×

我們使用cookies幫助改善LingQ。通過流覽本網站,表示你同意我們的 cookie 政策.

image

Παπαντωνίου, Ζ. - Τα Ψηλά Βουνά (1918), 77. Ο Γεροθανάσης φοβάται μη δακρύσει

77. Ο Γεροθανάσης φοβάται μη δακρύσει

Ο Γεροθανάσης περπατάει έξω από την καλύβα του μιλώντας με τον Αντρέα, τον Φάνη και τον Δήμο. Φαίνεται πως έχουν σοβαρή κουβέντα.

Ο Γεροθανάσης έχει κατεβάσει τα κάτασπρα χοντρά φρύδια του. Το γαλανό μάτι του φαίνεται αγριεμένο.

—Τι λέτε, παιδιά μου; φωνάζει. Τ' είν' αυτά που λέτε;

—Μα είναι καμωμένος για γράμματα, μπαρμπα-Θανάση. Άφησέ τον.

—Να πάρει τα μάτια του δηλαδή και να φύγει από ‘δώ το παιδί;

—Ναι, να πάει σ' όλο το δημοτικό.

—Σ' όλο το δημοτικό; Μα τι; Σοφό θα τον κάμω;

---

Για τον Λάμπρο βέβαια μιλούν. Τα παιδιά θέλουν να τον πάρουν μαζί τους στο σχολείο, να καθίσει χρόνια και να μάθει τα γράμματα καλά. Γιατί να μείνει τσοπάνης;

Ήρθαν και παρακάλεσαν τον παππού του να τον αφήσει. Μα ο παππούς αγρίεψε. Τότε ο Δημητράκης ξετύλιξε το τετράδιο του Λάμπρου.

—Κοίταξε, παππούλη, είπε, πώς έμαθε και γράφει. Είκοσι πέντε μέρες έχει που άρχισε την άλφα. Και όμως, να πού έφτασε!

—Τ' είν' αυτά; είπε ο παππούς. Γράμματα;

—Ναι, είναι γράψιμο του Λάμπρου· αυτά εδώ στο τέλος τα έχει γράψει μοναχός του, με το χέρι του και με τον νου του.

---

Ο Γεροθανάσης σήκωσε το κεφάλι, διόρθωσε τ' άσπρα φρύδια του και πήρε το τετράδιο στα χέρια. Το κοίταξε ανάποδα. Από σεβασμό όμως τα παιδιά έκαναν πως δεν το κατάλαβαν.

Ώρα πολλή το κοίταζε. Και θαύμαζε από μέσα του πως έχει εγγόνι που κατόρθωσε να βάλει όλα εκείνα τα γράμματα στη γραμμή.

—Τι λέει εδώ; ρώτησε.

Ο Δημητράκης πήρε το τετράδιο και του διάβασε αυτά τα λόγια, που ο Λάμπρος τα είχε γράψει μόνος του με γράμματα μεγάλα ίσα με φασόλια.

—Την Κυριακή παντρέψαμε την Αφρόδω μας με τραγούδια και βιολιά· και τη δώσαμε του Γιάννη απ' το Περιστέρι· και μας φίλησε κι έφυγε.

Ο Γεροθανάσης δεν ήθελε να μιλήσει άλλο.

—Να πάτε τώρα στο καλό, παιδιά, είπε, θα τα πω με τον κυρ Στέφανο. Να τος, έρχεται.

---

Τα τρία παιδιά έφυγαν. Ο κυρ Στέφανος, που ήρθε, είχε κι αυτός την ίδια ιδέα.

—Μια που το εγγόνι σου παίρνει έτσι τα γράμματα, είπε, κι έχει όρεξη γι' αυτά, πρέπει να τ' αποφασίσεις. Εκεί κάτω θα τον προσέχουμε όλοι τον Λάμπρο. Στείλε τον στο σκολειό, πέντε, δέκα χρόνια, να μάθει να γράφει, να λογαριάζει, να διαβάζει τα βιβλία. Τι θα κερδίσεις μ' έναν τσοπάνη παραπάνω;

—Το σωστό είναι σωστό, είπε ο Γεροθανάσης. Εδώ απάνω θα μείνει βλάχος σαν εμάς. Καλό ήταν να βγάλουν και τα Θανασαίικα έναν γραμματικό... Μα το βρίσκεις πάλι σωστό, κυρ Στέφανε, να μου φύγουν δύο εγγόνια σε μια βδομάδα;

Και το γαλανό μάτι του φάνηκε σαν να θόλωσε.

