×

Ми використовуємо файли cookie, щоб зробити LingQ кращим. Відвідавши сайт, Ви погоджуєтесь з нашими правилами обробки файлів «cookie».

image

Tolkien - Τα Παιδιά του Χούριν, XV. Η Νίενορ στο Μπρέθιλ

XV. Η Νίενορ στο Μπρέθιλ

Αλλά όσο για τη Νίενορ, αυτή έτρεχε μέσα στο δάσος ακούγοντας το θόρυβο της καταδίωξης πίσω της. Και τα ρούχα της τα έσκισε πετώντας το ένα ένα καθώς έτρεχε, μέχρι που έμεινε γυμνή. Και όλη κείνη την ημέρα έτρεχε ακόμη, σαν αγρίμι που το κυνηγούν και πάει να σπάσει η καρδιά του και δεν τολμά να σταματήσει ή να πάρει ανάσα. Ξαφνικά το βράδυ η τρέλα της πέρασε. Έμεινε ακίνητη για μια στιγμή, σαν σε απορία, και μετά λιποθύμησε από ολοκληρωτική εξουθένωση και σωριάστηκε σαν κεραυνόπληκτη μέσα σε πυκνές φτέρες. Κι εκεί ανάμεσα στα παλιά κλαδιά και τα νέα φύλλα της άνοιξης κοιμήθηκε χωρίς να καταλάβει τίποτα.

Το πρωί ξύπνησε και αγαλλίασε με το φως σαν άνθρωπος που ζει για πρώτη φορά. Και όλα όσα έβλεπε της φαίνονταν καινούργια και παράξενα και δεν γνώριζε τα ονόματά τους. Γιατί πίσω της υπήρχε μόνο ένα άδειο σκοτάδι απ' όπου δεν ερχόνταν καμιά ανάμνηση από οτιδήποτε είχε γνωρίσει μέχρι τότε, ούτε η ηχώ κάποιας λέξης. Μια σκιά φόβου μόνο θυμόταν κι έτσι ήταν ανήσυχη και αναζητούσε συνέχεια μέρη να κρυφτεί: ανέβαινε σε δέντρα ή γλιστρούσε μέσα σε θάμνους, γρήγορη σαν σκίουρος ή αλεπού αν κάποιος ήχος ή σκιά την τρόμαζε. Και από κει κοίταζε για ώρα πολλή μέσα από τα φυλλώματα με διστακτικό βλέμμα πριν συνεχίσει ξανά.

Συνεχίζοντας έτσι στην ίδια κατεύθυνση έφτασε στον ποταμό Τέιγκλιν και κόρεσε τη δίψα της. Αλλά δεν έβρισκε τροφή, γιατί δεν ήξερε πώς να την αναζητήσει, και λιμοκτονούσε και κρύωνε. Και καθώς τα δέντρα από την άλλη όχθη έδειχναν πιο πυκνά και πιο σκοτεινά (και ήταν, αφού αντίκριζε τις παρυφές του δάσους του Μπρέθιλ), πέρασε τελικά απέναντι και έφτασε σε έναν πράσινο τύμβο κι εκεί σωριάστηκε κάτω, γιατί ήταν εξαντλημένη και της φαινόταν ότι το σκοτάδι που απλωνόταν πίσω της την τύλιγε πάλι και ο ήλιος σκοτείνιαζε.

Όμως στην πραγματικότητα ήταν μια σκοτεινή καταιγίδα που είχε έρθει από το Νότο, γεμάτη αστραπές και καταρρακτώδη βροχή. Και εκεί κειτόταν ζαρώνοντας από τρόμο με τις βροντές και η σκοτεινή βροχή έδερνε το γυμνό της σώμα κι εκείνη κοίταζε άφωνη σαν παγιδευμένο αγρίμι.

Τούτη την ώρα έτυχε και μερικοί από τους Ανθρώπους του Μπρέθιλ πέρασαν από κει επιστρέφοντας από μια επιδρομή ενάντια στους Ορκ. Βιάζονταν να περάσουν τις Διαβάσεις του Τέιγκλιν και να φτάσουν σε ένα καταφύγιο που ήταν κοντά, όταν μια μεγάλη αστραπή έπεσε και το Χάουδ-εν-Έλλεθ φωτίστηκε από λευκή φλόγα.

Τότε ο Τουράμπαρ που ήταν επικεφαλής των ανδρών τινάχτηκε πίσω και σκέπασε τα μάτια του τρέμοντας, γιατί του φάνηκε ότι είδε τον φάντασμα μιας νεκρής κόρης να κείτεται πάνω στον τάφο της Φιντούιλας.

Αλλά ένας από τους άνδρες έτρεξε στον τύμβο και φώναξε:

“Έλα, κύριε! Είναι μια κοπέλα εδώ και ζει!”

Και ο Τουράμπαρ ήρθε και τη σήκωσε και το νερό έσταζε από τα μουσκεμένα της μαλλιά, αλλά αυτή έκλεισε τα μάτια τρέμοντας κι έπαψε να παλεύει. Τότε, απορώντας που κειτόταν έτσι γυμνή, ο Τουράμπαρ έριξε πάνω της το μανδύα του και τη μετέφερε στο καταφύγιο των κυνηγών στο δάσος. Εκεί άναψαν φωτιά και την τύλιξαν με σκεπάσματα κι αυτή άνοιξε τα μάτια της και τους κοίταξε. Και όταν το βλέμμα της έπεσε στον Τουράμπαρ, ένα φως φάνηκε στο πρόσωπό της και άπλωσε το χέρι της προς το μέρος του, γιατί της φάνηκε ότι είχε βρει επιτέλους κάτι που αναζητούσε μέσα στο σκοτάδι και παρηγορήθηκε. Αλλά ο Τουράμπαρ πήρε το χέρι της και χαμογέλασε και είπε:

“Λοιπόν, λαίδη, θα μας πεις το όνομά σου και το γένος σου και τι κακό σε βρήκε;”

Τότε αυτή κούνησε το κεφάλι της και δεν μιλούσε, αλλά άρχισε να κλαίει. Και δεν την ενόχλησαν άλλο μέχρι που έφαγε λαίμαργα την τροφή που μπόρεσαν να της δώσουν. Και όταν έφαγε, αναστέναξε κι έβαλε πάλι το χέρι της μέσα στο χέρι του Τουράμπαρ. Κι αυτός είπε:

“Μαζί μας είσαι ασφαλής. Εδώ μπορείς να ξεκουραστείς απόψε και το πρωί θα σε οδηγήσουμε στα σπίτια μας βαθιά μέσα στο δάσος. Αλλά θα θέλαμε να ξέρουμε το όνομά σου και το γένος σου για να βρούμε ίσως τους δικούς σου και να τους δώσουμε νέα σου. Δεν θα μας πεις;”.

Αλλά πάλι εκείνη δεν απάντησε κι έκλαψε.

“Μην ταράζεσαι!”, είπε ο Τουράμπαρ. “Μπορεί η ιστορία σου να είναι πολύ λυπητερή ακόμη για να την πεις. Αλλά θα σου δώσω ένα όνομα και θα σε πω Νίνιελ, Κόρη των Δακρύων”. Και με αυτό το όνομα εκείνη σήκωσε το βλέμμα και κούνησε το κεφάλι της, αλλά είπε: “Νίνιελ”. Και αυτή ήταν η πρώτη λέξη που είπε μετά το σκοτάδι της και ήταν το όνομά της ανάμεσα στους ανθρώπους του δάσους από τότε.

