×

我們使用cookies幫助改善LingQ。通過流覽本網站,表示你同意我們的 cookie 政策.

image

Τολστόι, Λ. - Αφέντης και Δούλος (και άλλα), I. Ο Ποληκούσκα

I. Ο Ποληκούσκα

- Ορισμός σας κυρία! Μονάχα, πως όσο για τους Ντουτλόβ, είναι κρίμα, Όλοι τους είναι ένας κι ένας. Καλά παιδιά. Όμως σαν δεν παραχωρήσουμε μακάρι έναν από τους δούλους της αφεντιάς σας, δε γλιτώνουν, έλεγε ο επιστάτης. Αν και, από τώρα κιόλας, όλο το χωριό σ' αυτούς έχει σταματήσει. Πάλι, κατά πως θα ορίσει η αφεντιά σας κυρία!

Κι ο επιστάτης μετακίνησε τα χέρια του, έβαλε το δεξί πάνω στ' αριστερό, κρατώντας και τα δυο μπροστά στην κοιλιά του, έγειρε το κεφάλι του από την άλλη μεριά, τράβηξε προς τα μέσα τα λεπτά χείλη του, χαμήλωσε τα μάτια και σώπασε, με φανερή την πρόθεση ν' απομείνει σιωπηλός ώρα πολλή και ν' ακούει δίχως αντίρρηση, όλες κείνες τις ανοησίες, που θα του έλεγε πάνω σ' αυτό το ζήτημα η κυρία του.

Ο επιστάτης ήταν ένας από τους δουλοπάροικους τ' αρχοντικού και, φρεσκοξυρισμένος, φορώντας το μακρύ σουρτούκο του (κομμένο και ραμμένο στην ξέχωρη κείνη φόρμα που συνήθιζαν οι επιστάτες εκείνου του καιρού), στεκόταν μπροστά στη κυρία κάποιο βράδυ του φθινοπώρου, κάνοντας την εισήγησή του.

Η εισήγηση, κατά την αντίληψη της κυρίας, έγκειται στον ν' ακούσει τον απολογισμό για τις δουλειές που έγιναν και να δώσει διαταγές για εκείνες που έπρεπε να γίνουν. Κατά την αντίληψη όμως του επιστάτη, του Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς η εισήγηση ήταν μια τελετή, που στη διάρκειά της, αυτός ήταν υποχρεωμένος να στέκεται ορθός στη γωνία, με το πρόσωπο γυρισμένο κατά τον καναπέ και ν' ακούει ατέλειωτες φλυαρίες, άσχετες ολότελα με τις τρέχουσες δουλειές, ίσαμε που με κάποιες παρατηρήσεις του με τρόπο ειπωμένες ν' αναγκάσει την κυρία να του πει βιαστικά και νευριασμένα: «Καλά, καλά, κάνε, όπως νομίζεις», παραδεχόμενη έτσι τη γνώμη του για όλα.

Κείνο το βράδυ το ζήτημα ήταν για τους κληρωτούς. Από το Πακρόβσκογιε, έπρεπε να δώσουν τρεις. Οι δυο ήταν, αναμφισβήτητα, ορισμένοι από την ίδια τη μοίρα, καθώς συνταίριαζαν οι οικογενειακές, οι ηθικές κι οι οικονομικές τους συνθήκες. Όσο γι' αυτούς δε χωρούσε κανένας δισταγμός και καμιά αμφισβήτηση μήτε από το μέρος της συνέλευσης του χωριού, μήτε από το μέρος της κυρίας, μήτε από το μέρος της κοινής γνώμης. Για τον τρίτο όμως το ζήτημα άλλαζε. Κανονικά θα έπρεπε να πάει στρατιώτης ένα από τα τρία παλικάρια της οικογένειας Ντουτλόβ. Μα ο επιστάτης είχε τη γνώμη πως θα ήταν προτιμότερο να δώσουν στη θέση του τον δουλοπάροικο Ποληκέη, που είχε κακιά φήμη γιατί συχνά-πυκνά τον είχαν πιάσει να κλέβει σακιά, χάμουρα και σανό.

Όμως η κυρία του τύχαινε κάπου-κάπου να χαϊδεύει τα κουρελιασμένα παιδιά του Ποληκέη και που προσπαθούσε με διάφορες νουθεσίες, παρμένες από το Ευαγγέλιο, να ξαναφέρει τον παραστρατημένο στον ίσιο δρόμο, δεν ήθελε με κανένα τρόπο να τον στείλει στο στρατό. Και ταυτόχρονα δεν ήθελε και το κακό της οικογένειας Ντουτλόβ, που μήτε την ήξερε, μήτε την είχε δει ποτέ της. Αλλά δε μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό της κι ο επιστάτης δεν τολμούσε να της το πει καθαρά, πως αν δεν πήγαινε στο στρατό ο Ποληκέη, θα έπρεπε να πάει ο Ντουτλόβ. «Μα εγώ δε θέλω καθόλου το κακό των Ντουτλόβ» - τόνιζε με αίσθημα η κυρία. «Σαν δεν το θέλετε, τότε μετρήστε τριακόσια ρούβλια για την εξαγορά» - αυτός έπρεπε να της απαντήσει ο Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς. Μα η διπλωματία δεν του επέτρεπε να μιλήσει έτσι.

Και για τούτο, ο επιστάτης απόμεινε ήρεμα στην ορθοστασία του, και μάλιστα ακούμπησε ελαφρά στον τοίχο, διατηρώντας πάντα την έκφραση της δουλοπρέπειας στη μορφή και κάρφωσε το βλέμμα του προς το μέρος της κυρίας, κοιτάζοντας πως κουνιόνταν τα χείλη της, πως χοροπηδούσαν τα κορδελάκια του μπονέ της μαζί με τον ίσκιο της πάνω στον τοίχο, κάτω από το κάδρο που κρεμόταν εκεί δα. Και θεωρούσε ολότελα περιττό να εμβαθύνει στην έννοια που είχαν τα λεγόμενά της.