Ο Γεροθανάσης συνηθίζει να λέει πως ο άντρας πρέπει ν' αρπάζει τη λύπη του καθώς το αγριεμένο άλογο· απ' το γκέμι. Λοιπόν, τώρα δα τινάχτηκε λίγο από τον φόβο του, μην πάρει την ντροπή και δακρύσει.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

77. Ο Γεροθανάσης φοβάται μη δακρύσει ||fears||he cries 77. Der alte Mann hat Angst zu weinen 77. The old man is afraid to weep 77. El viejo tiene miedo de llorar 77. Le vieil homme a peur de pleurer 77. Stary człowiek boi się płakać 77. O velho tem medo de chorar

Ο Γεροθανάσης περπατάει έξω από την καλύβα του μιλώντας με τον Αντρέα, τον Φάνη και τον Δήμο. ||walks|outside|||hut||talking|||||||| Φαίνεται πως έχουν σοβαρή κουβέντα. it seems|that|they have|serious|conversation

Ο Γεροθανάσης έχει κατεβάσει τα κάτασπρα χοντρά φρύδια του. |||lowered||snow-white|thick|eyebrows| Το γαλανό μάτι του φαίνεται αγριεμένο. |blue|eye||seems|wild

—Τι λέτε, παιδιά μου; φωνάζει. |you say|children||is calling Τ' είν' αυτά που λέτε; ||||you say

—Μα είναι καμωμένος για γράμματα, μπαρμπα-Θανάση. |he is|made||letters||Thanas Άφησέ τον. leave|him

—Να πάρει τα μάτια του δηλαδή και να φύγει από ‘δώ το παιδί; |take||eyes||that is|||leave||||

—Ναι, να πάει σ' όλο το δημοτικό. ||go||||elementary school

—Σ' όλο το δημοτικό; Μα τι; Σοφό θα τον κάμω; |||elementary||||||make him

---

Για τον Λάμπρο βέβαια μιλούν. |||surely|they speak Τα παιδιά θέλουν να τον πάρουν μαζί τους στο σχολείο, να καθίσει χρόνια και να μάθει τα γράμματα καλά. |||||take|||||||for years|||||letters| Γιατί να μείνει τσοπάνης; ||stay|shepherd Why should he remain a shepherd?

Ήρθαν και παρακάλεσαν τον παππού του να τον αφήσει. They came||they asked|||||him|let They came and begged his grandfather to let him go. Μα ο παππούς αγρίεψε. |||got angry But the grandfather got angry. Τότε ο Δημητράκης ξετύλιξε το τετράδιο του Λάμπρου. |||unrolled||||

—Κοίταξε, παππούλη, είπε, πώς έμαθε και γράφει. |grandpa|||he learned|| Είκοσι πέντε μέρες έχει που άρχισε την άλφα. twenty|five||||started|| Και όμως, να πού έφτασε! ||||he arrived

—Τ' είν' αυτά; είπε ο παππούς. Γράμματα;

—Ναι, είναι γράψιμο του Λάμπρου· αυτά εδώ στο τέλος τα έχει γράψει μοναχός του, με το χέρι του και με τον νου του. ||writing|||||||||written|by himself||||hand|||||| —Yes, it is writing by Lampros; what is here at the end has been written alone, by his own hand and his own mind.

--- ---

Ο Γεροθανάσης σήκωσε το κεφάλι, διόρθωσε τ' άσπρα φρύδια του και πήρε το τετράδιο στα χέρια. ||lifted|||adjusted|||eyebrows|||||notebook|| Gerothanas lifted his head, fixed his white eyebrows, and took the notebook in his hands. Το κοίταξε ανάποδα. |looked at|upside down Από σεβασμό όμως τα παιδιά έκαναν πως δεν το κατάλαβαν. |respect||||pretended||||understood

Ώρα πολλή το κοίταζε. time||| For a long time, he was looking at it. Και θαύμαζε από μέσα του πως έχει εγγόνι που κατόρθωσε να βάλει όλα εκείνα τα γράμματα στη γραμμή. |he marveled||inside||||grandchild||managed||put|all|those||letters||line And he marveled inside himself how he had a grandchild who managed to put all those letters in line.

