×

我们使用 cookie 帮助改善 LingQ。通过浏览本网站,表示你同意我们的 cookie 政策.

image

Δέλτα, Π. - Για την πατρίδα, 16. ΙΣΤ'. Το δαχτυλίδι του Χρυσήλιου

16. ΙΣΤ'. Το δαχτυλίδι του Χρυσήλιου

Η Θέκλα και ο Παγράτης τράβηξαν ίσια για το παλάτι του Θεοδώρου και το βρήκαν χωρίς κόπο. Στην αυλή κουβέντιαζαν και γελούσαν μερικοί δούλοι. Η Θέκλα ζήτησε τον Δυνάστη Θεόδωρο. Οι δούλοι την κοίταξαν από πάνω ως κάτω κι αποκρίθηκαν πως δεν έχει καιρό ο Δυνάστης Θεόδωρος να κουβεντιάζει με χωριάτες.

Η Θέκλα επέμεινε, μα οι δούλοι την περιγέλασαν. Κι όταν ο Παγράτης θέλησε να τους μιλήσει, αυτοί, όλοι μαζί, έβγαλαν φωνές και γέλια που σκέπασαν τη δική του φωνή. Κι έγινε μεγάλη οχλοβοή.

Έξαφνα παρουσιάστηκε στην πόρτα του σπιτιού ένας νέος πλούσια ντυμένος, με ξανθά μαλλιά και παιδικό πρόσωπο.

Σήκωσε το καμτσίκι που βαστούσε, κι αμέσως σκορπίστηκαν και χάθηκαν όλοι οι δούλοι.

Ο νέος είδε τους δυο ξένους και τους πλησίασε.

— Τι ζητάς, κορίτσι μου; ρώτησε ευγενικά.

— Τον Δυνάστη Θεόδωρο, αποκρίθηκε η Θέκλα.

— Είμαι αδελφός του. Έλα μέσα και πες τι θέλεις.

Η Θέκλα και ο Παγράτης τον ακολούθησαν στο αρχοντικό πλουσιοστολισμένο δωμάτιο, όπου τα μαλακά ανατολίτικα χαλιά και οι μεταξωτές κουρτίνες που σκέπαζαν τις πόρτες και τους τοίχους, θύμισαν της Θέκλας το παλάτι της Πόλης όπου είχε γνωρίσει τον Αλέξιο κι όπου είχε στεφανωθεί.

Με μια σουβλιά στην καρδιά, θυμήθηκε τις μετρημένες μέρες του γάμου της. Πόσες να ήταν άραγε; Δεν τις είχε μετρήσει…

— Τι θέλεις λοιπόν, κυρά μου;

Η φωνή του νέου την ξανάφερε στην πραγματικότητα.

Έβγαλε από το λαιμό της την αλυσίδα με το δαχτυλίδι του Χρυσήλιου και το έδειξε του νέου.

— Το γνωρίζεις αυτό; ρώτησε.

Ο νέος το πήρε και μόλις το κοίταξε είπε με απορία:

— Βέβαια το γνωρίζω! Αυτό το δαχτυλίδι ήταν του πατέρα μου! Πώς βρέθηκε στα χέρια σου;

Πρώτη φορά αφότου γύριζε με τον Παγράτη, η Θέκλα απελπίστηκε.

Μια στιγμή το μυαλό της σκοτίστηκε. Ακούμπησε στον τοίχο για να μην πέσει, κι έκλεισε τα μάτια της.

Αν ο γιος του Χρυσήλιου δεν ήξερε τι σήμαινε αυτό το δαχτυλίδι, γιατί λοιπόν πέθανε ο Αλέξιος;…

Ο σκοπός της ματαιώνουνταν ολότελα. Η θυσία του Αλέξιου πήγαινε χαμένη!…

Απελπισία την πλάκωσε. Κόπηκαν τα γόνατα της και σωριάστηκε στο πάτωμα.

Ο Παγράτης όρμησε να την πιάσει, μα δεν την πρόφθασε. Ο νέος, κατατρομαγμένος, πλησίασε και ρώτησε το δεσμοφύλακα μήπως είπε ή έκανε τίποτα που την τάραξε.

Μα ο γέρος κουνούσε αρνητικά το κεφάλι και τα δάκρυα ξεχείλισαν από τα μάτια του.

Σε λίγο η Θέκλα άνοιξε τα μάτια της. Σηκώθηκε βιαστικά κι έκανε να φύγει.

Μα ο γιος του Χρυσήλιου τη σταμάτησε.

— Κάθισε, ξεκουράσου, της είπε με συμπάθεια. Και σαν αισθανθείς καλύτερα, μου λες πώς βρέθηκε το δαχτυλίδι αυτό στα χέρια σου.

— Το δαχτυλίδι αυτό ο πατέρας σου το είχε δώσει σε κάποιον, είπε η Θέκλα. Κι αυτός ο κάποιος μου το εμπιστεύθηκε μένα και μου πρόσταξε να το φέρω του Χρυσήλιου. Μα ο πατέρας σου πέθανε, και συ τώρα ρωτάς πώς ήλθε το δαχτυλίδι στα χέρια μου!…

Τόση απελπισία έλεγε η τσακισμένη φωνή της, τέτοιον πόνο μαρτυρούσαν τα μάτια της, που ο νέος ταράχθηκε.

— Μακάρι να μπορούσα να σου απαντήσω αλλιώς… είπε με δισταγμό. Μα δεν καταλαβαίνω… δεν καταλαβαίνω πώς το δαχτυλίδι αυτό, που έβλεπα τόσα χρόνια στο δάχτυλο του πατέρα μου, βρίσκεται τώρα στα χέρια σου!

Η Θέκλα έσφιξε το μέτωπο της στα δυο της χέρια. Ήταν τόσο κουρασμένη, που μόνο ένα πόθο είχε. Να πέσει να κοιμηθεί και να μην ξυπνήσει πια!

Μα θυμήθηκε τον άντρα της και τον όρκο που του είχε κάμει, και θέλησε να συμμαζέψει το βασανισμένο της μυαλό, να σκεφθεί τι θα έκανε ο Αλέξιος στη θέση της, αν είχε έλθει και είχε μάθει το θάνατο του Χρυσήλιου.

Η δουλειά της δεν τελείωνε δω, αφού ο σκοπός της αποστολής της δεν είχε εκπληρωθεί. Κι όταν θα έφθανε ο Δαφνομήλης με το στόλο, το Δυρράχιο δε θα ήταν έτοιμο να παραδοθεί.

Είδε φανερά τη μόνη λύση που έμενε.

Αποφάσισε να πάρει την ευθύνη απάνω της εκείνη, και να προτείνει του γιου του Χρυσήλιου εκείνο που ο Ασώτης και ο Αλέξιος είχαν προτείνει στον Χρυσήλιο τον ίδιο.

Σήκωσε τα μάτια και είδε μπροστά της το λυπημένο παιδικό πρόσωπο του νέου.

— Δεν μπορώ να σε βοηθήσω σε τίποτα; τη ρώτησε. Τον κοίταζε συλλογισμένη. Της φάνηκε τόσο νέος, τόσο παιδί! Πώς μπορούσε να του εμπιστευθεί ένα τέτοιο μυστικό;

— Δεν μπορώ τίποτα να κάνω για σένα; ρώτησε πάλι ο νέος.

