Transforming obstacles to chances | Maria Ioannidou | TEDxAthens
Μετάφραση: Maria Pericleous Επιμέλεια: Chryssa Takahashi
Όπως όλοι σας έχετε καταλάβει,
είμαι εξέχουσα προσωπικότητα,
γι' αυτό δεν πάω πουθενά αν δεν έχει στηθεί πρώτα ο θρόνος μου και αν δεν πάρω μαζί μου τα σκήπτρα μου.
Θα αναρωτιέστε βέβαια τώρα
τι με κάνει εμένα εξέχουσα προσωπικότητα;
Και θα σας απαντήσω
ότι είμαι ο άνθρωπος
που αποδεικνύει ζωντανά
γιατί όταν έχεις να κάνεις με ανθρώπους
είναι απλώς ηλίθιο να μιλάς με πιθανότητες. Με βάση τη λογική των πιθανοτήτων και των γιατρών, η μητέρα μου δεν είχε καμία πιθανότητα να κάνει παιδί. Αλλά να που εγώ υπάρχω.
Γιατί η ζωή, όταν της ανοίξεις την αγκαλιά σου όπως έρχεται συνηθίζει να σου κάνει δωράκια.
Ποτέ δεν συνηθίζει να σου κάνει τα δωράκια που έχεις φανταστεί. Έτσι έδωσε στην μαμά μου ένα παιδί,
αλλά όχι το παιδί που φανταζόταν,
όπως κάνει με όλες τις μαμάδες.
Εκείνη φανταζόταν ένα συνηθισμένο παιδί,
και εγώ δεν ήμουνα καθόλου συνηθισμένο.
Είχα έναν εντελώς δικό μου τρόπο να κινούμαι,
που δεν τον είχε κανείς άλλος στο περιβάλλον μου.
Αυτόν τον τρόπο, οι γιατροί τον ονόμαζαν «εγκεφαλική παράλυση». Εγώ πάλι τον έλεγα «η δική μου μοναδικότητα». Αυτός με έσπρωξε να κάνω και ένα ordinary πράγμα ως παιδί, που ξέχασα να το πω στον Δημήτρη.
Έφτιαξα στη μάνα μου πίνακα ζωγραφικής
στο πάτωμα της κουζίνας
με μακαρόνια κολλημένα με μέλι.
(Γέλια)
Γιατί εγώ
την περισσότερη ζωή μου εκείνα τα χρόνια
την περνούσα στο πάτωμα.
Στο πάτωμα έπαιζα,
στο πάτωμα όπως σας είπα ζωγράφιζα, πότε με μπογιές και πότε με μακαρόνια,
στο πάτωμα έμαθα τις πρώτες μου λέξεις,
στο πάτωμα έμαθα και να χορεύω.
Αρχικά από την τρέλα μιας γυναίκας
που ήρθε σε ένα κέντρο αποκατάστασης σπαστικών παιδιών να μας δείξει πώς είναι να χορεύεις.
Όλοι τη λέγανε τρελή,
κι εγώ μέσα από εκείνην
έμαθα ότι ο κόσμος αλλάζει από αυτούς που συνηθίζει να αποκαλεί τρελούς.
Χωρίς καμιά δυσκολία, με έπεισε ότι μπορούσα να χορέψω, κι εγώ με την σειρά μου έπεισα και τις φίλες μου, που κινούνταν με τον συνηθισμένο τρόπο.
Παιδιά που δεν είχανε διαγνωστεί
ως ελλειμματικά όπως εγώ,
παιδιά που ο κόσμος τα ονόμαζε φυσιολογικά, θελήσανε να χορεύουνε μαζί μου.
Μου δανείσανε τις πουέντ τους και τα κορμάκια του μπαλέτου
και κάναμε μαζί μαθήματα.
Έτσι έμαθα ότι ό,τι αγαπάς πολύ και θέλεις πολύ να το κάνεις, θα τα καταφέρεις να το κάνεις,
αρκεί να βρεις τον δικό σου τρόπο,
που μπορεί να μην είναι ο τρόπος των πολλών, αλλά μπορεί να είναι πιο απολαυστικός.