--

Το πρωί πήραν μαζί τους τη Νίνιελ στο Έφελ Μπράντιρ και ο δρόμος ανέβαινε απότομα μέχρι που έφτανε σ' ένα μέρος όπου έπρεπε να διασχίσουν το ορμητικό ποτάμι του Κελέμπρος. Εκεί υπήρχε μια γέφυρα από ξύλο και από κάτω περνούσε το νερό πάνω από το χείλος μιας λείας πέτρας κι έπεφτε με πολλά αφρισμένα σκαλοπάτια σε μια πετρώδη λεκάνη κάτω βαθιά. Και όλος ο αέρας ήταν γεμάτος σταγονίδια νερού σαν βροχή. Στην κορυφή του καταρράχτη υπήρχε μια μεγάλη έκταση με πράσινη χλόη και γύρω της φύτρωναν σημύδες, αλλά πάνω από τη γέφυρα η θέα ήταν απεριόριστη προς τα φαράγγια του Τέιγκλιν γύρω στα τρία χιλιόμετρα δυτικά. Εκεί ο αέρας ήταν πάντα ψυχρός και το καλοκαίρι οι οδοιπόροι σταματούσαν για να αναπαυθούν και να πιουν το κρύο νερό, Ντίμροστ, η Σκάλα της Βροχής, λεγόταν εκείνος ο καταρράχτης, αλλά από εκείνη τη μέρα και μετά την ονόμασαν δεν Γκίριθ, το Νερό του Ρίγους, γιατί ο Τουράμπαρ και οι άντρες του σταμάτησαν εκεί, μα μόλις η Νίνιελ έφτασε σ' εκείνο το μέρος, πάγωσε και άρχισε να τρέμει και δεν μπορούσαν να τη ζεστάνουν ή να την παρηγορήσουν. Έτσι βιάστηκαν να συνεχίσουν το δρόμο τους. Όμως πριν φτάσουν στο Έφελ Μπράντιρ, η Νίνιελ αρρώστησε με πυρετό.

Καιρό έμεινε κατάκοιτη από την αρρώστια της και ο Μπράντιρ χρησιμοποίησε όλη του την επιδεξιότητα για να τη θεραπεύσει και οι γυναίκες των ανδρών του δάσους την πρόσεχαν μέρα και νύχτα. Όμως μόνο όταν έμενε κοντά της ο Τουράμπαρ, ησύχασε ή κοιμόνταν χωρίς να βογκάει. Και αυτό το πρόσεξαν όλοι όσοι τη φρόντιζαν: όσο κρατούσε ο πυρετός της, αν και συχνά είχε μεγάλη ταραχή, δεν ψέλλισε ποτέ ούτε μια λέξη σε καμιά γλώσσα των Ξωτικών ή των Ανθρώπων. Και όταν άρχισε να ξαναβρίσκει σιγά σιγά την υγεία της και ξύπνησε και άρχισε να τρώει πάλι, τότε, σαν να ήταν παιδί, οι γυναίκες του Μπρέθιλ έπρεπε να της μάθουν να μιλάει λέξη λέξη. Όμως σ' αυτήν τη μάθηση ήταν γρήγορη και έπαιρνε μεγάλη χαρά, όπως κάποιος που βρίσκει πάλι θησαυρούς, μεγάλους και μικρούς, που είχαν χαθεί. Και όταν τελικά έμαθε αρκετά για να μιλά με τις φίλες της, έλεγε:

“Ποιο είναι το όνομα αυτού του πράγματος; Γιατί μέσα στο σκοτάδι μου το έχασα”.

Και όταν μπορούσε να βγαίνει πάλι έξω, αναζητούσε το σπίτι του Μπράντιρ, γιατί ήθελε πολύ να μάθει τα ονόματα όλων των ζωντανών πλασμάτων και αυτός ήξερε πολλά. Και περπατούσαν μαζί στους κήπους και στα ξέφωτα.

Τότε ο Μπράντιρ άρχισε να την αγαπά. Και όταν η Νίνιελ δυνάμωσε, του έδινε το χέρι της να στηριχτεί και τον αποκαλούσε αδελφό της. Όμως η καρδιά της ήταν δοσμένη στον Τουράμπαρ, και μόνο με τον ερχομό του χαμογελούσε και μόνο όταν εκείνος μιλούσε εύρημα, αυτή γελούσε.

Ένα βράδυ το χρυσαφένιο φθινόπωρο κάθισαν μαζί και ο ήλιος έδινε τη λάμψη του στη λοφοπλαγιά και στα σπίτια του Έφελ Μπράντιρ και μια βαθιά ησυχία απλωνόταν. Τότε η Νίνιελ του είπε:

“Για όλα έχω μάθει τώρα τ' όνομά τους εκτός από το δικό σου. Πώς σε λένε;”

“Τουράμπαρ”, της απάντησε.

Τότε αυτή σταμάτησε σαν να αφουγκραζόταν για κάποια ηχώ και είπε:

“Και τι σημαίνει αυτό; Ή είναι το όνομα για σένα μόνο;”

“Σημαίνει”, είπε αυτός, “Κύριος της Σκοτεινής Σκιάς, γιατί κι εγώ επίσης, Νίνιελ, είχα το δικό μου σκοτάδι, στο οποίο αγαπημένα μου πράγματα χάθηκαν. Αλλά τώρα το έχω ξεπεράσει, πιστεύω”.

“Και το έσκασες κι εσύ από αυτό τρέχοντας μέχρι που έφτασες σε αυτά τα ωραία δάση;” τον ρώτησε. “Και πότε ξέφυγες, Τουράμπαρ;”

“Ναι”, της απάντησε. “Έτρεχα για πολλά χρόνια. Και ξέφυγα τότε που ξέφυγες και εσύ. Γιατί ήταν σκοτεινά όταν ήρθες, Νίνιελ, αλλά από τότε έχει φως. Και μου φαίνεται ότι αυτό που από καιρό αναζητούσα μάταια, ήρθε τελικά σε εμένα”. Και καθώς γύριζε στο σπίτι του μέσα στο σούρουπο, είπε στον εαυτό του:“Χάουδ-εν-Έλλεθ! Από τον πράσινο τύμβο ήρθε. Είναι σημάδι τούτο και πώς πρέπει να το διαβάσω;”.

--

Έτσι εκείνη η χρυσή χρονιά προχωρούσε και έφτασε ένας ήπιος χειμώνας, και μετά ήρθε άλλη μια φωτεινή χρονιά. Υπήρχε ειρήνη στο Μπρέθιλ και οι άνθρωποι του δάσος ζούσαν αθόρυβα και δεν έβγαιναν από την περιοχή τους και δεν άκουγαν ειδήσεις από τα γύρω μέρη, γιατί οι Ορκ που εκείνη την εποχή κατέβαιναν νότια χάρη στη σκοτεινή βασιλεία του Γκλάουρουνγκ ή στέλνονταν να κατασκοπεύσουν τα σύνορα του Ντόριαθ, απέφευγαν τις Διαβάσεις του Τέιγκλιν και περνούσαν δυτικά πολύ πέρα από το ποτάμι.

Τώρα η Νίνιελ είχε θεραπευθεί πλήρως και ήταν όμορφη και δυνατή και ο Τουράμπαρ δεν κρατήθηκε άλλο και της ζήτησε να τον παντρευτεί. Τότε η Νίνιελ χάρηκε. Όμως όταν το άκουσε αυτό ο Μπράντιρ, η καρδιά του βάρυνε και της είπε:

“Μη βιαστείς! Και μη με κακοχαρακτηρίσεις, αν σε συμβουλέψω να περιμένεις.”