Η Θέκλα πήρε την απόφαση της.

— Πες μου, ο αδελφός σου είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος από σένα; ρώτησε.

— Ποιος, ο Θεόδωρος; Είναι μεγαλύτερος. Με περνά μερικά χρόνια.

— Θα ήθελα να τον δω, είπε η Θέκλα. Σε κείνον θα δώσω το δαχτυλίδι αφού είναι πρωτότοκος. Κι έχω και κάτι να του προτείνω.

Ο νέος έστειλε ευθύς ένα δούλο να ειδοποιήσει τον αδελφό του πως ήθελε να του μιλήσει. Και με τη Θέκλα και τον Παγράτη πήγαν στο δωμάτιο του Θεόδωρου.

Ο δούλος σήκωσε την κουρτίνα και μπήκαν στην κάμαρα όπου ο Δυνάστης τούς περίμενε όρθιος.

Ήταν ψηλός, μελαχρινός, το ύφος του αγέρωχο, τα γένια του πυκνά και μαύρα.

— Με ζήτησες; Τι με θέλεις; ρώτησε τον αδελφό του, ενώ με περιέργεια κοίταζε το χλωμό κι ευγενικό πρόσωπο της κόρης και το εσύγκρινε με τα χωριάτικα ρούχα της.

— Εγώ σε ζήτησα, είπε η Θέκλα και του έτεινε το δαχτυλίδι του Χρυσήλιου. Πες μου, το αναγνωρίζεις αυτό;

Ο Θεόδωρος χλόμιασε.

— Πώς ήλθε στα χέρια σου; ρώτησε με αλλαγμένη φωνή.

Η Θέκλα έσφιξε τα δυο της χέρια στο στήθος της, για να σταματήσει της καρδιάς της τους γδούπους που την έπνιγαν.

— Λοιπόν το αναγνωρίζεις; ξεφώνισε.

— Ναι!… και ξέρω σε ποιον το έδωσε ο πατέρας μου και ξέρω και γιατί…

Σταμάτησε, διστάζοντας να πει περισσότερα. Η Θέκλα τον κοίταξε κατά πρόσωπο, τα μάτια της έβγαζαν σπίθες.

— Και τι άλλο ξέρεις; ρώτησε.

Ο Θεόδωρος γύρισε στον αδελφό του.

— Άφησε μας μια στιγμή, είπε με φωνή που έτρεμε. Και πάρε μαζί σου το γέρο. Έχω να μιλήσω με τούτη την κόρη. Ύστερα σε φωνάζω και σου λέγω ό,τι πρέπει και συ να μάθεις τώρα πια.

Ο Παγράτης βγήκε με το νεότερο αδελφό, και ο Θεόδωρος έμεινε μόνος με τη Θέκλα.

— Στο δαχτυλίδι αυτό, από μέσα, έχει χαραγμένα έξι γράμματα, είπε ο Δυνάστης. Ξέρεις ποια είναι η σημασία τους;

— «Είς οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης», αποκρίθηκε η Θέκλα.

Τα χείλια του Θεόδωρου έτρεμαν. Ακούμπησε στο τραπέζι και σταύρωσε τα χέρια του.

— Λέγε τώρα, είπε.

— Πρώτα πες μου εσύ, είπε η Θέκλα, αν είσαι έτοιμος να κρατήσεις τους όρκους του Χρυσήλιου.

Ο Θεόδωρος την κοίταξε πάλι με προσοχή.

Τα μεγάλα θερμιασμένα μάτια της, που μόνα ζούσαν στο αναίματο πρόσωπο της, διηγούνταν τέτοια ιστορία λύπης και πίστης, που δε δίστασε πια.

— Ναι! αποκρίθηκε απλά.

— Ρώτησε με ό,τι θέλεις, είπε η Θέκλα. Είμαι έτοιμη ν' απαντήσω.

— Πώς είναι το δαχτυλίδι αυτό στα χέρια σου; Ποια είσαι;

Η Θέκλα έβγαλε το πιστοποιητικό έγγραφο και το γράμμα του Αυτοκράτορα και του τα έδωσε. Τα εξέτασε ο Θεόδωρος κι ύστερα κοίταξε τη Θέκλα.

— Όλα αυτά είναι στ' όνομα του Αλέξιου Αργυρού. Πώς βρέθηκαν στα χέρια σου;

— Είμαι η γυναίκα του, είπε η Θέκλα.

— Γιατί σ' έστειλε σένα να μου τα φέρεις και δεν ήλθε ο ίδιος;

Δυο φορές προσπάθησε ν' απαντήσει, μα δεν μπόρεσε. Στο τέλος άρθρωσε με κόπο:

— Κοιμάται… στη Σκάμπα.

Ο Θεόδωρος, από το ύφος της περισσότερο παρά από τα λόγια, μάντεψε έξαφνα την τραγική ιστορία.

Μαλάκωσε το ύφος του και πιο γλυκά ρώτησε:

— Και ήλθες στη θέση του εσύ για να μου φέρεις την είδηση;

— Ναι! είπε η Θέκλα.

Με σεβασμό φίλησε το χέρι της.

— Είσαι γενναία και μεγάλη, είπε βαθιά ταραγμένος. Την έβαλε να καθίσει, και, όρθιος κοντά της, άκουσε τις πληροφορίες που του έδινε.

Του είπε πως ο Βασίλειος Β ' είχε δεχθεί με χαρά την πρόταση του Ασώτη Ταρωνίτη και του Αλέξιου Αργυρού, να παραδώσει ο Χρυσήλιος το Δυρράχιο. Πως ετοίμασε αμέσως το στόλο κι έστειλε τον Αλέξιο μερικές μέρες μπροστά να δώσει την είδηση, για να προετοιμάσει ο Χρυσήλιος τη χώρα. Πως θα έφθανε σε λίγο ο στόλος με τον Ευστάθιο Δαφνομήλη, κι έπρεπε να είναι οι άρχοντες όλοι προετοιμασμένοι για την παράδοση, με τρόπο ώστε η βουλγάρικη φρουρά να μείνει απομονωμένη και να μην τολμήσει ν' αντισταθεί.

Και αφού είπε όσα είχε να πει, σηκώθηκε να φύγει.

Μα ο Θεόδωρος τη σταμάτησε.

— Φεύγεις; Πού πηγαίνεις; ρώτησε.

— Η αποστολή μου τέλειωσε, αποκρίθηκε η Θέκλα.

— Μα πού πηγαίνεις;

Δεν ήξερε. Σταμάτησε στη μέση της κάμαρας χωρίς ιδέα, χαμένη.

Ένας κόμπος είχε μαζευθεί στο λαιμό του υπερήφανου Δυνάστη.

Με καλοσύνη και φροντίδα την έπεισε πάλι να καθίσει, και τη ρώτησε ποια ήταν η πατρίδα της και πώς την ανακάτωσαν, αυτήν γυναίκα, στην τόσο μυστική διαπραγμάτευση για την παράδοση του Δυρραχίου.

Μα η Θέκλα δεν αποκρίθηκε παρά με μονοσύλλαβα.

