και μου έλεγε:

«Κοίταξε να δεις, Μαρία, μετά από 17 χρόνια, με τη βοήθεια του Θεού, τον σύζυγό σου και τα δύο μικρά σου κοριτσάκια -τεσσάρων χρονών τότε-

θα φύγεις και θα πας σε μια χώρα που δε μιλάς καν τη γλώσσα της που εκεί θα εκπαιδευτείς

και θα σπουδάσεις,

και θα ζήσεις αυτά που βλέπεις μέσα στα βιβλία και κάτι παραπάνω.

Αυτούς τους ανθρώπους που τώρα τρέχεις στο απέναντι πεζοδρόμιο τρέμοντας εσύ θα τους ψάχνεις,

και όχι μόνο αυτούς, θα ψάχνεις και τις οικογένειές τους

και τα παιδιά τους, και θα μπαίνεις στα υπόγεια, και θα μπαίνεις σε μέρη που πραγματικά σε χρειάζονται. Εσύ τότε θα μπαίνεις και θα τους ψάχνεις.

Και θα ζητήσεις με τον σύζυγό σου μετά από 18 χρόνια,

να γυρίσεις πίσω στην πατρίδα σου.

Θα ζητήσεις να γυρίσεις πίσω στην πατρίδα σου

που πραγματικά χρειάζεται βοήθεια

και σε συνεργασία με άλλους οργανισμούς και με πολλές προσπάθειες

θα προσπαθήσεις να βοηθήσεις εκεί και να κάνεις τη διαφορά.

Τότε ξέρεις εγώ τι θα τους έλεγα;

Αποκλείεται.

Αδύνατον.

Θα αστειεύεσαι. Από πού;

Όλοι οι δρόμοι είναι κλειστοί.

Ήταν τότε, το 1976.

2012. Το όνομά μου είναι Μαρία. Δουλεύω και είμαι στέλεχος, ενός παγκόσμιου οργανισμού

-Χριστιανικού- κοινωνικών παροχών που λέγεται

ο Στρατός της Σωτηρίας.

Είμαι μια από τις 17.000 ενεργά στελέχη, του Στρατού της Σωτηρίας

ο οποίος είναι σε 124 χώρες σε όλο τον κόσμο. Κάθε μέρα, εκατοντάδες άτομα βρίσκουν στοργή και αγάπη και στέγη σε σχολεία, νοσοκομεία, στέγες αστέγων αποτοξινωτικά [κέντρα].

Σπασμένοι άνθρωποι. (Χειροκρότημα)

Κομματιασμένοι άνθρωποι. (Χειροκρότημα)

Οι οποίοι ζητάνε κάποιον να πάει κοντά τους, στο πλάι τους, όχι μπροστά τους να τους σύρει. Όχι πίσω τους να τους σπρώξει.

Δίπλα τους.

Γιατί ο καθένας μας -πιστεύουμε σαν οργανισμός-

έχει τα υλικά μέσα του.

Χρειάζεται να πας δίπλα τους

να τους μιλήσεις, να τους κάνεις να καταλάβουν ότι, «Ξέρεις; Μπορείς!»

Μπορείς να τα καταφέρεις και να δημιουργήσεις κάτι καινούργιο μέσα στον εαυτό σου.

Χρειάζονται μια φωλίτσα αγάπης.

Μια φωλίτσα ελπίδας.

Αυτό κάνουμε.

Δημιουργούμε φωλίτσες ελπίδας.

Μετά από 14 χρόνια που δουλέψαμε με τον σύζυγό μου στην Αγγλία στο Λονδίνο και στο Μπρίστολ

σε στέγες αστέγων, σε αποτοξινωτικά σε προγράμματα στους δρόμους,

κι εγώ κυρίως εκπαιδεύτηκα σε φυλακές υψηλής προστασίας σε απομονωμένα κελιά, σε ισοβίτες και κυρίως σε θύματα τράφικινγκ.

Φιλοσοφία μας, φιλοσοφία του Στρατού της Σωτηρίας, δε δίνουμε μόνο ψάρι κάθε μέρα, τους μαθαίνουμε να ψαρεύουν.