—Τι λέει εδώ; ρώτησε. —What does it say here? he asked.

Ο Δημητράκης πήρε το τετράδιο και του διάβασε αυτά τα λόγια, που ο Λάμπρος τα είχε γράψει μόνος του με γράμματα μεγάλα ίσα με φασόλια. |Dimitrakis|took||notebook|||read|||words|||||had|written|by himself|||letters|big|equal||beans

—Την Κυριακή παντρέψαμε την Αφρόδω μας με τραγούδια και βιολιά· και τη δώσαμε του Γιάννη απ' το Περιστέρι· και μας φίλησε κι έφυγε. |Sunday|we married||Aphrodite|||songs||violins|||we gave her||Giannis|||Peristeri|||kissed||left —On Sunday we married our Aphrodite with songs and violins; and we gave her to Giannis from Peristeri; and she kissed us and left.

Ο Γεροθανάσης δεν ήθελε να μιλήσει άλλο. Old Thanasis did not want to speak any further.

—Να πάτε τώρα στο καλό, παιδιά, είπε, θα τα πω με τον κυρ Στέφανο. |go|now||good||||it|say|||| —You should go now, kids, he said, I will talk to Mr. Stefanos. Να τος, έρχεται. |him|he is coming Here he comes.

--- ---

Τα τρία παιδιά έφυγαν. The three children left. Ο κυρ Στέφανος, που ήρθε, είχε κι αυτός την ίδια ιδέα. ||||came||||||idea Mr. Stefan, who came, also had the same idea.

—Μια που το εγγόνι σου παίρνει έτσι τα γράμματα, είπε, κι έχει όρεξη γι' αυτά, πρέπει να τ' αποφασίσεις. |||grandchild||takes|like this||letters|||he has|appetite||them|you must|||decide —Now that your grandson is taking the letters like that, he said, and has a desire for them, you must decide. Εκεί κάτω θα τον προσέχουμε όλοι τον Λάμπρο. |down|||we will take care of|everyone|| Down there, we will all take care of Lambros. Στείλε τον στο σκολειό, πέντε, δέκα χρόνια, να μάθει να γράφει, να λογαριάζει, να διαβάζει τα βιβλία. send|||school|five||years||learn||write||calculate||read|| Send him to school for five or ten years to learn to write, to calculate, to read books. Τι θα κερδίσεις μ' έναν τσοπάνη παραπάνω; ||gain|||shepherd|more What will you gain with one more shepherd?

—Το σωστό είναι σωστό, είπε ο Γεροθανάσης. |correct||correct||| - The right is right, said Gerothanas. Εδώ απάνω θα μείνει βλάχος σαν εμάς. |||stay|a villager||us Up here, a villager will remain like us. Καλό ήταν να βγάλουν και τα Θανασαίικα έναν γραμματικό... Μα το βρίσκεις πάλι σωστό, κυρ Στέφανε, να μου φύγουν δύο εγγόνια σε μια βδομάδα; |||take out|||Thanasa family||grammarian|||find|again|right||Stephen|||leave||grandchildren|||week It would have been good for the Thanasaeika to produce a scholar... But do you find it right, Mr. Stefanos, that I lost two grandchildren in a week?

Και το γαλανό μάτι του φάνηκε σαν να θόλωσε. ||blue||of the|seemed|||blurred And his blue eye seemed like it had clouded over.

Ο Γεροθανάσης συνηθίζει να λέει πως ο άντρας πρέπει ν' αρπάζει τη λύπη του καθώς το αγριεμένο άλογο· απ' το γκέμι. ||usually||||||||grab||sorrow||like||wild||||gallop Old Thanasis is accustomed to saying that a man must seize his sorrow like a wild horse; by the reins. Λοιπόν, τώρα δα τινάχτηκε λίγο από τον φόβο του, μην πάρει την ντροπή και δακρύσει. ||just|jumped||||fear|||take||shame||cry So, just now he shook off a bit of his fear, so that he wouldn't feel shame and start to cry.