Η κυρία μιλούσε πολλή ώρα και έλεγε πάμπολλα. Ο επιστάτης ένιωσε τη σύσπαση κάποιου χασμουρητού να τον ενοχλεί, όμως με τρόπο τη μετάτρεψε σε βήχα, έκρυψε το πρόσωπό του με το χέρι και ξερόβηξε προσποιημένα.

Πριν από λίγο καιρό είχα δει με τα μάτια μου τον λόρδο Πάλμερστον να κάθεται με το πρόσωπο κρυμμένο πίσω από το καπέλο του όλη την ώρα που κάποιο μέλος της αντιπολίτευσης αγόρευε απειλώντας την Κυβέρνηση κι ύστερα να σηκώνεται ξαφνικά και με μια αγόρευση που κράτησε ολόκληρες τρεις ώρες ν' απαντάει σ' όλα τα σημεία του λόγου του αντίπαλού του. Το είδα και δεν απόρησα καθόλου, γιατί κάτι παρόμοιο είχα δει χίλιες φορές να συμβαίνει ανάμεσα στον Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς και την κυρία του. Δεν ξέρω αν φοβήθηκε μήπως τυχόν αποκοιμηθεί ορθός καθώς στεκόταν, ή αν του φάνηκε πως παρατράβηξε το σκοινί η κυρία, όμως κάποια στιγμή μετατόπισε το βάρος του κορμιού του από το αριστερό πόδι στο δεξί κι άρχισε μ' ένα ύφος γεμάτο διπλωματικό σεβασμό, όπως συνήθιζε πάντα να ξεκινάει:

- Ορισμός σας, κυρία, μονάχα,... μονάχα η συνέλευση τώρα βρίσκεται έξω από το γραφείο μου και πρέπει να παρθεί μια απόφαση. Το διάταγμα λέει πως πριν από την πρώτη του Οκτώβρη πρέπει να βρεθούν οι κληρωτοί στην πολιτεία. Κι απ' τους χωριανούς μας όλοι δείχνουν τους Ντουτλόβ κι ούτε που είναι άλλος κανένας κατάλληλος. Κι η συνέλευση δε νοιάζεται για τα συμφέροντα της αφεντιάς σας. Της είναι αδιάφορο αν έτσι καταστρέφεται αυτή η φαμελιά. Μα εγώ ξέρω πολύ καλά πόσο σκληρά έχουν δουλέψει όλοι τους. Όλον τον καιρό, από τότε που με διορίσατε επιστάτη, παλεύουν με τη φτώχια τους. Και τώρα ό,τι μεγάλωσε ο πιο μικρότερος ανιψιός του, να σου πάλι η συμφορά. Και εγώ, όπως δα το ξέρει η αφεντιά σας, νοιάζουμαι για τα δικά σας συμφέροντα πρώτα απ' όλα. Είναι κρίμα, κυρία. Μα πάλι, κατά πως η αφεντιά σας θα ορίσει. Μήτε συμπέθεροί μου είναι οι Ντουτλόβ μήτε αδέλφια μου, και μήτε είδα καμιά δεκάρα τους πότε...

- Μήτε φαντάστηκα κάτι τέτοιο πράγμα, Γιεγκόρ, τον διέκοψε η κυρία και ταυτόχρονα σκέφτηκε πως σίγουρα του είχαν βάλει αρκετά στο χέρι.

- ...Μονάχα πως σ' ολόκληρο το χωριό Πακρόβσκογιε, είναι η πιο νοικοκυρεμένη φαμελιά. Άνθρωποι θεοφοβούμενοι, δουλευτήδες. Ο γέρος τριάντα χρόνια τώρα είναι επίτροπος της εκκλησίας, πιοτό δεν ξέρει τι θα πει, ποτές του δεν ακούστηκε να βλαστημήσει, άνθρωπος χριστιανός σε όλα του (ο επιστάτης ήξερε το σφυγμό της κυρίας του). Και το κυριότερο που έχω να σας πω για δαύτον είναι πως γιους έχει δυο μονάχα, τ' άλλα παλικάρια της φαμελιάς είναι ανίψια του. Η συνέλευση δείχνει αυτόν, μα κανονικά θα έπρεπε να υπολογίσουν μονάχα τα δυο παλικάρια του. Πολλοί άλλοι χωριανοί μας, και με τρεις γιους ακόμα κατάφεραν να μείνουν απ' έξω και να 'ναι και εντάξει, μα τούτοι δω με τις τόσες καλοσύνες βρέθηκαν στο τέλος και μπερδεμένοι.

Σε τούτο το σημείο ήταν που η κυρία δεν καταλάβαινε τίποτα από τα λεγόμενα του επιστάτη - δεν καταλάβαινε τι σήμαινε «πως είχαν τρεις γιους» ή «πως έχουν δύο» κλπ., άκουγε μονάχα τους ήχους της ομιλίας και παρατηρούσε τα πάνινα κουμπιά του σουρτούκου του. Το πάνω, φαίνεται, πως το κούμπωνε σπάνια και για τούτο ήταν στέρεα ραμμένο, μα το μεσιανό είχε μισοξηλωθεί και κρεμόταν κι είχε ανάγκη να ξαναραφτεί. Όμως, όπως ξέρουμε όλοι, σε μια συνομιλία, σχετική μάλιστα με υποθέσεις, είναι ολότελα περιττό να καταλαβαίνετε εκείνα που σας λένε, παρά μονάχα πρέπει να έχετε το νου σας το τι θέλετε εσείς ο ίδιος να πείτε. Αυτό έκανε και η κυρία.