Οποιοσδήποτε ζητήσει τη βοήθειά μας από οποιαδήποτε γλώσσα, χώρα,

εθνικότητα, θρησκεία, μας βρίσκει πλάι του.

Γιατί η ανάγκη δεν έχει χρώμα.

Μετά λοιπόν από 13 χρόνια, με τον σύζυγό μου, ζητήσαμε από τους υπεύθυνους του Στρατού της Σωτηρίας, να μας στείλουν εδώ, στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη πρώτα.

Ήρθαμε λοιπόν και ξεκινήσαμε προγράμματα σίτισης, στους δρόμους, όχι μόνο τα βράδια, αλλά και μέσα στη μέρα, οι άνθρωποι που χρειάζονται επίσκεψη που χρειάζονται να πάνε στο γιατρό

που χρειάζονται μια προστασία, -κυρίως κακοποιημένες οικογένειες- να τους συμπληρώσεις τα χαρτιά, -πολλοί δεν ξέρανε- να σταθείς κοντά τους, να τους βοηθήσεις να βρούνε τα υλικά μέσα τους.

Αυτό είναι καταπληκτικό.

Γιατί όταν στέκεσαι δίπλα τους, παίρνεις δύναμη. Τους βλέπεις να παλεύουν και παίρνεις δύναμη. Έτσι λοιπόν τα τελευταία πέντε χρόνια, είμαστε εδώ στην Θεσσαλονίκη

και από 1η Φεβρουαρίου πήγαμε και στην Αθήνα. Κάθε Πέμπτη και Παρασκευή, το βανάκι βγαίνει έξω, μοιράζει όχι μόνο φαγητά -που είναι σημαντικό- και όλ' αυτά, αλλά ανοίγοντας τις πόρτες απ' το βανάκι, ανοίγουμε και προσπαθούμε ν' ανοίξουμε

με τη βοήθεια του Θεού, τις καρδιές των ανθρώπων, ώστε να μας ανοιχτούν να δούμε ποιο είναι το πρόβλημα τους. Τι τους οδήγησε εκεί; Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε; Παρασκευή βράδυ,

είχα πληροφορίες,

-βγαίνει η ομάδα των κοριτσιών, πέρα απ' το σιδηροδρομικό σταθμό, στα κορίτσια που δουλεύουν στον δρόμο, σε περιοχές εκεί, στους οίκους ανοχής

και στο δρόμο-

και είχα πληροφορίες για μια κοπέλα, η οποία ζούσε για πολύ καιρό, μέσα σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι σαν το αγρίμι. Δεν μπόρεσα να έρθω σε επαφή μαζί της και μια Παρασκευή,

την ώρα που οδηγούσα το αυτοκίνητο κατά τη μία τα ξημερώματα, βλέπω από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου μου δύο πόδια να τρέχουνε.

Σταματάω το αυτοκίνητο κι από την περιγραφή που είχα ήταν η Λίζα. Τη βλέπω να τρέχει, σε άθλια κατάσταση, τόσο αδύνατη, 35 κιλά, τόσο ασθενική,

αλλά εγώ με τα μάτια του Θεού την έβλεπα διαφορετικά, έβλεπα μια όμορφη κοπέλα, ταλαντούχα που έτρεχε με προσωπικότητα για να συναντήσει το όνειρό της.

Κι όταν έπεσε στα χέρια μου, μου λέει «Βοήθησέ με.

Πού να πάω να βρω βοήθεια και δύναμη για να ξεφύγω από τον εφιάλτη μου;» Κι εγώ της είπα «Πουθενά δε θα πας, αγάπη μου. Πουθενά!

Γιατί εδώ μέσα, ο Δημιουργός, πριν ακόμη γεννηθείς σου έχει βάλει όλα τα υλικά.

Και σήμερα ανακάλυψες το ένα. Κι αυτό είναι η θέληση ν' αλλάξεις. Η θέληση να δημιουργήσεις. Η θέληση να βγεις μπροστά». Η Λίζα, κάθε μέρα μάχεται και κερδίζει τις νίκες της. Και κάθε Λίζα και κάθε άνθρωπος όταν σταθείς δίπλα του,

γιατί ο κόσμος της νύχτας είναι πολύ δύσκολος. Έχει τους δικούς του νόμους.

