×

Vi använder kakor för att göra LingQ bättre. Genom att besöka sajten, godkänner du vår cookie-policy.


image

TEDx Ελληνικά, Growing up in tomorrow ... for theater | Costas Voutsas | TEDxUniversityofPiraeus - YouTube

Growing up in tomorrow ... for theater | Costas Voutsas | TEDxUniversityofPiraeus - YouTube

Μετάφραση: Maria Pericleous Επιμέλεια: Lucas Kaimaras

Γεια σας, γεια σας.

Με κλέβουν στην ώρα, παιδιά.

Έχει πάει 10 λεπτά ήδη.

Σας παρακαλώ, να σας πω με πολλή χαρά,

ότι είναι μεγάλη μου τιμή αυτή η πρόσκληση εδώ πέρα,

είναι μεγάλη τιμή και έχω πολύ τρακ για να σας μιλήσω,

αλλά θα το ξεπεράσω, ευχαριστώ πολύ.

(Χειροκρότημα)

Ευχαριστώ πάρα πολύ.

Να σας ξεκινήσω απλά και ωραία, είμαι 83 ετών...

(Χειροκρότημα)

Μη με χειροκροτάτε, θα μου φάτε τον χρόνο, ε;

Είμαι στο θέατρο 67 χρόνια

και έχω σκοπό να μείνω άλλα 25-30 χρόνια στο θέατρο.

Σας αγαπάω πάρα πολύ κι εσείς μ' αγαπάτε.

Εσείς βέβαια με αγαπάτε ανιδιοτελώς, δεν έχετε κανένα συμφέρον που με αγαπάτε.

Εγώ έχω όμως ένα συμφέρον, να 'ρθείτε στο θέατρο.

(Γέλια)

Λοιπόν, εγώ έχω ξεκινήσει από πολύ μικρός τη δουλειά,

έχω πολλές περιπέτειες,

αλλά έχω αποκτήσει νοοτροπία νικητή.

Νοιώθω ότι είμαι νικητής. Όλα τα περνάω, όλα τα νικάω.

Όλα τα σφάζω, που λένε, όλα τα μαχαιρώνω.

Μικρός δούλευα πολύ στον δρόμο - είμαι κατοχικός βέβαια.

Είμαι γεννημένος το 1931 τον Δεκέμβρη. Αιγόκερως είμαι.

(Γέλια)

Και δούλευα μικρός στον δρόμο.

Είχα ένα κασελάκι πούλαγα τσιγάρα, με διπλό πάτο γιατί πήγαινα στον Λαγκαδά,

είχε αιχμαλώτους Εγγλέζους, είχα ανοίξει ένα σύρμα, έμπαινα μέσα,

τους έδινα τσιγάρα «στούκας» τα λεγόμενα, που ήτανε παλιοκαπνός,

και μου έδιναν 555 (θρή φάιβ) και τα πούλαγα μέσα στο χρηματιστήριο.

Πολλή δουλειά, πάρα πολλή δουλειά,

έκανα τον αβανταδόρο, τον λαμόγια, που θα πει αβανταδόρος σε παπατζή.

Τι έκανα στον παπατζή; Βρίσκαμε το θύμα εκεί πέρα,

και ήμασταν κι άλλοι 3-4 λαμόγια, πιτσιρίκος εγώ,

και όταν ο παπατζής έβηχε και εγώ έπαιρνα τον παπά και τον τσάκιζα,

και του έλεγα αυτός είναι ο παπάς.

Αλλά ο παπατζής με το δάκτυλο ξετσάκιζε τον παπά και τσάκιζε άλλο φύλλο.

Εγώ πήγαινα στην άκρη

και όταν έπαιρνε λεφτά φώναζα: «Ο θείος σου! Σύρμα, σύρμα!!!»

και έφευγαν όλοι, έμενε το τραπεζάκι με τα χαρτιά,

και έμενε μόνος του το θύμα και τα 'χε χάσει τα λεφτά όλα.

Ήμουνα και αβανταντόρος σε ρουλέτα,

ήμουνα και στην πλατεία δικαστηρίου, είχε κάρβουνα στους πάγκους,

πούλαγα και κάρβουνα, ήμουνα και καρβουνιάρης,

απ' όλα έχω κάνει στη ζωή μου.

Βέβαια εκείνο που με ταλαιπώρησε λιγάκι είναι ο ξυλοδαρμός του πατέρα μου.

Ήταν αριστερός, -δε με ενδιαφέρει αυτό, δικαίωμά του-

ήταν αριστερός και έφαγε ξύλο μπροστά μου και μετά ταλαιπωρηθήκαμε πολύ.

Κυνηγημένος ο πατέρας μου, ο αδερφός μου κυνηγημένος.

Αυτά όλα όμως και μετά που βγήκα στο θέατρο, πήγα στα μπουζούκια,

και μέσα στα μπουζούκια, έμαθα να είμαι άνθρωπος.

Να 'μαι κοινός άνθρωπος, κι όχι να είμαι μια βεντέτα

επειδή με χειροκροτάει ο κόσμος,

επειδή με αγαπάει ο κόσμος, επειδή είμαι πρωταγωνιστής.

Μάλιστα όταν μπαίνω σε ένα θίασο,

όταν με λένε κύριε Βουτσά, τους απαγορεύω το «κύριε Βουτσά»,

θα με λέτε Κωστή.

Γιατί ο σεβασμός δεν προέρχεται από το «κύριε Βουτσά»,

αλλά από τη συμπεριφορά μου σε σας και μένα.

και στο θέατρο είμαστε «εμείς».

Δεν υπάρχει «εγώ» στο θέατρο, είμαστε «εμείς».

