Laughter as a forbidden fruit | Sofia Moutidou | TEDxUniversityofMacedonia - YouTube
Μεταγραφή: Aliki Vitsa Επιμέλεια: Chryssa Rapessi
Γεια σας.
Με τον Θανάση είμαστε και φίλοι και συνάδελφοι,
οπότε είναι λίγο αλλιώς η σχέση.
Ευχαριστώ πάρα πολύ που μείνατε μέχρι το τέλος της ομιλίας.
Είχα μεγάλο άγχος ότι θα μιλήσω μόνο στα καθίσματα,
αλλά έμεινε πολύς κόσμος.
Ονομάζομαι Σοφία Μουτίδου, είμαι 47 χρονών,
έχω τελειώσει τη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
και την Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης του θεάτρου ΕΜΠΡΟΣ στην Αθήνα,
όπου ζω και εργάζομαι τα τελευταία 20 χρόνια σαν ηθοποιός.
Επίσης, γράφω και σκηνοθετώ τις δικές μου stand up παραστάσεις,
διδάσκω μαθήματα υποκριτικής σε σχολές, σε σεμιναριακούς κύκλους
και σε ιδιαίτερα μαθήματα.
Τα τελευταία τρία χρόνια έχω και ένα κανάλι στο YouTube,
στο οποίο όπως είπε πολύ σωστά ο Θανάσης ασχολούμαι με κοινονικό-πολιτικά ζητήματα,
αλλά και μεγάλο μέρος χιουμοριστικό και σάτυρας.
Άξονας του καναλιού μου πάντοτε από την αρχή ήταν η προσωπική έκθεση,
την οποία λατρεύω αν και φοβάμαι.
Τώρα, για ποιο λόγο το γέλιο, γιατί διάλεξα το γέλιο;
Από μικρή μου άρεσε πάρα πολύ να γελάω και να κάνω και τους άλλους να γελάνε.
Αργότερα ως ηθοποιός μου ζητήθηκε πάρα πολλές φορές
στα πλαίσια της κωμωδίας, στην οποία και καθιερώθηκα στην Ελλάδα
να παράξω γέλιο, να παράγω γέλιο - ποιο είναι το σωστό δεν ξέρω -
και το οποίο το έκανα.
Όμως τι έγινε στη διαδικασία αυτή;
Από μικρή άθελα μου και μετά στη δραματική σχολή μεθοδικά και με στόχο,
άρχισα να παρατηρώ τους ανθρώπους.
Αυτή είναι η βασική δουλειά του ηθοποιού.
Είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο.
Για ποιο λόγο οι άνθρωποι είναι σοβαροί
και για ποιο λόγο σταματάνε να είναι σοβαροί.
Για ποιο λόγο αρχίζουν να γελάνε.
Το πρώτο συμπέρασμα που κατέληξα είναι
ότι το γέλιο ενώ είναι μια απλή φυσική διαδικασία,
χωρίς καμία προαπαιτούμενη ικανότητα, δεν είναι κάτι απλό.
Δηλαδή αν αυτή τη στιγμή ρωτήσω πόσοι από εσάς ξεκαρδιστήκατε σήμερα
τα αποτελέσματα δεν θα είναι τόσο θετικά όσο νομίζουμε.
Το γέλιο από δεδομένο έχει γίνει ζητούμενο.
Από μία φυσική διαδικασία έχει γίνει ένα εντελώς έκτακτο συμβάν.
Τι είναι το γέλιο;
Γκούγκλαρα και μπήκα στη Βικιπαίδεια και έχει έναν ορισμό πολύ ωραίο,
λέει «ηχηρή έκφραση χαράς ή ευχαρίστησης,
αντίδραση σε κάτι αστείο,
που παράγεται από πολλές και γρήγορες παλμικές κινήσεις του διαφράγματος
καθώς επίσης και των κοιλιακών μυών».
Τα είδη του γέλιου τώρα.