- Πώς δε θέλεις να το καταλάβεις, Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς; - είπε κάποια στιγμή. Δεν έχω καμιά διάθεση να πάει στρατιώτης ο Ντουτλόβ. Φαντάζομαι, πως απ' ό,τι με ξέρεις, μπορείς να κρίνεις, πως κάνω ό,τι μπορώ πάντα μονάχα για να βοηθώ τους χωρικούς μου και πως ποτές μου δε θέλω το κακό τους. Ξέρεις πως είμαι πρόθυμη να θυσιάσω το παν, φτάνει ν' απαλλαχτώ απ' αυτή τα θλιβερή ανάγκη και να μη στείλω στο στρατό μήτε το Ντουτλόβ, μήτε το Χαριούσκιν. (Δεν ξέρω αν πέρασε από το μυαλό του επιστάτη η σκέψη πως για ν' απαλλαχτεί η κυρία απ' αυτήν τη θλιβερή ανάγκη δεν υπήρχε λόγος να θυσιάσει το παν, κι έφτανε μονάχα να μετρήσει τριακόσια ρούβλια, όμως η σκέψη αυτή εύκολα μπορούσε να του έρθει). Ένα μονάχα σου λέω: πως με κανέναν τρόπο δε θα στείλω τον Ποληκέη. Όταν, ύστερα από κείνη την υπόθεση του ρολογιού μου τα ομολόγησε όλα ο ίδιος, κι έκλαιγε κι ορκιζόταν πως θα διορθωθεί, μίλησα πολλή ώρα μαζί του και πείστηκα πως είχε βαθιά συγκινηθεί και μετανόησε ειλικρινά.

(«Ου, τώρα πήρε τον κατήφορο και ποιος τη σταματάει!» - στοχάστηκε ο επιστάτης κι άρχισε να παρατηρεί το γλυκό που της είχαν σερβίρει μέσα σ' ένα ποτήρι για να εξακριβώσει αν ήταν πορτοκάλι ή λεμόνι, «θα πικροφέρνει πρέπει», συμπέρανε.)

Πέρασαν από τότε ολόκληροι εφτά μήνες κι ούτε μια φορά δε μέθυσε και φέρνεται πολύ καλά. Η γυναίκα του μου έλεγε τις προάλλες πως έχει γίνει άλλος άνθρωπος. Και πώς θέλεις να τον τιμωρήσω τώρα που σωφρονίστηκε; Και δεν είναι απανθρωπιά να στείλω στο στρατό έναν άνθρωπο που έχει πέντε παιδιά να θρέψει; Α, όχι, καλύτερα μη μου ξαναμιλήσεις γι' αυτό το ζήτημα, Γιεγκόρ...

Κι η κυρία ρούφηξε μια γουλιά από το ποτήρι. Ο επιστάτης παρακολούθησε το κύλισμα του νερού στο λαρύγγι της κι ύστερα είπε κοφτά και ξερά:

- Που θα πει ορίζετε να στείλουμε το Ντουτλόβ.

Η κυρία χτύπησε τα χέρια της.

- Πώς δε μπορείς να με καταλάβεις; Θέλω τάχα εγώ το κακό του Ντουτλόβ; Έχω τάχα το παραμικρό εναντίον του; Μάρτυς μου ο Θεός πως είναι πρόθυμη να κάμω το παν γι' αυτούς. (Τα μάτια της στράφηκαν στο κάδρο που κρεμόταν στην άλλη γωνία, μα θυμήθηκε πως δεν ήταν εικόνισμα: «Ε, αδιάφορο, το ίδιο κάνει, δεν πρόκειται γι' αυτό», στοχάστηκε. Και πράγμα περίεργο, μήτε καν σκέφτηκε πάλι πως μπορούσε με τριακόσια ρούβλια να ξεμπλέξει). Μα τι θες να κάνω; Ξέρω τάχα τι και πώς; Αυτά εγώ δε μπορώ να τα ξέρω. Κάνε έτσι, που όλοι να μείνουν ευχαριστημένοι από το νόμο. Τι να γίνει; Δεν είναι μονάχα αυτοί. Σε όλους τυχαίνουν αναποδιές και δύσκολες στιγμές. Μονάχα τον Ποληκέη ειν' αδύνατο να τον παραχωρήσω. Κατάλαβέ το, πως ένα τέτοιο πράγμα θα ήταν τρομερό από μέρους μου.

Θα μιλούσε πολλή ώρα ακόμη κατά τη φόρα που είχε πάρει, μα εκείνη τη στιγμή μπήκε στο δωμάτιο η πρώτη καμαριέρα.

- Τι τρέχει; - ρώτησε η κυρία.

- Ένας μουζίκος ήρθε και παρακάλεσε να ρωτήσω το Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς αν η συνέλευση πρέπει να τον περιμένει, είπε η καμαριέρα κι έριξε μια οργισμένη ματιά στον επιστάτη. («Τι σου είναι, και τούτος δω ο επιστάτης, στοχάστηκε, κατασύγχισε πάλι την κυρία και δε θα μ' αφήσει να ησυχάσω ίσαμε τις δυο η ώρα).

- Πήγαινε, λοιπόν, Γιεγκόρ, είπε η κυρία, και κάνε κείνο που είναι καλύτερο.

- Μάλιστα κυρία. (Απόφυγε πια ν' αναφέρει για το Ντουτλόβ). Και για τα λεφτά του περιβολάρη, ποιον ορίζει η αφεντιά σας να στείλω;

- Ο Πετρούσκα δε γύρισε ακόμα από την πολιτεία;

- Όχι.

- Μήπως θα μπορούσε να πάει ο Νικολάη;

- Ο μπαμπάς κείτεται με δυνατούς πόνους στη μέση, είπε η καμαριέρα.

- Μήπως ορίζεται να πεταχτώ εγώ αύριο; - ρώτησε ο επιστάτης.

- Όχι. Εσύ δεν πρέπει να λείψεις από εδώ, Γιεγκόρ. (Η κυρία απόμεινε για λίγο σκεφτική). Πόσα λεφτά είναι;

- Τετρακόσια εξήντα δύο ρούβλια.

