Κόκκινη κλωστή δεμένη σε ένα φιόγκο τυλιγμένη | Elina Kordali | TEDxUPatras - YouTube
Μεταγραφή: Andreas Tzekas Επιμέλεια: Lucas Kaimaras
Γεια σας είμαι η Ελίνα και ήρθα να σας πω μια ιστορία.
Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν, γιατί έτσι ξεκινάνε τα παραμύθια
κι έτσι το έχω βιώσει, ήτανε ένα κοριτσάκι που ήταν πολύ ζωηρό,
ονειροπόλο και πολύ περίεργο.
Αλλά το βασικό χαρακτηριστικό της: Ήτανε τρομερά πεισματάρα.
Φανταστείτε, τσακώνονταν με το ημερολόγιό της γιατί νόμιζε
ότι κι αυτό της φέρνει αντίρρηση.
Μεγαλώνοντας λοιπόν, έχοντας ήδη ένα μικρόβιο μέσα, της επιχειρηματικότητας
νοίκιαζε το ποδήλατό της στα άλλα παιδάκια, έφτιαχνε
ασφαλιστική εταιρία για την γειτονιά, παίρνοντας έτσι καραμέλες, γαριδάκια
ή ό,τι άλλο ήθελε.
Έψαχνε μονίμως να βρει ένα τριφύλλι, τετράφυλλο βασικά όντας σίγουρη
ότι υπάρχει και ότι θα το βρει εκείνη.
Μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον με πάρα πολύ αγάπη για την αισθητική, τα ταξίδια,
την κουλτούρα και για την ομορφιά στην απλότητα.
Κάνοντας ταξίδια, βλέποντας πολύ θέατρο και διαβάζοντας βιβλία.
Έτσι όταν ήρθε η ώρα να επιλέξει τι θέλει να κάνει,
ήταν κάτι εύκολο, μιας και είχε ως πρότυπο την μητέρα της που είχε μαγαζί με ρούχα.
Όταν ήταν μικρή την έπαιρνε σε δειγματισμούς, εκθέσεις.
Ό,τι είχε να κάνει με την μόδα.
Έβλεπε αυτό το πράγμα και από την μεριά του πωλητή
και από την μεριά του πελάτη, αγαπώντας και τα δύο κομμάτια,
μαζί και την επιχειρηματικότητα.
Έτσι λοιπόν ξεκίνησε τις σπουδές της στην Αθήνα κάνοντας γενικό ντιζάιν,
γιατί νομίζω όταν έχεις δημιουργικότητα, σου αρέσουν όλα.
Σου αρέσει το κομμάτι της γραφιστικής, της διακόσμησης, ακόμα και των ρούχων.
Βέβαια στο Α' εξάμηνο συνειδητοποίησε ότι αυτό που θέλει να κάνει είναι να σχεδιάζει
φτιάχνοντας μια μικρή συλλογή για το μαγαζί της μητέρας της
και όντας τυχερή γιατί μια γυναίκα που ήταν ειδήμων στον χώρο, τα είδε,
της άρεσαν, της ζήτησε μέσα σε μια εβδομάδα να κάνει μια σειρά,
κι έτσι ξεκίνησε η πρώτη σειρά, που λεγότανε «Μπέιμπι Ντολ».
Πήγε από την αρχή καλά η αλήθεια είναι, γιατί πουλήθηκε στην Ελλάδα, στην Κύπρο,
μπήκε σε περιοδικά και έτσι της έδωσε μια ώθηση και αυτοπεποίθηση,
ότι αυτό που θα κάνει θα πάει καλά.
Ξεκίνησαν οι σπουδές.
Έφυγε στο Μιλάνο, στην Βαρκελώνη, σε καλά πανεπιστήμια.
Συνειδητοποιώντας βέβαια τότε ότι δεν αρκεί το να είσαι καλή μαθήτρια,
αλλά το πιο σημαντικό σε αυτό το πράγμα είναι να ακολουθείς το δικό σου.
Να βλέπεις την εργασία και να το πηγαίνεις εκεί που θέλεις εσύ.
Και με την δημιουργικότητα, αυτό σε πάει μπροστά.
Ως φοιτήτρια λοιπόν ταξίδεψε αρκετά, Ασία, Λατινική Αμερική, έκανε εθελοντισμό,
είδε άλλες κουλτούρες, μίλησε με κόσμο.