Πέρασα το νηπιαγωγείο και ήρθε η ώρα να μπω στο δημοτικό,
και εκεί οι άνθρωποι
δεν ξέρανε πώς να αντιμετωπίσουν μια μαθήτρια που κινείται διαφορετικά, οπότε η πρώτη απάντηση ήτανε καλύτερα μακρυά από μας,
καλύτερα όχι εδώ.
Γιατί είναι η συνηθισμένη μας αντίδραση
σε ό,τι έχουμε κατηγοριοποιήσει ως διαφορετικό από μας,
να προσπαθούμε να κρατήσουμε απόσταση,
και αυτό είναι φυσιολογικό
και να φοβόμαστε, και να απομακρυνόμαστε,
και να νοιώθουμε αμήχανα.
Είναι προστατευτικό.
Γιατί αν αυτό που φοβόμαστε δεν είναι ένας άλλος άνθρωπος
αλλά είναι ένα παράξενο ζώο,
που δεν ξέρουμε αν μπορεί να μας δηλητηριάσει ή όχι,
σώζει ζωές το να κρατήσουμε απόσταση.
Στη δικιά μου περίπτωση βέβαια, δεν ήτανε και τόσο προστατευτικό,
γι' αυτό οι γονείς μου ευτυχώς επέμειναν,
και πέρασα εξετάσεις, ναι ναι, πέρασα άτυπες εξετάσεις
για να γίνω δεκτή στο λεγόμενο «τυπικό δημοτικό σχολείο». Πολύ σύντομα απέδειξα ότι μπαίνω εκεί με αξιώσεις, να είμαι από τους πρώτους,
αν όχι η πρώτη μαθήτρια της τάξης μου.
Στα ακαδημαϊκά ήταν όλα ιδιαζόντως εύκολα για μένα.
Όταν όμως ο λόγος γινότανε για την κοινωνική ζωή της τάξης,
εκεί τα πράγματα ήτανε πιο προκλητικά, πιο challenging. Έτσι κάπως έρχεται μια εκδρομή στην 3η γυμνασίου που εγώ έχω ζαλίσει τη φιλόλογό μου
για το σε ποιους αρχαιολογικούς χώρους θα ξεναγηθούμε,
και τι είναι να μάθουμε εκεί που πηγαίνουμε, και εκείνη μου λέει,
«Σε παρακαλώ, αν κάτσω να στα πω αυτά όλοι οι υπόλοιποι θα διαλύσουνε την τάξη.
Αν θέλεις έλα να με βρεις κάποια στιγμή σε ένα διάλειμμα». Τελικά μαθαίνω ότι το μόνο μέρος που έχουμε ξενάγηση
θα είναι ο Μυστράς.
Αρχίζω εγώ λοιπόν να ονειρεύομαι
πόσα ωραία πράγματα θα μάθω εκεί στον Μυστρά, και όταν φτάνει το πούλμαν στον Μυστρά μου λένε, «Εσύ δεν μπορείς να κατέβεις,
δεν θα πας, γιατί δεν γίνεται».
Λέω «Όχι, αποκλείεται, γίνεται, θα το κάνω».
«Καλά» λέει, «Άντε, να την πάμε μέχρι το πλάτωμα να τα δει εκεί από πάνω
και θα γυρίσουμε να τη μαζέψουμε».
Πάω στο πλάτωμα, μου λένε «Είσαι καλά;»
Λέω «Εννοείται!»
«Συνεχίζουμε δηλαδή;»
Λέω «Ναι, φυσικά!»
Και τελικά
έφτασα να κατέβω όλο τον Μυστρά με τα πόδια, και να έχω ολόκληρη την 3η γυμνασίου
να φωνάζει ρυθμικά το όνομά μου
και να με χειροκροτεί φτάνοντας στο λεωφορείο. Ήτανε μια από τις πιο ωραίες στιγμές της ζωής μου
που δεν θα την είχα ζήσει ποτέ αν ο κόσμος με θεωρούσε «φυσιολογική».