- Στείλε τον Ποληκέη, είπε η κυρία, κοιτάζοντας αποφασιστικά τον επιστάτη κατά πρόσωπο.

Ο επιστάτης δίχως ν' ανοίξει το στόμα, τέντωσε τα χείλη σάμπως να χαμογελούσε και διατήρησε την απάθεια στη μορφή.

- Μάλιστα, κυρία.

- Να μου τον στείλεις εδώ.

- Μάλιστα, κυρία, κι ο επιστάτης τράβηξε για το γραφείο.

Learn languages from TV shows, movies, news, articles and more! Try LingQ for FREE

I. Ο Ποληκούσκα ||Polikouska I. Polikuska I. Polikuska I. Polikuska I. Polikuska I. Polikuska I. Polikuska I. Polikuska I. Polikuska I. Polikuska I·波利庫斯卡

- Ορισμός σας κυρία! ||Ihre Hoheit definition|| - Ihr Termin, Madame! - Your appointment madam! - ¡Claro que sí! Μονάχα, πως όσο για τους Ντουτλόβ, είναι κρίμα, Όλοι τους είναι ένας κι ένας. |||||Dutlov|||||||| Only, as for the Dutlovs, it's a pity, they're all one and the same. Solo que, en cuanto a los Dursley, es una lástima, Son todos iguales. Καλά παιδιά. Good kids. Buenos chicos. Όμως σαν δεν παραχωρήσουμε μακάρι έναν από τους δούλους της αφεντιάς σας, δε γλιτώνουν, έλεγε ο επιστάτης. |||"we concede"|||||"servants"||your honor|||get away||| However, if we do not graciously grant even one of your lordship's servants, they will not escape, the overseer said. Sin embargo, si no entregamos uno de los sirvientes de su excelencia, no se van a escapar, decía el mayordomo. Αν και, από τώρα κιόλας, όλο το χωριό σ' αυτούς έχει σταματήσει. Although, from now on, the whole village has stopped for them. Aunque, desde ahora, todo el pueblo se ha detenido por ellos. Πάλι, κατά πως θα ορίσει η αφεντιά σας κυρία! Again, as your lordship will decide, madam! ¡Otra vez, según decida su excelencia, señora!

Κι ο επιστάτης μετακίνησε τα χέρια του, έβαλε το δεξί πάνω στ' αριστερό, κρατώντας και τα δυο μπροστά στην κοιλιά του, έγειρε το κεφάλι του από την άλλη μεριά, τράβηξε προς τα μέσα τα λεπτά χείλη του, χαμήλωσε τα μάτια και σώπασε, με φανερή την πρόθεση ν' απομείνει σιωπηλός ώρα πολλή και ν' ακούει δίχως αντίρρηση, όλες κείνες τις ανοησίες, που θα του έλεγε πάνω σ' αυτό το ζήτημα η κυρία του. |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||visible|||||||||||||||||||||||||||| And the steward moved his hands, placing the right one over the left, holding both in front of his belly, tilted his head to the other side, pulled his thin lips inward, lowered his eyes, and fell silent, with a clear intention to remain silent for a long time and to listen without objection to all those nonsense that his mistress would tell him about this matter.

Ο επιστάτης ήταν ένας από τους δουλοπάροικους τ' αρχοντικού και, φρεσκοξυρισμένος, φορώντας το μακρύ σουρτούκο του (κομμένο και ραμμένο στην ξέχωρη κείνη φόρμα που συνήθιζαν οι επιστάτες εκείνου του καιρού), στεκόταν μπροστά στη κυρία κάποιο βράδυ του φθινοπώρου, κάνοντας την εισήγησή του. ||||||serfs||manor||freshly shaven||||long frock coat||||tailored||distinctive||||||Overseers|||of the weather||||||||autumn evening|||recommendation| The steward was one of the serfs of the manor and, freshly shaved, wearing his long coat (cut and sewn in that special form customary for stewards of that time), stood in front of the lady one evening in the autumn, making his report.

Η εισήγηση, κατά την αντίληψη της κυρίας, έγκειται στον ν' ακούσει τον απολογισμό για τις δουλειές που έγιναν και να δώσει διαταγές για εκείνες που έπρεπε να γίνουν. |suggestion||||||"lies in"|||||report||||||||||||||| The report, according to the lady's perception, consisted of listening to the account of the work that had been done and giving orders for the tasks that needed to be carried out. Κατά την αντίληψη όμως του επιστάτη, του Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς η εισήγηση ήταν μια τελετή, που στη διάρκειά της, αυτός ήταν υποχρεωμένος να στέκεται ορθός στη γωνία, με το πρόσωπο γυρισμένο κατά τον καναπέ και ν' ακούει ατέλειωτες φλυαρίες, άσχετες ολότελα με τις τρέχουσες δουλειές, ίσαμε που με κάποιες παρατηρήσεις του με τρόπο ειπωμένες ν' αναγκάσει την κυρία να του πει βιαστικά και νευριασμένα: «Καλά, καλά, κάνε, όπως νομίζεις», παραδεχόμενη έτσι τη γνώμη του για όλα. |||||||Yegor|Mikhailovich||||||||"duration of"|||||||||||||||||||||chatter|irrelevant||||current||||||||||spoken in passing||||||||||||||||admitting|||||| However, in the perception of the supervisor, Yegor Mikhailovich, the proposal was a ceremony during which he was obligated to stand upright in the corner, with his face turned towards the sofa, listening to endless prattle, completely unrelated to current business, until with some of his remarks made in a certain way, he would force the lady to hastily and irritably say to him: 'Alright, alright, do as you think,' thereby admitting her acceptance of his opinion on everything.