Κατά τη γνώμη μου τα είδη του γέλιου είναι όσα είναι και οι άνθρωποι.
Δηλαδή ο κάθε άνθρωπος γελάει ξεχωριστά.
Σε αντίθεση με τον ορισμό του Google που λέει ηχηρή έκφραση χαράς,
εγώ θα έρθω να προσθέσω και κάποιο άηχο γέλιο.
Δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι που δίπλα μας ξεψυχάνε από γέλιο
χωρίς να τους ακούμε, χωρίς να βγάζουν ούτε μία νότα.
Βλέπεις ξαφνικά κάποιον στην παρέα που κάνει και μετά από λίγο κάνει.
Αυτός υποφέρει αλλά εσύ δεν ακούς τίποτα.
Παρόλα αυτά όμως τα γέλια ως συνήθως είναι ηχηρά.
Το γέλιο με το κριτήριο την έντασή του μπορεί να είναι ένα χαμηλό γέλιο.
Άνθρωποι οι οποίοι γελάνε χαμηλά. (Χαμηλά γέλια)
Άνθρωποι οι οποίοι γελάνε δυνατά. (Δυνατά γέλια)
Άνθρωποι που γελάνε πολύ ξαφνικά. (Σύντομα γέλια)
Νομίζεις πέθαναν, όμως ζούνε.
Άνθρωποι, οι οποίοι κλιμακώνονται, δηλαδή ξεκινάνε από χαμηλά και κορυφώνουν.
Κάνουν. (Κλιμακωτά γέλια) Κάτι θυμήθηκαν στην πορεία.
Ή ανάποδα άνθρωποι οι οποίοι ξεκινάνε από δυνατά (Κλιμακωτά γέλια)
και αφήνουν και μια ουρά.
Υπάρχει και το γέλιο μέχρι δακρύων. Το γέλιο αυτό τι είναι;
Μπήκα έψαξα, υπάρχει ένα γέλιο το οποίο ταράζει τους ανθρώπους.
Είναι αυτό το οποίο χάνεις τον έλεγχο.
Χάνεις πολλούς σφιγκτήρες σου,
μπορεί να κατουρηθείς πάνω σου, για να μην πω τα υπόλοιπα,
χάνεις δάκρυα, δακρύζεις, κοκκινίζεις, ανεβάζεις πίεση,
πέφτουν πάρα πολύ οι δείκτες ζαχάρου κλπ στο αίμα,
ρυθμίζεται πάρα πολύ η σεροτονίνη σου, ανεβαίνει δηλαδή,
και εκείνη την ώρα μπορεί να σου έρθει να κάνεις εμετό.
Δηλαδή είναι ένα γέλιο μέχρι τελικής πτώσεως.
Άρα ξεκαθαρίζουμε ότι σήμερα μιλάμε για το γέλιο και όχι για το χαμόγελο.
Υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά.
Το χαμόγελο εμπεριέχει μια πολυτέλεια χρόνου.
Μια πολυτέλεια επεξεργασίας.
Έχω χρόνο να κρίνω.
Το γέλιο χτυπάει πισώπλατα.
Διακόπτει τη ροή και μετά από αυτό αισθάνεσαι πάρα πολύ ωραία,
αλλά κουρασμένος.
Είναι σαν γυμναστική.
Τώρα, γιατί απαγορευμένος καρπός;
Από μικρή είχα μια πολύ μεγάλη απορία:
Απορούσα γιατί οι Άγιοι είναι τόσο αγέλαστοι και τόσο άσχημοι.
Μπαίνοντας στην εκκλησία έβλεπα παντού εικόνες Αγίων
οι οποίοι με κοίταζαν πάρα πολύ βλοσυρά, φυσικά και θέλανε το καλό μου,
γιατί de facto και de jure ήταν άγιοι, δεν έμπαινε τέτοιο θέμα,
αλλά η εικόνα τους δεν μου το έδειχνε.
Στο σπίτι μεγάλωσα με μια μαμά πάρα πολύ θρήσκα και πολύ αστεία ταυτόχρονα.