Μπορώ να σας πω, μεταξύ μας, εμείς κι όλος ο κόσμος,

ότι πολλές φορές τα γόνατά μου, χτυπάνε πιο πολύ απ' την καρδιά μου.

Αλλά, ο αγώνας μου για κοινωνική δικαιοσύνη και σαν μέλος του Στρατού της Σωτηρίας,

που μάχεται γι' αυτό, σ' όλο τον κόσμο,

πάω και βοηθάω παιδάκια και οικογένειες, και μπαίνω σε δύσκολες καταστάσεις.

Μάχη λοιπόν. Η Λίζα προχωράει και κερδίζει κάθε μέρα να συναντήσει το όνειρό της.

[Βίντεο] Θα πολεμήσω. Γουίλιαμ Μπουθ, 1912.

Όσο οι γυναίκες κλαίνε, όπως τώρα, θα πολεμήσω.

Όσο τα παιδιά πεινούν, όπως τώρα, θα πολεμήσω.

Όσο οι άνδρες μπαίνουν στη φυλακή, μέσα-έξω, όπως τώρα, θα πολεμήσω.

Όσο υπάρχει ένας μεθύστακας, όσο υπάρχει ένα φτωχό, χαμένο κορίτσι στο δρόμο,

όσο υπάρχει μία σκοτεινή ψυχή χωρίς το φως του Θεού, θα πολεμήσω. Θα πολεμήσω μέχρι το τέλος.

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Για να παραμείνουν ενωμένες οι οικογένειες. Θα πολεμήσω ώσπου όλα τα παιδιά να έχουν μια καλή αρχή στη ζωή.

Θα πολεμήσω, γιατί όλοι χρειάζονται σταθερές και τρυφερές σχέσεις και φιλίες.

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Για όσους πάσχουν από ψυχικές νόσους και εθισμούς. - Θα πολεμήσω.

Για την υποστήριξη των κρατουμένων και των οικογενειών τους.

Θα πολεμήσω για την υποστήριξη ανδρών και γυναικών των ενόπλων δυνάμεων. - Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Στ' αλήθεια θα πολεμήσω.

Για τους προβληματικούς χαρτοπαίχτες και τις οικογένειές τους. Θα πολεμήσω, για να βοηθήσω ανθρώπους τόσο βυθισμένους στα χρέη

που δεν βλέπουν διέξοδο.

Θα πολεμήσω για να βοηθήσω ανθρώπους που έπεσαν θύματα εκμετάλλευσης.

Όπως τα θύματα της εμπορίας ανθρώπων

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Θα πολεμήσω για εκείνους που δεν έχουν δική τους φωνή.

Όπως οι αιτούντες άσυλο.

Οι άστεγοι, και όσοι βρίσκονται στο περιθώριο της κοινωνίας.

Γιατί κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν τις ευκαιρίες

που όλοι δικαιούμαστε.

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Ξέρετε κάτι; Κι εγώ θα πολεμήσω.

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

[Εσύ για ποιο πράγμα θα πολεμήσεις;]

Η πίστη μου στον Θεό, η εμπιστοσύνη μου σ' εκείνον με βοήθησαν και με βοηθάνε, να εκπληρώνω το όνειρό μου. Να βρίσκομαι με τον οργανισμό που δουλεύω, δίπλα σε ανθρώπους

που χρειάζονται συμπαράσταση και αγάπη.

Κάθε μέρα, μαθαίνω όλο και περισσότερα υλικά που έχω μέσα μου

και μαθαίνω να τα χρησιμοποιώ.

Και κάθε μέρα

αναγνωρίζω και αγκαλιάζω το φόβο μου.

Και προχωράω μπροστά.

Η δημιουργία του κάτι καινούργιου μέσα μας δεν σταμάτησε με τη δημιουργία του κόσμου.

Εκεί άρχισε. Και συνεχίζει και θα συνεχίζει μέχρι να υπάρχει τελευταία πνοή σ' αυτόν τον πλανήτη. Το όνειρο κάθε ανθρώπου είναι όμορφο και μοναδικό και πολύτιμο στα μάτια του Θεού.

Ο καθένας μας εδώ, μπορεί να ζήσει τ' όνειρό του κι αυτή είναι η ευχή μου για όλους εσάς.