Κείνο το βράδυ το ζήτημα ήταν για τους κληρωτούς. ||||||||conscripts That evening the issue was about the draftees. Από το Πακρόβσκογιε, έπρεπε να δώσουν τρεις. ||Pakrovskoye|||| From Pakrovskoye, they had to give three. Οι δυο ήταν, αναμφισβήτητα, ορισμένοι από την ίδια τη μοίρα, καθώς συνταίριαζαν οι οικογενειακές, οι ηθικές κι οι οικονομικές τους συνθήκες. |||||||||||matched||||||||| The two were, undoubtedly, some from the very fate itself, as their family, moral, and economic conditions matched. Όσο γι' αυτούς δε χωρούσε κανένας δισταγμός και καμιά αμφισβήτηση μήτε από το μέρος της συνέλευσης του χωριού, μήτε από το μέρος της κυρίας, μήτε από το μέρος της κοινής γνώμης. ||||||hesitation|||doubt or dispute||||||assembly||||||||||||||| As for them, there was no room for hesitation or doubt, neither from the village assembly, nor from the lady, nor from public opinion. Για τον τρίτο όμως το ζήτημα άλλαζε. However, for the third, the issue was different. Κανονικά θα έπρεπε να πάει στρατιώτης ένα από τα τρία παλικάρια της οικογένειας Ντουτλόβ. Normally, one of the three men in the Doutlov family should have gone as a soldier. Μα ο επιστάτης είχε τη γνώμη πως θα ήταν προτιμότερο να δώσουν στη θέση του τον δουλοπάροικο Ποληκέη, που είχε κακιά φήμη γιατί συχνά-πυκνά τον είχαν πιάσει να κλέβει σακιά, χάμουρα και σανό. ||||||||||||||||serf|Polikeis|||||||||||||sacks|||hay But the overseer thought it would be better to send the serf Polikei in his place, who had a bad reputation because he was often caught stealing sacks, hay, and straw.

Όμως η κυρία του τύχαινε κάπου-κάπου να χαϊδεύει τα κουρελιασμένα παιδιά του Ποληκέη και που προσπαθούσε με διάφορες νουθεσίες, παρμένες από το Ευαγγέλιο, να ξαναφέρει τον παραστρατημένο στον ίσιο δρόμο, δεν ήθελε με κανένα τρόπο να τον στείλει στο στρατό. ||||||||caress||tattered||||||||||taken|||||||||||||||||||| However, the lady happened to occasionally pet Polikei's ragged children, and she was trying with various admonitions, taken from the Gospel, to bring the wayward one back to the right path; she did not want to send him to the army by any means. Και ταυτόχρονα δεν ήθελε και το κακό της οικογένειας Ντουτλόβ, που μήτε την ήξερε, μήτε την είχε δει ποτέ της. And at the same time, she did not want any harm to come to the Dutlov family, whom she neither knew nor had ever seen. Αλλά δε μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό της κι ο επιστάτης δεν τολμούσε να της το πει καθαρά, πως αν δεν πήγαινε στο στρατό ο Ποληκέη, θα έπρεπε να πάει ο Ντουτλόβ. But she could not grasp it, and the overseer did not dare to tell her clearly that if Polikei did not go to the army, Dultlov would have to go. «Μα εγώ δε θέλω καθόλου το κακό των Ντουτλόβ» - τόνιζε με αίσθημα η κυρία. "But I do not want any harm to come to the Dutlovs at all," the lady emphasized with feeling. «Σαν δεν το θέλετε, τότε μετρήστε τριακόσια ρούβλια για την εξαγορά» - αυτός έπρεπε να της απαντήσει ο Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς. If you don't want it, then count three hundred rubles for the redemption - this is what Yegor Mikhailovich had to answer her. Μα η διπλωματία δεν του επέτρεπε να μιλήσει έτσι. ||diplomacy|||||| But diplomacy did not allow him to speak like that.

Και για τούτο, ο επιστάτης απόμεινε ήρεμα στην ορθοστασία του, και μάλιστα ακούμπησε ελαφρά στον τοίχο, διατηρώντας πάντα την έκφραση της δουλοπρέπειας στη μορφή και κάρφωσε το βλέμμα του προς το μέρος της κυρίας, κοιτάζοντας πως κουνιόνταν τα χείλη της, πως χοροπηδούσαν τα κορδελάκια του μπονέ της μαζί με τον ίσκιο της πάνω στον τοίχο, κάτω από το κάδρο που κρεμόταν εκεί δα. ||||||||standing|||||||||||||of servility||||||||||||||||||||||ribbons||||||||||||||||||| And for this reason, the steward remained calmly at his post, even leaning slightly against the wall, always maintaining the expression of servility on his face and fixed his gaze towards the lady, watching how her lips moved, how the ribbons of her bonnet bounced along with her shadow on the wall, under the frame that hung right there. Και θεωρούσε ολότελα περιττό να εμβαθύνει στην έννοια που είχαν τα λεγόμενά της. And he considered it completely unnecessary to delve into the meaning of what she was saying.

Η κυρία μιλούσε πολλή ώρα και έλεγε πάμπολλα. |||||||many things The lady spoke for a long time and said countless things. Ο επιστάτης ένιωσε τη σύσπαση κάποιου χασμουρητού να τον ενοχλεί, όμως με τρόπο τη μετάτρεψε σε βήχα, έκρυψε το πρόσωπό του με το χέρι και ξερόβηξε προσποιημένα. ||||||yawning||||||||||||||||||||pretending The caretaker felt the constriction of a yawn bothering him, but in a way he converted it into a cough, hid his face with his hand, and feigned a dry cough.