“Τίποτε από αυτά που κάνεις δεν τα κάνεις με κακό σκοπό”, είπε αυτή. “Μα γιατί τότε μου δίνεις τέτοια συμβουλή, σοφέ αδελφέ;”

“Σοφέ αδελφέ;” απάντησε ο Μπράντιρ. “Κουτσέ αδελφέ, μάλλον, αναξιαγάπητε και απωθητικέ. Δεν ξέρω γιατί. Όμως υπάρχει μια σκιά πάνω σε αυτό τον άνθρωπο και φοβάμαι.”

“Υπήρχε μια σκιά”, είπε η Νίνιελ. “γιατί έτσι μου είπε ο ίδιος. Αλλά ξέφυγε από τη σκιά, όπως και εγώ. Και δεν του αξίζει αγάπη; Αν και τώρα είναι συγκρατημένος και ζει ειρηνικά, δεν ήταν κάποτε ο μεγαλύτερος αρχηγός, από τον οποίο όλοι οι εχθροί μας τρέπονταν σε φυγή αν τον έβλεπαν;”

“Ποιος σου το είπε αυτό;” είπε ο Μπράντιρ.

“Ο Ντόρλας”, του απάντησε. “Δεν λέει την αλήθεια;”

“Την αλήθεια λέει”, είπε ο Μπράντιρ, αλλά ήταν δυσαρεστημένος, γιατί ο Ντόρλας ήταν ο επικεφαλής εκείνης της ομάδας που ήθελε τον πόλεμο με τους Ορκ. Όμως ο Μπράντιρ αναζητούσε ακόμη λόγους να καθυστερήσει τη Νίνιελ. Και έτσι της είπε:

“Την αλήθεια, αλλά όχι όλη την αλήθεια, γιατί ήταν ο Αρχηγός του Νάργκοθροντ και πιο πριν είχε έρθει από το Βορρά και ήταν, λένε, γιος του Χούριν του Ντορ-λόμιν, του πολεμοχαρούς Οίκου του Χάντορ”.

Και ο Μπράντιρ, βλέποντας τη σκιά που πέρασε από το πρόσωπό της ακούγοντας αυτό το όνομα, την παρερμήνευσε και είπε κι άλλα:

“Πραγματικά, Νίνιελ, σωστά μπορεί να σκέφτεσαι ότι ένας τέτοιος άνθρωπος είναι πιθανό πριν περάσει πολύς καιρός να γυρίσει πίσω στον πόλεμο, μακριά από αυτήν τη γη ίσως. Και αν γίνει έτσι, για πόσο θα το αντέξεις εσύ; Πρόσεχε, γιατί προαισθάνομαι ότι αν ο Τουράμπαρ πάει πάλι στη μάχη, τότε όχι αυτός αλλά η Σκιά θα είναι κυρίαρχη.”

“Άσχημα θα το αντέξω”, του απάντησε. “Αλλά καλύτερα παντρεμένη παρά ανύπαντρη. Και μια σύζυγος ίσως θα μπορεί να τον συγκρατήσει καλύτερα και να αποτρέψει τη σκιά”.

Παρ' όλα αυτά είχε ταραχτεί από τα λόγια του Μπράντιρ και παρακάλεσε τον Τουράμπαρ να περιμένει λίγο. Και αυτός απορούσε και ήταν σκυθρωπός. Αλλά όταν έμαθε από τη Νίνιελ ότι ο Μπράντιρ την είχε συμβουλέψει να περιμένει, δυσαρεστήθηκε.

Όταν όμως ήρθε η επόμενη άνοιξη, είπε στη Νίνιελ:

“Ο χρόνος περνά. Περιμέναμε, μα τώρα δεν θα περιμένω άλλο. Κάνε ό,τι σου λέει η καρδιά σου, Νίνιελ αγαπημένη, αλλά σκέψου: αυτή είναι η επιλογή που έχω τώρα μπροστά μου. Ή θα γυρίσω πίσω στον πόλεμο στις ερημιές ή θα σε παντρευτώ και δεν θα ξαναπάω στον πόλεμο ποτέ — παρά μόνο για να σε υπερασπιστώ, αν κάποιο κακό πάει να χτυπήσει το σπιτικό μας.”

Τότε η Νίνιελ χάρηκε αληθινά κι έδωσε τον όρκο της και στα μέσα του καλοκαιριού παντρεύτηκαν. Και οι άνθρωποι του δάσους έκαναν μεγάλη γιορτή και τους έδωσαν ένα όμορφο σπίτι που είχαν φτιάξει για αυτούς πάνω στο Άμον Όμπελ. Εκεί ζούσαν ευτυχισμένοι, αλλά ο Μπράντιρ ήταν ανήσυχος και η σκιά στην καρδιά του μεγάλωνε.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

XV. Η Νίενορ στο Μπρέθιλ |The|Nienor|in|Brethil XV. Nienor in Brethil

Αλλά όσο για τη Νίενορ, αυτή έτρεχε μέσα στο δάσος ακούγοντας το θόρυβο της καταδίωξης πίσω της. But|as for||her|Nienor|she|ran|through|the|forest|hearing|the|noise|of the|pursuit|behind|her But as for Nienor, she was running through the forest, hearing the noise of the pursuit behind her. Και τα ρούχα της τα έσκισε πετώντας το ένα ένα καθώς έτρεχε, μέχρι που έμεινε γυμνή. And|the|clothes|her|them|tore|throwing|the|one|one|as|she ran|until|that|she remained|naked And she tore her clothes, throwing them off one by one as she ran, until she was left naked. Και όλη κείνη την ημέρα έτρεχε ακόμη, σαν αγρίμι που το κυνηγούν και πάει να σπάσει η καρδιά του και δεν τολμά να σταματήσει ή να πάρει ανάσα. And|all|that|the|day|ran|still|like|wild animal|that|it|chase|and|goes|to|break|the|heart|of it|and|not|dares|to|stop|or|to|take|breath And all that day she continued to run, like a wild animal being hunted, with its heart about to break, and it does not dare to stop or catch its breath. Ξαφνικά το βράδυ η τρέλα της πέρασε. Suddenly|the|night|her|madness|her|passed Suddenly, in the evening, her madness passed. Έμεινε ακίνητη για μια στιγμή, σαν σε απορία, και μετά λιποθύμησε από ολοκληρωτική εξουθένωση και σωριάστηκε σαν κεραυνόπληκτη μέσα σε πυκνές φτέρες. She remained|motionless|for|a|moment|like|in|confusion|and|then|fainted|from|complete|exhaustion|and|collapsed|like|struck by lightning|among|in|dense|ferns She stood still for a moment, as if in wonder, and then fainted from complete exhaustion and collapsed like a lightning-struck person among dense ferns. Κι εκεί ανάμεσα στα παλιά κλαδιά και τα νέα φύλλα της άνοιξης κοιμήθηκε χωρίς να καταλάβει τίποτα. And|there|among|in the|old|branches|and|the|new|leaves|of the|spring|slept|without|to|realize|anything And there, among the old branches and the new leaves of spring, she slept without realizing anything.