Η μαμά μου, λοιπόν, κάθε φορά που μας έκανε να γελάμε, μετά έλεγε,
«Σε καλό να μας βγουν τα γέλια».
Και όταν συνέβαινε το παραμικρό στραβό έλεγε,
«Είδες; Ξινά μας βγήκανε».
Άρχισα να υποψιάζομαι μια συνάφεια ενοχής και θρησκείας. Και γέλιου.
Μεγαλώνοντας είδα το «Όνομα του Ρόδου» του Ουμπέρτο Έκο.
Το βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο σε ταινία,
το οποίο, θα κάνω λίγο spoiler, είναι ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων το 1326,
όπου μια σειρά από φόνους έρχεται να αναστατώσει τη ζωή του μοναστηριού.
Νεκροί καλόγεροι παντού,
οι οποίοι βρίσκονται με μαύρα σημάδια στη γλώσσα και στα δάχτυλα.
Στην αρχή δίνονται μεταφυσικές εξηγήσεις για τον θάνατό τους με βάση την Αποκάλυψη,
αλλά μετά αποκαλύπτεται, καμία σχέση.
Οι φόνοι είναι φόνοι. Κάποιος τους σκοτώνει.
Υπάρχει ένας μοναχός, ο Χόρχε, ο οποίος διαφυλάτει σαν κόρη οφθαλμού,
το δεύτερο βιβλίο της Ποιητικής του Αριστοτέλη,
που αφορά στη φύση της κωμωδίας.
Δε θέλει κανείς καλόγερος να έρθει σε επαφή με το βιβλίο αυτό.
Ο Χόρχε είναι κάθετα αντίθετος με την κωμωδία,
τη θεωρεί έκφυλη, καταπτωτική και ενάντια στα πρότυπα του Χριστιανισμού.
Τι έχει κάνει λοιπόν;
Έχει βουτήξει όλες τις σελίδες του βιβλίου σε δηλητήριο,
ώστε όποιο φυλλογυρίζει το βιβλίο αναγκαστικά να βρει τραγικό θάνατο.
Και άρχισα να αναρωτάω.
Αποτελεί λοιπόν η κωμωδία, ένα κόκκινο πανί για τη θρησκεία;
Μια φυτεμένη ενοχή ενάντια στη χαρά και στην ευθυμία;
Ας δούμε μερικές ρήσεις Αγίων Πατέρων και Ευαγγελιστών:
Οὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καὶ κλαύσετε, του Λουκά.
Ὑποτάγητε οὖν τῷ Θεῷ. ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καὶ φεύξεται ἀφ᾽ ὑμῶν·
καθαρίσατε χεῖρας ἁμαρτωλοὶ καὶ ἁγνίσατε καρδίας.
Ταλαιπωρήσατε και πενθήσατε και κλαύσατε.
Ο γέλως υμών εις πένθος μεταστραφείτω και η χαρά εις κατήφειαν.
ἐν γέλωτι ἄφρων πράττει κακά
καρδία εὐφραινομένη εὐεκτεῖν ποιεῖ, ἀνδρὸς δὲ λυπηροῦ ξηραίνεται τὰ ὀστᾶ.
Μωρός εν γέλωτι ανυψοί την φωνήν αυτού. Φρόνιμος δε, μόλις ησυχή μειδιάσει.
Ώσπερ φωνή ακανθών υπό λέβητα, ούτως ο γέλως των αφρόνων.
Βλέπουμε ότι το γέλιο είναι συνδυασμένο με τον «άφρονα»,
με αυτόν που δε γελάει σωστά.
Ποτέ δεν αναφέρεται στα κείμενα κάποιος, ο οποίος έχει λόγο να γελάσει.
Και φυσικά αυτός απειλείται ότι θα πενθήσει και θα κλάψει.
Η θρησκεία πρόλαβε και φύτεψε την ενοχή της
σε πάρα πολλές δομές της κοινωνίας.