Πριν από λίγο καιρό είχα δει με τα μάτια μου τον λόρδο Πάλμερστον να κάθεται με το πρόσωπο κρυμμένο πίσω από το καπέλο του όλη την ώρα που κάποιο μέλος της αντιπολίτευσης αγόρευε απειλώντας την Κυβέρνηση κι ύστερα να σηκώνεται ξαφνικά και με μια αγόρευση που κράτησε ολόκληρες τρεις ώρες ν' απαντάει σ' όλα τα σημεία του λόγου του αντίπαλού του. ||||||||||||Palmerston|||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||of the opposition| Not long ago, I saw with my own eyes Lord Palmerston sitting with his face hidden behind his hat the whole time that some member of the opposition was speaking, threatening the Government, and then suddenly getting up and responding to all points of his opponent's speech with a speech that lasted a full three hours. Το είδα και δεν απόρησα καθόλου, γιατί κάτι παρόμοιο είχα δει χίλιες φορές να συμβαίνει ανάμεσα στον Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς και την κυρία του. I saw it and was not surprised at all, because I had seen something similar happen a thousand times between Yegor Mikhailovich and his lady. Δεν ξέρω αν φοβήθηκε μήπως τυχόν αποκοιμηθεί ορθός καθώς στεκόταν, ή αν του φάνηκε πως παρατράβηξε το σκοινί η κυρία, όμως κάποια στιγμή μετατόπισε το βάρος του κορμιού του από το αριστερό πόδι στο δεξί κι άρχισε μ' ένα ύφος γεμάτο διπλωματικό σεβασμό, όπως συνήθιζε πάντα να ξεκινάει: |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||diplomatic|||||| I do not know if he was afraid that he might doze off while standing, or if it seemed to him that the lady had stretched the rope too far, but at some point he shifted his body weight from his left leg to his right and began with an expression full of diplomatic respect, as he always used to start:

- Ορισμός σας, κυρία, μονάχα,... μονάχα η συνέλευση τώρα βρίσκεται έξω από το γραφείο μου και πρέπει να παρθεί μια απόφαση. |||||||||outside|||||||||| - Your definition, madam, only... only the assembly is now outside my office and a decision must be made. Το διάταγμα λέει πως πριν από την πρώτη του Οκτώβρη πρέπει να βρεθούν οι κληρωτοί στην πολιτεία. ||||||||||||||draftees|| The decree states that by the first of October the draftees must be found in the state. Κι απ' τους χωριανούς μας όλοι δείχνουν τους Ντουτλόβ κι ούτε που είναι άλλος κανένας κατάλληλος. |||villagers|||||||||||| And from our villagers, everyone points to the Doutlov and there is no one else suitable. Κι η συνέλευση δε νοιάζεται για τα συμφέροντα της αφεντιάς σας. And the assembly does not care about your interests. Της είναι αδιάφορο αν έτσι καταστρέφεται αυτή η φαμελιά. ||||||||family It is indifferent to the fact that this family is being destroyed. Μα εγώ ξέρω πολύ καλά πόσο σκληρά έχουν δουλέψει όλοι τους. But I know very well how hard they have all worked. Όλον τον καιρό, από τότε που με διορίσατε επιστάτη, παλεύουν με τη φτώχια τους. |||||||appointed|||||| All this time, since you appointed me as a supervisor, they have been struggling with their poverty. Και τώρα ό,τι μεγάλωσε ο πιο μικρότερος ανιψιός του, να σου πάλι η συμφορά. And now that the youngest nephew has grown up, here comes the misfortune again. Και εγώ, όπως δα το ξέρει η αφεντιά σας, νοιάζουμαι για τα δικά σας συμφέροντα πρώτα απ' όλα. |||||||||I care|||||||| And I, as you already know, care about your interests first and foremost. Είναι κρίμα, κυρία. It is a pity, madam. Μα πάλι, κατά πως η αφεντιά σας θα ορίσει. But again, as your lordship will determine. Μήτε συμπέθεροί μου είναι οι Ντουτλόβ μήτε αδέλφια μου, και μήτε είδα καμιά δεκάρα τους πότε... |in-laws|||||||||||||| Neither are the Doulov my in-laws nor my brothers, and I have never seen a dime of theirs ever...

- Μήτε φαντάστηκα κάτι τέτοιο πράγμα, Γιεγκόρ, τον διέκοψε η κυρία και ταυτόχρονα σκέφτηκε πως σίγουρα του είχαν βάλει αρκετά στο χέρι. - I never imagined something like this, Yegor, the lady interrupted him and at the same time thought that they had surely taken quite a bit from him.

- ...Μονάχα πως σ' ολόκληρο το χωριό Πακρόβσκογιε, είναι η πιο νοικοκυρεμένη φαμελιά. ||||||||||organized| - ...Only that in the whole village of Pakrovskoye, it is the most organized household. Άνθρωποι θεοφοβούμενοι, δουλευτήδες. ||workers God-fearing people, hardworking. Ο γέρος τριάντα χρόνια τώρα είναι επίτροπος της εκκλησίας, πιοτό δεν ξέρει τι θα πει, ποτές του δεν ακούστηκε να βλαστημήσει, άνθρωπος χριστιανός σε όλα του (ο επιστάτης ήξερε το σφυγμό της κυρίας του). ||||||||||||||||||||blaspheme||||||||||||| The old man has been the church's trustee for thirty years now, he doesn't know what alcohol means, he has never been heard to curse, a Christian man in all aspects (the overseer knew the pulse of his lady). Και το κυριότερο που έχω να σας πω για δαύτον είναι πως γιους έχει δυο μονάχα, τ' άλλα παλικάρια της φαμελιάς είναι ανίψια του. ||||||||||||||||||||family||| And the most important thing I have to tell you about him is that he has only two sons, the other young men of the family are his nephews. Η συνέλευση δείχνει αυτόν, μα κανονικά θα έπρεπε να υπολογίσουν μονάχα τα δυο παλικάρια του. The assembly shows him, but normally they should only consider his two young men. Πολλοί άλλοι χωριανοί μας, και με τρεις γιους ακόμα κατάφεραν να μείνουν απ' έξω και να 'ναι και εντάξει, μα τούτοι δω με τις τόσες καλοσύνες βρέθηκαν στο τέλος και μπερδεμένοι. ||villagers|||||||||||||||||||||||kindnesses|||||confused Many other villagers of ours, and with three sons as well, managed to stay out and be okay, but these folks here with so many kindnesses ended up confused.