Να το ζήσετε σε όλο του το μεγαλείο.

Ευχαριστώ πολύ.

(Χειροκρότημα)

Creating nests of hope: Maria Konti-Galinou at TEDxThessaloniki Creating nests of hope: Maria Konti-Galinou at TEDxThessaloniki Crear nidos de esperanza: Maria Konti-Galinou en TEDxSalónica Créer des nids d'espoir : Maria Konti-Galinou à TEDxThessaloniki

Μετάφραση: Dimitra Papageorgiou Επιμέλεια: Nikoleta Dimitriou

Χειμώνας.

Νοέμβριος, πριν από τέσσερα χρόνια.

Στην Καμάρα.

Στην Παναγία Δέξια. Σε ένα στενάκι από πίσω. Γύρω στις 12:30 μετά τα μεσάνυχτα.

Με το σύζυγό μου, Πολύκαρπο, ο οποίος είναι και Θεσσαλονικιός

και Πόντιος - κομπλιμέντο αυτό.

Παρκάρουμε το αυτοκίνητο σε ένα από τα στενάκια

το οποίο είναι γεμάτο από ροφήματα, κουβέρτες, φαγητά,

ευγενική προσφορά ανθρώπων που θέλουν να προσφέρουν

στο έργο που κάνουμε.

Αρχίζουμε και περπατάμε και κάπου, λίγο πιο μακριά από το αυτοκίνητο, βλέπουμε κάποιον, μια φιγούρα ανθρώπου,

να προσπαθεί, ο μισός μέσα σ' ένα σκουπιδοτενεκέ, να ψάχνει να βρει κάτι.

Τον πλησιάζουμε, του λέμε «γεια σου φίλε» του συστηνόμαστε και του λέμε:

Θέλεις να σου δώσουμε κάτι να φας;

Λέει «Ναι, θα το ήθελα πολύ».

Έχουμε και καφέ, κάτι να σου δώσουμε.

«Ναι, θα ήθελα» λέει, «πολύ».

Κι επίσης μας λέει «κρυώνω πολύ».

Ομολογουμένως ήταν μια πολύ κρύα νύχτα.

Του λέμε «έχουμε κουβέρτες να σου δώσουμε». Ακόμα θυμάμαι το πρόσωπό του να γυρίζει θυμωμένα

και να μας λέει:

«Καλά βρε παιδιά, πού θα τα βρείτε μέσ' τα μεσάνυχτα αυτά, με κοροϊδεύετε;» Του εξηγούμε ότι έχουμε ένα αυτοκίνητο λίγο πιο κάτω, με πράγματα τέτοια

Ο Πόλης, μαζί με τον Στέφανο, έτσι λεγόταν το παιδί,

βρίσκουν ένα χαρτόκουτο, το βάζουν εκεί σ' ένα μαγαζί

που ήταν εγκαταλελειμμένο σ' ένα απ' τα στενάκια, εκεί

και ξεκινάει να ξαπλώσει για το βράδυ

μέχρι να δούμε την άλλη μέρα τι θα κάνουμε. Εγώ, ανοίγω το πόρτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου αρχίζω, ετοιμάζω τον καφέ,

κόβω ένα μεγάλο κομμάτι παστίτσιο. I cut a big piece of pasticcio.

Μες την τρελή χαρά.

Ακούω φωνές από πίσω μου, και γέλια, αλλά αισθάνομαι ότι δεν χρειάζεται να γυρίσω να το τσεκάρω, και συνεχίζω τη δουλειά μου. Ξαφνικά, βρίσκομαι περικυκλωμένη από 6 με 8 όμορφα, γλυκά προσωπάκια

στην ηλικία απ' τα κορίτσια μου,

να με κοιτάνε ακούνητα, αγέλαστα κι αμίλητα.

Αποσβολωμένα.

Φοιτητοπαρέα ήτανε.

Και μια κοπέλα δίπλα μου γυρνάει και μου λέει:

«Τι κάνετε μες τα μεσάνυχτα;»

Αστειευόμενη εγώ, και για να ελαφρύνω λίγο την κατάσταση, της λέω «Ξέρεις, όταν πεινάω το βράδυ ή θέλω να πιω ένα καφέ

δεν παίρνω τους δρόμους με το αυτοκίνητο

να σερβίρω τον εαυτό μου».