Ξεκινώντας από την εκπαίδευση, θα δούμε ότι η μόνη βαθμίδα εκπαίδευσης
στην οποία το γέλιο όχι απλά επιτρέπεται αλλά επιβάλλεται είναι το προνήπιο.
Ακόμα και στο νηπιαγωγείο τα πράγματα έχουν χαλιναγωγηθεί.
Στο σχολείο δε, ξέρουμε πολύ καλά ότι το γέλιο ήταν πάντοτε αξιόποινο.
Θα τιμωρούμασταν αν γελούσαμε
και μπορεί να θυμόμαστε όλοι κάποιο δασκάλο ή καθηγητή,
που ήταν πιο χαλαρός, πιο χαβαλέ και περνούσαμε πιο ωραία στο μάθημά τους
και ίσως να ήταν το μόνο μάθημα που απέδιδε.
Όταν σε μια ομάδα της βάζεις κάτι απαγορευμένο,
είσαι ένας και είναι ομάδα,
η ομάδα θέλει πάρα πολύ να παρεκτραπεί
κι έτσι οργανώνεται προς μια κατεύθυνση σκανταλιάς
για να πετύχει το αποτέλεσμα που δεν πρέπει.
Αυτομάτως το γέλιο καθίσταται παράνομο.
Τώρα, στον στρατό, ένας άλλος θεσμός.
Ο στρατός σαν στόχο έχει να εκπαιδεύσει τον άντρα,
τουλάχιστον στη δική μας χώρα,
να είναι έτοιμος σε περίπτωση σύρραξης, εμπόλεμης κατάστασης.
Στα πλαίσια της εκπαίδευσης αυτής
πολλές φορές καταργούνται τα όρια της λογικής,
ακόμα και της ψυχικής υγείας.
Πώς γίνεται να ζητήσεις από έναν θεσμό να είναι έτοιμος, οργανωμένος,
οργανωτικός, αποδοτικός, επιθετικός
και ταυτόχρονα να έχει χιούμορ, χαβαλέ και χαλάρωση;
Δεν γίνεται.
Ας σκεφτούμε έναν στρατιώτη να κάνει έρπειν,
και ο λοχαγός του από πάνω να του λέει:
«Σταμάτα σταμάτα! Πώς είσαι έτσι; Γελάστε παιδιά».
Δε γίνεται. Θα διακοπεί η ροή.
Ο στρατός, και μόνο που εμπεριέχει την έννοια του πολέμου,
θα έπρεπε να μας κόβει τα γέλια.
Οπότε είναι άκρως δικαιολογημένο.
Όμως το σχολείο, που είπαμε πριν, δεν είναι στρατός.
Τα μέσα μαζικής μεταφοράς δεν είναι στρατός.
Πάμε να φτιάξουμε μια εικόνα για τα μέσα μαζικής μεταφοράς.
Σκεφτόμαστε ένα λεωφορείο που έχει πολύ μεγάλη κίνηση,
το 12 στην Κάτω Τούμπα, από εκεί που είμαι,
όπου το λεωφορείο αυτό είναι σε μια ώρα αιχμής, έχει μποτιλιάρισμα.
Είναι ο κόσμος μέχρι τα σκαλιά κάτω, φοιτητές, μαθητές, καθηγητές,
εργαζόμενοι, σακίδια, τσάντες, σακούλες, ψώνια,
κίνηση, άγχος, άνθρωποι γυρνάνε κουρασμένοι από τη δουλειά τους,
άνθρωποι πηγαίνουν κουρασμένοι στη δουλειά τους,
και ξαφνικά από το κέντρο του λεωφορείου, από εκείνο το κυκλικό,
ακούγεται ένα «Χαχαχαχα» και μετά ακούγεται ένα «Χεχεχουχουχου» για ώρα.
Είναι μια παρέα που γελάει. Γελάει παρεκτροπικά.
Τι συμβαίνει στο σύνολο.