Σε τούτο το σημείο ήταν που η κυρία δεν καταλάβαινε τίποτα από τα λεγόμενα του επιστάτη - δεν καταλάβαινε τι σήμαινε «πως είχαν τρεις γιους» ή «πως έχουν δύο» κλπ., άκουγε μονάχα τους ήχους της ομιλίας και παρατηρούσε τα πάνινα κουμπιά του σουρτούκου του. ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||fabric|||| It was at this point that the lady did not understand anything from what the steward was saying - she did not understand what it meant 'that they had three sons' or 'that they have two' etc., she only heard the sounds of the conversation and observed the cloth buttons of his coat. Το πάνω, φαίνεται, πως το κούμπωνε σπάνια και για τούτο ήταν στέρεα ραμμένο, μα το μεσιανό είχε μισοξηλωθεί και κρεμόταν κι είχε ανάγκη να ξαναραφτεί. |||||||||||||||||partially come undone||||||| The top one, it seems, was rarely buttoned and for this reason was firmly sewn, but the middle one had come half undone and was hanging and needed to be sewn back. Όμως, όπως ξέρουμε όλοι, σε μια συνομιλία, σχετική μάλιστα με υποθέσεις, είναι ολότελα περιττό να καταλαβαίνετε εκείνα που σας λένε, παρά μονάχα πρέπει να έχετε το νου σας το τι θέλετε εσείς ο ίδιος να πείτε. However, as we all know, in a conversation, especially one related to matters, it is entirely unnecessary to understand what is being said to you; rather, you must keep in mind what you yourself want to say. Αυτό έκανε και η κυρία. This is what the lady did.

- Πώς δε θέλεις να το καταλάβεις, Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς; - είπε κάποια στιγμή. - Why don't you want to understand it, Yegor Mikhailovich? - she said at some point. Δεν έχω καμιά διάθεση να πάει στρατιώτης ο Ντουτλόβ. I have no desire for Doulov to go to the army. Φαντάζομαι, πως απ' ό,τι με ξέρεις, μπορείς να κρίνεις, πως κάνω ό,τι μπορώ πάντα μονάχα για να βοηθώ τους χωρικούς μου και πως ποτές μου δε θέλω το κακό τους. I imagine that based on your knowledge of me, you can judge that I always do what I can only to help my peasants and that I never wish them harm. Ξέρεις πως είμαι πρόθυμη να θυσιάσω το παν, φτάνει ν' απαλλαχτώ απ' αυτή τα θλιβερή ανάγκη και να μη στείλω στο στρατό μήτε το Ντουτλόβ, μήτε το Χαριούσκιν. ||||||||||get rid of||||||||||||||||| You know that I am willing to sacrifice everything, as long as I can be free from this sad necessity and not send Doulov or Khariuskhin to the army. (Δεν ξέρω αν πέρασε από το μυαλό του επιστάτη η σκέψη πως για ν' απαλλαχτεί η κυρία απ' αυτήν τη θλιβερή ανάγκη δεν υπήρχε λόγος να θυσιάσει το παν, κι έφτανε μονάχα να μετρήσει τριακόσια ρούβλια, όμως η σκέψη αυτή εύκολα μπορούσε να του έρθει). (I don't know if it crossed the supervisor's mind that in order for the lady to be rid of this sad necessity, there was no need to sacrifice everything; it would have been enough to count three hundred rubles. However, this thought could easily have come to him.) Ένα μονάχα σου λέω: πως με κανέναν τρόπο δε θα στείλω τον Ποληκέη. I tell you just one thing: that I will not send Polikei by any means. Όταν, ύστερα από κείνη την υπόθεση του ρολογιού μου τα ομολόγησε όλα ο ίδιος, κι έκλαιγε κι ορκιζόταν πως θα διορθωθεί, μίλησα πολλή ώρα μαζί του και πείστηκα πως είχε βαθιά συγκινηθεί και μετανόησε ειλικρινά. When, after that incident with my watch, he confessed everything to me, crying and swearing that he would correct himself, I spoke with him for a long time and was convinced that he was deeply moved and sincerely regretted.

(«Ου, τώρα πήρε τον κατήφορο και ποιος τη σταματάει!» - στοχάστηκε ο επιστάτης κι άρχισε να παρατηρεί το γλυκό που της είχαν σερβίρει μέσα σ' ένα ποτήρι για να εξακριβώσει αν ήταν πορτοκάλι ή λεμόνι, «θα πικροφέρνει πρέπει», συμπέρανε.) |||||||||||||||||||||||||||||||||||bitterly brings|| (“Oh, now he's taken a turn for the worse, and who can stop him!” - the caretaker thought and began to observe the sweet that was served to her in a glass to ascertain whether it was orange or lemon, “it must be bitter,” he concluded.)

Πέρασαν από τότε ολόκληροι εφτά μήνες κι ούτε μια φορά δε μέθυσε και φέρνεται πολύ καλά. Seven whole months have passed since then, and not once has he gotten drunk and he behaves very well. Η γυναίκα του μου έλεγε τις προάλλες πως έχει γίνει άλλος άνθρωπος. His wife told me the other day that he has become a different person. Και πώς θέλεις να τον τιμωρήσω τώρα που σωφρονίστηκε; Και δεν είναι απανθρωπιά να στείλω στο στρατό έναν άνθρωπο που έχει πέντε παιδιά να θρέψει; Α, όχι, καλύτερα μη μου ξαναμιλήσεις γι' αυτό το ζήτημα, Γιεγκόρ... ||||||||has reformed||||||||||||||||||||||||||| And how do you want me to punish him now that he has been reformed? And is it not inhumane to send a man who has five children to feed to the army? Oh no, better don't speak to me again about this issue, Yegor...