Και κοιτάω, ανοίγω το στόμα μου να της εξηγήσω, τι ακριβώς κάνω

δωδεκάμισι ώρα τα μεσάνυχτα εκεί,

και γυρνάω και βλέπω τα μάτια της να κοιτάνε τον Πόλη

που ρίχνει μια κουβέρτα, για να σκεπάσει τον Στέφανο. Αισθάνομαι το χέρι της, στο δικό μου το χέρι, και να μου λέει «Άστο. Δε χρειάζεται. Δεν πειράζει, κατάλαβα.

Φτιάχνεις φωλίτσα ελπίδας».

Στα 18 χρόνια που δουλεύω με τον σύζυγό μου στην Αγγλία, στη Θεσσαλονίκη, και τώρα στην Αθήνα,

στους δρόμους, με το Στρατό της Σωτηρίας, (Αγγλικά) Salvation Army

σε κέντρα αστέγων, αποτοξινωτικά με κακοποιημένες οικογένειες, σε όλο αυτό το κομμάτι, ήταν η πρώτη φορά

που κάποιος έθετε τόσο όμορφα, αυτό που κάνω. that someone put so beautifully, what I do.

Φτιάχνοντας φωλίτσες ελπίδας.

Δημιουργώντας φωλίτσες ελπίδας

οτιδήποτε κι αν αυτό σημαίνει

για τον καθένα μας σήμερα.

Αναρωτιόμουν λοιπόν, τι είναι αυτό που πολλές φορές μας εμποδίζει, μας σταματά,

απ' το να εξωτερικεύσουμε αυτό που πραγματικά καίγεται μέσα μας και βγαίνει σε μορφή δημιουργίας.

Μήπως είναι ο φόβος;

Μήπως είναι ο φόβος ένας ανασταλτικός παράγοντας που μας σταματάει απ' το να συναντήσουμε το όνειρό μας; Μήπως επιτέλους είναι καιρός, εγώ πιστεύω,

ν' αναγνωρίσουμε το φόβο μας, να τον αγκαλιάσουμε,

στο κάτω-κάτω, δικός μας είναι.

Και να προχωρήσουμε μπροστά;

Πιστεύω πως ναι.

Όταν ήμουν 16 χρονών,

και έβλεπα περπατώντας στο δρόμο κάποιον να έρχεται από την απέναντι μεριά

κι ήταν μεθυσμένος, φερότανε περίεργα, and he was drunk, acting weird,

φοβόμουνα κι έτρεχα στο απέναντι πεζοδρόμιο τρέμοντας. Αλλά όταν πήγαινα στο σπίτι μου, και στο δωμάτιό μου εκεί

άνοιγα το φως, το βράδυ,

και άνοιγα ένα από τα βιβλία που ο μπαμπάς μου, μού έκανε δώρο -στα γενέθλιά μου, στη γιορτή μου, ή και χωρίς λόγο μου έφερνε βιβλία- «Η καλύβα του Μπάρμπα Θωμά»

«Τομ Σόγιερ», «Η γειτονιά των καταφρονεμένων» «Οι Άθλιοι», όλα αυτά τα βιβλία,

εκεί γινόμουν διαφορετική,

εκεί έμπαινα μέσα στο ρόλο εκείνου ο οποίος έκανε τη διαφορά,

και στεκόταν δίπλα σε ανθρώπους φτωχούς και καταφρονεμένους.

Εκεί πετούσα, ζούσα το όνειρό μου.

Εκεί ήτανε που έβλεπα κι έμπαινα στο ρόλο εκείνου που πολεμούσε για κοινωνική δικαιοσύνη.

Εκείνον που καθότανε στα πεζοδρόμια κάτω κι προσπαθούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους.

Αλλά όταν έκλεινα το φως και το βιβλίο,

κλείνανε και τα όνειρά μου.