Κάποιος που είναι μόνος του μπορεί να μειδιάσει, να κάνει ένα «χεχε»,
τύπου, ότι «καταλαβαίνω τα παιδιά».
Κάποιος άλλος μπορεί να εκνευριστεί.
Όλοι μαζί, αν συνεχιστεί αυτό, θα εκνευριστούν πάρα πολύ.
Γιατί το γέλιο αυτό είναι άκαιρο, είναι άτοπο.
Είναι κουρασμένοι άνθρωποι
και δεν είναι ούτε χώρος ούτε χρόνος για να γελάσεις πάρα πολύ δυνατά.
Αν όμως αυτοί οι άνθρωποι κλαίγανε γοερά,
ήταν δύο άνθρωποι μέσα στο λεωφορείο και κλαίγανε,
κάποια στιγμή θα έσπαγε ο πάγος, θα πήγαινε κάποιος και θα έλεγε:
«Μήπως θέλεις λίγο νερό, νιώθεις καλά,
να κατέβω στη στάση μαζί σου,
να πάρω τηλέφωνο έναν δικό σου αν χρειαστείς βοήθεια κλπ;»
Το πρόβλημα είναι το γέλιο.
Το γέλιο είναι αυτό που ταράζει τα κοινωνικά σύνολα.
Δεν το θέλει σε κάποιες συγκεκριμένες ώρες.
Στο λεωφορείο θα πάει στη δουλειά του, στη στάση περιμένει το λεωφορείο,
στα μαγαζιά δε γίνεται, στο δημόσιο μέσα στις υπηρεσίες δεν μπορείς να γελάς,
στον δρόμο έτσι και έτσι,
στο θέατρο και το σινεμά γελάς οργανωμένα.
Δεν μπορείς να γελάσεις από μόνος σου.
Όποτε γελάει ένας, τον κοιτάμε κάπως. Του τύπου, «Τι βρήκες αστείο;».
Ή όταν γελάει ένας θα παρασύρει τους άλλους,
αλλά πολλές φορές θα τους εκνευρίσει κιόλας.
Και φτάνουμε και στο τελευταίο στάδιο του γέλιου,
το οποίο είναι το διαδικτυακό γέλιο, το οποίο τώρα πια στο messenger, στο chat,
βλέπεις ότι γελάμε «χαχαχα», «αχαχαχα», «LOL» και τελειώνει.
Όπου τι γίναιται, εκείνη την ώρα μπορεί καν να μη γελάς,
αλλά επειδή ο άλλος σου είπε κάτι που νομίζει ότι είναι αστείο,
δε θες να τον προσβάλλεις και κάνεις «αχαχαχα».
Όταν θες δε να δείξεις ότι γέλασες πραγματικά
το κάνεις caps και κάνεις «ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ».
Τώρα γελάω στ' αλήθεια, για να το καταλάβεις.
Δε μας φτάνανε λοιπόν όλοι οι περιορισμοί που είχαμε,
ήρθε να μπει και ένας τελευταίος περιορισμός στο γέλιο,
που είναι η πολιτική ορθότητα.
Πάμε να δούμε, βαρέθηκα να το μάθω, είναι πολύ μεγάλο.
Πολιτική ορθότητα αναφέρεται η αποφυγή εκφράσεων ή ενεργειών
που πιστεύεται ότι αποκλείουν, περιθωριοποιούν,
προσβάλουν ομάδες ανθρώπων που μειονεκτούν κοινωνικά
ή γίνονται διακρίσεις.
Χάρη στο κίνημα αυτό αποκαταστάθηκαν κοινωνικές αδικίες
διαπιστώνεται όμως ότι υπήρξε εκφυλισμός και εκτροπή
προς μια μορφή ελέγχου της σκέψης που απειλεί την ελευθερία κλπ.
Ο Ουμπέρτο Έκο θεωρεί ότι η πολιτική ορθότητα τείνει
να εξελιχθεί σε μιας νέας μορφής φονταμενταλισμό.