Το πρωί ξύπνησε και αγαλλίασε  με το φως σαν άνθρωπος που ζει για πρώτη φορά. The|morning|woke up|and|rejoiced|with|the|light|like|man|who|lives|for|first|time In the morning she woke up and rejoiced in the light like a person who is living for the first time. Και όλα όσα έβλεπε της φαίνονταν καινούργια και παράξενα και δεν γνώριζε τα ονόματά τους. And|all|whatever|she saw|to her|seemed|new|and|strange|and|not|knew|the|names|their And everything she saw seemed new and strange to her, and she did not know their names. Γιατί πίσω της υπήρχε μόνο ένα άδειο σκοτάδι απ' όπου δεν ερχόνταν καμιά ανάμνηση από οτιδήποτε είχε γνωρίσει μέχρι τότε, ούτε η ηχώ κάποιας λέξης. Why|behind|her|there was|only|one|empty|darkness|from|where|not|were coming|no|memory|of|anything|had|known|until|then|nor|the|echo|some|word Because behind her there was only an empty darkness from which no memory of anything she had known until then came, nor the echo of any word. Μια σκιά φόβου μόνο θυμόταν κι έτσι ήταν ανήσυχη και αναζητούσε συνέχεια μέρη να κρυφτεί: ανέβαινε σε δέντρα ή γλιστρούσε μέσα σε θάμνους, γρήγορη σαν σκίουρος ή αλεπού αν κάποιος ήχος ή σκιά την τρόμαζε. A|shadow|of fear|only|remembered|and|so|was|anxious|and|searched|constantly|places|to|hide|climbed|in|trees|or|slipped|into|in|bushes|quick|like|squirrel|or|fox|if|any|sound|or|shadow|her|scared A shadow of fear was all she remembered, and so she was restless and constantly sought places to hide: she climbed trees or slipped into bushes, quick as a squirrel or a fox if any sound or shadow frightened her. Και από κει κοίταζε για ώρα πολλή μέσα από τα φυλλώματα με διστακτικό βλέμμα πριν συνεχίσει ξανά. And|from|there|he/she looked|for|hour|much|inside|through|the|foliage|with|hesitant|glance|before|he/she continues|again And from there she looked for a long time through the foliage with a hesitant gaze before continuing again.

Συνεχίζοντας έτσι στην ίδια κατεύθυνση έφτασε στον ποταμό Τέιγκλιν και κόρεσε τη δίψα της. Continuing|thus|in the|same|direction|she reached|to the|river|Teiglin|and|quenched|her|thirst| Continuing in the same direction, she reached the Teiglin River and quenched her thirst. Αλλά δεν έβρισκε τροφή, γιατί δεν ήξερε πώς να την αναζητήσει, και λιμοκτονούσε και κρύωνε. But|not|found|food|because|not|knew|how|to|it|search for|and|was starving|and|was cold But she could not find food, because she did not know how to seek it, and she was starving and cold. Και καθώς τα δέντρα από την άλλη όχθη έδειχναν πιο πυκνά και πιο σκοτεινά (και ήταν, αφού αντίκριζε τις παρυφές του δάσους του Μπρέθιλ), πέρασε τελικά απέναντι και έφτασε σε έναν πράσινο τύμβο κι εκεί σωριάστηκε κάτω, γιατί ήταν εξαντλημένη και της φαινόταν ότι το σκοτάδι που απλωνόταν πίσω της την τύλιγε πάλι και ο ήλιος σκοτείνιαζε. And|as|the|trees|from|the|other|bank|appeared|more|dense|and|more|dark|(and|were|since|he/she was facing|the|outskirts|of|forest|of|Brethil)|he/she crossed|finally|to the other side|and|he/she arrived|at|a|green|mound|and|there|he/she collapsed|down|because|was|exhausted|and|to her|seemed|that|the|darkness|that|was spreading|behind|her|her|enveloped|again|and|the|sun|was darkening And as the trees on the other bank appeared denser and darker (and they were, as she faced the edges of the Brethil forest), she finally crossed over and reached a green mound, and there she collapsed, for she was exhausted and it seemed to her that the darkness spreading behind her was wrapping around her again and the sun was darkening.

Όμως στην πραγματικότητα ήταν μια σκοτεινή καταιγίδα που είχε έρθει από το Νότο, γεμάτη αστραπές και καταρρακτώδη βροχή. But|in|reality|was|a|dark|storm|that|had|come|from|the|South|full of|lightning|and|torrential|rain But in reality, it was a dark storm that had come from the South, filled with lightning and torrential rain. Και εκεί κειτόταν ζαρώνοντας από τρόμο με τις βροντές και η σκοτεινή βροχή έδερνε το γυμνό της σώμα κι εκείνη κοίταζε άφωνη σαν παγιδευμένο αγρίμι. And|there|lay|curling up|from|fear|with|the|thunder|and|the|dark|rain|beat|the|naked|her|body|and|she|looked|speechless|like|trapped|wild animal And there she lay, curled up in terror with the thunder, and the dark rain lashed against her bare body, and she looked speechless like a trapped wild animal.

Τούτη την ώρα έτυχε και μερικοί από τους Ανθρώπους του Μπρέθιλ πέρασαν από κει επιστρέφοντας από μια επιδρομή ενάντια στους Ορκ. This|the|hour|happened|and|some|of|the|Men|of|Brethil|passed|by|there|returning|from|a|raid|against|the|Orcs At that moment, some of the Men of Brethil happened to pass by, returning from a raid against the Orcs. Βιάζονταν να περάσουν τις Διαβάσεις του Τέιγκλιν και να φτάσουν σε ένα καταφύγιο που ήταν κοντά, όταν μια μεγάλη αστραπή έπεσε και το Χάουδ-εν-Έλλεθ φωτίστηκε από λευκή φλόγα. They were hurrying|to|pass|the|Crossings|of|Teiglin|and|to|reach|to|a|shelter|that|was|nearby|when|a|large|lightning|struck|and|the||||was illuminated|by|white|flame They were hurrying to cross the Teiglin Pass and reach a nearby refuge when a great flash of lightning struck, and Hald-en-Ellet was illuminated by white flame.

Τότε ο Τουράμπαρ που ήταν επικεφαλής των ανδρών τινάχτηκε πίσω και σκέπασε τα μάτια του τρέμοντας, γιατί του φάνηκε ότι είδε τον φάντασμα μιας νεκρής κόρης να κείτεται πάνω στον τάφο της Φιντούιλας. Then|the|Turambar|who|was|leader|of the|men|jumped|back|and|covered|the|eyes|his|trembling|because|to him|seemed|that|he saw|the|ghost||dead|girl|to|lie|on|on the|grave|of|Finduilas Then Turambar, who was leading the men, recoiled and covered his eyes trembling, for he thought he saw the ghost of a dead maiden lying upon the grave of Finduilas.

Αλλά ένας από τους άνδρες έτρεξε στον τύμβο και φώναξε: But|one|of|the|men|ran|to the|tomb|and|shouted But one of the men ran to the mound and shouted:

“Έλα, κύριε! Come|sir “Come, sir! Είναι μια κοπέλα εδώ και ζει!” She is|a|girl|here|and|lives There is a girl here and she is alive!”

Και ο Τουράμπαρ ήρθε και τη σήκωσε και το νερό έσταζε από τα μουσκεμένα της μαλλιά, αλλά αυτή έκλεισε τα μάτια τρέμοντας κι έπαψε να παλεύει. And|the|Tourampar|came|and|her|lifted|and|the|water|dripped|from|the|wet|her|hair|but|she|closed|the|eyes|trembling|and|stopped|to|fight And Turambar came and lifted her up and the water dripped from her soaked hair, but she closed her eyes trembling and stopped struggling. Τότε, απορώντας που κειτόταν έτσι γυμνή, ο Τουράμπαρ έριξε πάνω της το μανδύα του και τη μετέφερε στο καταφύγιο των κυνηγών στο δάσος. Then|wondering|where|lay|like that|naked|the|Tourampar|threw|over|her|the|cloak|his|and|her|carried|to the|shelter|of the|hunters|in the|forest Then, wondering why she lay there so naked, Turambar threw his cloak over her and carried her to the hunters' shelter in the forest. Εκεί άναψαν φωτιά και την τύλιξαν με σκεπάσματα κι αυτή άνοιξε τα μάτια της και τους κοίταξε. There|they lit|fire|and|it|they wrapped|with|blankets|and|she|opened|her|eyes|her|and|them|looked There they lit a fire and wrapped it with blankets, and she opened her eyes and looked at them. Και όταν το βλέμμα της έπεσε στον Τουράμπαρ, ένα φως φάνηκε στο πρόσωπό της και άπλωσε το χέρι της προς το μέρος του, γιατί της φάνηκε ότι είχε βρει επιτέλους κάτι που αναζητούσε μέσα στο σκοτάδι και παρηγορήθηκε. And|when|the|gaze|her|fell|on the|Tourampar|a|light|appeared|on the|face|her|and|stretched|the|hand|her|towards|the|direction|of him|because|her|seemed|that|had|found|finally|something|that|was searching for|within|in the|darkness|and|was comforted And when her gaze fell on Turambar, a light appeared on her face and she reached out her hand towards him, for it seemed to her that she had finally found something she was searching for in the darkness and felt comforted. Αλλά ο Τουράμπαρ πήρε το χέρι της και χαμογέλασε και είπε: But|the|Tourampar|took|the|hand|her|and|smiled|and|said But Turambar took her hand and smiled and said:

“Λοιπόν, λαίδη, θα μας πεις το όνομά σου και το γένος σου και τι κακό σε βρήκε;” Well|lady|will|us|tell|the|name|your|and|the|lineage|your|and|what|harm|you|found "Well, lady, will you tell us your name and lineage and what misfortune has befallen you?"

Τότε αυτή κούνησε το κεφάλι της και δεν μιλούσε, αλλά άρχισε να κλαίει. Then|she|shook|the|head|her|and|not|spoke|but|began|to|cry Then she shook her head and did not speak, but began to cry. Και δεν την ενόχλησαν άλλο μέχρι που έφαγε λαίμαργα την τροφή που μπόρεσαν να της δώσουν. And|not|her|bothered|anymore|until|when|she ate|greedily|the|food|that|they could|to|her|give And they did not disturb her again until she greedily ate the food they could give her. Και όταν έφαγε, αναστέναξε κι έβαλε πάλι το χέρι της μέσα στο χέρι του Τουράμπαρ. And|when|he ate|he sighed|and|she put|again|the|hand|her|inside|in the|hand|his|Turambar And when she had eaten, she sighed and put her hand back into Turambar's hand. Κι αυτός είπε: And|he|said And he said:

“Μαζί μας είσαι ασφαλής. Together|with us|you are|safe "You are safe with us. Εδώ μπορείς να ξεκουραστείς απόψε και το πρωί θα σε οδηγήσουμε στα σπίτια μας βαθιά μέσα στο δάσος. Here|you can|to|rest|tonight|and|the|morning|will|you|drive|to the|houses|our|deep|inside|in the|forest Here you can rest tonight and in the morning we will lead you to our homes deep in the forest." Αλλά θα θέλαμε να ξέρουμε το όνομά σου και το γένος σου για να βρούμε ίσως τους δικούς σου και να τους δώσουμε νέα σου. But|will|we would like|to|know|the|name|your|and|the|gender|your|to|to|find|perhaps|your|relatives|your|and|to|them|give|news|your But we would like to know your name and your gender so that we might find your people and give them your news. Δεν θα μας πεις;”. Not|will|us|tell Won't you tell us?

Αλλά πάλι εκείνη δεν απάντησε κι έκλαψε. But|again|she|not|answered|and|cried But again she did not answer and cried.

“Μην ταράζεσαι!”, είπε ο Τουράμπαρ. Don't|get upset|said|the|Tourampar "Don't be upset!" said Turambar. “Μπορεί η ιστορία σου να είναι πολύ λυπητερή ακόμη για να την πεις. It may|the|story|your|to|be|very|sad|still|for|to|it|tell "Your story may be too sad to tell yet." Αλλά θα σου δώσω ένα όνομα και θα σε πω Νίνιελ, Κόρη των Δακρύων”. But|will|to you|I will give|a|name|and|will|you||Níniel|Daughter|of the|Tears But I will give you a name and I will call you Níniel, Daughter of Tears. Και με αυτό το όνομα εκείνη σήκωσε το βλέμμα και κούνησε το κεφάλι της, αλλά είπε: “Νίνιελ”. And|with|this|the|name|she|raised|the|gaze|and|shook|the|head|her|but|said|Níniel And with that name she lifted her gaze and shook her head, but said: “Níniel.” Και αυτή ήταν η πρώτη λέξη που είπε μετά το σκοτάδι της και ήταν το όνομά της ανάμεσα στους ανθρώπους του δάσους από τότε. And|she|was|the|first|word|that|said|after|the|darkness|her|and|was|the|name|her|among|the|people|of the|forest|since|then And that was the first word she spoke after her darkness and it was her name among the people of the forest from then on.

-- --

Το πρωί πήραν μαζί τους τη Νίνιελ στο Έφελ Μπράντιρ και ο δρόμος ανέβαινε απότομα μέχρι που έφτανε σ' ένα μέρος όπου έπρεπε να διασχίσουν το ορμητικό ποτάμι του Κελέμπρος. The|morning|they took|together|them|the|Níniel|to the|Efel|Brandir|and|the|road|ascended|steeply|until|where|it reached|at|a|place|where|they had to|to|cross|the|rushing|river|of the|Celebrant In the morning they took Níniel with them to Ethel Brandy and the road rose steeply until it reached a place where they had to cross the rushing river of Celebrant. Εκεί υπήρχε μια γέφυρα από ξύλο και από κάτω περνούσε το νερό πάνω από το χείλος μιας λείας πέτρας κι έπεφτε με πολλά αφρισμένα σκαλοπάτια σε μια πετρώδη λεκάνη κάτω βαθιά. There|was|a|bridge|made of|wood|and|from|below|passed|the|water|over|from|the|edge|of a|smooth|stone|and|fell|with|many|foamy|steps|into|a|rocky|basin|down|deep There was a wooden bridge, and below it, water flowed over the edge of a smooth stone and fell with many foamy steps into a rocky basin deep below. Και όλος ο αέρας ήταν γεμάτος σταγονίδια νερού σαν βροχή. And|all|the|air|was|full of|droplets|water|like|rain And the whole air was filled with water droplets like rain. Στην κορυφή του καταρράχτη υπήρχε μια μεγάλη έκταση με πράσινη χλόη και γύρω της φύτρωναν σημύδες, αλλά πάνω από τη γέφυρα η θέα ήταν απεριόριστη προς τα φαράγγια του Τέιγκλιν γύρω στα τρία χιλιόμετρα δυτικά. At the|top|of the|waterfall|there was|a|large|area|with|green|grass|and|around|it|grew|birches|but|above|from|the|bridge|the|view|was|unlimited|towards|the|gorges|of the|Teiglin|around|about|three|kilometers|west At the top of the waterfall, there was a large expanse of green grass, and around it grew birches, but above the bridge, the view was limitless towards the gorges of Teiglin about three kilometers to the west. Εκεί ο αέρας ήταν πάντα ψυχρός και το καλοκαίρι οι οδοιπόροι σταματούσαν για να αναπαυθούν και να πιουν το κρύο νερό, Ντίμροστ, η Σκάλα της Βροχής, λεγόταν εκείνος ο καταρράχτης, αλλά από εκείνη τη μέρα και μετά την ονόμασαν δεν Γκίριθ, το Νερό του Ρίγους, γιατί ο Τουράμπαρ και οι άντρες του σταμάτησαν εκεί, μα μόλις η Νίνιελ έφτασε σ' εκείνο το μέρος, πάγωσε και άρχισε να τρέμει και δεν μπορούσαν να τη ζεστάνουν ή να την παρηγορήσουν. There|the|air|was|always|cold|and|the|summer|the|travelers|stopped|to|to|rest|and|to|drink|the|cold|water|Dimrost|the|Stair|of|Rain|was called|that|the|waterfall|but|from|that|the|day|and|after|the|named|not|Girith|the|Water|of|Sorrow|because|the|Turambar|and|the|men|of|stopped|there|but|as soon as|the|Níniel|arrived|at|that|the|place|froze|and|began|to|tremble|and|not|could|to|her|warm|or|to|her|comfort There the air was always cool, and in the summer, travelers would stop to rest and drink the cold water; Dimrost, the Stair of Rain, was what that waterfall was called, but from that day on, they named it not Girith, the Water of Rigus, because Turambar and his men stopped there, but as soon as Níniel reached that place, she froze and began to tremble, and they could not warm or comfort her. Έτσι βιάστηκαν να συνεχίσουν το δρόμο τους. Thus|hurried|to|continue|the|road|their So they hurried to continue on their way. Όμως πριν φτάσουν στο Έφελ Μπράντιρ, η Νίνιελ αρρώστησε με πυρετό. But|before|they arrive|at|Efel|Brandir|the|Nieniel|fell ill|with|fever But before they reached Efel Brandir, Niniel fell ill with a fever.