Κι η κυρία ρούφηξε μια γουλιά από το ποτήρι. And the lady took a sip from the glass. Ο επιστάτης παρακολούθησε το κύλισμα του νερού στο λαρύγγι της κι ύστερα είπε κοφτά και ξερά: The overseer watched the flow of water down her throat and then said curtly and dryly:

- Που θα πει ορίζετε να στείλουμε το Ντουτλόβ. - Where do you say we should send Dutilov?

Η κυρία χτύπησε τα χέρια της. The lady clapped her hands.

- Πώς δε μπορείς να με καταλάβεις; Θέλω τάχα εγώ το κακό του Ντουτλόβ; Έχω τάχα το παραμικρό εναντίον του; Μάρτυς μου ο Θεός πως είναι πρόθυμη να κάμω το παν γι' αυτούς. - How can you not understand me? Do I want Dutilov's harm? Do I have the slightest thing against him? God is my witness that I am willing to do everything for them. (Τα μάτια της στράφηκαν στο κάδρο που κρεμόταν στην άλλη γωνία, μα θυμήθηκε πως δεν ήταν εικόνισμα: «Ε, αδιάφορο, το ίδιο κάνει, δεν πρόκειται γι' αυτό», στοχάστηκε. (Her eyes turned to the frame that hung in the other corner, but she remembered it wasn't an icon: 'Well, it doesn't matter, it's the same, it's not about that,' she reflected. Και πράγμα περίεργο, μήτε καν σκέφτηκε πάλι πως μπορούσε με τριακόσια ρούβλια να ξεμπλέξει). And strangely, not even once did she think again that she could untangle it with three hundred rubles). Μα τι θες να κάνω; Ξέρω τάχα τι και πώς; Αυτά εγώ δε μπορώ να τα ξέρω. But what do you want me to do? Do I know what and how? I can't know these things. Κάνε έτσι, που όλοι να μείνουν ευχαριστημένοι από το νόμο. Do it in such a way that everyone is satisfied with the law. Τι να γίνει; Δεν είναι μονάχα αυτοί. What can be done? It's not just them. Σε όλους τυχαίνουν αναποδιές και δύσκολες στιγμές. Everyone experiences misfortunes and difficult moments. Μονάχα τον Ποληκέη ειν' αδύνατο να τον παραχωρήσω. I can only give up Polikay. Κατάλαβέ το, πως ένα τέτοιο πράγμα θα ήταν τρομερό από μέρους μου. Understand that such a thing would be terrible on my part.

Θα μιλούσε πολλή ώρα ακόμη κατά τη φόρα που είχε πάρει, μα εκείνη τη στιγμή μπήκε στο δωμάτιο η πρώτη καμαριέρα. He would have talked for a long time still, given the momentum he had gained, but at that moment the first maid entered the room.

- Τι τρέχει; - ρώτησε η κυρία. - What's going on? - asked the lady.

- Ένας μουζίκος ήρθε και παρακάλεσε να ρωτήσω το Γιεγκόρ Μιχάιλοβιτς αν η συνέλευση πρέπει να τον περιμένει, είπε η καμαριέρα κι έριξε μια οργισμένη ματιά στον επιστάτη. - A peasant came and asked me to inquire if the assembly should wait for Yegor Mikhailovich, said the maid and cast an angry glance at the superintendent. («Τι σου είναι, και τούτος δω ο επιστάτης, στοχάστηκε, κατασύγχισε πάλι την κυρία και δε θα μ' αφήσει να ησυχάσω ίσαμε τις δυο η ώρα). |||||||||will confuse||||||||||||||| («What's wrong with this superintendent, he thought, he's embarrassed the lady again and won't let me rest until two o'clock).

- Πήγαινε, λοιπόν, Γιεγκόρ, είπε η κυρία, και κάνε κείνο που είναι καλύτερο. - So go ahead, Yegor, the lady said, and do what is best.

- Μάλιστα κυρία. - Yes, ma'am. (Απόφυγε πια ν' αναφέρει για το Ντουτλόβ). avoid|||||| (Avoid mentioning Dutlov anymore.) Και για τα λεφτά του περιβολάρη, ποιον ορίζει η αφεντιά σας να στείλω; And for the gardener's money, whom do you appoint me to send?

- Ο Πετρούσκα δε γύρισε ακόμα από την πολιτεία; - Has Petrouska not returned from the town yet?

- Όχι. - No.

- Μήπως θα μπορούσε να πάει ο Νικολάη; ||||||Nikolaos - Could Nicholas go?

- Ο μπαμπάς κείτεται με δυνατούς πόνους στη μέση, είπε η καμαριέρα. - Dad is lying down with strong pains in his back, said the maid.

- Μήπως ορίζεται να πεταχτώ εγώ αύριο; - ρώτησε ο επιστάτης. - Am I supposed to jump in tomorrow? - asked the supervisor.

- Όχι. Εσύ δεν πρέπει να λείψεις από εδώ, Γιεγκόρ. ||||be absent||| You must not be missing from here, Yegor. (Η κυρία απόμεινε για λίγο σκεφτική). (The lady remained thoughtful for a while). Πόσα λεφτά είναι; How much money is it?

- Τετρακόσια εξήντα δύο ρούβλια. - Four hundred sixty-two rubles.

- Στείλε τον Ποληκέη, είπε η κυρία, κοιτάζοντας αποφασιστικά τον επιστάτη κατά πρόσωπο. - Send Polikei, the lady said, looking decisively at the overseer face to face.

Ο επιστάτης δίχως ν' ανοίξει το στόμα, τέντωσε τα χείλη σάμπως να χαμογελούσε και διατήρησε την απάθεια στη μορφή. The overseer, without opening his mouth, stretched his lips as if to smile and maintained an expression of indifference.

- Μάλιστα, κυρία.

- Να μου τον στείλεις εδώ. - To send him here.

- Μάλιστα, κυρία, κι ο επιστάτης τράβηξε για το γραφείο. - Certainly, ma'am, and the foreman headed to the office.