Πάμε να δούμε τι είναι ο φονταμενταλισμός γιατί δεν το ήξερα.
Εκφράζονται οι τάσεις εμμονής ή επιστροφής
σε άκρως συντηρητικά θρησκευτικά βιώματα του παρελθόντος
τα οποία λειτουργούν ως μέσο αντίστασης
σε κάθε ενδεχόμενη αλλαγή ή θρησκευτική μεταρύθμιση.
Νάτη πάλι η ένωση, ε; Λοιπόν, όπου τι γίνεται τώρα;
Εγώ σαν απλός πολίτης, ή με την ιδιότητα του ηθοποιού, ως επάγγελμα, ως καλλιτέχνης
ως πομπός και δέκτης του γέλιου,
έχω καταλήξει σε μια άλλη φράση:
Πιστεύω ότι ο φόβος του φασισμού, πολλές φορές, οδηγεί στον φασισμό τον ίδιο.
Τα όρια της κωμωδίας και του αστείου
πάρα πολύ συχνά φλερτάρουν με τα όρια της προσβολής και της κοροϊδίας.
Είναι σύνορα αδιευκρίνιστα, θολά, και γι' αυτό επικίνδυνα.
Πολλές φορές στο όνομα ενός αστείου
προσβάλλουμε τα δικαιώματα κάποιου άλλου.
Πολλές φορές προσβάλλουμε την αξιοπρέπειά του, γενετήσια ή μη.
Από την άλλη πάλι σκέφτομαι, πώς αλλιώς;
Ανατρέχοντας στον Αριστοφάνη, τον οποίο σιχαίνομαι αλλά δεν έχει να κάνει.
Θέλω να πω δεν το λέω γιατί τον συμπαθώ, δεν μου αρέσει καθόλου.
Η βάση των αστείων του όλων ήταν γύρω από κάποιον
ο οποίος ήταν φτωχός, άπορος, γέρος, άσχημος, άγαμος.
Αν δεν θέλετε τόσο αρχαίο παράδειγμα,
πάμε στις ελληνικές ταινίες με τις οποίες γαλουχηθήκαμε.
Μια σειρά αστείων θα μπορούσε να ξεσηκώσει
θύελλες πολιτικά ορθών αντιδράσεων στις μέρες μας.
Από το «Σούζι τρως» της Ρένας και όλο το bullying στη Σούζι που έτρωγε,
μέχρι το «Κούρδοι όλοι εδώ μέσα» που έλεγε ο Βέγγος.
Αλλά και οι χιλιάδες μύτες, πολλες μύτες, άσχημες μύτες,
ο οποίες κατηγορήθηκαν, κοροϊδεύτηκαν,
γίναν αντικείμενο περίγελου στις ελληνικές ταινίες.
Όλοι οι κοντοί, οι φαλακροί, οι χοντροί.
Ο ύμνος της ασχήμιας της Βασιλειάδου και της Ταϋγέτης,
που τις βλέπαν όλοι και κάναν «Αχ», τρομάζανε.
Και αν δεν θέλετε εκεί,
πάμε στους Απαράδεκτους, σε ένα πιο σύγχρονο σίριαλ
στο οποίο πάρα πολλά επεισόδια είχαν πάρα πολλά ρατσιστικά αστεία.
Ας πούμε ήταν ένα επεισόδιο που ήρθε ένας Γάλλος να τους κάνει επίσκεψη
κι αυτός έτρωγε πάρα πολύ και λέει η Δήμητρα:
«Μωρέ μήπως δεν είναι Γάλλος, είναι Αλβανος; Τι γίνεται, δεν καταλαβαίνω».
Γελάστε δεν είναι κακό, μην αισθάνεστε άσχημα επειδή είναι ρατσιστικό.
Μετά σε ένα άλλο επεισόδιο που ψάχνουν μάγειρα,
λέει: «Να πάρουμε έναν Αλβανό για μάγειρα;» λέει ο Βλάσης.