Καιρό έμεινε κατάκοιτη από την αρρώστια της και ο Μπράντιρ χρησιμοποίησε όλη του την επιδεξιότητα για να τη θεραπεύσει και οι γυναίκες των ανδρών του δάσους την πρόσεχαν μέρα και νύχτα. A long time|remained|bedridden|from|her|illness|her|and|the|Brandir|used|all|his|her|skill|to|(particle for subjunctive)|her|heal|and|the|women|of the|men|their|forest|her|watched over|day|and|night She remained bedridden for a long time due to her illness, and Brandir used all his skill to heal her, while the women of the men of the forest took care of her day and night. Όμως μόνο όταν έμενε κοντά της ο Τουράμπαρ, ησύχασε ή κοιμόνταν χωρίς να βογκάει. But|only|when|stayed|near|her|the|Tourampar|relaxed|or|slept|without|to|groan However, only when Turambar was near her did she calm down or sleep without moaning. Και αυτό το πρόσεξαν όλοι όσοι τη φρόντιζαν: όσο κρατούσε ο πυρετός της, αν και συχνά είχε μεγάλη ταραχή, δεν ψέλλισε ποτέ ούτε μια λέξη σε καμιά γλώσσα των Ξωτικών ή των Ανθρώπων. And|this|the|noticed|everyone|those who|her|cared for|as long as|held|the|fever|her|although|and|often|had|great|agitation|not|murmured|ever|nor|a|word|in|no|language|of the|Elves|or|of the|Humans And this was noticed by all who cared for her: as long as her fever lasted, although she often had great distress, she never uttered a word in any language of the Elves or Men. Και όταν άρχισε να ξαναβρίσκει σιγά σιγά την υγεία της και ξύπνησε και άρχισε να τρώει πάλι, τότε, σαν να ήταν παιδί, οι γυναίκες του Μπρέθιλ έπρεπε να της μάθουν να μιλάει λέξη λέξη. And|when|she began|to|rediscover|slowly|slowly|her|health|her|and|she woke up|and|she began|to|eat|again|then|as|to|was|child|the|women|of|Brethil|had to|to|her|teach|to|speak|word|word And when she began to gradually regain her health and woke up and started eating again, then, as if she were a child, the women of Brethil had to teach her to speak word by word. Όμως σ' αυτήν τη μάθηση ήταν γρήγορη και έπαιρνε μεγάλη χαρά, όπως κάποιος που βρίσκει πάλι θησαυρούς, μεγάλους και μικρούς, που είχαν χαθεί. But|in|this|the|learning|was|quick|and|took|great|joy|like|someone|who|finds|again|treasures|big|and|small|that|had|been lost But in this learning, she was quick and took great joy, like someone who finds treasures again, big and small, that had been lost. Και όταν τελικά έμαθε αρκετά για να μιλά με τις φίλες της, έλεγε: And|when|finally|learned|enough|||speak|with|the|friends|her|she said And when she finally learned enough to talk with her friends, she said:

“Ποιο είναι το όνομα αυτού του πράγματος; Γιατί μέσα στο σκοτάδι μου το έχασα”. What|is|the|name|of this|of the|thing|Why|inside|in|darkness|my|it|lost “What is the name of this thing? Because in the darkness I lost it.”

Και όταν μπορούσε να βγαίνει πάλι έξω, αναζητούσε το σπίτι του Μπράντιρ, γιατί ήθελε πολύ να μάθει τα ονόματα όλων των ζωντανών πλασμάτων και αυτός ήξερε πολλά. And|when|could|to|go out|again|outside|he was searching|the|house|of|Brandir|because|he wanted|very|to|learn|the|names|of all|the|living|creatures|and|he|knew|many And when she could go outside again, she sought Brandir's house, because she really wanted to learn the names of all living creatures and he knew many. Και περπατούσαν μαζί στους κήπους και στα ξέφωτα. And|they walked|together|in the|gardens|and|in the|clearings And they walked together in the gardens and clearings.

Τότε ο Μπράντιρ άρχισε να την αγαπά. Then|the|Brandir|began|to|her|love Then Brandir began to love her. Και όταν η Νίνιελ δυνάμωσε, του έδινε το χέρι της να στηριχτεί και τον αποκαλούσε αδελφό της. And|when|the|Níniel|grew stronger|to him|she gave|the|hand|her|to|lean|and|him|called|brother|her And when Níniel grew stronger, she would give him her hand to lean on and called him her brother. Όμως η καρδιά της ήταν δοσμένη στον Τουράμπαρ, και μόνο με τον ερχομό του χαμογελούσε και μόνο όταν εκείνος μιλούσε εύρημα, αυτή γελούσε. But|the|heart|her|was|given|to the|Turambar|and|only|with|the|arrival|of the|smiled|and|only|when|he||eloquence|she|laughed But her heart was given to Turambar, and only with his arrival did she smile, and only when he spoke did she laugh.

Ένα βράδυ το χρυσαφένιο φθινόπωρο κάθισαν μαζί και ο ήλιος έδινε τη λάμψη του στη λοφοπλαγιά και στα σπίτια του Έφελ Μπράντιρ και μια βαθιά ησυχία απλωνόταν. One|night|the|golden|autumn|sat|together|and|the|sun|gave|the|shine|his|on the|hillside|and|on the|houses|of|Ethel|Brandir|and|a|deep|silence|spread One evening in the golden autumn, they sat together and the sun cast its glow on the hillside and the houses of Ethel Brandir, and a deep silence spread. Τότε η Νίνιελ του είπε: Then|the|Níniel|to him|said Then Níniel said to him:

“Για όλα έχω μάθει τώρα τ' όνομά τους εκτός από το δικό σου. For|everything|I have|learned|now|the|name|their|except|from|the|own|your "I have learned the names of everything now except for yours. Πώς σε λένε;” How|you|call What is your name?"

“Τουράμπαρ”, της απάντησε. Turambar|to her|answered "Turambar," he answered her.

Τότε αυτή σταμάτησε σαν να αφουγκραζόταν για κάποια ηχώ και είπε: Then|she|stopped|as|to|was listening intently|for|some|echo|and|said Then she stopped as if listening for some echo and said:

“Και τι σημαίνει αυτό; Ή είναι το όνομα για σένα μόνο;” And|what|does it mean|this|Or|is|the|name|for|you|only "And what does that mean? Or is it a name just for you?"

