×

Ми використовуємо файли cookie, щоб зробити LingQ кращим. Відвідавши сайт, Ви погоджуєтесь з нашими правилами обробки файлів «cookie».


image

Μαθαίνουμε στο Σπίτι, Ιστόρια - Επανάσταση 1821: Εξέλιξη και ολοκλήρωση - ΣΤ' Δημοτικού Επ. 35

Ιστόρια - Επανάσταση 1821: Εξέλιξη και ολοκλήρωση - ΣΤ' Δημοτικού Επ. 35

Αγαπητά μου παιδιά, χαίρετε!

Ονομάζομαι Χαράλαμπος Μηνάογλου

και μαζί θα κάνουμε το μάθημα της Ιστορίας για τη ΣΤ' Δημοτικού.

Σήμερα θα αναφερθούμε στο B' μέρος της ελληνικής επανάστασης του 1821.

Στα μέσα περίπου της δεκαετίας που κράτησε η επανάσταση,

-η επανάσταση κράτησε από το 1821 μέχρι το 1830.

Στα μέσα περίπου αυτής της δεκαετίας, η επανάσταση είχε μεγαλώσει αρκετά

και πλέον είχαν αρχίσει να διαφαίνονται και τα πρώτα προβλήματα.

Δηλαδή, μέσα στη διάρκεια του αγώνα, και ενώ σε Πελοπόννησο και Στερεά

η επανάσταση είχε επικρατήσει, καθώς και σε αρκετά από τα νησιά και την Κρήτη,

άρχισαν να εμφανίζονται εσωτερικές διχόνοιες που σε μεγάλο βαθμό, =

υποκινούνταν από τις ξένες δυνάμεις, με κυριότερη την Αγγλία.

Επειδή η επανάσταση χρειάστηκε να λάβει δάνεια για να καλύψει τις ανάγκες

που υπήρχαν σε εφοδιασμό και σε πολεμικό υλικό,

χρειάστηκε να ζητήσει αυτά τα δάνεια και, η μόνη δύναμη που φάνηκε πρόθυμη

να τα παράσχει, ήταν η Αγγλία.

Έλληνες, λοιπόν, οι οποίοι έβλεπαν με συμπάθεια την Αγγλία

έσπευσαν να διαπραγματευτούν ένα δάνειο, να διαπραγματευτούν χρήματα από τους Άγγλους.

Πράγματι, οι Άγγλοι θα δώσουν δύο δάνεια στην ελληνική επανάσταση.

Aγγλικές τράπεζες για την ακρίβεια, θα δώσουν δύο δάνεια στην ελληνική επανάσταση.

Τα οποία, βέβαια, δεν θα αλλάξουν ριζικά την κατάσταση που επικρατούσε

καθώς ένα μεγάλο μέρος τους θα δαπανηθεί στην κατασκευή πλοίων

τα οποία, και σωστά δε φτιάχτηκαν και άργησαν να έρθουν.

Αλλά και ένα άλλο μέρος, δυστυχώς, θα οδηγήσει περισσότερο στην εσωτερική σύγκρουση.

Θα κάνει, δηλαδή, ώστε να αρχίσει πλέον να υπάρχει μία αντιπαράθεση

ανάμεσα στους επαναστατημένους Έλληνες.

Αυτό θα πάει πίσω την επανάσταση και, ιδίως από το 1824 και μετά,

πολλά πράγματα θα πάψουν να λειτουργούν όπως λειτουργούσαν

και, ενώ κάποιες δυνάμεις έχουν αλλάξει την τακτική τους απέναντι στον αγώνα,

για παράδειγμα η ίδια η Αγγλία που αναφέραμε,

πλέον δεν αναγνωρίζει τους Έλληνες ως εχθρούς αλλά ως νόμιμους εμπολέμους.

Αυτό ήταν μια βελτίωση, βεβαίως, για τη θέση της επαναστάσεως.

Εν τούτoις, θα αρχίσει να υπάρχει μια εσωτερική φαγωμάρα, μια εσωτερική σύγκρουση.

Και βέβαια, όπως ξέρουμε, το ξέρουμε έτσι, το βλέπουμε και μεταξύ μας

όταν υπάρχει εσωτερική σύγκρουση, τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά πάντοτε.

Εκείνο το διάστημα, οι Τούρκοι θα βρούν την ευκαιρία και θα συμπράξουν

και με τον πασά της Αιγύπτου, τον Μεχμέτ Αλί, ο οποίος θα στείλει το γιο του,

τον Ιμπραήμ, με αιγυπτιακά στρατεύματα στην Πελοπόννησο.

Ο Ιμπραήμ και τα στρατεύματά του ήταν δύσκολο να αντιμετωπιστούν από τους Έλληνες.

Τόσο γιατί, όπως είπαμε, υπήρχε η εσωτερική σύγκρουση, όσο και γιατί ο Ιμπραήμ διέθετε

τον καλύτερο στρατό -πράγματι- στην Ανατολή, καθώς τα αιγυπτιακά στρατεύματα

είχαν ασκηθεί από Γάλλους αξιωματικούς.

Κάτι το οποίο δε συνέβαινε με κανέναν άλλο στρατό της Ανατολής.

Η απόβαση του Ιμπραήμ στην Κρήτη, για παράδειγμα, σήμανε το τέλος της επανάστασης εκεί.

Και αργότερα, όταν ο Ιμπραήμ πέρασε στην Πελοπόννησο, εκεί πια κόντεψε να σβήσει την επανάσταση.

Ο Ιμπραήμ αποβιβάστηκε στη Νοτιοδυτική Πελοπόννησο και από εκεί διέσχισε

όλο το Μοριά, όλη την Πελοπόννησο για να φτάσει πρώτα στην Τριπολιτσά,

στο κέντρο, είπαμε, το διοικητικό της οθωμανικής Πελοποννήσου,

της οθωμανοκρατούμενης, τουρκοκρατούμενης, μέχρι τότε, Πελοποννήσου.

Όσο και αργότερα, να κινηθεί προς την πρωτεύουσα

που είχε τότε η επανάσταση, που δεν ήταν άλλη από το Ναύπλιο.

O Ιμπραήμ, κινούμενος λοιπόν προς το Ναύπλιο, που όπως είπαμε, έδρευε τότε η κυβέρνηση,

θα σταματήσει μόνο σε ένα σημείο.

Τα στρατεύματα, δε, του Ιμπραήμ, πρέπει να έχουμε υπόψιν, αγαπητά μου παιδιά,

ότι προκαλούσαν φόβο σε πολλούς και πολλοί είχαν παρατήσει τον αγώνα

φοβούμενοι να αντιμετωπίσουν τον Ιμπραήμ.

Ακριβώς επειδή τότε υπήρχε και η εσωτερική διχόνοια, ο Ιμπραήμ περνούσε από πολλές περιοχές,

όπως θα λέγαμε, ατουφέκιστος, χωρίς να τολμήσει κανείς να πάει να τον σταματήσει.

Και έφτανε πλέον προς την πρωτεύουσα, μπήκε στην πεδιάδα του Άργους

και όδευε πια προς το Ναύπλιο. Καταλαβαίνουμε ότι αν έφτανε εκεί ο Ιμπραήμ, η επανάσταση θα τελείωνε.