Αυτό λοιπόν κάνει τη δουλειά μου πολύ φιλική, πολύ παρέα.

Κι αυτό λοιπόν με έχει βοηθήσει πάρα πολύ στη ζωή μου.

Να ανταποκρίνομαι στις προσκλήσεις -

να βγάλουμε μια φωτογραφία, να βγάλουμε, βέβαια.

Με φιλάνε, και μετά από κάποια φιλιά έπαθα πνευμονία και πήγα στο νοσοκομείο.

Δεν πειράζει όμως, χαλάλι του αυτός που με κόλλησε.

Και δούλεψα πάρα πολύ, από μικρός δούλευα πάρα πολύ,

και στα μπουζούκια, και σ' αυτά.

Στα μπουζούκια λοιπόν ήμασταν συνέταιροι, μεριδιούχοι όλοι.

Είχαμε και 2-3 ωραίες κοπέλες,

οι οποίες σε κάθε κωμόπολη που πηγαίναμε είχαν και κάποιον θαυμαστή,

έναν χασάπη, έναν μανάβη, έναν υφασματέμπορα.

Της έλεγε, «Το βράδυ πάμε να φάμε, Μαρία;»

«Πάμε, να πάρω και τα παιδιά μαζί μας;» «Ε, πάρ' τους»

προκειμένου να πάει μαζί της, «Πάρ' τα», έλεγε.

Και ερχόταν το βράδυ στο θέατρο - παιδιά το βράδυ κηδεία.

Και η κηδεία τι ήτανε; Εμείς χαρούμενοι που θα πάμε σε κηδεία τέτοια.

Πηγαίναμε στο εστιατόριο, τρώγαμε, τρώγαμε, τρώγαμε,

και στο τέλος δεν είχαμε δύναμη και καθόμασταν έτσι, όπως κάθεσαι σε κηδείες.

Μετά της έλεγε ο αυτός «Πάμε να φύγουμε». «Δεν ντρέπεσαι μπροστά στα παιδιά;»

Γιατί αν πήγαινε μαζί του δε θα την ξανάφερνε στο τραπέζι.

Κατέβηκα στην Αθήνα στρατιώτης.

Όταν τελείωσα το στρατιωτικό μου,

στη Θεσσαλονίκη ήρθε η Καλή Καλό -καλή της ώρα!- και με πήρε μαζί της,

με κατέβασε στην Αθήνα,

βέβαια είχε φτάσει η φήμη μου στην Αθήνα,

-ο κύριος Βουτσάς- και με κατέβασε στην Αθήνα

και από κει και πέρα σιγά σιγά πήρα φόρα και βγήκα στους θιάσους.

Εγώ πήγαινα στη σχολή στη Θεσσαλονίκη, στη Σχολή Μακεδονικού Ωδείου

που δεν ήταν αναγνωρισμένη σχολή, εν πάση περιπτώσει όμως,

κατέβηκα δύο φορές στην Αθήνα να πάρω άδεια και μου λένε

«Δεν κάνεις για το θέατρο παιδί μου».

Μπορεί να είχαν δίκιο οι άνθρωποι, δεν ξέρω, εσείς θα το αποφασίσετε αυτό.

Μου λένε δεν κάνετε για το θέατρο.

Δυο φορές πήγα στη Θεσσαλονίκη και ξαναγύρισα, αλλά να ξέρετε κάτι.

Σε κάθε επάγγελμα υπάρχει η αγκαλιά του επαγγέλματος.

Δεν πας εσύ σε αυτό το επάγγελμα, σε τραβάει το επάγγελμα.

Εγώ ως θεατρίνος δεν έκανα πίσω, λέω, «Τι να κάνω, θα αγωνιστώ,»

και το θέατρο με πήρε στην αγκαλιά του, η σκηνή.

Έρχονται κι άλλοι στο θέατρο, δεν κάνουνε, γιατί τα βυζιά είναι δύο.

Υπάρχει αυτός που θα τον κρατήσει η δουλειά,

και οι άλλοι σιγά σιγά φεύγουν.

Και έτσι μπήκα σιγά σιγά στο θέατρο

και από κει και πέρα έγινα θιασάρχης, πρωταγωνιστής.

Αλλά ποτέ «εγώ», ποτέ ποτέ «εγώ».

Γιατί έχω και μια ας το πω εικόνα, που φτιάχνω: πάντα σκέφτομαι αισιόδοξα.

Πάντα σκέφτομαι χαρά.

Θα περάσει κι αυτό, ό,τι κι αν είναι, όλα περνάνε.

Αν σκεφτείτε και σεις τι σας συνέβη πριν ένα μήνα, δυο μήνες,

πριν ένα χρόνο, θα το έχετε ξεχάσει, σχεδόν.

Εγώ είμαι πολύ αισιόδοξος άνθρωπος.

Και λέω ότι πάνω στον αέρα μας κυκλοφορούνε οι μοίρες.

Είναι οι κακομοίρες -γριές, μαυροφόρες, μαυροντυμένες-

και είναι και οι καλομοίρες, - όμορφες κοπέλες στα άσπρα ντυμένες.

Αν πείς εσύ: «Τι άσχημα περνάω, τι χρωστάω, τι δυστυχία,

γιατί χρωστάω τόσα λεφτά; Πού θα βρω τόσα λεφτά;»

λένε οι κοκομοίρες: «Να ένας δικός μας, πάμε να του κάνουμε κι άλλη δυστυχία,

πάμε να τον δυστυχεύσουμε κι άλλο».

Και καταλαβαίνεις, είσαι συνέχεια με μια μαύρη παρέα

και οι δυστυχίες προχωράνε.

Οι καλομοίρες, όμως, λες: «Εγώ είμαι εντάξει.