— Η αποστολή μου τέλειωσε, ξανάλεγε κάθε τόσο. Του φάνηκε τόσο κουρασμένη, που δεν επέμεινε.

Φώναξε τον αδελφό του και του διηγήθηκε μπροστά στη Θέκλα πως, πεθαίνοντας, ο πατέρας του του είχε πει το μυστικό του όρκο στον Αυτοκράτορα και του είχε αφήσει παραγγελία να τον βαστάξουν τα παιδιά του, αν ο Αυτοκράτορας παραδέχουνταν το σχέδιο που είχε κάνει με τον Ταρωνίτη και τον Αργυρό. Του είπε πως η Θέκλα έφερνε την είδηση ότι έφθανε ο Αυτοκρατορικός στόλος σε λίγες μέρες, και πως το δαχτυλίδι του Χρυσήλιου ήταν το σημείο με το οποίο έπρεπε να γνωρίσουν το βασιλικό αγγελιαφόρο.

Ύστερα πλησίασε τη Θέκλα και της είπε με συγκίνηση:

— Εσύ, Δέσποινα, ωστόσο, μείνε δω. Θα σε πάγω στη γυναίκα μου και θα φροντίσω να μη σου λείψει τίποτα όσες μέρες θελήσεις να μας τιμήσεις μένοντας μαζί μας. Όταν φθάσει ο στόλος κι επιστρέψει το Δυρράχιο στην εξουσία του Βασιλέα μας, τότε κάνεις ό,τι θέλεις. Μα ως τότε μείνε δω. Για μας είναι χαρά και τιμή να σε φιλοξενήσομε.

Αφού έδωσε όσες διαταγές χρειάζουνταν, ο ίδιος οδήγησε τη Θέκλα στα δωμάτια της γυναίκας του. Ύστερα φώναξε τον Παγράτη και του ζήτησε να του πει όσα ήξερε για το θάνατο του Αλέξιου Αργυρού.

Με δάκρυα του διηγήθηκε ο γέρος ό,τι είδε και όσα άκουσε από τη Θέκλα. Μα δεν ήξερε τι ήταν η μυστική αποστολή του Αλέξιου, αποστολή που θέλησε να την εκτελέσει η γυναίκα του αφού πέθανε κείνος.

Αργότερα έμαθε ο Θεόδωρος από την ίδια τη Θέκλα όσα ήθελε να ξέρει.

Του είπε πώς με τη βοήθεια της Αυτοκράτειρας άφησε μυστικά το παλάτι για ν' ακολουθήσει τον άντρα της και πώς, αφού με το πλοίο έφθασαν στη Θεσσαλονίκη, πήραν ύστερα το δρόμο της ξηράς, περνώντας όσο το δυνατό από βουνά και δάση, αποφεύγοντας τις πόλεις και τους μεγάλους δρόμους.

Δεν είχαν κατορθώσει όμως να ξεφύγουν την προσοχή ενός κατάσκοπου Βουλγάρου, που τους υποψιάστηκε και τους ακολούθησε μυστικά ως πέρα από τη Σκάμπα.

Του διηγήθηκε πώς, αφού σκότωσε ο Αλέξιος τον κατάσκοπο, τον έπιασαν οι Βούλγαροι στρατιώτες, και, σαν κλέφτη και φονιά, τον έκλεισαν στη φυλακή της Σκάμπας, όπου ήταν δεσμοφύλακας ο Παγράτης, κι όπου σκοτώθηκε ο Αλέξιος για να φύγει εκείνη και να φέρει την είδηση στο Δυρράχιο.

Του είπε πως ο Αλέξιος δεν παραδέχθηκε να δραπετεύσει, γιατί του φάνηκε η φυγή αμφίβολη και δεν ήθελε να κινδυνεύσει ν' αποτύχει η αποστολή του, που θα επιτύχαινε ασφαλώς αν πήγαινε μόνη η Θέκλα στο Δυρράχιο.

Τα έλεγε με ήσυχο περίλυπο τρόπο, που ήταν πιο λυπηρός παρά τα δάκρυα.

Και η γυναίκα αυτή του φάνηκε του Θεόδωρου σα ραγισμένη λύρα που δεν ηχούσε πια.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

16. ΙΣΤ'. Το δαχτυλίδι του Χρυσήλιου text16

Η Θέκλα και ο Παγράτης τράβηξαν ίσια για το παλάτι του Θεοδώρου και το βρήκαν χωρίς κόπο. The|Thekla|and|the|Pagratis|drove|straight|to|the|palace|of|Theodoros|and|it|found|without|effort Thekla and Pagratios headed straight for Theodoros' palace and found it without difficulty. Στην αυλή κουβέντιαζαν και γελούσαν μερικοί δούλοι. In the courtyard, some slaves were chatting and laughing. Η Θέκλα ζήτησε τον Δυνάστη Θεόδωρο. The|Thekla|asked|the|Ruler|Theodoros Thekla asked for the ruler Theodoros. Οι δούλοι την κοίταξαν από πάνω ως κάτω κι αποκρίθηκαν πως δεν έχει καιρό ο Δυνάστης Θεόδωρος να κουβεντιάζει με χωριάτες. The|slaves|her|looked|from|above|to|below|and|replied|that|not|has|time|the|Tyrant|Theodoros|to|converse|with|villagers The slaves looked her up and down and replied that the ruler Theodoros does not have time to chat with villagers.

Η Θέκλα επέμεινε, μα οι δούλοι την περιγέλασαν. The|Thekla|insisted|but|the|slaves|her|mocked Thekla insisted, but the slaves mocked her. Κι όταν ο Παγράτης θέλησε να τους μιλήσει, αυτοί, όλοι μαζί, έβγαλαν φωνές και γέλια που σκέπασαν τη δική του φωνή. And|when|the|Pagratis|wanted|to|them|speak|they|all|together|let out|shouts|and|laughter|that|covered|the|own|his|voice And when Pagratios wanted to speak to them, they all together shouted and laughed, drowning out his voice. Κι έγινε μεγάλη οχλοβοή. And|there was|great|commotion And there was a great commotion.

Έξαφνα παρουσιάστηκε στην πόρτα του σπιτιού ένας νέος πλούσια ντυμένος, με ξανθά μαλλιά και παιδικό πρόσωπο. Suddenly|appeared|at the|door|of|house|a|young|richly|dressed|with|blonde|hair|and|childlike|face Suddenly, a young man dressed in rich clothes, with blonde hair and a childlike face, appeared at the door of the house.

Σήκωσε το καμτσίκι που βαστούσε, κι αμέσως σκορπίστηκαν και χάθηκαν όλοι οι δούλοι. He raised|the|whip|that|he was holding|and|immediately|scattered|and|disappeared|all|the|slaves He raised the whip he was holding, and immediately all the slaves scattered and disappeared.

Ο νέος είδε τους δυο ξένους και τους πλησίασε. The|young man|saw|the|two|strangers|and|them|approached The young man saw the two strangers and approached them.

— Τι ζητάς, κορίτσι μου; ρώτησε ευγενικά. What|are you asking for|girl|my|asked|politely — What do you seek, my girl? he asked politely.

— Τον Δυνάστη Θεόδωρο, αποκρίθηκε η Θέκλα. The|Tyrant|Theodoros|replied|the|Thekla — The Tyrant Theodoros, Thekla replied.