Ευτυχώς τότε βρέθηκαν ο Μακρυγιάννης μαζί με τον Υψηλάντη.

Δύο από τους σπουδαιότερους αγωνιστές: ο Ιωάννης Μακρυγιάννης

και ο Δημήτριος Υψηλάντης.

Αυτοί οι δύο, λοιπόν, αποφάσισαν να θυσιαστούν ουσιαστικά για την πατρίδα

και πήγαν και στήθηκαν στους Μύλους, είναι μια τοποθεσία μερικά χιλιόμετρα όπως φεύγουμε από το Ναύπλιο.

Και να σταματήσουν εκεί ακριβώς το καλοκαίρι, τον Ιούνιο, συγκεκριμένα, του 1825

στους Μύλους, να σταματήσουν τον Ιμπραήμ.

Εάν ο Ιμπραήμ περνούσε από τους Μύλους -στα μέσα του Ιούνη έγινε αυτή η μάχη-

εάν ο Ιμπραήμ περνούσε από τους Μύλους, ο δρόμος για το Ναύπλιο ήταν ανοιχτός.

Εκεί θα είχε τελειώσει η επανάσταση, είναι μια από τις κρισιμότερες μάχες αυτή των Μύλων.

Ίσως αυτή μαζί με την ήττα του Δράμαλη στα Δερβενάκια ήταν οι δύο πιο κρίσιμες μάχες.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, όταν ο Μακρυγιάννη έφτιαχνε τις οχυρώσεις των Ελλήνων,

τα ταμπούρια των Ελλήνων, για να μπορέσουν να σταματήσουν τον Ιμπραήμ,

-η περιοχή λέγεται Μύλοι γιατί πράγματι είχε μύλους αλευρόμυλους εκεί-.

Όταν, λοιπόν, ο Μακρυγιάννης έφτιαχνε τα ταμπούρια, βγήκε στην ακτή ένας Γάλλος ναύαρχος

ο οποίος ήταν και σχετικά φιλέλληνας, δηλαδή μαζί μας ήταν.

Και είπε στο Μακρυγιάννη:"Τι κάνεις αυτού; Εδώ θα σας λιανίσει ο Ιμπραήμ.

Θα είναι πολύ εύκολο να σας νικήσει ο Ιμπραήμ".

Και ο Μακρυγιάννης του είπε το γνωστό: "Εμείς πάντοτε έτσι είμαστε,

κι όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και τρώνε από μας και μένει και μαγιά".

Και ο Θεός, λέει, βοηθάει τους αδυνάτους, έτσι του απάντησε ο Μακρυγιάννης.

Ο Γάλλος τα 'χασε απ' αυτά που άκουσε. Eίπε très bien, δηλαδή, "πολύ καλά" στη γλώσσα του,

μη περιμένοντας βεβαια ότι ο Μακρυγιάννης θα είχε δίκιο.

Ήταν λίγο ειρωνικό αυτό το "πολύ καλά" που του είπε και έφυγε, αλλά η έκβαση της μάχης

τελικά δικαίωσε το Μακρυγιάννη καθώς οι Έλληνες άντεξαν στους Μύλους

απέναντι στις πoλύ ισχυρότερες και πολύ καλύτερα εξοπλισμένες δυνάμεις του Ιμπραήμ.

Και ειδικά όταν η περίμετρος των ελληνικών δυνάμεων έσπασε και πήγαν να

μπούνε μέσα οι Αιγύπτιοι, ήρθαν και ενισχύσεις, δύο μικρά πλοιάρια με Κρητικούς

που βγήκαν στην πίσω τοποθεσία του Μύλου, στον πίσω Μύλο, στον δεύτερο Μύλο.

Και με αυτήν την ενίσχυση ανακόπηκε η επίθεση των Αιγυπτίων,

κερδήθηκε η μάχη και ο Ιμπραήμ για πρώτη φορά αναγκάστηκε να υποχωρήσει.

Αυτή, αγαπητά μου παιδιά, η υποχώρηση του Ιμπραήμ ήταν σημαντικότατη

γιατί έδωσε στους Έλληνες πάλι το θάρρος τους.

Είδαν οι Έλληνες ότι ο Ιμπραήμ δεν είναι αήττητος και με αυτόν τον τρόπο

πέρασε πλέον σε όλους το μήνυμα να ξαναπιάσουν τ'άρματα, να περιοριστεί η διχόνοια.

-τότε έβγαλαν τον Κολοκοτρώνη από τη φυλακή, που είχε φυλακιστεί-

και να ξαναενωθούν οι Έλληνες για να μπορέσει να βγει εις πέρας η επανάσταση.

Μετά από αυτή την εξέλιξη και την επιτυχία αυτή, το επόμενο σημαντικό πεδίο των μαχών,

περνάμε στη Στερεά Ελλάδα, γίνεται το Μεσολόγγι.

Το Μεσολόγγι, "η μάνδρα αυτή της λευτεριάς", που λέει και ο ποιητής

ήταν ένα σημείο κομβικό για τον έλεγχο της Δυτικής Στερεάς Ελλάδος.

Οι Τούρκοι το 'χαν πολιορκήσει και νωρίτερα, αλλά πλέον τώρα το 1825,

βρίσκοντας τους Έλληνες αρκετά αποδυναμωμένους, είχαν σφίξει γερά τον κλοιό

γύρω από το Μεσολόγγι με τον Κιουταχή, και ο Ιμπραήμ μετά την αποτυχία του

να πάρει το Ναύπλιο, μετά την ήττα του στους Μύλους θα γυρίσει για λίγο στην Τριπολιτσά.

Και μετά θα πάρει εντολή να κατευθυνθεί και εκείνος προς το Μεσολόγγι,

ώστε να αποκλειστεί το Μεσολόγγι από παντού. Κι έτσι να αναγκαστούν

οι ηρωικοί του υπερασπιστές, με τον Κίτσο Τζαβέλα και άλλους οπλαρχηγούς, αλλά

και οι ντόπιοι, οι οποίοι υπέμεναν φοβερή πείνα μέσα στα τείχη του Μεσολογγίου,

να αναγκαστούν με την πολιορκία να παραδοθούν.

Η ενδιάμεση αυτή περίοδος, η περίοδος, δηλαδή, που πάμε προς το 1826

θα φέρει διάφορες διαπραγματεύσεις. Και μέσα στους Ελληνες, ευτυχώς,

θα επικρατήσει, από αυτό το σημείο και μετά, κάπως η λογική και

θα αποφασιστεί να γίνει η λεγόμενη Γ' Εθνοσυνέλευση.

Η οποία θα αρχίσει τον Απρίλιο του 1826, και μετά από διάφορες

παλινωδίες και πισωγυρίσματα που έγιναν στις συζητήσεις των διαφόρων

αντιμαχόμενων μερίδων, θα ολοκληρωθεί την επόμενη χρονιά.

Μέχρι να προχωρήσει η Εθνοσυνέλευση όμως, το Μεσολόγγι είχε αποκλειστεί τελείως.