Επίσης ένα από τα πιο ωραία πράγματα που μου συμβαίνουν και ίσως να μη μου είχε συμβεί ποτέ, αν ο κόσμος με θεωρούσε φυσιολογική,
είναι ότι από πολύ μικρή
κατάφερα να γράφω παραμύθια.
Η αρχή γι' αυτό έγινε ένα καλοκαίρι
στο μπαλκόνι του εξοχικού μου στο Ναύπλιο,
που ακούω ένα παγόνι να κρώζει με τη χαρακτηριστική του φωνή, και επειδή ως παιδί είχα ανακαλύψει
ότι είναι πολύ σημαντικό να ρωτάς για ό,τι δεν ξέρεις, ρωτάω τη γιαγιά μου,
«Δεν μου λες, γιατί κάνουν έτσι αυτά τα πουλιά;» Και μου απαντάει με ένα θρύλο της πόλης του Ναυπλίου, ότι, «Ξέρεις, βλέπουνε τα πόδια τους
και τους φαίνονται πολύ άσχημα και κλαίνε,
αλλά δεν μπορούν να δουν την ουρά τους».
Κι εκεί σκέφτομαι «Αχ ναι,
κάποιος πρέπει να δει την ουρά του,
κάποιος πρέπει να του πει πόσο όμορφη είναι». Και έχοντας συνηθίσει να κάνω πράγματα όχι συνηθισμένα,
αποφασίζω, ως εγγονή, να πω ένα παραμύθι στη γιαγιά μου. Και της λέω μια ιστορία για ένα παγόνι που βρέθηκε σε ένα δάσος που δεν ήξερε, και εκεί ετοιμαζόταν μια μεγάλη γιορτή.
Ήθελε σε αυτή τη γιορτή να βρει τον ρόλο του αλλά δεν μπορούσε,
γιατί όλοι θεωρούσαν πως δεν είναι ικανό για τίποτα. Μέχρι που οι πεταλούδες είδαν πόσο ωραία ήταν η ουρά του και θέλαν πάρα πολύ να χορέψουν μαζί του.
Εκείνος έγινε ο πρώτος χορευτής της σκηνής, που τον χειροκρότησε και τον αγάπησε όλο το δάσος και δεν θέλανε να τον αφήσουν να φύγει μακρυά τους. Έτσι βρήκε στέγη, και για εκείνον και για την οικογένειά του και για όλα τα παγόνια του κόσμου.
Αυτό που έκανε το παγόνι ήθελα να κάνω κι εγώ στη ζωή μου. Να βρω τον δικό μου χώρο στη μεγάλη γιορτή.
Έτσι αποφάσισα ότι θα αξιοποιήσω
όλες τις διεξόδους που μου δινόντουσαν
και η πιο σημαντική από αυτές ήταν η ακαδημαϊκή.
Ήθελα από μικρή να σπουδάσω, και να σπουδάσω τι;
Να σπουδάσω ψυχολογία.
Για να βοηθήσω ακριβώς τους ανθρώπους
να δούνε την ομορφιά του εαυτού τους
που δεν έχουν ακόμα δει: την ουρά τους.
Έφτασα λοιπόν κάποτε στην ώρα που έπρεπε να μπω στο πανεπιστήμιο και μου ανακοινώθηκε ότι, επειδή κάποιοι θέλουν να με διευκολύνουν,
έχουν αποφασίσει και έχουν νομοθετήσει ότι μπορώ να μπω στο πανεπιστήμιο
χωρίς να δώσω πανελλήνιες εξετάσεις.
Εγώ όμως δεν μπορούσα να καταλάβω
γιατί το γεγονός ότι τα πόδια μου δεν περπατάνε γρήγορα
σχετίζεται με το αν είμαι ικανή να περάσω τη διαδικασία των πανελληνίων, να εισαχθώ και να τελειώσω μια σχολή,
και είπα «Όχι, θα δώσω κανονικά εξετάσεις,
με την τυπική διαδικασία».