— Είμαι αδελφός του. I am|brother|his — I am his brother. Έλα μέσα και πες τι θέλεις. Come|inside|and|say|what|you want Come in and say what you want.

Η Θέκλα και ο Παγράτης τον ακολούθησαν στο αρχοντικό πλουσιοστολισμένο δωμάτιο, όπου τα μαλακά ανατολίτικα χαλιά και οι μεταξωτές κουρτίνες που σκέπαζαν τις πόρτες και τους τοίχους, θύμισαν της Θέκλας το παλάτι της Πόλης όπου είχε γνωρίσει τον Αλέξιο κι όπου είχε στεφανωθεί. The|Thekla|and|the|Pagratis|him|followed|to the|mansion|richly decorated|room|where|the|soft|oriental|carpets|and|the|silk|curtains|that|covered|the|doors|and|their|walls|reminded|her|Thekla|the|palace|her|City|where|had|met|the|Alexios|and|where|had|been crowned Thethekla and Pagratios followed him into the richly decorated room of the mansion, where the soft oriental carpets and the silk curtains covering the doors and walls reminded Thethekla of the palace in the City where she had met Alexios and where she had been crowned.

Με μια σουβλιά στην καρδιά, θυμήθηκε τις μετρημένες μέρες του γάμου της. With|a|stab|in the|heart|she remembered|the|counted|days|of the|marriage|her With a stab in her heart, she remembered the counted days of her marriage. Πόσες να ήταν άραγε; Δεν τις είχε μετρήσει… How many could they have been? She hadn't counted them... — So what do you want, my lady?

— Τι θέλεις λοιπόν, κυρά μου;

Η φωνή του νέου την ξανάφερε στην πραγματικότητα. The|voice|of|young man|her|brought back|to the|reality The voice of the young man brought her back to reality.

Έβγαλε από το λαιμό της την αλυσίδα με το δαχτυλίδι του Χρυσήλιου και το έδειξε του νέου. She took out|from|the|neck|her|the|chain|with|the|ring|of|Chrysilios|and|it|she showed|to the|young man She took the chain with the ring of Chrysilios from her neck and showed it to the young man.

— Το γνωρίζεις αυτό; ρώτησε. The|you know|this|he/she asked — Do you know this? she asked.

Ο νέος το πήρε και μόλις το κοίταξε είπε με απορία: The|young man|it|took|and|as soon as|it|looked|said|with|curiosity The young man took it and as soon as he looked at it, he said with surprise:

— Βέβαια το γνωρίζω! Of course|it|I know — Of course I know it! Αυτό το δαχτυλίδι ήταν του πατέρα μου! This|the|ring|was|of|father|my This ring belonged to my father! Πώς βρέθηκε στα χέρια σου; How|did it end up|in the|hands|your How did it end up in your hands?

Πρώτη φορά αφότου γύριζε με τον Παγράτη, η Θέκλα απελπίστηκε. First|time|since|returned|with|the|Pagratis|the|Thekla|despaired For the first time since she was with Pagratios, Thekla was desperate.

Μια στιγμή το μυαλό της σκοτίστηκε. One|moment|the|mind|her|darkened For a moment, her mind went blank. Ακούμπησε στον τοίχο για να μην πέσει, κι έκλεισε τα μάτια της. She leaned|against|wall|so as|to|not|fall|and|she closed|the|eyes|her She leaned against the wall to avoid falling, and closed her eyes.

Αν ο γιος του Χρυσήλιου δεν ήξερε τι σήμαινε αυτό το δαχτυλίδι, γιατί λοιπόν πέθανε ο Αλέξιος;… If|the|son|of|Chrysilios|not|knew|what|meant|this|the|ring|why|then|did die|the|Alexios If the son of Chrysilios did not know what this ring meant, then why did Alexios die?…

Ο σκοπός της ματαιώνουνταν ολότελα. The|purpose|of|was being canceled|completely The purpose was completely thwarted. Η θυσία του Αλέξιου πήγαινε χαμένη!… The|sacrifice|of|Alexios|was going|to waste Alexios's sacrifice was in vain!…

Απελπισία την πλάκωσε. Despair|her|overwhelmed Despair overwhelmed her. Κόπηκαν τα γόνατα της και σωριάστηκε στο πάτωμα. were cut|the|knees|her|and|collapsed|on the|floor Her knees buckled and she collapsed on the floor.

Ο Παγράτης όρμησε να την πιάσει, μα δεν την πρόφθασε. The|Pagratis|rushed|to|her|catch|but|not|her|reached Pagratios rushed to catch her, but he did not reach her. Ο νέος, κατατρομαγμένος, πλησίασε και ρώτησε το δεσμοφύλακα μήπως είπε ή έκανε τίποτα που την τάραξε. The|young man|terrified|approached|and|asked|the|jailer|if|said|or|did|anything|that|her|disturbed The young man, terrified, approached and asked the jailer if he had said or done anything that upset her.

Μα ο γέρος κουνούσε αρνητικά το κεφάλι και τα δάκρυα ξεχείλισαν από τα μάτια του. But|the|old man|shook|negatively|the|head|and|the|tears|overflowed|from|the|eyes|his But the old man shook his head negatively and tears overflowed from his eyes.

Σε λίγο η Θέκλα άνοιξε τα μάτια της. In|a little while|the|Thekla|opened|her|eyes| After a while, Thecla opened her eyes. Σηκώθηκε βιαστικά κι έκανε να φύγει. He got up|hurriedly|and|he made|to|leave She got up hastily and tried to leave.

Μα ο γιος του Χρυσήλιου τη σταμάτησε. But|the|son|of|Chrysilios|her|stopped But the son of Chrysilios stopped her.

— Κάθισε, ξεκουράσου, της είπε με συμπάθεια. Sit down|rest|to her|said|with|sympathy — Sit down, rest, he said to her sympathetically. Και σαν αισθανθείς καλύτερα, μου λες πώς βρέθηκε το δαχτυλίδι αυτό στα χέρια σου. And|when|you feel|better|to me|you tell|how|it was found|the|ring|this|in the|hands|your And when you feel better, tell me how this ring ended up in your hands.

— Το δαχτυλίδι αυτό ο πατέρας σου το είχε δώσει σε κάποιον, είπε η Θέκλα. The|ring|this|the|father|your|it|had|given|to|someone|said|the|Thekla — This ring your father had given to someone, Thekla said. Κι αυτός ο κάποιος μου το εμπιστεύθηκε μένα και μου πρόσταξε να το φέρω του Χρυσήλιου. And|this|the|someone|to me|it|entrusted|me|and|to me|commanded|to|it|bring|to|Chrysilios And this someone entrusted it to me and ordered me to bring it to Chrysilios. Μα ο πατέρας σου πέθανε, και συ τώρα ρωτάς πώς ήλθε το δαχτυλίδι στα χέρια μου!… But|the|father|your|died|and|you|now|ask|how|came|the|ring|into|hands|my But your father is dead, and now you ask how the ring came into my hands!…

Τόση απελπισία έλεγε η τσακισμένη φωνή της, τέτοιον πόνο μαρτυρούσαν τα μάτια της, που ο νέος ταράχθηκε. Such|despair|said|the|broken|voice|her|such|pain|testified|the|eyes|her|that|the|young man|was disturbed Such despair was expressed in her broken voice, such pain was reflected in her eyes, that the young man was shaken.