Όσο και αν έγινε μια τελική προσπάθεια να οργανωθεί μια βοήθεια του Μεσολογγίου,

πλέον δεν υπήρχαν οι πόροι και αποφασίστηκε να γίνει το εξής:

Ο μεγάλος στρατηγός της Ρούμελης, ο μεγάλος στρατηγός της Στερεάς Ελλάδος, ο Καραϊσκάκης,

ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, να κατευθυνθεί με ένα στράτευμα που είχε συγκεντρώσει

-περίπου 1500 άντρες- ώστε να χτυπήσει τον Κιουταχή που είχε περικυκλώσει

το Μεσολόγγι και το πολιορκούσε από πίσω, να γίνει ένας αντιπερισπασμός και έτσι

να μπορέσουν να βγουν οι Μεσολογγίτες, να περάσουν όσοι περισσότεροι Μεσολογγίτες μπορούσαν και να σωθούν.

Αυτό, βέβαια, οι Τούρκοι τελικά το πληροφορήθηκαν και έτσι αποφασίστηκε η ηρωική έξοδος του Μεσολογγίου,

στα μέσα του Απρίλη του 1826.

Η έξοδος αυτή θα οδηγήσει σε μια, βεβαίως, τραγωδία, θα σκοτωθούν οι περισσότεροι

και, δυστυχώς, το Μεσολόγγι πλέον θα το καταλάβουν οι Τούρκοι και έτσι θα πάρουν

τον έλεγχο οριστικά όλης της δυτικής Στερεάς Ελλάδος.

Από 'κει και μετά θα κατευθυνθούν και προς την Αθήνα, την οποία κρατούσαν

ο Γκούρας με τον Μακρυγιάννη και θα μπούν στην πόλη των Αθηνών, αλλά

οι δύο αυτοί μεγάλοι αγωνιστές θα κρατήσουν την Ακρόπολη.

Και θα βρίσκονται πολιορκούμενοι μέσα στην Ακρόπολη των Αθηνών

και θα περιμένουν τη βοηθεια απο κυβερνητικά στρατεύματα,

τα οποια θα έρχονταν από την Πελοπόννησο και θα περνούσαν

μέσω της Σαλαμίνας, που ηταν το βασικό προπύργιο των Ελλήνων και ο βασικός δρόμος τότε

για να περάσουν στρατεύματα στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, δηλαδή στην περιοχή της Αττικής.

Θα γίνει μια προσπάθεια να σωθεί η Αθήνα αλλά, δυστυχώς, και αυτό θα μείνει στη μέση.

Η επανάσταση, λοιπόν, σ' αυτό το διάστημα, δηλαδή το 1826, θα πάει αρκετά πίσω και το ίδιο και το 1827.

Ευτυχώς όμως, η Γ' Εθνοσυνέλευση θα καταλήξει σε μια σοφή απόφαση.

Ποιά ήταν αυτή η σοφή απόφαση; Να αναθέσει τη διακυβέρνηση της χώρας,

της δημιουργούμενης, τότε, χώρας -γιατί ακόμα δεν υπήρχε ακριβώς θεσμοθετημένο

και αναγνωρισμένο από τους ξένους- ελληνικό κράτος.

Τη διεύθυνση του αγώνα, αν θέλετε, στα πιο καλά χέρια, στα πιο έμπειρα και ικανά χέρια

που διέθετε τότε ο ελληνισμός και δεν ηταν άλλα από τα χέρια του Ιωάννη Καποδίστρια.

Αυτού του σπουδαίου ανθρώπου ο οποίος νωρίτερα είχε διατελέσει υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας,

ήταν ο Ελληνας που περισσότερο γνώριζαν σε όλο τον κόσμο, εκείνη την εποχή.

Δηλαδή, ήταν η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα Έλληνα σε όλο τον κόσμο

και βεβαίως ένας άνθρωπος με πολύ σπουδαίες πνευματικές ικανότητες.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας θα γίνει Κυβερνήτης της Ελλάδος

με ιδιαίτερες έκτακτες εξουσίες, όπως αποφάσισε η Γ' Εθνοσυνέλευση, και

θα αναλάβει τα καθήκοντά του στις αρχές του 1828.

Θα πάρει μια επανάσταση η οποία βρισκόταν σε φάση ύφεσης, σε φάση οπισθοδρόμησης

και θα κατορθώσει μέσα στην τριετία, την οποία πρόλαβε να κυβερνήσει το ελληνικό κράτος,

δηλαδή, συγκεκριμένα, 1828 έως 1831 όπου δυστυχώς δολοφονήθηκε,

θα κατορθώσει να κάνει πάρα πολλά σπουδαία πράγματα.

Στην ουσία δικό του δημιούργημα είναι μια μορφή κράτους, δηλαδή αυτό που λέμε

δημόσια διοίκηση και οργάνωση, η πρώτη της μορφή δόθηκε στα χρόνια αυτά του Καποδίστρια.

Επίσης, ο Καποδίστριας κατόρθωσε να πετύχει το εξής για πρώτη φορά στα χρόνια που κράτησε η επανάσταση:

Ήδη από τα τέλη του 1828 υπήρχε πλέον τακτικός στρατός ,

δηλαδή στρατός που δεν ήταν στρατιώτες που απλώς ακολουθούσαν έναν οπλαρχηγό,

που απλώς ακολουθούσαν τον Καραϊσκάκη, ξέρω εγώ... τον Νικηταρά ή τον Μακρυγιάννη.

Αλλά ήταν πλέον κανονικοί στρατιώτες της ελληνικής πολιτείας

και για να το πετυχει αυτό, το πιο βασικό ήταν ότι κατόρθωσε να διαχειριστεί

πολύ αποτελεσματικα τα οικονομικά, ώστε να έχει τα χρήματα

για να υπάρχει ακριβώς η τροφοδοσία των στρατιωτών για να μπορούν να αγωνίζονται συνεχώς.

Η μεγαλύτερη, όμως, συμβολή του Καποδίστρια, υπήρξε στην εξωτερική πολιτική.

Εκεί, ο Καποδίστριας, γνωρίζοντας όσο κανείς άλλος τη διεθνή πραγματικότητα,

κατόρθωσε σ' αυτά τα χρόνια που κυβέρνησε, να πετύχει το ακατόρθωτο.

Δηλαδή, όταν πήρε την εξουσία, την Ελλάδα ακόμα δεν την αναγνώριζε κανείς, ως τίποτα.

Ακόμη και οι μεγάλες δυνάμεις, παρότι είχαν αλλάξει στάση απέναντι στην ελληνική υπόθεση,

είχαν δει ότι "εδώ κάτι γίνεται, δεν μπορεί να σταματήσει" άρα έσπευδαν η κάθε μια

να χρησιμοποιήσει αυτό που έκαναν οι Έλληνες για τα συμφέροντά της,

από την άλλη οι δυνάμεις δεν είχαν καμία διάθεση να συμπράξουν,

στην πραγματικότητα, γύρω από το ελληνικό ζήτημα.

Η κάθε μια δύναμη, η Αγγλία, κυρίως η Γαλλία και η Ρωσία, ήδη απ' το 1827,

λίγο πριν έρθει ο Καποδίστριας, είχαν αποφασίσει από κοινού να λύσουν

πια το ελληνικό ζήτημα μ' έναν τρόπο ώστε να μη θιγούν τα συμφέροντα καμιάς από τις τρεις.