Θα περάσει κι αυτό, έχω αισιοδοξία, είμαι νικητής,»

λένε: «Να ένας δικός μας πάμε να τον βοηθήσουμε να βρει κι άλλη ευτυχία».

Αυτή είναι μια εικόνα που έχω στο μυαλό μου και είμαι έτσι καλομοίρης.

Μ' αρέσουν και οι γυναίκες βέβαια, να εξηγούμεθα,

είμαι λάτρης της γυναίκας, λάτρης όμως.

Το 'χω αποδείξει βέβαια στη ζωή μου, χωρίς να είμαι πιεστικός.

Ποτέ δεν έχω κάνει σχέση με μία που έρχεται.

Προσπαθώ να κάνω σχέση με μία που κυνηγάω.

Θα με απαρνηθεί, θα με απορρίψει, και θα το πολεμήσω κι άλλο.

Να της κάνω δώρα, να της κάνω αγάπες, γι' αυτό είμαι μπελάς.

Έτσι λοιπόν ζω σε όλη μου τη ζωή.

Κι αυτό το πράγμα -ότι είμαι 83 χρονών- δεν το νοιώθω.

Μια φορά ρώτησα τον πατέρα μου που ήταν 76-80 χρονών,

του λέω: «Γιατί δουλεύεις συνέχεια, βρε πατέρα, δεν κάθεσαι;»

Μου λέει «Βρε συ, όταν κάθομαι στο σπίτι ακούω τον εαυτό μου.

Μου λέει πίεση, μου λέει χοληστερίνη, μου λέει πολλά πράγματα».

Το βρήκα πολύ φιλοσοφημένο αυτό, είναι φιλοσοφία μεγάλη.

Είμαι άρρωστος πολλές φορές ή κάτι δεν πάει καλά κι αυτά,

όταν βγω από το σπίτι τα ξεχνάω όλα.

Είμαι άνθρωπος του αγώνα, αγωνίζομαι πολύ,

ακριβώς γι' αυτή τη δουλειά,

η οποία δουλειά μου μου δίνει ζωή, μου δίνει ζωή.

Δηλαδή είναι εναντίον των γηραμάτων.

Και έτσι κάνω πάντα και είμαι συνέχεια ευτυχισμένος και χαρούμενος

έχω δουλειά και το 2015. Προχωράω πολύ καλά.

Εκείνο λοιπόν που πρέπει να ξέρετε είναι ότι η δυστυχία φέρνει μια άλλη δυστυχία.

Και να σας πω και κάτι: ένα πρόβλημα που θα σας δημιουργηθεί είναι δίδυμο.

Σαν τα Σιαμαία αδέρφια.

Θα το λύσεις, θα βρείς τη λύση στο πρόβλημα.

Έτσι γίνεται αυτό. Υπάρχει το πρόβλημα,

και το πρόβλημα το λύνεις όταν είσαι έτοιμος να το ξεπεράσεις.

Και αυτή είναι η ζωή μου.

Αγαπώ πολύ και το θέατρο -πάνω απ'όλα η δουλειά μου-

γιατί με τη δουλειά έκανα πολλά πράγματα στη ζωή μου,

και ακόμα δουλεύω, κάνω τηλεόραση, κάνω θέατρο, κάνω κινηματογράφο,

έρχομαι και μιλώ εδώ πέρα μπροστά σας, και μ' ακούτε εσείς -

Τι να κάνετε, μπορείτε να κάνετε κι αλλιώς;

(Γέλια)

Είμαι εδώ πέρα πάνω μόνος μου,

μ' έβαλαν σ' έναν κύκλο, νομίζω ότι θα πετάξω τώρα.

Να σας πω για την ηλικία: υπάρχουνε 3 ηλικίες.

Νέος, μεσήλιξ, και «μια χαρά είσαι, ρε!»

(Γέλια) (Χειροκρότημα)

Κι εγώ είμαι στο μια χαρά, δε ξέρω την ηλικία μου;

«Βουτσά, μια χαρά είσαι». «Το ξέρω, το ξέρω» λέω.

Είναι η ηλικία μου αυτή.

Και νοιώθω πάρα πολύ ωραία όταν βρισκόμαστε στο δρόμο,

έχω ν' ακούω 150 καλημέρες την ημέρα, ο κόσμος να χαιρετίσει,

και αυτό είναι η χαρά μου η μεγάλη, είναι όλη μου η νίκη αυτή.

Για αυτό νοιώθω νικητής πάντα στη ζωή μου

γιατί τα ξεπερνάω όλα τα προβλήματα με πολλή χαρά και με πολλή αισιοδοξία.

Βέβαια υπάρχουν άνθρωποι που δε σκέφτονται αυτό το πράγμα.

Πρέπει να το σκέφτονται αυτό: μια δυστυχία την ξεπερνάς.

Και την ευτυχία δεν τη ξεπερνάς, ευτυχία κι άλλη ευτυχία,

έτσι ζω σε όλη μου τη ζωή.

Και ενα κοριτσάκι εδώ στο Ζαν Ντ' Άρκ, το Γαλλικό σχολείο του Πειραιώς,

έχει γράψει ένα ποίημα και είναι σαν να είναι η ζωή μου αυτή.

Λέγεται η κοπέλα αυτή -θα σας πω στο τέλος την κοπέλα-

σας το διαβάζω, μου επιτρέπετε, έτσι δεν είναι; Ευχαριστώ πολύ.

Λίγοι είπατε «Ναι». (Γέλια)

Λοιπόν.

«Στη ζωή σου πάντα να χαμογελάς.