— Μακάρι να μπορούσα να σου απαντήσω αλλιώς… είπε με δισταγμό. I wish|to|could|to|to you|answer|otherwise|he said|with|hesitation — I wish I could answer you differently… he said hesitantly. Μα δεν καταλαβαίνω… δεν καταλαβαίνω πώς το δαχτυλίδι αυτό, που έβλεπα τόσα χρόνια στο δάχτυλο του πατέρα μου, βρίσκεται τώρα στα χέρια σου! But|not|I understand|not|I understand|how|the|ring|this|that|I saw|so many|years|on the|finger|of|father|my|is|now|in the|hands|your But I don't understand… I don't understand how this ring, which I saw for so many years on my father's finger, is now in your hands!

Η Θέκλα έσφιξε το μέτωπο της στα δυο της χέρια. The|Thekla|tightened|the|forehead|her|in|two|her|hands The Thekla pressed her forehead with her two hands. Ήταν τόσο κουρασμένη, που μόνο ένα πόθο είχε. She was|so|tired|that|only|one|desire|had She was so tired that she had only one desire. Να πέσει να κοιμηθεί και να μην ξυπνήσει πια! (subjunctive particle)|falls|(subjunctive particle)|sleeps|and|(subjunctive particle)||wakes|ever To fall asleep and never wake up again!

Μα θυμήθηκε τον άντρα της και τον όρκο που του είχε κάμει, και θέλησε να συμμαζέψει το βασανισμένο της μυαλό, να σκεφθεί τι θα έκανε ο Αλέξιος στη θέση της, αν είχε έλθει και είχε μάθει το θάνατο του Χρυσήλιου. But|remembered|the|husband|her|and|the|oath|that|to him|had|made|and|wanted|to|gather|the|tormented|her|mind|to|think|what|would|do|the|Alexios|in the|position|her|if|had|come|and|had|learned|the|death|of the|Chrysilios But she remembered her husband and the oath she had made to him, and she wanted to gather her tormented mind, to think about what Alexios would do in her place, if he had come and learned of Chrysilius's death.

Η δουλειά της δεν τελείωνε δω, αφού ο σκοπός της αποστολής της δεν είχε εκπληρωθεί. The|work|her|not|finished|here|since|the|purpose|of her|mission|her|not|had|been fulfilled Her work did not end here, since the purpose of her mission had not been fulfilled. Κι όταν θα έφθανε ο Δαφνομήλης με το στόλο, το Δυρράχιο δε θα ήταν έτοιμο να παραδοθεί. And|when|will|arrived|the|Daphnomilis|with|the|fleet|the|Dyrrachium|not|will|be|ready|to|be surrendered And when Daphnomilis would arrive with the fleet, Dyrrachium would not be ready to surrender.

Είδε φανερά τη μόνη λύση που έμενε. He saw|clearly|the|only|solution|that|remained She clearly saw the only solution that remained.

Αποφάσισε να πάρει την ευθύνη απάνω της εκείνη, και να προτείνει του γιου του Χρυσήλιου εκείνο που ο Ασώτης και ο Αλέξιος είχαν προτείνει στον Χρυσήλιο τον ίδιο. She decided|to|take|the|responsibility|upon|her|she|and|to|propose|to|son|of|Chrysilios|that|that|the|Asotis|and|the|Alexios|had|proposed|to the|Chrysilios|the|same She decided to take the responsibility upon herself and to propose to the son of Chrysilius what the Asotis and Alexios had proposed to Chrysilius himself.

Σήκωσε τα μάτια και είδε μπροστά της το λυπημένο παιδικό πρόσωπο του νέου. She lifted|the|eyes|and|saw|in front|of her|the|sad|childlike|face|of the|young man She lifted her eyes and saw in front of her the sad childlike face of the young man.

— Δεν μπορώ να σε βοηθήσω σε τίποτα; τη ρώτησε. I do not|can|to|you|help|in|anything|her|asked — Can I not help you with anything? he asked her. Τον κοίταζε συλλογισμένη. Him|was looking|thoughtfully She looked at him thoughtfully. Της φάνηκε τόσο νέος, τόσο παιδί! To her|seemed|so|young|so|child He seemed so young, so much like a child! Πώς μπορούσε να του εμπιστευθεί ένα τέτοιο μυστικό; How|could|to|to him|entrust|a|such|secret How could she trust him with such a secret?

— Δεν μπορώ τίποτα να κάνω για σένα; ρώτησε πάλι ο νέος. Not|I can|anything|to|do|for|you|asked|again|the|young man — Is there nothing I can do for you? the young man asked again.

Η Θέκλα πήρε την απόφαση της. The|Thekla|took|her|decision|her Thekla made her decision.

— Πες μου, ο αδελφός σου είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος από σένα; ρώτησε. Tell|me|the|brother|your|is|older|or|younger|than|you|asked — Tell me, is your brother older or younger than you? she asked.

— Ποιος, ο Θεόδωρος; Είναι μεγαλύτερος. Who|the|Theodoros|He is|older — Who, Theodoros? He is older. Με περνά μερικά χρόνια. With|passes|a few|years He is a few years older than me.

— Θα ήθελα να τον δω, είπε η Θέκλα. I would|like|to|him||said|the|Thekla — I would like to see him, said Thekla. Σε κείνον θα δώσω το δαχτυλίδι αφού είναι πρωτότοκος. To|him|will|give|the|ring|since|he is|firstborn I will give him the ring since he is the firstborn. Κι έχω και κάτι να του προτείνω. And|I have|and|something|to|to him|I suggest And I have something to propose to him.

Ο νέος έστειλε ευθύς ένα δούλο να ειδοποιήσει τον αδελφό του πως ήθελε να του μιλήσει. The|young man|sent|immediately|a|servant|to|inform|the|brother|his|that|wanted|to|him|speak The young man immediately sent a servant to inform his brother that he wanted to speak with him. Και με τη Θέκλα και τον Παγράτη πήγαν στο δωμάτιο του Θεόδωρου. And|with|the|Thekla|and|the|Pagratis|they went|to the|room|of|Theodoros And with Thekla and Pagratios, they went to Theodoros' room.

Ο δούλος σήκωσε την κουρτίνα και μπήκαν στην κάμαρα όπου ο Δυνάστης τούς περίμενε όρθιος. The|slave|lifted|the|curtain|and|entered|in the|room|where|the|Tyrant|them|was waiting|standing The servant lifted the curtain and they entered the chamber where the Ruler was waiting for them standing.

Ήταν ψηλός, μελαχρινός, το ύφος του αγέρωχο, τα γένια του πυκνά και μαύρα. He was|tall|dark-haired|the|demeanor|his|proud|the|beard|his|thick|and|black He was tall, dark-haired, with a proud demeanor, and his beard was thick and black.

— Με ζήτησες; Τι με θέλεις; ρώτησε τον αδελφό του, ενώ με περιέργεια κοίταζε το χλωμό κι ευγενικό πρόσωπο της κόρης και το εσύγκρινε με τα χωριάτικα ρούχα της. Me|asked|What|me|want|asked|the|brother|his|while|me|curiosity|was looking|the|pale|and|gentle|face|of her|daughter|and|the|was comparing|with|the|rural|clothes|of her — Did you ask for me? What do you want? he asked his brother, while curiously looking at the pale and noble face of the girl and comparing it with her rustic clothes.

