Sports as a language: Spiros Veliniatis at TEDxAthens
Μετάφραση: Chryssa R. Takahashi Επιμέλεια: Maria Pericleous
Γεια σας.
Όντως, πριν έξι χρόνια, πηγαίνοντας να επισκεφτώ έναν φίλο μου στα Σεπόλια,
τον Βασίλη τον Ξενάριο,
είδα μπροστά μου, στην παιδική χαρά, κάποια παιδιά-φαινόμενα να παίζουν.
Ήταν οι αδελφοί Αντετοκούνμπο.
Αμέσως διέκρινα το ταλέντο τους, τη δυναμική τους.
Και ακαριαία, αντιλήφθηκα ότι έπρεπε να κάνω κάτι γι' αυτά.
Τι προηγήθηκε όμως για να κάνω αυτές τις σκέψεις τόσο ακαριαία;
Αυτό θα προσπαθήσω να σας περιγράψω σήμερα. Όλα ξεκίνησαν πριν 20 χρόνια,
όταν στις γειτονίες μας
υποδεχθήκαμε όλα αυτά τα κύματα των μεταναστών, των προσφύγων
που μέσα στις βαλίτσες τους δεν είχαν μόνο τα προβλήματά τους,
αλλά κάτι πιο πολύτιμο, τα ίδια τους τα παιδιά.
Γι' αυτά δεν υπήρχε καμία πρόνοια, από κανέναν.
Και μ' αυτά προσπάθησα εγώ να ασχοληθώ.
Η αρχή έγινε στον Εθνικό Κάτω Πατησίων,
στην πρώτη μου ομάδα μπάσκετ
που δούλεψα ως προπονητής.
Εκεί, με τον φίλο μου τον Μανώλη τον Περρή
προσπαθήσαμε να πλησιάσουμε αυτά τα παιδιά
αλλά διακρίναμε ότι ήταν δύσκολο, και από την πλευρά των ομάδων
που δεν ήταν έτοιμες να υποδεχτούν αυτούς τους νέους μας συμπολίτες,
αλλά και ακόμα και από τους ίδιους τους γονείς των παιδιών.
Διότι μας έβλεπαν σαν αγνώστους
και λέγανε, πώς να εμπιστευτούμε εμείς το παιδί μας
σε αυτούς τους αγνώστους που θέλουν να ενσωματώσουν τα παιδιά
σε ένα άγνωστο γι' αυτούς παιχνίδι.
Αυτό μας προβλημάτισε.
Κι εγώ άρχισα να πηγαίνω,
να προσπαθώ να πλησιάσω αυτούς τους ανθρώπους από κοντά.
Προσπάθησα να γίνω φίλος τους, να μπω στα σπίτια τους,
να μάθω τις γλώσσες τους,
να φάω το φαγητό τους, να μοιραστώ τα προβλήματά τους.
Αλλά και αυτό δε φάνηκε αρκετό.
Με παρότρυνση του φίλου, του Μανώλη,
άρχισα να πηγαίνω να παρακολουθώ μαθήματα κοινωνιολογίας.
Εδώ απέναντι, στην Πάντειο.
Κι αυτό όμως δεν ήταν αρκετό.
Άρχισα να παρακολουθώ μαθήματα θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Κι αυτό ήταν ελλιπές.
Άρχισα να πηγαίνω σε βιβλιοθήκες, να μελετάω μόνος μου γλωσσολογία
για να φτιάξω μια βάση δεδομένων για να μπορώ να επεξεργάζομαι
αυτά τα πράγματα που ακούω και μαθαίνω από τους ανθρώπους.
Αλλά πάλι δεν μπορούσα να καταλάβω ακριβώς αυτό που μου λέγανε.
Ή, πώς συμπίπτανε αυτά που άκουγα κι αυτά που διάβαζα στα βιβλία.
Τότε άρχισα να πηγαίνω και στα καφενεία τους.
Εκεί, στα καφενεία,
άρχισα να φτιάχνω μια διασταύρωση αυτών των στοιχείων,
να φτιάχνω μια βάση δεδομένων, ένα εργαλείο δηλαδή,
και συνάμα, ένα εργαλείο
για να μπορώ να επεξεργάζομαι αυτά τα πράγματα που ακούω
και να έχω ένα δίκτυο να προσεγγίσω αυτά τα παιδιά.
Ζώντας μαζί με αυτούς τους ανθρώπους τόσα χρόνια
είδα πολλές επιτυχίες.
Μα είδα και αποτυχίες.
Εμένα με στιγμάτισαν πιο πολύ οι αποτυχίες. Θα σας πως ενδεικτικά τρεις.