Έδωσα και πέρασα ως πρώτη εισαχθείσα με την καλύτερη βαθμολογία
στο τμήμα του Παντείου πανεπιστημίου από όπου και αποφοίτησα πάλι ως πρώτη.
(Χειροκρότημα)
Μετά πήγα να σπουδάσω ψυχολογία υγείας
στο Σάρεϊ της Αγγλίας,
κουβαλώντας δύο ψευδαισθήσεις,
η μία ήτανε πως τάχα μου η ειδικότης μου θα ήταν να βοηθήσω ανθρώπους με αναπηρία, και η άλλη πως τάχα μου εκεί στην Ευρώπη
θα βρω τη λύση για όλα εκείνα που με ενοχλούσαν εδώ στην Ελλάδα. Τους προσβάσιμους χώρους,
τους βοηθητικούς ανθρώπους,
είχα ξεχάσει βλέπεις ότι εκείνη την στιγμή ότι ο Μυστράς δεν είχε ράμπες.
Και φτάνοντας στην Αγγλία διαπιστώνω
πρώτον ότι η Ευρώπη δεν είναι τόσο καλύτερη από μας όσο νομίζουμε, και ότι η αλλαγή που ήθελα στη ζωή μου δεν θα ερχόταν αλλάζοντας τόπο,
αλλά αλλάζοντας εγώ μέσα μου, αλλάζοντας αυτό που ήμουν,
αλλάζοντας τον τρόπο που σκεφτόμουν,
αυτό που μου πρόσφερε, λοιπόν, η Αγγλία, δεν ήτανε περισσότερες ράμπες,
αλλά η ικανότητα να δω ότι μπορούσα να ζήσω και να φροντίσω τον εαυτό μου πολύ μακρυά από τη μαμά μου, σε πολύ δύσκολες συνθήκες,
εκεί που δεν ξέρω πώς γίνεται,
μπορώ τελικά να βρω τη λύση.
Αυτό έμαθα εκεί στην Αγγλία, και επίσης έμαθα
ότι δεν θα ήμουν καλή θεραπεύτρια
μόνο για τους ανθρώπους με αναπηρία,
αλλά για όλους τους ανθρώπους,
γιατί τελικά οι άνθρωποι με αναπηρία δεν έχουνε έναν ειδικό ιδιόμορφο ψυχισμό
που εγώ τον ξέρω καλύτερα,
αλλά, όπως όλοι οι άνθρωποι, έχουν ανάγκη να ακουστούνε.
Να βρούνε χώρο να διερευνήσουν την εμπειρία τους. Όλοι οι άνθρωποι.
Γιατί ξέρετε τι λάθος κάνουμε εμείς οι άνθρωποι; Νομίζουμε ότι ξέρουμε τι συμβαίνει στον άλλον, νομίζουμε ότι ξέρουμε πώς νοιώθει,
αλλά στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε,
το μεγαλύτερο δώρο που έχουμε να του κάνουμε είναι να τον ακούσουμε.
Και αυτό ευτυχώς, μέσα από τα χρόνια της εκπαίδευσής μου,
αλλά και από τις προσωπικές μου εμπειρίες,
το έχω μάθει πολύ καλά, και νομίζω ότι μπορώ να το προσφέρω σε όλους τους ανθρώπους.
Σε όποια κοινωνική κατηγορία και αν τους έχουμε εντάξει.
Σπουδάζοντας όλο και πιο πολύ την ψυχολογία και την ψυχοθεραπεία, διαπίστωσα ότι η αναπηρία μου μού είχε μάθει από πολύ νωρίς πράγματα που αργότερα ανακάλυψα στα βιβλία. Όπως το ότι πριν προσφέρεις μια οποιαδήποτε βοήθεια στον άλλον, είναι καλό να τον ρωτήσεις τι βοήθεια χρειάζεται.