Εάν κάποιος ερχόταν τότε και μου έλεγε:

«Κοίταξε να δεις, Μαρία, μετά από 17 χρόνια, με τη βοήθεια του Θεού, τον σύζυγό σου και τα δύο μικρά σου κοριτσάκια -τεσσάρων χρονών τότε-

θα φύγεις και θα πας σε μια χώρα που δε μιλάς καν τη γλώσσα της που εκεί θα εκπαιδευτείς

και θα σπουδάσεις,

και θα ζήσεις αυτά που βλέπεις μέσα στα βιβλία και κάτι παραπάνω.

Αυτούς τους ανθρώπους που τώρα τρέχεις στο απέναντι πεζοδρόμιο τρέμοντας εσύ θα τους ψάχνεις,

και όχι μόνο αυτούς, θα ψάχνεις και τις οικογένειές τους

και τα παιδιά τους, και θα μπαίνεις στα υπόγεια, και θα μπαίνεις σε μέρη που πραγματικά σε χρειάζονται. Εσύ τότε θα μπαίνεις και θα τους ψάχνεις.

Και θα ζητήσεις με τον σύζυγό σου μετά από 18 χρόνια,

να γυρίσεις πίσω στην πατρίδα σου.

Θα ζητήσεις να γυρίσεις πίσω στην πατρίδα σου

που πραγματικά χρειάζεται βοήθεια

και σε συνεργασία με άλλους οργανισμούς και με πολλές προσπάθειες

θα προσπαθήσεις να βοηθήσεις εκεί και να κάνεις τη διαφορά.

Τότε ξέρεις εγώ τι θα τους έλεγα;

Αποκλείεται.

Αδύνατον.

Θα αστειεύεσαι. Από πού;

Όλοι οι δρόμοι είναι κλειστοί.

Ήταν τότε, το 1976.

2012\. Το όνομά μου είναι Μαρία. Δουλεύω και είμαι στέλεχος, ενός παγκόσμιου οργανισμού

-Χριστιανικού- κοινωνικών παροχών που λέγεται

ο Στρατός της Σωτηρίας.

Είμαι μια από τις 17.000 ενεργά στελέχη, του Στρατού της Σωτηρίας

ο οποίος είναι σε 124 χώρες σε όλο τον κόσμο. Κάθε μέρα, εκατοντάδες άτομα βρίσκουν στοργή και αγάπη και στέγη σε σχολεία, νοσοκομεία, στέγες αστέγων αποτοξινωτικά [κέντρα].

Σπασμένοι άνθρωποι. (Χειροκρότημα)

Κομματιασμένοι άνθρωποι. (Χειροκρότημα)

Οι οποίοι ζητάνε κάποιον να πάει κοντά τους, στο πλάι τους, όχι μπροστά τους να τους σύρει. Όχι πίσω τους να τους σπρώξει.

Δίπλα τους.

Γιατί ο καθένας μας -πιστεύουμε σαν οργανισμός-

έχει τα υλικά μέσα του.

Χρειάζεται να πας δίπλα τους

να τους μιλήσεις, να τους κάνεις να καταλάβουν ότι, «Ξέρεις; Μπορείς!»

Μπορείς να τα καταφέρεις και να δημιουργήσεις κάτι καινούργιο μέσα στον εαυτό σου.

Χρειάζονται μια φωλίτσα αγάπης.

Μια φωλίτσα ελπίδας.

Αυτό κάνουμε.

Δημιουργούμε φωλίτσες ελπίδας.

Μετά από 14 χρόνια που δουλέψαμε με τον σύζυγό μου στην Αγγλία στο Λονδίνο και στο Μπρίστολ

σε στέγες αστέγων, σε αποτοξινωτικά σε προγράμματα στους δρόμους,

κι εγώ κυρίως εκπαιδεύτηκα σε φυλακές υψηλής προστασίας σε απομονωμένα κελιά, σε ισοβίτες και κυρίως σε θύματα τράφικινγκ.

Φιλοσοφία μας, φιλοσοφία του Στρατού της Σωτηρίας, δε δίνουμε μόνο ψάρι κάθε μέρα, τους μαθαίνουμε να ψαρεύουν.

Οποιοσδήποτε ζητήσει τη βοήθειά μας από οποιαδήποτε γλώσσα, χώρα,

εθνικότητα, θρησκεία, μας βρίσκει πλάι του.

Γιατί η ανάγκη δεν έχει χρώμα.