“Σημαίνει”, είπε αυτός, “Κύριος της Σκοτεινής Σκιάς, γιατί κι εγώ επίσης, Νίνιελ, είχα το δικό μου σκοτάδι, στο οποίο αγαπημένα μου πράγματα χάθηκαν. It means|he said|he|Lord|of the|Dark|Shadow|because|and|I|also|Níniel|I had|the|own|my|darkness|in which||beloved|my|things|were lost "It means," he said, "Lord of the Dark Shadow, because I too, Niniel, had my own darkness, in which my beloved things were lost." Αλλά τώρα το έχω ξεπεράσει, πιστεύω”. But|now|it|I have|overcome|I believe "But now I have overcome it, I believe."

“Και το έσκασες κι εσύ από αυτό τρέχοντας μέχρι που έφτασες σε αυτά τα ωραία δάση;” τον ρώτησε. And|it|burst|and|you|from|this|running|until|where|you arrived|at|these|the|beautiful|forests|him|asked "And did you also escape from it by running until you reached these beautiful forests?" she asked. “Και πότε ξέφυγες, Τουράμπαρ;” And|when|did you escape|Turambar "And when did you escape, Turambar?"

“Ναι”, της απάντησε. Yes|to her|answered "Yes," he answered. “Έτρεχα για πολλά χρόνια. I ran|for|many|years "I ran for many years. Και ξέφυγα τότε που ξέφυγες και εσύ. And|I escaped|then|when|you escaped|and|you And I escaped at the time you escaped too. Γιατί ήταν σκοτεινά όταν ήρθες, Νίνιελ, αλλά από τότε έχει φως. Why|it was|dark|when|you arrived|Níniel|but|since|then|it has|light Because it was dark when you came, Níniel, but since then there has been light. Και μου φαίνεται ότι αυτό που από καιρό αναζητούσα μάταια, ήρθε τελικά σε εμένα”. And|to me|seems|that|this|that|for|a long time|I was searching|in vain|came|finally|to|me And it seems to me that what I had long sought in vain has finally come to me." Και καθώς γύριζε στο σπίτι του μέσα στο σούρουπο, είπε στον εαυτό του:“Χάουδ-εν-Έλλεθ! And|as|he was returning|to|home|his|in|the|twilight|he said|to the|himself|his||| And as he was returning home in the twilight, he said to himself: "Haund-en-Ellet!" Από τον πράσινο τύμβο ήρθε. From|the|green|mound|he came It came from the green mound. Είναι σημάδι τούτο και πώς πρέπει να το διαβάσω;”. It is|sign|this|and|how|should|to|it|read Is this a sign and how should I read it?

-- --

Έτσι εκείνη η χρυσή χρονιά προχωρούσε και έφτασε ένας ήπιος χειμώνας, και μετά ήρθε άλλη μια φωτεινή χρονιά. Thus|that|the|golden|year|was progressing|and|arrived|a|mild|winter|and|then|came|another|a|bright|year Thus that golden year went on and a mild winter arrived, and then another bright year came. Υπήρχε ειρήνη στο Μπρέθιλ και οι άνθρωποι του δάσος ζούσαν αθόρυβα και δεν έβγαιναν από την περιοχή τους και δεν άκουγαν ειδήσεις από τα γύρω μέρη, γιατί οι Ορκ που εκείνη την εποχή κατέβαιναν νότια χάρη στη σκοτεινή βασιλεία του Γκλάουρουνγκ ή στέλνονταν να κατασκοπεύσουν τα σύνορα του Ντόριαθ, απέφευγαν τις Διαβάσεις του Τέιγκλιν και περνούσαν δυτικά πολύ πέρα από το ποτάμι. There was|peace|in|Brethil|and|the|people|of|forest|lived|quietly|and|not|would go out|from|the|area|their|and|not|heard|news|from|the|surrounding|places|because|the|Orcs|who|that|the|time|descended|south|thanks to|the|dark|kingdom|of|Glaurung|or|were sent|to|spy on|the|borders|of|Doriath|avoided|the|Crossings|of|Teiglin|and|passed|west|far|beyond|from|the|river There was peace in Brethil and the people of the forest lived quietly and did not leave their area and did not hear news from the surrounding places, because the Orcs who at that time were moving south due to the dark kingdom of Glaurung or were sent to spy on the borders of Doriath, avoided the Passes of Teiglin and passed west far beyond the river.

Τώρα η Νίνιελ είχε θεραπευθεί πλήρως και ήταν όμορφη και δυνατή και ο Τουράμπαρ δεν κρατήθηκε άλλο και της ζήτησε να τον παντρευτεί. Now|the|Níniel|had|healed|completely|and|was|beautiful|and|strong|and|the|Turambar|not|held back|any longer|and|her|asked|to|him|marry Now Níniel had fully recovered and was beautiful and strong, and Turambar could no longer hold back and asked her to marry him. Τότε η Νίνιελ χάρηκε. Then|the|Níniel|rejoiced Then Níniel was happy. Όμως όταν το άκουσε αυτό ο Μπράντιρ, η καρδιά του βάρυνε και της είπε: But|when|it|heard|this|the|Brandir|the|heart|his|sank|and|her|said But when Brandeer heard this, his heart grew heavy and he said to her:

“Μη βιαστείς! Don't|rush "Do not be hasty!" Και μη με κακοχαρακτηρίσεις, αν σε συμβουλέψω να περιμένεις.” And|not|me|mischaracterize|if|you|advise|to|wait "And do not think ill of me if I advise you to wait."

“Τίποτε από αυτά που κάνεις δεν τα κάνεις με κακό σκοπό”, είπε αυτή. Nothing|from|these|that|you do|not|them|do|with|bad|intention|said|she "Nothing you do is done with bad intentions," she said. “Μα γιατί τότε μου δίνεις τέτοια συμβουλή, σοφέ αδελφέ;” But|why|then|to me|you give|such|advice|wise|brother "But why then do you give me such advice, wise brother?"

“Σοφέ αδελφέ;” απάντησε ο Μπράντιρ. Wise|brother|answered|the|Brandir "Wise brother?" Brundir replied. “Κουτσέ αδελφέ, μάλλον, αναξιαγάπητε και απωθητικέ. lame|brother|probably|unlovable|and|repulsive "Lame brother, rather, unlovable and repulsive. Δεν ξέρω γιατί. I do not|know|why I don't know why. Όμως υπάρχει μια σκιά πάνω σε αυτό τον άνθρωπο και φοβάμαι.” But|there is|a|shadow|over|on|this|the|man|and|I fear But there is a shadow over this man and I am afraid.

“Υπήρχε μια σκιά”, είπε η Νίνιελ. There was|a|shadow|said|the|Níniel "There was a shadow," said Niniël. “γιατί έτσι μου είπε ο ίδιος. because|like this|to me|said|the|same "because that is what he told me. Αλλά ξέφυγε από τη σκιά, όπως και εγώ. But|escaped|from|the|shadow|just as|and|I But he escaped from the shadow, just like I did. Και δεν του αξίζει αγάπη; Αν και τώρα είναι συγκρατημένος και ζει ειρηνικά, δεν ήταν κάποτε ο μεγαλύτερος αρχηγός, από τον οποίο όλοι οι εχθροί μας τρέπονταν σε φυγή αν τον έβλεπαν;” And|not|to him|deserves|love|If|and|now|is|restrained|and|lives|peacefully|not|was|once|the|greatest|leader|from|him|whom|all|the|enemies|our|were driven|to|flight|if|him|saw And does he not deserve love? Even though he is now restrained and lives peacefully, was he not once the greatest leader, from whom all our enemies fled if they saw him?"

“Ποιος σου το είπε αυτό;” είπε ο Μπράντιρ. Who|to you|it|said|this|said|the|Brandir "Who told you that?" said Brandir.