Κάποτε με ρώτησαν, πώς γίνεται, ρε Κώστα,

οι εποχές να προσπερνούν

τα χρόνια σαν νερό να κυλούν και συ να είσαι ακόμα νέος στην καρδιά.

Πώς γίνεται να 'σαι γεμάτος σιγουριά, να 'χεις ελπίδα, ξεγνοιασιά,

να 'χεις μικρού παιδιού ενέργεια και χαρά;

Και 'γω απάντησα».

Το «εγώ» υπάρχει εδώ, δεν το απάντησα εγώ η κοπέλα το απάντησε, μόνη της.

Λοιπόν, «και 'γω απάντησα:

Το μυστικό είναι να γελάς. Το μυστικό είναι να αγαπάς.

Το μυστικό είναι το δώρο της ζωής να εκτιμάς.

Και αν υιοθετήσεις όλα αυτά, αν τα τηρείς ευλαβικά,

τότε τα χρόνια που περνούν δεν τα μετράς».

Έχω ξεχάσει πότε έγινα 83 ετών. Λόγω τιμής, σας ορκίζομαι στην υγειά μου.

Που είμαι πολύ καλά στην υγεία μου, πάρα πολύ καλά, έχω άσθμα,

έχω ουρικό οξύ, έχω προστάτη, πονάει η μέση μου,

αλλά είμαι υγιέστατος.

Λοιπόν «και να υιοθετήσεις όλ' αυτά αν τα τηρείς ευλαβικά»

δηλαδή το δώρο της ζωής, να αγαπάς, να γελάς,

«και αν υιοθετήσεις όλ' αυτά, αν τα τηρείς ευλαβικά,

τότε τα χρόνια που περνούν δεν τα μετράς.

Κι αν θέλεις μια συμβουλή να 'χεις ελπίδα στη ζωή,

να έχεις δίπλα σου ανθρώπους που αγαπάς».

Πολύ σημαντικό αυτό.

"Να 'σαι αισιόδοξος πολύ.

Η αγκαλιά σου αληθινή και στη ζωή σου πάντα να χαμογελάς».

Αυτό το ποίημα το'χει γράψει η Βάνα Μέγα, ένα κοριτσάκι που δεν το ξέρω,

αλλά το πήρα γιατί με αντιπροσωπεύει.

(Χειροκρότημα)

Ευχαριστώ, ευχαριστώ πάρα πολύ.

Μου έμειναν 2-3-4 λεπτά,

δε ξέρω τι να πώ, θα προσπαθήσω να βρώ να σας πω.

Έχω πολύ καλές παρέες, είμαι με ανθρώπους που αγαπάω

και τους κάνω να με αγαπάν κι αυτοί.

Βέβαια, εδώ εμείς μεγαλώσαμε με αγάπη.

Εσείς μ' αγαπάτε χωρίς να έχετε κανένα συμφέρον,

ενώ εγώ έχω συμφέρον, για να 'ρθείτε στο θέατρο.

Αυτό λοιπόν είναι και είμαι πολύ ευτυχισμένος

που βρίσκομαι ανάμεσά σας χωρίς να σας βλέπω,

αλλά σας νοιώθω ότι είστε δικοί μου, ότι είμαστε αγαπημένοι μεταξύ μας.

Θα 'θελα λοιπόν να πω ότι η ζωή προχωράει, δε θέλει εμπόδια.

Πρέπει να τα προσπερνάς τα εμπόδια.

Μου λέει μια φορά ένας ηθοποιός,

ο Κώστας ο Καρράς -Θεός σχωρέστονε- μη σας λέω ονόματα,

όλοι συχωρεμένοι είναι. (Γέλια)

Μου λέει: «Αυτός εκεί κάτι είπε για μένα, εκείνο το άλλο, και μ' έβριζε».

Λέω: «Εσύ είσαι χαζός, ξέχαστα και προχώρα,

γιατί εμείς όλοι προχωράμε να πάμε στο θρόνο.

Κάνουμε συγνώμη, συγνώμη και προχωράμε, και συ, όταν τελειώσεις τον καυγά,

εμείς θα 'μαστε πάνω στο βουνό και συ θα 'σαι κάτω».

«Ναι,» μου λέει, «έχεις δίκιο, γι αυτό δε μένεις σ' αυτό».

Να προχωράς, να προχωράς να προχωράς,

για να μπείς με αυτό τον κόσμο που παει προς την επιτυχία.

Αυτή ειναι η ζωή μου δηλαδή, δε ξέρω αν σας κούρασα, αλλά...

ένα «Όχι» άκουσα μόνο.

(Γέλια)

Έχω πολλή αγάπη με τη δουλειά μου, πάρα πολλλή αγάπη,

με τα παιδιά μου, έχω τρεις κόρες επίσης

οι δύο στο εξωτερικό, η μικρή μου είναι εδώ,

και μού 'πε η γυναίκα μου «Και πώς θα πηγαίνουμε να τις βλέπουμε στην Ιταλία;»

Λέω, «Πιο εύκολα θα πας στην Εκάλη από το να πας στην Ιταλία;

Πήρες το αεροπλάνο και σε πάει, τσούπ, εκεί που θέλεις.

Ενώ να πας στην Εκάλη αυτοκίνητα, να περάσεις πράσινα, κόκκινα, κίτρινα,

και να φτάσεις στην Εκάλη.

Πιο γρήγορα πηγαίνεις εκεί».

Εν πάση περιπτώσει, θέλω να σας πω ένα μεγάλο, μεγάλο ευχαριστώ,

με πιέζει ο χρόνος, και δεν έχω κι άλλα να σας πω βέβαια.

(Γέλια)

Λέω και βλακείες.

(Χειροκρότημα)

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

(Χειροκρότημα)

Ευχαριστώ πολύ.