Της άρεσε πάντα να φιλτράρει και να μαζεύει ό,τι πληροφορία υπάρχει.
Γύρισε στην Ελλάδα και ήθελε να κάνει όλο αυτό που ήθελε πραγματικότητα.
Έχεις τα όνειρα, έχεις σπουδάσει, νομίζεις ότι έχεις πάρει αρκετά φόντα
από το σπίτι σου, έχεις αυτήν την αισθητική και το πείσμα
που έχεις από μικρή και ξεκινάς.
Πώς ξεκινάς λοιπόν;
Αρχίζω από τα βασικά προβλήματα.
Όνομα εταιρίας.
Ξεκινώντας από ό,τι υπήρχε.
Ονόματα γλυκών, προφιτερόλ, κρεμ μπρουλέ,
ποτά, τζίν, ουίσκυ, ακόμα και βαρύγδουπες αρχαίες ελληνικές λέξεις,
τελικά καταλήγεις σε αυτό το μικρό, Σου Σου.
Που είναι αυτό που σε φώναζε η γιαγιά σου μικρή
και που δεν είχες δώσει καμία σημασία.
Και το «Μαντάμ Σου Σου» για ξένο έκανε νόημα.
Όταν το άκουσες, σου άρεσε και είπες ναι, το αγαπώ, το ερωτεύομαι,
αυτό είναι και αυτό θα μείνει.
Και σε κοιτάνε γύρω σου όλοι και σου λέγανε «Μαντάμ Σου Σου;»
ένα μικρό κοριτσάκι που τώρα ξεκινάει κι οι ιδέες του θα είναι ρομαντικές
αλλά ναι, όταν αγαπάς κάτι και είσαι σίγουρος είναι,
«Το θέλω, θα μείνει, δεν υπάρχει περίπτωση».
Και έχουμε το όνομα. Και πώς συνεχίζουμε λοιπόν ;
Υλικά, μοδίστρες, πατρονίστες. Δεν έχεις ιδέα που θα τα βρεις όλα αυτά.
Έχεις μόνο τις ιδέες, την σκέψη σου και την δημιουργικότητα.
Και που πάς ;
Υλικά. Κέντρο Αθήνας.
Βροχή, κρύο, κλήσεις πάρκινγκ, μια λιποθυμία, όλα τα είχε.
Αλλά το σημαντικό ήταν, ότι έβλεπες αυτά που σου άρεσαν και έπαιρνες πράγματα.
Δαντέλες, υφάσματα, κουμπιά. Ό,τι υπήρχε και δεν υπήρχε.
Και κουβάλημα. Πολύ κουβάλημα.
Τα έπαιρνα όλα. Ό,τι υπήρχε και δεν υπήρχε.
Η καλύτερη στιγμή ήταν,
που έφτανα στο σπίτι τα έβλεπα κάτω και δεν ήξερα τι να τα κάνω από την αρχή,
αλλά ήξερα ότι τουλάχιστον τα έχω.
Οπότε πάμε με τα υλικά. Έχουμε το όνομα. Τέλεια.
Μοδίστρα. Που θα βρούμε κάποια, για να το κάνει αυτό πράξη ;
Δεν είχα ιδέα.
Αγγελία λοιπόν. Βάζω μια αγγελία φανταστική.
Νομίζανε ότι θα είναι τεράστια εταιρία
κι έρχεται η πρώτη μας μοδίστρα.
Η κυρία Αρετή.
Πάρα πολύ σικάτη γυναίκα. Ερχότανε.
Βέβαια αντί για εταιρία συνάντησε ένα κοριτσάκι σε ένα σπίτι, μπήκε μέσα.
Ήταν πάρα πολύ καλή στη δουλειά της.
Βέβαια δεν είχα ιδέα πως θα την πληρώνω και πως θα μπορούσε αυτό που κάνει
να έχει αξία στο χρηματικό κομμάτι, μιας και εγώ δεν είχα μηχανές ραπτικής.
Τίποτα.
Αλλά την πίστευα.
Πήγαινε σπίτι της δούλευε, την πλήρωνα με βάση το πόσες ώρες δούλευε,
δούλευε, δεν δούλευε εγώ την εμπιστευόμουν.
Και έτσι ξεκινάει η σειρά μας.