Μετά λοιπόν από 13 χρόνια, με τον σύζυγό μου, ζητήσαμε από τους υπεύθυνους του Στρατού της Σωτηρίας, να μας στείλουν εδώ, στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη πρώτα.

Ήρθαμε λοιπόν και ξεκινήσαμε προγράμματα σίτισης, στους δρόμους, όχι μόνο τα βράδια, αλλά και μέσα στη μέρα, οι άνθρωποι που χρειάζονται επίσκεψη που χρειάζονται να πάνε στο γιατρό

που χρειάζονται μια προστασία, -κυρίως κακοποιημένες οικογένειες- να τους συμπληρώσεις τα χαρτιά, -πολλοί δεν ξέρανε- να σταθείς κοντά τους, να τους βοηθήσεις να βρούνε τα υλικά μέσα τους.

Αυτό είναι καταπληκτικό.

Γιατί όταν στέκεσαι δίπλα τους, παίρνεις δύναμη. Τους βλέπεις να παλεύουν και παίρνεις δύναμη. Έτσι λοιπόν τα τελευταία πέντε χρόνια, είμαστε εδώ στην Θεσσαλονίκη

και από 1η Φεβρουαρίου πήγαμε και στην Αθήνα. Κάθε Πέμπτη και Παρασκευή, το βανάκι βγαίνει έξω, μοιράζει όχι μόνο φαγητά -που είναι σημαντικό- και όλ' αυτά, αλλά ανοίγοντας τις πόρτες απ' το βανάκι, ανοίγουμε και προσπαθούμε ν' ανοίξουμε

με τη βοήθεια του Θεού, τις καρδιές των ανθρώπων, ώστε να μας ανοιχτούν να δούμε ποιο είναι το πρόβλημα τους. Τι τους οδήγησε εκεί; Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε; Παρασκευή βράδυ,

είχα πληροφορίες,

-βγαίνει η ομάδα των κοριτσιών, πέρα απ' το σιδηροδρομικό σταθμό, στα κορίτσια που δουλεύουν στον δρόμο, σε περιοχές εκεί, στους οίκους ανοχής

και στο δρόμο-

και είχα πληροφορίες για μια κοπέλα, η οποία ζούσε για πολύ καιρό, μέσα σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι σαν το αγρίμι. Δεν μπόρεσα να έρθω σε επαφή μαζί της και μια Παρασκευή,

την ώρα που οδηγούσα το αυτοκίνητο κατά τη μία τα ξημερώματα, βλέπω από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου μου δύο πόδια να τρέχουνε.

Σταματάω το αυτοκίνητο κι από την περιγραφή που είχα ήταν η Λίζα. Τη βλέπω να τρέχει, σε άθλια κατάσταση, τόσο αδύνατη, 35 κιλά, τόσο ασθενική,

αλλά εγώ με τα μάτια του Θεού την έβλεπα διαφορετικά, έβλεπα μια όμορφη κοπέλα, ταλαντούχα που έτρεχε με προσωπικότητα για να συναντήσει το όνειρό της.

Κι όταν έπεσε στα χέρια μου, μου λέει «Βοήθησέ με.

Πού να πάω να βρω βοήθεια και δύναμη για να ξεφύγω από τον εφιάλτη μου;» Κι εγώ της είπα «Πουθενά δε θα πας, αγάπη μου. Πουθενά!

Γιατί εδώ μέσα, ο Δημιουργός, πριν ακόμη γεννηθείς σου έχει βάλει όλα τα υλικά.

Και σήμερα ανακάλυψες το ένα. Κι αυτό είναι η θέληση ν' αλλάξεις. Η θέληση να δημιουργήσεις. Η θέληση να βγεις μπροστά». Η Λίζα, κάθε μέρα μάχεται και κερδίζει τις νίκες της. Και κάθε Λίζα και κάθε άνθρωπος όταν σταθείς δίπλα του,

γιατί ο κόσμος της νύχτας είναι πολύ δύσκολος. Έχει τους δικούς του νόμους.

Μπορώ να σας πω, μεταξύ μας, εμείς κι όλος ο κόσμος,

ότι πολλές φορές τα γόνατά μου, χτυπάνε πιο πολύ απ' την καρδιά μου.