Δεν είχαν, όμως, στην πραγματικότητα κοινά συμφέροντα σχετικά με τον δικό μας αγώνα, η κάθε μια ήθελε το δικό της.

Αυτό λοιπόν έκανε τις ξένες δυνάμεις να προσπαθούν,

άλλη να πάει την ελληνική επανάσταση σε πλήρη αποτυχία, άλλη να πετύχει μια αυτονομία.

Κανείς βέβαια δεν ηθελε μια ανεξάρτητη Ελλάδα.

Αυτά τα είχε στο μυαλό του όμως ο Καποδίστριας και κατόρθωσε, χρησιμοποιώντας τις διαφορές

μεταξύ των δυνάμεων, τελικά να το πετύχει. Αυτό που φάνταζε αδύνατο το 1828,

ο Καποδίστριας, ήδη, πριν πεθάνει το είχε φέρει πια να γίνει εφικτό.

Το 1827, λίγους μήνες πριν αναλάβει την εξουσία ο Καποδίστριας, οι τρεις δυνάμεις,

Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία ήρθαν στο Ναυαρίνο.

Έστειλαν ένα στόλο τους…

και αυτός ο στόλος τους ήρθε για να επιβάλει, υποτίθεται, την εκεχειρία,

να σταματήσει, δηλαδή, τις συγκρούσεις ανάμεσα σε Ελληνες και Αιγύπτιους, κυρίως στην Πελοπόννησο.

Και να οδηγήσει σε διαπραγματεύσεις για να λυθεί το ελληνικό ζήτημα -είχε γίνει ζήτημα πια,

παιδιά, εκείνη την εποχή στην Ευρωπαϊκή διπλωματια η ελληνική υπόθεση.

Το ελληνικό ζήτημα, λοιπόν ήθελαν να το λύσουν. Ήρθε ο μικτός στόλος,

αγγλικός, γαλλικός και ρωσικός, κι ευτυχώς, από μια αποκοτιά αν θελετε,

από μια παρόρμηση των Αιγυπτίων που επιτέθηκαν σ' αυτόν το στόλο,

προκλήθηκε η μεγάλη ναυμαχία του Ναυαρίνου, η οποία οδήγησε σε πλήρη

αποδεκατισμό του τουρκοαιγυπτιακού στόλου και άνοιγε ο δρόμος πια

για να χαλαρώσει η τουρκοαιγυπτιακή πίεση στην Πελοπόννησο.

Ταυτόχρονα, άνοιγε ο δρόμος για το επόμενο βήμα που βοήθησε την επανάσταση

από πλευράς εξωτερικής πολιτικής -και αυτό εκμεταλλεύτηκε πολύ καλα ο Καποδίστριας-

που δεν ήταν άλλο από το ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828-1829.

Οι Ρώσοι όταν είδανε ότι οι Τούρκοι είχανε μείνει χωρίς πλοία μετά την ηττα στο Ναυαρίνο

τους κήρυξαν τον πόλεμο.

Σ'αυτό το ρωσοτουρκικό πόλεμο, οι Ρώσοι νίκησαν τους Τούρκους με χαρακτηριστική άνεση

και στις 14 Σεπτεμβρίου του 1829 έφτασαν στην Ανδριανούπολη.

Η Ανδριανούπολη είναι στην ανατολική Θράκη, αγαπητά μου παιδιά,

μερικές δεκάδες χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη ,

που ήταν τοτε η πρωτεύουσα του οθωμανικού κράτους.

Ο Σουλτάνος αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει, στην ουσία, άνευ όρων απέναντι στους Ρώσους.

Στους όρους που του επέβαλαν οι Ρώσοι ήταν να δημιουργηθεί αυτόνομο ελληνικό κράτος.

Αυτό, για πρώτη φορά τότε, το υπέγραψε και το απεδέχθη ο Σουλτάνος.

Ο Καποδίστριας, όμως, δεν ήθελε να μείνει εκεί.

Ο Καποδίστριας συνέχισε την προσπάθειά του και, χρησιμοποιώντας

του Άγγλους και τους Γάλλους, και πείθοντάς τους ότι θα έχαναν την επιρροή τους στην Ελλάδα

αν δεν δίναν κάτι παραπάνω απ' αυτό που έδωσαν οι Ρώσοι στους Έλληνες…

Τους οδηγεί στο να προτείνουν, οι Άγγλοι μάλιστα, το 1830 σε μια διάσκεψη που έγινε

στο Λονδίνο ανάμεσα στις τρεις δυνάμεις, την ανεξαρτησία για την Ελλάδα,

δηλαδή να γίνει το ελληνικό κράτος ανεξάρτητο.

Ο Καποδίστριας χαράμισε και μερικά απ' τα εδάφη για να πάρει την ανεξαρτησία

γιατί είναι τελείως άλλο πράγμα ένα κράτος να είναι αυτόνομο, να παραμέναμε, δηλαδή,

ακόμα τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μόνο με εσωτερική διαφοροποίηση και ελευθερία.

Και άλλο να γίνει ένα κράτος ανεξάρτητο, όπως έγινε η Ελλάδα,

χάρη στην υψηλή στρατηγική του Ιωάννη Καποδίστρια το 1830.

Και ο Καποδίστριας συνέχισε ακόμα περισσότερο, γιατί είχε στο μυαλό του

να πάρει πίσω και αυτά τα εδαφη που είχε αναγκαστεί να εκχωρίσει για να πετύχει την ανεξαρτησία.

Αυτά τα πήρε χρησιμοποιώντας τον πρώτο βασιλιά που είχαν εκλέξει

για την Ελλάδα οι Δυνάμεις, και που δεν ήταν ο Οθωνας - τον οποίο όλοι ξέρουμε

ότι βασίλεψε τελικά-. Ήταν ένας άλλος ευρωπαίος πρίγκιπας, ο Λεοπόλδος του Σαξ-Κόμπουργκ. 232 00:25:10,088 --> 00:25:14,688 Τον χρησιμοποίησε, λοιπόν, ο Καποδίστριας για να πετύχει το μέγιστο.

Δηλαδή να πετύχει να πειστούν οι δυνάμεις να δώσουν στην Ελλάδα την ανεξαρτησία

με τα ευρύτερα σύνορα Αμβρακικού-Παγασητικού, απ' την Άρτα μέχρι το Βόλο, δηλαδή.

Τουλάχιστον να είναι εκεί το πρώτο ελληνικό κράτος: όλη η Στερεά, η Πελοπόννησος

και τα νησιά των κυκλάδων και των Σποράδων.

Αυτά, βέβαια, ο Καποδίστριας δεν έζησε να τα δει, την πλήρη επιτυχία

της εξωτερικής του πολιτικής, γιατί αυτή ήρθε το 1832.

Λίγους μήνες νωρίτερα, το 1832 με τη συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως

-που έδινε και τα μεγάλα σύνορα στο ανεξάρτητο πλέον ελληνικό βασίλειο-

λίγους μήνες νωρίτερα όμως, δυστυχώς, ο Καποδίστριας είχε δολοφονηθεί

και έτσι η πατρίδα και η επανάσταση εκείνη τη στιγμή έχασε έναν πολύ σημαντικό ηγέτη.

Σ αυτό το σημείο, αγαπητά μου παιδιά, φτάσαμε στο τέλος της περιδιάβασής μας αυτής στην ελληνική επανάσταση, και εδώ θα πρέπει να σας αφήσω.