Χρειάζεσαι παραγωγή.
Δεύτερη αγγελία γιατί μια μοδίστρα δεν μπορεί να το κάνει αυτό.
Και εμφανίζεται η Ζωζεφίνα Πέτοβιτς.
Μόνο από το όνομα το είχα ερωτευτεί.
Νόμιζα ότι παίζω σε μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι.
Πήγαινα και την έβρισκα στο κέντρο της Αθήνας σε ένα τεράστιο κτίριο,
με πάρα πολλούς ορόφους που δούλευε βέβαια μόνο ένα δωματιάκι, ήτανε ξυπόλητη,
κάναμε σχέδια, έβγαζα και εγώ τα παπούτσια μου και ξεκινάγαμε.
Τα σχέδια είχανε ήδη βγεί.
Πατρονίστας λοιπόν, τελευταίο στάδιο και βρίσκουμε τον Βιτόριο.
Ρώσος, συναντιόμαστε στην Κηφισιά, στον σταθμό, έρχεται, στενά πουκάμισα,
σακάκια, αλυσίδες, μακριά μαλλιά.
Περίεργος άνθρωπος.
Αλλά ήταν σίγουρα πάρα πολύ καλός.
Συναντιόμασταν κάθε φορά σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στο κέντρο της πόλης,
σε ένα δωματιάκι τόσο, βγάζαμε τα σχέδια.
Φοβόμουν πάρα πολύ βέβαια.
Κάθε φορά είχα όλους τους φίλους μου σε ετοιμότητα,
αλλά τελικά και αυτό πήγε καλά.
Κι έχουμε την σειρά μας. Και τι έχουμε;
Πρώτη καλοκαιρινή σειρά, ένα μαγιό με έναν φιόγκο πίσω,
με ένα όνομα «Μαντάμ Σου Σου».
Δύσκολο πρότζεκτ να προωθήσεις. Αλλά τουλάχιστον το ήξερες.
Το ήξερες ότι σου αρέσει και δείχνοντας θυμάμαι το μαγιό,
σε κόσμο που ήξερε, μου λέγανε
«Μα πως νομίζεις ότι αυτό θα το φορέσει πολύς κόσμος; Πόσες Ελληνίδες;»
Ήταν και ένα μέγεθος. Δεν είχα ιδέα από νούμερα.
«Πόσες Ελληνίδες πιστεύεις, με τα ιδιόρρυθμα σώματά τους,
θα βάλουν αυτό;»
Κι όμως το είχες δει, το είχες ερωτευτεί, το είχες αγαπήσει, το είχες πιστέψει
και ήθελες να το δεις να το φοράνε. Δεν σε ένοιαζε τίποτα.
Οπότε ξεκινάμε.
Πώς θα το προωθήσουμε;
Ξεκινάω με μια φίλη μου, βάζει μια βαλίτσα στο αμάξι
και ξεκινάμε ένα τεράστιο ταξίδι με το αυτοκίνητο για την Βόρεια Ελλάδα.
Σταματάγαμε από πόλη σε πόλη.
Κάναμε πρώτα μια έρευνα, κοιτάγαμε πιο μαγαζί μας αρέσει,
ποιες εταιρίες έχει μέσα και πλησιάζαμε και τους λέγαμε ότι έχουμε μια σειρά
και παρουσιάζαμε την φανταστική μας φίλη, τη σχεδιάστρια.
Ντρεπόμουν φυσικά να πω εγώ και λέγαμε «είναι μια κοπέλα, έχει σπουδάσει εκεί,
είναι πολύ καλή, είναι καινούρια» και άλλα.
Το σημαντικό είναι ότι τους άρεσαν και ότι από την αρχή είχε απήχηση.
Και με τον δικό μας αυθόρμητο τρόπο εκεί πέρα,
με τον τρόπο που πηγαίναμε με τη βαλιτσούλα μας, αυτό δούλεψε.
Φτάσαμε λοιπόν μέχρι την Καβάλα και τα μαγαζιά ήταν αρκετά.
Γυρίσαμε στην Αθήνα με μεγάλη επιτυχία και πολλά χαμόγελα,
αλλά η επωνυμία που έχεις κάνει πρέπει κάπως να γίνει γνωστή.