Όπως το ότι οι άνθρωποι
έχουν πολλές φορές δυνάμεις πολύ περισσότερες από αυτές που φαίνονται,
και χρειάζονται έναν καλό ακροατή
για να μπορέσουν να τις ανακαλύψουν.
Όπως το ότι πάντα,
ακόμα και μέσα στην πιο δύσκολη περίσταση,
μπορεί να βρει κανείς κάτι θετικό που έχει να μάθει.
Μπορεί να βρει κανείς μια καλή αφορμή για την προσωπική του εξέλιξη.
Όπως το ότι, όπως έλεγε ο Φρόιντ
η ζωή δεν είναι ούτε τόσο ωραία ούτε τόσο άσχημη όσο τη φανταζόμαστε, αλλά είναι το μόνο που έχουμε,
και γι' αυτό δεν πρέπει να το αφήσουμε να φύγει χωρίς την προσωπική μας σφραγίδα.
Γιατί όλοι γεννιόμαστε με περιορισμούς, που μπορεί να προέρχονται από το σώμα μας,
μπορεί να προέρχονται από την ιστορική στιγμή, από τις κοινωνικές συνθήκες,
αλλά τελικά δεν έχει σημασία ποιοι είναι οι περιορισμοί μας,
αλλά ποιο είναι το νόημα που εμείς θα δώσουμε σε αυτούς, ποια είναι η στάση που θα επιλέξουμε να κρατήσουμε απέναντί τους.
Όλα αυτά τα είχα μάθει πρώτα από την ίδια μου τη ζωή. Από τις ίδιες μου τις προσωπικές εμπειρίες
και μετά ήρθαν να επισφραγιστούν και από τα βιβλία.
Γι' αυτό νομίζω μπορώ να απολαμβάνω τόσο πολύ τη δουλειά μου, τη γνωριμία μου με ανθρώπους
που με κάνει και μένα να ανακαλύπτω
κάθε φορά καινούρια πράγματα για τον εαυτό μου, να νοιώθω ότι διευρύνομαι σαν άνθρωπος
ότι βρίσκομαι πιο κοντά στο εσωτερικό μου φως, γιατί όλοι έχουμε ένα εσωτερικό φως,
που χρειαζόμαστε κάποιον άλλον απέναντί μας να μάς το καθρεφτίσει
και να μάς βοηθήσει να το ανακαλύψουμε.
Γι' αυτό λοιπόν θέλω να σάς ευχαριστήσω πολύ και σας σήμερα γιατί παίρνοντας την ευκαιρία να 'ρθω
και να μοιραστώ μαζί σας τις προσωπικές μου εμπειρίες, ήρθα πάλι πιο κοντά σε αυτό το δικό μου προσωπικό φως, και ελπίζω και εύχομαι
τα λίγα λόγια που επέλεξα να σάς πω σήμερα, να σας φέρουνε και σας πιο κοντά τον καθένα στο δικό του φως,
και να σάς δείξουν έναν δρόμο να είστε πάντα δίπλα σε αυτούς και σε αυτά
που κάνουνε την καρδιά σας να χτυπάει πιο γρήγορα. Σάς ευχαριστώ για αυτό που ζούμε μαζί
εδώ τώρα σε αυτή την σκηνή.
Ευχαριστώ εσάς,
ευχαριστώ και όλους τους ανθρώπους που πρώτοι είδανε αυτό το φως σε μένα,
την ουρά μου, ως παγόνι,
γιατί αυτοί μου δώσανε την ευκαιρία να είμαι σήμερα σε αυτή τη σκηνή και να έχω κάτι να σας πω.
Σ' αυτούς θέλω να αφιερώσω αυτή την ομιλία
σε όλους μου τους δασκάλους, ιδιαίτερα στη Μαρία και στον Μάρκο,
που ξέρουνε ποιοι είναι, και θα το δουν από δω. Ευχαριστώ πάρα πολύ.
(Χειροκρότημα)