Ιστόρια - Επανάσταση 1821: Εξέλιξη και ολοκλήρωση - ΣΤ' Δημοτικού Επ. 35 Istroria - Revolution 1821: Development and completion - 6th grade Ep. 35 Istroria - Revolución 1821: Desarrollo y finalización - 6º curso Ep. 35

Αγαπητά μου παιδιά, χαίρετε!

Ονομάζομαι Χαράλαμπος Μηνάογλου

και μαζί θα κάνουμε το μάθημα της Ιστορίας για τη ΣΤ' Δημοτικού.

Σήμερα θα αναφερθούμε στο B' μέρος της ελληνικής επανάστασης του 1821.

Στα μέσα περίπου της δεκαετίας που κράτησε η επανάσταση,

-η επανάσταση κράτησε από το 1821 μέχρι το 1830.

Στα μέσα περίπου αυτής της δεκαετίας, η επανάσταση είχε μεγαλώσει αρκετά

και πλέον είχαν αρχίσει να διαφαίνονται και τα πρώτα προβλήματα.

Δηλαδή, μέσα στη διάρκεια του αγώνα, και ενώ σε Πελοπόννησο και Στερεά

η επανάσταση είχε επικρατήσει, καθώς και σε αρκετά από τα νησιά και την Κρήτη,

άρχισαν να εμφανίζονται εσωτερικές διχόνοιες που σε μεγάλο βαθμό, =

υποκινούνταν από τις ξένες δυνάμεις, με κυριότερη την Αγγλία.

Επειδή η επανάσταση χρειάστηκε να λάβει δάνεια για να καλύψει τις ανάγκες

που υπήρχαν σε εφοδιασμό και σε πολεμικό υλικό,

χρειάστηκε να ζητήσει αυτά τα δάνεια και, η μόνη δύναμη που φάνηκε πρόθυμη

να τα παράσχει, ήταν η Αγγλία.

Έλληνες, λοιπόν, οι οποίοι έβλεπαν με συμπάθεια την Αγγλία

έσπευσαν να διαπραγματευτούν ένα δάνειο, να διαπραγματευτούν χρήματα από τους Άγγλους.

Πράγματι, οι Άγγλοι θα δώσουν δύο δάνεια στην ελληνική επανάσταση.

Aγγλικές τράπεζες για την ακρίβεια, θα δώσουν δύο δάνεια στην ελληνική επανάσταση.

Τα οποία, βέβαια, δεν θα αλλάξουν ριζικά την κατάσταση που επικρατούσε

καθώς ένα μεγάλο μέρος τους θα δαπανηθεί στην κατασκευή πλοίων

τα οποία, και σωστά δε φτιάχτηκαν και άργησαν να έρθουν.

Αλλά και ένα άλλο μέρος, δυστυχώς, θα οδηγήσει περισσότερο στην εσωτερική σύγκρουση.

Θα κάνει, δηλαδή, ώστε να αρχίσει πλέον να υπάρχει μία αντιπαράθεση

ανάμεσα στους επαναστατημένους Έλληνες.

Αυτό θα πάει πίσω την επανάσταση και, ιδίως από το 1824 και μετά,

πολλά πράγματα θα πάψουν να λειτουργούν όπως λειτουργούσαν

και, ενώ κάποιες δυνάμεις έχουν αλλάξει την τακτική τους απέναντι στον αγώνα,

για παράδειγμα η ίδια η Αγγλία που αναφέραμε,

πλέον δεν αναγνωρίζει τους Έλληνες ως εχθρούς αλλά ως νόμιμους εμπολέμους.

Αυτό ήταν μια βελτίωση, βεβαίως, για τη θέση της επαναστάσεως.

Εν τούτoις, θα αρχίσει να υπάρχει μια εσωτερική φαγωμάρα, μια εσωτερική σύγκρουση.

Και βέβαια, όπως ξέρουμε, το ξέρουμε έτσι, το βλέπουμε και μεταξύ μας

όταν υπάρχει εσωτερική σύγκρουση, τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά πάντοτε.

Εκείνο το διάστημα, οι Τούρκοι θα βρούν την ευκαιρία και θα συμπράξουν

και με τον πασά της Αιγύπτου, τον Μεχμέτ Αλί, ο οποίος θα στείλει το γιο του,

τον Ιμπραήμ, με αιγυπτιακά στρατεύματα στην Πελοπόννησο.

Ο Ιμπραήμ και τα στρατεύματά του ήταν δύσκολο να αντιμετωπιστούν από τους Έλληνες.

Τόσο γιατί, όπως είπαμε, υπήρχε η εσωτερική σύγκρουση, όσο και γιατί ο Ιμπραήμ διέθετε

τον καλύτερο στρατό -πράγματι- στην Ανατολή, καθώς τα αιγυπτιακά στρατεύματα

είχαν ασκηθεί από Γάλλους αξιωματικούς.

Κάτι το οποίο δε συνέβαινε με κανέναν άλλο στρατό της Ανατολής.

Η απόβαση του Ιμπραήμ στην Κρήτη, για παράδειγμα, σήμανε το τέλος της επανάστασης εκεί.

Και αργότερα, όταν ο Ιμπραήμ πέρασε στην Πελοπόννησο, εκεί πια κόντεψε να σβήσει την επανάσταση.

Ο Ιμπραήμ αποβιβάστηκε στη Νοτιοδυτική Πελοπόννησο και από εκεί διέσχισε

όλο το Μοριά, όλη την Πελοπόννησο για να φτάσει πρώτα στην Τριπολιτσά,

στο κέντρο, είπαμε, το διοικητικό της οθωμανικής Πελοποννήσου,

της οθωμανοκρατούμενης, τουρκοκρατούμενης, μέχρι τότε, Πελοποννήσου.

Όσο και αργότερα, να κινηθεί προς την πρωτεύουσα

που είχε τότε η επανάσταση, που δεν ήταν άλλη από το Ναύπλιο.

O Ιμπραήμ, κινούμενος λοιπόν προς το Ναύπλιο, που όπως είπαμε, έδρευε τότε η κυβέρνηση,

θα σταματήσει μόνο σε ένα σημείο.

Τα στρατεύματα, δε, του Ιμπραήμ, πρέπει να έχουμε υπόψιν, αγαπητά μου παιδιά,

ότι προκαλούσαν φόβο σε πολλούς και πολλοί είχαν παρατήσει τον αγώνα

φοβούμενοι να αντιμετωπίσουν τον Ιμπραήμ.

Ακριβώς επειδή τότε υπήρχε και η εσωτερική διχόνοια, ο Ιμπραήμ περνούσε από πολλές περιοχές,

όπως θα λέγαμε, ατουφέκιστος, χωρίς να τολμήσει κανείς να πάει να τον σταματήσει.

Και έφτανε πλέον προς την πρωτεύουσα, μπήκε στην πεδιάδα του Άργους

και όδευε πια προς το Ναύπλιο. Καταλαβαίνουμε ότι αν έφτανε εκεί ο Ιμπραήμ, η επανάσταση θα τελείωνε.

Ευτυχώς τότε βρέθηκαν ο Μακρυγιάννης μαζί με τον Υψηλάντη.