Οπότε τι κάνεις;
Χρήματα για διαφημιστικές ή ό,τι άλλο άκουγες δεν υπήρχε,
σελίδα στο ίντερνετ δεν είχες ακόμα, αυτό όμως που ήξερες καλά ήταν το Φέισμπουκ.
Το Φέισμπουκ τότε δεν ήταν βέβαια καθόλου στα πάνω του, ήταν η αρχή του,
αλλά τουλάχιστον ήξερες ότι κάποιος κόσμος θα τα δει.
Άρα ήθελες υλικό.
Ξεκινάς μια φωτογράφιση.
Φωτογράφο βρήκαμε σε μια συναυλία.
Είδαμε κάποιον με μια κάμερα, μας έκανε,
κάτι είχαμε δει σε φωτογραφίες, τον πήραμε.
Μοντέλα. Οι φίλες σου, η αδερφή σου.
Ευτυχώς έχω ωραίες φίλες, οπότε σίγουρα τα μοντέλα τα έχουμε.
Ξεκινάς, έχεις και ένα σπίτι που σ' αρέσει πάρα πολύ, το ΄χεις δεί.
Μακιγιέζ ή κομμώτρια δεν υπήρχε, τα έκανα όλα εγώ.
Ξεκινάμε λοιπόν, πρώτη φωτογράφιση, η οποία για εμένα ακόμα και τώρα
είναι η πιο ωραία, η πιο ανέμελη, η πιο αυθόρμητη.
Βάζοντας τελικά τις φίλες σου είχες και σώματα τα οποία ήταν πολύ προσιτά,
δηλαδή η άλλη μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό της εκεί.
Και αυτό ίσως ήταν και η επιτυχία.
Έχουμε λοιπόν την φωτογράφιση, τις βάζουμε στο Φέισμπουκ,
κάνω ταγκ τις φίλες μου οι οποίες όντας όμορφες είχαν και μεγάλο κοινό.
Προσπαθώ να σκεφτώ πως μπορεί να το βλέπει πιο πολύς κόσμος,
οπότε κάνοντας ένα άλμπουμ που θα υπήρχαν κοπέλες που θα κάναν ταγκ τον εαυτό τους,
και που τελικά μπορεί να συνδέονταν με την επωνυμία σου,
νομίζω θα ήταν κάτι που θα σου φέρει κόσμο.
Και έτσι και έγινε.
Η σελίδα από την αρχή είχε πάρα πολύ επιτυχία.
Κόσμος το έβλεπε, σου λέγανε ότι
«Δεν έχεις σελίδα, δεν είσαι σοβαρή εταιρία»
αλλά τους έλεγες δεν πειράζει, θα γίνει κι αυτό, θα γίνει κάποια στιγμή,
θα γίνει στην πορεία, αλλά τώρα αυτό είναι το εύκολο για μένα και έτσι θα το πάω.
Και νομίζω σημαντικό είναι να βλέπεις εναλλακτικές λύσεις.
Μπορεί να υπάρχει μια πλατφόρμα που δουλεύει
αλλά εσύ κάπως να το πας διαφορετικά.
Έτσι λοιπόν ξεκίνησα το «Μαντάμ Σού Σού».
Και έχουμε σήμερα μια ομάδα η οποία αποτελείται από τέσσερις κοπέλες,
η οποία είναι πολύ αγαπημένη,
που το πιο ωραίο της πράγμα είναι πως ό,τι πρότζεκτ αντιμετωπίζουμε καθημερινά,
το κάνουμε με έναν δικό μας τρόπο.
Και προσπαθούμε να έχουμε μια δικιά μας ταυτότητα εκεί
και αυτό είναι που μου αρέσει.
Γιατί ακόμα και κάθε συλλογή που σχεδιάζω,
ουσιαστικά κάθε έξι μήνες περνάς εξετάσεις.
Γιατί μπορεί να αρέσει, μπορεί να μην αρέσει,
δεν κάνουμε έρευνα τι τάσεις υπάρχουν,
τι είναι στην μόδα ή τι είναι αυτό που θα μπορούσε να πουλήσει,
αλλά κάνεις αυτό που αισθάνεσαι και αυτό που νιώθω εγώ
είναι ότι μεγαλώνει μέσα από εμένα.
Και κάθε φορά έχει ένα στοιχείο δικό μου κι αυτό είναι που μου αρέσει.