Growing up in tomorrow ... for theater | Costas Voutsas | TEDxUniversityofPiraeus - YouTube Growing up in tomorrow ... for theatre | Costas Voutsas | TEDxUniversityofPiraeus - YouTube Взросление в завтрашнем дне... для театра | Костас Воутсас | TEDxUniversityofPiraeus - YouTube

Μετάφραση: Maria Pericleous Επιμέλεια: Lucas Kaimaras

Γεια σας, γεια σας.

Με κλέβουν στην ώρα, παιδιά.

Έχει πάει 10 λεπτά ήδη.

Σας παρακαλώ, να σας πω με πολλή χαρά,

ότι είναι μεγάλη μου τιμή αυτή η πρόσκληση εδώ πέρα,

είναι μεγάλη τιμή και έχω πολύ τρακ για να σας μιλήσω,

αλλά θα το ξεπεράσω, ευχαριστώ πολύ.

(Χειροκρότημα)

Ευχαριστώ πάρα πολύ.

Να σας ξεκινήσω απλά και ωραία, είμαι 83 ετών...

(Χειροκρότημα)

Μη με χειροκροτάτε, θα μου φάτε τον χρόνο, ε;

Είμαι στο θέατρο 67 χρόνια

και έχω σκοπό να μείνω άλλα 25-30 χρόνια στο θέατρο.

Σας αγαπάω πάρα πολύ κι εσείς μ' αγαπάτε.

Εσείς βέβαια με αγαπάτε ανιδιοτελώς, δεν έχετε κανένα συμφέρον που με αγαπάτε.

Εγώ έχω όμως ένα συμφέρον, να 'ρθείτε στο θέατρο.

(Γέλια)

Λοιπόν, εγώ έχω ξεκινήσει από πολύ μικρός τη δουλειά,

έχω πολλές περιπέτειες,

αλλά έχω αποκτήσει νοοτροπία νικητή.

Νοιώθω ότι είμαι νικητής. Όλα τα περνάω, όλα τα νικάω.

Όλα τα σφάζω, που λένε, όλα τα μαχαιρώνω.

Μικρός δούλευα πολύ στον δρόμο - είμαι κατοχικός βέβαια.

Είμαι γεννημένος το 1931 τον Δεκέμβρη. Αιγόκερως είμαι.

(Γέλια)

Και δούλευα μικρός στον δρόμο.

Είχα ένα κασελάκι πούλαγα τσιγάρα, με διπλό πάτο γιατί πήγαινα στον Λαγκαδά,

είχε αιχμαλώτους Εγγλέζους, είχα ανοίξει ένα σύρμα, έμπαινα μέσα,

τους έδινα τσιγάρα «στούκας» τα λεγόμενα, που ήτανε παλιοκαπνός,

και μου έδιναν 555 (θρή φάιβ) και τα πούλαγα μέσα στο χρηματιστήριο.

Πολλή δουλειά, πάρα πολλή δουλειά,

έκανα τον αβανταδόρο, τον λαμόγια, που θα πει αβανταδόρος σε παπατζή.

Τι έκανα στον παπατζή; Βρίσκαμε το θύμα εκεί πέρα,

και ήμασταν κι άλλοι 3-4 λαμόγια, πιτσιρίκος εγώ,

και όταν ο παπατζής έβηχε και εγώ έπαιρνα τον παπά και τον τσάκιζα,

και του έλεγα αυτός είναι ο παπάς.

Αλλά ο παπατζής με το δάκτυλο ξετσάκιζε τον παπά και τσάκιζε άλλο φύλλο.

Εγώ πήγαινα στην άκρη

και όταν έπαιρνε λεφτά φώναζα: «Ο θείος σου! Σύρμα, σύρμα!!!»

και έφευγαν όλοι, έμενε το τραπεζάκι με τα χαρτιά,

και έμενε μόνος του το θύμα και τα 'χε χάσει τα λεφτά όλα.

Ήμουνα και αβανταντόρος σε ρουλέτα,

ήμουνα και στην πλατεία δικαστηρίου, είχε κάρβουνα στους πάγκους,

πούλαγα και κάρβουνα, ήμουνα και καρβουνιάρης,

απ' όλα έχω κάνει στη ζωή μου.

Βέβαια εκείνο που με ταλαιπώρησε λιγάκι είναι ο ξυλοδαρμός του πατέρα μου.

Ήταν αριστερός, -δε με ενδιαφέρει αυτό, δικαίωμά του-

ήταν αριστερός και έφαγε ξύλο μπροστά μου και μετά ταλαιπωρηθήκαμε πολύ.

Κυνηγημένος ο πατέρας μου, ο αδερφός μου κυνηγημένος.

Αυτά όλα όμως και μετά που βγήκα στο θέατρο, πήγα στα μπουζούκια,

και μέσα στα μπουζούκια, έμαθα να είμαι άνθρωπος.

Να 'μαι κοινός άνθρωπος, κι όχι να είμαι μια βεντέτα

επειδή με χειροκροτάει ο κόσμος,

επειδή με αγαπάει ο κόσμος, επειδή είμαι πρωταγωνιστής.

Μάλιστα όταν μπαίνω σε ένα θίασο,

όταν με λένε κύριε Βουτσά, τους απαγορεύω το «κύριε Βουτσά»,

θα με λέτε Κωστή.

Γιατί ο σεβασμός δεν προέρχεται από το «κύριε Βουτσά»,

αλλά από τη συμπεριφορά μου σε σας και μένα.

και στο θέατρο είμαστε «εμείς».

Δεν υπάρχει «εγώ» στο θέατρο, είμαστε «εμείς».