Δύο από τους σπουδαιότερους αγωνιστές: ο Ιωάννης Μακρυγιάννης

και ο Δημήτριος Υψηλάντης.

Αυτοί οι δύο, λοιπόν, αποφάσισαν να θυσιαστούν ουσιαστικά για την πατρίδα

και πήγαν και στήθηκαν στους Μύλους, είναι μια τοποθεσία μερικά χιλιόμετρα όπως φεύγουμε από το Ναύπλιο.

Και να σταματήσουν εκεί ακριβώς το καλοκαίρι, τον Ιούνιο, συγκεκριμένα, του 1825

στους Μύλους, να σταματήσουν τον Ιμπραήμ.

Εάν ο Ιμπραήμ περνούσε από τους Μύλους -στα μέσα του Ιούνη έγινε αυτή η μάχη-

εάν ο Ιμπραήμ περνούσε από τους Μύλους, ο δρόμος για το Ναύπλιο ήταν ανοιχτός.

Εκεί θα είχε τελειώσει η επανάσταση, είναι μια από τις κρισιμότερες μάχες αυτή των Μύλων.

Ίσως αυτή μαζί με την ήττα του Δράμαλη στα Δερβενάκια ήταν οι δύο πιο κρίσιμες μάχες.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, όταν ο Μακρυγιάννη έφτιαχνε τις οχυρώσεις των Ελλήνων,

τα ταμπούρια των Ελλήνων, για να μπορέσουν να σταματήσουν τον Ιμπραήμ,

-η περιοχή λέγεται Μύλοι γιατί πράγματι είχε μύλους αλευρόμυλους εκεί-.

Όταν, λοιπόν, ο Μακρυγιάννης έφτιαχνε τα ταμπούρια, βγήκε στην ακτή ένας Γάλλος ναύαρχος

ο οποίος ήταν και σχετικά φιλέλληνας, δηλαδή μαζί μας ήταν.

Και είπε στο Μακρυγιάννη:"Τι κάνεις αυτού; Εδώ θα σας λιανίσει ο Ιμπραήμ.

Θα είναι πολύ εύκολο να σας νικήσει ο Ιμπραήμ".

Και ο Μακρυγιάννης του είπε το γνωστό: "Εμείς πάντοτε έτσι είμαστε,

κι όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και τρώνε από μας και μένει και μαγιά".

Και ο Θεός, λέει, βοηθάει τους αδυνάτους, έτσι του απάντησε ο Μακρυγιάννης.

Ο Γάλλος τα 'χασε απ' αυτά που άκουσε. Eίπε très bien, δηλαδή, "πολύ καλά" στη γλώσσα του,

μη περιμένοντας βεβαια ότι ο Μακρυγιάννης θα είχε δίκιο.

Ήταν λίγο ειρωνικό αυτό το "πολύ καλά" που του είπε και έφυγε, αλλά η έκβαση της μάχης

τελικά δικαίωσε το Μακρυγιάννη καθώς οι Έλληνες άντεξαν στους Μύλους

απέναντι στις πoλύ ισχυρότερες και πολύ καλύτερα εξοπλισμένες δυνάμεις του Ιμπραήμ.

Και ειδικά όταν η περίμετρος των ελληνικών δυνάμεων έσπασε και πήγαν να

μπούνε μέσα οι Αιγύπτιοι, ήρθαν και ενισχύσεις, δύο μικρά πλοιάρια με Κρητικούς

που βγήκαν στην πίσω τοποθεσία του Μύλου, στον πίσω Μύλο, στον δεύτερο Μύλο.

Και με αυτήν την ενίσχυση ανακόπηκε η επίθεση των Αιγυπτίων,

κερδήθηκε η μάχη και ο Ιμπραήμ για πρώτη φορά αναγκάστηκε να υποχωρήσει.

Αυτή, αγαπητά μου παιδιά, η υποχώρηση του Ιμπραήμ ήταν σημαντικότατη

γιατί έδωσε στους Έλληνες πάλι το θάρρος τους.

Είδαν οι Έλληνες ότι ο Ιμπραήμ δεν είναι αήττητος και με αυτόν τον τρόπο

πέρασε πλέον σε όλους το μήνυμα να ξαναπιάσουν τ'άρματα, να περιοριστεί η διχόνοια.

-τότε έβγαλαν τον Κολοκοτρώνη από τη φυλακή, που είχε φυλακιστεί-

και να ξαναενωθούν οι Έλληνες για να μπορέσει να βγει εις πέρας η επανάσταση.

Μετά από αυτή την εξέλιξη και την επιτυχία αυτή, το επόμενο σημαντικό πεδίο των μαχών,

περνάμε στη Στερεά Ελλάδα, γίνεται το Μεσολόγγι.

Το Μεσολόγγι, "η μάνδρα αυτή της λευτεριάς", που λέει και ο ποιητής

ήταν ένα σημείο κομβικό για τον έλεγχο της Δυτικής Στερεάς Ελλάδος.

Οι Τούρκοι το 'χαν πολιορκήσει και νωρίτερα, αλλά πλέον τώρα το 1825,

βρίσκοντας τους Έλληνες αρκετά αποδυναμωμένους, είχαν σφίξει γερά τον κλοιό

γύρω από το Μεσολόγγι με τον Κιουταχή, και ο Ιμπραήμ μετά την αποτυχία του

να πάρει το Ναύπλιο, μετά την ήττα του στους Μύλους θα γυρίσει για λίγο στην Τριπολιτσά.

Και μετά θα πάρει εντολή να κατευθυνθεί και εκείνος προς το Μεσολόγγι,

ώστε να αποκλειστεί το Μεσολόγγι από παντού. Κι έτσι να αναγκαστούν

οι ηρωικοί του υπερασπιστές, με τον Κίτσο Τζαβέλα και άλλους οπλαρχηγούς, αλλά

και οι ντόπιοι, οι οποίοι υπέμεναν φοβερή πείνα μέσα στα τείχη του Μεσολογγίου,

να αναγκαστούν με την πολιορκία να παραδοθούν.

Η ενδιάμεση αυτή περίοδος, η περίοδος, δηλαδή, που πάμε προς το 1826

θα φέρει διάφορες διαπραγματεύσεις. Και μέσα στους Ελληνες, ευτυχώς,

θα επικρατήσει, από αυτό το σημείο και μετά, κάπως η λογική και

θα αποφασιστεί να γίνει η λεγόμενη Γ' Εθνοσυνέλευση.

Η οποία θα αρχίσει τον Απρίλιο του 1826, και μετά από διάφορες

παλινωδίες και πισωγυρίσματα που έγιναν στις συζητήσεις των διαφόρων

αντιμαχόμενων μερίδων, θα ολοκληρωθεί την επόμενη χρονιά.

Μέχρι να προχωρήσει η Εθνοσυνέλευση όμως, το Μεσολόγγι είχε αποκλειστεί τελείως.