Και είτε πάει καλά, είτε δεν πάει, είτε αρέσει, είτε δεν αρέσει,
ξέρεις ότι έχεις βάλει την αλήθεια σου εκεί.
Και πολύ συχνά σου λένε «Δεν φοβάσαι μήπως τελειώσουν οι ιδέες σου;»
αλλά πραγματικά είναι αστείρευτες και αυτό που αισθάνομαι είναι ότι
και να τελειώσουν οι ιδέες σου και να αποτύχεις, πάντα θα βρεις
κάτι άλλο να κάνεις, γιατί αν δεις ότι το έχεις σε ένα κομμάτι,
θα την βρεις την λύση σου.
Και συνεχίζουμε λοιπόν έχοντας μια κερδοφόρα επιχείρηση,
αν πρέπει να το πω έτσι, που πραγματικά μόνο που λέω
την λέξη επιχείρηση μου σηκώνεται η τρίχα γιατί αυτό που έχω καταλάβει είναι ότι,
αν αρχίσω να το βλέπω σαν δουλειά και όταν το δω σαν δουλειά
θα πάψω να μπορώ να το κάνω σωστά.
Και με αυτό τον παράδοξο τρόπο που δουλεύουμε,
που, ειδικά τα αγόρια λοιπόν, έρχονται και σου λένε
«Δεν μπορώ να καταλάβω πώς δουλεύει αυτό»
και πας με τον τρόπο σου χωρίς να ακολουθείς τα καθιερωμένα.
Όμως αυτό που βλέπεις είναι ότι λειτουργεί
και πάρα πολλές φορές, ειλικρινά πολλές φορές,
κι επειδή είμαστε και κοριτσάκια και δεν έχουμε εμπειρία
ακούμε ανθρώπους που λένε «Μα αυτό δεν γίνεται έτσι»
και ξέρετε κάτι;
Γίνεται και έτσι και αυτό τους απαντάω.
Κάντε το με αυτόν τον τρόπο γιατί εγώ έτσι το βλέπω
και για μένα αυτό τώρα λειτουργεί και έχει νόημα.
Και έτσι πηγαίνει και προχωράει.
Ακόμα και στην ζωή έχεις αποτυχίες, επιτυχίες, ωραίες στιγμές, άσχημες,
κλάματα, λάθη, αλλά τελικά το πιο σημαντικό νομίζω είναι να χαράξεις
το δικό σου δρόμο μέσα από αυτό και να είναι η ζωή σου όμορφη,
γεμάτη, διαφορετική και προσωπική.
Να είναι μόνο δική σου.
Γιατί με καλέσανε λοιπόν στο Beyond the Known, το «Άγνωστο»;
Τι σχέση έχουν αυτά που λέω με αυτό;
Το άγνωστο νομίζω είναι κάτι που όλοι έχουμε μέσα μας
και κάτι που όλοι θα το αντιμετωπίσουμε.
Είτε σε μια καινούρια σχέση, είτε σε μια καινούρια φιλία,
είτε σε μια καινούρια δουλειά.
Κι είναι φοβερό γιατί είναι κάποιοι που το αντιμετωπίζουν ανέμελα,
άλλοι με χαμόγελο, άλλοι πιο δύσκολα και άλλοι που δεν το αντιμετωπίζουν καθόλου.
Για μένα αυτοί δεν έχουν βρει πως θα χαράξουν την δικιά τους πορεία
και πως θα χαράξουν το δικό τους παραμύθι.
Γιατί το σημαντικό είναι να βγεις από την «ζώνη άνεσής» σου
και να πάρεις μια βαλίτσα στο αμάξι και να πας στην Βόρεια Ελλάδα.
Ή το να βάλεις αγγελία και το να γνωρίσεις ιδιαίτερους ανθρώπους.
Να έχεις θετική σκέψη, ένστικτο και να θες να χαράξεις το δικό σου μονοπάτι.
Φτάνει αυτό.
Δεν χρειάζεται μεγάλες αλλαγές ή φοβερές εξελίξεις
ή να θές να είσαι διαφορετικός για να είσαι διαφορετικός.
Είναι μόνο αυτό.
Ή τουλάχιστον αυτό ήταν για μένα.
Για το δικό μου μαγικό παραμύθι αυτό φτάνει και περισεύει.
Ευχαριστώ.
(Χειροκρότημα)