Αυτό λοιπόν κάνει τη δουλειά μου πολύ φιλική, πολύ παρέα.

Κι αυτό λοιπόν με έχει βοηθήσει πάρα πολύ στη ζωή μου.

Να ανταποκρίνομαι στις προσκλήσεις -

να βγάλουμε μια φωτογραφία, να βγάλουμε, βέβαια.

Με φιλάνε, και μετά από κάποια φιλιά έπαθα πνευμονία και πήγα στο νοσοκομείο.

Δεν πειράζει όμως, χαλάλι του αυτός που με κόλλησε.

Και δούλεψα πάρα πολύ, από μικρός δούλευα πάρα πολύ,

και στα μπουζούκια, και σ' αυτά.

Στα μπουζούκια λοιπόν ήμασταν συνέταιροι, μεριδιούχοι όλοι.

Είχαμε και 2-3 ωραίες κοπέλες,

οι οποίες σε κάθε κωμόπολη που πηγαίναμε είχαν και κάποιον θαυμαστή,

έναν χασάπη, έναν μανάβη, έναν υφασματέμπορα.

Της έλεγε, «Το βράδυ πάμε να φάμε, Μαρία;»

«Πάμε, να πάρω και τα παιδιά μαζί μας;» «Ε, πάρ' τους»

προκειμένου να πάει μαζί της, «Πάρ' τα», έλεγε.

Και ερχόταν το βράδυ στο θέατρο - παιδιά το βράδυ κηδεία.

Και η κηδεία τι ήτανε; Εμείς χαρούμενοι που θα πάμε σε κηδεία τέτοια.

Πηγαίναμε στο εστιατόριο, τρώγαμε, τρώγαμε, τρώγαμε,

και στο τέλος δεν είχαμε δύναμη και καθόμασταν έτσι, όπως κάθεσαι σε κηδείες.

Μετά της έλεγε ο αυτός «Πάμε να φύγουμε». «Δεν ντρέπεσαι μπροστά στα παιδιά;»

Γιατί αν πήγαινε μαζί του δε θα την ξανάφερνε στο τραπέζι.

Κατέβηκα στην Αθήνα στρατιώτης.

Όταν τελείωσα το στρατιωτικό μου,

στη Θεσσαλονίκη ήρθε η Καλή Καλό -καλή της ώρα!- και με πήρε μαζί της,

με κατέβασε στην Αθήνα,

βέβαια είχε φτάσει η φήμη μου στην Αθήνα,

-ο κύριος Βουτσάς- και με κατέβασε στην Αθήνα

και από κει και πέρα σιγά σιγά πήρα φόρα και βγήκα στους θιάσους.

Εγώ πήγαινα στη σχολή στη Θεσσαλονίκη, στη Σχολή Μακεδονικού Ωδείου

που δεν ήταν αναγνωρισμένη σχολή, εν πάση περιπτώσει όμως,

κατέβηκα δύο φορές στην Αθήνα να πάρω άδεια και μου λένε

«Δεν κάνεις για το θέατρο παιδί μου».

Μπορεί να είχαν δίκιο οι άνθρωποι, δεν ξέρω, εσείς θα το αποφασίσετε αυτό.

Μου λένε δεν κάνετε για το θέατρο.

Δυο φορές πήγα στη Θεσσαλονίκη και ξαναγύρισα, αλλά να ξέρετε κάτι.

Σε κάθε επάγγελμα υπάρχει η αγκαλιά του επαγγέλματος.

Δεν πας εσύ σε αυτό το επάγγελμα, σε τραβάει το επάγγελμα.

Εγώ ως θεατρίνος δεν έκανα πίσω, λέω, «Τι να κάνω, θα αγωνιστώ,»

και το θέατρο με πήρε στην αγκαλιά του, η σκηνή.

Έρχονται κι άλλοι στο θέατρο, δεν κάνουνε, γιατί τα βυζιά είναι δύο.

Υπάρχει αυτός που θα τον κρατήσει η δουλειά,

και οι άλλοι σιγά σιγά φεύγουν.

Και έτσι μπήκα σιγά σιγά στο θέατρο

και από κει και πέρα έγινα θιασάρχης, πρωταγωνιστής.

Αλλά ποτέ «εγώ», ποτέ ποτέ «εγώ».

Γιατί έχω και μια ας το πω εικόνα, που φτιάχνω: πάντα σκέφτομαι αισιόδοξα.

Πάντα σκέφτομαι χαρά.

Θα περάσει κι αυτό, ό,τι κι αν είναι, όλα περνάνε.

Αν σκεφτείτε και σεις τι σας συνέβη πριν ένα μήνα, δυο μήνες,

πριν ένα χρόνο, θα το έχετε ξεχάσει, σχεδόν.

Εγώ είμαι πολύ αισιόδοξος άνθρωπος.

Και λέω ότι πάνω στον αέρα μας κυκλοφορούνε οι μοίρες.

Είναι οι κακομοίρες -γριές, μαυροφόρες, μαυροντυμένες-

και είναι και οι καλομοίρες, - όμορφες κοπέλες στα άσπρα ντυμένες.

Αν πείς εσύ: «Τι άσχημα περνάω, τι χρωστάω, τι δυστυχία,

γιατί χρωστάω τόσα λεφτά; Πού θα βρω τόσα λεφτά;»

λένε οι κοκομοίρες: «Να ένας δικός μας, πάμε να του κάνουμε κι άλλη δυστυχία,

πάμε να τον δυστυχεύσουμε κι άλλο».

Και καταλαβαίνεις, είσαι συνέχεια με μια μαύρη παρέα

και οι δυστυχίες προχωράνε.

Οι καλομοίρες, όμως, λες: «Εγώ είμαι εντάξει.