Όσο και αν έγινε μια τελική προσπάθεια να οργανωθεί μια βοήθεια του Μεσολογγίου,

πλέον δεν υπήρχαν οι πόροι και αποφασίστηκε να γίνει το εξής:

Ο μεγάλος στρατηγός της Ρούμελης, ο μεγάλος στρατηγός της Στερεάς Ελλάδος, ο Καραϊσκάκης,

ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, να κατευθυνθεί με ένα στράτευμα που είχε συγκεντρώσει

-περίπου 1500 άντρες- ώστε να χτυπήσει τον Κιουταχή που είχε περικυκλώσει

το Μεσολόγγι και το πολιορκούσε από πίσω, να γίνει ένας αντιπερισπασμός και έτσι

να μπορέσουν να βγουν οι Μεσολογγίτες, να περάσουν όσοι περισσότεροι Μεσολογγίτες μπορούσαν και να σωθούν.

Αυτό, βέβαια, οι Τούρκοι τελικά το πληροφορήθηκαν και έτσι αποφασίστηκε η ηρωική έξοδος του Μεσολογγίου,

στα μέσα του Απρίλη του 1826.

Η έξοδος αυτή θα οδηγήσει σε μια, βεβαίως, τραγωδία, θα σκοτωθούν οι περισσότεροι

και, δυστυχώς, το Μεσολόγγι πλέον θα το καταλάβουν οι Τούρκοι και έτσι θα πάρουν

τον έλεγχο οριστικά όλης της δυτικής Στερεάς Ελλάδος.

Από 'κει και μετά θα κατευθυνθούν και προς την Αθήνα, την οποία κρατούσαν

ο Γκούρας με τον Μακρυγιάννη και θα μπούν στην πόλη των Αθηνών, αλλά

οι δύο αυτοί μεγάλοι αγωνιστές θα κρατήσουν την Ακρόπολη.

Και θα βρίσκονται πολιορκούμενοι μέσα στην Ακρόπολη των Αθηνών

και θα περιμένουν τη βοηθεια απο κυβερνητικά στρατεύματα,

τα οποια θα έρχονταν από την Πελοπόννησο και θα περνούσαν

μέσω της Σαλαμίνας, που ηταν το βασικό προπύργιο των Ελλήνων και ο βασικός δρόμος τότε

για να περάσουν στρατεύματα στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, δηλαδή στην περιοχή της Αττικής.

Θα γίνει μια προσπάθεια να σωθεί η Αθήνα αλλά, δυστυχώς, και αυτό θα μείνει στη μέση.

Η επανάσταση, λοιπόν, σ' αυτό το διάστημα, δηλαδή το 1826, θα πάει αρκετά πίσω και το ίδιο και το 1827.

Ευτυχώς όμως, η Γ' Εθνοσυνέλευση θα καταλήξει σε μια σοφή απόφαση.

Ποιά ήταν αυτή η σοφή απόφαση; Να αναθέσει τη διακυβέρνηση της χώρας,

της δημιουργούμενης, τότε, χώρας -γιατί ακόμα δεν υπήρχε ακριβώς θεσμοθετημένο

και αναγνωρισμένο από τους ξένους- ελληνικό κράτος.

Τη διεύθυνση του αγώνα, αν θέλετε, στα πιο καλά χέρια, στα πιο έμπειρα και ικανά χέρια

που διέθετε τότε ο ελληνισμός και δεν ηταν άλλα από τα χέρια του Ιωάννη Καποδίστρια.

Αυτού του σπουδαίου ανθρώπου ο οποίος νωρίτερα είχε διατελέσει υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας,

ήταν ο Ελληνας που περισσότερο γνώριζαν σε όλο τον κόσμο, εκείνη την εποχή.

Δηλαδή, ήταν η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα Έλληνα σε όλο τον κόσμο

και βεβαίως ένας άνθρωπος με πολύ σπουδαίες πνευματικές ικανότητες.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας θα γίνει Κυβερνήτης της Ελλάδος

με ιδιαίτερες έκτακτες εξουσίες, όπως αποφάσισε η Γ' Εθνοσυνέλευση, και

θα αναλάβει τα καθήκοντά του στις αρχές του 1828.

Θα πάρει μια επανάσταση η οποία βρισκόταν σε φάση ύφεσης, σε φάση οπισθοδρόμησης

και θα κατορθώσει μέσα στην τριετία, την οποία πρόλαβε να κυβερνήσει το ελληνικό κράτος,

δηλαδή, συγκεκριμένα, 1828 έως 1831 όπου δυστυχώς δολοφονήθηκε,

θα κατορθώσει να κάνει πάρα πολλά σπουδαία πράγματα.

Στην ουσία δικό του δημιούργημα είναι μια μορφή κράτους, δηλαδή αυτό που λέμε

δημόσια διοίκηση και οργάνωση, η πρώτη της μορφή δόθηκε στα χρόνια αυτά του Καποδίστρια.

Επίσης, ο Καποδίστριας κατόρθωσε να πετύχει το εξής για πρώτη φορά στα χρόνια που κράτησε η επανάσταση:

Ήδη από τα τέλη του 1828 υπήρχε πλέον τακτικός στρατός ,

δηλαδή στρατός που δεν ήταν στρατιώτες που απλώς ακολουθούσαν έναν οπλαρχηγό,

που απλώς ακολουθούσαν τον Καραϊσκάκη, ξέρω εγώ... τον Νικηταρά ή τον Μακρυγιάννη.

Αλλά ήταν πλέον κανονικοί στρατιώτες της ελληνικής πολιτείας

και για να το πετυχει αυτό, το πιο βασικό ήταν ότι κατόρθωσε να διαχειριστεί

πολύ αποτελεσματικα τα οικονομικά, ώστε να έχει τα χρήματα

για να υπάρχει ακριβώς η τροφοδοσία των στρατιωτών για να μπορούν να αγωνίζονται συνεχώς.

Η μεγαλύτερη, όμως, συμβολή του Καποδίστρια, υπήρξε στην εξωτερική πολιτική.

Εκεί, ο Καποδίστριας, γνωρίζοντας όσο κανείς άλλος τη διεθνή πραγματικότητα,

κατόρθωσε σ' αυτά τα χρόνια που κυβέρνησε, να πετύχει το ακατόρθωτο.

Δηλαδή, όταν πήρε την εξουσία, την Ελλάδα ακόμα δεν την αναγνώριζε κανείς, ως τίποτα.

Ακόμη και οι μεγάλες δυνάμεις, παρότι είχαν αλλάξει στάση απέναντι στην ελληνική υπόθεση,

είχαν δει ότι "εδώ κάτι γίνεται, δεν μπορεί να σταματήσει" άρα έσπευδαν η κάθε μια

να χρησιμοποιήσει αυτό που έκαναν οι Έλληνες για τα συμφέροντά της,

από την άλλη οι δυνάμεις δεν είχαν καμία διάθεση να συμπράξουν,

στην πραγματικότητα, γύρω από το ελληνικό ζήτημα.

Η κάθε μια δύναμη, η Αγγλία, κυρίως η Γαλλία και η Ρωσία, ήδη απ' το 1827,

λίγο πριν έρθει ο Καποδίστριας, είχαν αποφασίσει από κοινού να λύσουν

πια το ελληνικό ζήτημα μ' έναν τρόπο ώστε να μη θιγούν τα συμφέροντα καμιάς από τις τρεις.

Δεν είχαν, όμως, στην πραγματικότητα κοινά συμφέροντα σχετικά με τον δικό μας αγώνα, η κάθε μια ήθελε το δικό της.