— Εγώ σε ζήτησα, είπε η Θέκλα και του έτεινε το δαχτυλίδι του Χρυσήλιου. — I asked for you, said Thekla, and she extended his ring. Πες μου, το αναγνωρίζεις αυτό; Tell|me|it|recognize|this Tell me, do you recognize this?

Ο Θεόδωρος χλόμιασε. The|Theodoros|turned pale Theodoros turned pale.

— Πώς ήλθε στα χέρια σου; ρώτησε με αλλαγμένη φωνή. How|did it come|into|hands|your|asked|with|changed|voice — How did it come into your hands? he asked with a changed voice.

Η Θέκλα έσφιξε τα δυο της χέρια στο στήθος της, για να σταματήσει της καρδιάς της τους γδούπους που την έπνιγαν. The|Thekla|clenched|the|two|her|hands|to the|chest|her|to|(particle for subjunctive)|stop|her|heart|her|the|thumps|that|her|suffocated Thekla clenched her two hands to her chest, to stop the pounding of her heart that was suffocating her.

— Λοιπόν το αναγνωρίζεις; ξεφώνισε. well|it|you recognize|shouted — So do you recognize it? she shouted.

— Ναι!… και ξέρω σε ποιον το έδωσε ο πατέρας μου και ξέρω και γιατί… Yes|and|I know|to|whom|it|gave|the|father|my|and|I know|and|why — Yes!… and I know to whom my father gave it and I also know why…

Σταμάτησε, διστάζοντας να πει περισσότερα. He stopped|hesitating|to|say|more She paused, hesitating to say more. Η Θέκλα τον κοίταξε κατά πρόσωπο, τα μάτια της έβγαζαν σπίθες. The|Thekla|him|looked|straight|in the face|the|eyes|her|emitted|sparks Thekla looked him straight in the face, her eyes sparkling.

— Και τι άλλο ξέρεις; ρώτησε. And|what|else|do you know|he/she asked — And what else do you know? he asked.

Ο Θεόδωρος γύρισε στον αδελφό του. The|Theodoros|turned|to the|brother|his Theodoros turned to his brother.

— Άφησε μας μια στιγμή, είπε με φωνή που έτρεμε. — Leave us for a moment, he said with a trembling voice. Και πάρε μαζί σου το γέρο. And|take|with|you|the|old man And take the old man with you. Έχω να μιλήσω με τούτη την κόρη. I have|to|speak|with|this|the|girl I have to talk to this girl. Ύστερα σε φωνάζω και σου λέγω ό,τι πρέπει και συ να μάθεις τώρα πια. Then|you|I call|and|to you|I tell|whatever|must|and|you|to|learn|now|anymore Then I call you and tell you what you need to learn now.

Ο Παγράτης βγήκε με το νεότερο αδελφό, και ο Θεόδωρος έμεινε μόνος με τη Θέκλα. The|Pagratēs|went out|with|the|younger|brother|and|The|Theodoros|stayed|alone|with|the|Thekla Pagratios went out with his younger brother, and Theodoros was left alone with Thekla.

— Στο δαχτυλίδι αυτό, από μέσα, έχει χαραγμένα έξι γράμματα, είπε ο Δυνάστης. On|ring|this|from|inside|it has|engraved|six|letters|said|the|Tyrant — This ring has six letters engraved inside, said the Ruler. Ξέρεις ποια είναι η σημασία τους; Do you know|which|is|the|meaning|their Do you know what their meaning is?

— «Είς οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης», αποκρίθηκε η Θέκλα. One|omen|excellent|to defend|concerning|fatherland|replied|the|Thekla — "A very good omen, to defend one's homeland," Thekla replied.

Τα χείλια του Θεόδωρου έτρεμαν. The|lips|of|Theodore|trembled Theodore's lips trembled. Ακούμπησε στο τραπέζι και σταύρωσε τα χέρια του. He leaned|on|table|and|he crossed|his|arms| He leaned on the table and crossed his arms.

— Λέγε τώρα, είπε. Speak|now|he said — Speak now, he said.

— Πρώτα πες μου εσύ, είπε η Θέκλα, αν είσαι έτοιμος να κρατήσεις τους όρκους του Χρυσήλιου. First|tell|me|you|said|the|Thekla|if|you are|ready|to|keep|the|oaths|of|Chrysilios — First tell me, said Thekla, if you are ready to keep the oaths of Chrysilios.

Ο Θεόδωρος την κοίταξε πάλι με προσοχή. The|Theodoros|her|looked|again|with|attention Theodore looked at her again carefully.

Τα μεγάλα θερμιασμένα μάτια της, που μόνα ζούσαν στο αναίματο πρόσωπο της, διηγούνταν τέτοια ιστορία λύπης και πίστης, που δε δίστασε πια. The|big|heated|eyes|her|which|only|lived|in the|bloodless|face|her|told|such|story|of sorrow|and|of faith|that|not|hesitated|anymore Her large, heated eyes, which alone lived on her bloodless face, told such a story of sorrow and faith that she no longer hesitated.

— Ναι! — Yes! αποκρίθηκε απλά. replied|simply she simply replied.

— Ρώτησε με ό,τι θέλεις, είπε η Θέκλα. — Ask whatever you want, said Thekla. Είμαι έτοιμη ν' απαντήσω. I am|ready||answer I am ready to answer.

— Πώς είναι το δαχτυλίδι αυτό στα χέρια σου; Ποια είσαι; How|is|the|ring|this|on the|hands|your|Who|are — How is this ring on your hands? Who are you?

Η Θέκλα έβγαλε το πιστοποιητικό έγγραφο και το γράμμα του Αυτοκράτορα και του τα έδωσε. The|Thekla|took out|the|certificate|document|and|the|letter|of the|Emperor|and|to him|them|gave The Thekla took out the certificate document and the letter from the Emperor and gave them to him. Τα εξέτασε ο Θεόδωρος κι ύστερα κοίταξε τη Θέκλα. They|examined|the|Theodoros|and|then|looked at|the|Thekla Theodoros examined them and then looked at Thekla.

— Όλα αυτά είναι στ' όνομα του Αλέξιου Αργυρού. All|these|are||name|of|Alexios|Argyris — All of these are in the name of Alexios Argyris. Πώς βρέθηκαν στα χέρια σου; How|did they end up|in the|hands|your How did they end up in your hands?

— Είμαι η γυναίκα του, είπε η Θέκλα. I am|the|wife|his|said|the|Thekla — I am his wife, said Thekla.

— Γιατί σ' έστειλε σένα να μου τα φέρεις και δεν ήλθε ο ίδιος; Why||sent|you|to|me|them|bring|and|not|came|the|same — Why did he send you to bring me this and not come himself?

Δυο φορές προσπάθησε ν' απαντήσει, μα δεν μπόρεσε. Two|times|he tried||answer|but|not|he could He tried to answer twice, but he couldn't. Στο τέλος άρθρωσε με κόπο: At|end|articulated|with|effort In the end, he spoke with difficulty:

— Κοιμάται… στη Σκάμπα. He sleeps|in|Skamba — He is sleeping... in Skamba.