Θα περάσει κι αυτό, έχω αισιοδοξία, είμαι νικητής,»

λένε: «Να ένας δικός μας πάμε να τον βοηθήσουμε να βρει κι άλλη ευτυχία».

Αυτή είναι μια εικόνα που έχω στο μυαλό μου και είμαι έτσι καλομοίρης.

Μ' αρέσουν και οι γυναίκες βέβαια, να εξηγούμεθα,

είμαι λάτρης της γυναίκας, λάτρης όμως.

Το 'χω αποδείξει βέβαια στη ζωή μου, χωρίς να είμαι πιεστικός.

Ποτέ δεν έχω κάνει σχέση με μία που έρχεται.

Προσπαθώ να κάνω σχέση με μία που κυνηγάω.

Θα με απαρνηθεί, θα με απορρίψει, και θα το πολεμήσω κι άλλο.

Να της κάνω δώρα, να της κάνω αγάπες, γι' αυτό είμαι μπελάς.

Έτσι λοιπόν ζω σε όλη μου τη ζωή.

Κι αυτό το πράγμα -ότι είμαι 83 χρονών- δεν το νοιώθω.

Μια φορά ρώτησα τον πατέρα μου που ήταν 76-80 χρονών,

του λέω: «Γιατί δουλεύεις συνέχεια, βρε πατέρα, δεν κάθεσαι;»

Μου λέει «Βρε συ, όταν κάθομαι στο σπίτι ακούω τον εαυτό μου.

Μου λέει πίεση, μου λέει χοληστερίνη, μου λέει πολλά πράγματα».

Το βρήκα πολύ φιλοσοφημένο αυτό, είναι φιλοσοφία μεγάλη.

Είμαι άρρωστος πολλές φορές ή κάτι δεν πάει καλά κι αυτά,

όταν βγω από το σπίτι τα ξεχνάω όλα.

Είμαι άνθρωπος του αγώνα, αγωνίζομαι πολύ,

ακριβώς γι' αυτή τη δουλειά,

η οποία δουλειά μου μου δίνει ζωή, μου δίνει ζωή.

Δηλαδή είναι εναντίον των γηραμάτων.

Και έτσι κάνω πάντα και είμαι συνέχεια ευτυχισμένος και χαρούμενος

έχω δουλειά και το 2015. Προχωράω πολύ καλά.

Εκείνο λοιπόν που πρέπει να ξέρετε είναι ότι η δυστυχία φέρνει μια άλλη δυστυχία.

Και να σας πω και κάτι: ένα πρόβλημα που θα σας δημιουργηθεί είναι δίδυμο.

Σαν τα Σιαμαία αδέρφια.

Θα το λύσεις, θα βρείς τη λύση στο πρόβλημα.

Έτσι γίνεται αυτό. Υπάρχει το πρόβλημα,

και το πρόβλημα το λύνεις όταν είσαι έτοιμος να το ξεπεράσεις.

Και αυτή είναι η ζωή μου.

Αγαπώ πολύ και το θέατρο -πάνω απ'όλα η δουλειά μου-

γιατί με τη δουλειά έκανα πολλά πράγματα στη ζωή μου,

και ακόμα δουλεύω, κάνω τηλεόραση, κάνω θέατρο, κάνω κινηματογράφο,

έρχομαι και μιλώ εδώ πέρα μπροστά σας, και μ' ακούτε εσείς -

Τι να κάνετε, μπορείτε να κάνετε κι αλλιώς;

(Γέλια)

Είμαι εδώ πέρα πάνω μόνος μου,

μ' έβαλαν σ' έναν κύκλο, νομίζω ότι θα πετάξω τώρα.

Να σας πω για την ηλικία: υπάρχουνε 3 ηλικίες.

Νέος, μεσήλιξ, και «μια χαρά είσαι, ρε!»

(Γέλια) (Χειροκρότημα)

Κι εγώ είμαι στο μια χαρά, δε ξέρω την ηλικία μου;

«Βουτσά, μια χαρά είσαι». «Το ξέρω, το ξέρω» λέω.

Είναι η ηλικία μου αυτή.

Και νοιώθω πάρα πολύ ωραία όταν βρισκόμαστε στο δρόμο,

έχω ν' ακούω 150 καλημέρες την ημέρα, ο κόσμος να χαιρετίσει,

και αυτό είναι η χαρά μου η μεγάλη, είναι όλη μου η νίκη αυτή.

Για αυτό νοιώθω νικητής πάντα στη ζωή μου

γιατί τα ξεπερνάω όλα τα προβλήματα με πολλή χαρά και με πολλή αισιοδοξία.

Βέβαια υπάρχουν άνθρωποι που δε σκέφτονται αυτό το πράγμα.

Πρέπει να το σκέφτονται αυτό: μια δυστυχία την ξεπερνάς.

Και την ευτυχία δεν τη ξεπερνάς, ευτυχία κι άλλη ευτυχία,

έτσι ζω σε όλη μου τη ζωή.

Και ενα κοριτσάκι εδώ στο Ζαν Ντ' Άρκ, το Γαλλικό σχολείο του Πειραιώς,

έχει γράψει ένα ποίημα και είναι σαν να είναι η ζωή μου αυτή.

Λέγεται η κοπέλα αυτή -θα σας πω στο τέλος την κοπέλα-

σας το διαβάζω, μου επιτρέπετε, έτσι δεν είναι; Ευχαριστώ πολύ.

Λίγοι είπατε «Ναι». (Γέλια)

Λοιπόν.

«Στη ζωή σου πάντα να χαμογελάς.