Λέει ο Σπύρος: «Και πού το είδε το φαΐ ο Αλβανός για να ξέρει να το μαγειρέψει;»
Λέει η Δήμητρα: «Να πάρουμε έναν αράπη;»
Αυτές οι λέξεις σήμερα
-- βλέπεις, κομπιάζετε, εγώ γέλασα πάρα πολύ, από την καρδιά μου, δεν είχα θέμα --
φλερτάρουν με ένα πράγμα το οποίο είναι διακύβευμα.
Όμως θα απαντήσω πιο ύστερα σε αυτό.
Γιατί κατά τη γνώμη μου δεν είναι κακό και δεν είναι διακύβευμα.
Αφού κάνω και την τελευταία εκκαθάριση.
Είναι η διαφορά του δημόσιου και του ιδιωτικού βίου.
Είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα μια παρέα και τι θα πει αυτή η παρέα
από το να είμαστε σε έναν χώρο δημόσιο.
Για παράδειγμα, όλοι θα έχουμε βρεθεί σε παρέες
όπου θα ήμασταν ή πομποί ή δέκτες,
θα γελάσαμε με κάποια αστεία που ήταν ρατσιστικά,
με κάποια αστεία που αφορούσαν τους μαύρους, τους ανάπηρους, τους κοντούς,
τους βιασμούς, έχω ακούσει ανέκδοτο μέχρι και για παιδεραστία.
Η παρέα τι είναι;
Είναι μια ομάδα οι οποία έχει τους δικούς της κανόνες,
τους δικούς της κώδικες, οι οποίοι έχουν εγκριθεί από όλους.
Αυτό που συμβαίνει εκεί δεν πάει κάπου αλλού, δεν μετατίθεται κάπου αλλού.
Για να το κάνω πιο λιανό το παράδειγμα,
στο παράδειγμα του λεωφορείου που γελούσαν τα παιδιά αυτά,
αν σκεφτούμε ότι το ένα παιδί έσκυψε και είπε στο αυτί το άλλου:
«Να σου πω, μ' αυτήν με το μπλε μπλουζάκι, εκεί που κάθεται, με πόσα θα πήγαινες;»
κι άρχιζαν να γελάνε,
είναι πολύ διαφορετικό να σταματούσαν τη ροή και να λέγανε:
«Θέλω να κάνω μια ερώτηση.
Με την κοπέλα με το μπλε φανελάκι, θα πήγαινε κάποιος, και αν ναι με πόσα;»
Για να μην τρελαθώ.
Μιλάμε ότι το ένα είναι, όταν μιλήσαν μεταξύ τους,
ήταν δύο κάφροι που έκαναν κάφρικο χιούμορ
και το άλλο είναι φασισμός.
Πολλές φορές το κάφρικο χιούμορ φλερτάρει με τον φασισμό, πάρα πολλές φορές.
Και πολλές φορές οι άνθρωποι φοβούνται να γελάσουν με το κάφρικο χιούμορ
γιατί λένε ότι είναι φασιστικό.
Εγώ δε φοβάμαι. Εγώ γελάω πάντα με τα κάφρικα. Με τα χειρότερα.
Που να κάνουν με τη χειρότερη κατηγορία ανεκδότων. Γελάω.
Δεν νιώθω ότι απειλούμαι. Δεν νιώθω τίποτα από όλα αυτά.
Ας πούμε, για παράδειγμα ο περιπτεράς της γειτονιάς μου χθες που ήρθε από την Αθήνα,
με σταματάει, μου λέει: «Να σου πω λίγο κάτι.
Τι είναι ένας Αλβανός στον πάτο της θάλασσας;»
Του λέω εγώ: «Μια καλή αρχή;» Γιατί το ήξερα από τους δικηγόρους.
Λέει: «Όχι» είναι λέει «Pollution». Αλβανός αυτός.
Λέω: «ΟΚ».
Λέει: «100.000 Αλβανοί τι είναι στον πάτο της θάλασσας;»
Του λέω: «Τι;». Μου λέει: «Sοlution».