Ο Θεόδωρος, από το ύφος της περισσότερο παρά από τα λόγια, μάντεψε έξαφνα την τραγική ιστορία. The|Theodoros|from|the|manner|her|more|than|from|the|words|guessed|suddenly|the|tragic|story Theodoros, more from the tone than the words, suddenly guessed the tragic story.

Μαλάκωσε το ύφος του και πιο γλυκά ρώτησε: softened|the|demeanor|his|and|more|sweetly|asked He softened his tone and asked more gently:

— Και ήλθες στη θέση του εσύ για να μου φέρεις την είδηση; And|you came|to|position|his|you|in order to|to|me|bring|the|news — And you came in his place to bring me the news?

— Ναι! — Yes! είπε η Θέκλα. said|the|Thekla Thekla said.

Με σεβασμό φίλησε το χέρι της. With|respect|kissed|the|hand|her He respectfully kissed her hand.

— Είσαι γενναία και μεγάλη, είπε βαθιά ταραγμένος. You are|brave|and|great|he said|deeply|troubled — You are brave and great, he said deeply shaken. Την έβαλε να καθίσει, και, όρθιος κοντά της, άκουσε τις πληροφορίες που του έδινε. her|he put|to|sit|and|standing|near|her|he heard|the|information|that|to him|she was giving He made her sit down, and standing close to her, he listened to the information she was giving him.

Του είπε πως ο Βασίλειος Β ' είχε δεχθεί με χαρά την πρόταση του Ασώτη Ταρωνίτη και του Αλέξιου Αργυρού, να παραδώσει ο Χρυσήλιος το Δυρράχιο. To him|he said|that|the|Vasileios||had|accepted|with|joy|the|proposal|of|Asoti|Taronitis|and|of|Alexios|Argyris|to|deliver|the|Chrysilios|the|Dyrrachium She told him that Basil II had gladly accepted the proposal of Asotis Taronitis and Alexios Argyrus, for Chryselios to hand over Dyrrachium. Πως ετοίμασε αμέσως το στόλο κι έστειλε τον Αλέξιο μερικές μέρες μπροστά να δώσει την είδηση, για να προετοιμάσει ο Χρυσήλιος τη χώρα. How|prepared|immediately|the|fleet|and|sent|the|Alexios|a few|days|ahead|to|give|the|news|in order to|to|prepare|the|Chrysilios|the|country That he immediately prepared the fleet and sent Alexios a few days ahead to deliver the news, so that Chryselios could prepare the country. Πως θα έφθανε σε λίγο ο στόλος με τον Ευστάθιο Δαφνομήλη, κι έπρεπε να είναι οι άρχοντες όλοι προετοιμασμένοι για την παράδοση, με τρόπο ώστε η βουλγάρικη φρουρά να μείνει απομονωμένη και να μην τολμήσει ν' αντισταθεί. How|will|arrive|in|a little while|the|fleet|with|the|Eustathios|Daphnomili|and|had to|(particle for subjunctive)|be|the|lords|all|prepared|for|the|surrender|in a|way|so that|the|Bulgarian|garrison|(particle for subjunctive)|remain|isolated|and|(particle for subjunctive)|not|dare||resist How the fleet would soon arrive with Eustathius Daphnomilis, and all the lords had to be prepared for the surrender, in such a way that the Bulgarian guard would remain isolated and would not dare to resist.

Και αφού είπε όσα είχε να πει, σηκώθηκε να φύγει. And|after|he said|all that|he had|to|say|he stood up|to|leave And after he said what he had to say, he got up to leave.

Μα ο Θεόδωρος τη σταμάτησε. But|the|Theodoros|her|stopped But Theodore stopped her.

— Φεύγεις; Πού πηγαίνεις; ρώτησε. Are you leaving|Where|are you going|he asked — Are you leaving? Where are you going? he asked.

— Η αποστολή μου τέλειωσε, αποκρίθηκε η Θέκλα. The|mission|my|finished|replied|the|Thekla — My mission is over, Thekla replied.

— Μα πού πηγαίνεις; But|where|are you going — But where are you going?

Δεν ήξερε. He didn't know. Σταμάτησε στη μέση της κάμαρας χωρίς ιδέα, χαμένη. She stopped|in|the middle|of the|room|without|idea|lost He stopped in the middle of the room without an idea, lost.

Ένας κόμπος είχε μαζευθεί στο λαιμό του υπερήφανου Δυνάστη. A|knot|had|gathered|in the|neck|of the|proud|Tyrant A lump had gathered in the throat of the proud Ruler.

Με καλοσύνη και φροντίδα την έπεισε πάλι να καθίσει, και τη ρώτησε ποια ήταν η πατρίδα της και πώς την ανακάτωσαν, αυτήν γυναίκα, στην τόσο μυστική διαπραγμάτευση για την παράδοση του Δυρραχίου. With|kindness|and|care|her|convinced|again|to|sit|and|her|asked|what|was|the|homeland|her|and|how|her|involved|her|woman|in the|so|secret|negotiation|for|the|surrender|of the|Dyrrachium With kindness and care, he convinced her again to sit down, and he asked her what her homeland was and how they had involved her, this woman, in such a secret negotiation for the surrender of Dyrrachium.

Μα η Θέκλα δεν αποκρίθηκε παρά με μονοσύλλαβα. But|the|Thekla|not|answered|except|with|monosyllabic But Thekla did not respond except with monosyllables.

— Η αποστολή μου τέλειωσε, ξανάλεγε κάθε τόσο. The|mission|my|finished|kept saying|every|so often — My mission is over, she kept saying from time to time. Του φάνηκε τόσο κουρασμένη, που δεν επέμεινε. To him|seemed|so|tired|that|not|insisted He found her so tired that he did not insist.

Φώναξε τον αδελφό του και του διηγήθηκε μπροστά στη Θέκλα πως, πεθαίνοντας, ο πατέρας του του είχε πει το μυστικό του όρκο στον Αυτοκράτορα και του είχε αφήσει παραγγελία να τον βαστάξουν τα παιδιά του, αν ο Αυτοκράτορας παραδέχουνταν το σχέδιο που είχε κάνει με τον Ταρωνίτη και τον Αργυρό. He called|his|brother|his|and|to him|narrated|in front of|to|Thekla|that|dying|the|father|his|to him|had|told|the|secret|his|oath|to the|Emperor|and|to him|had|left|instruction|to|him|carry|the|children|his|if|the|Emperor|accepted|the|plan|that|had|made|with|the|Taronite|and|the|Argyris He called his brother and recounted in front of Thekla how, dying, their father had told him the secret of his oath to the Emperor and had left him a request to have his children uphold it, if the Emperor accepted the plan he had made with Taronius and Argyris. Του είπε πως η Θέκλα έφερνε την είδηση ότι έφθανε ο Αυτοκρατορικός στόλος σε λίγες μέρες, και πως το δαχτυλίδι του Χρυσήλιου ήταν το σημείο με το οποίο έπρεπε να γνωρίσουν το βασιλικό αγγελιαφόρο. To him|he said|that|the|Thekla|was bringing|the|news|that|was arriving|the|Imperial|fleet|in|few|days|and|that|the|ring|of him|Chrysilios|was|the|sign|with|the|which|had to|to|recognize|the|royal|messenger He told him that Thekla was bringing the news that the Imperial fleet would arrive in a few days, and that the ring of Chrysilius was the sign by which they should recognize the royal messenger.