Κάποτε με ρώτησαν, πώς γίνεται, ρε Κώστα,

οι εποχές να προσπερνούν

τα χρόνια σαν νερό να κυλούν και συ να είσαι ακόμα νέος στην καρδιά.

Πώς γίνεται να 'σαι γεμάτος σιγουριά, να 'χεις ελπίδα, ξεγνοιασιά,

να 'χεις μικρού παιδιού ενέργεια και χαρά;

Και 'γω απάντησα».

Το «εγώ» υπάρχει εδώ, δεν το απάντησα εγώ η κοπέλα το απάντησε, μόνη της.

Λοιπόν, «και 'γω απάντησα:

Το μυστικό είναι να γελάς. Το μυστικό είναι να αγαπάς.

Το μυστικό είναι το δώρο της ζωής να εκτιμάς.

Και αν υιοθετήσεις όλα αυτά, αν τα τηρείς ευλαβικά,

τότε τα χρόνια που περνούν δεν τα μετράς».

Έχω ξεχάσει πότε έγινα 83 ετών. Λόγω τιμής, σας ορκίζομαι στην υγειά μου.

Που είμαι πολύ καλά στην υγεία μου, πάρα πολύ καλά, έχω άσθμα,

έχω ουρικό οξύ, έχω προστάτη, πονάει η μέση μου,

αλλά είμαι υγιέστατος.

Λοιπόν «και να υιοθετήσεις όλ' αυτά αν τα τηρείς ευλαβικά»

δηλαδή το δώρο της ζωής, να αγαπάς, να γελάς,

«και αν υιοθετήσεις όλ' αυτά, αν τα τηρείς ευλαβικά,

τότε τα χρόνια που περνούν δεν τα μετράς.

Κι αν θέλεις μια συμβουλή να 'χεις ελπίδα στη ζωή,

να έχεις δίπλα σου ανθρώπους που αγαπάς».

Πολύ σημαντικό αυτό.

"Να 'σαι αισιόδοξος πολύ.

Η αγκαλιά σου αληθινή και στη ζωή σου πάντα να χαμογελάς».

Αυτό το ποίημα το'χει γράψει η Βάνα Μέγα, ένα κοριτσάκι που δεν το ξέρω,

αλλά το πήρα γιατί με αντιπροσωπεύει.

(Χειροκρότημα)

Ευχαριστώ, ευχαριστώ πάρα πολύ.

Μου έμειναν 2-3-4 λεπτά,

δε ξέρω τι να πώ, θα προσπαθήσω να βρώ να σας πω.

Έχω πολύ καλές παρέες, είμαι με ανθρώπους που αγαπάω

και τους κάνω να με αγαπάν κι αυτοί.

Βέβαια, εδώ εμείς μεγαλώσαμε με αγάπη.

Εσείς μ' αγαπάτε χωρίς να έχετε κανένα συμφέρον,

ενώ εγώ έχω συμφέρον, για να 'ρθείτε στο θέατρο.

Αυτό λοιπόν είναι και είμαι πολύ ευτυχισμένος

που βρίσκομαι ανάμεσά σας χωρίς να σας βλέπω,

αλλά σας νοιώθω ότι είστε δικοί μου, ότι είμαστε αγαπημένοι μεταξύ μας.

Θα 'θελα λοιπόν να πω ότι η ζωή προχωράει, δε θέλει εμπόδια.

Πρέπει να τα προσπερνάς τα εμπόδια.

Μου λέει μια φορά ένας ηθοποιός,

ο Κώστας ο Καρράς -Θεός σχωρέστονε- μη σας λέω ονόματα,

όλοι συχωρεμένοι είναι. (Γέλια)

Μου λέει: «Αυτός εκεί κάτι είπε για μένα, εκείνο το άλλο, και μ' έβριζε».

Λέω: «Εσύ είσαι χαζός, ξέχαστα και προχώρα,

γιατί εμείς όλοι προχωράμε να πάμε στο θρόνο.

Κάνουμε συγνώμη, συγνώμη και προχωράμε, και συ, όταν τελειώσεις τον καυγά,

εμείς θα 'μαστε πάνω στο βουνό και συ θα 'σαι κάτω».

«Ναι,» μου λέει, «έχεις δίκιο, γι αυτό δε μένεις σ' αυτό».

Να προχωράς, να προχωράς να προχωράς,

για να μπείς με αυτό τον κόσμο που παει προς την επιτυχία.

Αυτή ειναι η ζωή μου δηλαδή, δε ξέρω αν σας κούρασα, αλλά...

ένα «Όχι» άκουσα μόνο.

(Γέλια)

Έχω πολλή αγάπη με τη δουλειά μου, πάρα πολλλή αγάπη,

με τα παιδιά μου, έχω τρεις κόρες επίσης

οι δύο στο εξωτερικό, η μικρή μου είναι εδώ,

και μού 'πε η γυναίκα μου «Και πώς θα πηγαίνουμε να τις βλέπουμε στην Ιταλία;»

Λέω, «Πιο εύκολα θα πας στην Εκάλη από το να πας στην Ιταλία;

Πήρες το αεροπλάνο και σε πάει, τσούπ, εκεί που θέλεις.

Ενώ να πας στην Εκάλη αυτοκίνητα, να περάσεις πράσινα, κόκκινα, κίτρινα,

και να φτάσεις στην Εκάλη.

Πιο γρήγορα πηγαίνεις εκεί».

Εν πάση περιπτώσει, θέλω να σας πω ένα μεγάλο, μεγάλο ευχαριστώ,

με πιέζει ο χρόνος, και δεν έχω κι άλλα να σας πω βέβαια.

(Γέλια)

Λέω και βλακείες.

(Χειροκρότημα)

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

(Χειροκρότημα)

Ευχαριστώ πολύ.