“Ο Ντόρλας”, του απάντησε. The|Dorlας|to him|answered "Dorlis," he replied. “Δεν λέει την αλήθεια;” Does not|tell|the|truth "Is he not telling the truth?"

“Την αλήθεια λέει”, είπε ο Μπράντιρ, αλλά ήταν δυσαρεστημένος, γιατί ο Ντόρλας ήταν ο επικεφαλής εκείνης της ομάδας που ήθελε τον πόλεμο με τους Ορκ. The|truth|says|said|the|Brandir|but|was|unhappy|because|the|Dorlas|was|the|leader|of that|the|group|that|wanted|the|war|with|the|Orcs "He is telling the truth," said Brandir, but he was unhappy because Dorlis was the leader of that group that wanted war with the Orcs. Όμως ο Μπράντιρ αναζητούσε ακόμη λόγους να καθυστερήσει τη Νίνιελ. But|the|Brandir|was searching|still|reasons|to|delay|the|Níniel However, Brandir was still looking for reasons to delay Níniel. Και έτσι της είπε: And|so|to her|he said And so he said to her:

“Την αλήθεια, αλλά όχι όλη την αλήθεια, γιατί ήταν ο Αρχηγός του Νάργκοθροντ και πιο πριν είχε έρθει από το Βορρά και ήταν, λένε, γιος του Χούριν του Ντορ-λόμιν, του πολεμοχαρούς Οίκου του Χάντορ”. The|truth|but|not|all|the|truth|because|was|the|Leader|of|Nargothrond|and|earlier|before|had|come|from|the|North|and|was|they say||of|Húrin|of|||of|warlike|House|of|Hador “The truth, but not the whole truth, for he was the Leader of Nargothrond and had come from the North before, and they say he was the son of Húrin of Dor-lómin, of the warlike House of Hador.”

Και ο Μπράντιρ, βλέποντας τη σκιά που πέρασε από το πρόσωπό της ακούγοντας αυτό το όνομα, την παρερμήνευσε και είπε κι άλλα: And|the|Brandir|seeing|the|shadow|that|passed|from|the|face|her|hearing|this|the|name|her|misinterpreted|and|said|and|more And Brandir, seeing the shadow that passed over her face upon hearing that name, misinterpreted it and said more:

“Πραγματικά, Νίνιελ, σωστά μπορεί να σκέφτεσαι ότι ένας τέτοιος άνθρωπος είναι πιθανό πριν περάσει πολύς καιρός να γυρίσει πίσω στον πόλεμο, μακριά από αυτήν τη γη ίσως. Truly|Níniel|rightly|may|to|think|that|a|such|man|is|likely|before|passes|much|time|to|return|back|to the|war|far|from|this|the|land|perhaps “Indeed, Níniel, you may rightly think that such a man is likely to return to war before long, far from this land perhaps. Και αν γίνει έτσι, για πόσο θα το αντέξεις εσύ; Πρόσεχε, γιατί προαισθάνομαι ότι αν ο Τουράμπαρ πάει πάλι στη μάχη, τότε όχι αυτός αλλά η Σκιά θα είναι κυρίαρχη.” And|if|happens|like this|for|how long|will|it|endure|you|Be careful|because|I sense beforehand|that|if|the|Turambar|goes|again|to the|battle|then|not|he|but|the|Shadow|will|be|dominant And if that happens, how long will you endure it? Beware, for I sense that if Turambar goes to battle again, then not he but the Shadow will be dominant.”

“Άσχημα θα το αντέξω”, του απάντησε. badly|will|it|endure|to him|answered "I will endure it badly," she replied. “Αλλά καλύτερα παντρεμένη παρά ανύπαντρη. But|better|married|than|single "But better married than single. Και μια σύζυγος ίσως θα μπορεί να τον συγκρατήσει καλύτερα και να αποτρέψει τη σκιά”. And|a|wife|perhaps|will|can|to|him|restrain|better|and|to|prevent|the|shadow And a wife might be able to hold him back better and prevent the shadow."

Παρ' όλα αυτά είχε ταραχτεί από τα λόγια του Μπράντιρ και παρακάλεσε τον Τουράμπαρ να περιμένει λίγο. despite|all|these|had|been disturbed|by|the|words|of|Brandir|and|begged|the|Turambar|to|wait|a little Nevertheless, she was disturbed by Brandir's words and asked Turambar to wait a little. Και αυτός απορούσε και ήταν σκυθρωπός. And|he|was wondering|and|was|gloomy And he was puzzled and gloomy. Αλλά όταν έμαθε από τη Νίνιελ ότι ο Μπράντιρ την είχε συμβουλέψει να περιμένει, δυσαρεστήθηκε. But|when|he/she learned|from|the|Níniel|that|the|Brandir|her|had|advised|to|wait|was displeased But when she learned from Níniel that Brandir had advised her to wait, she was displeased.

Όταν όμως ήρθε η επόμενη άνοιξη, είπε στη Νίνιελ: When|however|came|the|next|spring|said|to the|Níniel However, when the next spring came, she said to Níniel:

“Ο χρόνος περνά. The|time|passes “Time is passing. Περιμέναμε, μα τώρα δεν θα περιμένω άλλο. We were waiting|but|now|not|will|wait|anymore We waited, but now I will wait no longer. Κάνε ό,τι σου λέει η καρδιά σου, Νίνιελ αγαπημένη, αλλά σκέψου: αυτή είναι η επιλογή που έχω τώρα μπροστά μου. Do||to you|says|the|heart|your|Níniel|beloved|but|think|this|is|the|choice|that|I have|now|in front of|me Do what your heart tells you, beloved Níniel, but think: this is the choice I have before me now. Ή θα γυρίσω πίσω στον πόλεμο στις ερημιές ή θα σε παντρευτώ και δεν θα ξαναπάω στον πόλεμο ποτέ — παρά μόνο για να σε υπερασπιστώ, αν κάποιο κακό πάει να χτυπήσει το σπιτικό μας.” Either|will|return|back|to the|war|in the|wilderness|or|will|you|marry|and|not|will|go back|to the|war|ever|except|only|to|to|you|defend|if|some|evil|tries|to|strike|the|home|our "Either I will return to the war in the wilderness, or I will marry you and never go to war again — except to defend you if some evil threatens our home."

Τότε η Νίνιελ χάρηκε αληθινά κι έδωσε τον όρκο της και στα μέσα του καλοκαιριού παντρεύτηκαν. Then|the|Níniel|rejoiced|truly|and|gave|the|oath|her|and|in the|middle|of the|summer|married Then Níniel was truly happy and gave her vow, and in the middle of summer, they got married. Και οι άνθρωποι του δάσους έκαναν μεγάλη γιορτή και τους έδωσαν ένα όμορφο σπίτι που είχαν φτιάξει για αυτούς πάνω στο Άμον Όμπελ. And|the|people|of|forest|made|big|celebration|and|them|gave|a|beautiful|house|that|had|built|for|them|on|at|Ammon|Obel And the people of the forest held a great celebration and gave them a beautiful house they had built for them on Amon Obel. Εκεί ζούσαν ευτυχισμένοι, αλλά ο Μπράντιρ ήταν ανήσυχος και η σκιά στην καρδιά του μεγάλωνε. There|lived|happily|but|the|Brandir|was|restless|and|the|shadow|in the|heart|his|was growing There they lived happily, but Brandy was restless and the shadow in his heart grew.

SENT_CWT:AFkKFwvL=5.66 PAR_TRANS:gpt-4o-mini=2.47 en:AFkKFwvL openai.2025-01-22 ai_request(all=149 err=0.00%) translation(all=124 err=0.00%) cwt(all=1990 err=0.90%)