Ύστερα πλησίασε τη Θέκλα και της είπε με συγκίνηση: Then|approached|her|Thekla|and|to her|said|with|emotion Then he approached Thecla and said to her with emotion:

— Εσύ, Δέσποινα, ωστόσο, μείνε δω. You|Despoina|however|stay|here — You, Mistress, however, stay here. Θα σε πάγω στη γυναίκα μου και θα φροντίσω να μη σου λείψει τίποτα όσες μέρες θελήσεις να μας τιμήσεις μένοντας μαζί μας. I will|you|take|to|wife|my|and|I will|make sure|to|not|you|lack|anything|however many|days|you want|to|us|honor||together|us I will provide for you as my wife and I will make sure you lack nothing for as long as you wish to honor us by staying with us. Όταν φθάσει ο στόλος κι επιστρέψει το Δυρράχιο στην εξουσία του Βασιλέα μας, τότε κάνεις ό,τι θέλεις. When|arrives|the|fleet|and|returns|the|Dyrrachium|to the|authority|of the|King|our|then|you do|whatever|you want When the fleet arrives and Dyrrachium returns to the authority of our King, then you can do whatever you want. Μα ως τότε μείνε δω. But|until|then|stay|here But until then, stay here. Για μας είναι χαρά και τιμή να σε φιλοξενήσομε. For|us|is|joy|and|honor|to|you|host It is a joy and an honor for us to host you.

Αφού έδωσε όσες διαταγές χρειάζουνταν, ο ίδιος οδήγησε τη Θέκλα στα δωμάτια της γυναίκας του. After|he gave|as many as|orders|were needed|the|same|drove|her|Thekla|to the|rooms|of|woman|his After giving all the necessary orders, he himself led Thekla to his wife's rooms. Ύστερα φώναξε τον Παγράτη και του ζήτησε να του πει όσα ήξερε για το θάνατο του Αλέξιου Αργυρού. Then|he called|the|Pagratis|and|him|asked|to|him||all that|he knew|about|the|death|of|Alexios|Argyris Then he called Pagratios and asked him to tell him everything he knew about the death of Alexios Argyris.

Με δάκρυα του διηγήθηκε ο γέρος ό,τι είδε και όσα άκουσε από τη Θέκλα. With tears, the old man recounted to him everything he saw and what he heard from Thekla. Μα δεν ήξερε τι ήταν η μυστική αποστολή του Αλέξιου, αποστολή που θέλησε να την εκτελέσει η γυναίκα του αφού πέθανε κείνος. But|not|knew|what|was|the|secret|mission|of|Alexios|mission|that|wanted|to|it|carry out|the|wife|of|after|died|he But he did not know what Alexios's secret mission was, a mission that his wife wanted to carry out after he died.

Αργότερα έμαθε ο Θεόδωρος από την ίδια τη Θέκλα όσα ήθελε να ξέρει. Later|learned|the|Theodoros|from|the|same|the|Thekla|as much as|he wanted|to|know Later, Theodoros learned from Thekla herself everything he wanted to know.

Του είπε πώς με τη βοήθεια της Αυτοκράτειρας άφησε μυστικά το παλάτι για ν' ακολουθήσει τον άντρα της και πώς, αφού με το πλοίο έφθασαν στη Θεσσαλονίκη, πήραν ύστερα το δρόμο της ξηράς, περνώντας όσο το δυνατό από βουνά και δάση, αποφεύγοντας τις πόλεις και τους μεγάλους δρόμους. To him|he said|how|with|the|help|of the|Empress|he left|secretly|the|palace|to||follow|her|husband|of her|and|how|after|with|the|ship|they arrived|in|Thessaloniki|they took|later|the|road|of the|land|passing|as much as|the|possible|through|mountains|and|forests|avoiding|the|cities|and|the|major|roads She told him how, with the help of the Empress, she secretly left the palace to follow her husband and how, after they arrived in Thessaloniki by ship, they then took the land route, passing as much as possible through mountains and forests, avoiding cities and major roads.

Δεν είχαν κατορθώσει όμως να ξεφύγουν την προσοχή ενός κατάσκοπου Βουλγάρου, που τους υποψιάστηκε και τους ακολούθησε μυστικά ως πέρα από τη Σκάμπα. They|had|managed|however|to|escape|the|attention|of a|spy|Bulgarian|who|them|suspected|and|them|followed|secretly|as|far|from|the|Skamba However, they had not managed to escape the attention of a Bulgarian spy, who suspected them and secretly followed them as far as Skampa.

Του διηγήθηκε πώς, αφού σκότωσε ο Αλέξιος τον κατάσκοπο, τον έπιασαν οι Βούλγαροι στρατιώτες, και, σαν κλέφτη και φονιά, τον έκλεισαν στη φυλακή της Σκάμπας, όπου ήταν δεσμοφύλακας ο Παγράτης, κι όπου σκοτώθηκε ο Αλέξιος για να φύγει εκείνη και να φέρει την είδηση στο Δυρράχιο. To him|recounted|how|after|killed|the|Alexios|the|spy|him|caught|the|Bulgarians|soldiers|and|as|thief|and|murderer|him|locked|in the|prison|of|Skampas|where|was|jailer|the|Pagratis|and|where|was killed|the|Alexios|in order to|to|escape|her|and|to|bring|the|news|to the|Dyrrhachium She recounted how, after Alexios killed the spy, he was captured by Bulgarian soldiers, and, as a thief and murderer, he was imprisoned in the Skampa jail, where Pagratios was the jailer, and where Alexios was killed so that she could escape and bring the news to Dyrrachium.

Του είπε πως ο Αλέξιος δεν παραδέχθηκε να δραπετεύσει, γιατί του φάνηκε η φυγή αμφίβολη και δεν ήθελε να κινδυνεύσει ν' αποτύχει η αποστολή του, που θα επιτύχαινε ασφαλώς αν πήγαινε μόνη η Θέκλα στο Δυρράχιο. To him|he said|that|the|Alexios|not|admitted|to|escape|because|to him|seemed|the|escape|doubtful|and|not|wanted|to|risk||fail|the|mission|his|which|would|succeed|surely|if|went|alone|the|Thekla|to|Dyrrachium He told him that Alexios did not admit to escaping, because he found the flight doubtful and did not want to risk failing his mission, which would certainly succeed if Thekla went alone to Dyrrachium.

Τα έλεγε με ήσυχο περίλυπο τρόπο, που ήταν πιο λυπηρός παρά τα δάκρυα. He|said|with|quiet|sorrowful|manner|which|was|more|sorrowful|than|the|tears He spoke in a calm, sorrowful manner, which was more sorrowful than the tears.

Και η γυναίκα αυτή του φάνηκε του Θεόδωρου σα ραγισμένη λύρα που δεν ηχούσε πια. And|the|woman|this|to him|seemed|of|Theodoros|like|broken|lyre|that|not|sounded|anymore And this woman seemed to Theodoros like a cracked lyre that no longer resonated.