Αλλά, ο αγώνας μου για κοινωνική δικαιοσύνη και σαν μέλος του Στρατού της Σωτηρίας,

που μάχεται γι' αυτό, σ' όλο τον κόσμο,

πάω και βοηθάω παιδάκια και οικογένειες, και μπαίνω σε δύσκολες καταστάσεις.

Μάχη λοιπόν. Η Λίζα προχωράει και κερδίζει κάθε μέρα να συναντήσει το όνειρό της.

[Βίντεο] Θα πολεμήσω. Γουίλιαμ Μπουθ, 1912.

Όσο οι γυναίκες κλαίνε, όπως τώρα, θα πολεμήσω.

Όσο τα παιδιά πεινούν, όπως τώρα, θα πολεμήσω.

Όσο οι άνδρες μπαίνουν στη φυλακή, μέσα-έξω, όπως τώρα, θα πολεμήσω.

Όσο υπάρχει ένας μεθύστακας, όσο υπάρχει ένα φτωχό, χαμένο κορίτσι στο δρόμο,

όσο υπάρχει μία σκοτεινή ψυχή χωρίς το φως του Θεού, θα πολεμήσω. Θα πολεμήσω μέχρι το τέλος.

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Για να παραμείνουν ενωμένες οι οικογένειες. Θα πολεμήσω ώσπου όλα τα παιδιά να έχουν μια καλή αρχή στη ζωή.

Θα πολεμήσω, γιατί όλοι χρειάζονται σταθερές και τρυφερές σχέσεις και φιλίες.

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Για όσους πάσχουν από ψυχικές νόσους και εθισμούς. - Θα πολεμήσω.

Για την υποστήριξη των κρατουμένων και των οικογενειών τους.

Θα πολεμήσω για την υποστήριξη ανδρών και γυναικών των ενόπλων δυνάμεων. - Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Στ' αλήθεια θα πολεμήσω.

Για τους προβληματικούς χαρτοπαίχτες και τις οικογένειές τους. Θα πολεμήσω, για να βοηθήσω ανθρώπους τόσο βυθισμένους στα χρέη

που δεν βλέπουν διέξοδο.

Θα πολεμήσω για να βοηθήσω ανθρώπους που έπεσαν θύματα εκμετάλλευσης.

Όπως τα θύματα της εμπορίας ανθρώπων Like victims of human trafficking

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Θα πολεμήσω για εκείνους που δεν έχουν δική τους φωνή.

Όπως οι αιτούντες άσυλο.

Οι άστεγοι, και όσοι βρίσκονται στο περιθώριο της κοινωνίας.

Γιατί κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν τις ευκαιρίες

που όλοι δικαιούμαστε.

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

Ξέρετε κάτι; Κι εγώ θα πολεμήσω.

- Θα πολεμήσω. - Θα πολεμήσω.

[Εσύ για ποιο πράγμα θα πολεμήσεις;]

Η πίστη μου στον Θεό, η εμπιστοσύνη μου σ' εκείνον με βοήθησαν και με βοηθάνε, να εκπληρώνω το όνειρό μου. Να βρίσκομαι με τον οργανισμό που δουλεύω, δίπλα σε ανθρώπους

που χρειάζονται συμπαράσταση και αγάπη.

Κάθε μέρα, μαθαίνω όλο και περισσότερα υλικά που έχω μέσα μου

και μαθαίνω να τα χρησιμοποιώ.

Και κάθε μέρα

αναγνωρίζω και αγκαλιάζω το φόβο μου.

Και προχωράω μπροστά.

Η δημιουργία του κάτι καινούργιου μέσα μας δεν σταμάτησε με τη δημιουργία του κόσμου.

Εκεί άρχισε. Και συνεχίζει και θα συνεχίζει μέχρι να υπάρχει τελευταία πνοή σ' αυτόν τον πλανήτη. Το όνειρο κάθε ανθρώπου είναι όμορφο και μοναδικό και πολύτιμο στα μάτια του Θεού.

Ο καθένας μας εδώ, μπορεί να ζήσει τ' όνειρό του κι αυτή είναι η ευχή μου για όλους εσάς.

Να το ζήσετε σε όλο του το μεγαλείο.

Ευχαριστώ πολύ.

(Χειροκρότημα)