Γελάσαμε και οι δύο, δε θίχτηκε κανείς.
Αυτός Αλβανός όντας είχε το ελεύθερο, εγώ βέβαια Ελληνίδα ούσα πολιτικά ορθά
θα έπρεπε να πω: «Μη λες χαζά».
Αλλά γέλασα με την καρδιά μου. Το βρήκα πάρα πολύ αστείο.
Ποιο είναι το θέμα;
Για ποιο λόγο πιστεύω ότι δεν υπάρχει κίνδυνος
και πότε δεν υπάρει κίνδυνος;
Πάνω απ' όλα παίζει ρόλο ο πομπός. Ποιος είναι ο πομπός;
Τι είναι ο πομπός;
Με τι στόχους, με τι κατευθυντήριες γραμμές, με τι υπόβαθρο,
εξαπολύει μία λέξη, μία φράση και εναντίον ποιου.
Ο αέρας αυτουνού που το αποπνέει.
Τόσο γενικά μπορείς να καταλάβεις πότε κάτι είναι ενοχλητικό
και πότε δεν είναι.
Μπορείς με τη ζωή σου να έχεις πολύ διαφορετική αντιμετώπιση
απ' ό,τι με τα ανέκδοτά σου.
Μπορεί εγώ να γελάσω με ένα ρατσιστικό αστείο και η κόρη μου,
αλλά η καλύτερη φίλη της κόρης μου είναι από την Αφρική.
Και όταν έρχεται στο σπίτι, μπαίνει μέσα και της λέω:
«Άιντι μάλε τσικουλάτα» και γελάμε.
Της λέω «η μία είναι σοκολάτα και η άλλη είναι λευκή με σταφίδες».
Επίσης το ότι εγώ μπορεί αν γυρίσω και να πω τη φράση που μας ξεφεύγει,
και λέμε: «Καλέ, τι είσαι, αυτιστικό;»,
που έχει μπει στο ζωή μας αυτό
και τώρα μαθαίνουμε ότι δεν είναι σωστό να το λέμε δημόσια.
Ο άλλος φίλος της κόρης μου έχει Άσπεργκερ,
είναι ένα από τα μεγαλύτερα μυαλά της Ελλάδας,
που πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα φέρουν τομή στο θέατρο,
ένα πανέξυπνο παιδί, το οποίο είμαστε όλη μέρα μαζί
και βλέπω ότι μας αφήνει πίσω χρόνια στην εξυπνάδα.
Θέλω να πω ότι η ζωή που κάνεις είναι αυτή που θα δείξει τι είσαι,
όχι αν θα γελάσεις με ένα αστείο.
Και για να τελειώσω, είμαι και μέσα στον χρόνο μου, 1:27, θέλω να σας πω το εξής:
Πάντα πίστευα ότι η κωμωδία αποτελούσε ένα μεγάλο καζάνι, μια μεγάλη κολυμπήθρα,
όπου εξιλεώνονται και εξυγιαίνονται όλα τα δεινά του ανθρώπου.
Ο πόνος, η ασχήμια, η αναπηρία ο θάνατος, ο εκβιασμός, η απάτη.
Όλα ξεπλένονται και φωτίζονται από μια φαιδρή πλευρά.
Μετά βγαίνουν στον αέρα σαν ανάμνηση ή σαν γιατρεμένη πληγή.
Η κωμωδία θεραπεύει τις πληγές, δεν τις ξύνει.
Η κωμωδία εξισορροπεί τα ετεροβαρή.
Λειαίνει τις γωνίες και πάνω απ' όλα συγχωρεί.
Το γέλιο είναι αυτό που καθαρίζει, που ξανανιώνει.
Το γέλιο κάνει επανεκκίνηση.
Και το αστείο είναι ιερό.
Απλά μεγάλη προσοχή στις απομιμήσεις του.
Ευχαριστώ πάρα πολύ.
(Χειροκρότημα)