Μία είναι ο Γιώργος ο Ζαχαρόπουλος,
ένα παιδί που στα 15 του μπόρεσε και έπαιξε
στην αντρική ομάδα του Σπόρτινγκ στο επαγγελματικό πρωτάθλημα της Ελλάδος,
αλλά επειδή δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί
και να γίνει ο ίδιος αποδεκτός ως μιγάς στην κοινωνία μας,
έπεσε σιγά σιγά στον κόσμο των ναρκωτικών.
Αυτό το παιδί χάθηκε.
Ένα άλλο παιδί είναι ο Μπάμπης ο Μαφούτας,
ο οποίος μην έχοντας γνώσεις του νόμου, άργησε να φτιάξει τα χαρτιά του
και περίμενε εναγωνίως πάνω από έξι χρόνια
να αλλάξει ο νόμος για να μπορεί να παίξει μπάσκετ
με τους συμμαθητές του σε μια ομάδα μπάσκετ.
Το παιδί τρελάθηκε.
Και η τρίτη, η πιο παράξενη ιστορία απ' όλες είναι ο Κώστας ο Κούλου,
ένα παιδί Έλληνας, από πατέρα της Αιθιοπίας, ο οποίος, επειδή χάθηκε ο πατέρας του
στον εμφύλιο πόλεμο της Αιθιοπίας,
αλλά και χάθηκαν και τα χαρτιά του
δεν μπόρεσε ποτέ να αποδείξει εδώ, στις ελληνικές αρχές ότι είναι Έλληνας.
Κι αυτό το παιδί αναγκάστηκε να φύγει, να πάει στην Αγγλία
για να βρει ένα κομμάτι ψωμί.
Έχοντας όλα αυτά στις αποσκευές μου,
και βλέποντας μπροστά μου όλα αυτά τα φαινόμενα,
τα αδέλφια Αντετοκούνμπο - γιατί δεν είναι μόνο ο Γιάννης,
είναι ο Θανάσης, ο Κώστας και ο Αλέξης -
ήξερα ακριβώς τι έπρεπε να κάνω.
Στιγμιαία σχημάτισα στο μυαλό μου έναν τρόπο, έναν μηχανισμό
που θα μπορούσε να υποστηρίξει αυτά τα παιδιά για τα επόμενα χρόνια
μέχρι να μπορέσουν να κορυφώσουν την προσπάθειά τους στο άθλημα.
Φυσικά, με τη βοήθεια της ομάδας στην οποία βρισκόμουν,
τον Φιλαθλητικό Ζωγράφου.
Αλλά και αυτό δεν ήταν αρκετό.
Γιατί τα πρώτα χρόνια που δεν υπερχόντουσαν οι επιτυχίες,
ήμουν αναγκαστικά ο βράχος ο οποίος δεχόμουν τις αμφιβολίες,
τα παράπονα και από τις δύο πλευρές.
Αλλά σε αυτό ήμουν τυχερός.
Διότι ως παιδί μητέρας Γερμανίδας και πατέρα Έλληνα
είχα μάθει, πηγαίνοντας στη Γερμανία να ακούω τα μύρια όσα για την Ελλάδα,
και εδώ στην Ελλάδα τα μύρια όσα για τους Γερμανούς. (Χειροκρότημα)
Σήμερα, δρω ως προπονητής
στην περιοχή των Κάτω Πατησίων
σε μια απόσταση έξι χιλιόμετρα περίπου από το κέντρο των προβλημάτων
αλλά και των ονείρων και της δυναμικής στην Κυψέλη,
όπου οι συνθήκες είναι πάρα πολύ δύσκολες.
Όταν φυσάει δεν κάνουμε προπόνηση λόγω του κρύου.
Όταν βρέχει το γήπεδο θυμίζει λιμνοθάλασσα.
Οι εγκαταστάσεις είναι ελλιπείς, δεν έχουμε μπάλες,
αλλά είμαστε οπλισμένοι με τα όνειρα που μας δίνουν αυτά τα παιδιά,
και τη δύναμη.
Σήμερα όμως έχει προστεθεί ακόμα ένα πρόβλημα.
Εκτός της επιβίωσης
- γιατί πολλές φορές αυτά τα παιδιά έρχονται νηστικά στην προπόνηση
και προσπαθούμε να βρούμε τρόπους ακόμη κι εκεί να επεμβούμε -
σήμερα όμως έχει προστεθεί κάτι ακόμα.
Είναι και τα δικά μας παιδιά, τα Ελληνόπουλα,
τα οποία αντιμετωπίζουν και αυτά πια το ίδιο πρόβλημα.
Ίσως, να φταίει που για τόσα πολλά χρόνια
δεν κάναμε τίποτα για τα παιδιά των συνανθρώπων μας.
Ευχαριστώ πάρα πολύ.
(Χειροκρότημα)