Αυτό λοιπόν έκανε τις ξένες δυνάμεις να προσπαθούν,

άλλη να πάει την ελληνική επανάσταση σε πλήρη αποτυχία, άλλη να πετύχει μια αυτονομία.

Κανείς βέβαια δεν ηθελε μια ανεξάρτητη Ελλάδα.

Αυτά τα είχε στο μυαλό του όμως ο Καποδίστριας και κατόρθωσε, χρησιμοποιώντας τις διαφορές

μεταξύ των δυνάμεων, τελικά να το πετύχει. Αυτό που φάνταζε αδύνατο το 1828,

ο Καποδίστριας, ήδη, πριν πεθάνει το είχε φέρει πια να γίνει εφικτό.

Το 1827, λίγους μήνες πριν αναλάβει την εξουσία ο Καποδίστριας, οι τρεις δυνάμεις,

Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία ήρθαν στο Ναυαρίνο.

Έστειλαν ένα στόλο τους…

και αυτός ο στόλος τους ήρθε για να επιβάλει, υποτίθεται, την εκεχειρία,

να σταματήσει, δηλαδή, τις συγκρούσεις ανάμεσα σε Ελληνες και Αιγύπτιους, κυρίως στην Πελοπόννησο.

Και να οδηγήσει σε διαπραγματεύσεις για να λυθεί το ελληνικό ζήτημα -είχε γίνει ζήτημα πια,

παιδιά, εκείνη την εποχή στην Ευρωπαϊκή διπλωματια η ελληνική υπόθεση.

Το ελληνικό ζήτημα, λοιπόν ήθελαν να το λύσουν. Ήρθε ο μικτός στόλος,

αγγλικός, γαλλικός και ρωσικός, κι ευτυχώς, από μια αποκοτιά αν θελετε,

από μια παρόρμηση των Αιγυπτίων που επιτέθηκαν σ' αυτόν το στόλο,

προκλήθηκε η μεγάλη ναυμαχία του Ναυαρίνου, η οποία οδήγησε σε πλήρη

αποδεκατισμό του τουρκοαιγυπτιακού στόλου και άνοιγε ο δρόμος πια

για να χαλαρώσει η τουρκοαιγυπτιακή πίεση στην Πελοπόννησο.

Ταυτόχρονα, άνοιγε ο δρόμος για το επόμενο βήμα που βοήθησε την επανάσταση

από πλευράς εξωτερικής πολιτικής -και αυτό εκμεταλλεύτηκε πολύ καλα ο Καποδίστριας-

που δεν ήταν άλλο από το ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828-1829.

Οι Ρώσοι όταν είδανε ότι οι Τούρκοι είχανε μείνει χωρίς πλοία μετά την ηττα στο Ναυαρίνο

τους κήρυξαν τον πόλεμο.

Σ'αυτό το ρωσοτουρκικό πόλεμο, οι Ρώσοι νίκησαν τους Τούρκους με χαρακτηριστική άνεση

και στις 14 Σεπτεμβρίου του 1829 έφτασαν στην Ανδριανούπολη.

Η Ανδριανούπολη είναι στην ανατολική Θράκη, αγαπητά μου παιδιά,

μερικές δεκάδες χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη ,

που ήταν τοτε η πρωτεύουσα του οθωμανικού κράτους.

Ο Σουλτάνος αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει, στην ουσία, άνευ όρων απέναντι στους Ρώσους.

Στους όρους που του επέβαλαν οι Ρώσοι ήταν να δημιουργηθεί αυτόνομο ελληνικό κράτος.

Αυτό, για πρώτη φορά τότε, το υπέγραψε και το απεδέχθη ο Σουλτάνος.

Ο Καποδίστριας, όμως, δεν ήθελε να μείνει εκεί.

Ο Καποδίστριας συνέχισε την προσπάθειά του και, χρησιμοποιώντας

του Άγγλους και τους Γάλλους, και πείθοντάς τους ότι θα έχαναν την επιρροή τους στην Ελλάδα

αν δεν δίναν κάτι παραπάνω απ' αυτό που έδωσαν οι Ρώσοι στους Έλληνες…

Τους οδηγεί στο να προτείνουν, οι Άγγλοι μάλιστα, το 1830 σε μια διάσκεψη που έγινε

στο Λονδίνο ανάμεσα στις τρεις δυνάμεις, την ανεξαρτησία για την Ελλάδα,

δηλαδή να γίνει το ελληνικό κράτος ανεξάρτητο.

Ο Καποδίστριας χαράμισε και μερικά απ' τα εδάφη για να πάρει την ανεξαρτησία

γιατί είναι τελείως άλλο πράγμα ένα κράτος να είναι αυτόνομο, να παραμέναμε, δηλαδή,

ακόμα τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μόνο με εσωτερική διαφοροποίηση και ελευθερία.

Και άλλο να γίνει ένα κράτος ανεξάρτητο, όπως έγινε η Ελλάδα,

χάρη στην υψηλή στρατηγική του Ιωάννη Καποδίστρια το 1830.

Και ο Καποδίστριας συνέχισε ακόμα περισσότερο, γιατί είχε στο μυαλό του

να πάρει πίσω και αυτά τα εδαφη που είχε αναγκαστεί να εκχωρίσει για να πετύχει την ανεξαρτησία.

Αυτά τα πήρε χρησιμοποιώντας τον πρώτο βασιλιά που είχαν εκλέξει

για την Ελλάδα οι Δυνάμεις, και που δεν ήταν ο Οθωνας - τον οποίο όλοι ξέρουμε

ότι βασίλεψε τελικά-. Ήταν ένας άλλος ευρωπαίος πρίγκιπας, ο Λεοπόλδος του Σαξ-Κόμπουργκ. 232 00:25:10,088 --> 00:25:14,688 Τον χρησιμοποίησε, λοιπόν, ο Καποδίστριας για να πετύχει το μέγιστο.

Δηλαδή να πετύχει να πειστούν οι δυνάμεις να δώσουν στην Ελλάδα την ανεξαρτησία

με τα ευρύτερα σύνορα Αμβρακικού-Παγασητικού, απ' την Άρτα μέχρι το Βόλο, δηλαδή.

Τουλάχιστον να είναι εκεί το πρώτο ελληνικό κράτος: όλη η Στερεά, η Πελοπόννησος

και τα νησιά των κυκλάδων και των Σποράδων.

Αυτά, βέβαια, ο Καποδίστριας δεν έζησε να τα δει, την πλήρη επιτυχία

της εξωτερικής του πολιτικής, γιατί αυτή ήρθε το 1832.

Λίγους μήνες νωρίτερα, το 1832 με τη συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως

-που έδινε και τα μεγάλα σύνορα στο ανεξάρτητο πλέον ελληνικό βασίλειο-

λίγους μήνες νωρίτερα όμως, δυστυχώς, ο Καποδίστριας είχε δολοφονηθεί

και έτσι η πατρίδα και η επανάσταση εκείνη τη στιγμή έχασε έναν πολύ σημαντικό ηγέτη.

Σ αυτό το σημείο, αγαπητά μου παιδιά, φτάσαμε στο τέλος της περιδιάβασής μας αυτής στην ελληνική επανάσταση, και εδώ θα πρέπει να σας αφήσω.